Iατροί και ιάτραινες που αγίασαν.

   

Tου ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΥ
Καθηγητή Χειρουργικής Παν/μίου Ζυρίχης


Στο πέρασμα των 20 αιώνων από τη γέννηση του Χριστού υπήρξαν αναρίθμητοι μάρτυρες, μεταξύ των οποίων και πολυάριθμοι διακεκριμένοι επιστήμονες. Έτσι, δεν εντυπωσιάζει το γεγονός ότι ανάμεσά τους υπάρχουν πολλοί «κατ΄ επιστήμην ιατροί», που προσφέροντας την εμπειρία και τις γνώσεις τους πίστευαν ολόψυχα στο Θεό και ομολογούσαν την πίστη τους στο Χριστό ενάντια στα υλιστικά, πολυθεϊστικά ή αθεϊστικά ρεύματα της εποχής τους. Άτομα που αγάπησαν τον Κύ-ριο με πάθος ιερό και που ανταπέδωσαν το πολύτιμο αίμα της σταυρικής Του θυσίας με την άγια ζωή τους. Άτομα που έδωσαν τα πάντα στους συνανθρώπους και τους ασθενείς τους, τη ίδια δε τη ζωή τους στον Θεό.

Είναι γεγονός ότι πολλοί συνάδελφοί μας αλλά και άλλοι μη ιατροί αγνοούν την προσφορά των ιατρών αυτών που με τις πράξεις ή το μαρτύριό τους αγίασαν αποδεικνύοντας ότι αυτό που σήμερα αποκαλούμε ιατρικό επάγγελμα πρέπει να είναι λειτούργημα. Λίγοι είναι αυτοί που γνωρίζουν ότι οι Άγιοι Ανάργυροι είναι συνολικά 20, ότι οι Άγιοι Κοσμάς και Δαμιανός δεν είναι ένα δίδυμο ζεύγος, αλλά τρεις δυάδες με το ίδιο όνομα, που γεννήθηκαν και έζησαν σε διαφορετικά μέρη και εποχές, μαρτύρησαν ή κοιμήθηκαν ειρηνικά και εορτάζουν σε τρεις διαφορετικές ημερομηνίες. Λίγοι επίσης γνωρίζουν ότι ο Ευαγγελιστής Λουκάς ήταν ιατρός ή ότι μεταξύ των αγιασάντων επιστημόνων υγείας, όπως θα λέγαμε σήμερα υπήρξαν όχι μόνο μαίες και νοσοκόμες αλλά και ιάτραινες, δηλ. γυναίκες ιατροί. Πολλοί πιστεύουν ότι το επάγγελμα της ιατρού είναι επάγγελμα του 20ου αιώνα, αγνοώντας ότι το λειτούργημα αυτό ασκείτο στην Ανατολή από την αρχαιότητα μέχρι και το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Για το λόγο αυτό, το Τμήμα Ιστορίας της Ιατρικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων αποφάσισε στο υπό διαμόρφωση Μουσείο Ιστορίας της Ιατρικής να δημιουργήσει ιδιαίτερο χώρο, όπου θα παρουσιάζονται εκλαϊκευμένα και απλά οι ιατροί και οι ιάτραινες που λάμπρυναν με τις γνώσεις τους, τα «χαρίσματα ιαμάτων», τα θαύματά τους, και συχνά το μαρτύριό τους, το λειτούργημα του ιατρού. Άτομα που πρόσφεραν τις ιατρικές γνώσεις τους αλτρουϊστικά, χωρίς χρήματα (αργύρια) με μόνο γνώμονα τη φιλανθρωπία. «Δωρεάν ελάβατε, δωρεάν δώτε», ίσχυε τότε για τους ανάργυρους αυτούς ιατρούς. Oποία αντίθεση με το σημερινό «δωρεάν» Παιδεία, «δωρεάν» Υγεία!

Αυτούς τους αγιάσαντες ιατρούς και ιάτραινες όπως και διάφορους προστάτες ασθενών, προσπαθήσαμε με την ευγενική δωρεά των Παναγιώτη και Ελένης Αγγελοπούλου και την προσφορά νέων Ηπειρωτών αγιογράφων να απεικονίσουμε στο σύνολό τους. Πρόκειται για 65 περίπου αγιάσαντες ιατρούς και ιάτραινες που ελπίζουμε θα δώσουν στο Μουσείο μια μοναδικότητα. Προς πληροφόρηση των επισκεπτών του Μουσείου, ελπίζουμε να μπορέσουμε να συμπεριλάβουμε τη βιογραφία τους, το απολυτίκιο, ή κοντάκιο και διάφορες από τις ιαματικές πράξεις τους, χωρίς να προδώσουμε τη λατρευτική πλευρά των εικόνων, ίδιο όλων των μουσειακών εκθέσεων βυζαντινών εικόνων. Ένα ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα.

Τον κύκλο αυτό των ιατρών που αγίασαν, χωρίζουμε σε 4 ενότητες.

Τους Αγίους Αναργύρους, τους λοιπούς αγιάσαντες ιατρούς, τις αγιάσασες ιάτραινες, και τους προστάτες ασθενών με ειδικές παθήσεις, όπως λεπρούς, τυφλούς, κωφάλαλους, παράλυτους, δαιμονισμένους, κ.ά.

Άγιοι Ανάργυροι

Χαίρε εικοσάς κρουνέ ιαμάτων
χαίρε εικοσάς πλημμυρίς θαυμάτων
χαίρε των τυφλών η τελεία ανάβλεψις
χαίρε χωλών και παραλύτων ανόρθωση

χαίρετε Άγιοι Ανάργυροι

(Χαιρετισμοί Αγίων Αναργύρων)

Η εικοσάδα των Αγίων Αναργύρων αποτελείται κατ΄ αρχήν από τις τρεις δυάδες Κοσμά και Δαμιανού. Η πρώτη δυάδα των αδελφών Αγίων Κοσμά και Δαμιανού γεννήθηκε και έζησε επί αυτοκράτορος Καρίνου (283-285 μ.Χ.) στη Ρώμη και λιθοβολήθηκαν από φθόνο από συναδέλφους ιατρούς κατά τη συλλογή βοτάνων το 284. Είναι αυτοί που στη Δύση πιστεύεται ότι έκαναν την πρώτη μεταμόσχευση κάτω άκρου. Γιορτάζουν την 1η Ιουλίου και στο Απολυτίκιο τους αναφέρεται καθαρά η καταγωγή τους «Ως θείοι θεράποντες, και ιατήρες βροτών, ανάργυρον βλύζετε την θεραπείαν ημίν, Ανάργυροι ένδοξοι’ όθεν τους προσιόντας, τη σεπτή υμών σκέπη, ρύσασθε νοσημάτων, και παθών ανιάτων, Κοσμά και Δαμιανέ, της Ρώμης βλαστήματα!»

Η δεύτερη δυάδα γεννήθηκε στη Μικρά Ασία . Μητέρα τους ήταν η Αγία Θεοδότη, που συχνά απεικονίζεται μαζί τους. Θεράπευαν και αυτοί δωρεάν τους αρρώστους και τα ζώα. Τελικά πέθαναν εν ειρήνη, πρώτα ο νεώτερος αδελφός Αγιος Δαμιανός και λίγες μέρες αργότερα ακολούθησε ο Άγιος Κοσμάς. Τάφηκαν και οι δύο στο Φερεμάν της Ασίας. Μετά το θάνατό τους συνέχισαν να γίνονται πολλά θαύματα στον ανεγερθέντα στη μνήμη τους ναό. Εορτάζουν την 1η Νοεμβρίου και στο κοντάκιο αναφέρεται: «Εκ της Ασίας, ώσπερ δύο αστέρες, εξ ανατείλαντες. Ανάργυροι θείοι, τη οικουμένη λάμπετε θαυμάτων ταις αυγαίς’ νόσους μεν ιώμενοι, και δεινάς καχεξίας, χάριν δε παρέχοντες τοις πιστοίς ευρωστίοις, Δαμιανέ θεόφρον και Κοσμά, χειμαζομένων λιμένες πανείδιοι».

Η τρίτη δυάδα των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού καταγόταν από την Αραβία. Μαζί με τα άλλα τρία τους αδέλφια , Άνθιμο, Ευτρόπιο και Λεόντιο, επισκέπτονταν πόλεις και χωριά, θεράπευαν αρρώστους και κήρυσσαν την πίστη του Χριστού. Μετά από φοβερά βασανιστήρια αποκεφαλίστηκαν το 292 μ.Χ και τα πέντε αδέλφια μαζί επί Διοκλητιανού. Εορτάζουν στις 17 Οκτωβρίου.

Μία τέταρτη δυάδα Αγίων αναργύρων είναι οι Άγιοι Κύρος και Ιωάννης. Ο μεν Κύρος, ιατρός το επάγγελμα, καταγόταν από την Αλεξάνδρεια, ο δε Ιωάννης, στρατιωτικός, από την Έδεσσα Μεσοποταμίας. Ο Κύρος θεράπευε ανιδιοτελώς τους αρρώστους και κατά τους φοβερούς διωγμούς του Διοκλητιανού κατέφυγε σ΄ένα μοναστήρι στον Αραβικό κόλπο. Ακούγοντας για το σπουδαίο έργο του, ο Ιωάννης εγκατέλειψε τη στρατιωτική σταδιοδρομία του και έγινε στενός συνεργάτης του Αγίου Κύρου και τον βοηθούσε στο ιατρικό και φιλανθρωπικό του έργο. Βασανίστηκαν και οι δυο και τελικά θανατώθηκαν με αποκεφαλισμό όταν πήγαν να συνδράμουν στη φυλακή την Αγία Αθανασία και τις τρεις κόρες της, που είχαν συλληφθεί για τη Χριστιανική τους πίστη. Μαζί τους θανατώθηκαν και οι τέσσερις αυτές γυναίκες. Συχνά απεικονίζονται όλοι μαζί, ιατρός όμως ήταν μόνο ο Κύρος.

Κεντρική μορφή στην εικοσάδα των Αγίων Αναργύρων είναι εκείνη του Αγίου Μεγαλομάρτυρα και Ιαματικού Παντελεήμονα, που καταγόταν απ’ τη Νικομήδεια. Το αρχικό του όνομα ήταν Παντολέων και μετονομάστηκε λόγω της φιλανθρωπικής του δράσης σε Παντελεήμονα. Σπούδασε ιατρική κοντά στον ιατρό Ευφρόσυνο. Αργότερα μοίρασε την περιουσία του σε φτωχούς και φυλακισμένους, απελευθέρωσε τους δούλους του και γιάτρευε αρρώστους δωρεάν. Με την θεραπεία ενός τυφλού και ενός παράλυτου προκαλεί το φθόνο των συναδέλφων του, που τον συκοφαντούν στον τότε αυτοκράτορα Μαξιμιανό (286-308 μ.Χ.). Επειδή δεν απαρνείται την πίστη του, βασανίζεται και αποκεφαλίζεται το 306 μ.Χ. μαζί με τους δασκάλους τους στο Χριστιανισμό Αγίους Εμόλαο, ΄Ερμιππο και Ερμοκράτη. Από τους τρεις μόνο ο Ερμόλαος ανήκει ως δάσκαλος του Αγίου Παντελεήμονα στην εικοσάδα των Αγίων Αναργύρων, παρότι δεν ήταν ιατρός αλλά ιερέας.

Μετά απ΄αυτούς τους δέκα, την εικοσάδα κλείνουν οι ιατροί: Αγιος μάρτυρας Διομήδης που αποκεφαλίστηκε το 288 μ.Χ. , ο Αγιος ιερομάρτυρας Μώκιος (αποκεφαλίστηκε επί Διοκλητιανού 284-305 μ.Χ.), ο Άγιος μάρτυρας Ανίκητος (κάηκε στην πυρά το 305 μ.Χ.), ο Αγιος μάρτυρας Θαλλελαίος (αποκεφαλίστηκε το 284 μ.Χ.), ο Αγιος μάρτυρας Τρύφωνας, προστάτης της γεωργίας, των φυτών και των δένδρων (αποκεφαλίστηκε το 250 μ.Χ.), ο Αγιος μάρτυρας Ιουλιανός (σταυρώθηκε ο 284 μ.Χ.), και ο Αγιος Σαμψών, ο ξενοδόχος.

Σε αντίθεση με τους υπολοίπους Αγίους Αναργύρους, ο Αγιος Σαμψών , έζησε 2,5 αιώνες αργότερα επί εποχής Ιουστινιανού (527-565 μ.Χ.). Ήταν ευγενής Ρωμαίος που είχε σπουδάσει ιατρική και την ασκούσε δωρεάν. Τον 6ο αιώνα πήγε στην Κων/πολη, όπου χειροτονήθηκε ιερέας. Εκεί θεράπευσε τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό, ο οποίος, για να τον ευχαριστήσει, του έδωσε τα χρήματα για να κτίσει ένα μεγάλο ξενώνα, ένα από τα πρώτα γνωστά νοσοκομεία. Ο Σαμψών περιέθαλπε εκεί δωρεάν τους αρρώστους του. Ο ξενώνας του Σαμψών λειτούργησε επί 9 συνεχείς αιώνες, επισκευάστηκε επανειλημμένα από διάφορους αυτοκράτορες και έχαιρε διεθνούς φήμης. Ο Σαμψών κατατάχτηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία μεταξύ των Αγίων και η μνήμη του εορτάζεται στις 27 Ιουνίου.

Ιατροί που αγίασαν

Την πρώτη θέση ανάμεσα στους ιατρούς αυτούς έχει χωρίς αμφιβολία ο Ευαγγελιστής Λουκάς, ως ο πρώτος ιατρός του χριστιανικού κόσμου (Εικόνα 5). Καταγόταν από την Αντιόχεια της Συρίας και κατά πάσα πιθανότητα ήταν έλληνας. Σπούδασε ιατρική και με την ιδιότητα αυτή εγκαταστάθηκε στη Θήβα της Βοιωτίας το 42 μ.Χ., όπου άσκησε την ιατρική και θεράπευσε κυρίως οφθαλμικές παθήσεις. Γνώρισε τον Απόστολο Παύλο στην πρώτη αποστολική του πορεία και τον ακολούθησε με αυτοθυσία σ΄όλες τις επόμενες, μέχρι τον μαρτυρικό θάνατό του στη Ρώμη το 64 μ.Χ. Στη συνέχεια έγραψε το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο. Πέθανε 84 χρονών και ενταφιάστηκε στη Θήβα. Απ΄εκεί μεταφέρθηκε το λείψανό του το 357 μ.Χ. στο ναό των Αγίων Αποστόλων με εντολή του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Η μνήμη του τιμάται στις 18 Οκτωβρίου, η δε κατάθεση των λειψάνων του στην Κωνσταντινούπολη στις 20 Ιουνίου.

Ο πρώτος μάρτυρας ιατρός είναι ο Αγιος Αλέξανδρος. Όχι ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως που εορτάζεται στις 30 Αυγούστου, αλλά ένας ιατρός από τη Φρυγία, που έζησε τον 2ο μ.Χ. αιώνα και βρήκε μαρτυρικό θάνατο το 177 μ.Χ. στο Λουγδούνο, τη σημερινή Λυών. Είναι σχετικά άγνωστος και εορτάζεται μόνο από την Δυτική Εκκλησία στις 24 Απριλίου, ενώ θάπρεπε να εορτάζεται και από την Ορθόδοξη Εκκλησία αφού είναι μάρτυρας του 2ου αιώνα, πολύ πριν δηλ. το Σχίσμα.

Θάπρεπε δε να εορτάζεται μαζί με την Αγία Βλανδίνα και τον Άγιο Άτταλο, που μαρτύρησαν μαζί με τον Άγιο Αλέξανδρο και εορτάζονται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 25 Ιουλίου.

Άλλοι ιατροί που αγίασαν είναι επίσης οι επίσκοποι Βλάσιος, προστάτης των παθήσεων του λαιμού και του λάρυγγα, Ζηνόβιος, Παυσίκακος και Κάρπος, ο διάκονος και μάρτυς Πάπυλος, οι μάρτυρες Αντίοχος από την Σεβάστεια, Ορέστης από τα Τύανα, ο νεομάρτυς Αγγελής από τη Χίο και ο αδελφός του Γρηγορίου του Θεολόγου Καισάρειος.

Στους αγιάσαντες ιατρούς συμπεριλαμβάνονται συχνά, παρότι δεν ήταν ιατροί, ο Μέγας Βασίλειος και ο Μέγας Φώτιος, λόγω του καθοριστικού ρόλου που έπαιξαν στην εν γένει ιατρική. Ο Μέγας Βασίλειος προώθησε ιδιαίτερα την ιατρική κτίζοντας ένα μεγάλο νοσοκομείο, τη Βασιλειάδα, στην Καισάρεια της Καπαδοκίας με 600 κρεβάτια, που θεωρείται το πρώτο πραγματικό νοσοκομείο όπου προσφερόταν όχι μόνο στέγη και τροφή, αλλά δωρεάν νοσηλεία και ιατρική περίθαλψη. Ο δε Μέγας Φώτιος συνέλεξε πάμπολλα ιατρικά βιβλία στη βιβλιοθήκη του, τα οποία και επανέκδοσε κάνοντάς τα έτσι γνωστά σε ευρύτερο κοινό.

Επίσης αναφέρονται και οι Άγιοι ιατροί Λουκιανός, Αιμιλιανός, Εύπλος και ένας από τους 5 Αγίους Χριστόφορους. Τέλος υπάρχει και ένας Αγιος Παύλος, ιατρός, που η μνήμη του εορτάζεται στις 28 Ιουνίου -παραμονή της εορτής των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου- μαζί με την ανακομιδή των λειψάνων των Αγίων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννη. Ατυχώς δεν έχουμε περισσότερα στοιχεία. Στο Κίεβο μνημονεύεται, χωρίς άλλες λεπτομέρειες, και ένας ιατρός ονόματι Αγαπητός κατά το 1095 μ.Χ., ενώ στα Κυπριακά Χρονικά ο Λοΐζος Φιλίππου αναφέρει ως ιατρό τον Άγιο Καλανδρίωνα.

Ιάτραινες που αγίασαν

Μνημονεύονται και γυναίκες ιατροί που αγίασαν. Οι Άγιες αδελφές Ζηναΐς και Φιλονίλα, κατάγονταν από την Ταρσό και ήταν σύγχρονες του Αποστόλου Παύλου. Είχαν σπουδάσει ιατρική και την ασκούσαν στην πατρίδα τους την Ταρσό, θεραπεύοντας αρρώστους και διδάσκοντας τη Χριστιανική θρησκεία. Αργότερα εγκαταστάθηκαν σ΄ένα ερημικό σπήλαιο κοντά στην πόλη Δημητριάδα, όπου πρόσφεραν τις ιατρικές τους γνώσεις και θεράπευσαν αρρώστους δωρεάν, κάνοντας ταυτόχρονα και ιεραποστολικό έργο. Έφθασαν σε βαθιά γεράματα και κοιμήθηκαν ειρηνικά. Εορτάζουν στις 11 Οκτωβρίου και στη λειτουργία της εορτής τους αναφέρεται : «Ειρηνικώς ύπνωσαν ειρήνης φίλαι, Ζηναΐς άμα και Φιλονίλα δύο».

Άλλη φιλάνθρωπος ιατρός υπήρξε και η Αγία Ερμιόνη, κόρη του Διακόνου Φιλίππου. Σπούδασε ιατρική, μάλλον στην Καισάρεια, όπου ζούσε ο πατέρας της. Αναζητώντας τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Ιωάννη, βρήκε στην Έφεσο τον Άγιο Πετρώνιο, μαθητή του Αποστόλου Παύλου, όπου και εμαθήτευσε. Όταν οι κάτοικοι έμαθαν για την ιατρική της ιδιότητα, προσέτρεχαν για να θεραπευτούν και αφού τους ανακούφιζε ή τους θεράπευε, τους κατηχούσε στη Χριστιανική πίστη. Μαρτύρησε επί Τραϊανού, όπου μαστιγώθηκε στο πρόσωπο, αλλά αφέθηκε ελεύθερη. Στη συνέχεια μαζί με την αδελφή της Ευτυχία, ίδρυσε ένα «Πανδοχείο» παρέχοντας στους πάσχοντες συνανθρώπους της δωρεάν θεραπεία, άσυλο και φιλοξενία. Ίσως είναι το πρώτο γνωστό υποτυπώδες νοσοκομείο στην ιστορία, όπου 150 χρόνια πριν από την Βασιλειάδα του Μεγάλου Βασιλείου, προσφερόταν ιατρική και νοσηλευτική περίθαλψη συγχρόνως με τροφή και στέγη.

Η Αγία Ζηνοβία, αδελφή του Αγίου Ζηνοβίου, ιατρού και Επισκόπου Αιγών της Κιλικίας, μαρτύρησε μαζί του το 285 μ.Χ. επί Διοκλητιανού. Η μνήμη τους εορτάζεται στις 30 Οκτωβρίου. Πιθανόν δεν είναι ιάτραινα, αλλά θεραπαινίς, και ίσως έτσι η πρώτη νοσηλεύτρια αγία.

Ιάτραινες υπήρξαν επίσης: η μάρτυς Αγία Σοφία που εορτάζεται στις 22 Μαΐου και η Αγία Νικοστράτη, που θεράπευσε τον Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο από φαρυγγίτιδα.

Ο J. Schmidt-Voigt αναφέρει ως ιατρούς τις: Αγίες Μαρίνα, Βαρβάρα, Παρασκευή τη θαυματουργό, Θέκλα την πρωτομάρτυρα, Αναστασία την Φαρμακολύτρια, Ειρήνη, Θεοδώρα τη Μυροβλήτρια, Μαρία-Μαγδαληνή και Άννα. Μάλλον πρόκειται για θεραπεύτριες που θεράπευαν με πρακτικές γνώσεις ή θαυματουργικά και ανήκουν στην ενότητα των προστατών.

Προστάτες ασθενών

Η ενότητα προστατών/τριών αρρώστων με ειδικές παθήσεις είναι μεγάλη. Σχεδόν κάθε Αγιος έχει επιτελέσει εν ζωή ή μετά θάνατον, ένα ή περισσότερα θαύματα και ανάλογα θεωρείται προστάτης της αντίστοιχης ασθένειας. Έτσι, η Αγία Παρασκευή της οποίας εξόρυξαν τους οφθαλμούς, είναι η προστάτις των οφθαλμοπαθών , η Αγία Αγάθη , της οποίας απέκοψαν τα στήθη στο Πάνορμο της Σικελίας, είναι των μαστοπαθών, ο Αγιος Στυλιανός, που θεράπευε κατά τη ζωή του παιδιά και νήπια, ο προστάτης των βρεφών και νηπίων , ο προφήτης Αγιος Ελισσαίος, των λεπρών, και πολλοί άλλοι, που ο χώρος δεν θα επαρκούσε για να τους αναφέρουμε όλους.

Με τη δημιουργία αυτού του μουσειακού χώρου, πιστεύουμε να βοηθήσουμε στην καταγραφή όλων εκείνων των ιατρών και ιατραινών που ενστερνίστηκαν αφενός την αρχαία Ιπποκρατική ιατρική, αφετέρου το Χριστιανισμό, πρεσβεύοντας την ιατρική του «όλου ανθρώπου», δηλ. εκείνην που θεραπεύει το ανθρώπινο σώμα και ταυτόχρονα φροντίζει για την ψυχή. Με αυτόν τον τρόπο, είναι οι πρόδρομοι της σημερινής κοινωνικής ιατρικής.

Βιβλιογραφία

  1. Α.Γκιάλα: Λουκάς ιατρός ο αγαπητός. Ακτίνες, Δεκ. 1979.
  2. Θ. Διαμαντόπουλος, Αρχ. Σ. Λογοθέτης: Συμβολή στην ιστορία της θαυματουργικής Βυζαντινής ιατρικής. Πάτρα, 1991.
  3. Κ. Δουκάκη: Μέγας Συναξαριστής Πάντων των Αγίων.
  4. Κ. Κουταξόπουλος: Άγιοι ιατροί της Ορθοδοξίας. Εκδόσεις Καρδιάς, Αθήνα, 1990.
  5. Φ. Λοΐζου: Οι προστάτες της ιατρικής Άγιοι εν τη ελληνική εκκλησία. Κυπριακά Χρονικά, 1929:6.
  6. J. Schmidt-Voigt: Ikonen und Medizin. Editiones Roche, Basel, 1994.

Συνέντευξη μὲ τὴν μοναχὴ Φωτεινὴ ,μία ἐρημίτισσα τῶν καιρῶν μας

(Ἡ μοναχὴ Φωτεινὴ ζεῖ στὸ δάσος τοῦ Νέαμτς κοντὰ στὴ σπηλιὰ τῆς Ἅγ. Θεοδώρας τῆς Σίχλα σὲ μία καλύβα ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια. Τὸ κατὰ κόσμο ὄνομά της ἦταν Φλοαρέα Μπουζίνκου, ἦταν παντρεμένη, χώρισε καὶ ἔχει ἕνα παιδί. Ἔγραψε καὶ δημοσίευσε ποιήματα καὶ διηγήματα, ἐργάστηκε, ἀλλὰ πάντα ἀκολουθοῦσε τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὰ προβλήματα καὶ τὶς στενοχώριες της ψάχνοντάς Τον στὰ μοναστήρια, στὶς ἀκολουθίες καὶ στὸ λόγο τῶν πνευματικῶν. Ἔγινε μοναχὴ ὅταν ἡ Ἅγ. Θεοδώρα τῆς Σίχλα τὴν θεράπευσε ἀπὸ τὸν καρκίνο κατὰ τρόπο θαυμαστὸ. Ἐδῶ στὰ βουνὰ τῆς Σίχλα βρῆκε τὴ πολυπόθητη γι’ αὐτὴ ἡσυχία σὲ μία καλύβα. Σίγουρα ἐδῶ στὴν ἐρημιὰ οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ δοκιμασίες εἶναι μεγάλες καὶ γι’ αὐτὸ μᾶς μιλάει ἡ ἀδελφὴ Φωτεινὴ μὲ πολὺ ταπεινοφροσύνη)

Πῶς εἶναι νὰ ζεῖ κανεὶς στὴν ἔρημο ἀδερφὴ Φωτεινὴ σὲ σχέση μὲ τὴ ζωὴ στὸ κόσμο; Ἐπειδὴ λένε γιὰ αὐτοὺς ποὺ διαλέγουν νὰ ζήσουν στὴν ἐρημιὰ ὅτι εἶναι τρελοὶ(μοναχὴ Φωτεινή ) – Σᾶς λέγω σίγουρα ὅτι ἂν γεννιόμουν ξανὰ κατευθείαν στὴν ἡσυχία θὰ πήγαινα. Ὑπάρχει μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ «ἡσυχίας» καὶ «κόσμου», ἀκόμη καὶ μεταξὺ μοναστηριοῦ καὶ τῆς ἡσυχίας τῆς ἐρήμου. Σίγουρα οἱ πειρασμοὶ εἶναι πιὸ μεγάλοι στὴν ἔρημο ἀλλὰ ἡ χαρὰ ποὺ δίνει ὁ Κύριος δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τίποτα ἐγκόσμιο. Ἂν ἀπὸ τὴ ἔρημο χρειαστεῖ νὰ βγεῖς στὸν κόσμο (ὅπως καμιὰ φορὰ εἶναι ἀνάγκη νὰ κάνω ἐγὼ ) αἰσθάνεσαι ὅτι μπαίνεις στοὺς «τρελλοὺς» ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι λένε γιὰ αὐτοὺς ποὺ ἀποτραβιοῦνται στὴν ἐρημιά….ἀλλὰ δὲ θέλω νὰ προσβάλω κανέναν.

-Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἐδῶ σὲ αὐτὴ τὴ καλύβα εἶστε στὸ προθάλαμο τοῦ Παραδείσου;

-Ἐγὼ χαίρομαι γιὰ ὅ,τι μοῦ ἔδωσε ὁ Θεὸς ἐπειδὴ αἰσθάνομαι ὅτι μὲ ἀγαπάει ἡ Παναγία, ἀλλιῶς δὲ θὰ ἄντεχα στοὺς πειρασμοὺς τῆς ἐρήμου χωρὶς τὴ βοήθεια τῆς Παναγίας, τῶν Ἁγίων καὶ τοῦ Χριστοῦ ….ἐπειδὴ ὁ ἐχθρὸς εἶναι πεισματώδης καὶ ἐπιθετικὸς ἰδίως πρὸς ἐκείνους ποὺ φέρουν τὸ ζυγὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀποτραβήχτηκαν στὴν ἡσυχία

-Μοναχὴ Φωτεινὴ γνωρίζω μοναχοὺς καὶ μοναχὲς ποὺ θέλουν νὰ φύγουν ἀπὸ τὸ μοναστήρι καὶ νὰ πᾶνε στὴ ἔρημο σὲ μιὰ μικρὴ καλύβα στὸ δάσος, νὰ εἶναι μὲ τὸ Χριστὸ, μόνοι, αὐτοὶ καὶ ὁ Χριστός, ὅσο καὶ νὰ ὑπέφερουν. Σὲ αὐτοὺς θὰ ἤθελα ἀπὸ τὴ πεῖρα σας νὰ πεῖτε τί πειρασμοὶ τοὺς περιμένουν

-Ναί, μπορῶ νὰ πῶ, ἀφοῦ σίγουρα πολλοὶ μοναχοὶ εἶναι ἤδη οἰκεῖοι μὲ τὶς παγίδες καὶ τὶς πονηρίες τοῦ ἐχθροῦ. Ἀλλὰ δὲ ξέρω νὰ δώσω συμβουλὲς· ἡ ἁγιοσύνη τους πρέπει νὰ δώσει σὲ μένα. Ἂν αἰσθάνονται λοιπὸν αὐτὴ τὴν ἀνάγκη, ἀφοῦ ἔχουν μείνει στὸ μοναστήρι τουλάχιστον 10 χρόνια (σύμφωνα μὲ τοὺς κανόνες) θὰ πρέπει νὰ ἔχουν πρῶτα ἀπὸ ὅλα τὴν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ τους.

-Μετὰ τὸ 1989 κυρίως βγαίνουν στὸ δάσος κάποιοι ἄνθρωποι ποὺ δὲ τὰ πᾶνε καλὰ μὲ τοὺς νόμους καὶ ἂν δοῦν κάποιο μοναχὸ σὲ κάποιο καλυβάκι τὸν ληστεύουν. Αὐτοὶ δὲ ξέρουν τί εἶναι ἐρημίτης, μοναχὸς, ὅτι διάλεξε νὰ ζήσει στὴ φτώχεια καὶ ὅτι δὲν ἔχουν τί νὰ κλέψουν.

-Ἦρθαν καὶ σὲ μένα δὲ πολυβρῆκαν κάτι νὰ κλέψουν, ἀλλὰ εἶχα μία ὑποτακτικὴ ἡ ὁποία φοβήθηκε καὶ ἔφυγε, δὲν ἄντεξε. Ἤ τὴ νύχτα ὅταν κάνεις τὴν ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου συμβαίνει νὰ αἰσθάνεσαι τὸν διάβολο νὰ περνάει ἀπὸ κοντά σου καὶ νὰ ἀφήνει μιὰ μυρωδιὰ ψοφιμιοῦ, κάτι τρομερὸ καὶ νὰ χρειάζεται νὰ ἀνοίξεις τὴ πόρτα καὶ τὸ παράθυρο τῆς καλύβας γιὰ νὰ μπορεῖς νὰ συνεχίσεις τὴ προσευχὴ

-Ἐμφανίζεται αὐτὴ ἡ μυρωδιὰ χωρὶς νὰ ὑπάρχει ἡ «πηγὴ» αὐτῆς τῆς μυρωδιᾶς;

-Ναὶ σίγουρα στὸ δάσος δὲν ὑπάρχουν τέτοιες μυρωδιές. Ἀλλὰ εἶναι καλὸ αὐτὸ ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει στὸ σατανὰ νὰ σὲ πειράξει γιὰ νὰ Τὸν πλησιάσεις πιὸ πολύ, ἐπειδὴ ἴσως δὲν ἔκανες ὅλο τὸ κανόνα καὶ γιὰ αὐτὸ ἔχεις πειρασμοὺς, ὅπως ἐγὼ ἡ ἀνάξια, ὅπου δὲν προσεύχομαι ὅσο πρέπει καὶ στενοχωρῶ τὸ Θεό. Ἄλλη φορὰ ἐνῶ προσευχόμουν ἦρθε κάποιος καὶ μοῦ ξερίζωσε ὑδρορροὲς ἀπὸ τὸ τοῖχο τῆς καλύβας (ἂν καὶ ἔξω δὲν ἦταν κανεὶς), ἐγὼ τὰ ἔβαλα στὴ θέση τους καὶ συνέχισα τὴ προσευχή, ἀλλὰ ἔχασα ἀρκετὸ χρόνο γιὰ τὴν ἐπιδιόρθωση. Συνέχισα νὰ διαβάζω τὸ ψαλτήρι καὶ πάλι ἄκουσα τὶς ὑδρορροὲς νὰ πέφτουν…τὶς ἐπιδιόρθωσα καὶ συνέχισα τὴ προσευχή μου.

Τί εἶναι πιὸ δύσκολο στὴν ἔρημο ἀδερφὴ Φωτεινή;

-Αὐτὸ ποὺ εἶναι δύσκολο εἶναι ἡ πάλη μὲ τοὺς λογισμοὺς. Εἶναι δύσκολη αὐτὴ ἡ πάλη ἐπειδὴ ὁ ἐχθρός σοῦ δίνει σκέψεις ὅπου οὔτε ποὺ ὑποπτεύεσαι πὼς μπορεῖ νὰ γεννήσει τὸ μυαλό σου. Γιὰ παράδειγμα : «τί γυρεύεις ἐδῶ ;», «γιατί ἦρθες ἐδῶ;», «ἄλλη δουλειὰ δὲν ἔχεις;», «δὲν μποροῦσες νὰ μείνεις στὸν κόσμο;»

Γιὰ αὐτὸ εἶναι καλὸ νὰ μὴν ἐπισκέπτονται συγγενεῖς ἐπειδὴ τὸν ἀναστατώνουν, ἴσως κάποια μοναχὴ ἢ μοναχὸς γιὰ νὰ φέρει λίγο φαγητό. Εἶναι καλὸ ὅμως τὸν ἐρημίτη νὰ μὴν τὸν ἐπισκέπτεται κόσμος. Ἐμένα ὁ πνευματικός μου δὲ μοῦ ἐπιτρέπει νὰ δέχομαι κόσμο καὶ ἄλλωστε γιατί νὰ ἔρθει κάποιος σὲ ἐμένα, τί συμβουλὲς νὰ τοῦ δώσω… ἐγὼ εἶμαι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος… προσεύχομαι γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ὅπως κάνει ἡ ἐκκλησία μας.

http://anemonpnon-magdalini.blogspot.com

Το υποταχτικό λιοντάρι.

Στη βαθιά έρημο της Θηβαίδας, τα παλιά χρόνια, ζούσαν πολλοί ασκητές. Άνθρωποι νέοι, ακόμα και παιδιά, που πήγαιναν εκεί και γερνούσαν στην προσευχή. Ψυχές, που διψούσαν τον Θεό και ζούσαν τη χαρά της παρουσίας Του από τούτη τη ζωή.Ο νεαρός καλόγερος, στεγνωμένος απ’ τον ήλιο της ερήμου, με κομμένη την ανάσα, χτύπησε την πορτούλα του κελιού. Άνοιξε μετά από κάμποσα λεπτά και πρόβαλε το ψαρό κεφάλι του μοναχού Γεράσιμου. -Έλα μέσα παιδί μου, είπε.Το καλογέρι μπήκε και κάθισε χαμηλά σε μια πέτρα. Ο Γέροντας του έδωσε νερό.-Τι ζητάς τον ρώτησε.-Να γίνω μοναχός .

-Η πρώτη μοναχική αρετή ποια είναι

-Η υπακοή.

-Ναι. Και πώς θα τη μάθεις

-Ακολουθώντας σε.

-Πριν μ’ ακολουθήσεις, παρακολούθησε έναν υποταχτικό, που έχω εδώ. Έρχεται στο μεσονυχτικό, στέκει έξω από την πόρτα μου και προσεύχεται μαζί μου.

Ο γέροντας Γεράσιμος χαμογέλασε αινιγματικά κι έδωσε ένα παξιμάδι στο νεαρό καλόγερο.

Τα μεσάνυχτα, πριν ν’ αρχίσουν οι δυο καλόγεροι μαζί την ακολουθία, ο Γεράσιμος άνοιξε το παραθυράκι της πόρτας και είπε στο καλογέρι:

-Έλα να δεις

Εκείνος πλησίασε κι είδε στο φως του φεγγαριού να’ ρχεται ένα λιοντάρι με αργό μεγαλόπρεπο βήμα, να σκύβει το κεφάλι μπρος στην πόρτα κι έπειτα να κάθεται. Το καλογέρι εθαύμασε.

Το πρωί όταν σηκώθηκαν από τον μικρό τους ύπνο, το λιοντάρι είχε φύγει. Ο γέροντας φόρτωσε τις στάμνες στο γαϊδουράκι και πήγε στο ποτάμι να φέρει νερό. Σαν γύρισε, σφύριξε και αμέσως παρουσιάστηκε το λιοντάρι πίσω από τους βράχους. Πλησίασε, έσκυψε το κεφάλι πάλι μπρος στον γέροντα.

-Άντε στο διακόνημα σου, είπε ο γέροντας Γεράσιμος.

Μπρος το γαϊδούρι , πίσω το λιοντάρι, απομακρύνθηκαν. Το καλογέρι τρόμαξε.

-Τι κάνεις γέροντα! Θα το φάει το γαϊδούρι!

Μη φοβάσαι παιδί μου, θα δεις.

Το μεσημέρι, γύρισε το γαϊδουράκι με τη συνοδεία του λιονταριού. Έσκυψε ο Λέων το κεφάλι, πήρε την ευλογία του γέροντα κι έφυγε.

-Τέλειωσε το διακόνημα του και πάει να ζητήσει την τροφή του.

Ο μικρός καλόγερος εθαύμασε πάλι. Είδε από τη μια το υπάκουο λιοντάρι κι από την άλλη τον ταπεινό γέροντα και κατάλαβε: Ο γέροντας Γεράσιμος υπάκουε στον Κύριο Ιησού Χριστό, και τ’ άγρια θηρία υπάκουαν στον ίδιο. Ο πιστός και ταπεινός, που ζει με προσευχή, δε φοβάται τίποτα και ταυτόχρονα αγαπάει και δεν μπορεί να κάνει κακό σε κανένα και σε τίποτα. Τα ζώα το καταλαβαίνουν και τον σέβονται.

Μια μέρα όμως, γύρισε το λιοντάρι απ’ τη βοσκή χωρίς το γαϊδούρι. Ο γέροντας έμεινε σκεφτικός. Ο μικρός καλόγερος είπε:

-Είδες γέροντα Δεν έπρεπε να εμπιστεύεσαι το θηρίο.

Κι ο γέροντας προς το λιοντάρι:

-Αφού θυμήθηκες τ’ άγρια ένστικτα σου κι έφαγες το ζώο, θα κάνεις στο εξής τη δική του εργασία.

Και στ’ αλήθεια, από τότε, το λιοντάρι φορτωνόταν τις στάμνες και κουβαλούσε το νερό. Ύστερα ο γέροντας το έδιωχνε να πάει να κυνηγήσει και να ξεκουραστεί. Μα πάντα μέσα του ρωτούσε: «Τάχα το’ φαγε το γαϊδούρι ή κάτι άλλο του συνέβη » Και πραγματικά, ο Λέων είχε μόνο πέσει στο αμάρτημα της τεμπελιάς. Κοιμήθηκε κείνο το πρωινό κι άφησε αφύλακτο το ζώο. Πέρασαν έμποροι-τυχοδιώκτες, είδαν το γαϊδουράκι και το έκλεψαν.

Μια μέρα λοιπόν, ξαναπέρασαν από το ίδιο μέρος. Το γαϊδουράκι έσερνε και δυο καμήλες, που είχαν δέσει στο σαμάρι του. Ο Λέων το αναγνώρισε. Όρμησε κατά πάνω στους εμπόρους κι αυτοί το έβαλαν στα πόδια. Το λιοντάρι έπιασε με τα δόντια το σκοινί και οδήγησε το γαϊδούρι με τις δύο καμήλες στο κελί του γέροντα. Κατάπληκτος, ο νεαρός καλόγερος είδε το θηρίο να χτυπάει με το πόδι την πόρτα του κελιού. Βγήκε τέλος ο γέροντας.

-Να λοιπόν που άδικα σε κατηγορήσαμε, είπε. Σωστό δεν είναι πια να σε κρατούμε μακριά από τις συνήθειες σου και τους δικούς σου τόπους. Πήγαινε και να έρχεσαι μια φορά τη βδομάδα να παίρνεις ευλογία.

Το χάιδεψε, το ευλόγησε, εκείνο έσκυψε το κεφάλι κι έφυγε. Ερχόταν από τότε μια φορά τη βδομάδα. Πέρασαν χρόνια. Ο γέροντας Γεράσιμος άσπρισε. Ο μικρός καλόγερος μεγάλωσε στην πνευματική και τη σωματική ηλικία. Ο κόσμος ερχόταν να πάρει συμβουλή από το μεγάλο γέροντα. Μια νύχτα Δε σηκώθηκε από το ψαθί του για την ακολουθία.

-Τι έχεις γέροντα ρώτησε ο άλλος καλόγερος.

-Ήρθε η ώρα μου, παιδί μου. Προσευχήσου για μένα.

Έκανε το μεσονυχτικό ο καλόγερος, άρχισε τον Όρθρο και σαν έφτασε στη Δοξολογία, το πρόσωπο του γέροντα άστραψε και η ψυχή του έφυγε στον ουρανό. Ο καλόγερος τον εδιάβασε και τον έθαψε.

-Καλή αντάμωση γέροντα, είπε πριν τον σκεπάσει το χώμα.

Εκείνο ακριβώς το πρωί, ήρθε κι ο Λέων για την ευλογία του.

-Αχ λέων, μας άφησε ο γέροντας, του είπε και προχώρησε προς τον τάφο λέγοντας στο ζώο:

-Να εδώ, εδώ είναι.

Το λιοντάρι κοίταξε. Πήγε προς το κελί, οσμίστηκε την πόρτα. Πήγε στο λαχανόκηπο. Ήρθε μετά στον τάφο. Έσκυψε, οσμίστηκε πάλι κι άρχισε να βγάζει μικρά κλαψιάρικα μουγκρητά. Τέλος, σήκωσε το κεφάλι προς τα πάνω, μούγκρισε δυνατά και με το τέλος της κραυγής, άφησε και την πνοή και σωριάστηκε νεκρό στον τάφο.

Έτσι, στις 4 Μαρτίου, τέλειωσαν τη ζωή τους ο όσιος Γεράσιμος, «ο εν Ιορδάνη» και το υποταχτικό λιοντάρι του.

(Από το βιβλίο «Τα Παράθυρα του Χρόνου» της Άννας Μαρίνη, Εκδόσεις ΑΚΡΙΤΑΣ, Δ’ Έκδοση , Οκτώβριος 1997

misha.pblogs.gr

Οι έννοιες «αγιότητα» και «άγιος» (+Ανδρέα Θεοδώρου, Καθηγητή Πανεπιστημίου)


 

Η αγιότητα είναι βασική ιδιότητα της ενέργειας και της φύσε­ως του Θεού. Σημαίνει απουσία από την πανακήρατη φύση κάθε ίχνους κακίας, στην οποιαδήποτε μορφή της. Ο Θεός είναι οντολογικά άγιος, διότι η ουσία του είναι «φύσει αγα­θή». Η κακία αφ’ έτερου είναι οντολογικά ανύπαρκτη. Δεν ανήκει στην κλίμακα των υπαρκτών όντων, αλλά είναι επιφαινόμενο. Φαίνεται, δεν είναι, και λαμβάνει την υπόστασή της εκεί, όπου τα λογικά όντα απομακρύνονται ελεύθερα από το Θεό. Όπου απουσιάζει το αγαθό, εκεί εμφανίζεται η αμαρτία, η όποια εξαφανίζεται, όταν εμφανιστεί πάλιν εκείνο (το αγαθό). Έτσι και το φως, όταν αναχωρεί, παραχωρεί τη θέση του στο σκοτάδι, το οποίο με τη σειρά του αφανίζεται, όταν επανεμφανιστεί ε­κείνο.

Στο στάδιο της θείας οικονομίας, η αγιότητα του Θεού είναι η θεία του ενέργεια στην πολλαπλή σχέση της προς τις ελεύθερες πράξεις των λογικών κτισμάτων. Από τη θεία ενέργεια απορρέει και προς αυ­τήν αναφέρεται κάθε ιδέα κτιστής αγιότητας. Ο Θεός, ως δημιουργός, έθεσε στα όντα την ηθική τάξη και τους ηθικούς νόμους του την τήρη­ση των οποίων απαιτεί, τιμωρώντας τις όποιες παραβάσεις τους. Από την άποψη αυτή ο Θεός είναι δίκαιος, και κατ’ επέκταση κριτής των ηθικών ενεργειών των πλασμάτων του.

Στο μυαλό μας η αγιότητα του Θεού νοείται σε συνδυασμό με την ηθική ποιότητα των ενεργειών του ανθρώπου. Ό,τι κακό παρατηρείται σ’ αυτόν, το απομακρύνουμε από την καθαρή και αμόλυντη θεία φύ­ση. Ως γνωστόν, με τον τρόπο αυτό δουλεύει η άποφατική θεολογία, η όποια αφαιρεί από την ουσία του Θεού κάθε τι το κακό, ατελές και άναγνο, που παρατηρείται στην ηθική περιοχή του όντος. Διά των α­φαιρέσεων φθάνουμε στην απόλυτη τελειότητα του Θεού. Η αγιότη­τα είναι έκφραση της τελειότητας αυτής.

Ο Θεός είναι άγιος. Έτσι τον είδαν και τον έψαλλαν οι άγγελοι σύμ­φωνα με το όραμα του Ησαΐα: «΄Αγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πάσα η γη της δόξης αυτού». Και επειδή ο Θεός δεν αρέσκεται σε υπερβολές (προς τί άλλωστε;), η αγιότητα του είναι εκφρασμένη απλά σε θετικό βαθμό. Όπως είναι εκφρασμένη και η α­γιότητα του Χριστού: «άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιος ειμί» (Α΄ Πέτρ. α’, 16), και όπως και του Πνεύματος του Θεού, το οποίο προσωνυμείται απλά «άγιον» («Πνεύμα άγιον»), τόσο στη σειρά της Αγ. Τριάδος, όσο και στις πολλές μαρτυρίες της θείας Γραφής. Βέβαια υπάρχουν και προ­σωνυμίες σε βαθμό υπερθετικό: την Τριάδα αποκαλούμε «Παναγίαν» («Παναγία Τριάς ελέησον ήμας…»), όπως «Παναγία» προσαγορεύεται και η Μητέρα του Χριστού. Τα επισημαίνω αυτά, γιατί εδώ στη γη συμ­βαίνουν άλλα πράγματα…

Το ιερό Σύμβολο της Πίστεως αποκαλεί την Εκκλησία «αγίαν»: «Εις μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν». Την αγιότητά της η Εκκλησία αντλεί από την αόρατη και μυστική της κεφαλή, το Χριστό: «καθώς και ο Χριστός ηγάπησε την εκκλησίαν και εαυτόν παρέδωκεν υπέρ αυτής, ίνα αυτήν αγιάση…, ίνα παραστήση αυτήν εαυτώ ένδοξον την εκκλησίαν, μη εχουσαν σπίλον ή ρυτίδα ή τι των τοιού­των, αλλ’ ίνα η αγία και άμωμος» (Εφ. ε’ 26, 27). Περαιτέρω είναι αγία η Εκκλησία, γιατί και η χάρη του Αγ. Πνεύματος, που την εμπνέ­ει και την οδηγεί είναι αγία, όπως άγιος είναι και ο σκοπός της, δηλα­δή η αγιοποίηση των αμαρτωλών μελών της. Τη μεταφυσική αγιότητα της Εκκλησίας δεν μειώνει το γεγονός, ότι τα μέλη της, άνθρωποι α­τελείς και έμπερίστατοι, είναι αμαρτωλά. Γι’ αυτό ακριβώς υπάρχει η Εκ­κλησία, για ν’ αγιάζει τα ασθενή μέλη της και να τα οδηγεί στην ηθική και πνευματική τους τελειοποίηση.

Άγια, τέλος, είναι και άλλα μεγέθη πνευματικά και υλικά. Άγιος είναι ο Νόμος του Θεού (Ρωμ. ζ’, 12), ως συγκεκριμένη έκφραση του αγίου του θελήματος, η τήρηση του οποίου δεσμεύει κάθε άνθρωπο. Άγιες είναι οι θείες Γραφές (Ρωμ. α’ 2), στις οποίες είναι καταχωριμένη η αλήθεια, την οποία φανέρωσε στον κόσμο ο σαρκωθείς Λό­γος του Θεού. Άγιος είναι και ο χριστιανικός ναός μαζί με όσα υπάρ­χουν σ’ αυτόν, τα αφιερωμένα στη λατρεία του Θεού. Άγια είναι και τα ιερά μυστήρια, και προ πάντων η θεία Ευχαριστία, διά των οποίων αναγεννάται και τρέφεται πνευματικά ο άνθρωπος, και άλλα πολλά.

Στο ηθικοπνευματικό πεδίο η αγιότητα εκφράζεται ως κατάσταση, στην οποία φτάνει ο άγιος, ως τέλειος και ολοκληρωμένος χριστια­νός. Είναι αγιότητα σχετική, συγκρινόμενη με την απόλυτη αγιότητα του Χριστού, τον οποίο δεν εσπίλωσε κανένα ίχνος αμαρτίας (Α΄ Πέτρ, β’ 22), και ο οποίος δεν είχε καν τη δυνατότητα ν’ αμαρτήσει, λόγω της συνθέσεως του θεανδρικού προσώπου του.

Όπως εύκολα νοείται, η αγιότητα δεν είναι τέλεια από την αρχή και στατική, φυτευμένη στη φύση του ανθρώπου, αλλά κατάσταση δυνα­μική και εξιλεωτική. Δεν γεννιέται κανείς άγιος, αλλά γίνεται. Το πρώ­το αποτελεί αντίφαση. Αρετή και στάση είναι πράγματα αντιφατικά Για να γίνεις άγιος πρέπει να διανύσεις πολύ δρόμο να δουλέψεις ε­πίμονα κι εντατικά, φυσικά πάντοτε με τα όπλα του φωτός (Ρωμ. ιγ’ 12) και με τη χάρη του Θεού να πολεμήσεις την ευπερίστατη αμαρτία (Εβρ. ιβ’ 1) και τις μεθοδείες του διαβόλου (Εφ. ζ’ 11)· να καθαρί­σεις επιμελώς το σώμα και τη ψυχή σου από πάθη αμαρτωλά (Α’ Κορ. ζ’ 1), από επιθυμίες και σκέψεις και λογισμούς πονηρούς, από τη φι­ληδονία της σάρκας και την κακία στην όποια μορφή της, που κουβα­λάει μέσα του κάθε άνθρωπος, για να φθάσεις «εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφ. δ’ 13). Παράλληλα πρέπει να κοσμή­σεις τη ψυχή σου με τις ουρανοδρόμες αρετές, την ταπείνωση, την πίστη και την αγάπη. Όταν φτάσει κανείς ν’ αγαπά σωστά το Θεό (Ματθ. κβ’ 37), τότε αγγίζει τα όρια της σχετικής αγιότητας.

Με άλλα λόγια, η θεία «εικών», που υπάρχει στην πλάση κάθε ανθρώπου (Γεν. α’ 27) και εντοπίζεται στο λογικό, το νοερό και το αυτεξούσιο της ψυχής του στη θετική της φορά στο αγαθό και το Θεό, πρέ­πει να γίνει «ομοίωσις», που σημαίνει να μοιάσει κανείς, σε μια πορεία εξελικτική, μ’ εκείνο που είναι ο Θεός, το οποίο απηχείται στη ψυχή του και δημιουργεί πνευματική συγγένεια με τον πλαστουργό του. Αυτό ισοδυναμεί με τη χαρισματική θέωση του πιστού. Ο άγιος είναι ο θεωμένος άνθρωπος, ο θείας φύσεως κοινωνός (Β΄ Πέτρ. α’ 4), ο οικείος Θεού (Εφ. β’ 20). Η θέωση είναι το όριο στο οποίο εξαντλεί­ται, και με το οποίο ταυτίζεται η αγιότητα του ηθικού όντος. Το μέγε­θος αυτό, αρχόμενο από την παρούσα ζωή, θα ολοκληρωθεί μελλον­τικά στην αιώνια θεία βασιλεία.

Στο ζήτημα της θεώσεως των αγίων είναι πολύ ευαίσθητη η ορθό­δοξη ψυχή. Πώς όμως νοούμε τη θέωση; Εδώ πρέπει να κάνουμε μια πολύ σημαντική διασάφηση. Η θέωση δεν σημαίνει αφομοίωση της ουσίας του ανθρώπου με την ουσία του Θεού, πράγμα που πολλοί νομίζουν, ότι διαβλέπουν στο ορθόδοξο δόγμα. Η κτιστή ανθρώπι­νη φύση σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί ν’ αφομοιωθεί με την άκτιστη θεία. Δεν μπορούν να χαθούν οι κτιστοί χαρακτήρες της, που την προσδιορίζουν ως πεπερασμένο δημιούργημα. Η μετάπτωση της αν­θρώπινης φύσεως στη θεία είναι αδύνατο να γίνει, δεδομένης της α­πειρίας και της απόλυτης υπερβατικότητος της ουσίας του Θεού, η όποια είναι απρόσιτη, ακοινώνητη και αμέθεκτη. Η θέωση δεν ση­μαίνει πανθεϊστική ανάχυση και απορρόφηση του κτιστού από το άκτιστο (παράδειγμα: μια σταγόνα ξύδι στον απέραντο ωκεανό), ένα εί­δος μονοφυσιτικής ουσιώσεως στο πέλαγος της θείας απειρίας. Ο άν­θρωπος σ’ αυτήν παραμένει άνθρωπος και ο Θεός, Θεός. Το πράγμα είναι τόσο σαφές, ώστε να μην επιδέχεται αμφισβήτηση. Κι όμως η θέωση, για την οποία μιλάμε, δεν είναι απλό σχήμα λόγου, ιδέα διά­κενη ή ψιλός συμβολισμός της ηθικής τελειώσεως του ανθρώπου, αλ­λά θέωση πραγματική, μεταφέρουσα όλο το σημαινόμενο της λέξεως. Ο άνθρωπος γίνεται θεός (με μικρό βέβαια θ). Και φυσικά δεν πρό­κειται περί παραδοξολογήματος, ούτε περί αντιφάσεως προς όσα ση­μειώσαμε πιο πάνω. Κατά την ορθόδοξη πίστη, η θέωση είναι ουσιώ­δης μετοχή στη θεότητα, όχι βέβαια στην υπερβατική και αμέθεκτη ου­σία του Θεού, αλλά στην άκτιστη θεία του ενέργεια, η οποία πηγάζει αϊδίως από τη θεία ουσία, ως ο άφθαρτος και εγγενής πλούτος της, εί­ναι θεοπρεπής διάκριση, όπως είναι και οι τριαδικές υποστάσεις στη θεότητα, χωρίς να επιφέρει σύνθεση στην απλότητα εκείνης. Η θεία ενέργεια είναι αληθινός Θεός, εκφράζει την απρόσιτη και ανέκφραστη θεία φύση και είναι εξωτερικά κοινωνητή και μεταδότη. Δι’ αυτής φα­νερώνεται ο Θεός στον κόσμο, αγιάζονται οι λογικές φύσεις και συ­νάπτεται ο άνθρωπος με το Θεό. Άκτιστη χάρη και άκτιστη θεία ε­νέργεια είναι ταυτόσημες. Ο άνθρωπος, μετά από μακρά κάθαρση από την αμαρτία και την κόσμηση της ψυχής του διά των ουρανοδρόμων αρετών, ενούται με τη φωτεινή ακτίνα της θείας ενέργειας, με τη χάρη δηλαδή, λαμπρύνεται και θεοποιείται. Η ένωση αυτή του κτιστού με το άκτιστο δεν είναι απλή ηθική επαφή (αυτό στη χριστολογία έλεγε ο Νεστοριανισμός), αλλ ανάκραση πραγματική, περιχώρηση της αν­θρώπινης ουσίας από τη φωτεινή ενέργεια του Θεού. Με αυτή την έν­νοια θα λάμψουν οι δίκαιοι στη βασιλεία των ουρανών, όπως ο ήλιος (Ματθ. ιγ’ 43). Είναι θέωση κυριολεκτική, χωρίς αυτό να σημαίνει και πανθεϊστική ανάχυση των φύσεων. Έχουμε και παράδειγμα διασαφητικό, το οποίο χρησιμοποιούμε και στο πεδίο της χριστολογίας. Όπως στον πυρακτωμένο σίδηρο η φύση του μετάλλου με τη φύση της φωτιάς ενώνονται τόσο στενά μεταξύ τους, ώστε να μη μπορείς να τα διαχωρίσεις, και ωστόσο παραμένουν καθ’ εαυτές αλώβητες (ο σίδηρος παραμένει σίδηρος και η φωτιά, φωτιά), έτσι κι εδώ το κτιστό πλάσμα ενώνεται βαθιά με την άκτιστη θεία ενέργεια, χωρίς να αποβάλει τη φύση του, προσλαμβάνοντας τη φωτιά του Θεού, στην οποία και θεοποιείται. Ο άνθρωπος γίνεται «χάριτι» θεός, αποκτά «κα­τά χάριν» εκείνο, που είναι «φύσει» ο Θεός.

Η θέωση είναι το τέρμα της πνευματικής εξελίξεως και τελειώσε­ως του άνθρωπου. Αρχομένη από την παρούσα ζωή, θα τελειωθεί στα έσχατα, στο χώρο της θείας βασιλείας, στον οποίο ολόλαμπρες κι ασ­τραφτερές στήλες θεώσεως θα είναι οι καταξιωμένες μορφές των αγίων. Όχι βέβαια κι οι φύσεις των αγγέλων, γιατί η θέωση άφορα μόνο τους ανθρώπους, για τους οποίους ο Χριστός απέθανε (Ρωμ. ε’ 8). Οι άγγελοι βρίσκονται ήδη στο στάδιο της αφθορης θείας δόξας.

Οι άνθρωποι, θείας φύσεως κοινωνοί (Β΄ Πετρ. α’ 4), και οι άγγε­λοι, τα λειτουργικά πνεύματα του Θεού(Εβρ. α’ 14), είναι το πνευ­ματικό επιτελείο της θείας βασιλείας. Οι πρώτοι, οι άγιοι, είναι σεπτά σκηνώματα της χάριτος. Τα λείψανα τους είναι ιερά, άξια ευλαβικής προσκυνήσεως και τιμής από μέρους των πιστών. Σ’ αυτά παραμένει η χάρη (=ενέργεια) του Θεού, η οποία τα κάνει άφθαρτα και θαυματουρ­γά. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ιερές εικόνες των αγίων, που κοσμούν τους χώρους της θείας λατρείας. Οι άγιοι είναι αποδέκτες της προ­σευχής της Εκκλησίας, που μεταφέρουν τα αιτήματα των πιστών στο Θεό, προσευχόμενοι συγχρόνως και οι ίδιοι για τους επί γης αδελφούς τους, που αποτελούν τα μέλη της στρατευόμενης του Χριστού Εκκλη­σίας.

http://www.pemptousia.com

Η παρρησία του π. Ιακώβου στο Θεό.Σύγχρονες μαρτυρίες


του Αρχιμανδρίτη π. Κυρίλλου,

Καθηγουμένου  Ιεράς  Μονής  Οσίου  Δαυίδ Ευβοίας

Από το  περιοδικό  «ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ»

1. Ο ιερεύς  π. Ιωάννης Βερνέζος, εφημέριος του Προσκυνηματικού Ιερού Ναού του Άγιου Ιωάννου του Ρώσου στο Προκόπι της Ευβοίας ανέφερε τα εξής: «Είχα ένα ογκίδιο στο δεξί μου χέρι. Έκτος των κινδύνων πού έκρυβε, ήταν και αντιαισθητικό. Γι’ αυτό, όταν οι χριστιανοί μου φιλούσαν το χέρι, το κάλυπτα με το ράσο μου. Την ημέρα της κηδείας του Γέροντος Ιακώβου (22.11.1991) παρεκάλεσα το Γέροντα για το θέμα αυτό. Και καθώς ασπαζόμουν το ιερό σκήνωμα του, ακούμπησα το χέρι μου πάνω στο λείψανο του. Από εκείνη τη στιγμή το ογκίδιο άρχισε να υποχωρεί, ώσπου εξαφανίστηκε. Μεγά­λη ή χάρη του οσίου Γέροντα. Ας έχουμε την ευχή του!».

2. Η κ. Ανδρομάχη Πασχάλη, κάτοι­κος Λίμνης Ευβοίας, σε επιστολή πού έστειλε στη Μονή γράφει τα έξης:«Στις 18 Νοεμβρίου 1993 παρουσιά­στηκε στην άκρη της γλώσσας μου ένα μικρό κεράτινο ογκίδιο. Περνώντας οι μέρες αυτό μεγάλωσε, κρεμόταν μπρο­στά στη γλώσσα μου και με ενοχλούσε στην ομιλία, την ώρα πού έτρωγα και όταν έπινα νερό. Πέρασαν δυο μήνες από την ημέρα πού το πρωτοείδα, το ογκίδιο εξακολουθούσε να υπάρχει και ή ψυχολογική μου κατάσταση ήταν πολύ άσχημη. Μέσα στη μεγάλη ψυχολογική ένταση πού βρισκόμουν, κι ενώ σκεπτόμουν ότι από Δευτέρα έπρεπε να πάω στην Αθήνα για γιατρό, άρχισα να λέω το πρόβλημα μου στον παππού Ίάκωβο κοιτάζοντας μία μικρή φωτογρα­φία του πού είχα απέναντι στο τραπέζι μου. Τον παρακάλεσα να με βοηθήσει, να μην αρχίσω τις ατέλειωτες εξετάσεις στους γιατρούς πού χρειάζονται για τέ­τοιου είδους περιστατικά και κατά τις δυο τα μεσάνυκτα ανέβηκα για ύπνο στο δωμάτιο μου. Το πρωί πού σηκώθη­κα, την ώρα πού έπινα καφέ, διαπίστω­σα ότι δεν με ενοχλούσε τίποτα στη γλώσσα μου. Όλο αγωνία πήγα στον καθρέφτη και είδα ότι το ογκίδιο πού είχα εξαφανίστηκε χωρίς να αφήσει ούτε σημάδι. Έτσι απλά παρακάλεσα τον άγιο Ιάκωβο να με βοηθήσει, κι αυτός έτσι απλά με βοήθησε.»

3. Ο πανιερώτατος μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος σε μία από τις επι­σκέψεις του στη Μονή, ως αρχιμανδρί­της τότε, ανέφερε μεταξύ άλλων θαυμά­των πού επιτελεί ο άγιος Γέροντας Ιά­κωβος σε Κυπρίους αδελφούς μας, τους οποίους αγαπούσε πολύ, και το εξής θαυμαστό:«Είχα φέρει στην Κύπρο λάδι από το καντήλι του τάφου του Γέροντα. Το 1993 με πήρε στο τηλέφωνο ο εφημέριος του Ιερού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Λάρνακος, ο π. Πανα­γιώτης Ζάρος, και μου είπε: «Πάτερ Νε­όφυτε, δεν είμαι καλά. Έχω ένα χρόνιο πρόβλημα υγείας, αλλά δεν το λέω. Έχω ραγάδες στο έντερο και έχω μεγά­λη αιμορραγία. Και αυτές τις ημέρες έχω έντονους πόνους και μεγάλη ροή αίματος, και σε παρακαλώ κάνε μια πα­ράκληση στον άγιο Γεώργιο, πού ζεις στο μοναστήρι του, και στον πατέρα Ιά­κωβο να μου δίνουν υπομονή, γιατί όταν πονώ υποφέρω πολύ και φωνάζω και στενοχωρούνται και ή παπαδιά και τα παιδιά μου».Λυπήθηκα πολύ και του είπα ότι θα κάμω παράκληση και θα του πήγαινα λαδάκι από το καντήλι του πατρός Ιακώβου, για να σταυρωθεί. Αυτά είπα και έκλεισα το τηλέφωνο. Μετά από δέκα πέντε λεπτά ο π. Παναγιώτης ήρθε στο μοναστήρι και μου είπε: «Ήρθα να πάρω το λαδάκι του Γέροντα μόνος μου, γιατί πιστεύω πολύ σε αυτόν τον άνθρω­πο, ότι ο Θεός τον χαρίτωσε και θα με βοηθήσει». Του έδωσα λάδι και σταυ­ρώθηκε στο μέτωπο και έφυγε. Το βράδυ με πήρε στο τηλέφωνο και μου είπε χαίροντας και κλαίοντας ότι ή ροή του αίματος σταμάτησε. Από τότε έγινε τελείως καλά. Ό π. Παναγιώτης υπέφερε από αυτό από τα εφηβικά του χρόνια και τώρα ήταν περίπου 40 ετών. Όταν έγινε καλά υποσχέθηκε να τελεί θεία Λειτουργία και μνημόσυνο στο Γέ­ροντα Ιάκωβο κάθε χρόνο σαν αυτή την ήμερα της θεραπείας του. Όταν όμως πέρασε ένας χρόνος από το θαύμα αυτό ο π. Παναγιώτης ξέχασε την υπόσχεση του. Τη θυμήθηκε όταν εκείνη την ημέρα (στο χρόνο επάνω) του παρου­σιάσθηκε ελάχιστο αίμα. Εκπλήρωσε  την υπόσχεση του και η ροή του αίματος σταμάτησε. Από τότε το θυμάται κάθε χρόνο και επιτελεί θεία Λειτουργία και μνημονεύει το Γέροντα ανάμεσα στους Άγιους.

4. Ο κ. Γιώργος Ιωαννίδης, γιατρός παθολόγος από το Βόλο, (προσωπικός τότε γιατρός του τότε Μητροπολίτου Δημητριάδος και τώρα Αρχιεπισκόπου κ. Χριστοδούλου) ανέφερε μεταξύ άλλων και τα έξης:«Φεύγοντας από τη Μονή του Όσιου Δαυΐδ, οπού είχα έλθει με την οικογένεια μου για προσκύνημα το Σεπτέμβριο του 1997, κι ενώ βρισκόμουν στην πύλη της αισθάνθηκα μέσα μου μια δυνατή επιθυμία να πάω να ξαναπροσκυνήσω τον τάφο του Γέροντα Ια­κώβου. Αισθανόμουν όπως αισθάνεται κάποιος πού ξέχασε πίσω του κάτι πο­λύτιμο και θέλει να γυρίσει να το πάρει. Πραγματικά γύρισα με το γιο μου και στο ένα μέτρο πριν από τον τάφο του Γέ­ροντα βλέπω κάτω στη γη ένα κομποσχοίνι. Παίρνω το κομποσχοίνι στο χέρι μου, το υψώνω και το κρατώ επιδεικτι­κά, ώστε αν κάποιος από τους γύρω προσκυνητές το έχασε, να το δει και να ‘ρθει να το πάρει. Εκείνη όμως ακριβώς τη στιγμή ακούω φωνή πίσω μου πού μου έλεγε: «Τι ψάχνεις; Για σένα είναι το κομποσχοίνι». Γυρίζω και σε απόστα­ση ενός μέτρου βλέπω ολοζώντανο το Γέροντα Ιάκωβο να μου χαμογελά. Τον είδα ολοκάθαρα. Διέκρινα την  υγρασία των ματιών του, τις φλεβίτσες στο πρό­σωπο του, τη γενειάδα του, όπως την είχε. Ένοιωσα κάτι το ξεχωριστό, συ­γκλονίστηκα. Κυριολεκτικά αυτή η ζω­ντανή παρουσία του Γέροντα Ιακώβου μπροστά μου ήταν καθοριστική κι έβαλε μέσα μου τη σφραγίδα περί της βεβαιό­τητας της θείας παρουσίας».

5. Τις ημέρες πού γραφόταν αυτό το κείμενο και συγκεκριμένα στις 10 Οκτωβρίου 2001 ήρθε στη Μονή ο κ. Γιαννούλης, ναυτικός, από την  Άνδρο και βουρκωμένος χωρίς καν να μπορεί να μιλήσει καλά-καλά από τη συγκίνη­ση και τα κλάματα ανέφερε τα έξης:«Ταξίδευα προ καιρού και ευρισκό­μουν στην Ινδία. Κάποια μέρα αντιμε­τώπισα σοβαρό πρόβλημα με την καρ­διά μου. Στο Νοσοκομείο εκεί πού με πήγαν οι γιατροί είπαν στους συναδέλ­φους μου ότι τελειώνω. Εγώ, παρ’ όλο πού ήμουν σε κωματώδη κατάσταση, ένιωθα ότι κάποια αόρατη θεία δύναμη με βοηθάει. Όταν αργότερα άνοιξα κά­ποια στιγμή τα μάτια μου τον πρώτο πού είδα μπροστά μου ήταν ο Γέροντας Ιάκωβος πού είχα διαβάσει αρκετές φορές το βιβλίο του. Μου είπε: «Μη φοβάσαι, κύριε Γιαννούλη, θα σε βοη­θήσω, θα γίνεις τελείως καλά και θα ξα­ναγυρίσεις στην πατρίδα». Και από εκείνης της ώρας πράγματι έγινα τελεί­ως καλά».Από τις υπάρχουσες προφορικές και γραπτές μαρτυρίες των πιστών διαπι­στώνεται ότι ο Γέροντας Ιάκωβος έχει μεγάλη παρρησία στο θεό και γι’ αυτό ευχόμεθα να πρεσβεύει υπέρ  υγείας  όλων  μας  στο  δωρεοδότη  Θεό.

O ποντικός και ο καλόγερος …

Μακάριοι οι ελεήμονες


red-temptation-ming-yeung.jpg
Κάποτε χριστιανοί μου κάποιος μοναχός, έφυγε από το κοινόβιο και την ευλογημένη υπακοή και πήγε στην έρημο να γίνει ησυχαστής. Ο λογισμός του απαιτούσε να αφοσιωθεί μέρα νύχτα στη μελέτη και θεωρία του ονόματος του Ιησού Χριστού και μάλιστα στο μυστήριο της Τριαδικότητος του Αγίου Θεού.
Έτσι πίστευε ότι θα μπορούσε μέσα στην ερημιά και στη γαλήνη της ησυχίας να ενωθεί με τον Θεόν χωρίς μέριμνες και χωρίς σκοτούρες.
Ύστερα όμως από δύο τρεις ημέρες, δεν μπορεί κανένας να αντέξει και παραπάνω εδώ που τα λέμε, σε κάποια στιγμή των ιερών του στοχασμών, αισθάνθηκε κοντά του την παρουσία κάποιου ;
Τι ήταν ; Ένα μικρό ποντίκι.
Είχε ανεβεί στην μπαλωμένη και τρύπια παντούφλα του, και μύριζε το μεγάλο δάκτυλο του ποδιού του. Έτσι αποσπάσθηκε η προσοχή του και ήταν αδύνατον να κρατήσει αμετακίνητο το νου του, στην ενθύμηση του Θεού και στην προσευχή του.

Το είδε και είπε μέσα του, τι είπε μέσα του τώρα,
«Εγώ άφησα τα πάντα για να επικοινωνώ αμέριμνα και σωστά με τον Θεόν και να έρχεται τώρα να μου την χάλασε ένας ποντικός. Ε, αυτό δα, παρατραβάει το κορδόνι, και λέγει νευριασμένος στο ποντίκι, δυνατά τώρα:
-«Γιατί βρε σιχαμένο μου διακόπτεις την προσευχή μου;»
-«Γιατί πεινάω, απάντησε το ποντίκι».
Και ο ησυχαστής ανταπάντησε με αγανάκτηση, χωρίς να αναρωτηθεί, πως το ποντίκι μίλησε με ανθρώπινη φωνή,
-«Φύγε από δω βρε μαγαρισμένο, εγώ προσπαθώ με χίλιους κόπους να δω πως θα ενωθώ με τον Θεό, και συ ήρθες να μου ζητήσεις να ασχοληθώ με την κοιλιά σου;» και φραπ, τίναξε το πόδι του και πέταξε τον ποντικό στην απέναντι γωνία της σπηλιάς του.

Και τότε το ποντίκι γυρίζει και με πολύ ηρεμία, αφού τον κοίταξε στα μάτια, του απάντησε, με ανθρώπινη γλώσσα:


– «Μάθε το μία για πάντα, πάτερ, αν δεν μπορέσεις με τους γύρω συνασκητάς σου και με τον γέρο Αββακούμ, που ψήνεται στον πυρετό, και πεθαίνει από την πείνα μέσα σε μία διπλανή σου σπηλιά, αλλά και με τον κάθε Αββακούμ, δηλαδή τον πλησίον σου, που πονάει και υποφέρει, που πεινάει και διψάει και κείται γυμνός και πληγιασμένος, και δεν τον συμπονέσεις, και δεν του σταθείς, στα προβλήματά του, τότε, ποτέ, μα ποτέ δεν θα μπορέσεις να ενωθείς με τον Θεόν της αγάπης και του ελέους. »
Και χάθηκε ο ποντικός.

πηγή: π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος (από το Γεροντικό)-misha

Στο φτωχό Λάζαρο και τον πλούσιο. – Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου. (Κυριακή Ε΄ Λουκά)


 

       Αλλά για να γίνει σφοδρότερη η κατηγορία της τρυφής και να πειράξει περισσότερο αυτούς που ζουν μέσα σ’ αυτήν, ας ξαναφέρουμε το λόγο στο Λάζαρο. Έτσι η προτροπή κι η συμβουλή μου θα γίνει αληθινότερη και ζωηρότερη, όταν όχι με λόγια αλλά με πράγματα δείτε να βασανίζονται και να τιμωρούνται όσοι ενδιαφέρονται για την πολυφαγία. Ο πλούσιος λοιπόν σε τόση κακία μέσα ζούσε, μέσα σε καθημερινή τρυφή και ντυνόταν με πολυτέλεια ανάβοντας περισσότερο την κόλαση για τον εαυτό του, συδαυλίζοντας τη φωτιά, κάνοντας την καταδίκη του απαρηγόρητη και την τιμωρία του ασυγχώρητη.

Κι ο φτωχός; Ριγμένος στην εξώπορτά του ούτε απελπίστηκε, ούτε βλαστήμησε, ούτε αγανάκτησε. Δεν αναρωτήθηκε, όπως κάνουν πολλοί· τί σημαίνει αυτό τέλος πάντων; Τούτος που ζει μέσα στην κακία και στη σκληρότητα και την απανθρωπιά, και όλα τα περιττά απολαμβάνει και λύπη καμιά δεν υπομένει, και κανένα δυσάρεστο από τα πολλά που πολιορκούν τους ανθρώπους, αλλά χαίρεται ατόφια την ευχαρίστηση. Κι εγώ δεν έχω ούτε την απαραίτητη τροφή. Αλλά γι’ αυτόν που δαπανά την περιουσία του όλη σε παράσιτα και κόλακες και μεθύσια σαν από πηγές τρέχουν όλα στο σπίτι του. Εγώ όμως κείτομαι εδώ θέαμα σ’ αυτούς που με βλέπουν, ντροπή και περίγελος, κι από την πείνα λιώνω. Αυτό είναι η πρόνοια του Θεού; Παρακολουθεί τ’ ανθρώπινα η θεία δικαιοσύνη; Τίποτ’ απ’ αυτά ούτε είπε ούτε σκέφτηκε. Από πού είναι αυτό φανερό; Από το ότι τον πήραν οι άγγελοι και τον αποκατάστησαν στον κόλπο του Αβραάμ. Δε θα του γινόταν τέτοια τιμή, αν ήταν βλάσφημος. Οι πολλοί θαυμάζουν το Λάζαρο για τούτο μονάχα, ότι ζούσε στη φτώχεια. Εγώ όμως αποδεικνύω ότι αυτός είχε δοκιμάσει εννέα ειδών τιμωρίες, όχι για να τιμωρηθεί αλλά για να λάμψει περισσότερο·  πράγμα που έγινε.

    Είναι φοβερή στ’ αλήθεια η φτώχεια και το γνωρίζουν όλοι όσοι τη δοκίμασαν. Δεν μπορεί λόγος να παραστήσει τον πόνο που δοκιμάζουν όσοι ζουν μέσα στη φτώχεια και δε γνωρίζουν από πνευματική ζωή. Δεν είχε ο Λάζαρος το φοβερό αυτό μονάχα αλλά το συντρόφευε κι αρρώστια και μάλιστα πολύ βαριά. Προσέξετε πως δείχνει ότι κι οι δύο συμφορές είχαν φτάσει το άκρο. Ότι κάθε φτώχεια ξεπέρασε τότε η φτώχεια τού Λαζάρου, το έδειξε λέγοντας ότι μήτε τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου δεν μπορούσε να επωφεληθεί. Ότι πάλι και η αρρώστια του είχε φτάσει στο ίδιο σημείο με τη φτώχεια του και δεν μπορούσε να προχωρήσει περισσότερο, αυτά το εφανέρωσε λέγοντας ότι τα σκυλιά έγλυφαν τις πληγές του. Τόσο είχε εξασθενήσει, ώστε δεν μπορούσε μήτε τα σκυλιά να διώξει αλλ’ ήταν πεσμένος κάτω,  ζωντανός νεκρός κι’ ενώ τα έβλεπε που πλησίαζαν, δεν είχε δύναμη να αμυνθεί. Τόσο είχαν παραλύσει τα μέλη του κι είχε αδυνατίσει από την αρρώστια κι εξαντληθεί από τη δοκιμασία. Βλέπετε πόσο δεινά η φτώχεια και η αρρώστια πολιορκούσαν το σώμα του; Κι αν το καθένα απ’ αυτά μόνο του είναι ανυπόφορο, όταν ενωθούν, πώς δεν πρέπει να είναι διαμάντι αυτός που τα υποφέρει; Πολλοί άνθρωποι αρρωσταίνουν πολλές φορές αλλά δεν στερούνται την απαραίτητη τροφή. Άλλοι πάλι έχουν για σύντροφο την πιο μεγάλη φτώχεια, έχουν όμως την υγεία τους και το ένα είναι μια ανακούφιση για το άλλο.

Εδώ ενεργούσαν και τα δύο μαζί. Έχεις όμως ίσως να μου πεις κάποιον που είναι και άρρωστος και φτωχός. Όχι όμως πως βρισκόταν και σε τόση εγκατάλειψη. Αν δεν μπορούσε να βρει κάποια βοήθεια από μόνος του ή από τους δικούς του, μπορούσαν να τον βοηθήσουν αυτοί που τον έβλεπαν, αφού ήταν πεσμένος στη μέση του δρόμου. Αλλά η απουσία βοηθών έκαμε τα δεινά του βαρύτερα κι αυτήν την ίδια τήν έκαμε να φαίνεται χειρότερη το πέσιμό του στην εξώπορτα του πλουσίου. Αν ήταν πεσμένος σ’ έρημο και ακατοίκητο μέρος δε θα υπέφερε τόσο από τον πόνο και την αδιαφορία που συναντούσε. Η απουσία ανθρώπων θα τον έκαμε να υποφέρει τα παθήματά του και χωρίς να θέλει. Αλλά να είναι πεσμένος ανάμεσα σε τόσους ανθρώπους που έπλεαν στη μέθη και την καλοπέραση και να μην του δείχνει κανένας την πιο μηδαμινή φροντίδα, τον έκαμε να νιώθει δριμύτερα τους πόνους του και άναβαν περισσότερο τη λύπη του. Γιατί πειράζει τον άνθρωπο μέσα στη συμφορά του όχι τόσο να του λείπουν οι βοηθοί, όσο να υπάρχουν και να μη θέλουν να του απλώσουν το χέρι. Αυτό υπέφερε κι’ εκείνος τότε.

      Ακόμη έκτος απ’ αυτό και κάτι άλλο πρόσθετε στην οδύνη του· έβλεπε τον άλλον να ευτυχεί. Όχι επειδή ήταν φθονερός και κακός αλλά γιατί η φύση όλων μας επιβάλλει να νοιώθουμε ακριβέστερη αίσθηση των συμφορών μας, όταν άλλοι ευτυχούν. Στην περίπτωση του πλουσίου ήταν και κάτι βαρύτερο που μπορούσε να τον πειράξει. Δεν είχε εντονότερη την εντύπωση των δεινών του, επειδή έκαμε σύγκριση της δυστυχίας του με την ευτυχία εκείνου αλλά επειδή έκαμε συνάμα τη σκέψη ότι αυτός που ζει με σκληρότητα και απανθρωπιά προκόβει σε όλα, ενώ ο ίδιος που ζούσε με αρετή και καλωσύνη υποφέρει τα βαρύτερα δεινά. Κι απ’ αυτά πάλι η λύπη του ήταν απαρηγόρητη. Να ήταν ο πλούσιος δίκαιος, να ήταν καλοσυνάτος, να ήταν άξιος για θαυμασμό, να ήταν γεμάτος από αρετή, δε θα του προξενούσε λύπη. Τώρα όμως ενώ ζούσε μέσα στην αμαρτία κι είχε φτάσει τα όρια της κακίας κι έδειχνε τόση απανθρωπιά, με συναισθήματα εχθρικά πέρα πέρα· κι ενώ σα να ήταν καμιά πέτρα τον προσπερνούσε αδιάντροπα κι’ άσπλαχνα, τώρα ύστερ’ απ’ όλα αυτά απολάμβανε τόση ευτυχία. Στοχαστείτε πώς ήταν φυσικό να βυθίζει την ψυχή του φτωχού μέσα σε αλλεπάλληλα κύματα; Φανταστείτε το Λάζαρο στην κατάσταση που βρισκόταν έβλεπε τα παράσιτα, τους κόλακες, τους υπηρέτες ν’ ανεβοκατεβαίνουν και να μπαινοβγαίνουν, να τρέχουν εδώ κι εκεί, να θορυβούν, να μεθούν, να χοροπηδούν, να κάνουν κάθε ακολασία. Σάμπως γι’ αυτό είχε ριχτεί στην εξώπορτα, για να γίνει μάρτυρας της ξένης ευτυχίας και ζούσε όσο να νοιώθει τα δεινά του μονάχα, ναυαγός μέσα στο λιμάνι, πεθαμένος στη δίψα δίπλα στην πηγή.

    Να αναφέρω έκτος απ’ αυτά κι άλλο κακό; Δεν μπορούσε να στρέψει το βλέμμα του σε κάποιο δεύτερο Λάζαρο. Εμείς κι συ υποφέρουμε αμέτρητα κακά, μπορούμε να κοιτάξουμε το διπλανό μας και να αισθανθούμε μεγάλη ανακούφιση και παρηγοριά. Να συναντά κανένας ή ν’ ακούσει να του μιλούν για ομοίους του στις συμφορές φέρνει μεγάλη ανακούφιση. Εκείνος όμως δεν μπορούσε κανένα να δει που να έχει πάθει τα ίδια. Μήτε είχε ακούσει κανέναν από τους πιο παλιούς να είχε τόσα υπομείνει. Αυτό φτάνει για να σκοτίσει την ψυχή. Αλλά μπορώ και τούτο να ισχυριστώ· δεν μπορούσε να υψωθεί στην έννοια της αναστάσεως αλλά πίστευε ότι η ζωή του είχε κλειστεί σ’ αυτόν μόνο τον κόσμο, αφού ζούσε πριν από τη χάρη. Κι αν στην εποχή τη δική μας ύστερα από τόση γνώση του Θεού, ύστερ’ από τις όμορφες ελπίδες για την ανάσταση, τις τιμωρίες για τους αμαρτωλούς, τα έτοιμα αγαθά για τους δίκαιους, υπάρχουν μερικοί τόσο μικρόψυχοι και τόσο κακομοίρηδες, ώστε μήτε με τέτοιες προσδοκίες να μη διορθώνονται, τί ήταν φυσικό να αισθάνεται εκείνος, αφού του έλειπε τέτοια άγκυρα; Αυτός δεν μπορούσε να υψωθεί σε τέτοιες σκέψεις, επειδή δεν είχε έρθει ακόμα η ώρα τέτοιων στοχασμών. Ήταν όμως και κάτι άλλο ακόμα είχε χάσει την υπόληψή του ανάμεσα σε όσους ήσαν ανόητοι. Γιατί οι πολλοί, όταν δουν μερικούς να βασανίζονται με αρρώστια που δεν τους αφήνει και με υπέρμετρα δεινά, τις περισσότερες φορές δεν έχουν καλή ιδέα γι’ αυτούς, αλλά κρίνουν τον άνθρωπο από τη συμφορά του και πιστεύουν ότι βασανίζεται έτσι εξαιτίας της κακίας του. Και πολλά άλλα παρόμοια ψιθυρίζουν μεταξύ τους, ανόητα βέβαια, λέγονται όμως· ότι τάχα, αν τον αγαπούσε ο Θεός, δε θα τον άφηνε να ταλαιπωρείται μέσα στην φτώχεια και σ’ άλλα δεινά. Το ίδιο έγινε και στον Ιώβ, το ίδιο και στον Παύλο. Έλεγαν στον Ιώβ. «Μήπως σού είπαμε πολλές φορές δυσάρεστα; Ποιός όμως θα μπορέσει να κρατηθεί και να μη μιλήσει; Συ πολλούς συμβούλεψες, αδύνατα χέρια ενίσχυσες, τους κλονισμένους κράτησες με τους λόγους σου, τα γόνατα που λύγιζαν στήριξες. Τώρα η συμφορά βρίσκει και σένα και συ ταράζεσαι. Δεν ήταν ανόητη η ευλάβεια σου;» Αυτά θέλουν να πουν τούτο· Αν είχες κάμει κάτι καλό, δε θα πάθαινες αυτά που παθαίνεις αλλά πληρώνεις τις αμαρτίες και τις παρανομίες σου. Αυτό πείραζε πιο πολύ τον μακάριο Ιώβ. Το ίδιο έλεγαν οι βάρβαροι και για τον Παύλο. Όταν είδαν την έχιδνα κρεμασμένη από το χέρι του, δεν σχημάτισαν καλή ιδέα γι’ αυτόν αλλά φαντάσθηκαν πως ήταν ο χειρότερος εγκληματίας. Φαίνεται από τα λόγια τους· Αυτόν, αν και σώθηκε από την θάλασσα, δεν τον άφησε να ζήσει η θεία δίκη. Δεν είναι τυχαίο που και τούτο συχνά μας ταράζει. Ενώ όμως αντιμετώπιζε τόσα κύματα, το ένα μετά το άλλο, δε βούλιαζε το σκάφος. Αλλά συμπεριφερόταν, σαν να βρισκόταν στη δροσοβόλο κάμινο, και να δοκίμαζε αναβρυστική δρόσο.

     Δεν είπε τίποτα τέτοιο, όπως είναι φυσικό να λένε οι πολλοί· αν αυτός ο πλούσιος μετά το θάνατο του κολαστεί και τιμωρηθεί, θα έρθει ένα με ένα, αν όμως απολαύσει κι εκεί τις ίδιες τιμές θα βγάλει δύο μηδέν. Ή μήπως δεν κυκλοφορείτε τέτοια σεις οι πολλοί μέσα στην αγορά, φέρνοντας μέσα στην εκκλησία το ιπποδρόμιο και τα θέατρα; Ντρέπομαι να αναφέρω τέτοια λόγια και κοκκινίζω. Είναι όμως ανάγκη να τα πω, για να απαλλαγείτε σεις από τα άτακτα γέλια και την ντροπή και τη βλάβη των λόγων αυτών. Αυτά πολλοί τα λένε γελώντας αλλά και τούτο είναι επινόημα της διαβολικής κακίας, να εισάγονται στη ζωή ανήθικες ιδέες με μορφή αστείων. Αυτά και στα εργαστήρια αδιάκοπα και στην αγορά και στα σπίτια πολλοί τα κυκλοφορούν, πράγμα που αποτελεί την πιο μεγάλη ανοησία και τρέλλα και κοροϊδία αληθινά και σκέψη παιδική.. Γιατί το να λέμε ότι θα τιμωρηθούν οι άδικοι, όταν πεθάνουν και να μην πιστεύουμε ακράδαντα ότι θα τιμωρηθούν, δείχνει όπως και νάχει ανθρώπους που απιστούν κι αμφιβάλλουν. Κι αν τύχει και τούτο, που θα τύχει, να νομίζουμε ότι αυτοί θα κερδίσουν την ίδια ανταπόδοση με τους δίκαιους, αυτό μαρτυρεί έσχατη ανοησία.

     Πέστε μου, τί λέτε; αν ο πλούσιος μετά το θάνατό του τιμωρείται εκεί, είναι ένα μ’ ένα; Τί νόημα έχει τούτο; Πόσα χρόνια θέλετε να υποθέσουμε ότι θ’ απολαύσει εδώ τ’ αγαθά του; Εκατό; Εγώ βάζω και διακόσια και τριακόσια και διπλάσια, κι αν θέλεις και χίλια, πράγμα αδύνατο. Ογδόντα χρόνια λέει, οι μέρες της ζωής μας. Αλλά ας είναι και χίλια. Εχομε να δείξουμε εδώ μια ζωή που τέλος δεν έχει και δε γνωρίζει όριο, όπως είναι εκεί η ζωή των δικαίων; Πέστε μου, αν κάποιος σε διάστημα εκατό ετών τύχει να δει ευχάριστο όνειρο και να δοκιμάσει πολλή απόλαυση μια νύχτα μόνο, ενώ περνά ατελείωτα μαρτύρια κατά τα εκατό χρόνια, θα μπορέσει τάχα να πει σ’ αυτήν την περίσταση ένα μ’ ένα και θα μπορέσει με τη μια εκείνη  νύχτα των ονείρων ν’ αντισταθμίσει τα εκατό χρόνια; Δεν μπορεί να το βεβαιώσει. Αυτό σκέψου και για τη μέλλουσα ζωή. Ό,τι είναι το ένα όνειρο μπροστά στα εκατό χρόνια, είναι και ή παρούσα ζωή μπροστά στη μέλλουσα. Κι ακόμα περισσότερο. Ό,τι είναι μια μικρή σταγόνα μπροστά στο απέραντο πέλαγος, είναι και τα χίλια χρόνια μπροστά σ’ αυτή τη μελλοντική δόξα και απόλαυση. Τί περισσότερο θα μπορούσε κανένας να πει από το ότι δεν έχει όριο και δε γνωρίζει τέλος κι όση απόσταση υπάρχει ανάμεσα στα όνειρα και στην πραγματική αλήθεια τόση είναι η διαφορά αυτής κι εκείνης της καταστάσεως;

Εξάλλου και πριν από την εκεί τιμωρία, από δω τιμωρούνται όσοι ζουν στην πονηρία και στην αμαρτία. Μη μου αναφέρεις αυτόν μόνο που απολαμβάνει πλούσιο τραπέζι, που φορεί τα μεταξωτά, και διαθέτει κοπάδια δούλων και αλωνίζει μέσα στην αγορά. Ξεδίπλωσε τη συνείδησή του και θ’ αντικρίσεις μέσα πολύ πλήθος αμαρτημάτων, αδιάκοπο φόβο, χειμώνα και τρικυμία. Θα δεις όπως στο δικαστήριο ανεβασμένο στο βασιλικό θρόνο τον νου, να κάθεται σαν δικαστής, έχοντας δίπλα του τους στοχασμούς σαν δημίους, να κρεμάει την ψυχή και να την ξεσκίζει για τις αμαρτίες της και να φωνάζει δυνατά χωρίς να το γνωρίζει κανένας παρά μόνο ο Θεός που τα βλέπει όλα. Ο μοιχός λόγου χάρη κι αν είναι ζάπλουτος κι αν δεν τον κατηγορεί κανένας, δε σταματά να κατηγορεί μέσα του ο ίδιος τον εαυτό του. Η ευχαρίστηση είναι εφήμερη, παντοτινός όμως άπονος· φόβος και τρόμος από παντού, υποψία και αγωνία. Φοβάται τις στενωπούς, τρέμει τούς ίσκιους, τους υπηρέτες του, αυτούς που γνωρίζουν, αυτούς που δε γνωρίζουν, τη γυναίκα που αδικείται, τον άνδρα που εκτίθεται. Πηγαίνει κι έχει μαζί του πικρό κατήγορο τη συνείδησή του, αυτοκαταδικάζε­ται και δεν μπορεί ν’ αναπνεύσει μια στάλα. Γιατί και στο κρεβάτι, και στο τραπέζι, στην αγορά και στο σπίτι, τη μέρα και τη νύχτα και στα όνειρά του, πολλές φορές, βλέπει τα φαντάσματα της αμαρτίας. Περνά τη ζωή του Κάιν, στενάζοντας και τρέμοντας πάνω στη γη, και ενώ δεν το γνωρίζει κανένας έχει πάντα μέσα του φωτιά αναμμένη. Το ίδιο παθαίνουν οι άρπαγες κι οι πλεονέκτες. Το ίδιο οι μέθυσοι και καθένας γενικά απ’ όσους ζουν στις αμαρτίες. Είναι ακατόρθωτο να δικαστεί το δικαστήριο εκείνο. Αλλά κι αν δεν επιδιώκουμε την αρετή, όμως υποφέρουμε, επειδή δεν την επιδιώκουμε, κι αν επιδιώκουμε την κακία, μόλις παύσει η ηδονή της αμαρτίας, αρχίζει η λύπη. Ας μη λέμε λοιπόν για τους έδώ πλούσιους και πονηρούς, και για τους δίκαιους που απολαμβάνουν εκεί ένα με ένα αλλά δύο μηδέν. Γιατί οι δίκαιοι δοκιμάζουν πολλή ευχαρίστηση κι από τα εδώ κι από τα εκεί. Οι πονηροί όμως κι οι πλεονέκτες κι εδώ κι εκεί τιμωρούνται. Κι εδώ βασανίζονται με την αγωνία της εκεί τιμωρίας και την υποψία των άλλων και με την ίδια την αμαρτία και την καταστροφή    της ψυχής τους. Και μετά την αποδημία τους από εδώ υπομένουν ανυπόφορες τιμωρίες. Απ’ το άλλο μέρος οι δίκαιοι, κι αν παθαίνουν εδώ μύρια δεινά, τους τρέφει η ελπίδα, και δοκιμάζουν καθαρή ευχαρίστηση, σταθερή και αμετακίνητη. Κι έπειτα, τους περιμένουν τ’ αμέτρητα αγαθά, όπως ακριβώς και το Λάζαρο. Μη μου πείτε ότι ήταν γεμάτος από πληγές σκεφτείτε πως είχε μέσα του ψυχή πολυτιμότερη από όλο το χρυσάφι. Κι όχι μόνο την ψυχή αλλά και το σώμα. Γιατί η αρετή του σώματος δεν είναι η παχυσαρκία και η υγεία αλλά να υποφέρει τόσα και τέτοια μαρτύρια. Δεν προκαλεί τη σιχασιά μας όποιος έχει τέτοιες πληγές, στο σώμα αλλά όποιος έχει αμέτρητες πληγές στην ψυχή και καθόλου ωστόσο γι’ αυτές δε φροντίζει. Τέτοιος ήταν ο πλούσιος εκείνος· γεμάτος έλκη εσωτερικά ολόκληρος. Κι όπως τα σκυλιά έγλυφαν τα τραύματα του Λαζάρου, έτσι γλύφουν οι δαίμονες τ’ αμαρτήματα εκείνου. Κι όπως ο ένας ζούσε πεινώντας  την τροφή, έτσι κι εκείνος πεινούσε κάθε αρετή.

Μ’ αυτές τις σκέψεις ας γινόμαστε πιο πνευματικοί κι ας μη λέμε, «αν τον τάδε τον αγαπούσε ο Θεός δε θα τον άφηνε να γίνει φτωχός». Αυτό ακριβώς είναι η πιο μεγάλη απόδειξη της αγάπης. Όποιον αγαπά παιδεύει ο Κύριος· μαστιγώνει καθέναν που τον παραδέχεται γιό του. Και πάλι· αν έρχεσαι τέκνο μου να υπηρετήσεις τον Κύριο ετοίμασε την ψυχή σου για να δεχτεί τον πειρασμό, ατσάλωσε την καρδιά σου και υπομόνεψε. Ας πετάξουμε λοιπόν, αγαπητοί, από πάνω μας τις περιττές αυτές προλήψεις και τα λόγια του κόσμου. Αισχροί και ανόητοι κι ευτράπελοι λόγοι, παραγγέλλει, ας μη βγαίνουν, από το στόμα σας. Μήτε οι ίδιοι λοιπόν να τα λέμε αλλά κι άλλους αν ακούσουμε, ας τους κλείσουμε το στόμα, κι ας εξαναστούμε με δύναμη, ας σταματήσουμε, την αναίσχυντη γλώσσα τους. Αν δήτε, πείτε μου, ένα λήσταρχο να τρέχει στους δρόμους, να παραφυλάει τούς περαστικούς, ν’ αρπάζει τα γεννήματα, σε σπηλιές και λάκκους να χώνει χρυσαφικά κι ασημικά και κολλά κοπάδια ν’ αποκλείει στο λημέρι του, ρουχισμό και δούλους να εξασφαλίζει από την επιδρομή του εκείνη, άραγε τον μακαρίζετε για τον πλούτο του ή τον ελεεινολογείτε για την τιμωρία που τον περιμένει; Βέβαια δεν έχει ακόμα συλληφθεί, ούτε έχει παραδοθεί στον δικαστή, ούτε στη φυλακή έχει κλειστεί, ούτε υπάρχει κατήγορός του. ούτε έχει καταδικαστεί αλλά διασκεδάζει και μεθά και τον πλούτο απολαμβάνει. Κι όμως δεν τον μακαρίζουμε για όσα έχει τώρα και τα βλέπουμε, αλλά τον ελεεινολογούμε για όσα του μέλλονται και τον περιμένουν.

    Το ίδιο σκέψου για όσους πλουτούν και πλεονεκτούν. Είναι ληστές που παραφυλάγουν στους δρόμους και ληστεύουν τους περαστικούς και καταχωνιάζουν τις ξένες περιουσίες στα σπίτια τους, όπως σε σπηλιές και σε λάκκους. Ας μην τους καλοτυχίζουμε για όσα έχουν, για όσα τους μέλλονται ας τους ελεεινολογούμε, για το φοβερό εκείνο δικαστήριο, για τις αναπόφευκτες ευθύνες, για το σκότος το εξώτερο που τους περιμένει. Και οι ληστές πολλές φορές ξεφεύγουν από τα χέρια των ανθρώπων μολαταύτα δε θα ευχόμαστε τη ζωή τους και τον καταραμένο πλούτο τους ούτε στον εαυτό μας ούτε και στους εχθρούς μας. Τούτο όμως δε γίνεται με το Θεό· κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει από την κρίση του, παρά όλοι που ζουν με πλεονεξίες και αρπαγές θα τραβήξουν επάνω τους από μέρους του την τιμωρία την αθάνατη, που δεν έχει τέλος, όπως εκείνος ο πλούσιος. Όλα αυτά ος τα φέρουμε μπροστά μας, αγαπητοί, κι ας μη μακαρίζουμε όσους κολυμπούνε μέσα στα πλούτη παρά όσους ζούνε μέσα στην αρετή· κι ας μην ελεεινολογούμε τους φτωχούς παρά τούς κακούς· ας μην παρατηρούμε τα τωρινά, παρά ας εξετάζουμε τα μελλοντικά· ας μην ερευνούμε το εξωτερικό αλλά τη συνείδηση καθενός. Ας επιδιώξουμε την αρετή και τη χαρά που δίνουν τα πνευματικά κατορθώματα, ζηλεύοντας το Λάζαρο, πλούσιοι και φτωχοί. Δεν έβγαλε πέρα τούτος έναν και δύο και τρεις άθλους μονάχα της αρετής αλλά πολύ περισσότερους, τη φτώχεια, την αρρώστια, την απουσία προστάτη, ότι υπέφερε σε σπίτι που μπορούσε να του σβήσει όλα εκείνα τα δεινά του κι όμως δεν αξιώθηκε ούτε ένα λόγο παρηγοριάς, ότι έβλεπε να δοκιμάζει τόση απόλαυση αυτός που τον περιφρονούσε κι όχι μόνο αυτό αλλά να ζει μέσα στην κακία και κανένα κακό να μην παθαίνει. Δεν είχε κι άλλο Λάζαρο να δει, δεν μπορούσε να υψωθεί σε σκέψεις για την ανάσταση, είχε την κακή υπόληψη που από τις συμφορές του σχημάτιζαν γι’ αυτόν οι πολλοί, σα να μην τον έφταναν τα πάθη του, ακόμα δεν έβλεπε τον εαυτό του δύο και τρεις μέρες αλλά ολόκληρη τη ζωή του σ’ αυτήν την κατάσταση και τον πλούσιο στην αντίθετη. Πώς λοιπόν θα μπορούσαμε ν’ απολογηθούμε, όταν εκείνος βαστούσε με τόση γενναιότητα όλα μαζί τα δεινά κι εμείς δεν αντέχουμε μήτε τα μισά; Δεν μπορείτε, δεν μπορείτε να παρουσιάσετε ούτε ν’ αναφέρετε κάποιον άλλον με τόσες και τέτοιες συμφορές. Γι’ αυτό ακριβώς τον παρουσίασε μπροστά μας ο Χριστός· σε όσο βάθος συμφοράς κι αν πέσουμε βλέποντας σ’ αυτόν το σύνολο των θλίψεων, ν’ αντλήσουμε παρηγοριά και στήριξη από τη σοφία εκείνου και την υπομονή. Είναι κοινός δάσκαλος της οικουμένης για όσους υποφέρουν οποιοδήποτε κακό, δίνει σ’ όλους την ευκαιρία να τον βλέπουν και υπερβάλλει όλους με τη συσσώρευση των δεινών του. Ας ευχαριστήσουμε για όλα αυτά τον φιλάνθρωπο Θεό κι ας οικειοποιηθούμε την ωφέλεια της παραβολής παίρνοντάς την αδιάκοπα μαζί μας παντού, στις συντροφιές, στα σπίτια μας, στην αγορά και μελετώντας προσεκτικά όλο τον πλούτο της. Έτσι και τα τωρινά δεινά μας θα προσπεράσουμε χωρίς λύπη και τα μελλοντικά αγαθά θα κερδίσουμε. Μακάρι να γίνουμε άξιοι γι’ αυτά με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και σ’ αυτόν μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η τιμή και η προσκύνηση τώρα και πάντα και στους αιώνες. Αμήν.

 

(+Μητροπ. Τρίκκης και Σταγών Διονυσίου, «Πατερικόν Κυριακοδρόμιον» τ. Β΄, σ.49-59)

 

 

 

 

Η χάρη της προσευχής φέρνει το νου σε επαφή με το Θεό.(Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού)


 

Η συνεχής προσευχή χωρίζει το νου απ’ όλα τα νοήματα και έτσι τον εμφανίζει γυμνό από περισπασμούς ενώ­πιον του Θεού·  διότι τα νοήματα προκαλούνται από διάφορα πράγματα. Τα δε πράγματα είναι άλλα αισθητά και άλλα νοητά. Εφ’ όσον λοιπόν ο νους διακινείται μέσα στην περιοχή των πραγμάτων αυτών, αυτά συλλαμβάνει και αυτά τα νοήματα περιφέρει. Η δε χάρη της προσευχής φέρνει τον νου σε επαφή με το Θεό. Αφού δε τον ενώσει με το Θεό, τον χωρίζει απ’ όλα τα νοήματα· τότε ο νους γυμνός πλέον επικοινωνεί μαζί Του και γίνεται θεοειδής. Αφού δε γίνει θεοειδής, ζητεί από το Θεό τα πρέποντα κι έτσι δεν σφάλλει ποτέ στα αιτήματά του, διότι πάντοτε η παράκλησή του πραγματοποιείται από το Θεό. Γι’ αυτό ο Απόστολος Παύλος μας διατάσσει: «αδιαλείπτως προσεύχεσθε…», για να πετύχουμε με την διαρκή συνάφεια του νου μας με το Θεό, σιγά-σιγά την αποκοπή του από κάθε προσκόλληση στα υλικά.

Ερώτηση: Και πώς ο νους μπορεί να προσεύχεται συνεχώς, εφ’ όσον όταν ψάλλουμε ή διαβάζουμε ή συνομιλούμε ή διακονούμε, ο νους διαμοιράζεται σε πολλά νοήματα και θεωρήματα;

Απόκριση: Η Αγία Γραφή τίποτε το αδύνατον δεν προστάζει, αφού κι ο ίδιος ο Απόστολος και έψαλλε και διάβαζε και δίδασκε και διακονούσε και υπέφερε από τους διωγμούς, κι όμως προσευχόταν αδιαλείπτως. Διότι αδιάλειπτος προσευχή είναι το να έχουμε το νου πάντοτε προσηλωμένο με πολλή ευλάβεια και πόθο στο Θεό· να εξαρτάται πάντοτε ο άνθρωπος από την ελπίδα προς Αυτόν και να στηρίζει το θάρρος του για όλα τα έργα του σ’ Αυτόν όλα όσα συμβαίνουν να τα αντιμετωπίζει όπως ο Απόστολος, που έλεγε σ’ όλες τις περιστάσεις: «ποιός μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; θλίψη ή στενοχώρια ή πείνα…, ή μαχαίρι;» (Ρωμ. 8,  35). Και κατόπιν διαβεβαιώνει, συνεχίζοντας: «είμαι βέβαιος ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε αρχές ούτε άλλες ουράνιες  δυνάμεις ούτε παρόντα ούτε μελλοντικά ούτε ύψωμα ούτε βάθος ούτε κάποιο άλλο δημιούργημα    θα μπορέσουν  να μας χωρίσουν από την αγάπη του Θεού, όπως φανερώθηκε στο πρόσωπο του  Ιησού Χριστού του   Κυρίου μας». Αυτή λοιπόν την εσωτερική εργασία είχε ο Απόστολος προσευχόμενος συνεχώς και αδιαλείπτως· διότι σε όλα του τα έργα, όπως είπαμε, και σε όλα όσα του συνέβαιναν είχε εξαρτήσει τον εαυτό του από την ελπίδα προς το Θεό. Γι’ αυτό και όλοι οι Άγιοι έχαιραν πάντοτε στις θλίψεις που τους συνέβαιναν­, για να συνηθίσουν να ελπίζουν στο Θεό. Έχω λοιπόν τη γνώμη, ότι αυτή είναι η ασύγκριτη και καθαρή κατάσταση της προσευχής. Να κατορθώσει δηλαδή ο νους να βρεθεί έξω από τη σάρκα και τον κόσμο και να προσεύχεται τελείως απαλλαγμένος από την ύλη και τις μορφές του κόσμου.

Αυτός λοιπόν που θα κατορθώσει να διατηρήσει ακέραιη αυτή την κατάσταση της ψυχής, αυτός πραγματικά προσεύχεται αδιαλείπτως.

 

(«Ο κόσμος της Προσευχής», εκδ. Κάλαμος)

 

 

 

 

 

Θαύματα της Αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας(29 Οκτωβρίου)

Βιογραφικά στοιχεία της Αγίας Αναστασίας

῾Η ἁγία ᾿Αναστασία καταγόταν ἀπό τή μεγαλούπολη Ρώμη. Ζοῦσε στά χρόνια τοῦ βασιλέως Δεκίου καί τοῦ ἡγεμόνα Πρόβου κατά τό ἔτος 256 μ.Χ. Σέ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν ἐγκατέλειψε τή ματαιότητα τοῦ κόσμου καί μπῆκε σέ μοναστήρι. Κάτω ἀπό τήν ἄγρυπνη πνευματική καθοδήγηση τῆς πνευματικῆς της μητέρας Σοφίας μοναχῆς, προέκοπτε συνεχῶς στά παλαίσματα τῆς μοναχικῆς πολιτείας, καταισχύνοντας τόν ἀρχέκακο διάβολο.

Αὐτός ὑποκινεῖ δικούς του ἀνθρώπους νά ἀναγγείλουν στόν ἡγεμόνα πώς ἡ ᾿Αναστασία κηρύττει τόν Χριστό ὡς ἀληθινό Θεό καί Δημιουργό. Λίγο πρίν ὁδηγηθεῖ στό κριτήριο, ἡ ῾Αγία ἐνισχύεται πνευματικά ἀπό τή φωτισμένη διδασκαλία τῆς γερόντισσας Σοφίας πού τήν προτρέπει νά ὑπομείνει ὡς τό τέλος τό μαρτύριο μέ γενναιότητα.

Χαρούμενη ἡ ᾿Αναστασία ὁδηγεῖται στόν ἡγεμόνα, ὅπου ἐκπλήσσει τούς παρευρισκομένους μέ τήν ἀδαμάντινη σταθερότητά της: οὔτε οἱ κολακεῖες, οὔτε οἱ ἀπειλές τήν πτοοῦν. ῾Ομολογεῖ μέ παρρησία ὅτι γιά χάρι τοῦ ἀγαπημένου της ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕτοιμη νά ὑποστεῖ ὄχι μόνο πάνδεινα βασανιστήρια, ἀλλά καί μυρίους θανάτους.

῾Ο ἡγεμόνας προστάζει πρῶτα νά τή δείρουν ἀνελέητα στό πρόσωπο, ἔπειτα νά τήν γυμνώσουν τελείως, γιά νά ντροπιαστεῖ μπροστά σέ ὅλο τό θέατρο. ῞Υστερα τήν τεντώνουν πάνω σέ πασσάλους καταφλέγοντας τό στῆθος της, τήν κοιλιά καί τά σπλάγχνα μέ ἀναμμένη φωτιά, ἐνῶ συγχρόνως τήν χτυποῦν στήν πλάτη μέ ξύλα. ῾Η ἔνθερμη προσευχή τῆς ῾Αγίας σβήνει τή σφοδρότητα τῆς φωτιᾶς.

Στή συνέχεια τήν ὑποβάλλουν στό μαρτύριο τοῦ τροχοῦ, κατά τό ὁποῖο ὅλα τά κόκκαλα τῆς ἁγίας συντρίβονται. Μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Κυρίου ὅμως, ἡ ῾Αγία θαυματουργικά βρίσκεται ὑγιής καί ὁλόσωμη, χωρίς ἴχνος πληγῆς στή σάρκα της.

Κρεμασμένη σέ ξύλο τήν καταξεσχίζουν μέ σιδερένια νύχια. Κατόπιν ὁ ἡγεμόνας προστάζει τιμωρία ὑπερβολικά ἐπώδυνη, νά τῆς κόψουν τούς μαστούς, ὅπου ἑδράζεται ἡ καρδιά. ᾿Αλλ᾿  ὁ θεῖος ἔρωτας τῆς νύμφης τοῦ Χριστοῦ κατανικᾶ καί αὐτό τό πάθος.

Στή συνέχεια τῆς ξερριζώνουν ὅλα τά δόντια καί τά νύχια. ᾿Εκείνη, σάν νά μήν αἰσθάνεται πόνο, εὐχαριστεῖ θερμά τόν Κύριο πού τήν ἀξιώνει νά συμμετέχει στά πάθη Του. Συγχρόνως βρίζει τούς ψεύτικους θεούς τοῦ τυράννου, πού ὀργισμένος διατάζει νά τῆς ξερριζώσουν καί τή γλῶσσα. Δίχως νά δειλιάσει ἡ ῾Αγία, ζητεῖ  λίγη διορία γιά νά προσευχηθεῖ: εὐχαριστεῖ τόν Κύριο καί τόν παρακαλεῖ ὅσοι ἄρρωστοι τήν ἐπικαλεστοῦν σέ βοήθεια, νά τούς θεραπεύει ἀπό κάθε ἀρρώστια. ᾿Εκείνη τήν ὥρα ἀκούστηκε φωνή ἀπό τόν οὐρανό πού μαρτυροῦσε τήν πραγματοποίηση τοῦ αἰτήματός της.

῾Ο δήμιος ἐκτελεῖ τό πρόσταγμα καί τῆς κόβει μέ ξῖφος τή θεολογική γλῶσσα. ῎Επειτα ὁ Πρόβος διατάζει νά τήν ἀποκεφαλίσουν.

Τό λείψανο τῆς ῾Αγίας ριγμένο στό χῶμα γιά λίγες ἡμέρες, δέν τό ἄγγιξε πουλί ἤ θηρίο.  Θεῖος ἄγγελος στάλθηκε ἀπό τούς οὐρανούς γιά νά τό παραδώσει στή διδασκάλισσά της Σοφία. ᾿Εκείνη καταφιλώντας το μέ δάκρυα, συλλογιζόταν πῶς μποροῦσε νά τό σηκώσει, ἀνήμπορη ἀπό τά γηρατειά. Τότε ξάφνου παρουσιάστηκαν δύο μεγαλοπρεπεῖς ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι σήκωσαν τό ἱερώτατο λέιψανο καί τό μετέφεραν μέσα στή Ρώμη καί τό ἀπέθεσαν στόν τάφο λαμπρά καί τιμητικά, πρός δόξαν τοῦ Θεοῦ Πατρός καί Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, μετά τοῦ ὁποίου πρέπει τιμή καί  κράτος  καί πρός τό ῞Αγιον Πνεῦμα νῦν καί ἀεί  κα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ᾿Αμήν.

Τά ἱερά λείψανα τῆς ῾Αγίας ᾿Αναστασίας φέρουν ἀκόμα δέρμα ἀπό τήν ῾Αγία, εὐωδιάζουν καί παραμένουν ἄφθαρτα. Φυλάσσονται στή ῾Ιερά Μονή ῾Οσίου Γρηγορίου ῾Αγίου ῎Ορους, ὅπου οἱ πατέρες ἔχουν τήν ῾Αγία  «μεγαλύτερη ἀδελφή», στήριγμα, βοήθεια καί προστάτιδα.

᾿Αναρίθμητες εἶναι οἱ μαρτυρίες μοναχῶν ἀλλά καί ἁπλῶν πιστῶν γιά ἄμεσες θαυματουργικές καί σωτηριώδεις ἐπεμβάσεις τῆς ῾Αγίας, καί μάλιστα μέ μόνη τήν ἐπίκληση τοῦ σεπτοῦ ὀνόματός της: «῾Αγία ᾿Αναστασία, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν».

Θαύματα της Αγίας.

Απόσβεση πυρκαϊάς το 1890

Το 1890 πυρκαγιά εξερράγη στο δάσος της Ιεράς Μονής μας μεταξύ των περιοχών Αλωνάκι και Άγιος Θεολόγος. Οι πατέρες ,όταν είδαν τη φωτιά, πήραν αξίνες ,πριόνια ,τσεκούρια και άλλα σχετικά για την κατάσβεση. Πήραν μαζί τους και ένα μουλάρι ,πάνω στο οποίο κρέμασαν ένα τορβά (ταγάρι) με τα τίμια λείψανα της αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας ,και έσπευσαν ταχέως προς το πυρπολούμενο δάσος.
Όταν πλησίασαν αρκετά στη φωτιά ,μια αντίθετη πνοή ανέμου έστρεψε αντίθετα τις φλόγες προς την πλευρά που βρίσκονταν οι πατέρες. Φοβισμένοι οι αδελφοί
μήπως κυκλωθούν από τις φλόγες, άρχισαν να απομακρύνονται, εγκαταλείποντας το μουλάρι μόνο του. Το μουλάρι είχε ήδη πολιορκηθεί από τις φλόγες, ενώ οι πατέρες απαρηγόρητοι θρηνούσαν την απώλεια των τιμίων λειψάνων.
Σε λίγα λεπτά διαπίστωσαν ότι το μουλάρι παραδόξως διέσχισε τριακόσια περίπου μέτρα φλογισμένης περιοχής, χωρίς να πάθει τίποτε, μεταφέροντας άθικτο το ιερό φορτίο. Μόλις το ζώο βγήκε από τις φλόγες ,η φωτιά έσβησε μόνη της

.Εξάλειψη ακρίδων το 1912
Το 1912 πυκνότατα νέφη ακρίδων απλώθηκαν πάνω από τη χερσόνησο της Σιθωνίας .Εκεί ευρίσκοντο πολλά μετόχια αγιορειτικών Ιερών Μονών ,μεταξύ των οποίων και το δικό μας ,στην περιοχή του Νέου Μαρμαρά, πλησίον του χωριού Παρθενών.Οι ακρίδες έπεσαν επάνω στα εκατό ελαιόδενδρα του μετοχίου , τα οποία αποξήραναν τελείως.
Εν όψει ολοσχερούς καταστροφής της βλαστήσεως του μετοχίου,ο οικονόμος αυτού Γέρων Ανδρέας Γρηγοριάτης εζήτησε να του στείλουν εσπευσμένως ,ένα ιερέα από την Μονή μας με άγια λείψανα. Η Μονή τότε έστειλε τον τότε ιερομόναχο
παπα-Αθανάσιο με το αριστερό πόδι και τη θήκη με το αίμα της αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας.
Φθάνοντας στο μετόχι ο παπα-Αθανάσιος , έψαλε , ετέλεσε αγιασμό και παράκληση.
Αμέσως μετά τον αγιασμό οι ακρίδες έκαναν την εξής εργασία.
Άρχισαν να τρώγουν όλα τα άχρηστα χόρτα και τα ζιζάνια ,και έτσι άφηναν τα χρήσιμα οπωροκηπευτικά να αναπτυχθούν ελεύθερα. Αυτό απάλλαξε το μετόχι και από πρόσθετη κηπουρική εργασία και από πολλά αγροτικά χέρια.
Κατόπιν εμφανίστηκαν χιλιάδες γλάροι ,που έπεσαν πάνω στις ακρίδες και τις κατέφαγαν.
Αυτόπτης μάρτυς του θαύματος ήταν και ο Μητροπολίτης Κασσανδρείας Ειρηναίος.

Διανομή νομισμάτων . 1931

Ο μακαριστός πατήρ Γελάσιος , πρώην αδελφός της Ιεράς Μονής μας και κατόπιν Σιμωνοπετρίτης, μας διηγήθηκε τα εξής:
Όταν ήμουν δόκιμος στο Μοναστήρι του Οσίου Γρηγορίου ,μια νύχτα ,στην ακολουθία του Όρθρου, καθόμουν σε κάποιο στασίδι της Λιτής. Την στιγμή που εξεφώνησε ο διάκονος : <<Την Θεοτόκον και Μητέρα του Φωτός εν ύμνοις τιμώντες μεγαλύνομεν>> και άρχισε η Θ΄Ωδή, είδα να εξέρχονται από την Ωραία Πύλη δυο γυναίκες σεμνότατες και μεγαλοπρεπείς. Η πρώτη φαινόταν περίπου 60 χρονών ,η δεύτερη πολύ νεαρή. Τότε άρχισαν να περιφέρονται σε όλα τα στασίδια ,και η νεαρή εμοίραζε νομίσματα μόνο σ` εκείνους που υπεδείκνυε η μεγαλύτερη γυναίκα.
Έτσι άρχισε η διανομή από τον μακαριστό ηγούμενο παπα-Αθανάσιο. Στους υπολοίπους πατέρες, σε άλλους έδινε ,σε άλλους όχι. Όταν με πλησίασαν ,έδωσαν και σε μένα ένα νόμισμα. Αργότερα ,όταν διηγήθηκα στον άγιο Γέροντά μου παπα-Αθανάσιο τα φοβερά αυτά πράγματα ,μου απάντησε ότι η πρώτη γυναίκα ήταν η Κυρία Θεοτόκος και η δεύτερη η αγία Αναστασία η ρωμαία.

Εναργής προστασία. 1935

Ο μακαριστός γερο-Εφραίμ Γρηγοριάτης αδελφός της Ιεράς Μονής μας(+1991) διηγήθηκε τα εξής:
Επί ηγουμενίας του αγιοτάτου ηγουμένου παπα-Αθανασίου , είδα στον ύπνο μου ότι βρέθηκα στην αυλή της Ιεράς Μονής μας και με πλησίασαν δυο γυναίκες που συζητούσαν έντονα μεταξύ τους για κάποιο θέμα. Η μία από αυτές με έπιασε από τους ώμους ,με τράνταξε γερά και μου είπε: <<Τι νομίζετε ,εσείς διοικείτε το Μοναστήρι ή εμείς; Πριν λίγο καιρό δεχτήκατε δύο δοκίμους που είναι φαύλοι στο χαρακτήρα. Εσύ το γνωρίζεις αυτό και το κρύβεις. Πήγαινε γρήγορα να το πεις στον ηγούμενο, και να τους διώξετε αμέσως.>>
Ξύπνησα και πονούσα ακόμα από το τράνταγμα. Πήγα τότε και διηγήθηκα καταλεπτώς όσα είδα στον Γέροντά μας, τον παπα-Αθανάσιο. Εκείνος μου είπε ότι η μία απ` αυτές ήταν η προστάτης μας αγία Αναστασία και η άλλη η αγία Ιουλίττα,από την οποία έχουμε τμήμα λειψάνου. Την επομένη ο Γέροντάς μας έδιωξε από το Μοναστήρι τους υπόπτους ,οι οποίοι κατέληξαν στη φυλακή και είχαν κακό τέλος.

Προειδοποίηση θανάτου 1951

Ο διάκονος Κορνήλιος ήταν αδελφός της Ιεράς Μονής μας .Είχε πολλή αρετή ,ειρήνη και πραότητα . Χειροτονήθηκε διάκονος στην πανήγυρη της αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας ,29 Οκτωβρίου 1946, ως επίσης και εκοιμήθη εν Κυρίω πάλι στην εορτή της Αγίας ,στις 29 Οκτωβρίου 1951, ακριβώς την ώρα που είχε γίνει η χειροτονία του.
Λίγο πριν κοιμηθεί, είπε ότι είδε μια γυναίκα που του έδωσε μια λευκή στολή για να τη φορέσει. Εκοιμήθει πολύ νέος σε ηλικία 27 ετών, διότι υπέφερε από την καρδιά του.
Λέγεται δε από τους παλαιοτέρους Γρηγοριάτες πατέρες ότι η αγία Αναστασία εμφανιζόταν σε πατέρες λίγο πριν το θάνατό τους και τους προειδοποιούσε για το επικείμενο τέλος τους. Σημειωτέον επίσης ότι κοιμηθεί ένας αδελφός ,προ της εξοδίου ακολουθίας ,που γίνεται στο Καθολικό της Ιεράς Μονής , μεταφέρεται πρώτα στο παρεκκλήσι της αγίας Αναστασίας , και εκεί τον ξενυχτούν οι ζώντες με Τρισάγιο και ανάγνωση ψαλτηρίου.

Οι γιατροί μιλούν για θαύμα και… εκείνος για την Αγία Αναστασία
(06/12/2005 18:27)
Σε εποχές που ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι στρέφονται προς τα γήινα και αγνοούν και περιφρονούν και αμφισβητούν την ουράνια πολιτεία, σε εποχές που λησμονούν και ειρωνεύονται τον Δημιουργό, Εκείνος δεν παύει να δείχνει δια του υιού Του και Σωτήρα μας Ιησού Χριστό και των Αγίων του, την αγάπη Του. Δεν παύει να φροντίζει, με το μοναδικό τρόπο που Εκείνος γνωρίζει, αυτούς που τον αναζητούν. Δεν παύει να καλεί ως καλός Ποιμένας τα απολωλότα πρόβατα, ενισχύοντας την πίστη τους. Δεν παύει να γιατρεύει, να κατηχεί και να οδηγεί το πιο τέλειο δημιούργημά του μέσα από σειρά ανεξήγητων, για πολλούς από εμάς, γεγονότων, που είθισται να ονομάζουμε σήμερα θαύματα.
Σε καιρούς λοιπόν γενικής αμφισβήτησης και κλονισμού της πίστης, ο καλός Θεός συνηθίζει να μιλά και να επικοινωνεί με τρόπο θαυματουργικό, ώστε οι πιστοί που γεύονται τη δωρεά της Χάρης του Υψίστου, να αποκτούν βιώματα τέτοια, τα οποία καθιστούν ακλόνητη την πίστη τους. Όλοι λίγο-πολύ οι Χριστιανοί έχουμε γευθεί και ζήσει –αν και δεν την αξίζουμε- τη θεία χάρη, έχουμε βιώσει στην προσωπική μας ζωή το θαύμα. Και οι περισσότεροι από εμάς δεν παύουμε να το αναζητούμε μέχρι και την τελευταία αναπνοή μας. Το θαύμα που αποκλειστικά παρουσιάζει στο τεύχος αυτό ο «Σ.Ο.» σχετίζεται με ένα 35χρονο νεαρό, ο οποίος κτύπησε πολύ σοβαρά με το όχημα που οδηγούσε και ενώ οι γιατροί είχαν σηκώσει τα χέρια ψηλά και περίμεναν το βέβαιο κατ’ αυτούς θάνατο, εκείνος έζησε το θαύμα μέσα από την θεία παρέμβαση της Αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας.
Τρία χρόνια μετά το θαυματουργικό γεγονός πήραμε την άδεια του νεαρού καλού φίλου και συνεργάτη να δημοσιεύσουμε το θαύμα, υπό την προϋπόθεση πως δεν θα δημοσιεύσουμε τα στοιχεία του. Και αυτό, γιατί δεν επιθυμεί να γίνει «τροφή» στα τηλεοπτικά κανάλια και σε κάθε λογής «περίεργους» σύγχρονους αμφισβητίες της αδιάλειπτης παρουσίας του Θεού. Η διήγηση του αγαπητού Κώστα, συνδέεται, όπως ήδη αναφέραμε με την Αγία Αναστασία τη Ρωμαία τη μνήμη της οποίας η Αγία Εκκλησία μας τιμά στις 29 Οκτωβρίου. Λείψανα της Αγίας σώζονται στην Ιερά Μονή του Οσίου Γρηγορίου στο Άγιο Όρος. Στο μοναστήρι μάλιστα στις 12 Νοεμβρίου (29 Οκτωβρίου με το Παλαιό Ημερολόγιο) γίνεται μεγάλο πανηγύρι. Η εορτή αυτή έχει αποκτήσει εδώ και τρία χρόνια για έναν εκλεκτό φίλο και συνεργάτη του «Σ.Ο.» ξεχωριστή σημασία, αφού δια μέσου της Αγίας Αναστασίας βίωσε το θαύμα κατά τέτοιο τρόπο που άφησε ανεξίτηλα τα σημάδια στη ζωή του. Βέβαια ο στενός κύκλος του αλλά και ο ηγούμενος της Μονής Οσίου Γρηγορίου αρχιμανδρίτης π. Γεώργιος Καψάνης, γνωρίζουν τα στοιχεία και εκ της διηγήσεως θα κατανοήσουν σε ποιον αναφέρεται η διήγηση.
Το ατύχημα
Ο νεαρός Κώστας, πατέρας δύο ανήλικων παιδιών, επέστρεφε από την Αθήνα, στην πόλη που κατοικεί στις 11 Σεπτεμβρίου 2002, με τη μοτοσικλέτα μεγάλου κυβισμού. Είχε μόλις τακτοποιήσει ορισμένες εργασίες και επέστρεφε καταπονημένος. Κατά τη διαδρομή, η μοτοσικλέτα ανατρέπεται και ο ίδιος στην κυριολεξία απογειώνεται και πέφτει με ορμή σε μια κολώνα. Η σύγκρουση, όπως διηγείται ο ίδιος προκαλεί θραύση στη λεκάνη και στα πλευρά και στις απολήξεις των πέντε χαμηλών σπονδύλων της σπονδυλικής του στήλης. Μία εκ των απολήξεων κόβει μία φλέβα, η οποία προκαλεί σύμφωνα με τη διάγνωση των θεράποντων ιατρών οπισθοπεριτωναϊκό αιμάτωμα από την εσωτερική αιμορραγία. Το γεγονός αυτό έκανε τους γιατρούς να σηκώσουν στην κυριολεξία τα χέρια, αφού τέτοια περίπτωση δεν δεχόταν χειρουργική επέμβαση. Μετά την πάροδο 24ωρών στην εντατική, ο Κώστας εξαντλημένος από την απώλεια αίματος οδηγείται στο χειρουργείο. «Ήμουν ετοιμοθάνατος, είχα χάσει τρία κιλά αίμα, όταν οι γιατροί αποφασίζουν να κάνουν μια προσπάθεια σωτηρίας. Με χειρουργούν στην κοιλιακή χώρα για να μην αφήσουν να πεθάνω όπως οι ίδιοι, είπαν αργότερα, χωρίς ιατρική προσπάθεια. Η εγχείρηση αποτυχαίνει, αφού δεν κατάφεραν να φθάσουν στο σημείο που χρειαζόταν και απλώς περίμεναν, όπως έλεγαν, να πεθάνω», διηγείται εμφανώς συγκινημένος σήμερα ο Κώστας.
Το ανεξήγητο
Κατά περίεργο, όμως τρόπο, και ενώ οι δικοί του ανέμεναν το μοιραίο, ο Κώστας, έζησε. «Η φλέβα έκλεισε μόνη της και οι γιατροί μιλούν μέχρι σήμερα για θαύμα», λέει. Ο νεαρός πατέρας παραμένει στο νοσοκομείο επί δέκα ημέρες. Γυρίζει εν συνεχεία σπίτι του και μετά την πάροδο 15 ημερών περνά και πάλι το κατώφλι του νοσοκομείου για μια ακόμη επέμβαση, με την οποία καθαρίζεται το αιμάτωμα. Στις 26 Οκτωβρίου του 2002, ανήμερα του Αγίου Δημητρίου, επιστρέφει στο σπίτι, στη καλή σύζυγο του και τα δύο κοριτσάκια του. Η βελτίωση στην υγεία του, όπως ομολογεί ο ίδιος είναι ραγδαία. Μέχρι το σημείο, αυτό τίποτε δεν του είχε προκαλέσει εντύπωση.
Η συνομιλία με την Αγία
Τα ξημερώματα της 29ης Οκτωβρίου, όμως ένα όνειρο ή όραμα αλλάζει τη ζωή του, αφού δίνει την απάντηση σ’ αυτό που οι γιατροί αποκάλεσαν ομόφωνα θαύμα. Να πως διηγήθηκε ο ίδιος, το όνειρο αυτό. «Βλέπω μία κοντή και πολύ νεαρή κοπέλα, που φορούσε ένα σκούρο γκριζωπό ράσο και ένα μαντήλι-κάτι σαν κουκούλα-στο κεφάλι να με πλησιάζει. Δεν μπορούσα, ωστόσο, να διακρίνω το πρόσωπό της. Εξέπεμπε, όμως η παρουσία της μια εξαιρετική γλυκύτητα. Περπατούσε χιαστά πάνω από ένα τεράστιο φίδι, για το οποίο έδειχνε αδιαφορία. Εντύπωση μου προκαλούσε και το χρώμα του ουρανού αλλά και το πρωτόγνωρο –αλλόκοτο- πρωτοφανές φως της ημέρας. Πριν προλάβω να την ρωτήσω ποια είναι σταματάει σε μία απόσταση 4-5 μέτρων και μου λέει. «Είμαι η Αγία Αναστασία. Εγώ σε έσωσα». Το ύφος της έδειχνε πως δεν έκανε κάτι σπουδαίο, πιθανόν για να μην νιώσω υποχρεωμένος για την πράξη της. Με ιδιαίτερα προκλητικό και δύσπιστο ύφος την ρωτώ. «Γιατί με έσωσες;» Και εκείνη με ύφος που έδειχνε πως απλώς ακολούθησε κάποια εντολή μου απαντά: «Γιατί μου το ζήτησε η Παναγία». Όπως αναφέρει, ο Κώστας κατά τη διάρκεια της συνομιλίας η παρουσία της Αγίας Αναστασίας είχε δημιουργήσει στην όλη ατμόσφαιρα μια εξαιρετική γλυκύτητα.
Έκδηλα συγκλονισμένος από το όνειρο-όραμα ο Κώστας σηκώνεται και τηλεφωνεί σε ένα γνωστό του και φίλο του μοναχό. Εκείνος στην κυριολεξία ξαφνιάζεται από το πρωινό τηλεφώνημα. Ο Κώστας αποκρύπτει το όνειρο του και απλώς ρωτά τον μοναχό. «Ξέρεις τίποτε για καμία Αγία Αναστασία;», Όπως μας λέει, μέχρι τότε είχε ακούσει για την Αγία Αναστασία τη Φαρμακολύτρια, αλλά ουδέποτε την είχε επικαλεστεί. «Ποια Αγία Αναστασία, τη Ρωμαία που γιορτάζει σήμερα;» απαντά ο μοναχός. Η απάντηση του μοναχού, συγκλονίζει ακόμη περισσότερο τον Κώστα. Αποφεύγει, όμως να πει, οτιδήποτε για το όνειρο.
Λίγες ημέρες, αργότερα ο Κώστα δέχεται ένα τηλεφώνημα, από γνωστό του ιερωμένο, ο οποίος ενδιαφέρθηκε να μάθει για την πορεία της ανάρρωσής του. Κατά τη συζήτηση, του αναφέρει πως όταν συναντηθούν, θα του αναφέρει ένα όνειρο με την Αγία Αναστασία τη Ρωμαία, προκειμένου να λύσει ορισμένες απορίες του. Η επιμονή όμως του ιερωμένου να του πει περί τίνος πρόκειται έκαμψε τον Κώστα, που του είπε εν τάχει τι είχε συμβεί. «Κώστα, ξέρεις που βρίσκομαι αυτή τη στιγμή και γιατί επέμεινα να μου πεις;» είπε ο ιερωμένος. Και πρόσθεσε χωρίς να αναμένει απάντηση. «Είμαι στη Ιερά Μονή Γρηγορίου, στο Άγιο Όρος και σε λίγο πρόκειται μαζί με άλλους προσκυνητές να προσκυνήσουμε το Άγιο λείψανό της, το οποίο βρίσκεται στη Μονή». Για δεύτερη φορά ο Κώστας συγκλονιζόταν. «Καταλαβαίνεις το σόκ που έπαθα», μας λέει.
Λόγω, της εργασίας του ο Κώστας επισκέπτεται σχεδόν σε καθημερινή βάση Ιερούς Ναούς και μοναστήρια. Έτσι, τον Απρίλιο του 2004, εξιστορούσε σε ένα μοναχό, έξω από την πύλη του μοναστηριού του στο Λουτράκι της Κορινθίας το όνειρο. Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας, περνά κάποιο αυτοκίνητο. Ο οδηγός του και η μικρή κόρη του ήταν γνωστοί στο μοναχό. Τον χαιρετούν και καθώς απομακρύνονται ο μοναχός λέει στον Κώστα. «Ο κύριος …. Κώστα έχει τάμα να χτίσει ένα εκκλησάκι στην περιοχή προς τιμή της Αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας. Και γι’ αυτό την κόρη του την ονόμασε Αναστασία».
Όλα αυτά έχουν στην κυριολεξία προκαλέσει ακλόνητα θεμέλια πίστης στον Κώστα και στην οικογένεια του αλλά και στους φίλους του. Ο ίδιος φροντίζει να μην λείπει στο πανηγύρι που γίνεται προς τιμή της Αγίας Αναστασίας κάθε χρόνο στη Μονή Οσίου Γρηγορίου και διατηρεί μια σχέση επικοινωνίας με την Αγία Αναστασία μέσω της καθημερινής προσευχής του. Το βέβαιο είναι πως αυτή η γνωριμία του με την Αγία Αναστασία του άλλαξε ολόκληρη τη ζωή. Μέσω της γνωριμίας αυτής, έθεσε προτεραιότητα στο θέλημα του Χριστού και βιώνει καθημερινά το θαύμα της Ορθόδοξης πίστης. Δόξα τω Θεώ

Συντάκτης: Θεοπούλα Παναγιώτου
Πηγή: Στύλος Ορθοδοξίας (Τευχ. Νοεμβ. 2005)

Θεραπεία καρκίνου

Πρωτοχρονιά του 1989 ήλθε στο σπίτι μου η εξαδέλφη μου Ευ. Φ. από την Τήνο ,με τον άνδρα της και τη μοναχοκόρη της Σ. ,17 ετών ,που είχε καρκίνο στο κεφάλι. Το πρόσωπο της κόρης είχε παραμορφωθεί τελείως, τα πόδια της είχαν στραβώσει και είχαν παραλύσει. Κάποτε ήταν μια ευπαρουσίαστη κοπέλα.
Οι γονείς της ,απελπισμένοι που οι γιατροί είπαν πως το παιδί δεν έχει ζωή,μας ερώτησαν μήπως εμείς έχουμε άλλον καλύτερο ιατρό. Αφού τους φιλοξένησα στο σπίτι μου ,την άλλη μέρα πήγαμε στο Ιατρικό Κέντρο ,στον κ. Βασίλη Κέκη. Μετά από διάφορες εξετάσεις και αξονική τομογραφία διαφόρων ιατρών ,ο κ. Κέκης είπε: << Δυστυχώς το παιδί δεν έχει ζωή ,και μη το ταλαιπωρείτε >>. Πατέρας και μάνα άρχισαν τότε να χτυπούν το κεφάλι τους στον τοίχο και να κλαίνε απαρηγόρητα. Προσπάθησα να τους παρηγορήσω και να τους πείσω ότι με το λάδι της αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας το παιδί θα γίνει καλά. Τηνάλλη μέρα άλειψα το κεφάλι του παιδιού με λάδι ,έβαλε και στο στόμα του. Εν τω μεταξύ τηλεφώνησα στους Πατέρες της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου να της κάνουν Παράκληση και Θεία λειτουργία υπέρ αναρρώσεώς της.
Πήγαμε στο Νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ. Αφού το εξέτασε ο κ. Καψαλάκης , κούνησε απελπισμένα το κεφάλι του και είπε: <<Αργήσατε πολύ.Θα κάνουμε όμως ό,τι μπορούμε>>. Τότε η μητέρα του κάθε ημέρα άλειφε το παιδάκι με λαδάκι της Αγίας και διάβαζε την Παράκλησή της . Σε μία εβδομάδα έκανε δύο εγχειρήσεις ,και η βιοψία έδειξε κακοήθη όγκο με κακές εξελίξεις.
Ξαφνικά το παιδί άρχισε να καλυτερεύει .Κάθε ημέρα και καλύτερα.Έκτοτε ο ιατρός παρακολουθούσε το παιδί επί δύο χρόνια ,ώσπου είπε:<<Είναι πολύ καλά ,και δεν χρειάζεται να το ξαναφέρετε>>.
Σήμερα η Σ. είναι ένα ευπαρουσίαστο κορίτσι ,τελείωσε το Λύκειο ,παρέλασε ως σημαιοφόρος στις 28 Οκτωβρίου και των Τριών Ιεραρχών ,στην εύρεση
της Παναγίας της Τήνου. Τώρα σπουδάζει σε κάποια σχολή.
Επίσης μια γνωστή μου η κ. Χαρίκλεια Π., μητέρα δύο μικρών παιδιών , είχε καρκίνο στο νεφρό. Έκανε εγχείρηση ,το αφαίρεσαν ,και σε λίγους μήνες ο καρκίνος έκανε μετάσταση σε όλο της το σώμα . Από τη μέση και κάτω έμεινε παράλυτη. Της έδωσα το λάδι της αγίας Αναστασίας ,αλέίφτηκε ,και απότότε άρχισε να καλυτερεύει. Στην αρχή περπατούσε με πατερίτσες , μετά με μπαστούνι ,τώρα είναι τελείως καλά. ……
Βαρβάρα Παπανικολάου
Αθήνα

O γέρο- Κώστας που τον υπηρετούσε η Παναγία

Αλλά και οι λαϊκοί πού μένουνε στο Άγιον Όρος παίρνουνε μία χάρη,  παρ’  ότι πολλές φορές βλέπουμε ότι δεν έχουνε και βίο σωστό και πολλές φορές ίσως μας σκανδαλίζουν.

Μερικοί λένε: «τι τους θέλουμε αυτούς τους κοσμικούς εδώ πέρα και δεν τους βγάζει έξω ή Ιερά Κοινότης». Σε παλαιότερη εποχή, απ’  ότι μας λέει ο παπά-Ακάκιος  των Παχωμαίων πού είναι μεγαλύτερος, αποφάσισε ή Ιερά Κοινότης να τους μαζέψει όλους αυτούς -εμείς τους λέγαμε «ζεύγαλους» ή «καβιώτες»- και να τους βγάλει έξω,  να τους κάνη εξορία από το Άγιον Όρος,  διότι οι περισσότεροι από αυτούς μεθούσανε,  πέφτανε στους δρόμους, ζούσαν άσωτη ζωή.

Τότε υπήρχαν τα καράβια τα μεγάλα, όπως το «Γεώργιος Φ»,  πού ερχότανε από Θεσσαλονίκη και πήγαινε Καβάλα, και κάθε δεκαπενθήμερο περνούσε από την Δάφνη. Αυτή ήταν ή συγκοινωνία του Αγίου Όρους.  Όταν τους μαζέψανε εκεί στην Δάφνη, είπαν: «Μια πού είναι τώρα μαζεμένοι όλοι -ίσως να ήταν καμιά πενηνταριά άτομα- να τους βγάλουμε μία φωτογραφία, έτσι για ανάμνηση, για την ιστορία, να τους έχουμε». Όταν έβγαλαν την φωτογραφία και εμφανίσανε την πλάκα,  είδανε επάνω απ’ όλους αυτούς τους «ζεύγαλους» την Παναγία  μας να τους σκεπάζει.  Παρουσιάστηκε ή Παναγία στην πλάκα,  οπότε αποφάσισαν οι πατέρες να μη τους διώξουν:  «Αφού ή Παναγία μας τους σκεπάζει, ποιοι είμαστε εμείς πού θα τους διώξουμε;».

Γνωρίσαμε έναν απ’ αυτούς, πού τον έλεγαν γέρο-Κώστα, ο όποιος έμενε στο  Μπουραζέρι,  πριν να πάνε ακόμα εκεί οι πατέρες,  όταν ήταν λίγοι Ρώσοι.  Είχανε εξώσπιτα απ΄ έξω και ζούσανε κάποιοι απ αυτούς τους «ζεύγαλους»· Σ’  ένα καλυβάκι εκεί ζούσε και ο γέρο-Κώστας.  Έναν βαρύ χειμώνα είχε πέσει πολύ χιόνι και ο γέρο-Κώστας αρρώστησε από γρίπη. Είχε πέσει 60-70 πόντους χιόνι και δεν μπορούσε κανείς να πάει να τον δη. Όταν έλιωσε το χιόνι, πήγαν οι άλλοι λαϊκοί, οι «ζεύγαλοι», εκεί να τον δουν, και του λένε:

«Γέρο-Κώστα πώς τα πέρασες με το χιόνι; Ποιος σου έφερνε ψωμί εδώ πέρα; Είχες τρόφιμα να περάσης;».

«Είχα αρρωστήσει,  παιδιά,  πολύ άσχημα και θα πέθαινα από γρίπη, αλλά μία μαυροφόρα κυρία ερχότανε, άναβε την σόμπα μου και μ’ έκανε και τσάι. Μου ‘δινε και παξιμάδι και έτσι πέρασα αυτή την κρίση.  Αλλιώς θα  πέθαινα,  θα ήμουν πεθαμένος».

Τον υπηρετούσε ή Παναγία και αυτός το θεωρούσε τόσο  φυσιολογικό…

Aπ’ο.misha.pblogs.gr