Ανακοίνωση της Ιεραποστολικής  Ομάδας -ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΕΘΝΗ-

ceb3ceafcebdceb5-cebccebfcebbcf8dceb2ceb9-ceb3cf8ccebcceb1-2

Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί, Χριστός ετέχθη. Χρόνια πολλά.

«Αν δεν μπορείς να κάνεις σπουδαία πράγματα για τους άλλους, κάνε πολλά μικρά με σπουδαία Αγάπη».

Με αυτή τη βασική αρχή ξεκινήσαμε πριν μερικά χρόνια, προκειμένου να προσφέρουμε στο ιεραποστολικό έργο της Εκκλησίας.Και παρόλο που οι δυνατότητές μας ήταν πολύ μικρές η Πρόνοια του Δωρεοδότη Θεού τις ενίσχυσε ποικιλοτρόπως .Ήδη διανύουμε τον δέκατο χρόνο δράσης μας και ο εκάστοτε ετήσιος απολογισμός μάς επιβάλλει να αναπέμψουμε δοξολογικές ευχαριστίες προς τον εν Τριάδι Θεό και στην Υπεραγία Θεοτόκο για την ενίσχυση του έργου μας. Βρισκόμαστε στην ανατολή του νέου πολιτικού έτους και αισθανόμαστε την ανάγκη να επικοινωνήσουμε μαζί σας για να σας ευχαριστήσουμε για την πολυποίκιλη συνεργασία μας και για την εμπιστοσύνη που συνεχίζετε να μας δείχνετε.

Μακάριος ὁ συνιῶν ἐπὶ πτωχὸν καὶ πένητα · ἐν ἡμέρᾳ πονηρᾷ ρύσεται αὐτὸν ὁ Κύριος. Κύριος διαφυλάξαι αὐτὸν καὶ ζήσαι αὐτὸν καὶ μακαρίσαι αὐτὸν ἐν τῇ γῇ καὶ μὴ παραδῷ αὐτὸν εἰς χεῖρας ἐχθρῶν αὐτοῦ. (Ψαλμός 40, 2-3)

Στην εποχή της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης και ένδειας που διέρχεται η Ελλάδα, με τους εξαντλητικούς φόρους και την υπολειτουργία όλων των κρατικών και κοινωνικών δομών, μάς συγκινούν οι ευγενείς δωρητές, που προσφέρουν το υστέρημά τους με σκοπό να διατεθεί στην κάλυψη αναγκών των ιεραποστολικών κλιμακίων. Η διαδικτυακή μας ομάδα, με σύνεση διαχειρίζεται αυτά «τα ιερά χρήματα» σε έργα αγάπης και υποστήριξης ς Ιεραποστόλων που γνήσια και καλλίκαρπα επιτελούν την σπουδαία αποστολή τους, δίνοντας ζωντανή και αγία μαρτυρία της Ορθοδοξίας στα Έθνη.

Ο ρόλος μας συνεχίζεται να είναι ακόμα ερανικός και συνεργαζόμαστε αρμονικά με δύο ιεραποστολικούς συλλόγους (που εκδίδουν τις σχετικές αποδείξεις) «άχρι καιρού», έως ότου γίνει πράξη η αυτόνομη και αυτοδύναμη  επίσημη παρουσία μας.Γι ‘αυτό να προσεύχεστε.

Απολογισμός του έτους 2014

Η ομάδα μας δραστηριοποιείται στην ιεραποστολή σε δύο τομείς. Στην εξωτερική ιεραποστολή, με οικονομική ενίσχυση ιεραποστολικών κλιμακίων και στην εσωτερική ιεραποστολή.

Α.Δραστηριότητες της ομάδας στην Εξωτερική Ιεραποστολή κατά το 2014

1.Η αποστολική εμπειρία εκφράζεται με την αναγγελία του «Ευαγγελίου της δόξης» συνεχώς σε νέα σύνορα και απρόσιτες περιοχές. Απρόσιτες όχι μόνο με τη γεωγραφική έννοια αλλά και την κοινωνική. Μια σύγχρονη ασθένεια που απειλεί να παραλύσει τη χριστιανική ιεραποστολή είναι η αντίληψη ότι, εφόσον παντού υπάρχει ανάγκη ευαγγελισμού, είμαστε όλοι «ιεραπόστολοι» ˙κατά συνέπεια περιοριζόμαστε στις υπάρχουσες συνθήκες ζωής, αγνοώντας τις πιο δύσκολες και λησμονημένες περιοχές χριστιανικής μαρτυρίας. Στην τελευταία όμως εντολή Του ο Κύριος επιμένει σε μια καθολική τοποθέτηση: «Και έσεσθέ μοι μάρτυρες εν τε Ιερουσαλήμ και εν πάση τη Ιουδαία και Σαμαρεία και έως εσχάτου της γης» (Πράξ. 1: 8).

article_16405

Έτσι λοιπόν ξεκινήσαμε την περυσινή ιεραποστολική μας δραστηριότητα, με την οικονομική ενίσχυση της πολυμελούς οικογένειας του μακαριστού φτωχού και αθόρυβου Ινδονήσιου Ιεραποστόλου π.Αθανασίου Μανάλου, που ζει στην περιοχή Taratung της Σουμάτρας.

Ο μακαριστός π.Αθανάσιος κοιμήθηκε την 25 το η ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2013 μετά από μακροχρόνια ασθένεια ανεπάρκειας καρδιάς, αφού δεν μπόρεσε να συγκεντρώσει το ποσό των 4000 ευρώ που χρειαζόταν για την χειρουργική θεραπεία του προβλήματος του. Η οικογένειά του αποτελείται από την πρεσβυτέρα Θεοδώρα και πέντε (5) ανήλικα παιδιά και ζούνε σε συνθήκες πολύ μεγάλης φτώχειας. Συγκεντρώσαμε σε δύο δόσεις ένα σημαντικό για την περιοχή χρηματικό ποσό και το αποστείλαμε στην οικογένεια, προσπαθώντας να την στηρίξουμε στην νέα δύσκολη φάση της, μετά τον θάνατο του π.Αθανασίου.

2.Ενισχύσαμε σε δύο φάσεις το ιεραποστολικό έργο της Μητροπόλεως Μαδαγασκάρης. Συγκεκριμένα μετά από την δημοσίευση επιστολής – έκκλησης του Μητροπολίτη Μαδαγασκάρης κ.κ.Ιγνατίου σε ιεραποστολικό περιοδικό και την αναδημοσίευσή μας στο ιστολόγιο -ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΓΝΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ- μέλος της ομάδας μας από την Κύπρο, πρόσφερε σημαντικότατο ποσό για την έναρξη του συσσιτίου των παιδιών της ιεραποστολής, που είχε διακοπεί λόγω έλλειψης χρημάτων. Έτσι το συσσίτιο άρχισε πάλι να λειτουργεί. Επίσης το συγκεκριμένο μέλος της ομάδας μας πρόσφερε χρήματα για την συνέχιση του έργου του Ορφανοτροφείου της Μητρόπολης Μαδαγασκάρης καθώς και σημαντικό ποσό για την οικογένεια του π.Αθανασίου Manalu.

3.Οικονομική ενίσχυση στάλθηκε στην Ιερά Μητρόπολη Ρουάντας και Μπορούντι, προκειμένου να διατεθεί για τις ανάγκες των σχολείων που λειτουργεί στην περιοχή η Ορθόδοξη Ιεραποστολή.

4.Τέλος οικονομική ενίσχυση στάλθηκε προς τους διωκόμενους αδελφούς μας στη Συρία.

Είναι γνωστό ότι η αποστολική εμπειρία και μαρτυρία κορυφώνεται στο μαρτύριο. «Και έσεσθέ μοι μάρτυρες». Μ ‘άλλα λόγια: «Θα πρέπει κάτι ουσιαστικό να πείτε για τη ζωή Μου και τον θάνατό Μου: με τη ζωή σας, με τον θάνατό σας». Είναι ενδεικτικό ότι η ελληνική λέξη της Καινής Διαθήκης «μάρτυς» έχει δύο έννοιες. Η μία, δίνω μαρτυρία και η άλλη, καταθέτω αυτήν τη μαρτυρία σφραγίζοντάς την με αίμα, με «μαρτύριον». Η γνώση του προσώπου του Χριστού θα ολοκληρωθεί με την υπαρξιακή γνώση του θανάτου Του: «Του γνώναι αυτόν και την δύναμιν της αναστάσεως αυτού … συμμορφούμενοι τω θανάτω αυτού» (Φιλ 3:10.). Αυτό παραμένει κοινή κλήση για τα μέλη της Εκκλησίας, μερίδιο όλων των πιστών στη μαρτυρία και στο μαρτύριό της. Σήμερα οι διωκόμενοι αδελφοί μας στην Συρία ζούνε αυτό το μαρτύριο της μαρτυρίας του Χριστού, για το οποίο ελάχιστοι μιλούν και ακόμα λιγότεροι γνωρίζουν το μέγεθος του μαρτυρίου.Οι ανάγκες τους πάρα πολλές, και προσευχόμαστε να αφυπνισθεί το χριστεπώνυμο πλήρωμα, ώστε να βοηθήσουμε όσο μπορούμε περισσότερο τους διωκόμενους αδελφούς μας.

Β. Δραστηριότητες στην Εσωτερική Ιεραποστολή.

1.Επειδή ένας μεγάλος αριθμός συνανθρώπων μας αντιμετωπίζει σοβαρότατα οικονομικά προβλήματα, διαθέσαμε ένα χρηματικό ποσό για την αντιμετώπιση άμεσων αναγκών τους.Για τον σκοπό αυτό υπάρχει η ιστοσελίδα μας -ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ – στο facebook, όπου γίνονται σχετικές εκκλήσεις.

ΕΞΩΦΥΛΟ-ΑΓ.ΤΡΙΑΔΑ

2.Στις βασικές δραστηριότητες της ομάδος ήταν η έκδοση τεσσάρων νέων βιβλίων (αυξάνοντας τον αριθμό των εκδοθέντων μέχρι τώρα σε επτά), με κορυφαία έκδοση τον Παρακλητικό Κανόνα στο Θείο και Προσκυνούμενο, Πανάγιο και Παράκλητο Πνεύμα του Αγίου Μαξίμου του Γραικού .Πρόκειται για την πρώτη , μοναδική και ως εκ τούτου ΙΣΤΟΡΙΚΗ έκδοση στην Ελληνική υμνογραφική γλώσσα, του μοναδικού κειμένου της εκκλησιαστικής γραμματείας με παρόμοιο θέμα, που μέχρι τώρα υπήρχε μόνο στα Ρωσοσλαβονικά. Η έκδοση αυτή αποτελεί για μας ιδιαίτερη τιμή και ευλογία γιαυτό και στο εξής θεωρούμε τον Άγιο Ισαπόστολο και μάρτυρα της Εκκλησίας μας Μάξιμο Γραικό, σαν προστάτη της ομάδος μας στις ιεραποστολικές μας δραστηριότητες.

3.Τα υπόλοιπα βιβλία που εκδόθηκαν είναι:

– Ασκητές της Αθωνικής Βίγλας. (Εκδόσεις Μύρτος)

– Η Παιδαγωγία στην εν Χριστώ ζωή. Εισοδεύοντας στην ορθόδοξη πνευματικότητα και στο Μυστήριο της Μετανοίας. (Εκδόσεις Γράφημα)

– Η Υπέρμαχος Στρατηγός. Η Παναγία στη ζωή της Ρωμιοσύνης. (Εκδόσεις Γρηγόρη).

Τα έσοδα από τα συγγραφικά δικαιώματα των βιβλίων τα διαθέτουμε για τους ιεραποστολικούς σκοπούς της ομάδος μας.

Περισσότερα για τα βιβλία μας θα βρείτε στο ιστολόγιο -ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΓΝΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ- και συγκεκριμένα στη διεύθυνση.

https://fdathanasiou.wordpress.com/2014/11/16/%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%84%CE%B5%CE%B9%CE%BD%CF%8C%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%B1-%CE%B2%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%AF%CE%B1-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CF%83%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%BA%CE%BF%CF%83%CF%84/

3. ΝΕΑ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΟΜΑΔΟΣ.

cebcceb1cebdceb1cebbcebfcf85-ceb1ceb8ceb1cebdceb1cf83ceb9cebfcf83-σελίδα-011

Πρώτη δραστηριότητα για την νέα χρονιά είναι η συγκέντρωση χρημάτων για την οικογένεια του π.Αθανασίου Manalu στην Ινδονησία.

Όσοι επιθυμούν να συμμετέχουν σε αυτή να καταθέτουν τις δωρεές τους στον λογαριασμό.

Eurobank / 0026-0469-64-0100058162.

(IBAN, GR 6102604690000640100058162)

(Δικαιουχος π.Δημήτριος Αθανασίου)

Επειδή θα εκδοθούν και αποδείξεις από Ιεραποστολικό σύλλογο, με τον οποίο συνεργαζόμαστε, παρακαλούμε τους δωρητές να μας γνωστοποιούν τα πλήρη στοιχεία τους (ονοματεπώνυμο και διεύθυνση διαμονής).

Επίσης σας γνωστοποιούμε ότι το e-mail επικοινωνίας είναι: fdathanasiou@gmail.com.

Τέλος ευχόμαστε ο Κύριός μας,δια των πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου και του Οσίου πατρός ημών Μαξίμου του Γραικού,του Ισαποστόλου και Ομολογητού, να χαρίσει ουράνια αμοιβή στους ευγενείς δωρητές, που προσφέρουν στους έχοντας ανάγκη, αλλά να ευλογεί και να δυναμώνει τους ιεραποστόλους, τους ευαγγελιζομένους την ειρήνη στα πέρατα της γης.

Καλή και ευλογημένη η νέα χρονιά

Για την διαδικτυακή ομάδα -ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΕΘΝΗ-

π. Δημήτριος Αθανασίου

Άρτα

Ἡ  ε ὐ λ ο γ ί α  τ ο ῦ  χ ρ ό ν ο υ (π. Δημητρίου Μπόκου)

xonos-cf87cf81cf8ccebdcebfcf82

Μιὰ φο­ρὰ κι ἕ­ναν και­ρὸ – λέ­ει τὸ πα­ρα­μύ­θι – ὁ Θε­ὸς ἔ­σκυ­ψε ἀ­πὸ τὸν οὐ­ρα­νὸ κι ἔ­ρι­ξε ἕ­να βλέμ­μα στὴ γῆ. Δὲν ἔ­μει­νε ὅ­μως εὐ­χα­ρι­στη­μέ­νος μὲ ὅ­σα εἶ­δε ἐ­κεῖ. Οἱ ἄν­θρω­ποι, ἂν καὶ τοὺς εἶ­χε δώ­σει ὅ­λα τὰ κα­λά, εἶ­χαν γε­μί­σει τὴ ζω­ή τους μὲ προ­βλή­μα­τα. Ὁ Θε­ὸς στε­νο­χω­ρή­θη­κε πο­λύ, για­τὶ τοὺς ἀ­γα­ποῦ­σε καὶ ἤ­θε­λε νὰ εἶ­ναι ὅ­λοι κα­λά. Ἔ­πε­σε σὲ βα­θειὰ συλ­λο­γή. Τί ἄλ­λο θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ κά­μει γιὰ νὰ τοὺς βο­η­θή­σει; Ποι­ὰ εὐ­λο­γί­α δὲν τοὺς ἔ­δω­σε ἀ­κό­μα; Σκέ­φθη­κε τό­τε νὰ ἐ­πι­στρα­τεύ­σει τὸν Χρό­νο. Θὰ τὸν ἔ­στελ­νε στοὺς ἀν­θρώ­πους, ὥ­στε νὰ ἔ­χουν κά­θε εὐ­και­ρί­α μὲ ὅ­λη τους τὴν ἄ­νε­ση νὰ φτιά­χνουν σω­στὰ τὴ ζω­ή τους.

Τὸν φώ­να­ξε λοιπὸν ἀ­μέ­σως κον­τά του, τὸν κα­θο­δή­γη­σε καὶ τὸν ἔ­στει­λε στὴ γῆ γιὰ νὰ βο­η­θή­σει τοὺς ἀν­θρώ­πους. Ὁ Χρό­νος, νε­α­ρὸ παλ­λη­κά­ρι γε­μά­τος ὄ­ρε­ξη, ξε­κί­νη­σε ἀ­μέ­σως τὸ ἔρ­γο του. Δὲν εἶ­χε και­ρὸ γιὰ χά­σι­μο. Ἔ­πρε­πε νὰ γυ­ρί­σει ὅ­λη τὴ γῆ κι αὐ­τό, ἂν τὸ κα­λο­σκε­φθεῖς,  δὲν ἦ­ταν κα­θό­λου εὔ­κο­λη καὶ ξε­κού­ρα­στη δου­λειά.

Στα­μά­τη­σε στὴν πρώ­τη πόρ­τα ποὺ συ­νάν­τη­σε μπρο­στά του καὶ χτύ­πη­σε. Τοῦ ἄ­νοι­ξε ἕ­νας συ­νο­μή­λι­κός του νε­α­ρός. Ὁ Χρό­νος τοῦ εἶ­πε:

–  Εἶ­ναι και­ρὸς νὰ ἀρ­χί­σεις.

–  Ν᾿ ἀρ­χί­σω τί; ρώ­τη­σε μὲ φα­νε­ρὴ ἀ­πο­ρί­α ὁ νέ­ος.

–  Ὅ­λα τὰ ση­μαν­τι­κὰ ποὺ φτιά­χνουν τὴ ζω­ή σου. Τὰ σχέ­διά σου καὶ τὰ ὄ­νει­ρα ποὺ θὰ τῆς δώ­σουν ὀ­μορ­φιὰ καὶ νό­η­μα.

–  Μὰ εἶ­ναι πο­λὺ νω­ρὶς ἀ­κό­μα, ἀ­πάν­τη­σε ὁ νέ­ος. Ἔ­χω και­ρό. Τὸ μέλ­λον εἶ­ναι μπρο­στά μου.

–  Δὲν ξέ­ρεις κάν, ἂν θὰ ἔρ­θει πο­τὲ τὸ μέλ­λον, ἀ­πάν­τη­σε ὁ Χρό­νος. Δι­κός σου χρό­νος εἶ­ναι μό­νο αὐ­τὸς ποὺ τώ­ρα ζεῖς. Αὐ­τὸ ποὺ κρα­τᾶς μὲ σι­γου­ριὰ στὰ χέ­ρια σου εἶ­ναι μο­νά­χα τὸ πα­ρόν.

Μὰ ὁ νέ­ος δὲν πεί­σθη­κε.

–  Ὄ­χι, εἶπε. Νοι­ώ­θω πὼς εἶ­ναι πο­λὺ νω­ρὶς ἀ­κό­μα γιὰ ὁ­τι­δή­πο­τε. Θὰ πε­ρι­μέ­νω τὸ μέλ­λον.

Ὁ Χρό­νος δὲν μπο­ροῦ­σε νὰ ἐ­πι­μεί­νει πε­ρισ­σό­τε­ρο. Εἶ­χε πο­λὺ δρό­μο μπρο­στά του. Ἔ­φυ­γε στε­νο­χω­ρη­μέ­νος. Ἀ­πὸ πό­λη σὲ πό­λη, ἀ­πὸ χω­ριὸ σὲ χω­ριό, ἀ­πὸ σπί­τι σὲ σπί­τι, συ­νέ­χι­σε νὰ τρέ­χει πά­νω στὴ γῆ, νὰ συ­ναν­τή­σει ὅ­λους τοὺς ἀν­θρώ­πους.

Ὅ­ταν ἐ­πι­τέ­λους συμ­πλή­ρω­σε τὸ γύ­ρο της, ὁ Χρό­νος ἦ­ταν πιὰ ἕ­νας γέ­ρος μὲ χι­ο­νι­σμέ­να μαλ­λιά. Καὶ τό­τε βρέ­θη­κε ξα­νὰ μιὰ νύ­χτα στὸ ἴ­διο ση­μεῖ­ο, ἀ­π᾿ ὅ­που εἶ­χε ξε­κι­νή­σει: στὴν πόρ­τα τοῦ  νε­α­ροῦ ποὺ εἶ­χε πρω­το­συ­ναν­τή­σει. Μὰ τώ­ρα τοῦ ἄ­νοι­ξε ἕ­νας ἀ­σπρο­μάλ­λης γέ­ρος.

–  Πρό­λα­βες νὰ κά­νεις κά­τι σπου­δαῖ­ο στὴ ζω­ή σου; ρώ­τη­σε ὁ Χρό­νος.

–  Δυ­στυ­χῶς ὄ­χι, ἀ­πάν­τη­σε ὁ γέ­ρος σκυ­θρω­πός. Τὰ ἄ­φη­να πάν­τα ὅ­λα γιὰ τὸ μέλ­λον. Μὰ κά­πο­τε κα­τά­λα­βα, πὼς εἶ­ναι πιὰ πο­λὺ ἀρ­γὰ γιὰ ὁ­τι­δή­πο­τε. Τὸ μέλ­λον δὲν ὑ­πῆρ­χε πιὰ γιὰ μέ­να. Μὲ εἶ­χε προ­σπε­ρά­σει. Χω­ρὶς νὰ τὸ ἀν­τι­λη­φθῶ, ἡ ζω­ή μου ἔ­γι­νε σι­γὰ – σι­γὰ ἕ­να πα­ρελ­θόν. Δὲν πε­ρι­μέ­νω τί­πο­τε πιά.

–  Στα­μά­τα νὰ κοι­τᾶς αὐ­τὸ τὸ πα­ρελ­θόν, εἶ­πε ὁ Χρό­νος. Δὲν χά­θη­κε κά­θε ἐλ­πί­δα. Στὰ χέ­ρια σου κρα­τᾶς ἀ­κό­μα τὸ πα­ρόν. Γιὰ ὅ­σο ζεῖς, αὐ­τὸ θὰ ὑ­πάρ­χει. Καὶ εἶ­ναι δι­κό σου. Τὸ κά­νεις ὅ,τι θέ­λεις ἐ­σύ. Κα­νέ­νας δὲν μπο­ρεῖ νὰ σοῦ τὸ πά­ρει. Τὸ πα­ρόν, αὐ­τὸ μο­νά­χα εἶ­χες πάν­το­τε δι­κό σου. Τὸ μέλ­λον δὲν ἤ­ξε­ρες πο­τὲ ἂν θὰ σοῦ δι­νό­ταν. Τὸ πα­ρελ­θόν σου πά­λι δὲν γυ­ρί­ζει πί­σω. Μὰ τὸ πα­ρόν σου, καὶ τώ­ρα ἀ­κό­μα, εἶ­ναι ἐ­δῶ. Ἔ­χεις και­ρό, ἐκ­με­ταλ­λεύ­σου το.  Ἔστω καὶ τώρα μπορεῖς νὰ κάνεις μιὰ ἀρχή, νὰ χτίσεις τουλάχιστον τὴ σχέση σου μὲ τὸν Θεό. Ἀρ­κεῖ νὰ τὸ θε­λή­σεις μό­νο.

Μὰ ὁ γέ­ρος μόρ­φα­σε ἀ­παι­σι­ό­δο­ξα:

–  Πο­λὺ ἀρ­γὰ πιὰ γιὰ ὁ­τι­δή­πο­τε.

Τὸ ρο­λό­ι χτύ­πη­σε τρεῖς φο­ρὲς μέ­σα στὴ νύ­χτα.

–  Νά, αὐ­τὴ ἡ ὥ­ρα ἐκ­φρά­ζει ὅ­λη τὴ ζω­ή μου, ξαναμί­λη­σε ὁ γέ­ρος μελαγχολικά. «Τρεῖς τὴ νύ­χτα: πο­λὺ νω­ρὶς καὶ συ­νά­μα πο­λὺ ἀρ­γὰ γιὰ ὁ­τι­δή­πο­τε» (Ζὰν-Πὼλ Σάρτρ).

Ὁ Χρό­νος τό­τε κί­νη­σε νὰ φύ­γει.

«Μυ­στή­ριο πράγ­μα ὁ ἄν­θρω­πος», σκε­φτό­ταν. «Πῶς κα­τα­φέρ­νει νὰ χα­ρα­μί­ζει τὰ δῶ­ρα τοῦ Θε­οῦ, με­τα­στρέ­φον­τας τὴν εὐ­λο­γί­α σὲ κα­τά­ρα;»

(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 366, Ἰαν. 2014)

  Καισαρείας Άγιος Βασίλειος ο Μέγας

 

[el]image1

 

Βίος και Πολιτεία του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου  

 

Ο Άγιος Βασίλειος, γεννημένος το 330 μ.Χ. στη Νεοκαισάρεια του Πόντου από γονείς ευγενείς με δυνατό χριστιανικό φρόνημα, έμελλε να γίνει Μέγας πνευματικός διδάσκαλος και κορυφαίος θεολόγος και Πατέρας της Εκκλησίας, αφού η χριστιανική του ανατροφή και η πνευματική του πορεία τον οδήγησαν στην θεία θεωρεία του Αγίου Ευαγγελίου, και στην αυστηρή ασκητική ζωή, παράλληλα με το ποιμαντικό, παιδαγωγικό και φιλανθρωπικό του έργο.
Ο πατέρας του, Βασίλειος, ήταν καθηγητής ρητορικής στη Νεοκαισάρεια και η μητέρα του Εμμέλεια απόγονος οικογένειας Ρωμαίων αξιωματούχων. Στην οικογένεια εκτός από το Βασίλειο υπήρχαν άλλα οκτώ παιδιά. Μεταξύ αυτών, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ο Όσιος Ναυκράτιος ασκητής και θαυματουργός, η Οσία Μακρίνα και ο Άγιος Πέτρος, Επίσκοπος Σεβαστείας.

 

Τα πρώτα γράμματα, του τα δίδαξε ο πατέρας του. Συνέχισε τις σπουδές του στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, στην Κωνσταντινούπολη και στην Αθήνα. Εκεί σπούδασε γεωμετρία, αστρονομία, φιλοσοφία, ιατρική, ρητορική και γραμματική. Οι σπουδές του διήρκησαν τεσσεράμισι χρόνια. Η ασκητική του ζωή ξεκίνησε ήδη από τα χρόνια όπου φοιτούσε στην Αθήνα. Ο σοφός δάσκαλος του, Εύβουλος, εντυπωσιασμένος από την αυστηρή νηστεία, του Αγίου, και μετά την παραίνεση του, λέγεται ότι έγινε Χριστιανός

 

Συμφοιτητές του ήταν και δύο νέοι που έμελλε να διαδραματίσουν σπουδαίο ρόλο στην ιστορία. Ο ένας, φωτεινό σημείο, ο Άγιος και Μέγας Πατέρας της Εκκλησίας, ο Θεολόγος Γρηγόριος και ο άλλος μελανό σημείο, στον αντίποδα, προδότης του Ιησού, ειδωλολάτρης και διώκτης των Χριστιανών, ο Ιουλιανός ο Παραβάτης. Κατά την διάρκεια αυτών των ετών, ο Άγιος Βασίλειος και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ανέπτυξαν μεγάλη και ισχυρή φιλία. Ταυτόχρονα με τις σπουδές τους, είχαν  ιεραποστολική δράση. Διοργάνωναν  χριστιανικές συγκεντρώσεις, στις οποίες ανέλυαν θρησκευτικά ζητήματα. Ίδρυσαν επίσης και τον πρώτο φοιτητικό χριστιανικό σύλλογο.

 

Επέστρεψε στην Καισαρεία το καλοκαίρι του 356μ.Χ. και συνεχίζοντας την παράδοση του πατέρα του, έγινε καθηγητής της ρητορικής. Το 358 μ.Χ. επηρεασμένος από το θάνατο του αδερφού του μοναχού Ναυκρατίου, καθώς και με την παρότρυνση της αδερφής του Μακρίνας, βαπτίζεται Χριστιανός, και αποφασίζει να αφιερώσει τον εαυτό του στην ασκητική πολιτεία. Αποσύρθηκε λοιπόν σε ένα κτήμα της οικογένειας του στον Πόντο. Χαρακτηριστικό της μεγαλοψυχίας του είναι, ότι μετά την βάπτιση του δώρισε στους φτωχούς και στην εκκλησία το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους ξεκινά ένα οδοιπορικό σε γνωστά κέντρα ασκητισμού της Ανατολής, Αίγυπτο, Παλαιστίνη, Συρία και Μεσοποταμία, επιθυμώντας να συναντήσει πολλούς ασκητές και μοναχούς για να γνωρίσει τον τρόπο ζωής τους.  Όταν γύρισε στο Πόντο από το ταξίδι αυτό, μοίρασε και την υπόλοιπη περιουσία του και αποσύρθηκε στο κτήμα του επιθυμώντας να ζήσει πλέον ως μοναχός. Εκεί έγραψε τους: «Κανονισμούς δια τον Μοναχικόν βίον», κανόνες που ρυθμίζουν τη ζωή στα μοναστήρια μέχρι τις μέρες μας. Με την υψηλή του κατάρτιση στην Ορθόδοξη Πίστη και τον ασκητικό, θαυμαστό του βίο, η φήμη του Αγίου Βασιλείου εξαπλώθηκε με τον καιρό σε όλη την Καππαδοκία. Έτσι και ο Μητροπολίτης της Καισαρείας Ευσέβιος πραγματοποιώντας την Θεία Βούληση αλλά και αυτή των χριστιανών της περιοχής, χειροτόνησε το 364 μ.Χ. τον Άγιο Βασίλειο πρεσβύτερο. Το 370 μ.Χ., μετά τον θάνατο του Ευσεβίου και σε ηλικία 41 ετών, τον διαδέχθηκε ο Άγιος Βασίλειος στην επισκοπική έδρα, με τη συνδρομή του Ευσεβίου επισκόπου Σαμοσάτων και του Γρηγορίου επισκόπου Ναζιανζού. Επίσκοπος πλέον, ο Άγιος Βασίλειος αντιμετώπισε την προσπάθεια του Αυτοκράτορα Ουάλη να επιβάλει τον Ομοιανισμό (ρεύμα του Αρειανισμού), επικοινωνώντας μέσω επιστολών με τον Μέγα Αθανάσιο, Πατριάρχη Αλεξανδρείας και τον Πάπα Ρώμης Δάμασο. Στον τόπο του, στην περιφέρεια της δικής του ποιμαντικής ευθύνης είχε να αντιμετωπίσει την έντονη παρουσία του αρειανικού στοιχείου και άλλων κακοδοξιών. Από τις επιστολές του  φαίνονται οι προσπάθειες που κατέβαλε για την καταπολέμηση της σιμωνίας των επισκόπων, για την ανάδειξη άξιων κληρικών στο ιερατείο, καθώς και για την πιστή εφαρμογή των ιερών κανόνων από όλους τους πιστούς και φανερώνεται επίσης η ποιμαντική φροντίδα στα αποκομμένα και περιθωριοποιημένα μέλη της Εκκλησίας.

 

Στην οικουμενική Εκκλησία ο Μέγας Βασίλειος ουσιαστικά αναλαμβάνει τα πνευματικά ηνία από το Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος γηραιός πλέον, αποσύρεται από την ενεργό δράση. Εργάζεται συνεχώς για την επικράτηση των ορθόδοξων χριστιανικών αρχών και υπερασπίζεται με σθένος το δογματικό προσανατολισμό της Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας.
Ο Άγιος Βασίλειος, βοηθούσε πάντοτε τους αδικημένους και κουρασμένους, τους πεινασμένους και τους αρρώστους, ανεξάρτητα από το γένος, τη φυλή και το θρήσκευμα. Έτσι το όραμά του το έκανε πραγματικότητα ιδρύοντας ένα πρότυπο και για τις μέρες μας κοινωνικό και φιλανθρωπικό σύστημα, τη «Βασιλειάδα». Ένα ίδρυμα που λειτουργούσε νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο και ξενώνας για την φροντίδα και ιατρική περίθαλψη των φτωχών αρρώστων και ξένων. Τις υπηρεσίες του τις πρόσφερε το ίδρυμα δωρεάν σε όποιον τις είχε ανάγκη. Το προσωπικό του ιδρύματος αυτού ήταν εθελοντές που προσφέρανε την εργασία για το καλό του κοινωνικού συνόλου. Ήταν ένα πρότυπο και σε άλλες επισκοπές και στους πλουσίους ένα μάθημα να διαθέτουν τον πλούτο τους με ένα αληθινά χριστιανικό τρόπο. Πραγματικά είναι άξιο θαυμασμού η έμπνευση που είχε ο Άγιος Βασίλειος, τον 4ο αιώνα μ.Χ. να ιδρύσει και να λειτουργήσει ένα τέτοιο ίδρυμα – πρότυπο.

 

Καταπονημένος από την μεγάλη δράση που ανέπτυξε σε τόσους πολλούς τομείς, εναντίον των διαφόρων κακοδοξιών και ειδικά της αιρέσεως του Αρειανισμού, μη διστάζοντας πολλές φορές να αντιταχθεί με την εκάστοτε πολιτική εξουσία, με όπλα του την πίστη και την προσευχή, με τα κηρύγματα και τους λόγους του, με τα πολλά ασκητικά και παιδαγωγικά συγγράμματα, καθώς και την ασκητική ζωή του ο Άγιος Βασίλειος ο Μέγας παραδίδει το πνεύμα στο Θεό την 1η Ιανουαρίου του 379 μ.Χ. σε ηλικία 49 ετών. Ο θάνατός του βυθίζει στο πένθος όχι μόνο το ποίμνιό του αλλά και όλο το χριστιανικό κόσμο της Ανατολής. Στην κηδεία του συμμετέχει και ένα πλήθος ανομοιογενές από άποψη θρησκευτικής και εθνικής διαφοροποιήσεως. Το υψηλής σημασίας θεολογικό και δογματικό του έργο καθώς και η λειτουργική και πρωτότυπη ανθρωπιστική του δράση, είναι η μεγάλη παρακαταθήκη που μας άφησε. Η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία την 1ην Ιανουαρίου.  Από το 1081μ.Χ. ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως – Νέας Ρώμης Ιωάννης Μαυρόπους (ο από Ευχαΐτων) θέσπισε έναν κοινό εορτασμό των Τριών Ιεραρχών, Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννη του Χρυσοστόμου, στις 30 Ιανουαρίου, ως προστατών των γραμμάτων και της παιδείας.

 

Με σοφία, στο απολυτίκιο του αναφέρεται η φράση «… τα των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησας…». Και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, στον Επιτάφιο για τον καλό και Μέγα φίλο του Άγιο Βασίλειο, αποδίδει σ’ αυτόν, με την ποιητική και βαθιά στοχαστική ματιά του, το χαρακτηρισμό «παιδαγωγός της νεότητος»

 

Ο Μ. Βασίλειος, εκτός των άλλων θαυμάσιων και θείας εμπνεύσεως έργων του, έγραψε και την εκτενή  και κατανυκτική Θεία Λειτουργία, που, μετά την επικράτηση της συντομότερης Θείας Λειτουργίας  του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, τελείται 10 φορές το χρόνο: την 1η Ιανουαρίου (όπου γιορτάζεται και η μνήμη του), τις πρώτες πέντε Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής, τις παραμονές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων, την Μ. Πέμπτη και το Μ. Σάββατο.

Λίγα θαυμαστά γεγονότα από τον βίο του Αγίου

Ιουλιανός ο Παραβάτης

Όταν ο Ιουλιανός ο παραβάτης,  ο ασεβής και διώκτης των Χριστιανών, θέλησε να πάει στην Περσία να πολεμήσει πέρασε κοντά από την Καισάρεια. Ο Άγιος Βασίλειος γνωρίζοντας τον από την Αθήνα όπου ήταν συμφοιτητές, πήγε μαζί με τον λαό να τον τιμήσει. Ο Ιουλιανός απαίτησε να του δωρίσει, αφού ο Άγιος δεν είχε τίποτε άλλο, τρεις από τους κριθαρένιους άρτους του. Ο Άγιος το έκανε και ο Ιουλιανός διέταξε τους υπηρέτες να ανταμείψουν τη δωρεά και να δώσουν χόρτο από το λιβάδι. Ο Άγιος Βασίλειος βλέποντας την καταφρόνηση του βασιλιά του είπε: «εμείς, βασιλιά ότι μας ζήτησες από κείνο που τρώμε σου το προσφέραμε κι εσύ μας αντάμειψες από κείνο που τρως». Τότε ο Ιουλιανός θύμωσε πάρα πολύ και απείλησε, ότι όταν θα επιστρέψει από την Περσία νικητής, θα κάψει την πόλη και τον λαό θα τους πάρει δούλους. Όσο για τον ίδιο τον Άγιο Βασίλειο θα τον ανταμείψει όπως πρέπει.

Ο Άγιος Βασίλειος όταν πήγε στην πόλη ζήτησε από το λαό να μαζέψουν ότι πολύτιμο είχαν και να το αποθηκεύσουν κάπου, έως ότου επιστρέψει ο φιλοχρήματος Ιουλιανός, για να του το προσφέρουν. Ίσως κι έτσι κατευνάσουν την οργή του.

Όταν έμαθε ότι επιστρέφει ο άφρων βασιλιάς, ο Άγιος Βασίλειος ζήτησε από τους πολίτες  να προσευχηθούν και να νηστεύσουν τρεις μέρες. Μετά όλοι μαζί ανέβηκαν στο δίδυμον όρος της Καισαρείας όπου στη μια από τις δύο κορυφές ήταν ο ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου. Εκεί προσευχόμενος ο Άγιος είδε σε οπτασία, μια μεγάλη ουράνια στρατιά, να κυκλώνει το όρος και στη μέση να κάθεται σε θρόνο μια γυναίκα (η Παναγία) και να δοξάζεται, η οποία γυναίκα είπε στους αγγέλους να της φέρουν τον Μερκούριο για να φονεύσει τον Ιουλιανό, τον εχθρό του υιού της. Έπειτα είδε τον Μάρτυρα Μερκούριο να φθάνει οπλισμένος μπροστά στην βασίλισσα των Αγγέλων κι όταν εκείνη τον πρόσταξε αυτός να φεύγει γρήγορα. Κατόπιν προσκάλεσε τον Άγιο Βασίλειο και του έδωσε ένα βιβλίο που ήταν γραμμένη όλη η δημιουργία της κτίσεως κι έπειτα του ανθρώπου. Στην αρχή του βιβλίου ήταν η επιγραφή «Είπε» και στο τέλος του βιβλίου εκεί που έγραφε για την πλάση του ανθρώπου ήταν η επιγραφή «Τέλος». Μόλις είδε την οπτασία αυτή ο Άγιος ξύπνησε.

Το νόημα της οπτασίας του βιβλίου, ήταν ότι ο Άγιος Βασίλειος έγραψε, όντως, ερμηνεία στην Εξαήμερον του Μωϋσέως στην οποία διηγείται, πως ο Θεός εποίησε τον ουρανό, την γη, τον ήλιο, την σελήνη, τη θάλασσα, τα ζώα και όλα τα αισθητά κτίσματα. Όταν όμως, έμελλε να γράψει και για την ημέρα κατά την οποία ο Θεός έπλασε τον Αδάμ και την Εύα, τότε ο Μέγας αυτός Άγιος άφησε την τελευταία του πνοή στη γη και πήγε στους ουρανούς να συναντήσει τον Κύριον του, που με δύναμη  αγάπησε και που γι’ Αυτόν μέσα σε πολύ σύντομο διάστημα που έζησε έπραξε τόσα πολλά και τόσο μεγάλα. Το έργο του συμπλήρωσε κατόπιν ο αδελφός του, ο Άγιος Γρηγόριος ο Αρχιεπίσκοπος Νύσσης, που έγραψε για την ημέρα της πλάσης του ανθρώπου.

Όταν ο Άγιος είδε την οπτασία, πήγε στην πόλη με μερικούς κληρικούς, στο Ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Μερκουρίου, όπου μη βρίσκοντας το λείψανο του Αγίου και τα όπλα του που φυλάσσονταν στον Ναό έναν αιώνα αφότου μαρτύρησε επί της βασιλείας του Βαλεριανού και Βαλερίου, κατάλαβε τι είχε συμβεί κι έτρεξε αμέσως στο λαό να τους ειδοποιήσει ότι ο άφρων Ιουλιανός φονεύθηκε.

Βλέποντας το θαύμα οι Χριστιανοί και την παρρησία του Αγίου Βασιλείου δεν θέλησαν να πάρουν πίσω την περιουσία που είχαν αποθηκεύσει για τον τύραννο Ιουλιανό. Ο Άγιος όμως αφού τους επαίνεσε για την πράξη τους, το ένα τρίτο του ποσού τους το έδωσε και τα υπόλοιπο ποσό το διέθεσε για να κτίσουν πτωχοτροφεία, ξενοδοχεία, νοσοκομεία, γηροτροφεία και ορφανοτροφεία.

Ουάλης

Μετά τον Ιουλιανό τον παραβάτη, βασίλευσε ο θεοσεβής Ιοβιανός μόνο για ένα χρόνο και κατόπιν τη βασιλεία παρέλαβαν ο Ουαλεντιανός και ο αδελφός του Ουάλης που ήταν αιρετικός, οπαδός του Αρειανισμού και διώκτης των Ορθοδόξων Χριστιανών. Ο Ουάλης αφού πήρε με το μέρος του όλους τους επισκόπους, θέλησε να κάμψει και τον Μέγα Βασίλειο που έμαθε ότι ήταν ανένδοτος. Έστειλε δύο δικούς του ανθρώπους, οι οποίοι με απειλές προσπάθησαν να αποδεχθεί ο Άγιος τις αιρετικές και βλάσφημες δοξασίες του Αρείου. Ο ένας, μάλιστα ο άρχοντας Μόδεστος αφού γύρισε άπραγος στον βασιλιά του είπε ότι, ευκολότερο είναι να μαλακώσει κανείς το σίδηρο παρά την γνώμη του Βασιλείου. Ακούγοντας αυτά ο βασιλιάς Ουάλης θέλησε να πάει ο ίδιος στον Μέγα Βασίλειο. Αυτό και έκανε. Ήταν η μεγάλη εορτή των Θεοφανείων, όταν έφθασε ο βασιλιάς στον Ναό. Εκεί είδε την τάξη και την ησυχία των Χριστιανών που παρακολουθούσαν, τον Άγιο Βασίλειο να τους διδάσκει, σεμνός, απέριττος, με λόγο δυνατό, γεμάτο σοφία και χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ο βασιλιάς έδειξε να μετανιώνει κι αφού μίλησε με τον Άγιο, έφυγε.

Οι Αρειανοί Αρχιερείς, όμως και πάλι μετέβαλαν τη γνώμη του βασιλιά και τον έπεισαν να εξορίσει τον Άγιο. Όρισε τότε ο βασιλιάς να συντάξουν ένα κείμενο με την απόφαση της εξορίας του Αγίου. ‘Ομως, βλέποντας ότι το χέρι εκείνου που θα έγραφε την απόφαση της εξορίας, ξεράθηκε και το ίδιο του το παιδί αρρώστησε βαριά, κάλεσε τον Άγιο να προσευχηθεί. Και κείνος μόνο που είδε το παιδί το ίασε. Και τον Μόδεστο, ακόμη γιάτρευσε που και κείνος κινδύνευε  να πεθάνει. Αυτά είδε ο βασιλιάς και γύρισε στο θρόνο του.

Ο βασιλιάς Ουάλης αργότερα, θέλησε να χωρίσει την επαρχία της Καππαδοκίας σε δύο επαρχίες, με έδρα την Καισάρεια στη μία και τα Τύανα στην άλλη. Οι επίσκοποι αιρετικοί όπως ήταν βρήκαν ευκαιρία, γιατί συνέχεια φιλονικούσαν με τον Άγιο Βασίλειο να χωρίσουν και τις Μητροπόλεις σε δύο, ορίζοντας δικό τους Μητροπολίτη στα Τύανα. Τότε ο Άγιος με ταπείνωση τους είπε ότι η Εκκλησία δεν έχει υποχρέωση να ακολουθεί τη βασιλεία, αλλά η βασιλεία την Εκκλησία, ούτε είναι πρέπον να χωρίζουν οι Μητροπολίτες, οι μιμητές του Χριστού επειδή χώρισαν οι έπαρχοι. Δεν τον άκουσαν όμως οι επίσκοποι και όρισαν Μητροπολίτη Τυάνων κάποιον Άνθιμο. Κι όχι μόνο αυτό αλλά έκλεψαν και κάποια κτήματα του Ναού του Αγίου Ορέστου που ήταν στη δικαιοδοσία του Αγίου Βασιλείου. Ο Άγιος ως μιμητής Χριστού, ειρήνευσε και αρκέσθηκε στην επαρχία της Καισαρείας. Βλέποντας ο Θεός την υπομονή του, σύντομα τιμώρησε τον Μητροπολίτη Τυάνων  Άνθιμο και ενώθηκαν και πάλιν οι επαρχίες. Τότε είναι καθώς λένε, ότι χειροτόνησε ο Άγιος Βασίλειος τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο Επίσκοπο στα Σάσιμα.

Αργότερα πάλι, με περίσσιο θράσος οι Αρειανοί επίσκοποι και με την άδεια του βασιλιά Ουάλη εκδίωξαν τον Ορθόδοξο Αρχιερέα της Νίκαιας και τους Χριστιανούς της πόλης και κατέλαβαν τον Μητροπολιτικό Ναό. Τότε έδρασε γι’ άλλη μια φορά ο Μέγας αυτός Άγιος της Εκκλησίας μας και αφού πήρε την άδεια του βασιλιά να διευθετήσει όπως αυτός ήθελε με τον τρόπο του, αρκεί να είναι δίκαιος και για τα δύο μέρη, έφθασε στη Νίκαια και είπε να σφραγίσουν τον Ναό και οι Ορθόδοξοι και οι Αρειανοί και αφού προσευχηθούν πρώτα οι οπαδοί του Αρείου, εάν ανοίξουν οι πύλες να πάρουν αυτοί τον Ναό, εάν όμως όχι να προσευχηθούν οι Ορθόδοξοι και εάν ανοίξουν οι πύλες να τους δοθεί και πάλιν ο Ναός, εάν όχι να πάει στους Αρειανούς. Συμφώνησαν όλοι και περισσότερο οι Αρειανοί αφού πλεονεκτούσαν στη περίπτωση που δεν άνοιγαν οι πύλες. Έτσι κι έγινε. Προσευχήθηκαν πρώτα οι Αρειανοί, για τρεις ημέρες. Πώς να τους ακούσει ο Υιός του Θεού, όταν αυτοί τον υβρίζουν; Οι πύλες και βέβαια έμειναν κλειστές. Μετά προσευχήθηκαν οι Ορθόδοξοι με τον Άγιο Βασίλειο στο Ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Διομήδους, που ήταν κοντά στον Μητροπολιτικό Ναό. Κατόπιν ο Άγιος Βασίλειος με όλο το πλήθος των Ορθοδόξων Χριστιανών πήγαν στο Μητροπολιτικό Ναό και όταν ακούσθηκε  ο Μέγας Βασίλειος να λέει «Ευλογητός ο Θεός των Χριστιανών εις τους αιώνας των αιώνων», έσπασαν οι μοχλοί και οι κλειδαριές και οι πύλες άνοιξαν. Μετά από αυτό το θαύμα, ο Ναός επανήλθε στους Ορθοδόξους και πολλοί από τους πιστούς του Αρείου έγιναν Ορθόδοξοι.

Όσιος Εφραίμ ο Σύρος

Μαθαίνοντας ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος, τα θαύματα του Αγίου Βασιλείου, παρακάλεσε τον Θεό να του αποκαλύψει ποιος είναι ο Άγιος. Είδε τότε στήλη πυρός που έφθανε μέχρι τον ουρανό και άκουσε μια φωνή να λέει «Εφραίμ, Εφραίμ, καθώς την πυρίνην ταύτην στήλην, τοιούτος είναι ο Μέγας Βασίλειος». Τότε γρήγορα έφυγε από την έρημο παίρνοντας μαζί του ένα διερμηνέα που να μιλάει την Ελληνική και Συριακή γλώσσα και πήγε να βρει τον Άγιο Βασίλειο. Έφθασε την ημέρα της εορτής των Θεοφανείων, όταν την ώρα εκείνη λειτουργούσε ο Μέγας Βασίλειος και βλέποντας ο Όσιος Εφραίμ τα λαμπρά και πολύτιμα άμφια τα οποία φορούσε ο Άγιος Βασίλειος, θέλησε να φύγει γιατί νόμιζε ότι μάταια πήγε. Τότε έστειλε, ο Άγιος Βασίλειος ένα διάκονο να βρει στη δυτική πύλη τον Όσιο Εφραίμ και να τον φέρει στο ιερό. Ο Όσιος δεν θέλησε να πάει λέγοντας στον διάκονο, ότι μάλλον πλανήθηκε ο Αρχιερέας, γιατί αυτοί είναι ξένοι. Έστειλε πάλι τον διάκονο ο Άγιος Βασίλειος λέγοντας του να του πει «Κύριε Εφραίμ, ελθέ εις το Άγιον Βήμα, διότι σε καλεί ο Αρχιεπίσκοπος». Κατάλαβε έτσι ο Όσιος, ότι στήλη πυρός ήταν ο Μέγας Βασίλειος και πήγε στο Άγιο Βήμα και αφού τον ασπάσθηκε συνομίλησε μαζί του για πνευματικά θέματα και θεία νοήματα.

Μια χάρη σου ζητώ, Άγιε Δέσποτα του είπε μέσω του διερμηνέα του ο Όσιος Εφραίμ, να προσευχηθείς στον Κύριο μας να μου χαρίσει το Πανάγιο Πνεύμα την δύναμη να μιλήσω Ελληνικά. Προσευχήθηκε ο Άγιος Βασίλειος μαζί με τον Όσιο Εφραίμ και να το θαύμα. Ο Όσιος πραγματικά μίλησε Ελληνικά. Κατόπιν ο Άγιος Βασίλειος χειροτόνησε τον Όσιο Εφραίμ Ιερέα και τον διερμηνέα του Διάκονο.

Μιμητής Χριστού

Όταν κάποτε παρατήρησε τον τοπικό άρχοντα για μία αδικία που έκανε σε μια χήρα γυναίκα, κι αφού ο άρχοντας δεν συμμορφώθηκε, αναγκάσθηκε ο Άγιος να του πει, ότι όπως έμενε ασυγκίνητος στις εκκλήσεις αυτής της αδικημένης γυναίκας, έτσι κάποιοι θα μένουν ασυγκίνητοι όταν αυτός ο ίδιος θα έχει την ανάγκη τους. Έτσι έγινε όταν ο βασιλιάς του έδειξε την οργή του, οδηγώντας τον σιδηροδέσμιο οι στρατιώτες του στις πόλεις για να πληρώσει τις αδικίες που είχε κάνει. Τότε κατάλαβε την πρόρρηση του αγίου και παρακάλεσε τον Άγιο Βασίλειο και  τον Θεό να τον λυπηθεί. Ο αμνησίκακος Άγιος προσευχόμενος στον Θεό και μόνο με την ευχή του ηρέμησε το βασιλιά και μετά από έξι μέρες αφ’ ότου ο δυστυχής άρχοντας παρακάλεσε τον Άγιο Βασίλειο έφθασε γράμμα από το βασιλιά όπου τον ελευθέρωνε. Μ’ αυτό τον τρόπο συνετίσθηκε ο άρχοντας κι αναγνώρισε την καλοσύνη του Αγίου τον οποίο κι ευχαρίστησε. Και στη γυναίκα που είχε αδικήσει έδωσε διπλάσιο το ποσό.

Προς το τέλος της επίγειας πορείας του, καθώς μετέβαινε στην Εκκλησία, μία αμαρτωλή γυναίκα έπεσε στα πόδια του ρίχνοντας ένα γράμμα στο οποίο έγραψε τις αμαρτίες της, γιατί ντρεπόταν η ίδια να τις ξεστομίσει και κλαίγοντας παρακαλούσε τον Άγιο να το διαβάσει και να συγχωρήσει τις αμαρτίες της. Ο Άγιος την παρηγόρησε, και είπε ότι μόνο ο Κύριος συγχωρεί τις αμαρτίες μας. Φιλεύσπλαχνος, όπως ήταν, κρατούσε το γράμμα σ’ όλη τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας. Στο τέλος κάλεσε τη γυναίκα και της επέστρεψε το γράμμα. Εκείνη μόλις το άνοιξε δεν βρήκε τίποτε γραμμένο, παρά μόνο ένα σημείο όπου αναφέρει ένα θανάσιμο αμάρτημά της. Κλαίγοντας πάλι τον παρακαλούσε να την λυπηθεί και να προσευχηθεί και πάλι στο Θεό να τη συγχωρήσει. Ο Άγιος Βασίλειος τότε της είπε να πάει αμέσως στην έρημο να βρει τον Όσιο Εφραίμ και να δεηθεί αυτός, στον Θεό για το αμάρτημα της. Η γυναίκα χωρίς να χρονοτριβήσει με την ευχή του Αγίου πήγε αμέσως στην έρημο. Εκεί βρήκε τον Όσιο Εφραίμ κι αφού του διηγήθηκε την ιστορία της, τον παρακάλεσε θερμά, για τη συγχώρηση.

Ο Όσιος όμως της αρνήθηκε, λέγοντας της να πάει στον Άγιο Βασίλειο, όπου οι δικές του δεήσεις έσβησαν τις αμαρτίες της, έτσι αυτός πάλι μπορεί να δεηθεί στον Κύριο και για τη μία αμαρτία που έμεινε. Να το κάνει σύντομα όμως γιατί ο Άγιος σε λίγο πεθαίνει. Εκείνη μόλις το άκουσε έφυγε τρέχοντας να προλάβει ζωντανό τον Άγιο. Όταν έφθασε, όμως η δύστυχη βρήκε το φέρετρο του και πλήθος κόσμου πάνω του. Έκλαιγε και φώναζε, ρίχνοντας το γράμμα στα πόδια του Αγίου είπε σε όλους την ιστορία. Κλαίγοντας έλεγε, ότι ο Άγιος μπορούσε να δεηθεί και γι’ αυτή την αμαρτία αλλά την έστειλε σε άλλον. Ένας Ιερέας τότε θέλησε να δει στο γράμμα για ποια αμαρτία μιλούσε η γυναίκα. Και τότε να το θαύμα. Δεν υπήρχε στο γράμμα τίποτε γραμμένο.

Κατά την τελευταία μέρα πάλι της ζωής του ο Άγιος και Μέγας Βασίλειος έκανε Χριστιανό τον Εβραίο γιατρό και φίλο του Ιωσήφ καθώς και όλη του την οικογένεια  με θαυμαστό τρόπο. Αφού ο γιατρός τον επισκέφθηκε, ρώτησε ο Άγιος να του πει πόσες ώρες του μένουν. Αυτός πιάνοντας τον σφυγμό του, του είπε ότι μένουν λίγες ώρες, κι ότι στη δύση του ηλίου θα πεθάνει. Ο Άγιος τότε του είπε ότι αν ζήσει μέχρι την επόμενη ημέρα, τι θα κάνει; Ο Ιωσήφ του είπε ότι αν συμβεί κάτι τέτοιο να πεθάνει ο ίδιος. Καλά το λες του είπε ο Άγιος να πεθάνεις την αμαρτία και να ζήσεις εν Χριστώ. Δέχθηκε ο Ιωσήφ γιατί ήταν αδύνατο με τους φυσικούς νόμους να συνέβαινε κάτι τέτοιο. Όταν έφυγε ο Εβραίος, προσευχήθηκε ο Άγιος Βασίλειος στον Θεό να του παρατείνει τη ζωή και για να δώσει την πραγματική ζωή στο φίλο του Ιωσήφ και στην οικογένεια του και για να προλάβει να έρθει εκείνη η δυστυχισμένη γυναίκα, που έστειλε στην έρημο στον Όσιο Εφραίμ. Ο Θεός άκουσε τη δέηση του αγαπημένου δούλου του. Την επόμενη ημέρα το πρωί ζήτησε να του φέρουν τον Εβραίο γιατρό. Εκείνος αμέσως πήγε στο σπίτι του Αγίου νομίζοντας ότι θα τον βρει νεκρό. Βλέποντας όμως ότι ο Άγιος Βασίλειος ήταν ζωντανός χωρίς καν σφυγμό και ζωή στις φλέβες του έπεσε στα πόδια του κι αναγνώρισε τον αληθινό Θεό και Σωτήρα Ιησού Χριστό. Σε λίγο ο ίδιος ο Άγιος βάπτισε τον Ιωσήφ με το όνομα Ιωάννη και όλη του την οικογένεια. Γύρω στις δέκα ρώτησε πάλι ο Άγιος τον φίλο του «Κύριε Ιωάννη πότε θα πεθάνω;» κι εκείνος του απάντησε «όταν ορίσεις εσύ Δέσποτα»

Η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου

Κατανοώντας ο Άγιος Βασίλειος τα προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί και στον κλήρο και στο λαό, να παρακολουθήσουν την μακρά Θεία Λειτουργία και τις ευχές προς τον Θεό, στην όλη ακολουθία του Αγίου Ιακώβου του αδελφοθέου, παρακάλεσε τον Κύριο με νηστεία και προσευχή να του φανερώσει τον τρόπο να βοηθήσει τους πιστούς. Ο τρόπος, θαυμαστός, όπως μόνο σε έναν Μεγάλο διδάσκαλο, Πατέρα και Άγιο της Εκκλησίας θα ταίριαζε. Σε οπτασία, λοιπόν, είδε ο Άγιος, ο σοφότατος  Βασίλειος, τον Κύριο με τους Αποστόλους, να τελεί την Θεία Μυσταγωγία, λέγοντας τις ευχές, όχι όπως ακριβώς είναι γραμμένες στη Θεία λειτουργία του αδελφοθέου Ιακώβου, αλλά συντετμημένες με τέτοιο τρόπο, όπως τις συνέθεσε κατόπιν ο Άγιος στη Θεία Λειτουργία του.

Κανόνες Μ. Βασιλείου

Ο Μ. Βασίλειος έχει συγγράψει 92 Κανόνες, για διάφορα θέματα, οι οποίοι απέκτησαν οικουμενικό κύρος με τον β΄ κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, που τους επικύρωσε.

Απολυτίκιο. Ήχος α’.

Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος σου,

ως δεξαμένην τον λόγον σου δι’ ου θεοπρεπώς εδογμάτισας,

την φύσιν των όντων ετράνωσας,

τα των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησας,

Βασίλειον ιεράτευμα, Πάτερ όσιε,

Χριστόν τον Θεόν ικέτευε,

δωρήσαθαι ημίν το μέγα έλεος.

 

 

Μ. Βασιλείου, ψήγματα λόγων:

 

Βοήθεια στους εχθρούς

 

«Εάν πεινά ο εχθρός σου, δώσε του ψωμί, εάν διψά πότισέ τον. Να μη νικάσαι από το κακό, αλλά να νικάς το κακό δια του καλού» (Ρωμ. Ιθ΄ 20-21).

 

«Επειδή ο άνθρωπος αποτελείται από σώμα και ψυχή, ως προς μεν την ψυχή ας αγαπήσουμε τους εχθρούς μας, ελέγχοντας και συμβουλεύοντας και επαναφέροντας αυτούς στην ευσεβή ζωή με κάθε τρόπο, ως προς το σώμα όμως ας τους ευεργετούμε, όταν χρειάζονται τα απαραίτητα να ζήσουν» (Όροι κατ’ επιτομήν, ΡΟΣΤ΄, ΕΠΕ 9, 212-214).

 

Περί πνευματικής πατρότητας

 

Το έργο του πνευματικού πατέρα: «Η επιμέλεια ψυχών αίματι Χριστού εξηγορασμένων» (Όροι κατ’ επιτομήν, ρπδ΄, ΒΕΠΕΣ 53, 305).

 

Οδηγός στην εν Χριστώ ζωή: Ο ιατρός της ψυχής, που «εν πολλή ευσπλαγχνία κατ’ επιστήμην της του Κυρίου διδασκαλίας» (Ηθικά, π΄, ΒΕΠΕΣ 53, 129).

 

Μεσίτες εις Χριστόν: «οι την οδηγίαν των πολλών πεπιστευμένοι τους έτι ασθενεστέρους δια της εαυτών μεσιτείας προβιβάζει οφείλουσι τη του Χριστού εξομοιώσει» (Όροι κατά πλάτος, μγ΄, ΒΕΠΕΣ 53, 204).

 

Εξομολόγηση των πάντων: Στον πνευματικό μας πατέρα εξομολογούμαστε τα πάντα, όχι μόνο τα όσα πράττουμε, αλλά και τους λογισμούς μας «Μηδέν της ψυχής κίνημα απόκρυφον φυλάσσειν, αλλά απογυμνούν τα κρυπτά της καρδίας» (Όροι κατά πλάτος, κς΄, ΒΕΠΕΣ 53, 184).

 

 

30.12.14

 

            Ι. ΚΑΡΔΑΣΗΣ

 

 

 

 

 

Βιβλιοκρισία Κανόνος στό Ἅγιο Πνεῦμα ἁγ. Μαξίμου, Πρωτ. Γ. Μεταλληνοῦ

ΕΞΩΦΥΛΟ-ΑΓ.ΤΡΙΑΔΑ

Μία σημαντικὴ ἔκδοσις

 

Τοῦ π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ

 

Δημοσιεύθηκε στόν «ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΤΥΠΟ», φ.2050/19.12.2014.

 

Μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ πρὶν ἀπὸ λίγες μέρες ἔζησα μιὰν ὑπέροχη ἔκπληξη. Ὁ ἀγαπητὸς συνάδελφος π. Δημήτριος Ἀθανασίου, Χημικὸς, καὶ ἡ Πρεσβυτέρα του Χαρούλα Τσουλιάη, Φιλόλογος, μοῦ ἔστειλαν τὸ βιβλίο τους: Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Γραικοῦ, ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ εἰς τὸ Θεῖον καὶ Προσκυνούμενον Πανάγιον καὶ Παράκλητον Πνεῦμα, Ἄρτα 2014, σελ. 141.Πρόκειται γιὰ μιὰ καλαίσθητη ἔκδοση, ἀλλὰ τὸ περιεχόμενο τοῦ βιβλίου εἶναι ἀκόμη σημαντικότερο, ἔχει δὲ καὶ μεγάλη ἱστορικὴ σημασία. Εἶναι ὁ μοναδικὸς Παρακλητικὸς Κανόνας πρὸς τὸ Πανάγιον Πνεῦμα, ποὺ ὑπάρχει στὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ Ὑμνο-γραφία. Συνετέθη ἀπὸ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν ἐπικαλούμενο Γραικὸ (± 1470 – 1556). (Μαζὶ μὲ τὸν ἀείμνηστο π. Ἰωάννη Ρωμανίδη θὰ προτιμοῦσα τὸ ἐπίθετο Ἁγιορείτης).

ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ-page-005 (1)

Ὁ ἅγιος Μάξιμος, μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες προσωπικότητες τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς Ρωσίας κατὰ τὸν 16ον αἰώνα, ἦταν γόνος τῆς Βυζαντινῆς ἀρχοντικῆς οἰκογένειας Τριβώλη, γεννήθηκε στὴν Ἄρτα, σπούδασε ἀρχικὰ στὴν Κέρκυρα, ὅπου μεγάλωσε, καὶ κατόπιν στὴν Ἰταλία. Ἔγινε ἀρχικὰ μοναχὸς στὴν «Καρτουσιανὴ» Μονὴ τοῦ Ἁγίου Μάρκου. Σὲ ἡλικία 35 ἐτῶν ἦλθε στὸ Ἅγιο Ὄρος (1505) καὶ ἐντάχθηκε στὴν Ἱ. Μονὴ Βατοπαιδίου. Τὸ 1518 μετέβη στὴ Ρωσία (Μόσχα) ὡς μέλος μιᾶς ἀντιπροσωπείας, ποὺ εἶχε κληθεῖ γιὰ τὴν διόρθωση τῶν μεταφράσεων τῶν ρωσικῶν ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων. Ἦλθε ὅμως σὲ σύγκρουση μὲ ἡγετικὰ πρόσωπα τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, διότι ἤλεγξε τὶς καταχρήσεις τους, συκοφαντήθηκε καὶ διώχθηκε, καὶ τὸ 1525 καταδικάσθηκε συνοδικὰ σὲ ἰσόβια κάθειρξη στὴν Ἱ. Μονὴ Βολοκολάμσκ καὶ ἰσόβια στέρηση τῆς θείας Κοινωνίας. Τὸ 1531 ὅμως μετεφέρθη στὴν Ἱ. Μονὴ Ὄτροτσυ, ὅπου ἔμεινε 20 χρόνια (1531 – 1551). Τὰ τελευταῖα ἔτη τῆς ζωῆς του ἔζησε στὴ Λαύρα τῆς Ἁγίας Τριάδος – Ἁγίου Σεργίου (Μόσχα), τιμώμενος ἀπὸ ὅλους γιὰ τὴν πνευματικότητα καὶ μεγάλη πνευματικὴ προσφορά του, καὶ ἐκοιμήθη στὶς 21 Ἰανουαρίου 1556. Ὁ τάφος του βρίσκεται στὴ ΒΔ ἐξωτερικὴ γωνία τοῦ Ἱ. Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (στὴ Μόσχα). Ἤδη ἀπὸ τὴν κοίμησή του τιμήθηκε ὡς Ἅγιος ἀπὸ τὸν ρωσικὸ λαό, ἡ ἐπίσημη ὅμως συνοδικὴ διακήρυξη τῆς ἁγιότητάς του ἔγινε τὸ 1988 ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ τὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας.

Ὁ ἅγιος Μάξιμος συνέθεσε ἀρχικὰ τὸν Παρακλητικὸ Κανόνα στὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὡς ἔγκλειστος στὴν Ἱ. Μονὴ Βολοκολάμσκ, εἶναι δὲ ὁ μόνος Παρακλητικὸς Κανόνας πρὸς στὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὴν ἐκκλη-σιαστική μας Ὑμνογραφία. Στὴν Ἱ. Μονὴ Βατοπαιδίου ὁ Ἅγιος εἶχε συνθέσει Παρακλητικὸ Κανόνα καὶ στὸν Τίμιο Πρόδρομο. Μετὰ ἀπὸ 462 χρόνια ἀπὸ τὴ σύνθεσή του στὴν ρωσοσλαβικὴ τὸ σπουδαῖο αὐτο κείμενο προσφέρεται καὶ στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα.

Ὁ ἅγιος Μάξιμος ἔγραψε ἀρχικὰ τὸν Κανόνα μὲ κάρβουνο στὸν τοῖχο τοῦ κελλιοῦ του στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, ἀλλὰ μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του μεταγλωττίσθηκε στὴ Ρωσική. Κατὰ τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κυθήρων κ. Σεραφεὶμ «εἶναι πρωτότυπος καὶ περισπούδαστος διὰ τὰ ὑψηλὰ θεολογικά του νοήματα», κάτι ποὺ διαπιστώνεται καὶ ἀπὸ τὴν παρούσα ἔκδοση.

Ὁλόκληρος ὁ Κανόνας δημοσιεύθηκε ἀπὸ τὴν Λαύρα Ἁγίας Τριάδος – Ἁγ. Σεργίου τὸ 1908. Ὁ Κ. Τσιλιγιάννης τὸν συμπεριέλαβε στὸ βιβλίο του «Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Γραικοῦ – Παρακλητικὸς Κανόνας εἰς τὸν Τίμιον Πρόδρομον» (Ἅγιον Ὄρος 2001), ἀλλ᾽ ἀπὸ τὸ 1994 ὁ ἴδιος εἶχε γνωστοποιήσει τὴν ὕπαρξή του.

Ἡ παρούσα ἔκδοση εἶναι ἔργο συλλογικό, ποὺ πραγματοποιήθηκε μὲ τὴν συνδρομὴ καὶ ἐπιμέλεια τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Δημητρίου Ἀθανασίου, Καθηγητοῦ Χημικοῦ, καὶ τῆς Πρεσβυτέρας Χαρούλας Τσουλιάη, Καθηγήτριας Φιλολόγου. Ἡ μετάφραση ἀπὸ τὴν Ρωσο-σλαβονικὴ στὴν Ἑλληνικὴ ἔγινε ἀπὸ εἰδικὸ μεταφραστικὸ κέντρο στὴν Ἀθήνα μὲ ἀνάθεση τῶν ἐκδοτῶν. Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κυρήνης κ. Ἀθανάσιος εἶχε τὴν μέριμνα τοῦ ἐλέγχου τῆς μετάφρασης. Ἡ μετατροπὴ τοῦ κειμένου στὴν ὀρθόδοξη ὑμνογραφικὴ γλώσσα ἔγινε ἀπὸ τὸν Καθηγητὴ Ἁγιολογίας καὶ Ὑμνογράφο κ. Ἀντώνιο Μάρκου. Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κυθήρων κ. Σεραφεὶμ –γνωστὸς Ὑμνογράφος– ἀνέλαβε τὸν ἔλεγχο τοῦ ὑμνογραφικοῦ κειμένου καὶ σημειώνει στὸν Πρόλογό του: «Τόσον ἡ ἐπανασύνθεσις τοῦ ἀρχικοῦ Κανόνος, ὅσον καὶ ἡ σύνθεσις τοῦ προσφάτου ἀποτελοῦν πνευματικὰ ἐπιτεύγματα εἰς δόξαν τοῦ Θεοῦ» καὶ «ἡ ἀποκατάστασις τοῦ Κανόνος μετρικῶς καὶ τονικῶς παρὰ τὰς δυσχερείας τοῦ πράγματος θεωρεῖται λίαν φιλότιμος καὶ ἐπιτυχής».

Ἡ ἔκδοση περιέχει: Χαιρετισμὸ τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Κυρήνης κ. Ἀθανασίου, Πρόλογο τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Κυθήρων κ. Σεραφείμ, Εὐχαριστήριο τῶν ἐκδοτῶν, Εἰσαγωγικὸ Σημείωμα τοῦ ὁμοτίμου Καθηγητοῦ κ. Βλασίου Σαββίδη, Ἀπόσπασμα τοῦ Κανόνος στὴ Ρωσο-σλαβονικὴ Γλώσσα, ἐκτενῆ ἀναφορὰ στὸν Κανόνα τοῦ π. Δημητρίου Ἀθανασίου, Εἰσαγωγὴ (στὸ ἐκδιδόμενο κείμενο) τοῦ Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου, τὸ κείμενο τοῦ Κανόνος καὶ Μουσικὸ Παράρτημα τοῦ ἰδίου. Σὲ δεύτερο Παράρτημα προσφέρονται «24 Χαιρετιστήριοι Οἶκοι»  στὸν Ἅγιο Μάξιμο, ποίημα τοῦ Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου.

Τὸ βιβλίο εἶναι ἐκδοτικὰ χάρμα ὀφθαλμῶν, τὸ συνιστοῦμε δὲ ἐκθύμως διὰ τὴν μεγάλη καὶ οὐσιαστικὴ προσφορά του ἀπὸ πλευρᾶς ὄχι μόνον ὑμνογραφικῆς, ἀλλὰ καὶ θεολογικοϊστορικῆς.

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ.

Η διάθεση των υπόλοιπων αντιτύπων του βιβλίου εκτός από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗ γίνεται :

Απο τις Εκδόσεις Νεκτάριος Παναγόπουλος.

Χαβρίου 3-105 62 Αθήνα

Τηλ:    210 3224819

FAX:   210 322481

 

Γ.Από τις Εκδόσεις Σαϊτη

 

Ερμού 4-Μεταμόρφωση

ΤΗΛ.: 210 3476090

E-MAIL: g.saitis@saiti.gr

 

Δ.Από τις Εκδόσεις –Μορφή.

Μαυροκορδάτου 7 -Αθήνα

T.K. 106 78

Τηλ.: 210 / 33 11 747 – 32 46 293 – 32 46 733

Η φοβερή προφητεία του αββά Παμβώ!

 αρχείο λήψης

http://yiorgosthalassis.blogspot.com

Ερώτησε κάποτε ένας μοναχός τον αββά Παμβώ:

«Αλήθεια γέροντα, θα αλλάξουν οι συνήθειες και οι παραδόσεις των χριστιανών και δεν θα υπάρχουν ιερείς στις εκκλησιές;
Και ο Γέροντας απάντησε: «Εκείνο τον καιρό θα ψυχραθεί η αγάπη των πολλών και θα πέσει μεγάλη θλίψη. Θα γίνουν επιδρομές εθνών. Μετακινήσεις λαών, αστάθεια στους βασιλείς, ανωμαλία στους κυβερνήτες, οι ιερείς θα γίνουν άσωτοι και οι μοναχοί θα ζουν με αμέλεια. Οι ηγούμενοι θα αδιαφορούν για τη δική τους σωτηρία αλλά και του ποιμνίου τους. Θα είναι όλοι τους πρόθυμοι και πρώτοι στα τραπέζια και εριστικοί. Οκνηροί στις προσευχές αλά πρόθυμοι στην καταλαλιά, έτοιμοι για κατηγορία. Δεν θα θέλουν ούτε να μιμούνται ούτε αν ακούνε βίους και λόγους Γερόντων, αλλά κυρίως θα φλυαρούν και θα λένε «αν ζούσαμε κι εμείς στις μέρες τους, θα αγωνιζόμασταν και εμείς».
Οι επίσκοποι πάλι των καιρών εκείνων θα δείχνουν δουλικότητα προς τους ισχυρούς, θα βγάζουν τις αποφάσεις ανάλογα με τα δώρα που θα παίρνουν και δεν θα υπερασπίζονται τους φτωχούς, όταν θα κρίνονται. Θα θλίβουν τις χήρες και θα καταταλαιπωρούν τα ορφανά.
Ακόμη θα εισχωρήσει και στον λαό απιστία, ασωτία, μίσος, έχθρα, ζήλεια, φιλονικία, κλεψιά, μέθη, έξαλλες διασκεδάσεις, μοιχεία, πορνεία, φόνοι και διαρπαγές.»
Είπε τότε ο αδελφός: «Και τί θα μπορεί να κάνει κανείς σε τέτοιους δύσκολους καιρούς;»
Και ο Γέροντας απάντησε: «Παιδί μου, σε τέτοιες ημέρες θα σωθεί εκείνος που θέλει και προσπαθεί να σώσει την ψυχή του και αυτός θα ονομαστεί μέγας στη Βασιλεία των Ουρανών».

http://agapienxristou.blogspot.ca/2012/11/blog-post_7544.html 
http://logia-tou-aera.blogspot.gr/2014/12/blog-post_711.html

http://yiorgosthalassis.blogspot.com

 

Η μοναξια των πολλών.(Του Ρ.Μ.)

180740-loneliness

(απομαγνητοφώνηση/δακτυλογράφηση: Δ.Θ)
——————————-
Ο Χριστός δεν Σταυρώθηκε για να έχουμε παρέα και ζεστασιά. Οχι πως είναι κάτι κακό να έχουμε αυτά. Και ανθρώπινο είναι και ευκτέο. Αλλά δεν είναι ο στόχος μας. Είναι ανθρώπινες παρηγοριές.

Αν για να τα αποκτήσεις αυτά πρέπει να ξεφτιλιστείς ως προσωπικότητα (και δεν εννοούμε την ταπείνωση, αλλά το να κάνεις παραχωρήσεις στις αρχές σου ως Χριστιανός και να γίνουν κλωτσοσκούφι) και να λες πράγματα που μπορεί να χαροποιούν τον κόσμο, απλά για να είσαι ο γελωτοποιός τους , για να νοιώθουν όμορφα , ευχάριστα, χαρούμενα. Τότε δεν κάνεις τίποτα. Δεν είναι show business. Μπορεί να είσαι ανάποδος, γκρινιάρης και απαιχθής τύπος και να έχεις δίκιο και μπορεί να είσαι αγαπητός , δημοφιλής και πράος και να βρεθείς στα σκουπίδια της ιστορίας. Ο Χριστιανισμός δεν είναι ηθική. Δεν είναι αυτοδικαίωση. Δεν είναι η γνώμη των άλλων. Ο Ντοστογιέφσκι δεν ήταν «καλός άνθρωπος» . Καθαρματάκι ήταν. Αλλά υπηρέτησε τον Χριστό. Και άλλοι πολλοί στην ιστορία.

Το να μην ακολουθήσεις το μάρκετινγκ τελικά σε διώχνει μακριά. Μένεις μόνος. Φταις και εσύ που έχεις μείνει μόνος ; Αναμφίβολα. Αλλά και τι έγινε; Καλύτερα να περάσεις την κόλαση εδώ παρά μετά. Δεν δικαιωνόμαστε αναμεταξύ μας με ψηφο όπως στα καλλιστεία. Πρέπει όμως και εσύ να μην ενδιαφέρεσαι αν σε αγαπούν . Πράγμα δύσκολο. Αν σε νοιάζει να σε αγαπούν ,τότε είσαι εγωϊστής (Γερ. Πορφύριος) .

Αν υψωθούν πολλοί εναντίων σου τότε δεν πρέπει να θελεις γίνεις δημοφιλής γιατί θα περάσεις κόλαση. Αλλά και πάλι, τι έγινε; Ξέρετε πόσοι περνάνε πραγματική κολαση ; Τι είναι η μοναξια μπροστά σε φριχτούς πόνους η σε μια ζωή τυρρανισμένη; Τιποτα. Δεν είμαστε εδώ για να περνάμε καλά, ούτε για να κάνουμε «χαρούμενες προτεστάντικες παρέες» τραγουδώντας σε οργανώσεις Ειμαστε εδώ για να μάθουμε. Και ολοι δεν μαθαίνουμε με τον ίδιο τρόπο. Ολους όμως μας αγαπάει ο Θεός. Και τα στραβοξυλα. ΚΥΡΙΩΣ τα στραβόξυλα, γιατί αυτά το χρειάζονται περισσότερο.

Γι’αυτό η αποδοχή της μοναξιάς, μπορεί να είναι θεραπευτική αδελφέ και να σε δυναμώσει. Και ενώ οι άλλοι σε οικτίρουν , εσύ περνάς καλύτερα και αυξάνεσαι. Και νομίζουν πως είσαι στην κόλαση, ενώ κόλαση ζουν εκείνοι, που έχουν ανταλλάξει για λίγη επίγεια «παρέα» ολα οσα είναι αγαθά. Και αντάλλαξαν τον πόνο, που είναι πηγή της πραγματικής χαράς με την κοσμική χαρά και νομίζουν πως αυτό είναι ταπείνωση. Και χτυπούν χωρίς να κοιτούν, και πάλι νομίζονται ταπεινοί. Και κρίνουν χωρίς να ξέρουν και πάλι κάνουν τον δάσκαλο. Και ελέγχουν -νομίζουν εμμέσως- ενώ είναι ένοχοι. Ενώ δεν το καταλαβαίνουν.

Γιατί περιμένουν απο τον άλλον μια συμπεριφορά σε κουτάκι. Και αν δεν μπαίνει στο κουτάκι, νομίζουν πως είναι αμαρτωλός. Και είναι -όπως όλοι- αμαρτωλός. Αλλά αυτό δεν δίνει δικαίωμα στους «φιλους» να τον χτυπούν επειδή είναι διαφορετικός. Επειδή εκείνοι νομίζουν πως έχουν δικαίωμα να χτυπούν. Γιατί στο τέλος, ο πληγωμένος εγωϊσμός είναι κακός δάσκαλος. Και βαπτίζει την αμαρτία αρετή και αυτοπροστασία, κάτω απο τα μάτια σου. Γιατί αν δεν σου αρέσει η διαφορετικότητα του άλλου -του κάθε άλλου- απλά ασε τον στην ησυχία του. Αλλά δεν μπορείς. Θες «να τον βοηθήσεις» και στην πραγματικότητα του ανοίγεις τον λάκο.

Και ισως κάποιος δεν απαντά στις επικρίσεις και απομονώνεται γιατί δεν είναι Χριστιανικό. Γιατί δεν πρέπει. Γιατί αν το κάνει, θα στεναχωρηθεί ο Χριστός. Ενώ μπορεί, δεν είναι αδύναμος. Δεν είναι οτι δεν μπορεί να απαντήσει. Μπορεί να τους συντρίψει αν θέλει, αλλά κάθεται και «τις τρώει» και τον εμπαίζουν και τον απομονώνουν και αφήνει και διαδίδονται ένα σωρό -νομίζουν- πίσω απο την πλάτη του.

Αλλά δεν τον νοιάζει πλέον. Γιατί τον έχει ενδυναμώσει Εκεινος. Τοτε αυτός ο άνθρωπος αν και φαίνεται μόνος, δεν είναι. Είναι ολοι οι υπολοιποι μόνοι τους. Αλλά δεν θέλουν να το παραδεχτούν. Και τότε τον παρακαλούν να αλλάξει στάση για να μην είναι μόνος. Αλλά δεν μπορείς να ανταλλάξεις την παρέα που ήδη έχεις για μία ψεύτικη , ανθρώπων που είναι έτοιμοι να σε κατασπαράξουν .

Γιατί δεν είσαι μόνος, αδελφέ. Ποτέ δεν ήσουν. Κανένας μας δεν είναι. Απλά δεν θέλουμε να δούμε Εκείνον που είναι πάντα δίπλα μας.

Σε αυτή την ζωή δεν ήρθαμε ούτε για ζεστασιά, ούτε για αποδοχή απο την κοινωνία. Μπορεί να είσαι κάθαρμα της Γης. Αξίζεις γιατί είσαι εικόνα Χριστού. Μπορεί να είσαι το χειρότερο κατακάθι, αλλά δεν είναι θέμα ΗΘΙΚΗΣ. Δεν θα σωθείς γιατί πέτυχες ηθικά η κοινωνικά. Θα σωθείς γιατί επέλεξες τον Χριστό και όχι τις δημόσιες σχέσεις. Θα σωθείς γιατί δεν απάντησες οταν σε κατέκριναν, θα σωθείς γιατί εδειξες συγχώρεση ενώ δεν έπρεπε. Θα σωθείς, επειδή Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΑΓΚΑΣ, οχι επειδή είσαι εσύ. Αυτό είναι κάτι που το ξεχνάμε και πέφτουμε σε ψυχαναλύσεις και ψυχοθεραπείες και αντι να βοηθηθεί ο άλλος εν Χριστώ, προσπαθούμε να τον κάνουμε λειτουργικό κοινωνικό στοιχείο. Αλλά αυτό είναι αηδίες.

Γι’αυτό και η ψυχοθεραπεία και ψυχανάλυση μπορεί να είναι κάτι πολύ επικίνδυνο. Οχι επειδή είναι πλάνη, οχι απαραίτητα. Αλλά επειδή είναι ΣΟΦΙΑ. Κοσμική σοφία όμως. Και η κοσμική σοφία είναι όμορφη φιλοσοφία και χρήσιμη. Και ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ. Θα είμασταν ανόητοι αν δεν το αποδεχόμασταν. Αλλά το να γίνει κάποιος «λειτουργικός» δεν είναι ο σκοπός του Χριστιανισμού. Είναι υποπροϊόν του. Ενώ στην φιλοσοφία είναι σκοπός. Και ανταλάσσουμε το εφήμερα ομορφο , για το αιώνιο, πολλές φορές.

Η ζωή αυτή δεν είναι καλλιστεία. Κερδίζει όποιος αντέξει να αντικρύσει την ασχήμια της ψυχής του και να πει «ετσι είμαι, αλλά με αγαπάει ο Χριστός» . Και να την αγγαλιάσει και να πορευτεί με αυτήν και αν θέλει ο Χριστός να την μετατρέψει σε λουλουδι. ΑΝ θέλει και ΑΝ πρέπει. Γιατί μπορεί να ΜΗΝ θέλει ο Χριστός και να ΜΗΝ πρέπει, για λόγους που αγνοούμε. Οπότε θα παραμείνουμε αγωνιζόμενοι μέχρι τέλους. Ακόμα και λάθος να αγωνιζόμαστε (και ποιος είναι σωστός;) ο αγώνας μετράει. Γιατί το λάθος ο Χριστός μπορεί να το διορθώσει. Απο εμάς ζητάει ΠΡΟΑΙΡΕΣΗ και μονο. Και τότε θα βάλει την μονάδα μπροστά και τα μηδενικά μας θα γίνουν…περιουσια.

ΠΗΓΗ.https://www.facebook.com/oode.admin/posts/883382358361886

 

Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης: Ὁ κόσμος του, ὁ κόσμος μας ( Μαρία Σαμλίδου)

PAPADIMANTHS

«Ἐβαπτίσθη τῇ Δευτέρᾳ ἡμέρα τοῦ Πάσχα καί ὠνομάσθη Ἀλέξανδρος· ἔτυχε δέ τότε, ἐνῷ ὁ βαπτίζων αὐτόν παπά – Νικόλαος ἔρριπτε τό ἔλαιον εἰς τήν κολυμβήθραν, νά σχηματισθῇ αὐτομάτως ἐπί τοῦ ὕδατος αὐτῆς σταυρός διά τοῦ ἐλαίου· τό δέ περίεργον τοῦτο συμβεβηκός ἐξήγησεν ὁ παπά – Νικόλαος εἰπῶν ὅτι αὐτό τό παιδί θά γίνῃ μεγάλο».

 

(Ἀπό γράμμα τοῦ παπά – Γιώργη Ρήγα τοῦ Σκιάθιου στόν ἐκδότη Δικαίο).

 

Ὅσοι ξυπάζονται μέ κάθε τί πού δέν εἶναι γέννημα αὐτοῦ τοῦ τόπου, ἀλλά ἔρχεται ἀπό ἔξω καί εἶναι φράγκικο, λογαριάσανε τόν Παπαδιαμάντη ὡς ἠθογράφο.

Εἶναι ἠθογράφος ὁ Παπαδιαμάντης, γιατί ὁ κόσμος του κινεῖται μέσα στά ἔθιμα, τά ὀρθόδοξα καί ἑλληνικά. Αὐτό, ὅμως, δέ σημαίνει πώς οἱ ἄνθρωποι πού ἔστησε δέν εἶναι βαθύτατα ἀνθρώπινοι.Ὁ κόσμος του εἶναι γεμᾶτος ἀπό ἀνθρώπους ὁλοκλη-ρωμένους, εἴτε εἶναι ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, εἴτε εἶναι ἄνθρωποι τοῦ διαβόλου, εἴτε, τέλος, ταλαντεύονται ἀνάμεσα στό καλό καί στό κακό. Εἶναι ἄνθρωποιΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ. Καί πραγμα-τικός εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού δέν πασχίζει νά παρουσιαστῇ διαφορετικός ἀπό ἐκεῖνον πού εἶναι. Εἴτε καλοί, εἴτε κακοί, εἴτε δίκαιοι ἤ ἄδικοι, εἴτε ἅγιοι ἤ δαιμονικοί, δέν εἶναι ἀντίγραφα ἀπό ξένα πρότυπα. Δέν εἶναι μασκαρεμένοι. Εἶναι ἄνθρωποι ριζωμένοι βαθιά στή γῆ πού τούς γέννησε. Ὁ κόσμος του γεννιέται, ζεῖ καί πεθαίνει μέσα στό κλῖμα τῆς παράδοσης.

Οἱ ἄνθρωποί του δέ σαλεύουνε στό κενό. Δέν ἀρμενίζουν στά…κουτουροῦ. Δέν ἀκολουθοῦν τό φύσημα τοῦ ἀέρα. Θεός τους δέν εἶναι ἡ μίμηση καί ἡ μόδα. Καί ὅταν λέω μόδα, δέν ἐννοῶ τό περίβλημα, τό ἐφήμερο, τό διακοσμητικό, ἀλλά αὐτό πού σφραγίζει τήν τέχνη, τή μουσική, τήν ἐπιστήμη, τή λογο-τεχνία, τή φιλοσοφία, γιατί ὄχι καί αὐτήν ἀκόμη τή θεολογία.

Καί τό χειρότερο καί πιό καταπληκτικό εἶναι ὅτι ἐμείς οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι μέ φλάμπουρο δύο ξόανα, τό νέο – ποιός μπορεῖ νά ὁρίσῃ, τελικά, τί εἶναι νέο – καί τήν πρόοδο – τήν ταλαιπωρημένη καί καθυστερημένη – πέφτουμε ἀπό ψευδαίσ-θηση σέ ψευδαίσθηση. Τό ἄθροισμά τους συνεπάγεται μοντερνισμό.

Οἱ ἔχοντες καί κατέχοντες εἶναι μοιραῖα οἱ πρῶτοι καί οἱ μόνιμα «μοντέρνοι» κάθε ἐποχῆς. Ὁ ἐκσυγχρονισμός εἶναι τό τερτίπι τους. Μόνον ὁ λαός ἔχει ἔθιμα καί μόνον ὁ λαός ἔδινε στόν Παπαδιαμάντη τήν εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου πού δέν ξεριζώθηκε. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι εἶχαν τήν ἔγνοιά του καί τήν ἀγάπη του.

Ὁ κόσμος του εἶναι ἕνα πλῆθος ἀνθρώπων ἀδύνατων, πού ἀγαπούσανε, πού πονούσανε, πού ἁμαρτάνανε, πού μετανοι-ώνανε, πού πεθαίνανε, ὅπως πεθαίνουμε ὅλοι μας. Ἦταν ἄν-θρωποι φτιαγμένοι ἀπό κάποια διαφορετική πάστα, ἀπό τούς ἐκσυγχρονισμένους.

Ὁ κόσμος του ἦταν πάντα σέ ἀντιπαράθεση πρός τόν κόσμο τόν πλούσιο, τόν ἐξευρωπαϊσμένο μέ τίς ἀνέσεις του καί τίς ἀστικές του μικροφιλοδοξίες, πού ἔχουν γιά ἰδανικό τή σταδιοδρομία, τήν κοινωνική προβολή καί καταξιώση, τήν ἄνεση. Αὐτόν τόν κόσμο τῶν δουλοπάροικων πού ἔχουν στραμμένες τίς αἰσθήσεις τους καί τίς ζωές τους στά πρότυπα τῆς Φραγκιᾶς.

Στό διήγημά του «Λαμπριάτικος Ψάλτης» γράφει: «Τά πλεῖστα τῶν ὑπ’ ἐμοῦ γραφέντων ἐορτασίμων διηγημάτων ἔχουσιν, ἀς μοῦ ἐπιτραπῇ ὁ λατινικός ὅρος a priori τήν ὑπόθεσιν, εἶναι δηλαδή μᾶλλον θρησκευτικά». Αὐτός ὁ χαρακτηρισμός τῶν διηγημάτων του, ἀπό τόν ἴδιο τόν Παπαδια-μάντη λύνει πολλές ἀπορίες. Οἱ δρόμοι τῆς εὔκολης φιλολογίας ἤ λογοτεχνίας εἶναι ξώ-πετσοι, ὅπως καί οἱ ἀνατριχίλες τῆς ἐπιδερμίδας.

Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ὅμως, ἡ ὁποία ἀνασκάφτει προσε-κτικά ὁ Παπαδιαμάντης, εἶναι ἄλλο πρᾶγμα.   Ἡ ἀγωνία καί ἡ λαχτάρα γιά τό Θεό – γνωρίσματα κι ἐπιθυμίες τῆς ψυχῆς τοῦ καθενός μας, ἀκόμα καί ἐκείνων πού τό ἀρνοῦνται ἤ προ-σπαθοῦν νά ξεχάσουν – εἶναι ξάνοιγμα σέ ἀνοιχτά πέλαγα, εἶναι σύλληψη ζωῆς στό πιό βαθύ της νόημα, εἶναι περιοχή πνευματική, ὅπου δέν εἶναι γιά τόν καθένα. Εἶναι ὅμως, γιά τούς ἀθώους τῆς γνώσης, τούς ταπεινούς, τούς ἁπλούς.

Ἔτσι ἁπλός, φτωχός καί ὄχι θεολόγος μέ διπλώματα εἶναι ὁ παπά-Διανέλλος. Φτωχές καί ἀπλοϊκές εἶναι καί οἱ γυναῖκες πού τόν συνοδεύουνε τρεῖς ὧρες δρόμο, ἔως τό ἐκκλησάκι τοῦ Ἅη-Γιάννη τοῦ Προδρόμου. Δέν παριστάνουν πώς τάχα ἔχουνε ἀνησυχίες, οὔτε θεολογοῦνε, οὔτε συζητᾶνε ἀνούσια καί κομπαστικά. Καταφέρνον, ὅμως, νά στήσουνε ἕνα διάλογο, πού εἶναι μεστός ἀπό οὐσία καί πνεῦμα.

Μιά ἁπλῆ γυναίκα ρωτᾶ τόν παπᾶ γιά ἕναν ἄνθρωπο πού ὅλοι τόν λογαριάζουνε γιά πεθαμένο, καθώς τόν εἶχε πλακώσει μάγγανος. Τοῦ κάνανε μνημόσυνα καί ἕνας ἄγγελος ἔπαιρνε τό πιάτο μέ τά κόλλυβα καί τά πήγαινε στόν πλακωμένο κι ἔτρωγε. Ἐπί μέρες ἀνάσαινε ἀπό μία τρύπα. Ἐπιτέλους κατάφερε νά σηκώσῃ τό μάγγανο καί να λευθερωθῇ. Ποιά ἦταν τώρα ἡ ἀπορία τῆς γυναίκας; Γιατί ὁ ἄγγελος Κυρίου, ἀφοῦ τοῦ κουβαλοῦσε τά κόλλυβα γιά νά τρέφεται, δέν ἔ-κανε κάτι πιό ἁπλό, πιό γρήγορο καί πιό πρακτικό. Γιατί δέ σήκωνε τό μάγγανο ἀπό τήν ἀρχή γιά νά λευθερωθῇ ὁ ἄνθρωπος;

Καί ὁ παπά-Διανέλλος ἀποκρίνεται:

«Γιατί ὁ σκοπός δέν ἦτανε νά δειχθῇ ἡ παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ, ὅπου εἶναι ἀποδεδειγμένη δι’ ἀπείρων θαυμάτων, ἀλλά νά φανερωθῇ μόνον ἡ δύναμη τῶν μνημοσύνων καί τῶν διά τοῦς νεκρούς προσφορῶν, καί ὅτι τίποτε, τό ὁποῖον θυσιάζει ὁ ἄνθρωπος, τίποτε τό ὁποῖον προσφέρει εἰς τόν θεόν, εἰς τούς φτωχούς, καμμία καλή πράξις, καμμία ἀρετή, καμμία ὑπομονή, κανέν μαρτύριον, κανέν δάκρυ, τίποτε δέ χάνεται. Ὅλα σπείρονται εἰς γῆν ἀγαθήν, ὡς ὁ κόκκος τοῦ σίτου, εἶπεν ὁ Κύριος, ὅπου δέ πέσῃ εἰς τήν γῆν καί ἀποθάνει (καί τοιαῦτα εἶναι τά κόλλυβα, οἰούτοι καί οἱ νεκροί) πολύν καρπόν φέρει. Οἱ σπείροντες ἐν δάκρυσι, ἐν ἀγαλλιάσει θεριοῦσιν»

«Τό λέγει αὐτό τό Εὐαγγέλιον; Ρωτά ἡ γυναίκα»

«Τό λέγει τό ψαλτήρι, εἶναι λόγος Θεοῦ καί ἐμπνευσμένον ἀπό τό Πνεύμα τό Ἅγιον…»

Ὁ κόσμος τοῦ Παπαδιαμάντη εἶναι οἱ ὁρίζοντες του τόπου του. Οἱ περισσότεροι ἀπό ἐμᾶς πιστεύουμε πῶς οἱ ὁρίζοντες τοῦ «ἔξω ἀπό τόν τόπο μας» εἶναι πολύ μεγαλύτεροι. Οἱ τάχα μου δῆθεν εὐρύτεροι ὁρίζοντες εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς ξαναμμένης φαντασίας και ψευδαίσθησης.Ὁ τόπος μας μέ τούς ἀνθρώπους του εἶναι μιά οὐσιαστική δειγματοληψία τῆς ἀνθρωπότητας. Καί κάτι περισσότερο: Εἶναι ὁ ΑΛΛΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ.Αὐτός, λοιπόν, ὁ ἄλλος ἄνθρωπος, δέν εἶναι, οὔτε τυφλός, οὔτε κουφός, οὔτε χωρίς αἰσθητήριο, οὔτε ἠλίθιος, ἀλλά ἀνοι-χτομάτης, μέ κρίση καί ἔνστικό, ἄρα ἐνόχληση μαζί και περι-πέτεια. Καί αὐτή ἡ περιπέτεια εἶναι πολύ πιό ἔντονη ἀπ’ ὅ,τι ἡ ἀδιαφορία πού χαρακτηρίζει τούς ὁρίζοντες τῆς Φραγκιᾶς.

Ἄλλο ὁ πλησίον, ἄλλο ἡ ἀνθρωπότητα. Ὁ πλησίον εἶναι ἐδῶ, δίπλα μας, παρέκει μας. Ἡ ἀνθρωπότητα εἶναι ἔννοια ἀφηρημένη καί ἄπιαστη. Οἱ σημερινοί ἄνθρωποι μετράνε μεγάλες ἰδέες, μεγάλες ἀγορές, μεγάλους πολιτισμούς, μεγάλες ἠπείρους, σ’ ἕνα καζάνι, αὐτός τῆς παγκοσμιοποί-ησης. Αὐτοί οἱ κόσμοι μέ τούς «εὐρεῖς ὁρίζοντες», ὅμως, στήν πραγματικότητα εἶναι πολύ πιό στενοί ἀπό ἕνα σοκκάκι τοῦ τόπου τῆς Σκιάθου.

Στίς μεγάλες πόλεις ἤ μητροπόλεις, ἀφοῦ εἶναι πρακτικά ἀδύνατο νά συνευρίσκωνται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μαζί, ἐπινόησαν μια πρακτική καί βολική διάσπαση: Οἱ ἄνθρωποι πού ἔχουν κοινά γούστα ἤ σκοπούς ἤ ἰδέες, φτιάξανε κλειστές ὁμάδες, πού στήν οὐσία δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά κλίκες. Αὐτός, ὅμως, ὁ χωρισμός, ὄχι μονάχα δέν πλαταίνει τόν ὁρίζοντα, ἀλλά τόν στενεύει.Μία πεζότατη σύνθεση, ἀπ’ ὅπου λείπει τό βασικό γνώρισμα τῆς ζωῆς: ὁ ἀντίλογος καί ἡ ποικιλία.Στενά καί ἀποπνιχτικά, μία πλήξη ἀπό Ἅδη. Ἕνας κοσμικός ἀναχωρητισμός, ὅπου οἱ ἄνθρωποι θέλουν νά εἶναι ἀθέατοι, ὄχι ἐπειδή προτιμοῦν τήν προσευχή καί τήν ἐπικοινωνία     μέ τό Θεό, ἀλλά ἐπειδή προσπαθοῦν ν’ ἀποφύγουν τόν πλησίον.Ὁ Μολιέρος πού ἤξερε αὐτήν τήν ἀλήθεια, γνώριζε πώς μέσα στό σπίτι του κιόλας, ὑπῆρχε μια καλή δειγματοληψία τῆς ἀνθρωπότητας, γι’ αὐτό καί κάθιζε ἀντίκρυ του τήν ὑπηρέτριά του καί τῆς διάβαζε τίς κωμωδίες του. Ὁ Παπαδιαμάντης ἔχει ἀπόλυτη συνείδηση, ὅτι τό γνήσιο φαίνεται παράδοξο καί τό φτιαχτό γίνεται πιστευτό.

Πῶς ν’ ἀντικρύσουμε τήν ἁπλῆ ἀλήθεια ἐμεῖς, οἱ ἐκσυγχρονισμένοι, ὅταν κάθε τί νέο γίνεται ἐπιτακτική ἀνάγκη; Χάνουμε κάθε μέρα πού περνάει τήν αἴσθηση τῆς πληρότητας τοῦ «τετελεσμένου», νομίζοντας ὅτι βλέπουμε καθαρά τό αὔριο. Φουτουρισμός στή λογοτεχνία καί στήν τέχνη. Νά κυνη-γᾶμε τά ἀφηρημένα, τά ἀσύλληπτα, τά ἀκατανόητα.

Ὁ Ζάχος καί τό μπουζούκι του στή «Στρίγγλα Μάννα», δέν ἐκφράζει πανανθρώπινες ἰδέες, ἀλλά πράγματα ἀνθρώπινα καί συγκεκριμένα.Ὁ τόπος του, ὁ κόσμος του, οἱ ἄνθρωποι. Δε λιποταχτοῦν στούς εὐρεῖς ὁρίζοντες τῆς «Ἑσπερίας», παρά κάνοουν ἀκατόρ-θωτα πράγματα. Μπορεῖς νά εἶσαι ὁ παπά-Γιάννης πού, παρά τά χρόνια του, στέκεται ὄρθιος καί τήν ἴδια μέρα ὑποδέχεται τό Δεσπότη, θάβει τό ἔγγονι του, δέχεται τό συμπεθεριό τῆς νιόπαντρης κόρης του καί δέχεται ταυτόχρονα μιά κοινοποίηση πού τοῦ γνωστοποιεῖ τήν ἀπόφαση γιά ἕνα χρέος δύο χιλιάδων δραχμῶν. Καί ὅλα αὐτά μ’ ἐγκαρτέρηση καί ὑπομονή καί μέ δοξολογία στόν Παντοδύναμο. Ποῦ νά βρῆ κανείς εὐρύ-τερο ὁρίζοντα ἀπό αὐτόν;

Ὅταν σαρκάζῃ τόν «πολιτισμόν εἰς τό χωρίον», ὅταν λογαρι-άζῃ τούς κακούς ἀντιγραφεῖς τῶν τάχα μου ἀντιπροσω-πευτικῶν πολιτικῶν κομμάτων, ὡς χαλασοχώρηδες, ὅταν μᾶς δίνῃ ἀνάγλυφα τήν ἀποκρουστική εἰκόνα στίς ἐκλογές, ἀπό τή μιά τό τέρας τῆς ὀχλοκρατίας καί ἀπό τήν ἄλλη τό τέρος τῆς πλουτοκρατίας, τό κάνει μέ πόνο ψυχῆς, γιατί ὅλα αὐτά γί-νονται δῆθεν για τό λαό. Ἐνῷ ξέρει πώς, οὔτε ἀπό τό λαό πηγάζουνε ὅλα αὐτά, οὔτε γιά τό καλό του γίνονται.

Ξέρει ὅτι τό Προπατορικό ἁμάρτημα συνεχίζεται, ὅτι ἡ μίμησις Χριστοῦ ἔχει λησμονηθεῖ. Ξέρει, ἐπίσης, περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον, πώς ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἡ ἰδανική ἀποστολική Ἐκκλησία, ἀλλά μιά Ἐκκλησία στά χέρια ἀνθρώπων που σκανδαλίζουν. Δέν εἶναι ἡ ἀκτημοσύνη, ἡ ὑπακοή καί ἡ παρθενία τῶν μοναχῶν πού δέν ἀρέσουν στόν λαό, ἀλλά ἡ ἰδιοκτησία, ἡ ἀνυπακοή καί οἱ σεξουαλικές ἁμαρτίες, πού ρίχνουνε τό μοναστικό βίο στά μάτια του. Δέν εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη, ἀλλά ἡ ἔλλειψη ταπει-νοφροσύνης, ἡ ἀλαζονεία καί ἡ προκλητικότητα πού κάνει τούς Χριστιανούς ἀποκρουστικούς. Ἄν ἡ Ἐκκλησία δέν ἔφτασε στούς ἀντικειμενικούς στόχους πού τῆς ἔταξε ὁ Χριστός, αὐτό σέ πολύ μεγάλο μέρος ὀφείλεται στά λάθη τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ κόσμος του πασχίζει νά βρίσκεται πιο κοντά στό Θεό. Εἶναι ὀργανικά δεμένος μέ τή δημιουργία τοῦ Δημιουργοῦ του. Τή γῆ καί τή θάλασσα. Ὁ κόσμος του δέν εἶναι ἀποκομμένος ἀπό τό Θεό. Ἡ Γραφή, τό συναξάρι, ἡ λειτουργία, οἱ ἀκολουθίες εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ἄνθρωπος. Ὅλα τ’ ἄλλα, τά θεωρη-τικά περισσεύουνε.

Στό διήγημα του «Ρεμβασμός τού Δεκαπενταύγουστου» περιγράφει ἕναν ὀργίλο, ἀλλά ἄκακο γέρο, τό γέρο – Φραγκούλα, ἔτσι ἀκριβῶς: «Ὁ γέρο – Φραγκούλας ἐπίστευε καί ἔκλαιγεν, ναί ἤτον ἄνθρωπος ἀσθενής, ἠγάπα καί ἡμάρτανε καί μετενόει». Σ’ αὐτόν τό χαρακτηρισμό – περιγραφή του γιά τό γέρο – Φραγκούλη, συνοψίζεται ἡ γνώμη τού Παπαδιαμάντη γι’ αὐτόν τόν κόσμο.

Στό διήγημά του «Μιά ψυχή» φανερώνει ποιοί εἶναι ζωντα-νοί κρίκοι στήν ἀλυσίδα τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί ποιοί εἶναι οἱ σπασμένοι κρίκοι τῆς φυσικῆς, τῆς σαρκικῆς, τῆς ὑλικῆς ζωῆς.

Ὅταν ἡ Εὐφροσύνη, ἡ πληγωμένη μητέρα τῆς μικρῆς Ἀγγελικούλας βλέπῃ τή νύχτα πάνω στό κρεβάτι τῆς πεθαμένης κόρης τής μια πεταλούδα νά γυροφέρνῃ τή φλόγα τῆς ἀναμμένης καντήλας πού ἔκαιγε πάνω στό προσκέφαλο του κρεβατιού πού πάνω ξεψύχισε ἡ Ἀγγελικούλα, πιστεύει ὅτι εἶναι ἡ ψυχή τῆς Ἀγγελικούλας. Αὐτή ἡ πίστη τῆς Εὐφροσύνης, δέν εἶναι πρόληψη, ὅπως θά τήν χαρακτήριζαν οἱ ὀρθολογιστές, ἀλλά ἀγωνιώδης σύνδεση τοῦ ὁρατοῦ μέ τό ἀόρατο, τῆς ζωῆς τοῦ ἐπίγειου βίου μέ τήν αἰώνια πνευματική ζωή. Ἡ Εὐφροσύνη θλίβεται καί πονάει, ἐπειδή τό ὁρατό ἔγινε ἀόρατο, ἀλλά δέν ἀμφιβάλλει, οὔτε μιά στιγμή, πώς αὐτό τό ἀόρατο εἶναι καί αἰώνιο καί δέ γνωρίζει θάνατο, ἐνῷ τό ἄλλο, τό ὁρατό, μόνο προς τό θάνατο ὀδηγεῖ.

Ὁταν γυρίσανε ἀπό τό κοιμητήριο ἡ Εὐφροσύνη καί ἡ γριά ἡ μάνα της, ἡ γιαγιά τῆς πεθαμένης Ἀγγελικούλας, φανερώνουνε τή θεμελιακή τους ἀντίθεση. Κι ἡ γριά τήν πόνεσε τήν Ἀγγελικούλα, καί τήν ἔκλαψε, καί τήν μοιρολόγησε, ἐνῷ ἡ Εὐφροσύνη, πού τήν γέννησε, σώπαινε. Ἡ γριά εἶναι ἐκεῖνο πού ἐκφράζει ἡ πρόληψη. Ἐπικαλεῖται τά ἔθιμα γιά νά φάῃ και νά θρέψη τή σάρκα της. Ἔφαγε τηγανιτό ψάρι καί αὐγά. Μασάει ἀμύγδαλα καί ζητάει νά πιῇ μαστίχα, ἐπειδή δέν εἶχε κρασί καί ὄταν τῆς λένε πώς δέν πίνουνε μετά τό κρασί μαστίχα ἡ γριά μέ τή λαίμαργη καί ἀνυπάκουη σάρκα, λέει πώς οἱ Ρώσοι πού εἶναι καλοί Χριστιανοί, πίνουνε ρακί. Καί κατεβάζει τρία ποτήρια μαστίχα. Ὁ Τάσος καί ὁ Μήτσος, τ’ ἀδέλφια της πεθαμένης κοιμόνταν. Ὁλόκληρος χορός νεκρῶν πού εἶχαν θάψει τό νεκρό τους. Ἡ μόνη πού κρατοῦσε ζωντανὴ τήν ἐπαφή τῆς μιάς ζωής μέ τήν ἄλλη, ἦταν ἡ μάνα τῆς Ἀγγελικούλας. Οὔτε μιλούσε, οὔτε μοιρολογοῦσε, οὔτε ἔτρωγε, οὔτε ἔπινε μαστίχα. Ἄναβε μοναχά τό καντήλι στό προσκέ-φαλο τοῦ κρεβατιοῦ. Κί ἐκεῖ βλέπει τή μικρή, χρυσόφτερη πεταλούδα νά γυροφέρνῃ τή φλόγα τοῦ καντηλιοῦ. Τήν εἶδε νά πετᾷ γύρω ἀπό τή φλόγα γιά ἕνα ὀλόκληρο λεπτό καί ὕστερα νά χάνεται. Τήν εἶδε τή δεύτερη νύχτα καί μέ δάκρυα στά μάτια νομίζει πώς εἶναι ἡ ψυχή τῆς Ἀγγελικούλας. Μιά εὐχή φεύγει τότε ἀπό τά χείλη της: Νά ‘ναι γλυκά τά ὄνειρα τῆς Ἀγγελικούλας ἐκεῖ πού κοιμᾶται. Τήν βλέπει νά πετᾷ πρός τήν ὀροφή κι ὕστερα νά κατεβαίνῃ καί νά πίνῃ ἀπό τό λάδι τῆς καντήλας.

Μετά τό τρίτο βράδυ ἡ πεταλούδα δέν ξαναφάνηκε. Αὐτό, ὅμως, δέν ἐμπόδισε τήν Εὐφροσύνη νά πηγαίνῃ κάθε νύχτα πρός ἀντάμωσή της. Ἀγρυπνούσε, γύρευε ἐναγώνια νά εἶναι ὁ ζωντανός κρίκος ἀνάμεσα στίς δύο ζωές. Δέ λησμονοῦσε τό θάνατο, ὅπως ἡ ἐβδομηνταπεντάρα γριά, μάνα της, παραδο-μένη στό φαΐ καί τό ποτό. Πασχίζει νά ξεπεράσῃ τό θάνατο. Πῶς, ὅμως; Πιστεύοντας στήν ἄλλη, τήν αἰώνια ζωή. Οἱ ἄλλοι κλάψανε, μοιρολογήσανε, σκούξανε καί ὕστερα ξεχάσανε καί τό ρίξανε στό φαΐ, στή λογομαχία καί τόν ὕπνο. Ἡ Εὐφροσύνη, ὅμως, κράτησε ὄρθιο τό πνεύμα της. Δέν ἄφησε τίποτε νά θολώσῃ τή μνήμη της. Ζούσε, γιατί ἀγαποῦσε. Κι ἀγάπη σημαίνει θύμηση, σημαίνει πάθος πρός ἕνωση, σημαίνει λαχτάρα γιά τήν οὐσία πού εἶναι τό αἰώνιο καί τό ἀόρατο. Ζούσε ἡ Εὐφροσύνη, ἐπειδή, ἀκριβῶς, εἶχε μνήμη θανάτου.

Θάνατος δέν εἶναι τό τέλος. Μία φαινομενική ζωή, ὅμως, εἶναι θάνατος. Θάνατος πνευματικός… Ἡ γέννηση καί ὁ θάνατος τοῦ σώματος εἶναι μία εἴσοδος καί μιά ἔξοδος. Καί ἔξοδος δέ σημαίνει τέλος, ἀλλά μετάσταση ἀπό ἐδῶ πρός τά ἐκεῖ.

Πρίν τελειώσω, ἀξίζει, νομίζω, ν’ ἀναφέρω ἕνα κομμάτι ἀπό τό γράμμα πού στείλανε οἱ τρεῖς ἀδερφές τοῦ Παπαδιαμάντη στό Γιάννη Βλαχογιάννη, γιά τίς τελευταίες μέρες καί ὧρες τῆς ζωῆς του.

«Ἀξιότιμε κύριε Βλαχογιάννη…

Τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα τόν ἐκτύπησε πόνος στήν ὠμοπλάτην του· μετά τρεῖς ἡμέρας ἐλιποθύμησε καί ὅταν συνῆλθε: «Τί μοῦ συνέβη; Τόσων ἐτῶν δέν ἐλιποθύμησα! Δέν βλέπετε ὅτι εἶναι προοίμια τοῦ θανάτου μου;». Ἦλθεν ὁ ἰατρός: Μπά, τί θέλεις ἐσύ, ἐδῶ; Θά κάνω πρῶτα τά χριστιανικά· Αὔριο θά ἔλθης» «Εἶχε ἐνύπνιον, εἶχε συγκοπάς. Τρεῖς φορές ἐκοινώνησε, τρεῖς τοῦ διάβασαν τήν μεγάλην εὐχήν, ἐν εἴδε ἐξομολογήσεως… μία μετά τό μεσονύκτιον ἐσηκώθη καί εἶπε: «Νά πάγω μιά εἰς τοῦ Ζιμπλοῦ», γειτονικόν παντοπωλεῖον καί ἐπειδή εκλονίζετο, τόν καθίσαμεν εἰς τήν καρέκλαν, καί ἄρχισε νά κλαίῃ σά μικρό παιδί. Τόν βάλαμε δίπλα καί μέσα σέ πέντε λεπτά ἐξέπνευσε. Ἔκλεισε μόνος του τά μάτια, χωρίς να τά πιάσῃ ἄλλος. Τήν Δευτέραν τόν θάψαμε καί χάσαμε τήν τελευταία ἐλπίδαν μας,… 3 Ἰανουαρίου 1911..

Ὅσο καί ἄν φαίνεται ὑπερβολικό, οἱ νεκροί σφραγίζουνε τή ζωή μας, εἴτε μᾶς ἀρέσει, εἴτε ὄχι. Καί κάποτε τά κοιμητήρια, πού τόσο φοβᾶται ὁ δυτικός πολιτισμός καί πού δέ φοβοῦνται οἱ ἁπλοῖ ἄνθρωποι στόν κόσμο τοῦ Παπαδιαμάντη, δέν εἶναι ἀσήμαντη ἀφετηρία ζωῆς.

 

Χριστός Ἀνέστη                    Ἄνθρωπος Ἀνέστη.

 

Περιοδικό ΄΄Λυχνάρι΄΄, ΑΡΙΔΑΙΑ, ΑΝΟΙΞΗ 2013

ΕΚΔΟΤΗΣ, Παρασίδης Χαράλαμπος

Ε.ΡΩ.

ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ.ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 

Τα Χριστούγεννα του Παπαδιαμάντη.(Κώστα Βάρναλη)

 papadiamantis

Ὁ οὐρανὸς ἔβρεχε διαρκῶς λεπτὸν νερόχιονον, ὁ γραῖγος ἀδιάκοπος ἐφύσα καὶ ἦτο ψῦχος καὶ χειμὼν τὰς παραμονὰς τῶν Χριστουγέννων τοῦ ἔτους…

Ὁ κυρ-Ἀλέξανδρος εἶχε νηστεύσει ἀνελλιπῶς ὁλόκληρον τὸ Σαρανταήμερον καὶ εἶχεν ἐξομολογηθεῖ τὰ κρίματά του (παπα-Δημήτρη τὸ χέρι σου φιλῶ!). Καὶ ἀφοῦ ἐγκαίρως παρέδωσε τὸ χριστουγεννιάτικον διήγημά του εἰς τὴν «Ἀκρόπολιν» καὶ διέθεσεν ὁλόκληρον τὴν γλίσχρον ἀντιμισθίαν του πρὸς πληρωμὴν τοῦ ἐνοικίου καὶ τῶν ὀλίγων χρεῶν του, γέρων ἤδη κεκμηκὼς ὑπὸ τῶν ἐτῶν καὶ τῆς νηστείας, ἀποφεύγων πάντοτε τὴν πολυάσχολον τύρβην, ἀλλὰ φιλακόλουθος πιστός, ἔψαλεν, ὡς συνήθως, μὲ τὴν βραχνὴν καὶ σπασμένην φωνήν του, πλήρη ὅμως ἐνθέου πάθους, ὡς δεξιὸς ψάλτης, εἰς τὸ παρεκκλήσιον τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου τὰς Μεγάλας Ὥρας, σχεδὸν ἀπὸ στήθους, καὶ ὄτε ἐπανῆλθεν εἰς τὸ πτωχικόν του δωμάτιον, δὲν εἶχεν ἀκόμη φέξει!

Ἤναψε τὸ κηρίον του καὶ τῇ βοηθείᾳ τοῦ κηρίου (καὶ τοῦ Κυρίου!) ἔβγαλε τὸ ὑπόδημά του τὸ ἀριστερόν, διότι τὸν ἠνώχλει ὁ κάλος, καὶ ἡμίκλιντος ἐπὶ τῆς πενιχρᾶς στρωμνῆς του, πολλὰ ῥεμβάζων καὶ οὐδὲν σκεπτόμενος, ἤκουε τὰς ὀρυγὰς τοῦ κραταιοῦ ἀνέμου καὶ τοὺς κρότους τῆς βροχῆς καὶ ἔβλεπε νοερῶς τὸν πορφυροῦν πόντον νὰ ῥήγνυται εἰς τοὺς σκληροὺς αἰχμηροὺς βράχους τοῦ νεφελοσκεποῦς καὶ χιονοστεφάνου Ἄθω.

Ἐκρύωνεν. Ἀλλὰ τὸ καφενεῖον τοῦ κυρ-Γιάννη τοῦ Ἀγκιστριώτη ἦτο κλειστόν. Ἀλλὰ καὶ ὀβολὸν δὲν εἶχε νὰ παραγγείλει:

– Πάτερ Ἀβραάμ, πέμψον Λάζαρον! (ἕνα ποτηράκι ῥακὴ ἢ ῥώμι).

Ἐκείνην τὴν χρονιὰν τὰ Χριστούγεννα ἔπεσαν Παρασκευήν. Τόσον τὸ καλύτερον. Θὰ νηστεύσει καὶ πάλιν, ὡς τὸ εἶχε τάμα νὰ νηστεύει διὰ βίου κάθε Παρασκευὴν διὰ νὰ ἐξαγνισθεῖ ὁ ἁμαρτωλὸς δοῦλος τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ μέγα κρῖμα τῆς νεότητός του, ποὺ εἶδε τυχαίως ἀπὸ τὴν κλειδαρότρυπαν τὴν νεαράν του ἐξαδέλφην νὰ γδύνεται.

Ἔκαμε τὸν σταυρόν του κι ἐσκεπάσθη μὲ τὴν διάτρητον βατανίαν του, ὅπως ἦτο ντυμένος καὶ μὲ τὰ ὑποδήματα – πλὴν τοῦ ἀριστεροῦ.

Καὶ τότε εὑρέθη εἰς τὴν προσφιλήν του νῆσον τῶν παιδικῶν του χρόνων μὲ τὰ ῥόδιν᾿ ἀκρογιάλια, τὰς ἁλκυονίδας ἡμέρας, τὰς χλοϊζούσας πλαγιάς, μὲ τὰ κρίταμα, τὴν κάππαριν καὶ τὰς ἁρμυρήθρας τῶν παραθαλασσίων βράχων καὶ μὲ τοὺς ἁπλοὺς παλαιοὺς ἀνθρώπους, θαλασσοδαρμένους ἢ ναυαγούς, ζωντανοὺς καὶ κεκοιμημένους.

Καὶ ἦλθεν ὁ Χριστὸς μὲ τὸ τεθλιμμένον πρόσωπον, ἡ Παναγία ἡ Γλυκοφιλοῦσα μὲ τὸ λευκὸν καὶ ἔνθεον Βρέφος της, ὁ Ἅγιος Στυλιανός, ὁ φίλος καὶ φρουρὸς τῶν νηπίων, ἡ Ἁγία Βαρβάρα καὶ ἡ Ἁγία Κυριακὴ μὲ τοὺς σταυροὺς καὶ τοὺς κλάδους τῶν φοινίκων εἰς τὰς χεῖρας, ὁ ὅσιος Ἀντώνιος καὶ Εὐθύμιος καὶ Σάββας μὲ τὰς γενειάδας καὶ τὰ κομβοσχοίνια των· καὶ ἦλθε καὶ ὁ ὅσιος Μωϋσῆς ὁ Αἰθίοψ, «ἄνθρωπος τὴν ὄψιν καὶ θεὸς τὴν καρδίαν», ἡ Ἁγία Ἀναστασία ἡ Φαρμακολύτρια κρατοῦσα εἰς τὰς χεῖρας τὸ μικρόν της ληκύθιον, τὸ περιέχον τὰ λυτήρια ὅλων τῶν μαγγανειῶν καὶ ἐπῳδῶν, ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος, ἡ Ἁγία Μαρίνα καὶ εἴτα ὁ Ἅγιος Γεώργιος καὶ ὁ Ἅγιος Δημήτριος μὲ τὰ χαντζάριά των, μὲ τὰς ἀσπίδας καὶ τοὺς θώρακάς των – ὁλόκληρον τὸ Τέμπλον τοῦ παρεκκλησίου τῆς Παναγίας τῆς Γλυκοφιλούσης ἐκεῖ ἐπάνω εἰς τὸν βράχον τὸν μαστιζόμενον ἀπὸ θυέλλας καὶ λαίλαπας καὶ λικνιζόμενον ἀπὸ τὸ πολυτάραχον καὶ πολυρροιβδον κῦμα…

Φέγγος ἐαρινὸν καὶ θαλπωρὴ διεχύθησαν ἐντὸς τοῦ ὑγροῦ δωματίου καὶ ὁ κυρ-Ἀλέξανδρος λησμονήσας τὸν κάλον του ἀνεσηκώθη νὰ φορέσει καὶ τὸ ἀριστερόν του ὑπόδημα διὰ ν᾿ ἀσπασθεῖ εὐλαβῶς τοὺς πόδας τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καὶ τῶν ἁγίων.

Ἀλλ᾿ ἡ ὀπτασία ἐξηφανίσθη καὶ ἰδοὺ εὑρέθη εἰς τὸν Ἅη-Γιάννην τὸν Κρυφόν, ποὺ ἐγιάτρευε τοὺς κρυφοὺς πόνους κι ἐδέχετο τὴν ἐξαγόρευσιν τῶν κρυφῶν ἁμαρτιῶν. Πλῆθος πιστῶν εἶχεν ἀνέλθει ἀπὸ τὴν πολίχνην, ζωντανοὶ καὶ συγχωρεμένοι, νὰ παρακολουθήσουν τὴν Λειτουργίαν, τὴν ὁποία ἐτέλει ὁ παπα-Μπεφάνης βοηθούμενος ἀπὸ τὸν μπάρμπ᾿ Ἀναγνώστην τὸν Παρθένην.

Κατὰ περίεργον ἀντινομίαν τῶν στοιχείων, ἦτο καλοκαῖρι κι ἡ Λειτουργία εἶχε τελειώσει καὶ ἦτον δὲν ἦτον τρίτη πρωϊνή, ὅτε ἡ ἀμφιλύκη ἤρχισε νὰ ῥοδίζει εἰς τὸν ἀντικρυνὸν ζυγὸν τοῦ βουνοῦ.

Ὅλοι γείτονες, λάλοι καὶ φωνασκοί, ἐκάθηντο κατὰ γὴς πέριξ ἐστρωμένης καθαρᾶς ὀθόνης. Τέσσερ᾿ ἀρνιά, τρία πρόβατα, δύο κατσίκια, ἀστακοουρές, κεφαλόπουλα καπνιστὰ τῆς λίμνης, αὐγοτάραχον καὶ ἐγχέλεις ἁλατισμένοι, πίττες, κουραμπιέδες, μπακλαβάδες, πορτοκάλια καὶ μῆλα – ὅλα τὰ καλούδια, προϊόντα της μικρῆς καὶ ὡραίας νήσου, περιέμενον τοὺς συνδαιτυμόνας.

– Καλῶς ὥρισες κυρ-Ἀλέξαντρε, κάτσε κ᾿ ἡ ἀφεντιά σου, τοῦ εἶπεν ἡ θεία ἡ Ἀμέρσα.

Ἀλλὰ τί βλέπει γύρω του; Ὅλους τους ἥρωας καὶ τὰς ἡρωίδας τῶν Χριστουγεννιάτικων διηγημάτων του. Ἐκεῖ ἦτον ἡ θεία-Ἀχτίτσα, φοροῦσα καινουργῆ μανδήλαν καὶ νέα πέδιλα, ἐπιδεικνύουσα μετ᾿ εὐγνωμοσύνης τὸ συνάλλαγμα τῶν δέκα λιρῶν, τὸ ὁποῖον μόλις ἔλαβε ἀπὸ τὸν ξενητευμένον εἰς τὴν Ἀμερικὴν υἱόν της. Δίπλα της ἐκάθητο κι ὁ Γιάννης ὁ Παλούκας, ὁ προσποιηθεὶς τὸν Καλλικάντζαρον τὴν Παραμονὴν τῶν Χριστουγέννων καὶ ληστεύσας τὸν Ἀγγελῆν, τὸν Νάσον, τὸν Τάσον – ὅλα τὰ παιδία τὰ ὁποῖα κατήρχοντο ἀπὸ τὴν Ἐπάνω ἐνορίαν, ἀφοῦ εἶχαν ψάλει τὰ Κάλανδα. Ἐσηκώθη καὶ παρέδωσεν εἰς τὸν κυρ-Ἀλέξανδρον τὰς κλεμμένας πεντάρας -δὲν εἶχε πῶς νὰ μεθύσῃ καὶ ἑορτάσῃ τὰ Χριστούγεννα ἐκείνην τὴν χρονιὰν (συχωρεμένος ἂς εἶναι!).

Ἰδοὺ κι ὁ Μπαρμπ᾿ Ἀλέξης, ὁ Καλοσκαιρῆς, ποὺ δὲν εἶχεν ἀνάγκην τοῦ πορθμείου τοῦ Χάροντος διὰ νὰ πηδήσει εἰς τὸν ἄλλον κόσμον· εἶχε τὸ ἰδικόν του, ὑπόσαθρον πλοιάριον, αὐτόχρημα σκυλοπνίχτην. Μαζί του ἦτον κι ὁ σύντροφός του ὁ Γιάννης ὁ Πανταρώτας ὁ ναυτολογημένος ὡς Ἰωαννίδης καὶ διατελῶν ἐν διαρκεῖ ἀπουσίᾳ κατὰ τὰς ὥρας τῆς ἐργασίας.

– Νὰ φροντίσῃς, τοῦ εἶπεν ὁ Πανταρώτας, νὰ πάρω τὴν σύνταξή μου!

Καὶ λησμονῶν τὴν ἱερότητα τῆς στιγμῆς ἐμούντζωσε τὸ κενὸν συνοδεύων τὴν ἄσεμνον χειρονομίαν μὲ τὴν ἀσεμνοτέραν βλασφημίαν:

– Ὅρσε, κουβέρνο!

Ἐκεῖ ἦτον κι ὁ Μπαρμπα-Διόμας, εὐτυχὴς διότι ἐγλύτωσεν ἀπὸ τὸ ναυάγιον καὶ ἐρρόφησεν ἀπνευστὶ ἐπὶ τοῦ διασώσαντος αὐτὸν τρεχαντηρίου ὁλόκληρον φιάλην πλήρη ἡδυγεύστου μαύρου οἴνου διὰ νὰ συνέλθει – ὢ πενιχρά, ἀλλ᾿ ὑπερτάτη εὐτυχία τοῦ πτωχοῦ!

Ἀλλ᾿ ἰδοὺ ἔτρεξε νὰ τοῦ σφίξη τὴν χεῖρα καὶ ὁ βοσκὸς ὁ Στάθ᾿ς τοῦ Μπόζα, τοῦ ὁποίου δύο αἶγες εἶχον βραχωθῆ εἰς τὸν κρημνὸν ὑπεράνω της ἀβύσσου, ὅπου ἔχαινεν ὁ πόντος καὶ ἦτο ἀδύνατον νὰ σωθοῦν, ἂν δὲν τὸν κατεβίβαζαν διὰ σχοινίου εἰς τὸν βράχον μὲ κίνδυνον τῆς ζωῆς του.

– Τὴν Ψαρὴ τὴν ἔχω τάξει ἀσημένια στὴν Παναγιά. Τὴ Στέρφα (τὴν ἄλλην αἶγα) θὰ τὴν σφάξω γιὰ σένα, νὰ τὴν φᾶμε.

Καὶ ἡ Ἀσημίνα τοῦ μαστρο-Στεφανῆ τοῦ βαρελᾶ, μὲ τὰς τέσσαρας κακοτυχισμένας θυγατέρας, τὴ Ῥοδαυγή, τὴν Ἑλένη, τὴ Μαργαρὼ καὶ τὴν Ἀφέντρα, ἡ Ἀσημίνα, ποὺ τὴν μίαν ἡμέραν ἑώρτασε τοὺς γάμους τῆς Ἀφέντρας μὲ τὸν Γρηγόρη τῆς Μονεβασᾶς καὶ τὴν ἄλλην ἡμέραν ἐπένθησεν τὸν θάνατον τοῦ υἱοῦ της τοῦ Θανάση.

Τέλος, ὤ! τῆς ἐκπλήξεως, ἐνεφανίσθη καὶ ὁ ἕτερος ἐαυτός του, ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδημούλης, ὁ πτωχαλαζών, ὁ ἀσχολούμενος εἰς ἔργα μὴ κοινῶς παραδεδεγμένης χρησιμότητος!
Ὁ κυρ-Ἀλέξανδρος ἠσθάνθη τύψεις, ὅτι ἔπλασεν ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ τόσον δυστυχεῖς καὶ ταπεινοὺς ἢ τόσον ἁμαρτωλοὺς (οὐδεὶς ἀναμάρτητος!) καὶ τὸν ἑαυτόν του τόσον ἐπηρμένον!…

Ἀλλὰ τὴν στιγμὴν ἐκείνην τὸν διέκοψεν ἡ ὀκταόκαδος τσότρα, ἡ περιφερομένη ἀπὸ χειρὸς εἰς χεῖρα. Δὲν ἐπρόλαβε νὰ τὴν ἐναγκαλισθῇ καὶ ἤχησαν τὰ λαλούμενα (βιολιτζῆδες ντόπιοι καὶ τουρκόγυφτοι μὲ κλαρινέτα) καὶ … ἐξύπνησεν.

Ποτὲ ὁ κοσμοκαλόγηρος κυρ-Ἀλέξανδρος δὲν ἐξύπνησε τόσον χορτάτος, ὅσον ἐκείνην τὴν ἁγίαν ἡμέραν, ὁ νῆστις τοῦ Σαρανταημέρου καὶ ὁ νῆστις ὅλης της ζωῆς του! – ζωὴν νὰ ἔχει!


Πηγή: Πεζός Λόγος, Εκδόσεις Κέδροςε-orthodox fathers

H Προσκύνηση των Μάγων.(Απόσπασμα από τον Λόγο στην Γέννηση του Χριστού του Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού)

 

26_proskinisimagon

———————————————————————————————————-

Ο Κύρος, ο βασιλεύς των Περσών, είχε κατασκευάσει ένα ναό και είχε τοποθετήσει μέσα χρυσούς και αργυρούς ανδριάντες των θεών και τον είχε διακοσμήσει με πολυτίμους λίθους. Εκείνες λοιπόν τις ημέρες , σύμφωνα με όσα μας πληροφορούν τα γραμμένα υπομνήματα, μπήκε ο τότε βασιλεύς στο ιερό, για να ζητήση εξήγησι σε κάποια του όνειρα, και ο ιερεύς Προύπιππος του είπε:

—    Τα συγχαρητήριά μου, βασιλιά μου. Η Ήρα συνέλαβε.
Ο βασιλεύς χαμογέλασε και είπε:
—    Αυτή που πέθανε, μου λες ότι συνέλαβε;
—    Ναι, αυτή που πέθανε ανέζησε και γεννά ζωή.
—    Τί θέλεις να πης, ξεκαθάρισέ το.

—    Κύριέ μου, πραγματικά πάνω στην ώρα κατέφθασες εδώ. Γιατί όλη την νύκτα τα αγάλματα, και τα ανδρικά και τα γυναικεία, δεν σταμάτησαν να χορεύουν και να συγχαίρουν το ένα το άλλο για την ευτυχία της Ήρας. Μα τα γυναικεία άρχισαν να λένε πως δεν ήταν η Ήρα, αλλά η Πηγή που συνέλαβε. Και τα ανδρικά απάντησαν πως αποδέχονται το όνομα Πηγή, γιατί το πραγματικό της όνομα είναι Μυρία και μέσα στη μήτρα της σαν μέσα σε πέλαγος φέρει φορτηγό πλοίο με μύριους επιβάτες. Και είναι πηγή όχι ύδατος αλλά πνεύματος. Και έχει ένα μόνο ψάρι, το οποίο συλλαμβάνεται με το αγκίστρι της θεότητος, για να θρέψη με την ίδια του την σάρκα όλο τον κόσμο. Έχει μνηστήρα τέκτονα, αλλά δεν είναι δικός του γιος ο τέκτων τον οποίον γεννά, αυτός είναι το παιδί του Αρχιτέκτονος που αρχιτεκτόνησε τον ουρανό και την γη. Αλλά περίμενε βασιλιά μου, να δούμε τί θα απογίνη τώρα στην διάρκεια της ημέρας.

Ο βασιλεύς έμεινε εκεί και περίμενε. Σε λίγο ο ναός γέμισε μουσικές και θορύβους και όλα τα είδωλα, ανθρώπων και ζώων, άρχισαν να χορεύουν και να τραγουδούν ζωηρά, κατά τρόπο θορυβώδη και τρομακτικό. Και άνοιξε η οροφή του ουρανού και κατέβηκε ένα λαμπρό αστέρι και στάθηκε πάνω από το άγαλμα της Πηγής, και ακούσθηκε να λέγη τα εξής:

—  Δέσποινα Πηγή, ο μέγας ήλιος με απέστειλε να σε υπηρετήσω στην γέννα μετά τον αμίαντο γάμο που έκανε προς εσένα και συγχρόνως να σου μηνύσω: Γίνεσαι μητέρα του πρώτου όλων των ταγμάτων, νύμφη της τριωνύμου μονοκρατορίας. Το άσπορο βρέφος καλείται αρχή και τέλος. αρχή σωτηρίας και τέλος απωλείας.

Αμέσως σωριάσθηκαν σε συντρίμμια όλα τα είδωλα και έμεινε μόνο η Πηγή. και βρέθηκε πάνω της διάδημα βασιλικό με λιθοκόλλητο αστέρα από αδάμαντα και σμάραγδο και ο αστέρας στάθηκε πάνω της.

Ο βασιλεύς διέταξε να καλέσουν όλους τους σοφούς ερμηνευτές των σημείων της χώρας του και όλοι αυτοί ερμήνευσαν τα παραπάνω γεγονότα ως εξής:

—    Βασιλιά μας, ρίζα θεϊκιά και βασιλική ανέτειλε και φέρει την μορφή ουρανίου και επιγείου βασιλέως. Γιατί η Πηγή είναι η κόρη Μαρία η Βηθλεεμίτις, το διάδημα είναι τύπος βασιλικός και ο αστέρας ένα ουράνιο μήνυμα που θαυματουργείται στη γη. Από την φυλή Ιούδα σηκώθηκε βασιλεία που θα εξαλείψη την μνήμη των Ιουδαίων. Έφθασε και το τέλος της τιμής των θεών. Στείλε λοιπόν ανθρώπους στα Ιεροσόλυμα και θα βρης τον γιο του παντάνακτος να βαστάζεται σωματικά σε γυναικείες αγκάλες.

Χωρίς καθυστέρησι ο βασιλεύς κάλεσε τους υποτελείς του Μάγους και τους έστειλε με δώρα να προσκυνήσουν τον γεννημένο βασιλιά προσφερόμενοι ως απαρχή των Εθνών(19). Ξεκίνησαν, μετρώντας τις μέρες της πορείας τους και το άστρο πορευόταν μαζί τους. Έφθασαν στα Ιεροσόλυμα, σύμφωνα με το σχέδιό τους και άρχισαν να ρωτούν και να ψάχνουν που βρίσκεται ο γεννημένος βασιλεύς των Ιουδαίων. Αλλά γι’ αυτόν που εκείνοι από τόσο μακριά πληροφορήθηκαν και ήρθαν οι ίδιοι οι συμπατριώτες του δεν φαινόταν να έχουν ιδέα. Το πράγμα έφθασε στον ηγεμόνα. Ταράχθηκε ο Ηρώδης. έμαθε από τους γραμματείς πως ο Μεσσίας γεννιέται στην Βηθλεέμ της Ιουδαίας. Κάλεσε κρυφά και τους Μάγους και ρώτησε πόσον καιρό φαινόταν το άστρο, για να υπολογίση πόσων ετών ήταν ο διεκδικητής της εξουσίας του, να τον βρη και να τον σκοτώση. Και απάντησαν απονήρευτα οι Μάγοι:

—         Έχουμε συμπληρώσει ένα χρόνο που οδηγούμαστε από το άστρο.
—         Τί σημαίνει άραγε αυτό; ρωτούσαν οι Ιουδαίοι.
—         Γεννήθηκε αυτός που ονομάζετε Μεσσία και τον περιμένετε.
—         Στο όνομα της θείας δικαιοσύνης, πέστε μας τί μάθατε;
—         Εσείς έχετε την αρρώστια της απιστίας και ούτε με όρκο δεν θα πιστέψετε. Απλά σας το λέμε: Γεννήθηκε ο Χριστός, ο γιος του Υψίστου. αυτό ξέρουμε.

Οι Ιουδαίοι καταθορυβημένοι συσκέφθηκαν μεταξύ τους και κατόπιν τους παρακάλεσαν να δεχθούν δώρα, προκειμένου να το αποσιωπήσουν αυτό εδώ στην χώρα τους, γιατί τάχα υπήρχε κίνδυνος να προκληθή εξέγερσις. Εκείνοι τότε είπαν:

—    Εμείς προς τιμήν του, για να διαλαλήσουμε τα θαυμαστά σημεία που συνέβηκαν στην χώρα μας κατά την γέννησί του, φέραμε δώρα και σεις μας λέτε να πάρουμε δώρα και να κρύψουμε αυτά που κηρύχθηκαν δημόσια από την επουράνια Θεότητα και να παρακούσουμε στις εντολές του βασιλιά μας που μας έστειλε;

Βγήκαν λοιπόν από τα Ιεροσόλυμα και έφθασαν στον προορισμό τους, ενώ το άστρο τους υπεδείκνυε το Δεσποτικό Βρέφος, και είδαν και την μητέρα και το παιδί. Άνοιξαν τις θήκες τους, γονάτισαν στην γη και του προσέφεραν δώρα: χρυσό, στον βασιλέα, λιβάνι στον Θεό, και σμύρνα στον θνητό. Και είπαν οι Μάγοι στην Παρθένο:

—  Πώς ονομάζεσαι, ξακουστή Παρθένε;
—  Μαρία, λέει εκείνη.
—  Από πού είσαι;
—  Από εδώ, από την Βηθλεέμ.
—  Και λοιπόν, δεν πήρες κανένα άνδρα ;
—  Μνηστεύθηκα μόνο και έγιναν αρραβώνες.
—  Από ποιο γένος κατάγεσαι και γέννησες τέτοιο παιδί;
—  Κατάγομαι από γένος βασιλικό και ιερατικό, δηλ. του Δαυίδ και του Ααρών, και από την ρίζα του Ιούδα. Κι είμαι κόρη του Ιωακείμ και γέννημα της Άννας.
—  Μήτηρ μητέρων, εσένα εμακάρισαν όλοι οι θεοί των εθνών. Μεγάλο σου το καύχημα. Ξεπέρασες όλες τις γυναίκες και αναδείχθηκες βασιλικώτερη από όλες τις βασίλισσες.

Το παιδί πάλι καθόταν κάτω στη γη. μόλις είχε μπη στο δεύτερο χρόνο. Στο πρόσωπο έμοιαζε αρκετά με την μητέρα του. Αυτή ήταν ελαφρώς ψηλή, με σώμα τρυφερό. το χρώμα του δέρματός της σαν του σταριού, τα μαλλιά της δεμένα ωραία στο κεφάλι της. Είχαν μαζί τους ένα δούλο ζωγράφο που έφτιαξε μία εικόνα τους, την οποία έφεραν κατόπιν στην πατρίδα τους και την έστησαν στο ιερό να προσκυνήται από όλους, γράφοντας σε χρυσά πέταλα την εξής επιγραφή: «Μέσα στο ουρανοποίητο ιερό, το Περσικόν κράτος αφιέρωσε αυτό το ανάθημα στον εν μέσω ηλίων Θεό και μεγάλο βασιλέα Ιησού».

Έπειτα σήκωσαν ο καθένας στα χέρια του το παιδί Ιησού και το προσκύνησαν, προφητεύοντας για τον σωτηριώδη σκοπό της ενσαρκώσεώς Του. Το παιδί γελούσε και σκιρτούσε με τα χαϊδέματα των Μάγων. Έπειτα αποχαιρέτησαν και την μητέρα, η οποία τους τίμησε και αυτούς πρεπόντως, και επέστρεψαν στο κατάλυμά τους.

Σχολιάζοντας αυτά που είδαν έλεγε ο πρώτος: «εγώ το έβλεπα νήπιο». ο δεύτερος: «εγώ το είδα τριαντάχρονο νέο». ενώ ο τρίτος: «εγώ το έβλεπα υπερήλικα γέροντα». Κι απόμειναν να θαυμάζουν.

Κατά το βράδυ παρουσιάσθηκε μπροστά τους ένας αστραποβόλος άγγελος με φοβερό πρόσωπο και τους λέγει:
—  Γρήγορα φύγετε από εδώ, για να μην πάθετε κακό.
—  Θεϊκέ άγγελε, είπαν εκείνοι διστακτικά, ποιος τάχα να κάνη κακό σε ανθρώπους σαν εμάς, που ήρθαμε με τέτοιο σκοπό;
—  Ο Ηρώδης, τους λέγει αυτός. Ακούγοντας αυτά οι Μάγοι ανέβηκαν σε γρήγορα και δυνατά άλογα και αναχώρησαν από άλλο δρόμο για την χώρα τους.

 

“Από το περιοδικό: ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ” ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ – ΤΕΥΧΟΣ 6