ΕΝΑ ΕΘΝΟΣ, ΜΙΑ ΨΥΧΗ

π. Δημητρίου Μπόκου
Με απροκάλυπτο θαυμασμό στάθηκε ο κόσμος ολόκληρος μπρος στη μικρή Ελλάδα, που το 1940 νίκησε την πανίσχυρη Ιταλία και αντιστάθηκε ηρωικά, χωρίς πνεύμα ηττοπάθειας, χωρίς σύμπλεγμα κατωτερότητας, ως ίσος προς ίσον, ακόμα και προς τη θεωρούμενη ως τότε αήττητη Γερμανία. Ο άθλος της αποτέλεσε απρόσμενη έκπληξη, ευχάριστη για τους μεν, δυσάρεστη για τους δε.
Όλοι όμως, εχθροί και φίλοι, στάθηκαν μπροστά της προσοχή και απέδωσαν τα εύσημα στον μικρό λαό που επέδειξε σθένος γίγαντα. Στο εξής οι ήρωες θα είχαν ως πρότυπο τους Έλληνες, όπως ειπώθηκε προσφυώς (Ουίνστον Τσώρτσιλ).
Πολλοί παράγοντες, θείοι και ανθρώπινοι, συνέβαλαν στην επιτέλεση του θαύματος του 40. Θα επικεντρωθούμε σε έναν. Στην ομοψυχία. Δεν πολέμησε μόνο ο στρατός μας στα βουνά της χιονοσκέπαστης Ηπείρου. Όλο το έθνος συστρατεύθηκε. Κάθε ηλικία, από την πιο μικρή ως την πιο μεγάλη, έδωσε δυναμικά το «παρών». Ο καθένας στο πόστο του. Ανάλογα με τη δύναμή του και την ειδικότητά του. Ο καθένας συνεισέφερε στον κοινό αγώνα κατά
το χάρισμά του. Οι πολλοί έγιναν ένας. Ένα σώμα με πολλά μέλη, συντονισμένα στην απόλυτη λειτουργική αρμονία. Δεν σκεφτόταν και δεν ενεργούσε κανένας κατά το δικό του θέλημα. Ξεχάστηκε το εγώ, παραμερίστηκε. Ήρθε στο προσκήνιο η αξία του «εμείς» του ήρωα Μακρυγιάννη. Κατανοήθηκε πλήρως πως αν η πατρίδα πηγαίνει στο σύνολό της καλά, είναι όφελος για όλους. Αν η πατρίδα χάνεται, τί νόημα έχει να ευημερούν μερικοί; Η γενική δυστυχία θα παρασύρει και κάθε ιδιωτική ευημερία. Ενώ σε μια πατρίδα που ευτυχεί, λέγει ο
αρχαίος Περικλής, ακόμα κι αν κάποιος δυστυχήσει, «πολλώ μάλλον διασώζεται» (Θουκυδίδου Ιστορίαι, 2, 60, 2-4).
Έτσι, ο άμαχος πληθυσμός, αποχαιρετώντας με πόνο, αλλά και ενθουσιασμό τα μάχιμα παιδιά του που ξεκινούσαν τραγουδώντας για το μέτωπο, στρώθηκε αμέσως στη δουλειά. Πολέμησε κι αυτός με κάθε τρόπο στα μετόπισθεν. Οι Ελληνίδες της Ηπείρου και της Δυτικής Μακεδονίας σήκωσαν, με ατσάλι ψυχή, στους αδύνατους ώμους τους το βαρύτατο έργο του εφοδιασμού. Βρέθηκαν κι αυτές στην πρώτη σχεδόν γραμμή, δίπλα στον μαχόμενο στρατιώτη,
δίνοντάς του πνοή ζωής, ανάσα απ’ την ανάσα τους, σ’ έναν δίχως ανάπαυλα πόλεμο.

Οι εχθροί ήταν πολλοί στα άγρια πολεμικά μέτωπα, μα χειρότερος απ’ όλους αποδείχτηκε το κρύο. Ολόκληρη η Ελλάδα βάλθηκε τότε να ζεστάνει τον παγωμένο φαντάρο. Μικρά κορίτσια, αλλά και αιωνόβιες γιαγιές, ρίχτηκαν στον αγώνα «της φανέλλας του στρατιώτη». Χιλιάδες δέματα με μάλλινα πλεχτά, συνοδευμένα με τις προσευχές όλου του έθνους, έφτασαν στη γραμμή του πυρός, ζέσταναν τις ψυχές των παιδιών που πολεμούσαν στα χιόνια. Ο λαός είχε γίνει μια μεγάλη ζεστὴ οικογένεια. Το ’νιωθε ο έρημος στρατιώτης και παρηγοριόταν.
Γράφει ένας τραυματίας από το μέτωπο για τον στρατό των μετόπισθεν:
«Καλή μου μανούλα, …όταν νιώθουμε ότι πίσω μας υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος που φροντίζει…, όταν βλέπουμε ότι τα αισθήματα της αλληλεγγύης πλημμυρίζουν τις καρδιές όλου του Ελληνισμού, η ψυχή μας
γεμίζει συγκίνηση και ορκιζόμαστε, ότι δεν θα αφήσουμε ποτέ εχθρικό ποδάρι να μολύνει την ένδοξη γη μας. Αψηφούμε τα χιόνια και τις παγωνιές. Αγνοούμε τους κόπους και τις κακουχίες. Γινόμαστε τρομεροί και ικανοί να επιτελέσουμε και τους δυσκολότερους άθλους».
Ποιος μπορεί να νικήσει το έθνος που έχει τέτοια ψυχή;

Ὁ παπᾶς – Τοῦ Π. Πετιμεζᾶ

Μικρό ἀφιέρωμα στόν ἡρωϊσμό καί τό ἦθος τῶν Ἑλλήνων τοῦ ’40.

Θαυμάζει κανείς τό ρωμαίϊκο ἦθος, τή λεβεντιά καί τήν περιφρόνηση τοῦ θανάτου τῶν στρατιωτῶν τῆς ἱστορίας πού ἀκολουθεῖ καί πρό πάντων τοῦ ἱερέως χάριν τῆς ταφῆς τῶν νεκρῶν. Σήμερα ὄχι μόνο ἀτιμάζουν κάποιοι τήν πατρίδα μας καί καλλιεργοῦν τόν κακομοίρικο βόλεμα, ὄχι μόνο καταφρονοῦν τά ἱερά καί τά ὅσια τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας, ἀλλά καί προπαγανδίζουν χωρίς ντροπή τήν καύση τῶν νεκρῶν σάν νά πρόκειται γιά ἄχρηστα σκουπίδια. Ἄς ἀναβαπτισθοῦμε νοερά ἀπό τήν ἀνάγνωση τῆς ἀληθινῆς αὐτῆς ἱστορίας.

 ____________________________________

Ἦταν ἐννέα. Τούς διεκρίνομεν καθαρά ἀπό τά θέσεις μας, ἐπάνω εἰς τήν κορυφήν τοῦ λόφου, ἐξηπλωμένους εἰς διαφόρους στάσεις.

Ὁ ἕνας πρηνής, ὁ ἄλλος ὕπτιος, κάποιος ἄλλος στηριζόμενος εἰς ἕνα κομμένον κορμόν δένδρου. Ὅλοι μέ τήν παγεράν ἀκαμψίαν τοῦ θανάτου εἰς τά μέλη ἔμενον ἐκεῖ ἐπί δύο ἡμέρας ἄταφοι…

Εἶχον μείνει καί οἱ ἐννέα κατά τήν πεισματώδη συμπλοκήν, ἡ ὁποία ἐγένετο ἐπί τοῦ λόφου δύο ἡμέρας πρίν. Ἔκτοτε ὁ λόφος ἐκρίθη ἀπό ἡμᾶς καί ἀπό τούς ἄλλους ὡς μή δυνάμενος νά κρατηθῇ καί ἐγκατελείφθη μέ τούς ἐννέα νεκρούς εὐζώνους ἐπί τῆς γυμνῆς βραχώδους κορυφῆς του.

Μετά τήν ἡμέραν τῆς μάχης, κατόπιν διαρκοῦς βροχῆς καί ὁμίχλης, εἶχεν ἐπικρατήσει αἰθρία καί ἕνας γλυκύτατος καί γαλήνιος οὐρανός ἐστέγαζε τούς ἐξακολουθοῦντας νά μάχωνται διαρκῶς ἡμέραν καί νύκτα ἀπό τῶν ἰδίων θέσεων ἑκατέρωθεν τοῦ λόφου.

Ὅλοι οἱ ἄλλοι νεκροί εἶχον περισυλλεχθῆ μέσα εἰς τάς χαράδρας, τάς πλαγιάς τῶν λόφων, ἀπό ὅλα τά δασώδη μέρη, καί εἶχαν ταφῆ τήν παραμονήν μέ τάς εὐχάς τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλ΄ἐκεῖνοι οἱ ἐννέα; Δίς καί τρίς ἐπεχείρησαν οἱ τραυματιοφορεῖς ἕρποντες νά τούς τραβήξουν κάτω, καί τήν αὐταπάρνησίν των τήν ἐπλήρωσαν ἀκριβά ˙ οἱ ἐννέα εἶχαν γίνει δώδεκα!

– Καί ὅμως πρέπει νά ταφοῦν! Έγώ δέν τούς ἀφίνω στά ὄρνια, ἠκούσθη ἡ φωνή τοῦ διοικητοῦ. Νά ταφοῦν ἐκεῖ ἐπάνω! Νά ταφοῦν ἐπί τόπου. Νά πάῃ ἐκεῖ καί ὁ παπᾶς.

Νά πάῃ ἐκεῖ καί ὁ παπᾶς! Ὁ ἀγαθώτατος παπα-Γεώργης, ἀπό ἁπλοῦς καί εἰρηνικός ἐφημέριος κάποιου ὀρεινοῦ χωριοῦ τῆς Ρούμελης εὑρέθη ἕνα πρωΐ ἱερεύς εὐζωνικοῦ τάγματος ἀπό ἐνθουσιασμόν μεγάλον, ἀλλά καί ἀπό κάτι ἄλλο ἀκόμη : Οἱ περισσότεροι ἀπό τό τάγμα ἦσαν ἀπό τήν ὀρεινήν περιοχήν τῆς πατρίδος του. Τούς ἐγνώριζε μέ τά ὀνόματά των. Ἤξευρε τάς μητέρας των, τάς γυναῖκας των, τάς ἀδελφάς των. Καί ὅλαι αὐταί τόν εἶχον προτρέψει νά δεχθῆ, διά νά προστατεύῃ τά παιδιά μέ τό σχῆμα του καί νά ἀποτρέπῃ τόν κίνδυνον μέ τήν δύναμιν τῆς Ἐκκλησίας. Εἶχεν ὑπερνικήσει τούς δισταγμούς του καί πρό πάντων εἶχε κατορθώσει νά πείσει τήν παπαδιά ὅτι αὐτό, πού κάμνει, εἶναι θέλημα καί εὐχή Θεοῦ.

Ἔκτοτε ἐπί δέκα συνεχεῖς μῆνας καί εἰς τούς δύο πολέμους ἠκολούθει τό τάγμα, ἐσυνήθισεν εἰς τάς στερήσεις μἐ ὅλα τά πενήντα ἔτη του, εἰς τάς κακουχίας, εἰς τήν πεῖναν εἰς τό ψῦχος ὑπό τό ἀντίσκηνον.

Εἰς ἕν πρᾶγμα δέν ἠδύνατο νά συνηθίσῃ :
Τοῦτο ἦτο, νά συγκρατῆ τά δάκρυά του καί μίαν φρικίασιν, ὅταν τόν ἐκάλουν νά εἴπῃ τάς εὐχάς τῶν νεκρῶν ἐπάνω εἰς κάποιαν τάφρον ἀπό τάς ἀνοιγμένας εἰς κορυφήν ἤ χαράδραν καί μέσα εἰς τήν ὁποίαν ἐτοποθετοῦντο μεθοδικώτατα, ὁ εἷς παραπλεύρως τοῦ ἄλλου, παραμορφωμένοι καί ἀγνώριστοι οἱ γνωστοί του τῆς χθές, διά τούς ὁποίους τήν ἰδίαν νύκτα ἔγραφεν εἰς τήν πατρίδα του τό σύνηθες καί τακτικόν του «νά πῆς μέ τρόπον στή γυναῖκα τοῦ τάδε ὅτι πάει αὐτός καί στή μάνα τοῦ δεῖνα πώς δέν θά τόν ξαναϊδῆ».

– Νά πάῃ καί ὁ παπᾶς ἐκεῖ, εἶχεν ἐπαναλάβει ὁ ταγματάρχης.
Πολύ πρίν ὁ ἥλιος ἀνατείλη ἐξεκίνησαν οἱ ἄνδρες τῆς ἀγγαρείας ἕκαστος μέ ἕνα πτύον καί μίαν σκαπάνην ἐπ’ ὤμου. Διέβησαν κάτω ἀπό τήν δασώδη χαράδραν βαδίζοντες ἀραιά, ὁ εἷς ὄπισθεν τοῦ ἄλλου καί ἐπλησίασαν τήν πλαγιάν τοῦ ἀπαισίου λόφου. Τελευταῖος ἠκολούθει μέ ἕνα μικρόν σκοῦφον φέροντα τό στέμμα, χωρίς κάπαν μέ τά ξεθωριασμένα καί σχισμένα ράσα ὁ ἱερεύς, κρατώντας εἰς τό ἕνα χέρι τόν σταυρόν καί εἰς τό ἄλλο ὑπό μάλης διπλωμένον τό πετραχήλι του.

Ὅπως κάθε πρωΐ, πυκνή ὁμίχλη ἐκάλυπτεν ἀκόμη τήν κορυφήν τοῦ λόφου. Ὅλοι ἐτάχυναν τό βῆμα, διά νά ἐπωφεληθοῦν. Ἐβάδιζαν κατ΄ ἀρχάς ὄρθιοι. Μετ΄ ὀλίγον ὁ πρῶτος ἐγονυπέτησε, τόν ἐμιμήθησαν ἀμέσως καί οἱ ἄλλοι, καθώς καί ὁ παπᾶς.
Ὅταν ἔφθασαν τέλος εἰς τό μικρόν πλάτυσμα τῆς κορυφῆς, ἔπεσαν ὅλοι πρηνεῖς, ἄλλοι εἰς τά πλάγια, καί βοηθούμενοι μέ τάς χεῖρας, μέ τά γόνατα, ἕρποντες ἐπλησίασαν τούς νεκρούς, καί τούς ἔσυραν ἕνα-ἕνα ὀπίσω ἀπό μίαν προεξοχήν βραχώδη, ἡ ὁποία ἠδύνατο νά τούς προκαλύψῃ γονυπετεῖς τοὐλάχιστον. Ἐκεῖ συγκεντρωμένοι ἤρχισαν νά σκάπτουν μερικοί πλαγιασμένοι, ἄλλοι πρηνεῖς, ἕκαστος ὅπως ἠδύνατο τήν τάφρον…

Ἡ ὁμίχλη εἶχεν ἀραιώσει ὀλίγον καί ἤρχισε νά διαφαίνεται ἕνας ἥλιος κατέρυθρος, μόλις ἀνατέλλων. Πότε-πότε ἐσφύριζε καμμιά σφαῖρα τυχαία καί τούς ἔκαμνε νά σκύβουν ἀκόμη περισσότερον.

Ἀφοῦ ἐτοποθέτησαν τόν ἕνα πλησίον τοῦ ἄλλου, ἐκάλεσαν ὅλοι μαζί τόν παπᾶν :
– Ἐμπρός, τώρα πατεράκι, ἡ δουλειά ἡ δική σου.
Ἕρπων καί αὐτός εἶχεν ἀνέλθει εἰς τήν κορυφήν τοῦ λόφου καί ἐκαλύφθη ὄπισθεν ἑνός τεμαχίου κορμοῦ κομμένης δρυός. Δύο τρεῖς ἀπό ἡμᾶς παρηκολούθουν περίεργοι μέ τά δίοπτρα ἀπό τόν ὄπισθεν λόφον.

Μὀλις ἤκουσεν τήν φωνήν, ἐσύρθη σιγά – σιγά μέ μυρίας προφυλάξεις καί ἐπλησίασεν εἰς τό χεῖλος τῆς τάφρου. Ἐκεῖ ἐστάθη πρός στιγμήν, ὡσάν νά ἐσκέπτετο κάτι, ὡσάν νά ἐδίσταζεν, ἐξεδίπλωσε τό πετραχήλι του καί τό ἐφόρεσε. Οἱ ἄλλοι ἀπεκαλύφθησαν, ἔκαμαν τό σημεῖον τοῦ σταυροῦ, πάντοτε κρυμμένοι ὀπίσω ἀπό τήν προεξοχήν τοῦ βράχου.

Ἔξαφνα διακρίνομεν ἕνα μαῦρο ράσον νά σηκώνεται ὄρθιον καί τό χρυσίζον πετραχήλι νά λαμποκοπᾶ εἰς τάς ἀκτῖνας ἑνός λαμπροῦ ἡλίου, ὁ ὁποῖος εἶχε διαλύσει τήν ὁμίχλην καί, ὡς ἐάν τοῦτο ἦτο σύνθημα ἀναμενόμενον, ἤρχισε καί ἀπό τά δύο μέρη γενικόν πῦρ. Αἱ βολίδες συρίζουν καί τά μικρά νέφη τῶν διαρρήξεων τῶν ὀβίδων σχίζουν τόν γλαυκόν οὐρανόν.

– Κάθισε κάτω παπᾶ ! Θά μᾶς ἰδοῦν! ἐφώναξαν οἱ ἄλλοι. Ἀλλ΄ αὐτός, ὡς νά μή ἦτο ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἐκείνην τήν στιγμήν. Ἀνεστύλωσε περισσότερον τό μικρόν του ἀνάστημα, ὕψωσεν ὅσον ἠδύνατο ὑψηλά μέ τό δεξιόν του χέρι τόν σταυρόν καί ἡ λευκάζουσα γενειάς του ἤρχισε νά κινῆται, διότι ἐξήρχοντο ἀπό τό στόμα του ἀργά-ἀργά αἱ εὐχαί τῆς ἐκκλησίας…

Οἱ ἄνδρες τῆς ἀγγαρείας, ἀφοῦ ἐσκέπασαν ταχέως τούς νεκρούς, ἤρχισαν νά τρέχουν εἰς τήν κατωφέρειαν καί ἐξηφανίσθησαν κάτω εἰς τήν χαράδραν.
Αὐτός ἀτάραχος, ἀναστυλωμένος, ἐξηκολούθει νά μένῃ εἰς τήν στάσιν ἐκείνην, ἕως ὅτου καί ἡ τελευταία λέξις τῆς ἀκολουθίας τῶν νεκρῶν ἐξῆλθεν ἀπό τό στόμα του. Ἀφοῦ ἐτελείωσεν, ἔκαμε τό σημεῖον τοῦ σταυροῦ, συνέπτυξε τό πετραχήλι του ὑπό τήν μασχάλην καί μέ βῆμα βραδύ καί σταθερόν κατῆλθε τήν κλιτύν, πάντοτε ὄρθιος, ρίπτων ἀπό καιροῦ εἰς καιρόν ἥσυχον βλέμμα πρός τάς ἐχθρικάς θέσεις, ἕως ὅτου ἔφθασε κάτω εἰς τήν χαράδραν ἀσφαλής καί ἐκτός κινδύνου.

Ὅταν τό βράδυ μετά τήν μάχην ἐπῆγα νά ἐκφράσω τόν θαυμασμόν μου, τόν εὕρον νά κάθεται σταυροπόδι εἰς τό ἀντίσκηνόν του καί νά γράφῃ τό συνηθισμένο πρός τήν παπαδιά :
– Νά εἰπῆς μέ τρόπον στή γυναῖκα τοῦ τάδε ὅτι πάει αὐτός, καί στή μάνα τοῦ δεῖνα πώς δέν θά τόν ξαναϊδῆ».

(Σημ. τοῦ περιοδικοῦ «Ζωή τοῦ Παιδιοῦ», τεύχ. 946, ἔτος1990, σελ.192-196). Στό κείμενο αὐτό κρατήσαμε τή γλώσσα, τήν ὀρθογραφία καί τόν τονισμό τοῦ συγγραφέα, σάν ἕνα δεῖγμα γραφῆς, πού πολύ συχνά συναντᾶμε στήν ἑλληνική γλῶσσα). 

https://www.orthros.eu/

Πηγή: https://anavaseis.blogspot.com/

Ομιλία αγίου Γρηγορίου του Παλαμά για τον άγιο Δημήτριο

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

ΣΤΟΝ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ

ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑ ΚΑΙ ΜΥΡΟΒΛΗΤΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟ

     «Ἐμοὶ δὲ λίαν ἐτιμήθησαν οἱ φίλοι σου, ὁ Θεός, λίαν ἐκραταιώθησαν αἱ ἀρχαὶ αὐτῶν(:Από εμένα με μεγαλοπρέπεια τιμήθηκαν οι φίλοι Σου, Θεέ μου, και οι αρχές της καταβολής και της ύπαρξής τους και εν γένει η δύναμη και επιρροή τους κάτω από το προστατευτικό Σου χέρι υπήρξαν εξόχως ισχυρές και αδιάσειστες)»[Ψαλμ.138,14], λέγει εκείνος ο Δαβίδ, ο πιο θεόπνευστος από τους ψαλμωδούς που υπήρξαν ποτέ. Αρχές του χορού των Αποστόλων είναι οι κορυφαίοι, του καταλόγου των προφητών όσοι κατονομάστηκαν ότι είχαν αξιωθεί την θεοπτία, των δε ιερών διδασκάλων και όλης της ομηγύρεως των οσίων όσοι ονομάστηκαν μεγάλοι σύμφωνα με την υπόσχεση του κοινού Σωτήρος όλων μας[ βλ. Ματθ.5,19: «Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν(: Αφού λοιπόν οι εντολές έχουν κύρος και ισχύ ακατάλυτη, οποιοσδήποτε παραβεί μία κι από εκείνες ακόμη τις εντολές μου που φαίνονται πολύ μικρές και διδάξει έτσι τους ανθρώπους, να τις θεωρούν δηλαδή μικρές κι ασήμαντες, θα κηρυχθεί ελάχιστος και τελευταίος στην Βασιλεία των ουρανών. Εκείνος όμως που θα εφαρμόσει όλες ανεξαιρέτως τις εντολές και θα διδάξει και τους άλλους να τις τηρούν, αυτός θα ανακηρυχθεί μεγάλος στην Βασιλεία των ουρανών. Κι αυτές λοιπόν τις εντολές που οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι παραμερίζουν με τις ανθρώπινες παραδόσεις τους, πρέπει να τις προσέχετε και να τις εφαρμόζετε)»], όπως και των μαρτύρων του Χριστού οπωσδήποτε οι μεγαλομάρτυρες.

     Ανάμεσα σ’ αυτούς τους τελευταίους διαπρέπει λαμπρώς εξέχοντας από τους περισσότερους ο άγιος που υμνείται και τιμάται εξαιρέτως από εμάς, ο εντόπιος και συμπολίτης μας πολιούχος, το μέγα θαύμα της οικουμένης, το μέγα ωράισμα της Εκκλησίας, ο σε όλα σπουδαίος και θαυματουργός και μυροβλύτης Δημήτριος. Αλλά τάχα ανάμεσα μεν στους μάρτυρες αυτούς είναι σαν ανάμεσα στα άστρα μέγας φωστήρας έχοντας την θέση της αΐδιας ζωής[Φιλιπ.2,16: «Λόγον ζωῆς ἐπέχοντες, εἰς καύχημα ἐμοὶ εἰς ἡμέραν Χριστοῦ, ὅτι οὐκ εἰς κενὸν ἔδραμον οὐδὲ εἰς κενὸν ἐκοπίασα(:Και κρατάτε σταθερά και εφαρμόζετε τον λόγο του Ευαγγελίου, που έχει ζωτικότητα και μεταδίδει ζωή. Και θέλω να γίνετε άμεμπτοι και να κρατάτε τον λόγο του Ευαγγελίου, για να είστε την ημέρα της δευτέρας παρουσίας του Χριστού καύχημά μου, που θα μαρτυρεί και θα αποδεικνύει ότι δεν έτρεξα ανώφελα, ούτε κουράστηκα μάταια, αλλά η διδασκαλία μου και οι κόποι μου έφεραν πλούσιους καρπούς)»] και περιλαμπόμενος λαμπρώς με τις θεαυγείς ακτίνες και υπερβάλλοντας σε λάμψη τους περισσότερους, προφητική όμως χάρη δεν απέκτησε; Ή, ενώ καταγλαΐσθηκε με προφητική δύναμη, απαξιώθηκε αποστολικής και διδασκαλικής διακονίας και προεδρίας; Ή, ενώ ήταν εμπράκτως στολισμένος με αυτές, υστέρησε σε άσκηση οσίων και της κατά το παράδειγμα τούτων λαμπρότητας δια βίου; Όχι βέβαια. Αλλά άλλους ακολουθώντας, με άλλους εξισούμενος, άλλων προϊστάμενος, και μερικούς υπερβάλλοντας κατά πολύ, παραμένει σε όλα μοναδικός ή μαζί με ολίγους· μόνος του κρατεί μέσα του μαζεμένα όλων τα χαρίσματα, όπως συν Θεώ θα αποδείξει ο λόγος στην συνέχεια και μόνος του δικαιούται να καρπώνεται όλες μαζί τις ευφημίες που οφείλονται σε όλους.

    Εμείς λοιπόν που δεν επαρκούμε ούτε για ένα, δεν λέγω σύνολο ή έναν κατάλογο, αλλά ούτε για ένα πρόσωπο του καταλόγου, τι θα πούμε, και μάλιστα με τέτοια μορφή λόγου, προς αυτόν που συνάρμοσε θείως τα χαρίσματα όλων σε θειότητα ενός βίου και είναι σε όλα απρόσιτος στην ουσία; Ο πόθος όμως πιέζει να μιλήσουμε κατά δύναμη και ο καιρός ζητεί τον επίκαιρο λόγο και το χρέος επιβάλλει να θαυμάζομε με τον λόγο το υπέρλογο μεγαλείο του μάρτυρα. Διότι φιλοτιμήθηκε να επιδείξει από την αρχή έως το τέλος στις υπέρ λόγο υπεσχημένες από τον Θεό αμοιβές και διαγωγή κατάλληλη, όσο επέτρεπε η φύση.

    Και ήταν σχεδόν όλα μαζί από την παιδική ηλικία, στήλη στερεά και ακαθαίρετη κάθε καλού, άγαλμα ζωντανό και αυτοκινούμενο κάθε αρετής, εστία και συστοιχία θείων και ανθρωπίνων χαρίτων, βίβλος ζωντανή και λαλούσα προς δόξα και διδασκαλία του ανωτέρου· χαρούμενο και παράξενο κράμα όλων των καλών, κοινή και κοινωφελεστάτη φιλοτιμία κάθε αγαθού· και για να πω τα της Γραφής, και φοίνικας που ανθεί σαν εκείνος ως δίκαιος[Ψαλμ.91,13: «Δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει, ὡσεὶ ἡ κέδρος ἡ ἐν τῷ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται(:Ο δίκαιος θα ανθήσει όπως ο αειθαλής και μηδέποτε μαραινόμενος φοίνικας, όπως η υπερύψηλος και πολύρριζος κέδρος στον Λίβανο θα αυξηθεί, έτσι θαλερός και ευτυχής θα παραμένει ο ευσεβής και δίκαιος)»] και «ελαία καρπερή στον οίκο του Θεού» [Ψαλμ.51,10: «Ἐγὼ δὲ ὡσεὶ ἐλαία κατάκαρπος ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ· ἤλπισα ἐπὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἰς τὸν αἰῶνα καὶ εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος(:Αντίθετα εγώ, σαν ελαία αειθαλής και γεμάτη καρπό, βρίσκω ασφαλές καταφύγιο στον οίκο του Κυρίου, και παραμένω αχώριστος από την επικοινωνία μαζί Του και την ενίσχυσή Του. Στήριξα την ελπίδα μου όχι στον πλούτο και στην ανθρώπινη επιρροή, αλλά στο έλεος του Θεός διαπαντός και στους ατελεύτητους αιώνες)»] και «δένδρο φυτευμένο κοντά στα ρεύματα των υδάτων του Πνεύματος» [Ψαλμ.1,3: «Καὶ ἔσται ὡς τὸ ξύλον τὸ πεφυτευμένον παρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων, ὃ τὸν καρπὸν αὐτοῦ δώσει ἐν καιρῷ αὐτοῦ, καὶ τὸ φύλλον αὐτοῦ οὐκ ἀποῤῥυήσεται· καὶ πάντα, ὅσα ἂν ποιῇ, κατευοδωθήσεται(:Και θα είναι ο άνθρωπος αυτός σαν το δέντρο, που έχει φυτευτεί εκεί που τρέχουν και χύνονται άφθονα νερά, και το οποίο θα δώσει τον καρπό του στον κατάλληλο καιρό και τα φύλλα του δεν θα πέσουν, αλλά θα είναι αειθαλές και πάντοτε καταπράσινο, διότι και αυτός τρεφόμενος και ποτιζόμενος από τα νάματα της θείας διδασκαλίας και θείας χάριτος θα καρποφορεί πάντοτε πλούσια έργα αρετής χωρίς να μαραίνεται ποτέ· αλλά και καθετί που θα κάνει, επειδή θα ευλογείται από τον Θεό, θα έχει αίσιο πέρας και θα στέφεται από επιτυχία)»]· μόνο που το μεν ψαλμικό δέντρο  «δίδει τον καρπό στον καιρό του»αυτός όμως είχε και έχει κάθε εποχή καιρό ανθοφορίας και καρποφορίας μαζί· και όπως εκείνου του δέντρου το φύλλο δεν θα πέσει ποτέ σύμφωνα με το γεγραμμένο, έτσι και τούτου μαζί τα φύλλα δεν θα πέσουν ούτε το άνθος ούτε ο καρπός, μεταδιδόμενα σε όσους προσέρχονται με πίστη χωρίς να εκλείπουν.

     Και ως προς μεν το ότι έφερε τα πάντα μαζί και κατά τον σολομώνειο λόγο σε λίγο χρόνο γέμισε μακρά έτη[Σοφ. Σολ. 4,13: «Τελειωθεὶς ἐν ὀλίγῳ ἐπλήρωσε χρόνους μακρούς(:Εκείνος που ανερπάγη πρόωρα από την επίγεια ζωή, με το να γίνει τέλειος σε μικρό χρονικό διάστημα, είναι σαν να γέμισε με την αρετή και αγιότητά του πολλά χρόνια ζωής)»], ο Δημήτριος είναι εκείνη η ράβδος του Ααρών, βλαστός θαλερός της ευσεβείας, πολυαγάπητο άνθος, καρπός θαυμάσιος και θεοειδής, μάλλον δε ράβδος και θείο σκήπτρο του αιωνίου αρχιερέως Χριστού, εάν μάλιστα θέλεις ο Δημήτριος είναι και βακτηρία αειθαλής και θεοειδής του Χριστού, του Οποίου τύπος ήταν ο Ααρών. Και αυτός μεν ήταν τύπος του Χριστού, του δε Δημητρίου που διατελεί σε όλα καλό σκήπτρο του Χριστού τύπος ήταν η ράβδος εκείνη, που συγχρόνως βλάστησε και άνθησε και τους καρπούς παρήγαγε και μέστωσε με θείο τρόπο. Διαφέρει δε ο Δημήτριος από εκείνη την ράβδο, όσο είναι εύλογο να διαφέρει από ένα τύπο πολύ προς το καλύτερο όποιος καθιστά ύστερα δικό του καθετί που είναι καλό, κατά την γενναιότητα και τη μεγαλοπρέπεια των ηθών και των έργων και των θαυμάτων. Ως προς δε το ότι παρέχει αμείωτα και ατελείωτα στους προσερχομένους το πλήθος, θα λέγαμε, των χαρίτων, μοιάζει με φωτοφόρο δέντρο, αφού μεταδίδει ασταμάτητα τους καρπούς σαν ακτίνες και παρέχει κατά κόρο στους προσερχομένους τα κάλλιστα και θειότατα, ενώ ο ίδιος είναι πάντοτε γεμάτος από τέτοια αγαθά, σαν ήλιος παντοειδούς ευεργεσίας ή αστείρευτη πηγή χαρίτων ή πέλαγος θαυμάτων ανεξάντλητο ή άβυσσος ανεκδιήγητος ορατών και αοράτων αγαθών.

    Το να επιχειρεί κανείς να εγκωμιάζει τον τόσο μεγάλο από τα εξωτερικά προσόντα και να λέγει γι’ αυτήν την γενέτειρά του ότι είναι ένα είδος κορυφής όλης της Θεσσαλίας[Υπό το όνομα ‘’Θεσσαλία’’ εννοείται η βυζαντινή διοίκηση που περιλάμβανε την περιοχή της Θεσσαλονίκης, την Δυτική Μακεδονία και την ΒΑ. Θεσσαλία] και από τα ίδια τα πράγματα φερωνύμως επώνυμη της δυνάμεως[Θεσσαλονίκη, νίκη επί των Θεσσαλών], επίσης δε να αναφέρει την λαμπρότητα των προγόνων και την δόξα των γονέων, έστω και αν από αυτά φανερώνεται αξιοθαύμαστος με το παραπάνω, είναι πάντως περιττό. Διότι μάλλον αυτός είναι γι’ αυτούς το μέγα καύχημα· στον Δημήτριο δε πώς θα μπορούσε να προσφερθεί από αυτούς κόσμημα, σε αυτόν που επεκόσμησε όλη την οικουμένη, ακόμη και τον άνω κόσμο; Σ’ αυτόν δε ποιος είναι κόσμος (:στολίδι); Η ακαθαίρετη πίστη, η απειρόδωρη χάρη, ο θείος και αναφαίρετος πλούτος των θεοειδών αρετών, που τώρα είναι θησαυρισμένος στους ουρανούς, αφού έγινε στα εκεί ταμεία προσθήκη των καλλίστων αγαθών· μάλλον δε φθάνει από τη γη στον ουρανό, ακόμη και όταν βρίσκεται στη ζωή, ακόμη και μολονότι γεννήθηκε από ανθρώπους, είναι μεγάλη προσθήκη στα αΐδια καλά ο Δημήτριος και καλλονή παγκόσμια μαζί και υπερκόσμια.

     Αυτόν προβλέποντας ο Δαβίδ, μακάρισε και ανύμνησε λέγοντας: «Μακάριος ἀνήρ, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν καὶ ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστη καὶ ἐπὶ καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθισεν(:Μακάριος και πανευτυχής είναι ο άνθρωπος που δεν πήγε ποτέ σε συνέδριο και σύσκεψη ασεβών, όπου θα επηρεαζόταν από τις ιδέες τους και τα φρονήματά τους, και δεν στάθηκε σε δρόμο αμαρτωλών, όπου θα παρασυρόταν από τις κακές πράξεις και συνήθειές τους, και δεν κάθισε εκεί, όπου επιμένουν αμετανόητα να κάθονται διεφθαρμένοι και φθοροποιοί άνθρωποι και όπου θα μεταδιδόταν σε αυτόν το ψυχοφθόρο και ολέθριο μόλυσμά τους)» [Ψαλμ.1,1]. Πραγματικά δεν καταδέχτηκε ποτέ κάτι μη θεοσεβές στον νου του, ούτε βάδισε σε πράξη μη θεάρεστη, αλλά αφού φύλαξε αμίαντη την από το βάπτισμα κατά Χριστόν θεία χάρη, είχε το θέλημα που αρμόζει στον νόμο του Κυρίου, σαν βίβλος του Θεού και σαν πυκτίδα και πλάκα θεοχάρακτη ή σαν πινακίδα γραμμένη με το δάκτυλο του Θεού και τοποθετημένη μπροστά σε όλους σε κοινό όφελος. Διότι κατά τον Ησαΐα: «πριν γνωρίσει το κακό, εξέλεξε το αγαθό» [Ησ. 7,15: «πρὶν ἢ γνῶναι αὐτὸν ἢ προελέσθαι πονηρά, ἐκλέξεται τὸ ἀγαθόν»] και κατά το άνθος της νεότητας αποδέχτηκε την ωραιότητα της παρθενίας. Και ολόκληρος αφιερώθηκε σε αυτό το απόκτημα, πράττοντας τα πάντα, ώστε να είναι παρθένος και στο σώμα και στην ψυχή και να έχει με τον τρόπο αυτόν την πολιτεία στους ουρανούς και να βαδίζει εφάμιλλα προς τους ασωμάτους βρισκόμενος στο σώμα. Είχε σ’ αυτό σύμμαχες όλες τις άλλες αρετές και πριν από όλες τη σπουδή της σοφίας, ώστε αφού τελειοποιήθηκε με τη σύνεση και την καθαρότητα σε λίγο χρόνο να φέρει κατά την νεότητά του την επαινουμένη «πολιά»[:το λευκό χρώμα των μαλλιών των γηραιών ανθρώπων] · διότι κατά τον Σολομώντα: «Πολιὰ δέ ἐστι φρόνησις ἀνθρώποις καὶ ἡλικία γήρως βίος ἀκηλίδωτος(:Άσπρα μαλλιά είναι στους ανθρώπους η σύνεση και γεροντική ηλικία ο ακηλίδωτος βίος)» [Σοφ. Σολ. 4,9].

     Ήταν, λοιπόν, απαλός νεανίας, πολύ ωραίος στην όψη, όχι μόνο κατά τον εξωτερικό και αισθητό άνθρωπο, αλλά πολύ περισσότερο κατά τον εσωτερικό και μη βλεπόμενο. Όταν τον είδε ο Θεός που βλέπει στην καρδιά, τόσο πολύ εξετίμησε το νοερό και αθέατο κάλλος, ώστε να ευδοκήσει να ενσκηνώσει σε αυτόν και να διαμορφώσει μαζί με αυτόν ένα πνεύμα και από εκείνο να τον καταστήσει καθ’ όλα θείο. Πραγματικά βρήκε τον μεν Δαβίδ άνδρα[Ψαλμ.88,20-21: «Ἐθέμην βοήθειαν ἐπὶ δυνατόν, ὕψωσα ἐκλεκτὸν ἐκ τοῦ λαοῦ μου·εὗρον Δαυΐδ τὸν δοῦλόν μου, ὁ ἐν ἐλαίῳ ἁγίῳ μου ἔχρισα αὐτόν(:Τότε, όταν ήλθε ο ορισμένος και κατάλληλος χρόνος, λάλησες δια θείου οράματος στους υιούς σου τους προφήτες και είπες: ‘’ Έθεσα και παρείχα την βοήθειά μου σε άνθρωπο, τον οποίο δι’ αυτής κατέστησα δυνατό επί προστασία του λαού μου· ύψωσα αυτόν που εξέλεξα από τον λαό μου και κατέστησα αυτόν βασιλέα. Βρήκα τον Δαβίδ τον δούλο μου και δια του αγίου μου ελαίου τον έχρισα βασιλέα’’)»], τον δε Δημήτριο, χωρίς να έχει καταγραφεί ακόμη σε ηλικία ανδρών, αλλά πολύ νέο ακόμη, τον βρήκε ανεπαίσχυντο εργάτη Του κατά την καρδιά, εκπληρωτή των εντολών Του· τον βρήκε σκεύος εκλογής όπως τον Παύλο, να βαστάσει το όνομά Του ενώπιον εθνών και βασιλέων[Πράξ.9,15: «Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος· πορεύου, ὅτι σκεῦος ἐκλογῆς μοί ἐστιν οὗτος τοῦ βαστάσαι τὸ ὄνομά μου ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων υἱῶν τε Ἰσραήλ(:Του είπε τότε ο Κύριος: ‘’Πήγαινε χωρίς κανέναν φόβο ή δισταγμό, διότι αυτός είναι όργανό μου εκλεκτό. Τον διάλεξα εγώ για να βαστάσει και να διαδώσει το κήρυγμα για το όνομά μου και το ευαγγέλιό μου, και να το μεταφέρει με τις περιοδείες του ενώπιον εθνικών και βασιλέων και των σημερινών απογόνων του Ισραήλ’’)»]· τον βρήκε «καθρέπτη ακηλίδωτο» [Σοφ. Σολ. 7,28: «Οὐθὲν γὰρ ἀγαπᾷ ὁ Θεὸς εἰ μὴ τὸν σοφίᾳ συνοικοῦντα. Ἒστι γὰρ αὕτη εὐπρεπεστέρα ἡλίου καὶ ὑπὲρ πᾶσαν ἄστρων θέσιν, φωτὶ συγκρινομένη, εὑρίσκεται προτέρα(:Φέρει το αποτέλεσμα αυτό η ενέργεια αυτή της Σοφίας, διότι κανένα άλλο δεν αγαπά ο Θεός παρά εκείνον, που συνοικεί με την Σοφία και δεν χωρίζεται ποτέ από αυτήν· και αυτό συμβαίνει διότι η Σοφία είναι ωραιότερη από τον ήλιο και από όλους τους αστερισμούς· συγκρινόμενη δε προς το φως, βρίσκεται ανώτερη και μπροστά από αυτό)»], δεκτικό και δεικτικό της υπερβατικής και απόρρητης καλλονής.

     Εγώ ακούω να μεταφέρθηκε σε αυτόν μυστικά και η φωνή εκείνη: «Ἰακὼβ ὁ παῖς μου, ἀντιλήψομαι αὐτοῦ· Ἰσραὴλ ὁ ἐκλεκτός μου, προσεδέξατο αὐτὸν ἡ ψυχή μου· ἔδωκα τὸ πνεῦμά μου ἐπ᾿ αὐτόν, κρίσιν τοῖς ἔθνεσιν ἐξοίσει(:Ο δούλος μου, ο Μεσσίας, ο κατά σάρκα εκ του Ιακώβ καταγόμενος, είναι αυτός τον οποίο Εγώ θα βοηθήσω και θα ενισχύσω· ο εκ του Ισραήλ καταγόμενος εκλεκτός μου· τον δέχτηκε με πολλή ευαρέσκεια η ψυχή μου· έδωσα το Πνεύμα μου σ’ αυτόν και θα φέρει αυτός στα έθνη την αληθινή θρησκεία και γνώση)» [Ησ.42,1]· και άλλους μεν θα μετασκευάσει και από αναξίους θα καταστήσει αξίους, για να είναι αυτός «σαν στόμα μου» [πρβ. Ιερ. 15,19: «Διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἐὰν ἐπιστρέψῃς, καὶ ἀποκαταστήσω σε, καὶ πρὸ προσώπου μου στήσῃ· καὶ ἐὰν ἐξαγάγῃς τίμιον ἀπὸ ἀναξίου, ὡς τὸ στόμα μου ἔσῃ· καὶ ἀναστρέψουσιν αὐτοὶ πρὸς σέ, καὶ σὺ οὐκ ἀναστρέψεις πρός αὐτούς(:Για τον λόγο αυτόν αυτά λέγει ο Κύριος προς τον Ιερεμία: ‘’Εάν επιστρέψεις σε Εμένα με απόλυτη εμπιστοσύνη και σταματήσεις από το να υπολογίζεις την ανθρώπινη κρίση και εκτίμηση, θα σε αποκαταστήσω στην προηγούμενή σου θέση, οπότε θα μπορείς να στέκεσαι ενώπιόν μου με παρρησία και θάρρος, όπως και προηγουμένως. Και εάν διακρίνεις μεταξύ του πολύτιμου, αληθινού και ειλικρινούς λόγου μου και του ευτελούς και ψευδούς λόγου των ανθρώπων, τότε θα γίνεις όπως το δικό μου αληθινό και αψευδές στόμα. Και τότε θα επιστρέψουν σε εσένα οι άλλοι, θα σε έχουν ανάγκη και θα σε παρακαλούν, ενώ εσύ δεν θα επιστρέψεις προς αυτούς’’)»], άλλους όμως θα ελέγξει και θα καταισχύνει, και θα αποδείξει ότι είναι καταρτισμένοι για απώλεια [Ρωμ.9,22: «Εἰ δὲ θέλων ὁ Θεὸς ἐνδείξασθαι τὴν ὀργὴν καὶ γνωρίσαι τὸ δυνατὸν αὐτοῦ ἤνεγκεν ἐν πολλῇ μακροθυμίᾳ σκεύη ὀργῆς κατηρτισμένα εἰς ἀπώλειαν(:Εάν λοιπόν, θέλοντας ο Θεός να δείξει την οργή Του και να καταστήσει γνωστό τι μπορεί να κάνει, ανέχθηκε με πολλή μακροθυμία αγγεία και σκεύη άξια να επισύρουν την οργή Του, τα οποία μόνα τους κατάρτισαν τον εαυτό τους για την απώλεια, τι μπορείς να πεις εσύ που τολμάς να αντιμιλάς στον Θεό;)»]. Αν και αυτά έχουν γραφεί για τον Χριστό, όμως εννοείται ότι θα χαριστούν δι’ Εκείνου σε όσους ζουν ακριβώς κατά το παράδειγμα Εκείνου. 

    Ήταν λοιπόν και διδάσκαλος και απόστολος από εδώ ο Δημήτριος, ο σοφός και παρθένος και όσιος και θα μπορούσαμε να πούμε πάγκαλος και παναμώμητος, λαμπρυνόμενος δια της φύσεως και σπουδής και χάριτος. Στον Δημήτριο τότε, κατά το ειρημένο για τον Αυσίτη Ιώβ, «δεν υπήρχε όμοιος επάνω στη γη»[Ιώβ 2,3: «Εἶπε δὲ ὁ Κύριος πρὸς τὸν διάβολον· προσέσχες οὖν τῷ θέραποντί μου Ἰώβ, ὅτι οὐκ ἔστι κατ᾿ αὐτὸν τῶν ἐπὶ τῆς γῆς ἄνθρωπος ὅμοιος αὐτῷ, ἄκακος, ἀληθινός, ἄμεμπτος, θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπὸ παντὸς κακοῦ; ἔτι δὲ ἔχεται ἀκακίας· σὺ δὲ εἶπας τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ διακενῆς ἀπολέσαι(:Και είπε ο Κύριος προς τον διάβολο: ‘’Πρόσεξες λοιπόν τον πιστό δούλο μου Ιώβ και πείστηκες ύστερα από όλες τις δοκιμασίες, στις οποίες τον υπέβαλες, ότι δεν υπάρχει άλλος σαν αυτόν από τους ανθρώπους πάνω στη γη, όμοιος προς αυτόν, άκακος, ειλικρινής, χωρίς ψεγάδι, θεοφοβούμενος, που να φεύγει μακριά από κάθε κακό; Ακόμη δε και τώρα, ύστερα από τα τόσα που έπαθε, κρατεί στερεά την τελειότητα και την ακακία του. Αλλά εσύ είπες όλα όσα είχε και υπήρχαν σε αυτόν να τα καταστρέψεις, χωρίς αιτία και χωρίς να είναι άξιος τιμωρίας ο άνθρωπος αυτός)»]· μάλλον δε με αυτόν τον κατά τα πάντα θείο ούτε ο ίδιος ο Ιώβ δεν ήταν όμοιος, με τον οποίο κάποτε κατά την Γραφή «δεν υπήρχε μεταξύ των ανθρώπων».

     Πραγματικά και ο Ιώβ ήταν άμεμπτος, δίκαιος, θεοσεβής προηγουμένως, όπως εμφανίστηκε ύστερα και ο Δημήτριος. Αλλά εκείνος δεν είχε τον έπαινο από την παρθενία· από την παρθενία, η οποία ανέδειξε τον Δημήτριο στεφανωμένο νικητή από την νεότητά του, και της φύσεως ανώτερο και με τους γύρω από τον Θεό αγγέλους εφάμιλλο. Έπειτα εκείνος χτυπήθηκε στο σώμα με βαριά πληγή παλαίοντας προς την αντίθετη κακία[ Ιώβ 2,13: «Παρεκάθισαν αὐτῷ ἑπτὰ ἡμέρας καὶ ἑπτὰ νύκτας, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν ἐλάλησεν· ἑώρων γὰρ τὴν πληγὴν δεινὴν οὖσαν καὶ μεγάλην σφόδρα(:Κάθισαν κοντά του επτά μέρες και επτά νύχτες και κανένας από αυτούς δεν μίλησε· διότι έβλεπαν εμβρόντητοι ότι η πληγή του ήταν πάρα πολύ οδυνηρή και μεγάλη)»], αυτός δε αντιπαρατάχθηκε έως το τέλος και μέχρι αίματος αγωνιζόμενος προς την κακία.

      Αλλά ούτε για την παιδεία των λόγων έχει μαρτυρία ο Ιώβ, την οποία αυτός, ανάμικτη με την χάρη του Πνεύματος, είχε όπλο και αμυντήριο ακαταμάχητο, οικοδομικό εργαλείο και γεωργική σκαπάνη και άροτρο, αν μάλιστα θέλεις και γραφική πένα και αλιευτικό δίκτυ και ό,τι άλλο παρόμοιο, καλλιεργώντας τον αμπελώνα του Κυρίου και παραχώνοντας στη γη τα ουράνια σπέρματα ή γράφοντας τα λόγια της αθάνατης ζωής «όχι σε λίθινες πλάκες, αλλά σε σάρκινες πλάκες καρδιάς»[Β΄Κορ. 3,3: «Φανερούμενοι ὅτι ἐστὲ ἐπιστολὴ Χριστοῦ διακονηθεῖσα ὑφ᾿ ἡμῶν, ἐγγεγραμμένη οὐ μέλανι, ἀλλὰ Πνεύματι Θεοῦ ζῶντος, οὐκ ἐν πλαξὶ λιθίναις, ἀλλὰ ἐν πλαξὶ καρδίαις σαρκίναις(:Και γίνεστε σε όλους φανεροί ότι είστε επιστολή που την έγραψε ο Χριστός με διακόνους Του εμάς. Και η επιστολή αυτή έχει γραφεί όχι με μελάνι, αλλά με την χάρη του Πνεύματος του ζώντος Θεού. Και γράφηκε όχι σε λίθινες πλάκες, όπως κάποτε ο μωσαϊκός νόμος, αλλά σε άλλου είδους πλάκες, δηλαδή σε καρδιές σάρκινες, οι οποίες αισθάνονται και κατανοούν και εγκολπώνονται αυτά που γράφει σ’ αυτές το Άγιο Πνεύμα)»], φυσικά όσες είναι άξιες για τέτοια καταγραφή, ή με την σαγήνη του λόγου πιάνοντας την Θεσσαλονίκη, την Αττική, την Αχαΐα, μάλλον δε όση περιβάλλει τώρα και όση φθάνει με τα μύρα και τα θαύματα και με την σε όλα αφθονία της χάριτος. Διότι ο Δημήτριος ήταν και τότε θαύμα για την οικουμένη στα θεία λόγια, ως ευωδία Χριστού κατά τον Παύλο, τόσο για τους σωζομένους όσο και για τους αφανιζομένους, στους τελευταίους οσμή θανάτου για θάνατο, στους πρώτους οσμή ζωής για ζωή [Β΄Κορ.2,15: «Ὃτι Χριστοῦ εὐωδία ἐσμὲν τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σῳζομένοις καὶ ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις(:Διότι πραγματικά εμείς οι Απόστολοι και κήρυκες του Ευαγγελίου είμαστε ευωδία Χριστού, ευχάριστη στον Θεό. Ευωδία γι’ αυτούς που σώζονται, όπως και για εκείνους που καταδικάζονται σε αιώνια απώλεια)»].

      Αυτής της ευωδίας αμοιβή κατάλληλη δεν μπορώ να πω τα δοσμένα από τον Θεό μύρα και θαύματα στο λείψανο του Μεγαλομάρτυρος. Διότι τι είναι τα παρόντα, ακόμη και αν είναι μεγάλα και θαυμαστά, συγκρινόμενα με τα διδόμενα σ’ αυτόν από τον Θεό στους ουρανούς, καθώς και τα αποκείμενα; Και με την υπερβολική δόξα δεν δοξάζεται το δοξασμένο[Β΄Κορ.3,10: «Καὶ γὰρ οὐδὲ δεδόξασται τὸ δεδοξασμένον ἐν τούτῳ τῷ μέρει ἕνεκεν τῆς ὑπερβαλλούσης δόξης(:Και πραγματικά έχει υπέρμετρη δόξα· διότι εάν συγκριθεί η δόξα του παλαιού μωσαϊκού νόμου με την δόξα της Καινής Διαθήκης, δεν είναι καν δόξα, εξαιτίας της υπερβολικής δόξας που έχει η Διαθήκη αυτή)»]· αλλά πάντως αυτά είναι σε όλους περιφανέστατο δείγμα, πώς εκείνος ευρισκόμενος στον παρόντα βίο ακόμη ήταν ευωδία Χριστού και οσμή ζωής στους προθύμους να υπακούουν.

Τώρα μεν λοιπόν, καλλιεργώντας με αυτόν τον τρόπο τις ψυχές των ανθρώπων ή συλλαμβάνοντάς τους με πνευματικά δίχτυα σύμφωνα με την υπόσχεση του Χριστού προς τον Πέτρο[Λουκά 5,10: «Ὁμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ Ἰησοῦς· μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν(:Παρόμοια μάλιστα κυριεύτηκαν από έκπληξη και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, οι γιοι του Ζεβεδαίου, οι οποίοι ήταν συνέταιροι του Σίμωνος. Τότε ο Ιησούς είπε στο Σίμωνα: ‘’Μη φοβάσαι. Από τώρα που σε καλώ να γίνεις απόστολός μου και στο εξής, θα συνεχίσεις να ψαρεύεις, αλλά δεν θα πιάνεις ψάρια αλλά ανθρώπους ζωντανούς, που με το κήρυγμά σου θα τους οδηγείς στη σωτηρία’’)»], είχε τον λόγο όργανο για σωτήρια καλλιέργεια και θήρα.

    Άλλοτε πάλι κτίζοντας για τον Θεό ναό με λίθους ζωντανούς και πραγματικά πολύτιμους [Α΄Πέτρ.2,6: «Διότι περιέχει ἐν τῇ γραφῇ· ἰδοὺ τίθημι ἐν Σιὼν λίθον ἀκρογωνιαῖον, ἐκλεκτόν, ἔντιμον, καὶ ὁ πιστεύων ἐπ᾿ αὐτῷ οὐ μὴ καταισχυνθῇ(:Προσέξτε να εκτιμήσετε τον λίθο αυτόν και να επωφεληθείτε από την παρουσία του, για να μην αποβεί αυτός αιτία της καταδίκης σας. Διότι περιέχεται στην Αγία Γραφή ο εξής λόγος: ‘’Ιδού, τοποθετώ στη Σιών έναν ακρογωνιαίο λίθο που βαστάζει όλο το πνευματικό οικοδόμημα και συσφίγγει σε ένα τους δύο λαούς, τους Ιουδαίους και τους εθνικούς, που με την πίστη γίνονται ο ένας ενωμένος λαός του Κυρίου. Και ο λίθος αυτός είναι διαλεκτός, πολύτιμος. Όποιος στηρίζει την πεποίθησή του πάνω σ’ Αυτόν δεν θα ντροπιαστεί’’)» και Α΄Πέτρ.3,12: «Ὃτι ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ δικαίους καὶ ὦτα αὐτοῦ εἰς δέησιν αὐτῶν, πρόσωπον δὲ Κυρίου ἐπὶ ποιοῦντας κακά(:Διότι τα μάτια του Κυρίου είναι στραμμένα γεμάτα στοργή προς τους δικαίους και τα αυτιά Του είναι ανοιχτά για να ακούσουν την δέησή τους. Αντίθετα, το πρόσωπο του Κυρίου στρέφεται απειλητικά πάνω σ’ εκείνους που κάνουν το κακό)»], είχε τον λόγο ως κατάλληλο εργαλείο.

    Και όταν συγκροτούσε τον πόλεμο προς τους αντιθέτους στον Χριστό, και μάλιστα προς τους ορατούς πολεμίους του Θεού που ενεργούνται δια των αοράτων, τα πάντα ήταν γι’ αυτόν ο λόγος, από το θείο Πνεύμα χορηγούμενος και κινούμενος και ενισχυόμενος, ρυθμιζόμενος και μετασκευαζόμενος προς το χρήσιμο. Κι έτσι, κατά το γεγραμμένο περί του πρωταγωνιστού των μαρτύρων, κανείς δεν μπορούσε να αντισταθεί στου Δημητρίου «στην σοφία και το πνεύμα, με το οποίο μιλούσε» [Πράξ.6,10: «Καὶ οὐκ ἴσχυον ἀντιστῆναι τῇ σοφίᾳ καὶ τῷ πνεύματι ᾧ ἐλάλει(:Δεν μπορούσαν όμως να αντισταθούν στη σοφία και στο πνευματικό χάρισμα με το φωτισμό του Οποίου μιλούσε ο Στέφανος)»].

     Εγώ και την στρατιωτική στολή και το δακτυλίδι στο χέρι και το υπατικό επώμιο, το οποίο φορούσε ο μάρτυρας αφού έλαβε τον βαθμό από τον τότε βασιλέα [Εννοείται ο Γαλέριος, του οποίου το τριπλό όνομα είναι Γαλέριος Βαλέριος Μαξιμιανός. Παρακάτω ονομάζεται απλώς Μαξιμιανός], θεωρώ ότι υπήρξαν σύμβολα του από τον αληθινό Βασιλέα μυστικώς δοσμένου διδασκαλικού και καθοδηγητικού αξιώματος. Γι’ αυτό και η θεία χάρη του Θεού ύστερα θαυματούργησε δι’ αυτού αφθόνως. Έπρεπε δε πάντως ο από την αρχή απατεώνας να απατηθεί σοφώς, για να μην προετοιμάσει πρόωρα τον θάνατο του μάρτυρα και για να μην τρυγηθεί έως το τέλος πριν ακόμη πεμφθεί ο καρπός της αιώνιας αποθήκης, ώστε, αφού πέσει στη γη δια του σώματος, να μη φέρει πολύ καρπό εξαιτίας της άκαιρης πτώσεως. Αλλά μόλις είδε το αποτέλεσμα των συμβόλων εκείνων ο ολοφάνερος φθόνος, μην μπορώντας να υποφέρει, ερεθίζει τους υπηρέτες της πλάνης εναντίον του αντιπάλου της πλάνης· και αυτοί, αφού συνέλαβαν τον διώκτη της απάτης τον προσάγουν στον βασιλέα της απάτης, τον Μαξιμιανό δηλαδή, κι έτσι ο Δημήτριος κατέρχεται προς το στάδιο του μαρτυρίου, ο από παιδί γεμάτος άρρητα χαρίσματα, ο σε όλα σοφός και δίκαιος, όσιος και απόστολος, παρθένος και πάναγνος, και δεν είναι υπερβολή, αγαπημένος από τον Χριστό μαθητής ή παιδί ή φίλος άκρος και οικειότατος, μάλλον δε όλα μαζί, αφού έφτασε όλα όσα είναι αγαπητά στον Θεό, λογισμούς και λόγους και πράξεις.

      Γνωρίζω καλά, ποθείτε όλοι να μάθετε και τον τρόπο της κρατήσεως, καθώς και πού και πώς αναζητούμενος από τους δημίους συνελήφθη. Υπάρχει μια στοά, υπόγεια στον ναό της Αειπαρθένου και Θεομήτορος, που ονομάζεται Καταφυγή. Σύμφωνα με παλαιό έθιμο σε αυτό το σημείο ξεκινούν κάθε χρόνο την πανήγυρη του μεγαλόμαρτυρος και από εκεί ανερχόμενοι δια της λεωφόρου με ύμνους προς αυτόν αναβαίνουν σε αυτό το σημείο και ολοκληρώνουν την εορτή. Όταν λοιπόν επικρατούσε η ασέβεια, επειδή η λατρεία της ευσεβείας δεν μπορούσε να ασκείται ελεύθερα, ο μάρτυς διείσδυε σε εκείνα τα υπόγεια, μετέδιδε στους φοιτητές την ουράνια διδασκαλία και παρουσίαζε την θρησκεία των Χριστιανών και τελούσε άφοβα την λατρεία της για τους από την ασέβεια, σαν πολυκύμαντη ταραχή, καταφεύγοντες σε αυτόν ως γαλήνιο λιμένα της ευσέβειας· κι έτσι ο θειότατος μάρτυς ήταν τότε καταφυγή όλων όσοι επιθυμούσαν να ευσεβούν· από αυτό δε και ο τόπος ονομάστηκε Καταφυγή.

      Καθώς έμαθαν τούτο οι διορισμένοι από τον Μαξιμιανό τον Ερκούλιο[Αυτοκράτορας στη Θεσσαλονίκη ήταν ο Γαλέριος Βαλέριος Μαξιμιανός, όχι ο Ερκούλιος] να αναζητούν τους συνηγόρους της ευσεβείας, και γνώρισαν ότι ο μάρτυρας εκεί δίδασκε τον λαό, εξεμάνησαν πολύ περισσότερο, επειδή είδαν το συγκεντρωμένο πλήθος να προσέχει στους λόγους του Δημητρίου σαν φωνές του Θεού, ορμούν εναντίον του ως διδασκάλου, αφού διεσκόρπισαν το πλήθος. Αφού δε τον συνέλαβαν, τον οδήγησαν διαμέσου αυτής της λεωφόρου και τον παρουσιάζουν στον Μαξιμιανό που κάπου εδώ διέμενε και παρακολουθούσε με πολλή ηδονή τις ανθρωποκτονίες του ΛυαίουΕκείνος, αφοσιωμένος στην τέρψη του, προστάσσει να κρατηθεί εδώ κατάκλειστος ο άγιος, όπου και υπέστη το μαρτύριο. Αυτά αναπαριστάνοντας εμείς φυσικά κάθε χρόνο, εκεί μεν κάνομε την αρχή της πανηγύρεως, εδώ δε την ολοκλήρωση[Η πομπή ξεκινούσε από την Καταφυγή, ανέβαινε από τη λεωφόρο, δηλαδή την Εγνατία, επερνούσε από την Αχειροποίητο, όπου άλλοτε ετελείτο ο Εσπερινός, και κατέληγε στον ναό του αγίου Δημήτριου. Η Καταφυγή λοιπόν ίσως ήταν στον χώρο γύρω από την Παναγία Χαλκέων]. Διότι και ο μάρτυρας με αυτή την πορεία είχε συρθεί τότε σε σφαγή για τον Χριστό, προσκαλούμενος σε μεγάλη εορτή και διασκέδαση.

     Η φροντίδα του αρχέκακου διαβόλου ήταν να φύγει το ταχύτερο τότε από τους ανθρώπους ο Δημήτριος· διότι δεν υπέφερε να είναι αυτός ακόμη επάνω στη γη και να φαίνεται και να ομιλεί σε ανθρώπους και γενικώς να ακούεται. Ο δε Θεός ήθελε να τον παραστήσει και ως προφήτη, αυτόν που έπειτα από λίγο επρόκειτο να γίνει και μεγαλομάρτυράς του πέρα από όλους τους άλλους, που όχι μόνο είχε ένοικο την μαρτυρική χάρη, αλλά μπορούσε να την παράσχει και στους άλλους με την προς αυτόν άκρα υπερφυή συνάφειά της, σαν να είχε γίνει πηγή υπερφυής της χάριτος. Και τι χρειάζεται να λέγω, ενώ ο καιρός δεν επιτρέπει να μακρηγορώ; Γνωρίζετε την αναβολή που διέταξε ο τύραννος και την κάθειρξη του Δημητρίου και τον Νέστορα έπειτα από αυτά και την προς αυτόν προφητεία του μεγαλομάρτυρος και την σύμφωνα με αυτήν νίκη εκείνου κατά του Λυαίου, και το μαρτύριο.

    Αλλά μόλις είδε ο αρχέκακος όφις να παρατείνεται η αναβολή του τυράννου, ενώ αυτός δεν υπέφερε να βλέπει ζωντανό ακόμη επί της γης τον και πριν από την τελείωση του μαρτυρίου μέγα Δημήτριο, υποδυόμενος τον σκορπιό προσβάλλει τον μάρτυρα, όχι για να τον απατήσει ή να τον θέλξει, όπως κάποτε δια του όφεως την μεν μια από το πρώτο εκείνο ζευγάρι των προπατόρων εξαπάτησε, τον δε άλλον έθελξε διαμέσου εκείνης· διότι από πείρα γνώριζε ότι ο Δημήτριος ήταν ανεξαπάτητος και γενναιότατος και γυμνασμένος στη διάκριση του καλύτερου· τον προσβάλλει λοιπόν με σκορπιό όχι για να τον απατήσει, αλλά για να τον πλήξει καιρίως και να τον θανατώσει το ταχύτερο, και να απαλλάξει τον εαυτό του από ένα τόσο μεγάλο στην αρετή και την δύναμη. Αλλά την ταχύτητα και την σπουδή εκείνου την προφθάνει η ενοικούσα στον Δημήτριο χάρη αυτή και δύναμη. Με την επίκληση και την θεία σφραγίδα ο μάρτυρας χρησιμοποιώντας το χέρι του, νεκρώνει το όργανο της νεκρώσεως και καταισχύνει τον υποδυόμενο καταργώντας την ενέργειά του και δείχνει με αυτό ότι, αν δεν υφίστατο αυτός εκουσίως το πάθος, δεν θα πάθαινε καθόλου, φρουρούμενος και δυναμούμενος από τη χάρη και δύναμη του Χριστού. Με την θέλησή του λοιπόν παραδίδεται και φυλακίζεται και κρατείται στα χέρια των δημίων και υποφέρει από τους κακούργους τους βασανισμούς των κακούργων, μιμούμενος τον Παθόντα υπέρ ημών.

    Γι’αυτό και όταν επανήλθαν οι αιμοχαρείς λογχοφόροι με εντολή του τυράννου, τους δέχεται με ανοικτές αγκάλες για να χτυπηθεί σε αυτές το τελικό χτύπημα, μάλλον δε τα χτυπήματα που διαπερνούσαν τα πάντα, σπλάχνα και οστά και σάρκεςώστε και οι δύο πλευρές, η μία απέξω και η άλλη από μέσα, να δεχτούν τις διατρήσεις από τις αιχμές. Κι έτσι διπλασιάζει, μάλλον δε πολλαπλασιάζει το πάθος της πλευράς του Σωτήρος, αναπληρώνοντας, κατά τον Παύλο, τα υστερήματα του Χριστού[Κολοσ.1,24: «Νῦν χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου ὑπὲρ ὑμῶν καὶ ἀνταναπληρῶ τὰ ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκί μου ὑπὲρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ ἐκκλησία(:Η αποστολική μου δράση βέβαια εμποδίστηκε προς το παρόν, διότι είμαι φυλακισμένος. Αλλά τώρα, παρά την φυλάκισή μου αυτή, χαίρομαι για τα παθήματα που υποφέρω για την σωτηρία σας. Με τα παθήματά μου αυτά αναπληρώνω τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού, και πάσχω εγώ στο σώμα μου τα όσα δεν πρόφθασε να πάθει ο Χριστός. Και τα υποφέρω για χάρη του σώματος του Χριστού, το οποίο είναι η Εκκλησία)»] και τόσο ερωτεύεται την σφαγή και τόσο αγαπά το χύσιμο του αίματός του υπέρ της δόξας του Χριστού, παρά πολλές φορές και διηνεκώς αν ήταν δυνατό, ώστε και από τον Γνωρίζοντα την περίσσεια και υπερβολή του έρωτά του να λάβει στο σώμα του πηγή μύρων. Έτσι, όταν εκλείψει το αίμα, αυτή και σε όλο τον μελλοντικό χρόνο να χύνεται από το σώμα αντί του αίματος σε δόξα Χριστού· τον Οποίο αυτός και δια της ζωής και δια του θανάτου και μετά τον θάνατο, όχι μόνο δόξασε, αλλά και δοξάζει διηνεκώς παρά του Οποίου και στην γη και στον ουρανό αντιδοξάστηκε και δοξάζεται και θα δοξαστεί θείως.

     Μου έρχεται δε τώρα να πω γι’ αυτόν ό,τι λέγει ο θεόπνευστος Παύλος για τον Χριστό· διότι συγκροτεί την αγάπη σε εμάς και ο μέγας Δημήτριος, αφού όταν ακόμη ήμασταν ασεβείς, αυτός πέθανε στον κατάλληλο καιρό υπέρ ασεβών[Ρωμ.5,6: «Ἒτι γὰρ Χριστὸς ὄντων ἡμῶν ἀσθενῶν κατὰ καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανε(:Και είναι πραγματικά αξιοθαύμαστη και μοναδική η αγάπη που μας έδειξε ο Θεός. Διότι όταν εμείς ήμασταν ακόμη ασθενείς πνευματικά και δεν μπορούσαμε να εργαστούμε το καλό και να απαλλαγούμε μόνοι μας από την οργή, ο Χριστός στον κατάλληλο χρόνο που είχε ορίσει ο Θεός, πέθανε για να σώσει ανθρώπους ασεβείς)»], κατά χάρη βέβαια και μίμηση του Δεσπότου. Και όλη αυτή η πόλη συμφιλιωθήκαμε με τον Θεό δια του θανάτου Του. Διότι πού είναι εκείνο το πλήρωμα της ασεβείας, όπου δεν είναι απίθανο να βρίσκονται και πολλοί από τους προγόνους μας; Πού είναι οι γι’ αυτόν αγαπητές αποκρύψεις; Πού είναι εκείνοι που ξεπέρασαν την αγριότητα των θηρίων με την μανία τους κατά των ευσεβών;

      Όλα τα δεινά έχουν λυθεί, όλα τα χρηστά έχουν πραγματοποιηθεί, αφού υπερασπίστηκε ο Δημήτριος την ευσέβεια. Ναοί μεγαλοπρεπείς και περικαλλείς, που με μόνη την θέα τους ελκύουν την προσοχή όλων είναι ανεγερμένοι στον τόπο εκείνο των αποκρύψεων, βασιλείς, που κοσμούνται μάλλον με την ευσέβεια παρά με την βασιλεία, συμπαρίστανται με εμάς και συνεπικροτούν επευφημώντας τις νίκες του μάρτυρα και όλη η πόλη παρουσιάζουμε την ευσέβεια καυχώμενοι για το μαρτύριο του μεγάλου Δημητρίου. Διότι έχυσε την αγάπη του όχι μόνο στις καρδιές μας αλλά και στα σώματα δια των μύρων, τα οποία παράγει από το σώμα του χάριν της ευρωστίας μας. Αυτών των μύρων η ευωδία απομάκρυνε την ασέβεια από όλα τα μέρη της πόλεως και την ανέδειξε πόλη Θεού ή άλλο παράδεισο, αν όχι και κάτι παραπάνω, αρδευομένη και ευφραινομένη από ποταμό μύρων αλλά όχι υδάτων· και μάλιστα μύρων, στα οποία και από τα οποία πάντως υπάρχει δια του Πνεύματος η χάρις των ιαμάτων, τα ενεργήματα των δυνάμεων· ώστε να μπορούμε να πούμε προς τον μέγα Δημήτριο, ό,τι έχει γραφεί στο Άσμα Ασμάτων περί της ψυχής που νυμφεύτηκε σε αφθαρσία με τον Θεό, ότι «η οσμή των ιματίων σου ξεπερνά όλα τα αρώματα» [Άσμα Ασμ. 4,10: «Ὀσμὴ ἱματίων σου ὑπὲρ πάντα τὰ ἀρώματα»]!

     Ως ιμάτιο δε της μαρτυρικής ψυχής πρέπει να εννοήσεις το σώμα, του οποίου οι «σταγόνες», σύμφωνα με εκείνο το Άσμα πάλι «είναι σαν φιάλες μύρων» και τα δάκτυλα «σαν κρίνα που στάζουν» [Άσμα Ασμ.5,13: «Σιαγόνες αὐτοῦ ὡς φιάλαι τοῦ ἀρώματος φύουσαι μυρεψικά· χείλη αὐτοῦ κρίνα στάζοντα σμύρναν πλήρη»]· πολύ περισσότερο η πλευρά που λογχίστηκε, η οποία σαν να τρυπήθηκε με τις λόγχες δεν κρατεί πλέον κοντά της τα μύρα ούτε αφήνει σταλαγμούς ευώδεις σαν τα κρίνα, αλλά αναδίδει αέναη πηγή και αστείρευτη· ώστε να μην μπορούμε να πούμε κατά το ψαλμικό, ότι «ο ποταμός του Θεού γέμισε ύδατα»[Ψαλμ.64,10: «Ὁ ποταμὸς τοῦ Θεοῦ ἐπληρώθη ὑδάτων»], αλλά ότι η κρήνη του Θεού, που είναι το μαρτυρικό σώμα, είναι γεμάτο μύρα και θαύματα και ιάματα, και το θαυμαστότερο από αυτά είναι ότι, αν και τρέχει σαν βρύση, μένει γεμάτη. Και, όπως φαίνεται, η μαρτυρική και θεία ψυχή, αναβαίνοντας από το σώμα προς τον Θεό, είπε εκείνους τους λόγους, που λέγει και η νυμφευθείσα με τον Θεό σε εκείνα τα Άσματα. Ποιους δηλαδή; «Ἐξεγέρθητι, βοῤῥᾶ, καὶ ἔρχου, νότε, διάπνευσον κῆπόν μου, καὶ ῥευσάτωσαν ἀρώματά μου(:Σήκω, βορρά, και έλα, νότε, και φύσηξε στον κήπο μου και ας ρεύσουν τα αρώματά μου)» [Άσμα Ασμ.4,16].Κι έτσι τον μεν χειμώνα της ασεβείας που από την πνοή του νοητού βορρά κατέτρυχε τότε την πόλη τον απήλασε και τον διέλυσε, επανέφερε δε σε εμάς την νοητή ζεστασιά της ευσεβείας, την οποία δίδει η εύπνοια εκείνου του νότου, ο οποίος εισβάλλει σαν στην πρύμνα των αποφασισμένων να πλέουν προς την ανατολή του ηλίου της δικαιοσύνης.

    Και στον κήπο των αρετών και των χαρίτων, που είναι το μαρτυρικό σώμα, έδωσε να πηγάζουν μύρα και ιάματα, αναδεικνύοντας τόσες βρύσες, όσα τρυπήματα έγιναν στο σώμα από τους λογχιστές· διότι τα στόματα των λύκων ανάμεσα στους οποίους κατά το ευαγγέλιο έστειλε ο Κύριος τον μαθητή Του Δημήτριο[Ματθ.10,16: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων· γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί(:Να λοιπόν, Εγώ ο Κύριός σας σάς αποστέλλω για να είστε σαν πρόβατα ήμερα ανάμεσα σε αιμοβόρους λύκους, με τους οποίους μοιάζουν οι εχθροί του ευαγγελίου, οι οποίοι είναι κυριευμένοι από τα άγρια πάθη της σάρκας. Αφού λοιπόν τόσο δεινή θα είναι η θέση σας, φροντίστε να είστε φρόνιμοι σαν τα φίδια, ώστε να μην εκθέτετε τον εαυτό σας σε ανωφελείς και ανόητους κινδύνους, και άκακοι και απλοί σαν τα περιστέρια)»· Λουκά 10,3: «Ὑπάγετε· ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς ἄρνας ἐν μέσῳ λύκων(:Πηγαίνετε κι εσείς τώρα για την επιτέλεση του θείου αυτού έργου και επιτελέστε το με θάρρος και καρτερία. Ιδού εγώ σας αποστέλλω σαν αρνιά ήμερα ανάμεσα σε αιμοβόρους λύκους. Διότι μ’ αυτούς μοιάζουν οι εχθροί του Ευαγγελίου, που είναι κυριευμένοι από τα άγρια πάθη της κακίας)»], με τα δαγκώματα άνοιξαν πηγές, οι οποίες στο μεν ποίμνιο του Χριστού προκαλούν μεγάλη ευχαρίστηση και πολλές ευεργεσίες, πολλούς δε από τους λύκους και βαθμιαίως όλους μετασχηματίζουν σε αρνιά. Και έτσι οι πύλες του άδη -που είναι τα στόματα εκείνων των τυράννων τα οποία εκφέρουν τις θανατηφόρες αποφάσεις- όχι μόνο δεν κατανικούν την Εκκλησία του Χριστού, αν και προσφέρεται σε δαγκώματα[Ματθ.16,18: «Κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς(:Κι εγώ λοιπόν σου λέω ότι εσύ είσαι Πέτρος, και επάνω στον βράχο της αληθινής πίστεως που ομολόγησες, κι έγινες με την ομολογία σου αυτή ο πρώτος λίθος της πνευματικής μου οικοδομής, θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου. Κι ο θάνατος και οι οργανωμένες δυνάμεις του κακού δεν θα υπερισχύσουν και δεν θα νικήσουν την Εκκλησία, η οποία θα είναι αιώνια και αθάνατη)»], αλλά πλην της ουράνιας και αΐδιας δόξας προξενούν στους πάσχοντες και την επίγεια δόξα.

    Θέλετε να μάθετε κι εκείνο, τι εννοεί δηλαδή η παραγγελία που αναγνώστηκε σήμερα στο ευαγγέλιο του Κυρίου προς τους στελλομένους ανάμεσα στους λύκους: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων· γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί(:Να λοιπόν, Εγώ ο Κύριός σας σάς αποστέλλω για να είστε σαν πρόβατα ήμερα ανάμεσα σε αιμοβόρους λύκους, με τους οποίους μοιάζουν οι εχθροί του ευαγγελίου, οι οποίοι είναι κυριευμένοι από τα άγρια πάθη της σάρκας. Αφού λοιπόν τόσο δεινή θα είναι η θέση σας, φροντίστε να είστε φρόνιμοι σαν τα φίδια, ώστε να μην εκθέτετε τον εαυτό σας σε ανωφελείς και ανόητους κινδύνους, και άκακοι και απλοί σαν τα περιστέρια)»[Ματθ.10,16]; Ο όφις είναι φυλακτικός για τον εαυτό του αλλά και καταστροφικός γι’ άλλους, έχοντας ορμή και δύναμη επιθετική και κακοποιό, η δε περιστερά είναι άκακη και απροφύλακτη. Παραγγέλλει λοιπόν στους δικούς Του ο Κύριος να μην είναι ούτε κακοποιοί σαν τους όφεις ούτε απροφύλακτοι σαν τις περιστερές, αλλά συνάπτοντας με σύνεση το φυλακτικό προς το φρονίμως άκακο να είναι έτοιμοι για φύλαξη της ευσέβειας και αρετής τους, προς τους προσβάλλοντες δε να φέρονται τόσο άκακα, ώστε και να προσεύχονται γι’ αυτούςΈτσι θα κατασκευαστεί φάρμακο προς ζωή και γι’ αυτούς που θανατώθηκαν από τον νοητό όφι. Όπως δηλαδή οι γιατροί, παίρνοντας τη σάρκα του όφεως, καθαρίζοντάς την από το δηλητηριώδες και αναμιγνύοντάς την με μερικά εδέσματα, θεραπεύουν με αυτήν όσους δαγκώθηκαν από φίδι, έτσι και όποιος ανακατέψει στον καιρό πειρασμών την φρονιμάδα και προφυλακτικότητα του όφεως με το άκακο της περιστεράς, όχι μόνο τον εαυτό του καθιστά ανώτερο της βλάβης από τον όφι, δηλαδή της από τον διάβολο απάτης, αλλά και αυτήν όσους δαγκώθηκαν από φίδι, δηλαδή τους πλανεμένους, θεραπεύει καταργώντας την κακία του όφεως που είναι η αμαρτία και η ασέβεια.

    Και ο μάρτυρας είναι εγγύς· ο μεγάλος αυτός μάρτυρας Δημήτριος. Αφού τελείωσε τον δρόμο και τήρησε την πίστη και αντιστάθηκε μέχρι αίματος προς φύλαξη της ευσεβείας, τόσο απέφυγε να εναντιωθεί προς τους πειραστές, ώστε, αφού ευχήθηκε και υπέρ αυτών προς τον Κύριο, άλλων μεν σταμάτησε την κακία, άλλων δε την μεταποίησε, ώστε να μην υπάρχει σε αυτήν την πόλη ούτε λείψανο της δυσεβείας εκείνης· αλλά να συντηρείται και να διαμένει η πόλη στην οποία και από την οποία υπέστη ο θείος μάρτυρας τον βίαιο θάνατο, με τις πολύτροπες κηδεμονίες και τις πολυειδείς προστασίες και αδιάκοπες πρεσβείες του προς τον Θεό.

      Τούτο ενδεικνύοντας και εμείς μάλλον παρά ανταποδίδοντας -διότι ποια ικανότητα έχομε εμείς σε αντίδοση;- του επαυξάνομε την πανήγυρη, ζητώντας δια της ικεσίας του προς τον Θεό να αξιωθούμε και της αΐδιας πανηγύρεως, των πολιτών του ουρανού. Αυτήν είθε να επιτύχουμε όλοι εμείς με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο πρέπει δόξα, κράτος, τιμή και προσκύνηση μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το Πανάγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

           ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

                 επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

·       Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, Ομιλίες ΜΓ΄- ΞΓ΄, ομιλία ΜΘ’, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 11, σελίδες 161-194.

·       Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

·       Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

·       Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

·       Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.

·       https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/

·       https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/

·       Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.

·       http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm       

Η Ουνία στην Ευρώπη (Β)

Άγιοι ομολογητές κατά της Ουνίας

ΜΕΡΟΣ ΣΤ-

Ο Άγιος Αλέξιος Toth που επέστρεψε, μαζί με χιλιάδες πρώην ουνίτες, στην Ορθοδοξία!

Ημ. Εορτής: 7 Μαίου

Ημ. Γέννησης: 18 / 3 / 1854 μ.Χ.

Ημ. Κοιμήσεως: 7 / 5 / 1909 μ.Χ.

Ο Άγιος Αλέξιος, ο Υπερασπιστής της Ορθοδόξου πίστεως, γεννήθηκε στην Αυστροουγγαρία στις 18 Μαρτίου του 1854 από μία φτωχή οικογένεια Καρπαθορώσων. Όπως πολλές άλλες οικογένειες στην Αυστροουγγρική αυτοκρατορία, η οικογένεια του Αλεξίου Τοθ ήταν αρχικά συνδεδεμένη με τους Ουνίτες. Ο πατέρας και ο αδελφός του Αλεξίου ήταν «ιερείς» και ο θείος του ήταν «Επίσκοπος» των Ουνιτών. Έλαβε εξαιρετική μόρφωση και έμαθε πολλές γλώσσες (καρπαθορωσικά, ουγγρικά, ρωσικά, γερμανικά, λατινικά και ελληνικά μόνο για ανάγνωση). Νυμφεύθηκε τη Ροζαλί Μιχάλιτς, την θυγατέρα ενός «ιερέως» και χειροτονήθηκε «πρεσβύτερος» στις 18 Απριλίου 1878. Η γυναίκά του πέθανε σύντομα και μετά από λίγο και το μονάκριβο παιδί του. Ο Αλέξιος άντεξε τις δοκιμασίες αυτές με την υπομονή του Ιώβ.

Τον Μάιο του 1897 ο Αλέξιος ανεδείχθη γραμματέας του Επισκόπου Πρέσωβ και υπεύθυνος του διοικητικού τομέα της Επισκοπής. Επίσης, του ανατέθηκε η διεύθυνση ενός ορφανοτροφείου. Στο σεμινάριο του Πρέσωβ ο Αλέξιος Τοθ δίδαξε εκκλησιαστική ιστορία και κανονικό δίκαιο, γνώσεις που τον βοήθησαν πάρα πολύ στην μετέπειτα ζωή του στην Αμερική.

Τον Οκτώβριο του 1889 ανέλαβε ιερατικά καθήκοντα σε μία ουνιτική ενορία στη Μινεάπολη της Μινεσότας. Όμως, μέσα από διάφορες εκκλησιαστικές περιπέτειες, αποφάσισε να απευθυνθεί στον Ρώσο Ορθόδοξο Επίσκοπο Βλαδίμηρο. Στις 25 Μαρτίου του 1891, ο ιερέας Αλέξιος Τοθ και 3.614 ενορίτες του προσήλθαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία και την πίστη των προγόνων τους. Οι ενορίτες, θεωρώντας αυτό το γεγονός ως ένα νέο θρίαμβο της Ορθοδοξίας, αναφώνησαν με χαρά: «Δόξα Σοι, ο Θεός, για το μεγάλο Του έλεος».

Το παράδειγμα του Αγίου Αλεξίου και της ενορίας του, που επέστρεψαν στην Ορθοδοξία, ήταν ενθαρρυντικό για εκατοντάδες άλλους Ουνίτες. Ο πατήρ Αλέξιος ήταν φως επί τη λυχνία και αποτελούσε φωτεινό παράδειγμα για τους πιστούς. Με το τολμηρό κήρυγμά του εξέθεσε την κακόπιστη διδασκαλία που είχε παραπλανήσει τους ανθρώπους, αλλά ήταν πολύ διακριτικός, για να μην καλλιεργήσει στο ποίμνιό του τη μισαλλοδοξία. Αναδείχθηκε κήρυκας της θεοσεβούς θεολογίας και του ορθού δόγματος και συνέγραψε αρκετά συγγράμματα για την ορθόδοξη πίστη και τον ορθόδοξο βίο.

Ο ενάρετος ιερέας, για να ανταπεξέλθει στις βιοτικές ανάγκες, ήταν αναγκασμένος να εργάζεται σε ένα φούρνο. Αν και τα χρήματά του ήταν λίγα, δεν παράλειπε να δίνει ελεημοσύνη στους φτωχούς και τους ενδεείς. Μοιραζόταν τα χρήματα με άλλους κληρικούς που ήταν σε χειρότερη κατάσταση από αυτόν και συνέφερε στην ανοικοδόμηση εκκλησιών και στην εκπαίδευση των φοιτητών Θεολογίας. Δεν ήταν ανήσυχος σχετικά με την ζωή του, για το τι θα έτρωγε και τι θα ενδυόταν. Έχοντας εμπιστοσύνη στον Κύριο ακολουθούσε την προτροπή του Ευαγγελίου: «ζητείτε δε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν». Με αυτό τον τρόπο υπέφερε τη θλίψη, τη συκοφαντία και τις φυσικές επιθέσεις με υπομονή και πνευματική χαρά, υπενθυμίζοντάς μας ότι «παντός δυνατοτέρα εστίν η ευσέβεια» και όπως και ο Ιωσίας «κατευθυνόταν εν επιστροφή λαού».

Ο Άγιος Αλέξιος συνέβαλε στη δημιουργία και στην επιστροφή πολλών ουνιτικών κοινοτήτων στην Ορθοδοξία. Από το 1909, την περίοδο της μακαρίας κοιμήσεώς του, χιλιάδες Καρπαθορώσοι και Γαλισιανοί Ουνίτες είχαν επιστρέψει στην Ορθοδοξία. Αυτό ήταν ένα σημαντικό γεγονός στην ιστορία της ιεραποστολής στην Αμερικής, το οποίο συνέβαλε καθοριστικά στην εκεί εδραίωση της Ορθοδοξίας.

Το 1907 ο Άγιος αρνήθηκε την υποψηφιότητά του για τον επισκοπικό βαθμό προτείνοντας κάποιον νεότερο για τη θέση αυτή.

Ο Άγιος Αλέξιος κοιμήθηκε με ειρήνη την Παρασκευή 7 Μαίου 1909. Τα ιερά λείψανά του φυλάσσονται στη μονή του Αγίου Τύχωνος στη νότια Καναάν της Πενσυλβανίας.

(https://www.synaxarion.gr).

Ρουμάνοι και Μολδαβοί Άγιοι ομολογητές

Οι Άγιοι ιερομάρτυρες ομολογητες του Αρντεαλ.

Στις 21 Οκτωβρίου εορτάζεται η μνήμη των Αγίων Ομολογητών του Αρντεαλ (επαρχία Ρουμανίας). Των οσίων ομολογητών Βησσαρίωνα και Σωφρονίου του αγίου μάρτυρος ΄Οπρεα Μικλαούς και των αγίων ιερομαρτύρων Μωυσή από το Σιμπιέλ και Ιωάννου του Γκάλες.

Εισαγωγικά.

Το 18ο αιώνα η Τρανσυλβανία ήταν υπό την κατοχή της Αψβουργικής αυτοκρατορίας.

Οι καθολικοί για να κατακτήσουν ότι έχασαν από τους Προτεστάντες ξεκίνησαν μια επίθεση εναντίον της Ορθοδοξίας. Οι μέθοδοι τους βέβαια βασίζονταν στη βία και στη διπλωματία για να υποτάξουν τους ορθοδόξους τους οποίους θεωρούσαν ¨καθυστερημένους¨. 
Μέσω της Ουνίας προσπαθούσαν να προσηλυτίσουν τους ορθόδοξους. Οι μεθόδοι γνωστες και οι οποίες βέβαια δεν έχουν αλλάξει μέχρι σήμερα. Μπρος σ΄ αυτές τις »λεπτεπίλεπτες» μεθόδους (μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στο 18ο αιώνα) που χρησιμοποιούσαν οι καθολικοί για να προξενήσουν ομαδικές απαρνήσεις της ορθοδοξίας δεν έλειψαν οι ομολογητές και οι μάρτυρες. Είτε μοναχοί οι οποίοι δεν μπορούσαν να υποφέρουν τις ελλείψεις των ομόδοξων τους ( με ξεχνάμε ότι οι Ορθόδοξοι που δεν ασπάζονταν την ουνία ήταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας) και έδωσαν και τη ψυχή τους για να βοηθήσουν τον πλησίον τους και να ενισχύσουν την πίστη στα Τρανσυλβανικά εδάφη ( όπως οι όσιοι ομολογητές Βησσαρίων και Σωφρόνιος), είτε θαρραλέοι ιερείς οι οποίοι έκαναν ότι μπορούσαν για να προστατέψουν το ποίμνιο τους (όπως οι ιερείς ομολογητές Ιωάννης του Γκάλες και Μωυσής του Σιμπιέλ), είτε απλοί πιστοί, χωρικοί, που άφησαν τις οικογένειές τους και τα χωράφια τους, για να σαπίσουν στις φυλακές της» φωτισμένης μοντέρνας και ανεπτυγμένης» τωνΑψβούργων αυτοκρατορίας (όπως ο άγιος μάρτυρας ΄Οπρεα Μικλαούς).

Ο βίος του Αγίου Βησσαρίωνος

Ο Βησσαρίων Σαράι ήταν βλάχος καταγόμενος από τη σημερινή Βοσνία, ο οποίος αφού ταξίδεψε στους Αγίους τόπους και στο Άγιο Όρος έφτασε στο Κάρλοβατς, ενώ από εκεί ο Πατριάρχης των Σέρβων τον έστειλε στην Τρανσυλβανία για να κηρύξει ενάντια στην Ουνία. Διέσχισε όλη τη Τρανσυλβανία και κήρυξε παντού. Κάπου μεταξύ Σίμπιου και Σάλιστε τον συνέλαβαν. Μετά από ολοήμερες ανακρίσεις τον φυλάκισαν στην τρομερή φυλακή του Kufstein στις Τυρολικές Άλπεις όπου πέθανε ως ομολογητής της ορθοδοξίας.

Ο βίος του οσίου Σωφρονίου της Τσιοάρα

Ο μοναχός Σωφρόνιος είναι αυτός που κατά τα έτη 1759-1761 ήταν επικεφαλής της εξέγερσης ενάντια στις αψβουργικές αρχές, αλλά και ενάντια στην Ουνιτική Επισκοπή του Μπλαζ, η οποία πρωτοστατούσε στον πόλεμο ενάντια στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Η καταγωγή του ήταν από την Τσιοάρα του νομού Άλμπα και ήταν έγγαμος κληρικός. Όταν έμεινε χήρος έφτιαξε μια σκήτη έξω από το χωριό Τσιοάρα, την οποία οι αρχές την κατέστρεψαν. Αυτό ήταν αιτία να ξεκινήσει έναν αγώνα που κράτησε δύο χρόνια. Οργάνωσε μια μεγάλη σύναξη Ορθόδοξων κληρικών και πιστών στην Αλμπα-Ιουλία ενόψει μιας μελλοντικής οργάνωσης της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Εδώ πρέπει να θυμίσουμε ότι από το 1701 η Ρουμανική Ορθόδοξη εκκλησία της Τρανσυλβανίας δεν είχε επίσκοπο. Μετά από μία συνάντηση με τον στρατηγό Nicolaus Adolf Bucow, αυτόν που κατέστρεψε σχεδόν όλα τα ορθόδοξα μοναστήρια, αποτραβήχτηκε στη Μουντένια. Πέθανε ή στη μονή Βιερόσι ή στη μονή Ρομπαια σε χρονολογία που δε γνωρίζουμε. Η σύνοδος της Ρουμανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας τον ανακήρυξε άγιο λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους αγώνες του για την Ορθοδοξία.

Ο βίος του αγίου μάρτυρος ΄Οπρεα Μικλαούς

Καταγόταν από το Σάλιστε του Σιμπίου και έκανε πολλά ταξίδια στη Βιέννη για να ζητήσει από την αυτοκράτειρα Μαρία Τερέζα να παραχωρήσει στους Τρανσυλβανούς Ορθοδόξους χριστιανούς τα δικαιώματά τους. Σ’ ένα από τα ταξίδια του το 1752 συνελήφθη και πέθανε στις φυλακές του Kufstein ως ομολογητής της ορθοδόξου πίστεως.


-Ο βίος του αγίου ιερομάρτυρος Μωυσή του Σιμπιέλ

Ανακηρύχτηκε άγιος από τη Σύνοδο της Ρουμανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας το 1992 μαζί με τον άγιο μάρτυρα ΄Οπρεα Μικλαους. Ήταν έγγαμος ιερέας από το χωριό Σιμπιελ και γνωρίζουμε ότι ταξίδεψε  στη Βιέννη, ενώ πέθανε κι αυτός στις φυλακές του Kufstein. 

-Βίος του Αγίου ιερομάρτυρος Ιωάννου του Γκάλες

Ήταν έγγαμος ιερέας και ανέλαβε δράση τα έτη 1756-1757 διασχίζοντας όλη την Τρανσυλαβανία και μαζεύοντας υπογραφές από τους πιστούς του Αρντεάλ ζητώντας ίσα δικαιώματα για τους Ορθοδόξους και την ελευθερία της Ορθοδόξου πίστεως. 
Συνελήφθη στο Γκρατζ στου οποίου τις φυλακές πέθανε. Γνωρίζουμε ότι μετά από 24 χρόνια κράτησης τον επισκέφθηκαν κάποιοι Ρουμάνοι έμποροι από το Μπρασοβ, οι οποίοι επισκεπτόμενοι το Γκρατζ για τις δουλειές άκουσαν ότι εδώ και πολλά χρόνια βρίσκεται στις φυλακές ένας ορθόδοξος ιερέας.

Ο Άγιος Αθανάσιος και οι συν αυτώ μαρτυρήσαντες υπό των Ουνιτών(+12 Νοεμβρίου 1763)

Οι Άγιοι  Αθανάσιος Τοντοράν από το Μπικιτζίου,Βασίλειος Ντουμίτρου από το Μοκόντ,Μαρίν Γκριγόρε από την Ζάγκρα και ο Βασίλειος Οϊκι από το Τέλτσιου μαρτύρησαν στις 12 Νοεμβρίου 1763.Ήταν υπέρμαχοι της Ορθοδόξου πίστεως ενάντια στους Ουνίτες στα πατρικά τους εδάφη που είχαν υποδουλώσει οι Αυστριακοί.
Ο Αθανάσιος Τοντοράν γεννήθηκε στο Μπικιτζίου και γνώριζε γράμματα.Ήταν επικεφαλής της κοινότητας και ήταν αυτός που μάζευε τους φόρους.Σε νεαρή ηλικία υπηρετούσε στο σύνταγμα πεζικού που στάθμευε κοντά στη Βιέννη.  Βλέποντας ότι δεν τον αφήνουν να φύγει λιποτάχτησε και επέστρεψε στο σπίτι του. Κατέφυγε στην Μολδαβία όπου υπηρέτησε κοντά στον ηγεμόνα Μιχαήλ Ρακόβιτσα, έχοντας τον βαθμό του λοχαγού,μέχρι τα 74 του χρόνια.
 Ωστοσό για την παλιά εκείνη λιποταξία συνελήφθη και φυλακίστηκε. Όταν απελευθερώθηκε επέστρεψε στον τόπο καταγωγής του, στο Μπικιτζίου.
 Μη υπάρχοντας Ορθόδοξος ιερέας στο χωριό αρνήθηκε επίμονα να κοινωνήσουν τον γιό του με άζυμα,όπως και να τον εξομολογήσει ένας ιερέας Ουνίτης.Ο γέρος έθαψε τον γιό του με το Ορθόδοξο τυπικό. Η κόρη του είχε πεθάνει όταν αυτός ήταν φυγάς.
 Το 1761-1762 διαπραγματεύθηκε με την κυβέρνηση της Βιέννης την στρατικοποίηση 21 κοινοτήτων της περιοχής της κοιλάδας του Μπικιτζίου. Πήρε διαβεβαιώσεις από την Βιέννη ότι μόλις μπουν στο συνοριακό σύνταγμα πεζικού θα παραχωρηθούν διευκολύνσεις στους Ρουμάνους.
Ζήτησε όμως την ρητή διαβεβαίωση πως όσοι εισχωρήσουν σε αυτό το σύνταγμα δεν θα υποχρεωθούν να απαρνηθούν την Ορθόδοξη πίστη τους και να ασπαστούν τον Καθολικισμό,όπως για δεκαετίες ολόκληρες συνέβαινε με τους Ορθόδοξους Ρουμάνους της Τρανσυλβανίας,όπου με κάθε τρόπο προσπαθούσαν να τους κάνουν να ασπασθούν την ουνίτικη πίστη.
Επιστρέφοντας ο Αθανάσιος κατάλαβε πως τίποτα απ’όσα τους υποσχέθηκαν στην Βιέννη δεν θα τηρούνταν.Έβλεπε ξεκάθαρα πως προσπαθούσαν να τους κάνουν να απαρνηθούν την πίστη τους,αλλά και πως ακόμη τους θεωρούσαν δούλους.

Στις 10 Μαίου 1763 οργανώθηκε ο αγιασμός του λαβάρου του νέου πεζικού συντάγματος και η ορκωμοσία. Από την Βιέννη είχε σταλεί ο στρατηγός Μπούκωβ για να ωθήσει τον αγώνα για επιβολή του Καθολικισμού.
Όταν οι στρατιωτικοί ετοιμάζονταν να ορκιστούν, βγήκε μπροστά,πάνω στο άλογο του, ο γέρο- Αθανάσιος Τοντοράν,104 ετών τότε, και άρχισε να λέει:«Δυό χρόνια δεν έκαναν τίποτα απ’όσα υποσχέθηκαν.Είμαστε ακόμη δούλοι.Κανείς δεν πάρει όπλα.Δεν μπορούν αυτοί να περιπαίζουν την θρησκεία των προγόνων μας:Κάτω τα όπλα!»
Τα θερμά λόγια του έδωσαν καρπούς. Όλοι πέταξαν κάτω τα όπλα τους ως ένδειξη ανυπακοής προς την Βιέννη

Αμέσως άρχισαν οι ανακρίσεις για να βρεθούν οι υποκινητές της εξέγερσης.

Στις 12 Νοεμβρίου 1763 συγκεντρώθηκαν στο ίδιο μέρος για να εκτελέσουν τους υποκινητές της εξέγερσης του Μαίου.Τον Αθανάσιο Τοντοράν τον πάτησαν με μία ρόδα από πάνω εως κάτω και τον κομμάτιασαν.Το κεφάλι του το είχαν δέσει στην ρόδα.

Μάζι με τον Αθανάσιο μαρτύρησαν και άλλοι ομολογητές.Τους Βασίλειο Ντουμίτρου ,Μαρίν Γκριγόρε  και  Βασίλειο Οϊκι μαζί με άλλους δεκαεννιά τους χτύπησαν με βέργες και πολλοί πέθαναν από τα χτυπήματα.

Τα κεφάλια των θυμάτων τα κρέμασαν οι Αυστριακοί στις αυλόπορτες των σπιτιών των θυμάτων,ενώ κομμάτια από τα σώματα τους τα σκόρπισαν σε διάφορα σημεία της περιοχής.

 Με τον μαρτυρικό του θάνατο ο Αθανάσιος έχυσε το αίμα του για την αγία πίστη των προγόνων του και για τα δικαιώματα των Ρουμάνων της Τρανσυλαβανίας.

(πηγή:proskynitis.blogspot.com-https://www.agnos.ro/)

——————————————-

Η ΟΥΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (A)

Έρευνα: πρωτοπρεσβυτέρου  Δημητρίου Αθανασίου (χημικού)

Για τους αναγνώστες.

Στα πλαίσια της αντι-οικουμενιστικής κατηχητικής προσπάθειας ξεκινάμε την δημοσίευση μιας σειράς άρθρων με θέμα την δράση της Ουνίας στην Ευρώπη. Πρόκειται για μια απλουστευμένη ερευνητική καταγραφή άγνωστων  ιστορικών γεγονότων, που φτάνουν  μέχρι τις μέρες μας. Θεωρούμε ότι η γνώση των γεγονότων αυτών  είναι απαραίτητη μια και η Ουνία χαρακτηρίζεται «ως μέθοδος του παποκεντρικού Οικουμενισμού».

Μέχρι τώρα έχουμε δημοσιεύσει τα εξής σχετικά κείμενα.

1.Η Ουνία (γενικά ιστορικά στοιχεία-η Ουνία στους θεολογικούς διαλόγους).

2.Ο Εφέσου Μάρκος ελέγχει δριμύτατα τους Ουνίτες του Φαναρίου.

3.Η Ουνία στο Διάταγμα περί Οικουμενισμού (UR) της Β Βατικάνειας Συνόδου.

4..Η Ουνία στην Ελλάδα σήμερα.

Εισαγωγικά.

Η Ουνία αποτελεί συνέχεια των επιδιώξεων του Πάπα και του Βατικανού, όπως με όλη τους τραγικότητα φάνηκαν στη Σύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας (1438-1439). Τότε, όταν οι Έλληνες ήσαν σε δεινή κατάσταση, ο Πάπας επιδίωξε να τους κάνει ουνίτες, να ακολουθούν δηλαδή το δικό τους λειτουργικό τυπικό, αλλά να τον αναγνωρίζουν ως εξουσιαστή τους. Οι άλλοι Πατριάρχες της πενταρχίας (Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων) θα εξακολουθούσαν να υπάρχουν, θα κρατούσαν τους τίτλους τους και τις δικαιοδοσίες τους, θα ελάμβαναν, τον τίτλο του καρδιναλίου, θα συμμετείχαν στην Κούρια, στην παπική αυλή δηλαδή, αλλά θα ήσαν υποτελείς στον Πάπα, ως απόλυτου και μόνου ηγεμόνος της Εκκλησίας.

Το παπικό σχέδιο δεν πέτυχε τότε να επιβληθεί στα Ορθόδοξα Πατριαρχεία της Ανατολής, αλλά πέτυχε να  επεκταθεί σε  χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, καθώς και στη Μέση Ανατολή, έως την Ινδία. Το υλοποιούσαν και το υλοποιούν κυρίως ιησουίτες μοναχοί, εφαρμόζοντας το «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» που τα χρησιμοποιούν χωρίς καμία αναστολή. Στις  χώρες της Ευρώπης (Πολωνία, Λιθουανία, Αυστροουγγαρία κ.α.) χρησιμοποίησαν την κρατική εξουσία και τη βία για να προσηλυτίσουν, «εκπολιτίσουν» κατά την προπαγάνδα τους, τους Ορθοδόξους. Στη Μέση Ανατολή και την Ινδία με τη βοήθεια αποικιοκρατών (λ.χ. Γάλλων και Πορτογάλων) και τη βία, αλλά και με την παροχή προστασίας προς όσους ασπάζονταν την παπική εμβάδα έναντι των πολυπληθέστερων στις περιοχές αυτές Μουσουλμάνων και Ινδουιστών. 

Η παπική εγκύκλιος του Πάπα Παύλου Στ΄, «Orientalium Ecclesiarum», που εξεδόθη  στις 21 Νοεμβρίου 1964, δείχνει με σαφήνεια τη στρατηγική του Βατικανού για τον προσηλυτισμό των Ορθοδόξων και των άλλων Χριστιανών που δεν αναγνωρίζουν την ηγεμονία του Πάπα. Μεταξύ άλλων τονίζεται: «Οι Ανατολικές Εκκλησίες έχουν καθήκον να προωθήσουν την ενότητα όλων των Χριστιανών, κυρίως αυτών της Ανατολής, κατά τις αρχές της αποφάσεως αυτής της Συνόδου (Β΄ Βατικανής) επί του οικουμενισμού…». Ξεκινώντας τον 15ο αιώνα με μηδέν Ουνίτες σήμερα το Βατικανό υπερηφανεύεται ότι διαθέτει 14 εκατομμύρια, που τους έχει αποσπάσει από τις Ανατολικές Εκκλησίες, Ορθόδοξες και Μονοφυσιτικές. Και ο σημερινός Πάπας συνεχίζει με εντατικότερους ρυθμούς το έργο των Ουνιτών. Σημειώνεται ότι είναι Ιησουίτης…

Σημειώνεται ότι ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος (Παπαδόπουλος) απευθυνόμενος γραπτώς στον Ουνίτη Επίσκοπο Θεοδωρουπόλεως Γεώργιο τόνισε, μεταξύ των άλλων:

«Πιστεύσατέ μοι ότι η ουνία εις ημάς τους ορθοδόξους προκαλεί πάντοτε φρίκην, διότι αντιπροσωπεύει δόλον και απάτην εν τοις ζητήμασι της θρησκείας. Η ουνία είναι νόθον κατασκεύασμα ζητούν να ελκύση δολίως εις την Λατινικήν Εκκλησίαν τους ορθοδόξους». Οι δια της Ουνίας προσηλυτιστικές ενέργειες του Πάπα κατά των Ορθοδόξων προκαλούν το εύλογο ερώτημα γιατί πραγματοποιείται  ο θεολογικός διάλογος με τους Ρωμαιοκαθολικούς. Στη διάρκεια του και προς στην επιθετικότητα των Λατίνων οι Ορθόδοξοι εκουσίως υποχώρησαν. Παραιτήθηκαν της συζήτησης για την Ουνία, κάτι το απαράδεκτο από ιστορικής, θεολογικής και εκκλησιολογικής απόψεως, αφού η παρουσία και η δράση της προϋποθέτουν την μετά  φανατισμού πρόσδεση του Βατικανού στο δόγμα  περί απολύτου κυριαρχίας του επί όλων των Χριστιανών.

Αναπόσπαστο μέρος των αποφάσεων της Β΄ Βατικανής Συνόδου αποτελεί και το Διάταγμα «Orientalium Ecclesiarum», το «Διάταγμα για τις Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες», τις ουνιτικές δηλαδή, τις οποίες αναγνωρίζει και προασπίζεται με κάθε επισημότητα, με πρόθεση να αναβαθμίση το ρόλο τους μέσα στην «Καθολική Εκκλησία». Πρόκειται για την γνωστή ουνιτικού τύπου «ενότητα», με τον αμοιβαίο εμπλουτισμό των δύο παραδόσεων, την ενότητα εν τη ποικιλία, η οποία προπαγανδίζεται κατά κόρον και στις μέρες μας. Ενότητα δηλ., όχι στην πίστη και την αλήθεια, αλλά μία συγκρητιστικού τύπου συγχώνευση, μία απορρόφηση, ουσιαστικά, της Ορθοδοξίας στον Παπισμό, χωρίς αυτός να αποβάλει καμμία από τις αιρετικές πλάνες του.

Στο σημείο αυτό πρέπει να τονισθεί ότι η Ουνία έχει καταδικασθή  απερίφραστα σε «συνοδικές αποφάσεις πασών ανεξαιρέτως των Ορθοδόξων Εκκλησιών,… ως είναι η ομόφωνος απόφασις της Γ΄ Προσυνοδικής Πανορθοδόξου Διασκέψεως (1986)», αλλά και στο Freising του Μονάχου το 1990 με τις υπογραφές μάλιστα και παπικών θεολόγων1. Η οποιαδήποτε

αθώωση του Δούρειου Ίππου σας, της επαράτου και δαιμονικής Ουνίας

και η απόδοση εκκλησιαστικής αναγνωρίσεως σ’ αυτή (κείμενο του Balamand

1993), δεν αποτελεί πανορθόδοξη απόφαση και συνιστά ωμή περιφρόνηση των ομοφώνων Πανορθοδόξων αποφάσεων, που ρητά καταδικάζουν την Ουνία.

Δεν μπορεί, βεβαίως, κανείς να ξεχάση τα βάρβαρα εγκλήματά σας,των Παπικών, στην Σερβία κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την εξολόθρευση χιλιάδων Σέρβων Ορθοδόξων, στην οποία συμμετείχαν παπικοί ουνίτες Ουστάσι κληρικοί, μοναχοί κ.λπ, οι οποίοι έδρασαν υπό την καθοδήγηση του «Αγίου» του Βατικανού «Αρχιεπισκόπου της γενοκτονίας» των Σέρβων Αλουισίου Στέπινατς. Ούτε μπορεί να λησμονηθή το γεγονός ότι το Βατικανό συμμετείχε εμμέσως, στις πολεμικές επιχειρήσεις (1990‐ 1992 και 1998) διαλύσεως της Γιουγκοσλαβίας εις βάρος της Ορθοδόξου Σερβίας.

Η ανέντιμος και προκλητική συμμετοχή του Ουνίτου ψευδοδιακόνου και των Ουνιτών ψευδεπισκόπων, η ανάγνωση του Ευαγγελίου στα Ελληνικά από Ουνίτη «κληρικό», η παρουσία των Ουνιτών στην κατακόμβη της βασιλικής του Αγίου Πέτρου, κατά την «ενθρόνισή» του Πάπα, που για μία εισέτι φορά επέρρωσαν το διαρκές έγκλημα της Ουνίας και τον αντίχριστο βιασμό της αμωμήτου μας Εκκλησίας και η επιμονή του Βατικανού στην Ουνία, την πιο επαίσχυντη δηλαδή μορφή προσηλυτισμού και πολεμικής κατά της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αποκαλύπτει τόσο το αληθινό του πρόσωπο όσο και τον βαθμό της διγλωσσίας, με την οποία δεν παύει να συμπεριφέρεται έναντι των Ορθοδόξων.

H Ουνιτικη Ενωτικη Σύνοδος του Μπρέστ (1596)

Τα γεγονότα πριν την Σύνοδο  του Μπρέστ

Η επέκταση του Μεγάλου Δουκάτου της Λιθουανίας συμπεριέλαβε, από τις αρχές του 14ου αιώνα, στα όριά του το μέγιστο μέρος από την σημερινή Ουκρανία –πλην βεβαίως της Κριμαίας που ανήκε στο Ταταρικό Χανάτο– της Λευκορωσίας, αλλά και της βορειοδυτικής Ρωσίας. Εντός της επικράτειάς του, οι ανατολικοί Σλάβοι απολάμβαναν σχετική ελευθερία, ενώ τα μέλη της ηγεμονικής τάξης του κράτους ήταν ακόμη παγανιστές. 

Ωστόσο, μετά το 1385 (που συμφωνήθηκε ένωση  του Βασιλείου της Πολωνίας και του Μεγάλου Δουκάτου της Λιθουανίας) η καθολική διείσδυση γίνεται εντονότερη. Η κυρίαρχη καθολική μοναρχία άρχισε να ασκεί πολιτιστική, πολιτική και οικονομική πίεση στους μη Καθολικούς Ρώσους και Λιθουανούς ευγενείς, για να τους αναγκάσει να αποδεχτούν τα πολωνικά έθιμα και ήθη και, κυρίως, τον καθολικισμό.

Μετά την ίδρυση της Πολωνο-λιθουανικής Πολιτείας (Ένωση του Λιούμπλιν 1569) λαμβάνει χώρα αθρόα προσχώρηση στον καθολικισμό ορθοδόξων γαιοκτημόνων, που σκοπό είχε την κατοχύρωση και την αύξηση των προνομίων τους. Είναι η εποχή κατά την οποία, στο πλαίσιο της Αντιμεταρρύθμισης, εκτυλίσσεται μια σχεδιασμένη επιχείρηση εκ μέρους της πολωνικής ηγεσίας, με την ενεργητική αρωγή των Ιησουιτών μοναχών και τον συντονισμό του ίδιου του Βατικανού. Στόχος να αφομοιωθεί, μέσω της θρησκευτικής του αποστασίας, ο ορθόδοξος σλαβικός πληθυσμός. Στόχος του σχεδίου είναι η θρησκευτική ομοιογένεια του κράτους, άρα και η ενίσχυση της συνοχής του, αλλά και η απάλειψη του ισχυρού πληθυσμιακού ερείσματος της Μόσχας εντός της Κοινοπολιτείας.

Σε αυτό το κλίμα, δημοσιεύεται το 1577 το δοκίμιο του Πολωνού Ιησουίτη Piotr Skarga με τίτλο «Για την Ένωση της Εκκλησίας του Θεού υπό έναν ποιμένα». Σε αυτό απαριθμούνται τα οφέλη μιας “Ένωσης” με τη Ρωσική Εκκλησία, που θα την αποσπούσε από την ελληνική ορθοδοξία, αλλά πρότεινε την έναρξη αυτής της διαδικασίας εντός των ορίων της Πολωνο-λιθουανικής Πολιτείας.. Φαίνεται ότι, μάλλον, οι αρχικές σκέψεις ήταν η εκστρατεία προσηλυτισμού να επεκταθεί και στην ίδια την Ρωσία.

Η  Σύνοδος του Μπρέστ (1596)

Έτσι φθάνουμε στην λεγόμενη “Εκκλησιαστική Ένωση” ή Ουνία, που ανακηρύσσεται στο Μπρεστ το 1596, με απόφαση των πέντε από τους επτά Επισκόπους της δυτικής ρωσικής εκκλησίας, με επικεφαλής τον Μητροπολίτη Κιέβου, Γαλικίας και πάσης Ρους Μιχαήλ Ρογκόζα, που υπαγόταν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, τότε πρωτοσύγκελλος κι αργότερα Πατριάρχης Αλεξανδρείας και στη συνέχεια Κωνσταντινουπόλεως, Κύριλλος Λούκαρης, αλλά κι αυτός του Οικουμενικού Πατριάρχη, Νικηφόρος, δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν την απόφαση, που είχε τη άμεση στήριξη της πολωνικής εξουσίας. Μάλιστα, ο Νικηφόρος θα πεθάνει από ασιτία σε πολωνική φυλακή, ενώ ο Λούκαρης θα γλυτώσει διαφεύγοντας εγκαίρως. Τελικώς, θα δολοφονηθεί και αυτός, πολύ αργότερα, στην Πόλη, από τους Οθωμανούς, κατόπιν παρασκηνιακών ενεργειών των καθολικών.

Με την «Ένωση του Μπρέστ» οι μέχρι τότε Ορθόδοξες εκκλησίες της Πολωνίας και Λιθουανίας υποτάχτηκαν στον Πάπα της Ρώμης.

Η απόφαση πάρθηκε το 1595-1596 και εκτός διαδικασίας έμεινε η Επαρχία του Μουκάτσεβο που βρισκόταν στο Βασίλειο της Ουγγαρίας. Η Ένωση του Μπρεστ ίδρυσε τη Ρουθηνική Ουνιτική Εκκλησία, η οποία σήμερα υπάρχει ως Ουκρανική Ελληνοκαθολική Εκκλησία, και την Λευκορωσική Ελληνοκαθολική Εκκλησία.

Η Ένωση του Μπρεστ θεωρήθηκε ως μέρος της «καθολικοποίησης» και «πολωνοποίησης», διαδικασίες που συνέβαλαν στην Εξέγερση του Χμελνίτσκι στην Ουκρανία.

Προηγούμενες προσπάθειες για ένωση με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία έγιναν σε πολλές περιπτώσεις, όπως όταν ο Μητροπολίτης Κιέβου Ισίδωρος υπέγραψε την Ένωση της Φλωρεντίας.

Το 1588-1589, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίας Β’ ο Τρανός ταξίδεψε σε όλη την Ανατολική Ευρώπη, ειδικά στην Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία και το Μεγάλο Δουκάτο της Μόσχας, όπου ήδη από το 1458 αναγνωριζόταν η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία στη Μόσχα και χειροτόνησε τον Πατριάρχη Ιώβ της Μόσχας. Ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β’ καθαίρεσε τον Μητροπολίτη Κιέβου Ονησιφόρο Ντιβότσκα και, κατόπιν έγκρισης του Βασιλιά της Πολωνίας Σιγισμούνδου Γ’, χειροτόνησε τον Μιχαήλ Ροχόζα ως νέο «Μητροπολίτη Κιέβου, Χαλιτσίου και πάντων των Ρως».

Μετά την αποχώρηση του Ιερεμία Β’, τέσσερις από τους εννέα επισκόπους της Ρουθηνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Βίλνιους συνήλθαν σε σύνοδο το 1590 στην πόλη του Μπρεστ και υπέγραψαν δήλωση βούλησης να υπογράψουν ένωση με τη Ρώμη, αποτελούμενη από 33 άρθρα, τα οποία έγιναν δεκτά από τον Πάπα. Στην αρχή είχε μεγάλη επιτυχία, αλλά σε μερικές δεκαετίες είχε χάσει μεγάλο μέρος της αρχικής επιρροής της, κυρίως λόγω της επιβολής της στις Ορθόδοξες ενορίες, η οποία προκάλεσε πολλές μαζικές εξεγέρσεις.

Επιμέρους όροι και αποτελέσματα

Οι όροι της Ουνίας συνοψίζονταν στα εξής: απαραβίαστο των ορθόδοξων δογμάτων και τελετουργιών, υποταγή της νέας εκκλησίας στον πάπα, διατήρηση των εκκλησιαστικών κτημάτων, απόκτηση συγκλητικών τίτλων για τον ανώτερο κλήρο και προστασία της δυτικής ρωσικής εκκλησίας από την επιρροή των Ελλήνων. Εν συνεχεία, ναοί, μονές και όλα τα περιουσιακά στοιχεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αποδόθηκαν στους Ουνίτες.

Συμφωνήθηκε ότι το filioque δεν θα εισαχθεί στο Σύμβολο της Πίστεως και έτσι οι Ρουθήνοι θα παρέμεναν στο δόγμα ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται μόνο εκ του Πατρός (και διά του Υιού).

Οι επίσκοποι ζήτησαν επίσης να απαλλαγούν από την υποχρέωση καθιέρωσης του Γρηγοριανού Ημερολογίου, ώστε να αποφευχθεί λαϊκή δυσαρέσκεια και διχόνοιες, και επέμεναν ότι ο βασιλιάς έπρεπε να τους παραχωρήσει, όπως επιβαλλόταν, τον τίτλο των συγκλητικών.

Η ένωση υποστηρίχθηκε σθεναρά από τον Βασιλιά της Πολωνίας και Μέγα Δούκα της Λιθουανίας Σιγισμούνδο Γ΄, αλλά συνάντησε την αντίδραση ορισμένων επισκόπων και ευγενών της Ρωσίας και, ίσως το πιο σημαντικό, του εκκολαπτόμενου κινήματος των Κοζάκων για την αυτοδιοίκηση της Ουκρανίας. Το αποτέλεσμα ήταν «Ρως να πολεμούν εναντίον Ρως» και η διάσπαση της Εκκλησίας των Ρως σε ελληνόρρυθμη καθολική και ορθόδοξη δικαιοδοσία.

Εισαγωγικά

Το πλήγμα για την Ορθοδοξία από την Σύνοδο του Μπρέστ υπήρξε οδυνηρό, αφού όλοι οι αρχιερείς της Μητροπόλεως Κιέβου, με εξαίρεση δύο επισκόπους, προσχώρησαν στην Ουνία. Πρωταγωνιστής στον αγώνα κατά της ουνίας αναδείχθηκε ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Άγιος Μελέτιος Πηγάς και μάλιστα εξ αποστάσεως, μέσω πυκνής αλληλογραφίας. Αξιόλογη δράση ανέπτυξαν επί τόπου οι έξαρχοι των Πατριαρχείων Κωνσταντινουπόλεως και Αλεξανδρείας Νικηφόρος Παράσχης και Άγιος  Κύριλλος Λούκαρης αντίστοιχα, οι οποίοι πρωταγωνίστησαν και στη σύγκλιση της ανθενωτικής Συνόδου του Μπρέστ (1596), που προχώρησε στην καταδίκη των ουνιτών επισκόπων. Τη σφοδρή αντίδρασή του κατά της ουνιτικής πολιτικής του βασιλιά της Πολωνίας και των Ιησουϊτών την πλήρωσε με τη ζωή του. Μετά την ενωτική Σύνοδο του Μπρέστ (1596) το ρόλο της διασώσεως της Ορθοδοξίας ανέλαβαν, οι εκκλησιαστικές αδελφότητες με ποικίλες δραστηριότητες. Οι εκκλησιαστικοί παράγοντες των ορθοδόξων Πατριαρχείων της Ανατολής με τις επεμβάσεις τους στο χώρο της Πολωνίας δεν απέτρεψαν το μοιραίο, την επιβολή της Ουνίας, αλλά αναμφίβολα δημιούργησαν και ενίσχυσαν τους πυρήνες αντιστάσεως που κατόρθωσαν να κρατήσουν άσβηστη τη φλόγα της Ορθοδοξίας στη Μητρόπολη του Κιέβου.

Κατά της Ουνίας και των αποφάσεων της ενωτικής Ουνιτικής Συνόδου του Μπρέστ  διακρίθηκαν και τα παρακάτω  πρόσωπα που χαρακτηρίζονται από την στάση τους Άγιοι Ομολογητές της Ορθοδοξίας. Τέτοια πρόσωπα ήταν

1.Ο Άγιος Ιώβ της Λαύρας του Ποτσάεφ

2.Ο Άγιος Αθανάσιος ηγούμενος Μονής Μπρέστ

Τα επόμενα άρθρα θα είναι αφιερωμένα σε αυτούς τους Αγίους Ομολογητές.

Άγιοι Ομολογητές κατά της Ουνίας

Το πρώτο θύμα της Ουνίας.Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Άγιος  Κύριλλος Λούκαρης (1572-1638)

Ο Κύριλλος Λούκαρις γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1572. Στην αρχή μαθήτευσε κοντά στο Μελέτιο Βλαστό, ύστερα πήγε στη Βενετία, όπου σπούδασε κοντά στο Μάξιμο Μαργούνιο, στο ελληνικό εκπαιδευτήριο (1584-1588). 17 ετών μπήκε στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας στην Ιταλία (1589-1593). Έγινε κληρικός στην Αλεξάνδρεια το 1593 από τον συγγενή του Πατριάρχη Μελέτιο Πηγά, τον οποίο συνόδευσε στην επί Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμία Β’ συγκληθείσα Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, όπου βρήκε την ευκαιρία να γνωρίσει εκ του σύνεγγυς την κατάσταση που επικρατούσε στις Εκκλησίες της Κωνσταντινουπόλεως, Ρωσίας και των άλλων γειτονικών ορθοδόξων εκκλησιών, τις οποίες λυμαινόταν τότε η Ουνία. Με αίτηση λοιπόν των ορθοδόξων της Ουκρανίας, της Ρουθηνίας και της υπολοίπου νοτιοδυτικής Ρωσίας στάλθηκαν για ενίσχυση και συμπαράσταση των ορθοδόξων πληθυσμών ο Αρχιμανδρίτης τότε  Κύριλλος Λούκαρις και ο Νικηφόρος Παράσχης, οι οποίοι μαζί με τους ορθοδόξους των περιοχών αυτών αγωνίσθηκαν ενάντια στην παπική προπαγάνδα και τον προσηλυτισμό των ορθοδόξων από τους ουνίτες. Να σημειωθεί εδώ ότι ο ηρωικός Αρχιμανδρίτης Νικηφόρος συνελήφθη, φυλακίσθηκε και πέθανε από ασιτία,ενώ ο Λούκαρις κατόρθωσε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη, και από κει στη Μολδαβία, την Ουκρανία και την Πολωνία. Εδώ δούλεψε ιεραποστολικά και με παρρησία μέχρι το έτος 1601.

 Το 1601, μετά το θάνατο του θείου του, Πατριάρχη Αλεξανδρείας Μελέτιου Πηγά, τον διαδέχτηκε σε ηλικία 30 ετών.Μετέφερε την έδρα του Πατριαρχείου στο Κάιρο και ξεκίνησε αγώνα κατά της Δυτικής Εκκλησίας. Προκαλεί την εχθρότητα του φιλοκαθολικού Οικουμενικού Πατριάρχη Νεόφυτου Β’ και εκλέγεται αμέσως μετά τοποτηρητής του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης. Επιβάλλεται όμως ως Πατριάρχης ο λατινόφρων Τιμόθεος Β’ και ο Λούκαρις αποσύρεται στο Aγιο Όρος και από εκεί πηγαίνει στη Βλαχία. Δεν εγκαταλείπει όμως τους αγώνες του εναντίον των Καθολικών. Έτσι στο διάλογό του Ζηλωτής και Φιλαλήθης επιτίθεται εναντίον των Ιησουϊτών, που είχαν αναπτύξει έντονη προπαγάνδα σε βάρος της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στις 4 Νοεμβρίου  1620 εκλέχτηκε Οικουμενικός Πατριάρχης, σε εποχή πολύ δύσκολη και κρίσιμη, δεδομένου ότι στην Ευρώπη μαινόταν ο τριακονταετής πόλεμος και ο παπισμός με χέρια και με δόντια προσπαθούσε να ανακτήσει ό,τι έχασε από τη Μεταρρύθμιση, στην δε Ανατολή η Ιησουιτική προπαγάνδα με κάθε τρόπο επιζητούσε να καθυποτάξει την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία κάτω από το σκήπτρο του Ποντίφικα. Γράφει κάπου χαρακτηριστικά ο Λούκαρις ότι οι Ιησουίτες «ποτέ δεν ελλείπουσιν ως την σήμερον να κάμνουσι κάθε λογής ενέδραν, με πολλά πανουργήματα να μας διώκουσι και να ζημιώνουσι και να κυριεύουσιν και να γυρεύουσι τον χαλασμόν μας και τον αφανισμόν του Πατριαρχείου μας και όλης της Εκκλησίας των Γραικών». Έκτοτε, οι πρεσβείες των καθολικών χωρών στην Κωνσταντινούπολη τον πολέμησαν με λύσσα. Πέτυχαν μάλιστα  να τον κατεβάσουν από το θρόνο κατηγορώντας τον ως καλβινίζοντα, για τη φιλική του στάση προς τους διαμαρτυρόμενους και την έκδοση το 1631 της περίφημης Ομολογίας του, (βλ.  Ιω. Καρμίρης, Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Β’ Αθήνα, 1953).

Να πούμε εδώ παρενθετικά ότι η Λουκάρειος Ομολογία αμφισβητείται αν είναι γνήσιο έργο του Κυρίλλου Λούκαρη. Ίσως είναι συγγραφή Ελβετών καλβινιστών θεολόγων, την οποία ο Πατριάρχης αναγκάσθηκε να υιοθετήσει, με ορισμένες τροποποιήσεις, για λόγους εθνικούς και προσωπικούς. Κάποιοι μελετητές μάλιστα υποστηρίζουν πως ο Λούκαρις κατέφυγε προς τους Διαμαρτυρόμενους μόνο και μόνο, για να τους έχει σύμμαχους εναντίον των Καθολικών, χωρίς να απομακρυνθεί από την Ορθόδοξη γραμμή. Χαρακτηριστικά είναι όσα ο ίδιος είχε πει στον πρεσβευτή της Γαλλίας ντε Μαρσεβίλ: «… στο ζήτημα των πεποιθήσεών μου δε θα υπακούσω ούτε στο βασιλιά της Γαλλίας ούτε σε κανέναν άλλο στον κόσμο αλλά θα ακολουθήσω αυστηρά τις υπαγορεύσεις της συνειδήσεώς μου». Αντίθετα άλλοι τον θεωρούν ως τον Πατριάρχη που προσπάθησε να μεταρρυθμίσει την Ορθόδοξη Εκκλησία. Δεν έπαψε όμως ούτε για μια στιγμή να είναι μέχρι τέλους ένας στυλοβάτης της Ορθοδοξίας και ένας μεγάλος πατριώτης. Μετά την επανάκτηση του Πατριαρχικού Θρόνου, οι πάντοτε άσπονδοι εχθροί του Ιησουίτες και Ουνίτες, αυτή τη φορά, τον κατήγγειλαν στον Σουλτάνο με τη ψευδή κατηγορία ότι ετοιμάζει επανάσταση των Ελλήνων. Οι Τούρκοι τότε τον έκλεισαν σε κάποιο φρούριο του Βόσπορου όπου τον στραγγάλισαν στις 27 Ιουνίου1638. Το λείψανό του ρίχτηκε στη θάλασσα όπου το βρήκαν ψαράδες και το έθαψαν. Οι εχθροί του όμως ξέθαψαν το σώμα του και το ξανάριξαν στη θάλασσα, αλλά βρέθηκε και πάλι. Ο Λούκαρις υπήρξε κορυφαία μορφή του Ελληνισμού. Προσπάθησε με κάθε τρόπο να ανυψώσει το ελληνικό γένος. Στις πράξεις και τις ενέργειές του βλέπουμε ξεκάθαρα την τάση του Ελληνισμού να έρθει σε επαφή με το δυτικό πολιτισμό και την Αναγέννηση. Φρόντισε για την παιδεία του Μητροφάνη Κριτόπουλου και μετέφερε το 1627 στην Κωνσταντινούπολη το τυπογραφείο του Κεφαλλονίτη μοναχού Νικόδημου Μεταξά, για να φωτιστεί το έθνος με ελληνικά έντυπα. Όπως και ο Πηγάς, ο Λούκαρις κήρυττε στη δημοτική. Προλόγισε μάλιστα τη μετάφραση της Καινής Διαθήκης από το Μάξιμο Καλλιπολίτη στη λαϊκή γλώσσα, τονίζοντας τη σημασία της μετάφρασης των Ευαγγελίων. Η  θυσία του μεγάλου Κρητικού Πατριάρχη Κύριλλου Λούκαρη είναι και πρέπει να είναι φωτεινός οδοδείκτης στις σχέσεις μας με τους ετεροδόξους.

Η πατριαρχεία του Αγίου Κυρίλλου απέβη σωτήρια για το Πατριαρχείο και ολόκληρη την Ορθόδοξη Εκκλησία. Η παρουσία του αποδείχθηκε από τα πράγματα ως έργο της θείας Πρόνοιας. Αγάπησε την Εκκλησία και έδωσε γι̉ αυτήν όλες τις δυνάμεις του, αψηφώντας τους κινδύνους και θυσιάζοντας την ίδια την ζωή του. Αυτός μόνος, σαν άλλος Άτλας, βάσταξε στους ώμους του την Εκκλησία και το Γένος, πολεμούμενος από ξένους και ημετέρους, σε εποχή δύσκολη και επικίνδυνη για την πορεία των εκκλησιαστικών πραγμάτων. Οι πολιτικές σκοπιμότητες της εποχής, οι παπικές βλέψεις στην Ανατολή, οι προσδοκίες των Προτεσταντών που δεν δικαιώθηκαν, είχαν σαν αποτέλεσμα, να γνωρίσει καθ̉ όλη την διάρκεια της πατριαρχικής διακονίας του τον πόλεμο και την συκοφαντία στις πιο ιταμές εκφράσεις τους. Κράτησε όμως σταθερά το εκκλησιαστικό πηδάλιο, χωρίς φόβο για την τρικυμία που έβλεπε να μαίνεται γύρω του και δεν απόκαμε μέχρι την ώρα του στραγγαλισμού του από τους αιμοδιψείς Γενιτσάρους.

Ο Αθηνών Μελέτιος στην Εκκλησιαστική Ιστορία τον χαρακτηρίζει «άνδρα πεπαιδευμένον εν παιδεία και αρετή» ενώ ο Ιεροσολύμων Δοσίθεος αναγράφει με ευγνωμοσύνη την μέριμνα του για τα δίκαια του Θρόνου των Ιεροσολύμων: «Εβοήθησε δε τω Θρόνω της Ιερουσαλήμ περί του χρέους ο Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος κατά δύο τρόπους, ένα μεν διδάξας εν τε τη Κωνσταντινουπόλει και τω Γαλατά, παρεκίνησε τους Χριστιανούς σφόδρα, και εβοήθησαν οι φιλόχριστοι ικανώς· δεύτερον δε ότι προσκαλεσάμενος εις το Πατριαρχείον  άρχοντας και αρχομένους και τους ξένους ναυάρχους και ποιήσας κατάστιχον, ήθροισε πολύ τε χρήμα ελέους». Ο Δοσίθεος σε άλλο σημείο αναφερόμενος στα φρονήματα του Κυρίλλου γράφει: «Κύριλλος ο Λούκαρις πατριαρχεύσας ως Ορθόδοξος, ως και πρότερον, και απέθανεν εν τη κοινωνία της Εκκλησίας, ήτοι ορθόδοξος», ενώ ο μεγάλος αγωνιστής της Ορθοδοξίας Όσιος Ευγένιος ο Αιτωλός συνέγραψε τον βίο και την Ακολουθία του αναγνωρίζοντάς τον ως Άγιο και Μάρτυρα της Εκκλησίας, γεγονός για το οποίο διώχθηκε και καθαιρέθηκε από τον Κονταρή και την συμμορία του.

Ο Μ. Ρενιέρης στην βιογραφία του Κυρίλλου που δημοσίευσε αποφαίνεται χαρακτηριστικά για την προσωπικότητα και το έργο του Πατριάρχου: «Ο Κύριλλος Λούκαρις ήτο ανήρ νουνεχής, δραστήριος και πεπαιδευμένος. Φίλος ων των γραμμάτων, ειργάσθη υπέρ της διαδόσεως αυτών, πρώτος αυτός συστήσας τυπογραφείον εν Κωνσταντινουπόλει. Διά της παιδείας του κλήρου και της ηθικής αυτού αναμορφώσεως ενόμιζεν ότι ηδύνατο να δοξασθή πάλιν η Ανατολική Εκκλησία και ν̉ αποκρούση τους τότε έτι φοβερούς εκ της Ρώμης κινδύνους. Η πάλη αυτού προς τους Ιησουίτας φέρει αυτώ μεγάλην τιμήν. Εις αυτόν οφείλεται, ότι απεκρούσθη τότε ο παπισμός από της Ανατολής».

Ο Κ. Σάθας αναφερόμενος στην αμφισβήτηση της Ορθοδοξίας του Κυρίλλου γράφει: «Η εις τον Λούκαριν υπό των παπιστών και λουθηροκαλβίνων αποδιδομένη μομφή, είναι πλάσμα οικτρόν, των μεν ίνα δικαιολογήσωσι τον κατά του φαεινού τούτου της Ορθοδοξίας αστέρος καταχθόνιον πόλεμον, των δε ίνα προσλάβη η αίρεσις τίτλον τινά επισημότητος υπό της πρεσβυτέρας των Εκκλησιών δήθεν αναγνωριζομένη. Θεοφάνης ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων ανεσκεύασεν εν Ρωσσία τω 1630 εις δεκαέξ κεφάλαια τας κατά του Λουκάρεως συκοφαντίας, διακηρύττων ότι: «Ο ούν σοφώτατος Πατριάρχης Κύριλλος, ως έπος ειπείν, τοσούτον απέχει αιρέσεως, ώστε και θαρρούντως τολμάν λέγειν, ως αυτός εστιν ο κατ̉ αλήθειαν αρχιερεύς εν τοις νυν, κατά Παύλον, όσιος, άκακος, ελεήμων, ευσεβής διδάσκαλος, και του κατ̉ ευσέβειαν πιστού λόγου αντεχόμενος».

῍Αν και συνοδικώς  ο Άγιος Κύριλλος δικαιώθηκε, όσον αφορά τα Ορθόδοξα φρονήματά του, η εναντίον του κριτική δεν σταμάτησε και μεταγενέστερα18. Οι επικριτές επανέλαβαν πολλές φορές ως επιχειρήματα κατά της Ορθοδοξίας του τις κατηγορίες και συκοφαντίες των παπικών, των προτεσταντών και των εκ του ιερού καταλόγου εχθρών του. Η Πράξις του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας1για την αναγραφή του ονόματός του στις δέλτους του Αγιολογίου της αποκατέστησε την αλήθεια για το πρόσωπό του και σφράγισε με την επίσημη εκκλησιαστική αναγνώριση την αγιότητά του ως προμάχου, Ομολογητού και Μάρτυρος της Εκκλησία.

Συνεχίζεται…

Άγιος Μελέτιος Πηγάς: Ο κρητικός πατριάρχης συνομιλητής των ετεροδόξων

Ο Μελέτιος Πηγάς γεννήθηκε στην πρωτεύουσα της νήσου Κρήτης Χάνδακα  ή Μέγα  Κάστρον (σημερινό Ηράκλειον), το έτος 1549  από γονείς ευσεβείς, ενάρετους  και ευκατάστατους. Από παιδί ο Μελέτιος εμφάνιζε επίδοση στα γράμματα. Φοίτησε κοντά σε σοφούς δασκάλους, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται ο περιώνυμος ιερομόναχος  Μελέτιος  Βλαστός.

Κοντά στο Βλαστό ο Μελέτιος διδάχθηκε την ελληνική και λατινική γλώσσα, γραμματική, φιλοσοφία και ρητορική και παράλληλα πήρε από αυτόν όλα τα στοιχεία της ηθικής και ελληνοπρεπούς συμπεριφοράς. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές στην Κρήτη, σε ηλικία μόλις δέκα οκτώ ετών φτάνει στην πόλη Πατάβιο (σημερινή PADOVA) για να φοιτήσει στο εκεί περίφημο Πανεπιστήμιο.

Στο Πανεπιστήμιο ο Πηγάς παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας και θεολογίας και ιατρικής και νομικής. Παρά την αντορθόδοξη και αντεθνική περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ο Μελέτιος έμεινε ένας ακραιφνής ορθόδοξος και ένας ανυποχώρητος πατριώτης. Να πούμε στο σημείο αυτό μια λεπτομέρεια, η οποία έχει άμεση αναφορά προς το σήμερα. Στην εποχή του Πηγά αλλά και μέχρι το έτος 1963, στα καθολικά Πανεπιστήμια επικρατούσε αυστηρά το εξής έθος: κανένας δεν ελάμβανε δίπλωμα, αν προηγουμένως δεν ορκιζόταν πίστη στον Πάπα.

Από το έτος όμως 1963 και εξής, μετά δηλ. τη Σύνοδο του Βατικανού Β΄, οι Ορθόδοξοι που συμβαίνει να φοιτούν σε καθολικά ποντιφικά πανεπιστήμια δεν υποχρεώνονται  πια να ομολογήσουν πίστη στον Πάπα. Επανερχόμενοι όμως στο Μελέτιο Πηγά, έχουμε να πούμε ότι ούτε αρνήθηκε την πάτρια πίστη ούτε ομολόγησε τα αιρετικά δόγματα του παπισμού, αλλά αντίθετα, χωρίς δυσκολία αντιπαρήλθε τον πειρασμό και με οργή απέρριψε κάθε βέβηλη σκέψη, την οποία υπαγόρευε ο οκταετής κόπος και η προσδοκία της διδακτορικής περγαμηνής. Μπροστά στο μεγαλείο της Ορθοδοξίας όλα έχαναν την αξία τους.

Με την άρνησή του να παράσχει λατινόφρονα ομολογία (όρκο στον Πάπα) ανέδειξε τον εαυτό του ορθόδοξο ομολογητή, δίπλα στο μεγάλο όνομα του αγίου Μάρκου του Ευγενικού. Η πρώτη αυτή ρήξη του Μελετίου προς τον παπισμό σημάδευσε όλη την ταραχώδη ζωή του ηρωικού Κρητικού. Είναι πολύ χαρακτηριστικά τα λόγια του Γ. Βαλέτα (Μελέτιος Πηγάς, Χρυσοπηγή, Αθήναι 1958 σ. 28): «Αυτή η παλληκαριά του, αυτή η σκληρή δοκιμασία της συνείδησής του, εθνικής και  θρησκευτικής, άνοιξε μπροστά στα μάτια του νεαρού σπουδαστή όλο το σκοτεινό βάθος του παπισμού και τον έκανε να βάλει σαν πρώτιστο σκοπό της ζωής του την καταπολέμησή του και την απολύτρωση της πατρίδος από την καταστροφική επιρροή του. Τότε διατυπώνει ένα πρόγραμμα ζωής• να ντυθή το ράσο και να γίνη στρατιώτης της Ορθοδοξίας να σώση το νησί του και την Ελλάδα και όλη την ορθόδοξη Ανατολή απ’ τον κίνδυνο του εκλατινισμού, που προκαλούσε τότε στους μορφωμένους έλληνες χειρότερη ανησυχία και φόβο από τον τουρκικό ζυγό…».

Μετά από οκτώ χρόνια σπουδών στο εξωτερικό, επιστρέφει στην Κρήτη και ασπάζεται τον μοναχικό βίο, σε ηλικία είκοσι πέντε χρόνων κείρεται μοναχός στην κοινοβιακή  Μονή της Αγκαράθου επί Σιλβέστρου Ηγουμένου, του μετέπειτα Πατριάρχη Αλεξανδρείας.

Πνεύμα ανήσυχο καθώς ήταν ο Μελέτιος δεν ήταν δυνατόν να περιοριστεί διά βίου στο κελί του Μοναστηριού του. Βγήκε έξω από το Μοναστήρι και άρχισε να περιτρέχει πόλεις και χωριά, να εμψυχώνει τους φοβισμένους ορθοδόξους συμπατριώτες του, να αποκρούει με επιχειρήματα την παπική προπαγάνδα. Ο βασικός άξονας της διδαχής του ήταν η πίστη στο Χριστό, απαλλαγμένη κακοδοξιών, και η προσήλωση στα ιδεώδη του Έλληνα. Μετά την εκλογή του Σίλβεστρου ως Πατριάρχη Αλεξανδρείας εγκαταστάθηκε στη Μονή Σινά, επιθυμώντας να υπηρετήσει το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας.

Ως κληρικός του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, εργάστηκε από τη νέα ιεραποστολική του θέση για την οργάνωση του κλήρου και του μοναχισμού, τον οποίο φιλοδοξούσε να καταστήσει πρωταγωνιστή στους αγώνες υπέρ της ορθόδοξης πίστης και των δικαίων του Έθνους. Όμως δεν έχει αφήσει το όραμα για την Ένωση των χριστιανών. Έχει στραφεί προς τους προτεστάντες, οι οποίοι φαίνεται θέλουν την επικοινωνία με επιφανείς Έλληνες θεολόγους, μεταξύ των οποίων και ο Μελέτιος Πηγάς. Είναι η εποχή, κατά την οποία διεξάγονται μακρές διαπραγματεύσεις μεταξύ του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίου Β΄  και των διαμαρτυρομένων θεολόγων του Πανεπιστημίου της Τυβίγγης.

Ο Μελέτιος με τις πολλές γνωριμίες που είχε συνάψει κυρίως με επιφανείς ετεροδόξους θεολόγους με συζητήσεις και με αλληλογραφία προσπαθούσε να τους πείσει πως η αλήθεια βρίσκεται στην Ορθοδοξία. Αλλά οι ζυμώσεις αυτές δεν προσπόριζαν το ευκταίο  αποτέλεσμα με τους διαμαρτυρομένους. Μπορείτε να φαντασθείτε έναν Μελέτιο να έχει απέναντί του προτεστάντες αμετάπειστους και λατίνους που λυσσομανούν ενάντια στην ορθόδοξη Ανατολή. Γράφει, κηρύττει, συμβουλεύει. Μέχρι τον Αύγουστο του 1582 ο Μελέτιος δρα και εργάζεται στην Αλεξάνδρεια. Μετά πηγαίνει στο Κάιρο, όπου εργάζεται ως επίτροπος του Πατριάρχη Σίλβεστρου. Από εκεί τον βλέπουμε να προσκαλείται από τον αυτοκράτορα της Ρωσίας στη Μόσχα.

 Διερχόμενος από την Κωνσταντινούπολη παρακλήθηκε από τους εδώ ορθοδόξους να παραμείνει και να εργαστεί υπέρ της χειμαζόμενης εκκλησίας. Στην Κωνσταντινούπολη έμεινε τρία χρόνια, έως ότου κλήθηκε από τον Σίλβεστρο, να αναλάβει τον θρόνο της Αλεξάνδρειας. Μετά το θάνατο του Σιλβέστρου το 1590, ο Μελέτιος Πηγάς ανέλαβε τον Πατριαρχικό Θρόνο, κάτω από τις επιδοκιμασίες όλων των πιστών. Άξιος της εκλογής του ο Μελέτιος με μετριοφροσύνη και με σύνεση εξακολούθησε να εργάζεται στο νέο του πόστο. Με κατάλληλους χειρισμούς προκάλεσε απόφαση του Σουλτάνου να απαλλάξει το Πατριαρχείο από τα δυσβάσταχτα χρέη, ενώ με τους εράνους, ιδιαίτερα στην Κρήτη, ενίσχυσε τα οικονομικά του Πατριαρχείου.

Αρχές του 1593 βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, για να πάρει μέρος στην ενδημούσα σύνοδο επί πατριαρχίας Ιερεμία Β΄. Στη Σύνοδο αυτή ο Μελέτιος Πηγάς εισηγήθηκε την διακήρυξη στην εμμονή των Ορθοδόξων στις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, στην ανά έτος σύγκληση ενδημούσας συνόδου. Τότε απεστάλη ο Συνοδικός Τόμος αναγνώρισης του Πατριαρχείου Μόσχας.

Το 1595 ο Πατριάρχης Μελέτιος Πηγάς έστειλε στην Πολωνία ως πατριαρχικό Έξαρχο τον ανεψιό του  Κύριλλο Λούκαρη, ο οποίος συνεργάσθηκε με τον έξαρχο του Οικουμενικού  Πατριαρχείου, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την εξάπλωση της Ουνίας και του ρωμαιοκαθολικισμού. Να σημειώσουμε πως εκείνη την εποχή η Πολωνία ήταν ένα μεγάλο σλαβικό κράτος που εκτός από τη σημερινή Πολωνία περιλάμβανε επίσης την Πρωσία, την  Λευκορωσία, την Λετονία, την Λιβανία, λίγα τμήματα της Ρωσίας και  μέρος της Μικράς Ρωσίας, σημερινής Ουκρανίας η οποία υπαγόταν εκκλησιαστικώς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Όμως το 1597 ο Λούκαρης αναγκάζεται να αποδράσει από την Πολωνία για να διαφύγει  τη φυλάκιση και τη θανάτωσή του. Το έτος 1599 ο πατριάρχης Μελέτιος στέλνει και πάλι στην Πολωνία τον Λούκαρη όπου παρέμεινε ως τις αρχές του 1601, ενώ κατόπιν μετέβη στη Μολδοβλαχία για να στηρίξει τους εκεί χειμαζομένους από τους Λατίνους Ορθοδόξους.

Να προσθέσουμε ακόμα ότι ο Μελέτιος Πηγάς έδειξε ενδιαφέρον και για τους Κόπτες της Αιγύπτου και της Αιθιοπίας και προσπάθησε να συσφίξει τις σχέσεις τους με την Ορθόδοξη Εκκλησία. Μετά το θάνατο του Οικουμενικού Πατριάρχη Ιερεμία Β΄ δέχθηκε προτάσεις να τον διαδεχθεί, αλλά το αρνήθηκε, προτιμώντας να παραμείνει στην Αλεξάνδρεια. Διετέλεσε μόνο τοποτηρητής του Οικουμενικού Θρόνου μεταξύ των ετών 1597 και 1598. Πέθανε το 1601, σε ηλικία 52 ετών.

Αν και στην αρχή διέκειτο φιλικά στην επαναπροσέγγιση Δυτικής και Ανατολικής Εκκλησίας, εντούτοις στη συνέχεια αγωνίστηκε με ζήλο και αποφασιστικότητα ενάντια στην παπική προπαγάνδα και επιρροή. Σώζεται μάλιστα επιστολή, γραμμένη το 1583 προς το φίλο του λόγιο επίσκοπο Κυθήρων Μάξιμο Μαργούνιο (1549-1602),στην οποία αναπτύσσει ανθενωτική επιχειρηματολογία, παίρνοντας το μέρος του άλλου φίλου του, Γαβριήλ Σεβήρου. Να συμπληρώσουμε εδώ ότι ο Γαβριήλ κατηγορούσε τον Μάξιμο επί λατινοφρονία.

Ανέπτυξε πλούσιο συγγραφικό έργο, μεταξύ του οποίου διακρίνονται τα έργα: Περὶ τῶν ἀχράντων μυστηρίων, Περὶ Πάπα Κατήχησις, Ὀρθόδοξος Διδασκαλία, Στρωματεῖς, Κατά Λουθήρου καὶ Καλβίνου λόγος, Χρυσοπηγὴ.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν η αλληλογραφία του και τα κηρύγματά του. Ενώ αλληλογραφούσε σε αρχαΐζουσα γλώσσα, εντούτοις κήρυττε στη δημοτική, δείγμα και αυτό της επικοινωνιακής του δεξιότητας. Η σύντομη εξιστόρηση του μεγάλου Κρητικού Ορθοδόξου Ιεράρχη Μελέτιου Πηγά μάς δίνει την ευκαιρία να θαυμάσουμε μιαν αντάξια των αρχαίων φωτεινών μορφών της Εκκλησίας προσωπικότητα, που, σε μια εποχή πλημμυρίδας της Ιησουιτικής και ουνιτικής προπαγάνδας, κράτησε σταθερά το τιμόνι της Ορθόδοξης πίστης και τήρησε απαραχάρακτα τα δόγματα των πατέρων της Εκκλησίας. Ο Μελέτιος Πηγάς πράγματι υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους και αξιοθαύμαστους εκκλησιαστικούς άνδρες μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως (1453).

Η μνήμη του Αγίου Μελετίου Πηγά εορτάζεται από την Εκκλησία μας στις 13 Σεπτεμβρίου, την προηγούμενη της εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.

Το συγγραφικό ομολογιακό έργο  του Αγίου Μελετίου Πηγά

Ο Άγιος Μελέτιος υπήρξε δεινός πολέμιος του Παπισμού και ανελέητα σκληρός εχθρός της προπαγάνδας του, χωρίς να επιτρέπει κάποιο συμβιβασμό ή υποχώρηση στην υπεράσπιση των ορθόδοξων δογμάτων. Ήταν κατά βάση αγωνιστής, πιστός μέχρι θανάτου στις αρχές τις οποίες πίστευε, έδωσε μαθήματα ορθοφροσύνης και εμμονής στα παραδεδομένα, παρ’ όλες κάθε φορά τις εμφανιζόμενες δυσκολίες. Τα κηρύγματά του και οι λόγοι του εκφράζουν τον πρωταρχικό του σκοπό, δηλαδή τον εγκεντρισμό στις ψυχές των Ορθοδόξων πνεύματος Ευαγγελίου του Χριστού ως υψίστου πνευματικού ιδεώδους. Ο Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης ( Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος) τον χαρακτηρίζει χρυσοστομικό στη γλώσσα, πατερικό στο ύφος, προδρομικό στο νου, πρακτικό στη σκέψη, που θίγει τα ευαίσθητα σημεία των χαρακτήρων των ανθρώπων της εποχής του. Καταπολεμούσε μεταξύ των χριστιανών την εμπάθεια, τα πάθη και τις κακές συνήθειες αυτών και τα από την αμάθεια προκύπτοντα σωρευμένα δεινά. Τα συγγράμματά του ακτινοβολούν το φως της ορθόδοξης πνευματικότητας, οι επιστολές του είναι γεμάτες με σοφία και σύνεση των Αγ. Πατέρων και οι αρετές διακοσμούν το χαρακτήρα του, πάντα υποδεικνυόμενες από τις ενέργειές του.

Με τη μέριμνα του δούκα Κωνσταντίνου Οστρόγκσκυ εκδόθηκαν την 11η Ιουνίου 1598 στο τυπογραφείο του Όστρογκ επιστολές του Μελετίου με τίτλο (Βιβλίο σε δέκα μέρη ) . Η συλλογή περιέχει οκτώ επιστολές του πατριάρχη Αλεξανδρείας, μία του δούκα και μια του αγιορείτη μοναχού Ιωάννου Βισένσκυ. Στον πρόλογο του βιβλίου επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι εξαιτίας πολλών θλίψεων και ταραχών στην Εκκλησία της Πολωνίας ο Μελέτιος έσπευσε δια μέσου των συγγραμμάτων του να προτρέψει τους πιστούς να παραμείνουν ακλόνητοι στην Ορθοδοξία. Οι επιστολές μεταφράστηκαν στα ρώσικα. Οι συγκεκριμένες οκτώ επιστολές του Μελετίου έχουν το εξής περιεχόμενο: – διδασκαλία των Αγ. Πατέρων για την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος, – αποστολή στην Πολωνία ως εξάρχου του Αποστολικού Θρόνου Αλεξανδρείας του αρχιμανδρίτη Κυρίλλου Λούκαρη, – κατά του νέου ημερολογίου, – απαντήσεις σε απορίες λειτουργικών και διοικητικών ζητημάτων, – πρόταση για σύγκληση συνόδου και ανασύσταση της Ιεραρχίας, – κατά των αποστατών και της συνόδου του Μπρεστ, – μεσολάβηση για την απελευθέρωση του Νικηφόρου.

Το επόμενο έργο του Μελετίου αναφέρεται κυρίως στο παπικό πρωτείο, για το οποίο ο ίδιος εκφράζει τις ανησυχίες του σε τέσσερεις επιστολές του. Αυτές εκδόθηκαν, χωρίς ιδιαίτερο τίτλο, σε συλλογικό τόμο του τυπογραφείου της Κωνσταντινούπολης (σ. 1-34). Η πρώτη επιστολή απευθύνεται το 1596 στο δούκα Κωνσταντίνο Οστρόγκσκυ και το χριστεπώνυμο ορθόδοξο πλήρωμα της Πολωνίας. Με σκοπό να συγκρατήσει τους πιστούς στο πατροπαράδοτο δόγμα ανατρέχει σε θεμελιώδεις απόψεις των πραγματειών του για την Εκκλησία (Περί εκκλησίας) και το παπικό πρωτείο (Περί των πρωτείων του πάπα). Επίσης θίγει τα επίμαχα ζητήματα των άζυμων, του filioque, της μετάληψης μόνο άρτου στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας και του νέου ημερολογίου. Η δεύτερη επιστολή απευθύνεται στους ορθοδόξους Ρώσους της Πολωνίας το 1597. Κατ’ αρχήν αναφέρεται στην αποστολικότητα των πατριαρχείων, ιδιαίτερα στην ιεραρχική τάξη τους, η οποία τοποθετεί τα Ιεροσόλυμα στην τελευταία θέση, στο πλαίσιο μιας εκκλησιαστικής νοηματοδότησης. Εν συνεχεία θέτει μερικά ερωτήματα που αφορούν, πρώτον, τον επίσκοπο ως τύπο Χριστού, στον οποίο υπάγονται οι κληρικοί σε τέσσερεις πεντάδες, και δεύτερον, το πνεύμα των ορθόδοξων αδελφοτήτων. Τα τρία τελευταία ερωτήματα θίγουν διατάξεις του εκκλησιαστικού δικαίου.

 Η τρίτη επιστολή γράφτηκε το 1598 με αποδέκτες τους Ορθοδόξους της Χίου. Σ’ αυτήν ο Μελέτιος αποκαλεί τους Ιησουΐτες λύκους με δορές προβάτων και δασκάλους αντιστρατευόμενους το Χριστό. Μεταξύ άλλων, αναλύει διαφορές μεταξύ της Ορθοδοξίας και του Ρωμαιοκαθολικισμού, όπως είναι το filioque, τα άζυμα, η απαγόρευση της μετάληψης εκ του ποτηρίου, το καθαρτήριο πυρ, η νηστεία Τετάρτης και Σαββάτου, οι συνήθεις στη Δύση γονυκλισίες την Κυριακή και την περίοδο του Πάσχα. Τέλος υπερασπίζεται την Ορθοδοξία σχετικά με την εκτοξευόμενη μομφή της Ρώμης ότι έχασε τη χάρη της ιεροσύνης της ως ευρισκόμενη υπό την κυριαρχία των απίστων. Η τελευταία επιστολή προέρχεται από το έτος 1598 και απευθύνεται στους έλληνες και ρώσους κληρικούς και λαϊκούς της Πολωνίας. Ο Μελέτιος αναφέρεται σε αυτή στο μεσιτικό ρόλο του Χριστού ακόμη και μετά την Ανάληψη, στην αγιογραφία, και συγκεκριμένα στην απεικόνιση προφητικών οραμάτων, στην απαγόρευση της σιμωνίας, στο διορισμό πνευματικών, στη νηστεία πριν από την εορτή της Αποτομής της κεφαλής του Ιωάννου του Προδρόμου και στην εκκλησιαστική μουσική.

Όσιος Αθανάσιος ηγούμενος Μονής Μπρέστ (Ο Μεγάλος Άγιος της Πολωνίας και η Ουνία) [5 Σεπτεμβρίου]

Πότε ακριβώς γεννήθηκε ο Άγιος Αθανάσιος Φιλίπποβιτς (Atanasio Filipovitz) δεν γνωρίζουμε. Υποστηρίζεται ότι γεννήθηκε μεταξύ των ετών 1595 και 1600. Προερχόταν από αριστοκρατική αλλά φτωχή οικογένεια. Σπούδασε σε σχολείο χριστιανικής ορθόδοξης αδελφότητας και γι’αυτό ήταν έτοιμος όταν χρειάστηκε να υποστηρίξει την ορθόδοξη πίστη από τους ουνίτες και τους ρωμαιοκαθολικούς. Γνώρισε άριστα την πολωνική, την ρωσική, την λατινική και την ελληνική γλώσσα. Επτά ετών μπήκε στην αυλή του Λέοντος Sapieha (Σαπιέχα) ο οποίος ήταν Γραμματέας του Μεγάλου Πριγκιπάτου της Λιθουανίας. Κατ’ αυτή την περίοδο δίδαξε τον γιο της Μαρίνας Mniszek (Μνίσσεκ), Λούμα. Η ζωή στο παλάτι δεν του άρεσε, διότι ήθελε να προοδεύσει στην πνευματική ζωή.

Το 1627 άφησε το παλάτι του Sapieha και πήγε στην Ι. Μονή του Αγίου Πνεύματος στο Βίλνο. Δεν έμεινε πολύ εκεί διότι έψαχνε πιο αυστηρή πνευματική ζωή. Έτσι στην αρχή πήγε στο μοναστήρι Κούτσιελσκ, δίπλα στην πόλη Όρσα, και μετά στο μοναστήρι Μιέσιγορσκ, δίπλα στο Κίεβο. Κατά την επιστροφή του βρήκε κάποιον χωλό άνθρωπο, τον πήρε στην πλάτη και τον κουβάλησε. Ο άγνωστος αυτός άνθρωπος εισήγαγε τον Αθανάσιο στην ουσία της χριστιανικής ζωής και του μίλησε για την προσευχή της καρδιάς. Ξαφνικά ο ξένος χάθηκε. Αυτό το γεγονός ο Αθανάσιος αργότερα το σχολίασε λέγοντας, ότι ο ίδιος ο Θεός με αυτόν τον παράξενο τρόπο τον προσκάλεσε στην υπηρεσία της άμυνας της Ορθοδοξίας. Το 1632 ο Άγιος Αθανάσιος έγινε ιερομόναχος και στην συνέχεια ηγούμενος της Μόνης του Δούμποφ. Δεν παρέμεινε στο μοναστήρι πολύ, γιατί το 1636 το μοναστήρι κατελήφθη από τους ιησουΐτες. Ο Άγιος Αθανάσιος, μαζί με την αδελφότητα μετακόμισε στο μοναστήρι του Κούπιατ κοντά στο Πίνσκ, το οποίο ιδρύθηκε σε τόπο όπου θαυματουργικά φανερώθηκε η Αγία εικόνα της Θεοτόκου στις 15 Νοεμβρίου 1182. Την εκκλησία της Μονής την έκαψαν οι Τάταροι και η θαυματουργική εικόνα σκεπάστηκε για 250 χρόνια από την στάχτη.

Τον ΙΕ’ αιώνα η εικόνα ξαναβρέθηκε, και το μοναστήρι αναστηλώθηκε. Το 1655 το μοναστήρι πέρασε στα χέρια των ουνιτών, και η εικόνα μεταφέρθηκε στον Ναό της Αγίας Σοφίας. Με την εικόνα αυτή είναι συνδεδεμένη η μοίρα του Αγίου. Ο Άγιος Αθανάσιος, όταν ήρθε στο μοναστήρι, δημιούργήσε φιλία με τον μοναχό Μακάριο Τοκαρέφσκυ. Στο μοναστήρι έλαβε το διακόνημα να συγκεντρώσει χρήματα για την αναστήλωση του Ναού της Θεοτόκου του Κούπιατ. Πριν αναχωρήσει από το μοναστήρι για την συλλογή των χρημάτων προσευχήθηκε θερμά μπροστά στην θαυματουργική εικόνα και παρακάλεσε την Θεοτόκο να τον βοηθήσει να βρει δωρητές. Η Παναγία τον άκουσε και του είπε:

«Ο Τσάρος θα χτίσει για μένα το Ναό. Πήγαινε σ’αυτόν.»

Ο Άγιος Αθανάσιος υπάκουσε στα λόγια της Παναγίας και πήγε στην Μόσχα. Το ταξίδι ήταν πολύ επικίνδυνο λόγω του πολέμου αλλά κατόρθωσε να φθάσει στην Μόσχα και έγινε δεκτός από τον Τσάρο Μιχαήλ Φιοντόροβιτς, ο οποίος του έδωσε πλούσια δώρα. Όταν τελείωσε αυτό το διακόνημα του έδωσαν νέο, το οποίο και είχε μέχρι τις τελευταίες μέρες της επίγειας ζωής του. Το 1640 οι μοναχοί από την Ι. Μονή του Αγίου Συμεών στο Brest, πρότειναν δύο υποψηφίους για τη θέση του ηγουμένου: τον Μακάριο Τοκαρέφσκυ, και τον Άγιο Αθανάσιο, ο οποίος τελικά εξελέγη και πήγε στο Brest.

Από τις πρώτες μέρες της παραμονής του σ’αυτήν την πόλη αγωνίστηκε για την βελτίωση της ζωής των ορθοδόξων. Με τα κηρύγματά του ενίσχυε τους ανθρώπους στην ορθόδοξη πίστη. Με διάφορους τρόπους πάλεψε με την ρωμαιοκαθολική εκκλησία, όχι μόνο στον εκκλησιαστικό τομέα αλλά και στον πολιτικό. Μια επιτυχία του ήταν η διάταξη του βασιλιά Βλαντισλάβ του Δ΄, η οποία επιβεβαίωσε τα προνόμια της Αδελφότητας στο Brest και επέτρεψε την ελεύθερη δραστηριότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Δυστυχώς αυτή η διάταξη ποτέ δεν εφαρμόσθηκε εξαιτίας των ουνιτών, και των ιησουϊτών. Όταν ο Άγιος Αθανάσιος ζήτησε την βοήθεια του Λέοντος Sapieha (Σαπιέχα), έλαβε την εξής απάντηση:

«Όταν θα γίνετε όλοι ουνίτες, τότε θα τα πάρετε όλα.»

Οι επίσκοποι στην Βαρσοβία απασχολημένοι με τα δικά τους προβλήματα, δεν έδωσαν σημασία στην παράκληση του Αγίου. Για την εκκλησία κανένας δεν ήθελε να μιλήσει. Ο Άγιος Αθανάσιος πολύ στενοχωρημένος, έγραψε στο προσωπικό του ημερολόγιο:

«Δίκαιε Θεέ, η αδικία έφτασε σε απροχώρητο σημείο, έπαψαν πλέον να φροντίζουν για την ορθόδοξη πίστη, και για την σταθεροποίηση της δόξας του Θεού, σαν όλοι να ντρέπονται …»

Σε αυτή την δύσκολη περίοδο, ο Άγιος περνούσε πολλές ώρες κάνοντας προσευχή μπροστά στην εικόνα της Θεοτόκου του Κούπιατ. Κάποια φορά, όταν διάβαζε τον Ακάθιστο Ύμνο, άκουσε μια φωνή:

«Αθανάσιε, πήγαινε να πεις τα παράπονά σου μπροστά στην Βουλή, και δείξε σε όλους την δική μου εικόνα, η οποία είναι στο σταυρό. Πες αυτό μπροστά στο βασιλιά και το πολωνικό κράτος, πες ότι τούς περιμένει τιμωρία από το Θεό, η οποία σε λίγο θα πραγματοποιηθεί αν δεν αλλάξουν τακτική. Πρώτα πρέπει να καταδικάσουν την ουνία, και ύστερα όλοι θα διορθωθούν.»

Το 1643 ο Άγιος Αθανάσιος πήγε στην Βαρσοβία και επισκέφθηκε την Βουλή. Εντωμεταξύ πέρασε από την Ι. Μονή του Αγ. Ονούφριου στο Jabłeczna (Γιαμπλέτσνα), και μπροστά στην θαυματουργική εικόνα του Αγ. Ονουφρίου παρακάλεσε να τον βοηθήσει. Όταν συνεδρίασε η Βουλή μοίρασε σε όλους την εικόνα της Παναγίας, λέγοντας τα λόγια πού του είπε η Υπεραγία Θεοτόκος. Τα λόγια αυτά πού είπε μπροστά στην Βουλή έγιναν αφορμή για τα μαρτύρια πού ακολούθησαν.Τον συνέλαβαν, και τον έκλεισαν στην φυλακή. Εκεί έλαβε την εντολή από την Παναγία, να γίνει δια Χριστό σαλός. Την ημέρα της εορτής των Αγ. Θεοφανίων φεύγει κρυφά από την φυλακή και φορώντας το καλυμαύχι και το μανδύα. Όλη μέρα περπατούσε στους δρόμους της Βαρσοβίας, πηγαίνοντας στους ρωμαιοκαθολικούς ναούς και φωνάζοντας:

«Aλίμονο στους σχισματικούς και απίστους.»

Γι’ αυτή του την συμπεριφορά τον τιμώρησαν. Τον έβαλαν σε ένα λάκκο με λάσπη, τον χτύπησαν και στο τέλος τον δίκασαν, του αφαίρεσαν το αξίωμα του ηγουμένου και του απαγόρευσαν να ιερουργεί. Ήθελαν να υποστηρίξει αυτήν την κατηγορία και ο Μητροπολίτης Πέτρος Mohyla (Μογίλα) ο οποίος εξέτασε αυτή την ιστορία, και έδωσε πίσω στον Αθανάσιο όλα τα δικαιώματα πού του πήρε το δικαστήριο, και τον έστειλε στο Brest. Όταν ήρθε ο Άγιος Αθανάσιος στο Brest η κατάσταση των χριστιανών ήταν χειρότερη από πριν. Δυνάμωσε ο διωγμός, από την πλευρά των ρωμαιοκαθολικών και των ουνιτών κληρικών, όπως και του λαού.

Πολλές φορές χλεύαζαν τους ορθοδόξους κληρικούς, χρησιμοποιούσαν προκλητικές εκφράσεις εναντίον τους, τους χτυπούσαν και έκαναν πολλές ιεροσυλίες. Ο ουνίτες συχνά έμπαιναν μέσα στους Ορθοδόξους Ναούς και διέκοπταν την Θεία Λειτουργία. Αυτές τις μέρες ο Άγιος Αθανάσιος προσευχόταν πολύ μπροστά στην εικόνα της Θεοτόκου του Κούπιατ. Μια φορά άκουσε την φωνή της:

«Αθανάσιε ακόμη μια φορά παρακάλεσε δείχνοντας την δική μου εικόνα, στον βασιλιά και στην Βουλή για να καταλάβουν, ότι πρέπει να λήξει αυτό το πρόβλημα της ουνίας. Εάν ακούσουν αυτά τα λόγια θα συνέλθουν και θα γίνουν ευτυχισμένοι.»

Πριν προλάβει να κάνει αυτό το διακόνημα, τον έκλεισαν στην φυλακή και τον κατηγόρησαν για συνωμοσία κατά της Πολωνίας στην διάρκεια της παραμονής του στην Μόσχα. Από την φυλακή ο Άγιος γράφει προς τον βασιλιά, περιγράφοντας τους διωγμούς των ορθοδόξων στην Πολωνία, και ολόκληρη την ιστορία της Πολωνικής Εκκλησίας. Εξήγησε την Καθολικότητα, όπως και την σημασία των Οικουμενικών Συνόδων, έγραψε για τις αδικίες των ουνιτών και περιέγραψε όλες τις κακές πράξεις των επισκόπων κ. Pociej (Πότσιεη), κ. Terlecki (Τερλέτσκυ), κ. Rohozy (Ροχόζυ), και στο τέλος της επιστολής θύμισε στο βασιλιά τα δικαιώματα πού ο ίδιος σκόπευε να δώσει στους ορθοδόξους. Έγραψε και δεύτερη επιστολή προς τον βασιλιά μετά από την οποία ο βασιλιάς απελευθέρωσε τον Αθανάσιο από την φυλακή, με την προϋπόθεση ότι θα τον έχει υπό παρακολούθηση ο Μητροπολίτης του Κίεβου.

Μετά την απελευθέρωσή του ο Άγιος Αθανάσιος παρέμεινε στην Λαύρα του Κίεβου μέχρι τον θάνατο του Μητροπολίτου Πέτρου Mohyla το 1647. Μετά ο Άγιος Αθανάσιος επέστρεψε στο Brest, το 1648 όπου έγινε επανάσταση από τον ηγεμόνα Βohdan Chmielnicki (Μπόχδαν Χμιελνίτσκυ). Την 1η Ιουλίου φυλάκισαν τον Αθανάσιο διότι θεωρήθηκε  ύποπτος για την προμήθεια δυναμίτιδας  στους επαναστάτες. Η ερευνά στο μοναστήρι δεν απέδειξε τίποτα. Τότε τον κατηγόρησαν για περιφρόνηση της αγίας ουνίας. Στην ερώτηση του επισκόπου Αντρέα Gębicki (Γεμπίτσκυ) αν ύβριζε την αγία ουνία, ο μάρτυρας απάντησε:

«Πράγματι είναι καταραμένη!»

Μετά απ’αυτή την απάντηση του έβαλαν χειροπέδες και τον έριξαν στη φυλακή του ανακτόρου στο Βrest. Την νύχτα της 4/5 Οκτωβρίου οι ιησουΐτες με πονηρία και βία προσπαθούσαν να τον πείσουν να απαρνηθεί την ορθοδοξία και να ασπασθεί την ουνία, προσφέροντάς του την ζωή. Ο Άγιος Αθανάσιος απέρριψε αυτή την πρόταση και την άλλη μέρα το πρωί τον πήραν στο δάσος δίπλα στο Brest, και τον έκαψαν με φωτιά και μπροστά στα μάτια του έσκαψαν τον τάφο του, έβαλαν στο τουφέκι δύο βλήματα και ακόμα μια φορά τον ρώτησαν αν απορρίπτει την Ορθοδοξία. Ο Άγιος χωρίς φόβο είπε:

«Ότι είπα είπα, και με αυτό θα πεθάνω.»

Ένας στρατιώτης πού του έδωσαν εντολή να πυροβολήσει, γονάτισε μπροστά του και ζήτησε συχώρεση και ευλογία. Ο Άγιος Αθανάσιος τον συγχώρησε και τον ευλόγησε. Ο στρατιώτης δύο φορές πυροβολήθηκε στο κεφάλι. Ο Αγ. Αθανάσιος ζούσε ακόμη όταν τον έβαλαν στον τάφο, γύρισε τότε το κεφάλι του προς τον ουρανό και σταύρωσε τα χέριά του, τον έθαψαν ζωντανό. Αυτή την νύχτα κανένας δεν κοιμήθηκε: «Αυτή την νύχτα που δολοφόνησαν τον Άγιο, μεγάλος φόβος μας πήρε…», έγραψαν μετά οι μαθητές του Αγ. Αθανάσιου, οι οποίοι από μακριά παρακολουθούσαν τον δάσκαλο. Η νύχτα ήταν φωτεινή, χωρίς σύννεφα, οι βροντές και οι αστραπές φώτισαν τον ουρανό. Την 1η Μαΐου 1649 οι μαθητές του κρυφά πήραν το Άγιο Λείψανο το οποίο μετά από οκτώ μήνες στο χώμα ήταν άφθαρτο. Το γεγονός αυτό επιβεβαίωσε την τιμή του Αγίου. Το Άγιο Λείψανο το έθαψαν σε τάφο στον κύριο ναό της Ι. Μονής Αγ. Συμεών στο Brest.]

Η μνήμη του Αγίου ήταν πάντα ζωντανή μεταξύ των χριστιανώνΑπάνω στο Αγ. Λείψανο εμφανίστηκε ο ουράνιο φως, και πολλής κόσμος θεραπεύθηκε. Το 1856 λύτρωσε ένα παιδί δέκα ετών από την παράλυση, τον Αλέξανδρο Poliwanow (Πολιβάνοβ). Το 1860 λύτρωσε από σοβαρή αρρώστια τον π. Βασίλειο Sakowicz (Σακόβιτς). Έγιναν πολλά θαύματα τα οποία δεν μπορούν να περιγράφουν εν συντόμω. Στις 8 Νοεμβρίου 1815 κάηκε ο ναός του Αγ. Συμεών μαζί με το Άγιο Λείψανο. Σώθηκαν μερικά κομμάτια τα οποία μάζεψαν και έβαλαν κάτω από την Αγία Τράπεζα στον καινούργιο Ναό. Το 1823 μεταφέρθηκαν τα Αγ. Λείψανα μέσα στον Ναό για προσκύνημα. Στις 20 Οκτωβρίου 1893 μεταφέρονται στον καινούργιο Ναό του Αγ. Αθανάσιου στο Grodno (Γρόδνο). Τον άλλο χρόνο ένα κομμάτι έδωσαν στο γυναικείο μοναστήρι στην Leśna Podlaska(Λέσνα Ποδλάσκα). Μετά έπρεπε να φύγουν οι αδελφές μαζί με τα Αγ. Λείψανα, τα όποια έκαναν μεγάλο δρόμο από την Ρωσία και την Σερβία, και στο τέλος βρέθηκαν στην Γαλλία στο Provιmont.

(Πηγή: http://www.lublin.cerkiew.pl/)

Άγιος Ιώβ του Ποτσάεφ

Ήταν το θέλημα του Θεού να φανερώσει αυτόν τον άγιο άνθρωπό Του στις περιοχές της Δυτικής Ρωσίας, κατά τη διάρκεια μεγάλων και τρομερών δοκιμασιών, που έπληξαν τον ορθόδοξο κόσμο σ’ εκείνους τους τόπους. Αναφέρουμε τα λόγια του Μητροπολίτη Ησαΐα (Κοπίνσκι) προς τον Πατριάρχη της Μόσχας το 1632: «Δεν υπάρχουν πια ευσεβείς πρίγκιπες και οι ευγενείς είναι λίγοι, όλοι έχουν εγκαταλείψει την Ανατολική Ορθοδοξία κι επηρεάστηκαν από τη Δύση. Σπάνια βρίσκεις κάποιον ανάμεσα στον απλό κόσμο, που να είναι ευσεβής και πιστός στην Ορθόδοξη Εκκλησία». Ακριβώς αυτός ο απλός κόσμος -αγρότες, τεχνίτες, έμποροι και κληρικοί- είχε να παλέψει με την επιρροή των Ιησουιτών, οι οποίοι δραστηριοποιούνταν ιδιαίτερα ενεργά εκείνη την περίοδο. Ο πνευματικός άξονας και το σύμβολο αυτού του αγώνα έγινε ο ηγούμενος της Μονής του Ποτσάεβ, ο Όσιος Ιώβ.

Ο Όσιος Ιώβ ζούσε κατά τη διάρκεια των δύσκολων καιρών για τη Ρωσία, όταν στις απώτερες δυτικές περιοχές της χώρας ο ορθόδοξος λαός της Βολινίας και της Γαλικίας υπέφερε σκληρούς εκκλησιαστικούς διωγμούς και πολιτική καταπίεση από τους Πολωνο-Λιθουανούς ευγενείς. Ο Όσιος Ιώβ ήταν αυτόπτης μάρτυς της Ένωσης του Μπρεστ και της ορμητικής επίθεσης του Καθολικισμού, που ακολούθησε, καθώς και της ολοένα αυξανόμενης επιρροής του Προτεσταντισμού. Ως ηγούμενος μοναστηριού κι έχοντας μεγάλο πνευματικό κύρος, ο Όσιος Ιώβ χρησιμοποίησε όλες τις δυνατότητες που είχε για την ενίσχυση της Ορθοδοξίας και την καταπολέμηση των ετερόδοξων κι αιρετικών επιρροών στη συνείδηση του λαού.

Γεννήθηκε στο Ποκούτιε της Γαλικίας (νυν περιφέρεια του Λβιβ, κοντά στην πόλη Κολομίγια), στην ευσεβή οικογένεια του Ιβάν και της Αγάφια Ζελέζο, που ήταν αρχοντικής καταγωγής και πιστοί ορθόδοξοι χριστιανοί. Σύμφωνα με τον βίο του Αγίου, τον οποίο έγραψε ο μαθητής του Όσιος Δοσίθεος, είναι γνωστό ότι σε ηλικία δέκα χρονών ο Ιωάννης (Το κοσμικό όνομα του Αγίου), κρυφά από τους γονείς του, πήγε στο Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως (Ουγκόρνιτσκι) στα Καρπάθια Όρη, όπου μετά δύο χρόνια εκάρη μοναχός με το όνομα Ιώβ. Πολύ αργότερα (προφανώς λίγο πριν τον θάνατό του, η ακριβής ημερομηνία του οποίου δεν είναι γνωστή) εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός.

Οι προσευχές και η ευσεβής ζωή του ασκητή δεν έμειναν κρυφές από τον κόσμο. Η φήμη για τον Άγιο απλώθηκε ευρέως σε όλη την περιοχή.

Οι άρχοντες άρχισαν να συρρέουν στον Άγιο, παρακαλώντας τον για πνευματική καθοδήγηση. Ο Όσιος Ιώβ άρχισε να χαίρει της ιδιαίτερης εμπιστοσύνης και της προστασίας του διάσημου υπερασπιστή της Ορθοδοξίας πρίγκιπα Κωνσταντίνου του Οστρόγκ. Ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος απευθύνθηκε στον ηγούμενο του μοναστηριού Ουγκόρνιτσκι, παρακαλώντας τον ν’ αφήσει τον Όσιο Ιώβ να πάει στο πριγκιπικό του μοναστήρι της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού στο Ντούμπνο. Ο ηγούμενος δέχτηκε το αίτημα και μετά από λίγο ο Ιώβ έγινε ηγούμενος στη μονή στο Ντούμπνο. Παρέμεινε ηγούμενος αυτής της μονής για περισσότερα από είκοσι χρόνια και ακριβώς εκείνην την περίοδο πραγματοποιήθηκε η σύναψη της Ένωσης της Βρέστης (Μπρέστ) και η επακόλουθη καταπίεση των ορθοδόξων χριστιανών. Ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος, υπό την προστασία του οποίου βρισκόταν ο Όσιος Ιώβ, είχε τεράστια επιρροή στη Βολινία, καθώς επίσης απολάμβανε του σεβασμού του Πολωνού βασιλιά Σιγισμούνδου Γ΄ και του Πάπα Κλήμη Η΄. Γι’ αυτόν τον λόγο οι Ουνίτες και οι Ιησουίτες δεν τολμούσαν να παρέμβουν στις ενέργειες του ηγουμένου από το Ντούμπνο.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Ντούμπνο, ο Όσιος Ιώβ ασχολήθηκε με τη διανομή ορθοδόξων βιβλίων. Γι’ αυτόν τον σκοπό ενθάρρυνε ορισμένους να μεταφράζουν και ν’ αντιγράφουν τα βιβλία. Σύμφωνα με τον βίο του, ο ίδιος ο Όσιος Ιώβ συμμετείχε σ’ αυτό το έργο.

Οι φροντίδες και οι ανησυχίες για το εκδοτικό έργο, καθώς και η εχθρότητα των Λατίνων, αποσπούσαν την προσοχή του Αγίου Ιώβ από το μοναχικό έργο. Στο μοναστήρι στο Ντούμπνο ο Όσιος Ιώβ πέρασε είκοσι χρόνια και περίπου το 1604, κουρασμένος από τα καθήκοντα του ηγουμένου, εγκατέλειψε αυτό το μοναστήρι. Επιθυμώντας ν’ αφιερώσει τον εαυτό του στον ασκητικό αγώνα, βρήκε καταφύγιο σ’ ένα λιτό μοναστήρι, πάνω στο βουνό Ποτσάεβσκαγια, όπου κατοικούσαν πολυάριθμοι ησυχαστές από καιρό.

Ο Όσιος Ιώβ έψαχνε στη Μονή του Ποτσάεβ την αφάνεια και την ελευθερία στην προσευχή, όμως οι μοναχοί, που σύντομα αισθάνθηκαν την πνευματική δύναμη του καινούργιου μοναχού, ομόφωνα και με δάκρυα τον παρακάλεσαν να γίνει ηγούμενός τους. Ο Άγιος αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να το δεχτεί. Και σύντομα, με τους κόπους του, το μοναστήρι του Ποτσάεβ ενίσχυσε τη θέση του και απέκτησε κύρος μεγαλύτερο απ’ όλα τα υπόλοιπα δυτικά μοναστήρια της Ρωσίας. Άρχισε ν’ απολαμβάνει χρηματικής υποστήριξης από τους τοπικούς ευγενείς, που απέφυγαν την Ουνία. Έτσι, το 1649, με τις δωρεές των γαιοκτημόνων Φιόντορ και Γιέβα Ντομασέβσκι, στο μοναστήρι χτίστηκε μια πέτρινη εκκλησία, αφιερωμένη στην Αγία Τριάδα, στην οποία στη συνέχεια μεταφέρθηκε η πέτρα με την πατημασιά της Παναγίας, καθώς και η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας του Ποτσάεβ.

Σύντομα, όμως, ακολούθησαν δυστυχίες. Το 1607 οι Τάταροι επιτέθηκαν στο μοναστήρι, το λήστεψαν και σκότωσαν έναν μοναχό. Το 1620 ο εγγονός της Άννα Γκόισκαγια, ο προτεστάντης Αντρέι Φιρλέι, έδιωξε τους μοναχούς από το Ποτσάεβ, κατάσχεσε τα οικόπεδά τους και εισβάλλοντας με τους υπηρέτες του στο μοναστήρι, απέσπασε τη θαυματουργή εικόνα. Μετά από αυτό το γεγονός, οι καταστροφές και οι ασθένειες έπληξαν τον οίκο του Φιρλέι και δεν έπαψαν μέχρι την επιστροφή της εικόνας στο μοναστήρι.

Αυτά τα γεγονότα ενέπλεξαν τον Όσιο Ιώβ σε διάφορες κοσμικές υποθέσεις. Επί πολλά χρόνια ήταν αναγκασμένος να παρίσταται σε δικαστήρια και γραφεία, ώσπου η υπόθεση με τον Φιρλέι τελεσιδίκησε υπέρ του μοναστηριού.

Ως αποτέλεσμα μεγάλων προσπαθειών, οι μοναχοί κατάφεραν να σκάψουν ένα πηγάδι στο βουνό του Ποτσάεβ κι έτσι να υδροδοτήσουν το μοναστήρι (οι γειτονικές πηγές είχαν κατασχεθεί από τον Φιρλέι).

Ιδιαίτερα σημαντικές για την ενίσχυση της Ορθοδοξίας στη Βολινία ήταν οι εκδοτικές και λογοτεχνικές δραστηριότητες του Αγίου. Στις αρχές του 17ου αιώνα υπήρχε μόνο ένα σλαβικό τυπογραφείο στο Ποτσάεβ, το οποίο και χρησιμοποίησε ο Όσιος Ιώβ για να καταπολεμήσει την ετεροδοξία. Εκεί τυπώθηκαν βιβλία καταγγελτικής και δογματικής φύσεως, ορθόδοξες προσευχές, μηνύματα ιδιαίτερα σημαντικά, δεδομένων των συνθηκών της καθολικής επέκτασης στη Δυτική Ρωσία.

Επί πολλά χρόνια (μέχρι το 1932!) η Μονή του Ποτσάεβ διατηρούσε το έργο του ιδίου του Οσίου Ιώβ «Βιβλίο μακαριστού Ιώβ του Ποτσάεβ, γραμμένο από το χέρι του», το οποίο περιείχε γύρω στις 80 συνομιλίες, διδασκαλίες, κηρύγματα, καθώς και αποσπάσματα από τα έργα των Αγίων Πατέρων (δημοσιεύτηκε το 1884 στο Κίεβο, στη ρωσική γλώσσα, με τον τίτλο «Μέλισσα του Ποτσάεβ»).

Το κύριο διακύβευμα γι’ αυτόν τον άγιο γέροντα ήταν η διαπάλη με τους καθολικούς και τους προτεστάντες. Ο Όσιος Ιώβ παρέστη στην Ιερά Σύνοδο του 1628 στο Κίεβο, η οποία συνεκλήθη σε σχέση με την επιστροφή στην Ορθοδοξία του Αρχιεπισκόπου Μελετίου Σμοτρίτσκι, ο οποίος προηγουμένως είχε προσχωρήσει στην Ουνία. Ο Όσιος Ιώβ ήταν εκείνος που συνέταξε το συνοδικό έγγραφο στην τελική του μορφή και το οποίο παρέχει τη μαρτυρία για την αφοσίωση στην Ανατολική Ορθοδοξία.

Παράλληλα με τους ορατούς του κόπους, υπήρχε και η αόρατη ζωή προσευχής του Αγίου. Τη μοναξιά, που την αναζητούσε πολύ, ο Όσιος Ιωβ την έβρισκε σε μια έρημη σπηλιά, πάνω στο βουνό του Ποτσάεβ. Αυτό το σπήλαιο ήταν πάρα πολύ μικρό και στενό, μέσα στο οποίο έχυσε πολλά ειλικρινά δάκρυα ο Άγιος, «για τον κόσμο, που κείται εν κακία», όπως έγραψε ο Όσιος Δοσίθεος στον βίο του Αγίου.

Μερικές φορές ο Όσιος Ιώβ αποχωρούσε σ’ αυτό το σπήλαιο για μια ολόκληρη εβδομάδα, όπου προσευχόταν για την ειρήνη στον κόσμο, νηστεύοντας πολύ αυστηρά. Τι συνέβαινε σ’ αυτό το σπήλαιο κατά τη διάρκεια της προσευχής του κανείς από τους θνητούς δεν μπορεί να το ξέρει και όμως, μια φορά, όταν ο Άγιος προσευχόταν εκεί, «ένα ασυνήθιστο φως φώτισε ξαφνικά το σπήλαιο και επί δύο ώρες υπήρχε αντανάκλαση αυτού του φωτός πάνω στην απέναντι εκκλησία».

Όποιος είχε την ευκαιρία να επισκεφτεί το σπήλαιο στον ναό της Μονής του Ποτσάεβ, όπου και βρίσκονται τα λείψανα των δύο «στύλων» του Ποτσάεβ, του Οσίου Ιώβ και του Οσίου Αμφιλοχίου, θυμάται την ευλάβεια, την οποία αισθάνεται κάθε άνθρωπος που προσκυνά με ευσέβεια τα λείψανα των Αγίων γερόντων, που υπερασπίστηκαν τα πνευματικά σύνορα της Ορθόδοξης Ρωσίας, με χρονική απόσταση τριών αιώνων. Πολύ σωστά τόνισε ο γνωστός Ρώσος πνευματικός συγγραφέας και προσκυνητής Αντρέι Μουραβιόβ (1806-1874) ότι την πρωταρχική ιστορία του όρους του Ποτσάεβ πρέπει να ψάχνουμε όχι «στην κορυφή του», αλλά στο βάθος των σπηλαίων του.

Τα χέρια του Αγίου, που πέθανε πριν από πολλούς αιώνες, και σήμερα παραμένουν ζεστά, μαλακά, όπως σ’ έναν ζωντανό άνθρωπο, καθώς επίσης μοσχοβολούν μ’ ένα υπέροχο άρωμα.

Τα λείψανα του Οσίου Ιώβ διατηρούνται με πολλή ευλάβεια και μεγάλη φροντίδα. Η θαυμάσια διακοσμημένη λειψανοθήκη του Οσίου Ιώβ τοποθετήθηκε μέσα στο φυσικό σπήλαιο, δίπλα από εκεί, όπου ο Άγιος πέρασε τόσες ώρες και τόσες μέρες προσευχόμενος. Μέσα στο σπήλαιο υπάρχουν ισχυροί πέτρινοι θόλοι από γκρίζα αδούλευτη πέτρα και δίπλα στο σπήλαιο υπάρχει ένα μικρό, αλλά πολύ όμορφο, εικονοστάσι, καντηλάκια, κεριά και τα λείψανα του Αγίου. Τα λείψανα καλύπτονται από γυαλί, αλλά όχι εντελώς. Τα άφθαρτα χέρια του είναι ανοιχτά και ο κόσμος τα προσκυνά, όπως προσκυνά το χέρι ενός ζωντανού δικαίου ανθρώπου. Τα χέρια του Αγίου, που πέθανε πριν από πολλούς αιώνες, και σήμερα παραμένουν ζεστά, μαλακά, όπως σ’ έναν ζωντανό άνθρωπο, καθώς επίσης μοσχοβολούν μ’ ένα υπέροχο άρωμα.

Όσοι επιθυμούν, μπορούν να μπουν μέσα στο σπήλαιο του Αγίου και να προσευχηθούν εκεί. Οι άνθρωποι λένε πως η τρύπα, που είναι σαν είσοδος στο σπήλαιο, έχει ένα θαυμάσιο χαρακτηριστικό, επειδή «επιτρέπει» να περάσουν ελεύθερα μέσα μόνο στους μετανοημένους και ταπεινούς ανθρώπους με καθαρή καρδιά, ενώ «αρπάζει» τους αμετανόητους και δεν τους αφήνει, μέχρι να μετανοήσουν μπροστά σε όλους.

Αυτοί που «βούτηξαν» (ακριβώς «βούτηξαν», γιατί πρώτα περνάς με το κεφάλι και το σώμα πέφτει κάτω) σ’ αυτό το μικρό σπήλαιο, δεν θα το ξεχάσουν ποτέ. Στην αρχή ούτε καν καταλαβαίνεις πως μπορεί ένας ενήλικας να περάσει μέσα. Όμως κάνεις μια προσπάθεια και βρίσκεσαι στο απόλυτο σκοτάδι. Εκείνην τη στιγμή η αναπνοή πιάνεται, το στήθος σφίγγεται και η καρδιά χτυπά σαν να θέλει να «πηδήξει» έξω, από την επαφή με το άγνωστο. Ένας αόρατος υπηρέτης σε στηρίζει μέσα στο σπήλαιο. Ψηλαφείς στα σκοτεινά τη μικρή εικόνα, την προσκυνάς και λες κάποιες προσευχές. Η αίσθηση στο σπήλαιο του Οσίου Ιώβ είναι σαν να σε κρατάει στο χέρι Του ο Κύριος, με το οποίο σε έσφιξε σαν ένα κομμάτι τυρί, έβγαλε όλο το περιττό από μέσα και σε ξαναγυρίζει στον πραγματικό κόσμο. Είναι μια ξεκάθαρη αίσθηση ότι βρίσκεσαι μπροστά στο πρόσωπο του Κυρίου.

Εκτός από την προσευχή και τους πνευματικούς στοχασμούς, ο Όσιος Ιώβ είχε και άλλες ασχολίες στο μοναστήρι. Εργαζόταν στον κήπο της μονής. Επίσης, με τη συμμετοχή του σκάφτηκαν δύο λιμνούλες δίπλα στο μοναστήρι και φτιάχτηκαν φράγματα.

Κατά την περίοδο πολεμικών δραστηριοτήτων του Μπογκντάν Χμελνίτσκι κατά της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας, ο Όσιος Ιώβ παρέσχε καταφύγιο στο μοναστήρι του για πολλούς ανθρώπους. Είναι γνωστό, επίσης, ότι πολλοί διάσημοι άνθρωποι εκείνης της εποχής είχαν τον Όσιο Ιώβ ως πνευματικό πατέρα. Μέχρι το 1649 ο Όσιος Ιώβ παρέμεινε ηγούμενος της μονής και μόλις σε ηλικία 98 χρονών όρισε τον διάδοχό του, αν και συνέχισε να συμμετέχει στις σημαντικότερες υποθέσεις της μονής.

Στις 21 Οκτωβρίου του 1651 ο Άγιος έλαβε την αποκάλυψη για τον επικείμενο θάνατό του. Την 28η Οκτωβρίου τέλεσε τη Θεία Λειτουργία και κοιμήθηκε εν ειρήνη. Ο Όσιος Ιώβ θάφτηκε κοντά στο σπήλαιό του.

Tο εκδοτικό  και  ομολογιακό έργο του Οσίου Ιώβ

Ο όσιος Ιώβ, όταν ήταν ακόμη στο μοναστήρι του Ντούμπνο, ασχολήθηκε με τις μεταφράσεις των Αγίων Πατέρων. Στο τυπογραφείο της Μονής του Ποτσάεβ, με την καθοδήγηση και ευλογία του ηγουμένου Ιώβ, εκδόθηκε το 1618 το  θεολογικό- δογματικό σύγγραμμα «Καθρέφτης της Θεολογίας»  του διδασκάλου και θεολόγου, κήρυκα της σταυροπηγιακής αδελφότητας της Κοιμήσεως της Θεοτόκου του Λβίβ, Κυρίλλου Trankvilion-Stavrovetsky, στη συνέχεια αρχιμανδρίτη του Chernigiv. Αυτό ήταν η πρώτη εμπειρία συστηματικής δογματικής θεολογίας στη Δυτική Ρωσία, ως απάντηση στην προκλητική προπαγάνδα και επίθεση των Ουνιτών και των Λατίνων. Όμως το έργο αυτό καταδικάστηκε σε Σύνοδο στο Κίεβο ως μη ορθόδοξο.

Ασχολούνταν και ο ίδιος ο όσιος Ιώβ με το συγγραφικό έργο. Έπαιρνε κάποια αποσπάσματα από τους αγίους Πατέρες και συνέτασσε τις ομιλίες. Μία από αυτές τις συλλογές, ή κατά ακρίβεια ένα μέρος της (πιθανόν αποτελούνταν από 900 φύλλα, αλλά σώθηκαν μόνο 123), έφτασε και σε μας. Το χειρόγραφο αυτό έργο ονομαζόταν «Το βιβλίο του μακαρίου Ιώβ του Ποτσάεβ», γραμμένο με το δικό του χέρι) και εκδόθηκε μόνο το 1884, με τίτλο «Η Μέλισσα του Ποτσάεβ», από τον καθηγητή της Εκκλησιαστικής Ακαδημίας του Κιέβου N.I. Petrov . Το βιβλίο έχει απολογητικό χαρακτήρα κατά των Λατίνων και Ουνιτών αλλά απευθύνεται κατά το μέγιστο του περιεχομένου του εναντίον των προτεσταντικών σεκτών, που εξαπλώθηκαν εκείνον τον καιρό στη Νοτιοδυτική Ρωσία, και ιδιαίτερα εναντίον του Σοκινιανισμού (απέρριπταν το δόγμα της Αγίας Τριάδος). Το χειρόγραφο του Ιώβ περιέχει επιτομή όλης της Ορθόδοξης διδασκαλίας περί της Αγίας Τριάδας και περί της θεότητος του Ιησού Χριστού και τελειώνει με διδασκαλία περί των εικόνων, των ναών, του μοναχισμού και του πολέμου κατά των παθών.

Η ανακομιδή των λειψάνων του Οσίου Ιώβ

Μια θαυμάσια λάμψη φαινόταν συχνά πάνω από τον τάφο του. Ύστερα από εφτά χρόνια από τον θάνατό του, ο Όσιος Ιώβ εμφανίστηκε τρεις φορές στον ύπνο του Μητροπολίτη Κιέβου Διονυσίου (Μπαλαμπάν) και του ανακοίνωσε ότι ήρθε η ώρα ν’ εκθάψει τα λείψανά του.

Επί εφτά χρόνια και 9 μήνες το σώμα του Αγίου έμεινε στη γη μετά από την ταφή του. Η ανακομιδή των λειψάνων του Οσίου Ιώβ τελέστηκε με το εξής τρόπο: Στις 28 Αυγούστου του 1659 ο Μητροπολίτης Διονύσιος προεστάθη όλης αυτής της τελετής ανακομιδής των άφθαρτων λειψάνων του Αγίου, πάνω στα οποία ήταν φανερές οι πληγές στα πόδια, μετά από τις παρατεταμένες όρθιες προσευχές του Αγίου. Ο βίος του Αγίου δεν αναφέρει τίποτα γι’ αυτές τις πληγές, αλλά είναι πολύ πιθανό ότι η υιοθέτηση του ονόματος Ιώβ, προς την τιμήν του Αγίου Ιώβ του Πολύαθλου, έχει άμεση σχέση με τη μεγάλη υπομονή του Οσίου Ιώβ, με την οποία υπέφερε πολλές ασθένειες, διατηρώντας ταπείνωση και προσευχή.

Τότε τα άφθαρτα λείψανα του Αγίου μεταφέρθηκαν στον ναό της Αγίας Τριάδος.

Από αυτά τα λείψανα συνέβησαν πολλά θαύματα. Για παράδειγμα, ο Δοσίθεος, συγγραφέας του βίου του Οσίου Ιώβ, θεραπεύθηκε από μια θανατηφόρα αρρώστια. Το 1675, με την προσευχή του Αγίου, η Παναγία έσωσε το μοναστήρι του Ποτσάεβ από τους Τατάρους και τους Τούρκους, που το πολιορκούσαν. Η Υπεραγία Θεοτόκος μαζί με τον Όσιο Ιώβ εμφανίστηκαν πάνω από το όρος του Ποτσάεβ και απέκρουσε τα βέλη των εχθρών, επιστρέφοντάς τα σε αυτούς. Οι μουσουλμάνοι, φοβισμένοι με αυτό το θαύμα, το έβαλαν στα πόδια.

Στις αρχές του 18ου αιώνα το μοναστήρι του Ποτσάεβ καταλήφθηκε από τους ουνίτες. Και όμως, τα θαύματα και οι θεραπείες από τα λείψανα του Αγίου δεν έπαυαν. Ακόμη και οι ουνίτες πίστεψαν στην αγιότητά του, έγραψαν την ακολουθία για τον Άγιο μαζί με τους χαιρετισμούς και παρακαλούσαν τον Πάπα για την αγιοκατάταξη του Οσίου Ιώβ. Όμως έλαβαν αρνητική απάντηση, λόγω του ζήλου του Αγίου στην υπεράσπιση της Ορθόδοξης πίστης.

Το 1831 η Μονή του Ποτσάεβ επέστρεψε στη δικαιοδοσία της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι θαυματουργικές θεραπείες από τα λείψανα του Οσίου Ιώβ ώθησαν την Ιερά Σύνοδο να προβεί σε επανεκταφή των λειψάνων, γεγονός το οποίο έλαβε χώρα στις 28 Αυγούστου του 1833. Είναι αξιοσημείωτη η σύμπτωση των ημερομηνιών της πρώτης και της δεύτερης ανακομιδής των λειψάνων.

Το 1858 στη θέση του σπηλαίου-ναού χτίστηκε ένας καινούργιος ναός, αφιερωμένος στον Όσιο Ιώβ.

Μέχρι σήμερα, το μοναστήρι του Ποτσάεβ αποτελεί απροσπέλαστο προμαχώνα της Ρωσικής Ορθοδοξίας, στους τόπους που συνεχώς υφίστανται εισβολές των Καθολικών.

Η Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου έλαβε τον τίτλο «λαύρα» πολύ αργότερα από τον ιερό αγώνα του Οσίου Ιώβ. Μέχρι σήμερα το μοναστήρι του Ποτσάεβ αποτελεί απροσπέλαστο προμαχώνα της Ρωσικής Ορθοδοξίας, στους τόπους που συνεχώς υφίστανται εισβολές των Καθολικών. Ας μαθαίνουμε να είμαστε κι εμείς το ίδιο σταθεροί και ανδρείοι, όπως ο Όσιος Ιώβ.

Όσιε Ιώβ, πρέσβευε ύπερ ημών!

(Πηγές: Στανισλάβ Μινακόβ Η «σιδερένια» αντοχή του Οσίου Ιώβ του Ποτσάεβ- RUDKO ROMAN Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ.)

Η ένωση του Μπρέστ και ο Πατριαρχικός Έξαρχος και ομολογητής Νικηφόρος

Ο Πρωτοσύγκελλος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, και Πατριαρχικός Έξαρχος, Νικηφόρος Παράσχης ο Καντακουζηνός, κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στα ιστορικά γεγονότα της Ενώσεως του Μπρεστ. Υπήρξε ένας εξέχων αγωνιστής και γενναίος μαχητής εναντίον της Ενώσεως.

Σύντομα βιογραφικά στοιχεία

Ο Νικηφόρος γεννήθηκε σε κάποια πόλι της Ελλάδος πιθανότατα γύρω στο 1540. Σπούδασε στην Ιταλία, όπου και έμεινε μερι­κά χρόνια μετά τις σπουδές του. Ήταν αρχικά δάσκαλος και μετά διευθυντής ενός ελληνικού σχολείου στην Πάδουα. Εν συνεχεία, για ε­πτά περίπου χρόνια ο Νικηφόρος κατείχε την θέσι του ιεροκήρυκος στην ελληνική εκκλησία του Αγίου Μάρκου στην Βενετία.

Μετά το 1580 επέστρεψε από την Ιταλία και πολύ γρήγορα κατέλαβε μια αξιόλογη θέση στο περιβάλλον του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Χειροτονήθηκε διάκονος, μετά έγινε αρχιδιάκονος και τοποθετήθηκε στη θέση του Πατριαρχικού Πρωτοσυγκέλλου. Κατά τα έτη 1588-1590, όταν ο πατριάρχης Ιερεμίας ταξίδεψε στη Ρωσία, ο Νικηφόρος ήταν ουσιαστικά ο τοποτηρητής του Πατριαρχικού Θρόνου. Μετά την επιστροφή του Πατριάρχου το 1592 —μόλις τέσσερα χρόνια πριν από το πέρας των εργασιών της συνόδου της Ενώσεως του Μπρεστ— ορίστηκε Έξαρχος στην Μολδαβία και την Κοινοπολιτεία.

Και στις δύο αυτές θέσεις —του Πατριαρχικού Πρωτοσυγγέλου κατ’ αρχήν και του Εξάρχου κατόπιν— είχε να αντιμετωπίσει ιδιαίτερα σοβαρές δυσκολίες. Έτσι, όταν έφυγε για την Μόσχα το 1588 ο πατριάρχης Ιερεμίας, άφησε πίσω του ένα θησαυρό τον οποίο σφετερίσθηκε ο σουλτάνος πάρα πολλές φορές. Εν συνεχεία, ο διορισμός του Νικηφόρου ως Εξάρχου στη δυτική Ρωσία ήταν κατάφορτος από ακόμη μεγαλύτερες δυσκολίες, καθώς η Ορθόδοξη Εκκλησία βρισκόταν σε δεινή κατάσταση και η στάση μιας ομάδος ιεραρχών προκαλούσε σοβαρές υποψίες. Για να εκπληρώσει την αποστολή του ο Έξαρχος έπρεπε όχι μόνο να έχει σπάνιες διοικητικές ικανότητες και θεολογική μόρφωση, αλλά ακόμη να έχει φθάσει σε υψηλά μέτρα αρετής και μέσα του να χτυπά μια πολύ γενναία καρδιά!

Η εμπλοκή του Νικηφόρου στην Βλαχία

Η προσοχή του Νικηφόρου, όταν ακόμη βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη συγκεντρώθηκε στη Βλαχία, όπου μετά τον θάνατο του βοεβόδα Πέτρου η θέση του «ηγεμόνα» παρέμενε κενή. Ο σουλτάνος ήθελε να τοποθέτηση ένα δικό του άνθρωπο. Τότε ο χριστιανικός πληθυσμός της Βλαχίας ανήσυχος και φοβισμένος προσέτρεξε στον Νικηφόρο, σαν σε πρόσωπο που είχε παρρησία στον σουλτάνο, παρακαλώντας να ικετεύσει τον μονάρχη να αντικαταστήσει τον Τούρκο με κάποιον Χριστιανό ονόματι Ααρών. Η έγκριση  του σουλτάνου κόστισε ένα τεράστιο χρηματικό ποσό, το οποίο δανείστηκε ο Ααρών με την εγγύηση του Νικηφόρου.

Τότε ακριβώς, εισέβαλε στη Βλαχία πολωνικό στράτευμα από την Κοινοπολιτεία υπό την ηγεσία του βασιλικού αρχηγού του στρατού Ίαν Ζαμοΐσκι. Αυτός ήθελε να επιβάλει τον δικό του υποψήφιο, τον Ιερεμία Μογιλά. Αντιδρώντας στα γεγονότα αυτά ο διοικητής της Κριμαίας έστειλε στη Βλαχία στρατεύματα για να προλάβει την ολοκλήρωση των σχεδίων του του αρχηγού του στρατού. Από την πλευρά του ο σουλτάνος έστειλε τϊς δυνάμεις του υπό την ηγεσία του Σινάμ-πασά. Το πολωνικό στράτευμα των έξι χιλιάδων ανδρών περικυκλώθηκε και πολιορκήθηκε. Ο Ιερεμίας Μογιλά και μερικοί ευγενείς της Βλαχίας που είχαν επιρροή πλησίασαν πάλι τον Νικηφόρο, παρακαλώντας τον να βοηθήσει για την αποτροπή της συγκρούσεως. Χρησιμοποιώντας το κύρος του ο Έξαρχος πέτυχε να πείσει τον Σινάμ-πασά να κάνει τον Ιερεμία «κυβερνήτη», υπό τον όρον ότι θα ορκιζόταν συμμαχία με τον σουλτάνο. Φυσικά ο σουλτάνος για να δώσει την συγκατάθεσή του πήρε και πάλι πλούσια δώρα.

Η καταδίκη της Συνόδου του Μπρέστ

Φαινόταν λοιπόν ότι η ενεργός ανάμιξη  του Εξάρχου στην εμπλοκή της Βλαχίας έπρεπε να προβάλει τον Νικηφόρο σαν τον άνθρωπο που προσέφερε μέγιστα ωφέλη και κέρδη στην Κοινοπολιτεία, αφού ο δικός της υποψήφιος έγινε ηγεμόνας της Βλαχίας και μετά τη λύση της πολιορκίας το πολωνικό στράτευμα γύρισε με ασφάλεια στην πατρίδα του. Όμως υπήρχαν άλλοι λόγοι για τους οποίους ο πολωνός βασιλιάς Σιγισμούνδος ο Γ’ ήταν πολύ εχθρικός, αντί να είναι ευγνώμων προς τον Νικηφόρο. Η αιτία ήταν ότι όταν ο πατριαρχικός Έξαρχος βρισκόταν στην Βλαχία τον Αύγουστο του 1595, συνεκάλεσε Σύνοδο με την συμμετοχή δύο μητροπολιτών και τεσσάρων επισκόπων, η οποία διεκήρυξε με έμφαση την αντίθεσή της προς την Ένωση. Ακόμα, εκείνο τον καιρό ο Νικηφόρος εξαπέστειλε εγκύκλιο προς τους κληρικούς των δυτικών Ρωσικών περιοχών, με την οποία τους καλούσε να μην υπακούουν στους αποστάτες επισκόπους Υπάτιο Ποτέι (ή Ποτσέι) και Κύριλλο Τερλέτσκι, οι οποίοι υπέγραψαν την πράξη της Ενώσεως στη Ρώμη στις 23 Δεκεμβρίου 1595.

Σύλληψη του Νικηφόρου από τις τοπικές αρχές της Πολωνίας και η δραπέτευσή του και η ανάμιξή του στην Σύνοδο του Μπρέστ.

Μόλις ο Έξαρχος πέρασε τα σύνορα του Πολωνο-Λιθουανικοΰ κράτους, αμέσως κρατήθηκε από τις τοπικές αρχές κατά διαταγή του βασιλιά Σιγισμούνδου του Γ’, ο οποίος ήταν αντίθετος στη συμμετοχή Ελλήνων κληρικών στη Σύνοδο του Μπρεστ. Η θέση  της βασιλικής αυλής ήταν απόλυτα ξεκάθαρη: Η Ένωση  ήταν εσωτερικό θέμα της χώρας.

Ο Έξαρχος Νικηφόρος πέρασε έξι περίπου μήνες κουραστικής αναμονής στο Τσοσίν, στο φρούριο της βασιλικής αυλής. Ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος Οστρότσκι που είχε αντιληφθεί ότι χωρίς την αντιπροσωπεία της Ανατολικής Εκκλησίας οι αποφάσεις της συνόδου θα ήταν άκυρες, ζητούσε επίμονα την συγκατάθεση του Εξάρχου, άλλά οι προσπάθειες του ήταν μάταιες.

Ο Νικηφόρος τότε πήρε μια τολμηρή απόφαση. Κατέβηκε από τα τείχη του φρουρίου με ένα χοντρό σχοινί και δραπέτευσε στο Μπρεστ! Πιθανόν ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος Οστρότσκι να ήταν ενήμερος του σχεδίου της φυγής, αφού ο Έξαρχος έφθασε στο Μπρεστ με την ακολουθία του πρίγκιπα.

Η παρουσία του Εξάρχου στη Σύνοδο ενεθάρρυνε την ορθόδοξη πλευρά και ισχυροποίησε την θέση της. Μαζί του είχε επίσημα έγγραφα του Πατριάρχου Ιερεμίου, τα οποία του έδιναν το δικαίωμα να προεδρεύει στις τοπικές συνόδους. Ήδη από το 1592 η σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως, υπό την προεδρία του Πατριάρχου, έδωσε στον Νικηφόρο το οφφίκιο του «διδασκάλου» με το δικαίωμα της πρωτοκαθεδρίας σε όλες τις συνόδους μέσα στα όρια δικαιοδοσίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου και το δικαίωμα να προηγείται κατά την απόδοση τιμών ακόμη και αυτών των μητροπολιτών και να διαχειρίζεται, εκ μέρους του Οικουμενικού Πατριάρχου, στις συνόδους κάθε ζήτημα αναφερόμενο στην πίστη και στην Εκκλησία.

Ο Νικηφόρος έστειλε δύο επιστολές στον μητροπολίτη Κιέβου Μιχαήλ Ραγκότζα (†1599) ζητώντας να διευκρινίσει την στάση του στο θέμα της Ενώσεως, αλλά δεν πήρε καμία απάντηση.

Στις 6 Οκτωβρίου 1596 οι ιεράρχες οι οποίοι είχαν αποδεχθεί κρυφά την Ένωσι συγκεντρώθηκαν στο ναό του Αγίου Θωμά για να διακηρύξουν τους όρους της Ενώσεως, που είχαν φέρει από την Ρώμη ο Ποτέι και ο Τερλέτσκι. Κανένας από τους Έλληνες Ιεράρχες που ήλθαν στο Μπρεστ δεν προσκλήθηκε να παρακολουθήσει την Σύνοδο. Οι εκπρόσωποι του ορθοδόξου κλήρου, των εκκλησιαστικών αδελφοτήτων και οι ρώσοι ευγενείς υποχρεώθηκαν να συγκεντρωθούν στο σπίτι του προτεστάντου Ραΐσκυ, όπου είχε καταλύσει ο πρίγκιπας Οστρότσκι και η ακολουθία του, επειδή όλες οι εκκλησίες κλείστηκαν τότε κατ’ εντολήν του επισκόπου του Μπρεστ Υπατίου.

Τα ιστορικά γεγονότα της Συνόδου του Μπρεστ είναι αρκετά γνωστά, γι’ αυτό θα μας απασχολήσει μόνον ο ρόλος του Εξάρχου Νικηφόρου σ’ αυτήν. Πέρασαν δύο μέρες διαπραγματεύσεων με τους επισκόπους που είχαν προσχωρήσει στην Ένωση. Ο Νικηφόρος, ως πρόεδρος της Συνόδου των Ορθοδόξων, έμενε σταθερά προσηλωμένος στους όρους του κανονικού δικαίου. Τρεις φορές κάλεσε τους επισκόπους να αναπτύξουν τις απόψεις τους και να απαντήσουν σε ερωτήσεις, αλλά και τις τρεις φορές οι αιτήσεις των απεσταλμένων του Εξάρχου απερρίφθησαν. Έτσι η σύγκληση  της Συνόδου των Ορθοδόξων από την έναρξή της ήταν κατά πάντα σύμφωνη με τους κανόνες. Ο Έξαρχος Νικηφόρος για να συστηματοποιήσει την διεξαγωγή της Συνόδου συνέστησε να διαιρεθούν οι παρευρισκόμενοι σε δύο τάξεις, την ανωτέρα και την κατωτέρα, δηλ. σε κληρικούς και λαϊκούς, οι οποίοι θα συνεδρίαζαν ξεχωριστά. Σ’ αυτό οδηγήθηκε από ένα κανονικό έθιμο που είχε εφαρμοσθεί από παλιά στην Κωνσταντινούπολη.

Τελικά στις 8 Οκτωβρίου ο Νικηφόρος εξεφώνησε στους συνέδρους μακρά ομιλία, στην οποία περιέγραψε τη δύσκολη κατάσταση των δυτικών Ρωσικών περιοχών, οι οποίες είχαν καταλήξει να αποσκιρτήσουν από μερικούς επισκόπους, λόγω της προσχωρήσεως των τελευταίων στην Ένωση. Συνέστησε στην Σύνοδο να συζήτηση για ορισμένα θέματα: Για τους αποστάτες ιεράρχες, για την Ένωση που αποδέχτηκαν από κανονική άποψη και για την αποκατάσταση  της τάξεως στην Ορθόδοξη Εκκλησία Όλα αυτά τα ζητήματα ενέπιπταν στην αρμοδιότητα της Συνόδου. Ο Έξαρχος είχε βέβαια την εξουσία, μαζί με την Σύνοδο, να καθαιρέσει τους αποστάτες ιεράρχες, δεν είχε όμως την δυνατότητα να εγκαταστήσει νέους ιεράρχες στους θρόνους, επειδή αυτή η ενέργεια ενέπιπτε στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Πατριάρχου.

Η βασιλική αυλή τρομοκρατήθηκε από αυτή την τροπή των γεγονότων. Απεσταλμένοι της απαίτησαν από τον πρίγκιπα Κωνσταντίνο Οστρότσκι να στερηθεί ο Νικηφόρος της προσωπικής του φρουράς και να φύγει από την μέση, με την πρόφαση ότι είναι σύμμαχος των Τούρκων. Ο πρίγκιπας απέρριψε όλες αυτές τις απαιτήσεις και είπε ότι θα αποδεχόταν την Ένωση μόνο μετά από την σύγκληση μιας Οικουμενικής Συνόδου, εφ’ όσον όλοι οι  Ορθόδοξοι Πατριάρχες έδιναν την συγκατάθεσή τους για την Ένωση.

Οι Ουνίτες ιεράρχες έχοντας πεποίθηση ότι είναι μάταιο πια να συνομιλούν με την Ορθόδοξη πλευρά, διεκήρυξαν στις 10 Οκτωβρίου την «Ένωσι με τη Ρωμαϊκή Εκκλησία» και τον αφορισμό των ανθενωτικών. Ανάμεσα σ’ αυτούς που αφορίσθηκαν ήταν δύο επίσκοποι της δυτικής Ρωσίας, οι οποίοι αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν την Ένωση —ο Γεδεών Μπαλαμπάν του Λβόφ (†1607) και ο Μιχαήλ Κοπυστένσκι του Πετερμύσλ (†1610)—, εννέα αρχιμανδρίτες, δεκαέξι πρωθιερείς και ένας σημαντικός αριθμός εφημερίων.

Την ίδια ημέρα η Ορθόδοξος Σύνοδος εξέτασε την υπόθεση των ιεραρχών που είχαν προσχωρήσει στην Ένωση. Στη Σύνοδο έγινε δεκτό ότι οι ιεράρχες αυτοί πρόδωσαν την Ορθοδοξία και χωρίς άδεια του Πατριάρχου και της Οικουμενικής Συνόδου προσπάθησαν να εισαγάγουν την Ένωση στις Ορθόδοξες χώρες της Κοινοπολιτείας και αγνόησαν τις προσκλήσεις του Συνοδικού δικαστηρίου σε τρεις περιπτώσεις, γι’ αυτό η Σύνοδος απεφάσισε να τους αποκόψει και να τους αφορίσει από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Γι’ αυτό το θέμα συντάχθηκε μία έκκληση  προς το βασιλιά, με την οποία ζητούσαν να αφαιρέσει τους θρόνους από τους καθαιρεθέντες επισκόπους και να κηρύξει τις θέσεις τους χηρεύουσες. Μετά από σύσταση του Νικηφόρου συντάχθηκε μήνυμα της Συνόδου προς το ορθόδοξο πλήρωμα στη δυτική Ρωσία, το οποίο επανεβεβαίωνε την κανονικότητα του ορθοδόξου δόγματος, αναφερόταν στην αποκήρυξη της Ενώσεως από τον Νικηφόρο και επέτρεπε στους πιστούς να μνημονεύουν κατά τις λατρευτικές ακολουθίες το όνομα του Πατριάρχου αντί του μητροπολίτου.

Μετά από αυτά οι Συνοδικοί ορκίστηκαν να μείνουν αμετακίνητοι στην Ορθόδοξη ομολογία και να παραμείνουν πιστοί στο Ορθόδοξο Πατριαρχείο. Αυτή η στιγμή ήταν για όλους τους Συνοδικούς το μεσουράνημα της ζωής τους. Ο καθένας καταλάβαινε καλά την σπουδαιότητα των αποφάσεων της Συνόδου. Οι Ουνίτες επίσκοποι απέτυχαν να προσηλυτίσουν τον λαό των δυτικών Ρωσικών περιοχών. Η Ουνιτική Εκκλησία μόλις εμφανίστηκε, διεπίστωσε ότι ήταν απομονωμένη και οι Ουνίτες ιεράρχες αφορισμένοι. Όμως, ήταν προφανές ότι οι δυσκολίες των Ορθοδόξων πιστών δεν τελείωσαν και ότι η βασιλική αυλή θα εύρισκε τρόπο να εκδικηθεί για την παρεμπόδιση της ενωτικής πολιτικής.

Ο Έξαρχος Νικηφόρος είχε στην πραγματικότητα προκαθορίσει την πορεία των εργασιών της Συνόδου και την έκδοση των αποφάσεων της. Κατ’ αρχήν απήλλαξε τους Συνοδικούς από κάθε εμπλοκή και σύγχυση που θα μπορούσε να προκληθεί από ενέργειες ενωτικών επισκόπων. Κατόπιν, χρησιμοποιώντας όσες δυνάμεις διέθετε, προετοίμασε την δημιουργία μιας καταστάσεως κάτω από την οποία όλες οι πρακτικές συνέπειες και σκοποί της Ουνιτικής Συνόδου θα εξανεμίζοντο. Έκανε όλα όσα μπορούσε. Η παραμονή του στην Κοινοπολιτεία δεν ήταν πια ασφαλής. Σε οποιαδήποτε στιγμή μπορούσε να άρχιζε η δίωξη  από τις πολωνικές αρχές. Ο Σιγισμούνδος ο Γ’ δεν έχασε καθόλου καιρό. Εξέδωσε διαταγή να εγκαταλείψουν την χώρα, το συντομότερο δυνατόν, όλοι οι Έλληνες που δεν ήταν υπήκοοι της Κοινοπολιτείας. Η διαταγή εκδόθηκε λίγο πριν φύγουν από την χώρα ο Έξαρχος Αλεξανδρείας Κύριλλος Λούκαρις, ο μητροπολίτης Βελιγραδίου Λουκάς και οι αρχιμανδρίτες του Άθωνος.

Ο Νικηφόρος παρέμεινε εκεί για λίγο καιρό ακόμα και αποδέχθηκε την πρόσκληση του πρίγκιπα Κωνσταντίνου Οστρότσκι να επισκεφθεί το Όστρογκ, όπου διέμενε ο βοεβόδας του Κιέβου. Στο Όστρογκ ο Έξαρχος εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία και δίδαξε στους μαθητές των τοπικών σχολείων διάφορες επιστήμες, χρησιμοποιώντας την πείρα του διδασκάλου που είχε από την Πάδουα. Όμως δεν τον κράτησε στο Όστρογκ μόνο η δυνατότητα της διδασκαλίας. Είχε καταλάβει ότι η παρουσία του στην Κοινοπολιτεία ενίσχυε τις τάξεις των ανθενωτικών. Ο Έξαρχος Νικηφόρος ήταν συνεχώς απησχολημένος. Έστελνε μηνύματα και επιστολές πείθοντας τους αμφιρρέποντας να παραμείνουν Ορθόδοξοι και απαλλάσσοντας τους ιερείς από την υποχρέωσή υπακοής στους Ουνίτες ιεράρχες. Έτσι τον Δεκέμβριο του 1596, έστειλε μήνυμα στο Λβόφ, με το οποίο επέτρεπε στους ιερείς να μη μνημονεύουν στη Λειτουργία τον Ουνίτη μητροπολίτη Μιχαήλ, ενώ καθόρισε ότι είναι αρκετό να μνημονεύουν μόνο τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.

Οι συκοφαντίες, η σύλληψή του και η καταδίκη του.

Ασφαλώς μ’ αυτές τις ενέργειες ο Νικηφόρος απέκτησε φήμη ενός ανθρώπου πολύ επικινδύνου για τον βασιλιά Σιγισμούνδο τον Γ’, ο οποίος αναζητούσε μία πρόφαση για να τον φυλακίσει. Πολύ σύντομα βρέθηκαν μερικά έγγραφα σε κάποιον Ίαν Βολοσάνιν, έναν υπηρέτη του πρίγκιπα Κωνσταντίνου Οστρότσκι. Ήταν ιδιωτικές επιστολές γραμμένες από ένα κληρικό της Ελλάδος προς τους γνωστούς του, στις οποίες παρεπονείτο για το πόσο δύσκολο του ήταν να ζει ανάμεσα σ’ αυτούς που υποχρέωναν τους Ορθοδόξους να εγκολπωθούν την παπική ομολογία Μία επιστολή που περιέγραφε θρησκευτική διαφωνία, περιείχε και τις εξής λέξεις: «Ο Θεός να χαρίζει υγεία στον βασιλιά μας  και αυτός θα επιτεθεί στην Πολωνία Ακριβώς τώρα είναι η πιο κατάλληλη ώρα». Αυτές οι λέξεις έδωσαν αφορμή στον ηγεμόνα  Ίαν Ζαμοΐσκι (στην κατοχή του οποίου περιήλθαν οι επιστολές), να πάρει μέτρα εναντίον του εξάρχου Νικηφόρου με την κατηγορία της συνωμοσίας προς όφελος της Τουρκίας.

Στο τέλος Φεβρουαρίου του 1597, όταν συνήλθε στη Βαρσοβία ένα τμήμα της πολωνικής βουλής, ένα από τα πρώτα ζητήματα που ετέθη από τους Ορθοδόξους ήταν η επικύρωση  των αποφάσεων της Ορθοδόξου Συνόδου του Μπρεστ, σχετικά με την Ένωση. Αντιμετωπίζοντας τις θέσεις των Ορθοδόξων οι Ουνίτες προσέβαλαν τις αποφάσεις της Συνόδου με τον ισχυρισμό ότι ο Νικηφόρος και οι άλλοι ιεράρχες δεν είχαν δυνατότητα να συγκροτήσουν Σύνοδο και να καθαιρέσουν τους ενωτικούς επισκόπους. Τότε ο Ζαμοΐσκι παρουσίασε τον Ίαν Βολοσάνιν και τις επιστολές που βρέθηκαν επάνω του. Ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος Οστρότσκι υπό την πλήρη προστασία του οποίου εξακολουθούσε να παραμένει ο Νικηφόρος όλο αυτό το διάστημα, υποσχέθηκε να τον προσαγάγει στην βουλή, απαιτώντας συγχρόνως, επειδή ήταν εξέχων επισκέπτης και Πατριαρχικός Έξαρχος, να έχει το ειδικό προνόμιο να δικαστή όχι από το δικαστήριο αλλά από τον ίδιο τον βασιλιά. Ο βασιλιάς έδωσε την συγκατάθεσή του.

Ο Έξαρχος Νικηφόρος έφθασε στη Βαρσοβία στις 10 Μαρτίου. Την ίδια μέρα ο βασιλιάς συγκρότησε μία ειδική επιτροπή. Έκτος από τον αταμάνο Ζαμοΐσκι, περιελάμβανε τους βοεβόδες της Κρακοβίας Πόζναν, Σαντομίρτζ, Βροκλάβ και άλλους. Η ακρόαση  της υποθέσεως άρχισε την επομένη ημέρα, όταν έφεραν τον Ίαν Βολοσάνιν στην πρωτεύουσα. Ανεγνώσθησαν οι επιστολές. Η πρώτη απηυθύνετο στον μητροπολίτη Ανδριανουπόλεως. Περιέγραφε τις διαφωνίες που ξέσπασαν και περιείχε μία παρατήρηση για την καταλληλόλητα του χρόνου επιθέσεως εναντίον της Κοινοπολιτείας. Η δεύτερη απηυθύνονταν  προς την αδελφή του αποστολέα και ασχολούνταν  με ιδιωτικές υποθέσεις. Η τρίτη επιστολή και η τέταρτη προορίζονταν για κάποιους ιερείς της Ανδριανουπόλεως και αναφέρονταν στην πρόσφατη στάση των Κοζάκων και στους είκοσι χιλιάδες περίπου Πολωνούς που σκοτώθηκαν κατά τον πόλεμο. Μετά την ανάγνωσή των επιστολών ο δημόσιος κατήγορος απήγγειλε κατά του Νικηφόρου την κατηγορία της προδοσίας και κατά του Ίαν της συνενοχής. Όταν τελείωσε την αγόρευσή του ο κατήγορος, πήρε τον λόγο ο επίτροπος Πριλέπσκι, ο οποίος απέρριψε την κατηγορία κατά του Νικηφόρου, με το σκεπτικό ότι ο Ίαν Βολοσάνιν πήρε αυτές τις επιστολές από κάποιον Έλληνα, ο οποίος πήγαινε στη Μόσχα και ο οποίος απλώς τον παρεκάλεσε να δώσει τις επιστολές αυτές στους παραλήπτες. Αυτό επιβεβαιώθηκε και από τον Ίαν Βολοσάνιν, ο οποίος διευκρίνισε ότι δεν πήρε ούτε οδηγίες, ούτε επιστολές από τον Έξαρχο Νικηφόρο. Με την κατάθεσή του αυτή οι κατήγοροι έχασαν το παιχνίδι. Η «υπόθεσις Νικηφόρος» φαινόταν να καταρρέει σαν χάρτινος πύργος. Αλλά τότε ακριβώς παρουσιάστηκε ο ηγεμόνας  Ζαμοΐσκι και μίλησε στο ακροατήριο. Αυτός κατέθεσε ότι κατά την διάρκεια της πρόσφατης εκστρατείας στη Βλαχία, ο Νικηφόρος ήλθε σ’ αυτόν με επιστολές από τον Σινάμ-πασά και προσπάθησε να πείσει τον αρχηγό του στρατού να δεχθεί τους όρους που πρότεινε η τουρκική πλευρά -ο Βοεβόδας της Βλαχίας Ιερεμίας να ορκιστεί συμμαχία με τον σουλτάνο και να του δώσει τον γιο του ή τον αδελφό του για όμηρο. Επί πλέον πρόσθεσε ο Ζαμοΐσκι ότι ο έξαρχος του μετέφερε συμβουλή του Σινάμ-πασά: «Όπως ο Στέφανος έγινε βασιλιάς της Πολωνίας με την βοήθεια του σουλτάνου, έτσι και συ αν γίνεις υπάκουος υπηρέτης του κυρίου σου, θα εγκατάστασης στη Βλαχία τον ηγεμόνα που θέ­λουν οι Πολωνοί». Με αυτή την κατάθεσή ο Ζαμοΐσκι ήθελε να δείξει ότι ο Νικηφόρος δήθεν μηχανορραφούσε εις βάρος της Πολωνίας εδώ και πολύ καιρό και προσπάθησε να παρασύρη και τον ίδιο τον αρχηγό του στρατού  στην προδοσία. Αυτή η κατηγορία ήταν βέβαια πολύ πιο σοβαρή από την προηγούμενη. Το ακροατήριο της βουλής ακίνητο και παγωμένο περίμενε την απάντηση του Νικηφόρου.

Ο Νικηφόρος στην αρχή της ομιλίας του, στην ιταλική γλώσσα, ανέγνωσε ένα χαιρετιστήριο μήνυμα προς το βασιλιά και όλη την Πολωνική γερουσία, εκ μέρους των τεσσάρων ορθοδόξων πατριαρχών και υπενθύμισε στο ακροατήριο ότι ήταν επίσημος αντιπρόσωπος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Έξαρχος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και εστάλη στην Κοινοπολιτεία από τον Πατριάρχη λόγω των διαφωνιών μεταξύ των ορθοδόξων κληρικών. Ο Νικηφόρος απέρριψε όλες τις εναντίον του κατηγορίες, καταγγέλοντας ότι είναι κατασκευασμένες. Στη συνέχεια επικαλούμενος ελλιπή γνώση της πολωνικής γλώσσας ζήτησε να του δώσουν ένα διερμηνέα. Ο μορφωμένος Έλληνας συμπεριφέρθηκε όχι σαν κατηγορούμενος, αλλά μάλλον σαν κριτής, που ήλθε να βάλει τάξη στην περιοχή με την κρίση του. Αυτή η συμπεριφορά έφερε σε αμηχανία τον βασιλιά και ένα μέρος της γερουσίας. Υποσχέθηκαν ότι θα δώσουν διερμηνέα στον Νικηφόρο και η ακρόαση  της υποθέσεως ανεβλήθηκε. Ο βασιλιάς έδωσε εντολές να παραμείνει ο Νικηφόρος στο κάστρο, για να ετοιμάσει λεπτομερείς απαντήσεις στην κατηγορία του Ζαμοΐσκι.

Για μερικές μέρες ο Έξαρχος παρέμεινε στην αφάνεια. Του έδωσαν ένα διερμηνέα, κάποιον Πέτρο Αρκούδη, έναν Έλληνα εκπαιδευμένο σε κολλέγιο Ιησουϊτών, που ήρθε από τη Ρώμη μαζί με τους ουνίτες επισκόπους Ποτέι και Τερλέτσκι. Τελικά ο Σιγισμούνδος ο Γ’ δέχθηκε να ακούσει τον Νικηφόρο, όχι όμως στη γερουσία, αλλά σε ένα κύκλο προσώπων της απολύτου εμπιστοσύνης του. Του συνέστησαν να ομολογήσει τη σύνταξή των επιστολών για τη Τουρκία και τη συμμετοχή του πρίγκιπα Κωνσταντίνου Οστρότσκι σ’ αυτό! Αλλά ο Νικηφόρος απέρριψε όλες αυτές τις προτάσεις. Τότε έφεραν τον Ίαν Βολοσάνιν και άρχισαν να τον βασανίζουν, απαιτώντας να ομολογήσει από ποιον πήρε τις επιστολές και αν ο πρίγκιπας Οστρότσκι γνώριζε γι’ αυτές. Ο Ίαν τρομερά φοβισμένος επαναλάμβανε ξανά και ξανά ότι δεν γνώριζε το περιεχόμενο των επιστολών, που του έδωσε κάποιος μοναχός. Ανίκανοι να πάρουν οποιαδήποτε πληροφορία από αυτόν ο βασιλιάς και η γερουσία αποφάσισαν να εγκαλέσουν τον Νικηφόρο. Εκτός από την κατηγορία της προδοσίας και της υποκινήσεως σε προδοσία, τον κατηγόρησαν επίσης και για διενέργεια μαύρης μαγείας, διαπράξεως μοιχείας με την μητέρα του σουλτάνου και για φόνο! Ήταν ολοφάνερο ότι οι κατήγοροι δεν είχαν επαρκείς αποδείξεις για να δικάσουν τον Έξαρχο. Τα μέλη της γερουσίας βρίσκονταν σε δύσκολη θέση. Αφ’ ενός ο Νικηφόρος δεν μπορούσε να κατηγορηθεί για εσχάτη προδοσία επειδή δεν ήταν υπήκοος του βασιλιά, αφ’ ετέρου ένα μέρος των κατηγοριών (μαύρη μαγεία, μοιχεία κλπ.) ενέπιπτε στην αρμοδιότητα εκκλησιαστικού δικαστηρίου. Η μόνη σοβαρή κατηγορία ήταν ότι ο Έξαρχος έφθασε στην Σύνοδο του Μπρεστ χωρίς γραπτή άδεια του βασιλιά. Όμως ο Νικηφόρος διαβεβαίωσε ότι ο πρίγκιπας Οστρότσκι είχε στείλει δύο Πολωνούς ευγενείς στον βασιλιά με την παράκλησή να επιτρέψει στον Έξαρχο Νικηφόρο να παρακολουθήσει την σύνοδο. Η απάντηση  του βασιλιά ήταν καταφατική, αλλά δεν έδωσε καμία γραπτή απόκριση, με το πρόσχημα ότι όλες οι προσκλήσεις είχαν ήδη σταλεί στους αποδέκτες.

Αλλά για τους κατηγόρους τίποτε δεν ήταν τόσο καθαρό και ξάστερο, όσο η ενοχή του Νικηφόρου. Ο βοεβόδας Ιερεμίας έστειλε ανθρώπους από τη Βλαχία, που δήλωσαν ότι ο Νικηφόρος ήταν ένας Τούρκος κατάσκοπος, που δραπέτευσε από τις φυλακές Τσοσίν! Αλλά το χειρότερο απ’ όλα ήταν η αναχώρηση  του πρίγκιπα Οστρότσκι, ο οποίος άφησε μόνο του τον Νικηφόρο σ’ αυτή την δύσκολη στιγμή. Κάτω απ’ αυτές ακριβώς τις συνθήκες ο Έξαρχος ανέβηκε στο βήμα για να υπερασπίση τον εαυτό του…

Πιθανότατα ο Νικηφόρος γνώριζε ότι ήταν μία από τις τελευταίες ομιλίες του και γι’ αυτό έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για να αποδείξη την αθωότητα του. Αλλά ήδη η τύχη του Εξάρχου Νικηφόρου είχε αποφασισθεί.

Μίλησε ενώπιον των γερουσιαστών άλλες δύο φορές, αλλά ο βασιλιάς ποτέ δεν τόλμησε να επιτρέψει μία δημόσια ομιλία του Εξάρχου στη βουλή. Η βουλή τελείωσε τις εργασίες της, αλλά η ακρόαση  της υποθέσεως του Νικηφόρου κράτησε τρεις μέρες ακόμα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε βρεθεί ένα έγκλημα επαρκές, για να τον καταδικάσουν σε θάνατο ή φυλάκιση. Πριν από το τέλος της ακροαματικής διαδικασίας πήρε τον λόγο ο επίτροπος Πριλέπσκι, κατόπιν υποδείξεως του βασιλιά. Αυτός διαβεβαίωσε ότι για τις θρησκευτικές κατηγορίες δεν μπορούσε να δικαστή ο Έξαρχος εκεί, επειδή τέτοιες υποθέσεις υπόκεινται στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Πατριάρχου. Δεύτερον, όσα συνέβησαν στην Κωνσταντινούπολη δεν ενέπιπταν στη δικαιοδοσία του βασιλιά, επειδή ο Σιγισμούνδος ο Γ’ δεν είχε ακόμη καταλάβει την Κωνσταντινούπολη. Τρίτον, η κατηγορία της προδοσίας δεν είχε καμία σχέση με τον Νικηφόρο, επειδή έγινε φανερό ότι ο Ίαν Βολοσάνιν πήρε τα γράμματα όχι απ’ αυτόν, αλλά από κάποιον μοναχό κατά την μετάβασή του στη Μόσχα. Τέλος ο Έξαρχος δεν μπορούσε να κατηγορηθεί ούτε για μηχανορραφία εναντίον της Κοινοπολιτείας, επειδή με τις ενέργειές του συνέβαλε στην ασφάλεια του πολωνικού στρατεύματος και στην εγκατάσταση του πολωνού υποψηφίου, σαν ηγεμόνα της Βλαχίας. Όμως, παρ’ όλα αυτά ο βασιλιάς διέταξε να κρατηθεί ο Έξαρχος Νικηφόρος, έως ότου βρεθεί ο συντάκτης των επιστολών και γίνουν ανακρίσεις για την δραστηριότητα του Εξάρχου στην Βλαχία.

Η εξέτασις της υποθέσεως του Νικηφόρου αναβλήθηκε για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Τον κράτησαν στην Βαρσοβία για ένα διάστημα και μετά τον μετέφεραν στο φρούριο Μαρίενμπουργκ. Όμως εκεί ο Νικηφόρος δεν έζησε πολύ… Μεταξύ των Ορθοδόξων κυκλο­φόρησαν έντονες φήμες ότι, κατά διαταγή του βασιλιά ο Νικηφόρος «λιμώ ετελειώθη».

Πολλοί σύγχρονοι είναι βέβαιοι ότι ο Έξαρχος Νικηφόρος είχε τέλος μάρτυρος και ότι όλες οι εναντίον του κατηγορίες ήταν ασύστολα ψεύδη. Είναι φανερό ότι υπέφερε όχι επειδή δήθεν έγραψε τις επιστολές, αλλά για την δραστήρια επέμβασή του στη Σύνοδο του Μπρεστ και την παρεμπόδιση των σχεδίων των Ουνιτών.

Ο αγώνας του Πατριαρχικού Εξάρχου Νικηφόρου κατά την Ένωση του Μπρεστ ήταν παρόμοιος με τον αγώνα του αγίου Μάρκου της Εφέσου κατά τη Σύνοδο της Φλωρεντίας.

 (Πηγή:  ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ-ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ–ΤΕΥΧΗ 14-15).

Οικουμενιστική (Ουνίτικη) Λειτουργία!!!!!!

Απ’ τις πολύ σοβαρές αναρτήσεις η σημερινή, Για όσους μπορούν ακόμα να εννοήσουν !!

————————————————————–

H ένωση με τις αιρέσεις έχει γίνει από το 2016 με την σύνοδο του Κολυμπαρίου. Προσωπικά ενώπιον του Θεού θα το πώ, αισθάνομαι ότι έχω κάνει το καθήκον μου στο θέμα της ενημέρωσης των αδερφών μου. Πολλοί δειλοί ψευτοχριστιανοί , έλεγαν ότι θα κάνουν αποτείχιση μόλις δουν κοινό ποτήριο με τους παπικούς. Αν και το κοινό ποτήριο γίνεται ήδη από το 2016, συνεχίστηκε δε με την αναγνώριση της ουκρανικής ουνίτικης σέκτας , να τώρα και το ορατό σημείο του κοινού ποτηρίου που θέλουν να δουν για να πεισθούν οι ευσεβούληδες . Παραχώρηση της αγάπης του Χριστού μας, έτσι ώστε να μην έχει κανείς δικαιολογία ενώπιον του Θεού ότι δεν γνώρζε η ότι δεν είδε . Δές τε το κοινό ποτήριο που έγινε και φανερά προχθές : ⬇️

Ύστερα κι απ’ αυτό , όσοι πάτε στους Ναούς της αποστασίας , είστε υπεύθυνοι για την απώλειά σας . Με αυτούς που βλέπετε στο βίντεο κοινωνείτε και εκ του ποτηρίου των βδελυγμάτων της πόρνης βαβυλώνας μεταλαμβάνετε, εις «κράτημα αμαρτιών και εις κόλασην αιώνιο «. Ουδείς εκ των προβάτων που δεν αναγνώρησε την φωνήν του ίδίου ποιμένος θα σωθεί , διότι ποτέ δεν ήταν δικό του πρόβατο . Οσοι πάτε ακόμα στους ναούς του Βαάλ , είστε πρόβατα του χριστούλι που αναγγέλλει ο πατριάρχης σας πάπας Φραγκίσκος: ⬇️

Διαβάστε και την μετάφραση απ’ τα ρωσικά των όσων είπε ο πάπας προχθές , και αν έχετε νουν Χριστού , εννοείστε την θέση σας ενώπιον Θεού ζώντος !!!

ΤΑΔΕ ΕΦΗ Ο ΤΡΙΣΚΑΤΑΡΑΤΟΣ ΠΑΠΑΣ. Ο ΝΟΩΝ ΝΟΕΙΤΩ : ⬇️

Ο Πάπας της Ρώμης στη συνέντευξη Τύπου έκανε σοβαρή δήλωση, είπε: «Άνθρωποι, πολύ σύντομα θα έρθει ο «Υιός του Θεού», που θα μας φέρει την ειρήνη. Εμείς τόσους αιώνες περιμέναμε αυτό το γεγονός και επιτέλους αυτό θα εκπληρωθεί. Αυτός θα φέρει την ειρήνη, την οποία εμείς τόσο περιμέναμε και περιμένουμε αλλά το τίμημα της ειρήνης είναι ότι οι άνθρωποι δε θα έχουν ελεύθερη βούληση.

Αλλά για χάρη της ειρήνης στη Γη, εμείς πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αφήσουμε την ελευθερία μας και να υποταχθούμε σε εκείνον που θα μας φέρει την ειρήνη.

Εμείς τα έχουμε κάνει όλα και τα κάνουμε για να πραγματοποιηθεί η έλευση του «ειρηνοποιού» μας, και να αυτός ήδη έρχεται! Αυτός θα μας φέρει νέα πολιτική πραγματικότητα στην οποία όλοι εμείς πρέπει να υποταχθούμε. Δε θα υπάρχουν πια διαιρέσεις των ανθρώπων σε θρησκείες, αλλά όλοι θα προσκυνούν έναν «θεό», γιατί οι θρησκευτικές διαιρέσεις έφερναν μόνο συγκρούσεις, αλλά τώρα όλοι θα είναι ενωμένοι και υποταγμένοι σε αυτόν. Εκείνοι, που δε θα δεχτούν την ενότητα και τη συμφωνία με τη νέα τάξη πραγμάτων, θα θεωρούνται τρομοκράτες, που καταστρέφουν την ειρήνη.

Εμείς δοκιμάσαμε διάφορους δρόμους, αλλά να επιτέλους εμφανίστηκε εκείνος, που θα εκπληρώσει την αιώνια επιθυμία μας, εκείνος που θα φέρει την ειρήνη όλου του πλανήτη».‼️

(Viber)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ (ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ)

«…ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις…ὅς εἶχε δαιμόνια..». Ἕνας ἀπό τούς χειρότερους ἐχθρούς τῆς ψυχῆς μας καί ἐξαιρετικά χειρότερος ἀπό τούς ἄλλους, εἶναι ὁ ἀρχέκακος Σατανᾶς, πού ἔγινε μέ τήν ἀποστασία καί τήν πτώση, ἀγγελιοφόρος τῆς κακίας του πρός τούς ἀνθρώπους, μέ τήν πονηρή συμβουλή του.

Κατέστη ἐχθρός τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί τοῦ Χριστοῦ· κηρυγμένος ἀντίπαλος τῆς ἀληθείας, ἡ καθ’αὑτό κακία, ὁ νεκροποιός, καθ’ ὅσον ἐπεθύμησε ὑπερήφανα νά ἐξομοιωθεῖ μέ τόν Δημιουργό Του, ἀπό Τόν ὁποῖο ὅμως ἐγκαταλείφθηκε δίκαια, ὅσο αὐτός πρῶτος Τόν εἶχε ἐγκαταλείψει.

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ

https://wordpress.com/post/fdimitrios.wordpress.com/8655

O Όσιος Παϊσιος και οι νέες ταυτότητες (απαντήσεις σε ερωτήσεις)

πρωτ.Δημ.Αθανασίου

Εισαγωγικά

Mετά από πολλή σκέψη δημοσιεύεται το παρακάτω άρθρο προκειμένου να απαντηθούν απορίες οι οποίες διατυπώθηκαν, είτε προφορικά, είτε γραπτά.

 Σκοπός  του παρόντος άρθρου είναι να αμφισβητήσει  την εσφαλμένη (και συχνά στενόμυαλη) στάση ορισμένων Χριστιανών, που προσκολλώνται σε κείμενα αγίων με μία Ορθοδοξίζουσας μορφής Προτεσταντική νοοτροπία. Όπως δηλαδή οι Προτεστάντες μένουν κολλημένοι «στο γράμμα» της Αγίας Γραφής, χάνοντας το Πνεύμα, έτσι και μερικοί αδελφοί μας, από υπερβολική αγάπη και σεβασμό προς τους αγίους εκλαμβάνουν οτιδήποτε δουν γραμμένο από αυτούς, ως κατ’ ανάγκην «Θεία Αποκάλυψη», και επειδή το είπε κάποιος άγιος, ακόμα και λάθος αν είναι, αρνούνται πεισματικά να εξετάσουν με ανοιχτή διάνοια και μια διαφορετική θέση.

Γνωρίζω εκ των προτέρων ότι θα δεχτώ τα «πεπυρωμένα βέλη των αφοριστικών κριτικών » για τα γραφόμενα. Γι΄αυτό θα παρακαλέσω οι όποιες αντιρρήσεις γραφτούν ως σχόλια  να είναι επώνυμες και τεκμηριωμένες. Διαφορετικά δεν θα απαντηθούν.

Η Επιστολή του Οσίου Παϊσίου:ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ

Η Αντιχριστολογική και Εσχατολογική «θεολογία των νέων ηλεκτρονικών ταυτοτήτων», έντυπη και προφορική, χρησιμοποιεί την επιστολή του Οσίου Παϊσίου ως βασικό επιχείρημα εναντίον των νέων ταυτοτήτων. Μάλιστα στο διαδίκτυο κυκλοφορούν και οι διαφωνίες ιερωμένων σχετικά με το περιεχόμενο της επιστολής. Το συγκεκριμένο άρθρο δεν έχει σκοπό να αναπαράγει τις όποιες διαφωνίες, αλλά να εξεταστούν  ορισμένα θέματα, χρησιμοποιώντας πηγές και αποδείξεις.

Α. Είναι η επιστολή γραμμένη από τον Όσιο;

Απάντηση. Άποψη του γράφοντα είναι ότι το τελικό κείμενο, όπως δημοσιεύεται δεν είναι μόνο του Οσίου. Έγιναν  παρεμβάσεις από τρίτους, στους οποίους απευθύνθηκε ο Όσιος ζητώντας  τη γνώμη τους. Δηλ. πρόκειται περί κειμένου συλλογικού. Το τελικό συλλογικό  κείμενο  ο Όσιος το ΥΠΕΓΡΑΨΕ και το μοίραζε.

Προκειμένου να τεκμηριώσουμε τις απόψεις μας παραθέτουμε τα εξής επιχειρήματα:

Α. Ο γραφικός χαρακτήρας  στο  κείμενο του εξωφύλλου της επιστολής είναι πολύ διαφορετικός από τον γραφικό χαρακτήρα στο κύριο μέρος της. Επίσης ο γραφικός χαρακτήρας σε ιδιόχειρα κείμενα του Οσίου που κυκλοφορούν, διαφέρουν κατά πολύ από τον γραφικό χαρακτήρα της επιστολής.

Β. Υπάρχει γραπτή μαρτυρία του μακαριστού Γέροντος Γεωργίου Καψάνη ότι ό Όσιος, εκτός από τα λειτουργικά βιβλία και τα Συναξάρια, διάβαζε μόνο ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ και τα ΑΠΑΝΤΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ. Έγραψε ο μακαριστός γέροντας για τον Όσιο Παϊσιο:

«…Είχε το σπάνιο χάρισμα να αναπαύει ανθρώπους κάθε κατηγορίας, κάθε μορφώσεως και κάθε πνευματικής καταστάσεως. Ενθυμούμαι την περίπτωση ενός ψυχίατρου – ψυχαναλυτού που πέρασε από τη Μονή μας μετά την συνάντηση του με τον Γέροντα. Όχι μόνο είχε αναπαυθεί, αλλά και μου είπε ότι όσα του είπε ό Γέροντας, ήταν η τελευταία λέξη της ψυχιατρικής. Είναι γνωστό ότι ό π. Παΐσιος δεν διάβαζε άλλα  βιβλία εκτός από το Ευαγγέλιο και τον Άββά Ισαάκ τον Σύρο» (π.Γεώργιος Καψάνης) (http://www.diakonima.gr)

Η αναφορά στην επιστολή της άποψης του Αγίου Ανδρέα Καισαρείας για τον Αντίχριστο  και μάλιστα με ακριβείς παραπομπές της βιβλιογραφικής πηγής, σημαίνει ότι ο Όσιος είχε πρόσβαση σε ειδικές θεολογικές βιβλιοθήκες για μελέτη της Αποκάλυψης. Αυτό όμως λόγω της κελλιώτικης μοναχικής βιωτής του ήταν πολύ δύσκολο.

Γ. Υπάρχει μαρτυρία του καθηγητή της Πυρηνικής Ιατρικής κ.Καρακατσάνη ο οποίος δεν αμφισβητεί τη γνησιότητα της επιστολής, όμως λέει ότι ο όσιος του την έδωσε για να πει τη γνώμη του και μάλιστα ο καθηγητής διόρθωσε μία λάθος έκφραση του Αγίου. (εφημερίδα ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ 4 Οκτωβρίου 2023.Αριθμ φύλλου 426)

Αυτό σημαίνει ότι ο Όσιος δεν έμενε ποτέ στη δική του άποψη, αλλά ζητούσε και τη γνώμη άλλων για τα γραφόμενα και διόρθωνε ό,τι ήταν λάθος.

Αυτό τεκμηριώνεται και από μία άλλη μαρτυρία. Στο βιβλίο -Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΙΣΙΟΣ- του Αρχ.Χριστοδούλου Αγγελόγλου (ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ 1994) και στην σελ.1894 γράφονται τα εξής:

«Την Μ.Τεσσαρακοστή του 1987 είχα κατέβει στον Γέροντα για κάποιο προσωπικό μου θέμα και ο Γέροντας μου είπε:

-Έγραψα ένα φυλλάδιο για το θέμα των ταυτοτήτων. Έχεις χρόνο να το δεις λίγο;

Αφού του είπα ότι έχω χρόνο και ότι ενδιαφερόμουν πολύ να το δω μου το έδειξε το κείμενο και συζητήσαμε διάφορα…..»

ΕΡΩΤΗΣΗ. Ο  γ. Παϊσιος στο κείμενο αναφέρει, ότι «το θηρίο» στις Βρυξέλλες με το 666 έχει σχεδόν ρουφήξει όλα τα κράτη στο κομπιούτερ. Η κάρτα, η ταυτότητα, «η εισαγωγή του σφραγίσματος» τι φανερώνουν; Μ’ άλλα λόγια ο γέροντας αναφέρει, ότι κάθε κάρτα και κάθε ταυτότητα, που θα έχει προφανώς τον γραμμωτό κωδικό (b–c) θα έχει τον αριθμό 666. Το θέμα είναι, το barcode (b-c) έχει πραγματικά τον 666; Κάνει λάθος ο Γέροντας;  

Απάντηση:

Δεν λέγει ψέματα ο γέροντας, αλλά το πρόβλημα είναι, αν γνωρίζει το θέμα και  σε τι βάθος  το γνωρίζει. Επειδή το θέμα του barcode (b-c)  είναι καθαρά επιστημονικό θα πρέπει να ρωτήσουμε τους ειδικούς. Η ανάγνωση του Γραμμωτού κώδικα είναι θέμα επιστημονικό και όχι μεταφυσικό!

 Οι Άγιοι κάθε εποχής ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΟΥΤΕ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ, ΟΥΤΕ ΑΛΑΝΘΑΣΤΟΙ.

Ο  «τέλειος εν Χριστώ άνθρωπος» δεν είναι ο αλάνθαστος ή αναμάρτητος, αλλά ο ταπεινός άνθρωπος που μετανοεί για τις αμαρτίες του. Στα κείμενα των αγίων Πατέρων, που στην πλειονότητά τους είναι γεμάτα από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, υπάρχουν ορισμένες ερμηνείες τους που είναι λανθασμένες ή προσωπικές τους απόψεις. π.χ. Σύνοδος χαρακτήρισε λάθος τη διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης ότι θα σωθούν και οι ασεβείς.

Όσον αφορά τη σχέση 666 και b-c θα πρέπει να το αναπτύξουμε σε άλλο ειδικό άρθρο. Προς το παρόν  θα ξεκινήσουμε με τις επίσημες ανακοινώσεις ότι δεν εμπεριέχεται ο αριθμός 666 στον bar-code. Δηλώσεις ατομικές, ανεύθυνες και επιπόλαιες που χρησιμοποιούν οι εσχατολόγοι δεν έχουν καμία βαρύτητα, όταν ζυγίζονται με τις επίσημες. Αυτό ως συλλογισμός δεν ισχύει για τους πιστούς του δόγματος, »ού με πείσεις καν με πείσεις». Επίσης ανώνυμα χαρτιά με μύθους, είναι πνευματικώς εγκληματικό να κυκλοφορούν σε ναούς και μάλιστα υπό την ευλογία Επισκόπων. Οτιδήποτε ανώνυμο είναι ως να μην υπάρχει. 

Επίσημες ανακοινώσεις ότι δεν εμπεριέχεται ο αριθμός 666 στον bar-code.  

α) Ελληνική Πολιτεία, Εγκύκλιος 73951/18-6-97 του Υπουργείου Δικαιοσύνης. 

β) Απάντηση Υπουργείου Υγείας στην Διαρκή Ιερά Σύνοδο, του ν. ημερολογίου, με ημερομηνία 15-1-99.  

γ) Απάντηση Υπουργείου Εσωτερικών στη Διαρκή Ιερά Σύνοδο, του ν. ημερ/γίου, με ημερομηνία 11-5-99  

δ) Πορτογαλική Προεδρία της Συμφωνίας Σένγκεν. Η Πορτογαλική Προεδρία αρνήθηκε επισήμως ότι υπάρχει ο αριθμός 666 στον γραμμωτό κωδικό. 

ε) Του ΕΑΝ μέσω αντιπροσώπου, του κ. Δημητρακόπουλου Γ. στην Ελλάδα, ΕΛΚΕΣΗΠ. Ο κ. Δημητρακόπουλος Γ. Μηχανολόγος Μηχανικός και Τεχνικός Διευθυντής του Ελληνικού Κέντρου Σημάτων Προϊόντων, ΕΛΚΕΣΗΠ, και αντιπρόσωπος του Ευρωπαϊκού οργανισμού ΕΑΝ στην Ελλάδα, δήλωσε στο κανάλι MEGA, στις 20 Ιουνίου του 1997 ότι, »οι χαρακτήρες της αρχής του τέλους και της μέσης του BAR CODE είναι απλώς ειδικοί χαρακτήρες που δεν έχουν καμία σχέση με το ψηφίο 6.  

στ) Του καθηγητή Πληροφορικής του Α. Π. Αθηνών Τσουκαλά. 

ζ) Του καθηγητή Φυσικής του Πανεπιστημίου Πατρών Κουτσούκου. 

η) Του Χημικού Μηχανικού και Θεολόγου Μιχαλολιάκου. 

θ) Του μακαριστού Χημικού και Οικονομολόγου Καρδάση, πτυχιούχου Εφαρμογής ηλεκτρονικών υπολογιστών, Συστήματος πληροφορικής ΑS-400, Συστημάτων bar-code, Αγγλικής και Γαλλικής γλώσσας, Διασφάλισης ποιότητας ISO-9000. 

ΕΡ: Ναι, αλλά πώς το λέει κατηγορηματικά ότι υπάρχει, ο γ. Παϊσιος; Πού το ξέρει, ποιος του το είπε;


ΑΠ: Οι γεροντάδες και οι εξομολόγοι έχουν ένα κύκλο μαθητών γύρω τους, που τους διδάσκουν, αλλά και από τους οποίους μαθαίνουν τι γίνεται στον έξω κόσμο. Πώς γνώριζε ο γ. Παϊσιος τι γίνεται στην Αμερική, αν σφραγίζονται με ακτίνες laser, πόσοι σφραγίστηκαν, τι γίνεται στην Κίνα ή στην Αυστραλία; Προφανώς, δεν τα γνωρίζει εξ επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος, αλλά τα πληροφορήθηκε από ένα πνευματικοπαίδι του, που τον εμπιστεύεται ο γέροντας και ο οποίος του έφερε τα σχετικά βιβλία από την Αμερική και τα εξήγησε στον γέροντα.

ΕΡ: Δηλαδή, αυτά που λέγει ο γέροντας, τα πληροφορήθηκε από άλλον; Επομένως, εάν λέγει κάτι εσφαλμένο, αυτό θα οφείλεται σε κακή πληροφόρηση και δεν θα έχει ευθύνη ο ίδιος;


ΑΠ: Προφανώς και δεν έχει ευθύνη ο γέροντας, μιας και έχει πέσει θύμα παραπληροφόρησης. Η αλήθεια βρίσκεται στις πληροφορίες, που δίνει ο κατασκευαστής του b–c και που δεν μπορεί να τις αμφισβητήσει κανείς.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Έχει επηρεαστεί ο γέροντας Παϊσιος από την M.RELF;;;  

Απάντηση.

Στο βιβλίο-Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ -του Αρχιμ.Χριστοδούλου Αγγελόγλου (έκδοση 1994) και στην σελίδα 181 διαβάζουμε τα εξής:

«Κατέβηκα μια μέρα στο κελί του Γέροντα, πριν από την Μ.Τεσσαρακοστή του 1987.Τότε ήταν στην επικαιρότητα το θέμα των ταυτοτήτων με τον κωδικό 666. Ρώτησα τον Γέροντα, αν όντως σε αυτές τις ταυτότητες υπάρχει μέσα ο αριθμός αυτός της Αποκαλύψεως και εκείνος μού είπε:

-Βάλθηκαν με πολύ πονηρό τρόπο να περάσουν αυτό το οικονομικό σύστημα και να παγιδέψουν τους χριστιανούς. Σε μας εδώ έχουν πολύ καθυστερήσει. Στην Αμερική ήδη χαράζουν το όνομα του θηρίου με laser στο μέτωπο και στο χέρι.Το 1982 σφραγίστηκαν 3000 στην Αμερική και μάλιστα εκεί σφραγίζονται τιμητικά πρώτα τα διακεκριμένα πρόσωπα, σαν ένα είδος ξεχωριστής τιμής.

Μού έφερε τότε ο Γέροντας ένα χαρτί κινέζικης προέλευσης και ένα από εδώ από την Ευρώπη, το οποίο είχε μια δωδεκάδα κουμπιά (σούστες) το οποίο πάνω είχε ολοκάθαρο το 666, έτσι αριθμητικά. Μου έφερε επίσης κάτι διαφημιστικά έντυπα διαφόρων τραπεζών από την Αυστραλία, που διαφήμιζαν το οικονομικό σύστημα και βεβαίωναν για την ασφάλεια που παρέχει στον κάθε «σφραγισμένο» (στο μέτωπο και στο δεξί το χέρι).

Επίσης μού έδειξε και το βιβλίο της Αμερικανίδας M.S.RELFE .THE NEW MONEY SYSTEM 666. Και συνέχισε ο Γέροντας στενοχωρημένος……

(σελ.183).. Σήμερα η λογική των γνωστικών παρασύρει τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι αγάπησαν τις διευκολύνσεις και έβαλαν στους εαυτούς τους δεσμά. Ενώ ξέρουν ότι τα τρία εξάρια (στο σύστημα του γραμμωτού κώδικα  UPC είναι διαβολικό σημείο, αυτοί δέχονται να βάλουν την υπογραφή τους…)

Η Μ.RELF στο βιβλίο της μεταξύ των άλλων γράφει και τα εξής:

Απόσπασμα της Μ.RELF
«Προς το σκοπό αυτό εντείνουν τις προσπάθειές τους τραπεζίτες, εκδοτικές εταιρίες Καρτών, τεχνικοί υπολογιστών και ηλεκτρονικοί, έτσι ώστε να κατορθώσουν να παραγάγουν τη Μια Κάρτα και τον Ένα Κώδικα που θα είναι υπεράνω των διαφορών που υπάρχουν σήμερα στις διεκπεραιώσεις και στα διάφορα συστήματα επαληθεύσεων. Για λόγους οικονομίας, υποψιάζομαι ότι η Παγκόσμια Κάρτα θα είναι μια Κάρτα με Μαγνητική Ταινία και Γραμμωτό κώδικα. Εφόσον το Σύστημα, κάποια μελλοντική στιγμή, θα πέσει στα χέρια της Παγκόσμιας Κυβέρνησης, θα πρέπει να αναμένουμε ένα Γραμμωτό Κώδικα που θα έχει ενσωματωμένο μέσα του Χάραγμα, τον αριθμό του ονόματος του Θηρίου (Αποκάλυψη 14:11)». «Αρχικά, ο αριθμός αυτός θα «χαράσσεται» σε μια κάρτα (μια κάρτα που θα παίζει ρόλο πιστωτικής κάρτας αλλά και δελτίου ταυτότητας και θα έχει παγκόσμια ισχύ). Σ’ ένα επόμενο στάδιο, ο αριθμός αυτός κατά τη Βιβλική προφητεία σφραγίζεται πάνω στο σώμα του ανθρώπου προσδιορίζοντας την ταυτότητά του. Όπως το χάραγμα αναγνώρισης επί ενός αντικειμένου είναι ένας γραμμωτός κώδικας, έτσι και το χάραγμα αναγνώρισης στην ταυτότητα – και αργότερα πάνω στον ίδιο τον άνθρωπο – θα είναι ένα πιστό αντίγραφο του γραμμωτού κώδικα. Σ’ αυτή τη φάση, κεντρικό ρόλο παίζουν οι Κυβερνήσεις, οι Τράπεζες και οι εταιρείες των πιστωτικών καρτών». 

Το βιβλίο της M.RELF μετάφρασε στα ελληνικά και ο Αγιορείτης Μοναχός Παρθένιος με τίτλο -ΑΝΗΣΥΧΗΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ-. Τυχαίο είναι η ομοιότητα των τίτλων της Επιστολής του Οσίου Παϊσίου (ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ) και του μοναχού Παρθενίου;;;(ΑΝΗΣΥΧΗΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ);;;.

Παραθέτουμε, σαν απάντηση αρχικά  δύο κείμενα: ένα απόσπασμα από το κείμενο ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ  του Οσίου και ένα από τα κείμενα του μοναχού Παρθενίου από το βιβλίο -ΤΑ ΑΝΗΣΥΧΗΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ-. Ο αναγνώστης ας βγάλει μόνος τα συμπεράσματά του.

Απόσπασμα από τα ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝΑπόσπασμα από το βιβλίο ΑΝΗΣΥΧΗΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ.
Πίσω λοιπόν από το τέλειο σύστημα “κάρτας εξυπηρετήσεως” ασφαλείας κομπιούτερ, κρύβεται η παγκόσμια δικτατορία, η σκλαβιά του αντίχριστου….. Και ενώ τα σημεία φαίνονται ξεκάθαρα “το θηρίο” στις Βρυξέλλες με το 666 έχει σχεδόν ρουφήξει όλα τα κράτη στο κομπιούτερ. Η κάρτα, η ταυτότητα, η εισαγωγή του σφραγίσματος, τι φανερώνουν;.. Μετά λοιπόν από την κάρτα, και την ταυτότητα, “το φακέλωμα” για να προχωρήσουν πονηρά στο σφράγισμα, θα λένε συνέχεια στην τηλεόραση, ότι πήρε κάποιος την κάρτα του και του σήκωσε τα χρήματα από την τράπεζα. Από την άλλη μεριά θα διαφημίζουν το “τέλειο σύστημα” το σφράγισμα στο χέρι η στο μέτωπο με ακτίνες λέιζερ, που δεν θα διακρίνεται εξωτερικά, με το 666 το όνομα του αντίχριστου.    «…Στο Λουξεμβούργο υπάρχει ένα τριώροφο κτίριο τής Ε.Ο.Κ. Διευθυντής του είναι ο κύριος αναλυτής και σχολιαστής τής Ε.Ο.Κ., ο Dr. HanricX Elderaan, Εβραίος. Το κτίριο αυτό στεγάζει το μεγαλύτερο κομπίουτερ του κόσμου. Είναι ένα γιγαντιαίο, αύτοπρογραμματιζόμενο κομπίουτερ που αναπτύχθηκε από την εταιρεία Burroughs. *Ο Dr. Eldeman το ονομάζει χαίδευτικά «το Θηρίο».Μα και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη μιλά για κάποιο «θηρίο». Τι παράξενη σύμπτωση! Έχει την ικανότητα να φακελώσει ηλεκτρονικά σήμερα 5 δις ανθρώπους. Όπως δήλωσε ο ίδιος, χρησιμοποιεί μια τριεξαψήφιο μονάδα για να δώσει έναν αριθμό σε κάθε άνθρωπο στη γη (6+6+6=18 Ψηφία). Η εργασία αυτή άρχισε διά μέσου του αριθμού κοινωνικών ασφαλίσεων, ταυτότητας, διπλώματος οδηγήσεως, πιστοποιητικού γεννήσεως, αριθμού διαβατηρίου ή χρήσεως πιστωτικών καρτών, όλοι οι κάτοικοι των προηγμένων βιομηχανικών κρατών είναι φακελωμένοι και συνεχώς παρακολουθούνται από το τέλος του Σήμερα, ίσως να έχει τελειώσει το φακέλωμα αυτό και για τον υπόλοιπο πληθυσμό της γης. Εκεί είμαστε γραμμένοι όλοι εμείς και σε λίγο με τη νέα μας ταυτότητα θα τροφοδοτουμε καθημερινά το «θηρίο«. Η κάθε χρήση της νέας μας ταυτότητας, που το φέρει επάνω της τον γραμμωτό κώδικα και το 666. θα περνά τελικά στο φάκελο του καθενός μας στις Βρυξέλλες. Εκεί όπως είναι γνωστό υπάρχει το κτίριο διοικήσεως τής Ε.Ο.Κ. Στους τρείς από  τους 13 ορόφους του, είναι έγκατεστημένο ένα όμριο κομπιούτερ με εκείνο του Λουξεμβούργου….Η νέα μας ταυτότητα είναι το τελευταίο σκαλοπάτι πριν από το χάραγμα στο χέρι ή στο μέτωπο. Η ταυτότητά μας ίσως μπορεί να χαθεί, να κλαπεί, να ξεχαστεί, το χέρι και το μέτωπο ποτέ. Το σφράγισμα θα γίνει με ακτίνες λέηζερ.(σελ.15-16)  

Επίσης στο βιβλίο-Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Β΄, Πνευματική Αφύπνιση, σελ. 183 – 187-Έκδοση Ησυχαστηρίου Ιωάννη Θεολόγου Σουρωτής γράφονται και τα εξής:

«….Σιγά – σιγά, μετά την κάρτα και την ταυτότητα, δηλαδή το «φακέλωμα», θα προχωρήσουν πονηρά στο σφράγισμα. Με διάφορα πονηρά μέσα θα κάνουν εκβιασμούς, για να δέχονται οι άνθρωποι το σφράγισμα στο μέτωπο ή στο χέρι. Θα στριμώξουν τα πράγματα και θα πουν: «Μόνο με τις κάρτες θα κινείστε, τα χρήματα θα καταργηθούν». Θα δίνει κανείς την κάρτα στο κατάστημα και θα ψωνίζει, και ο καταστηματάρχης θα παίρνει τα χρήματα από την Τράπεζα. Όποιος δεν θα έχει κάρτα, δεν θα μπορεί ούτε να πουλάει, ούτε να αγοράζει. Από το άλλο μέρος θα αρχίζουν να διαφημίζουν «το τέλειο σύστημα», το σφράγισμα με ακτίνες λέιζερ με το 666 στο χέρι ή στο μέτωπο, που δεν θα διακρίνεται εξωτερικά. Συγχρόνως στην τηλεόραση θα δείχνουν ότι ο τάδε πήρε την κάρτα του τάδε και του πήρε τα χρήματα από την Τράπεζα και θα λένε συνέχεια: «Πιο σίγουρο είναι το σφράγισμα με ακτίνες λέιζερ στο χέρι ή στο μέτωπο, γιατί μόνον ο κάτοχος ξέρει το νούμερό του. Το σφράγισμα είναι το τελειότερο σύστημα. Ούτε το κεφάλι μπορεί να πάρει ο άλλος, ούτε το χέρι, ούτε το σφράγισμα το βλέπει». Γι’ αυτό τώρα αφήνουν τους ληστές, τους κακοποιούς να οργώνουν. Δεκαπέντε Κελλιά λήστεψαν εκεί γύρω στις Καρυές. Έναν τον σκότωσαν, για να τον ληστέψουν. Έτσι θα βρει τότε ευκαιρία ο καθένας να καταπατήσει και να πάρει ό,τι θέλει. Ας πούμε, αν θέλει να καταπατήσει ένα χωράφι, θα πει ότι ήταν δήθεν του παππού του ή ότι το είχε νοικιάσει κάποτε για βοσκοτόπι, οπότε άντε να βρεις άκρη. Θα πουν μετά οι αρμόδιοι: «Δυστυχώς δεν μπορούμε να τους ελέγξουμε· ο έλεγχος μόνο με το κομπιούτερ μπορεί να γίνει», και θα προχωρήσουν στο σφράγισμα. Θα χτυπάει μετά το κομπιούτερ, θα βλέπει αν είσαι σφραγισμένος, για να σε εξυπηρετήσει ή όχι. 

Τι προτείνει ο Όσιος Παϊσιος να πράξουμε..

Στο βιβλίο -Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ- στην σελ.182 γράφονται τα εξής:

«Πολλοί ξέροντας την θέση μου, το ότι δεν συμφωνώ με όλα αυτά για την έκδοση αυτών των ταυτοτήτων, είπαν: «Ε, τι κι αν είπε ο Παϊσιος αυτό΄; Μια γνώμη ενός καλόγερου είναι αυτή, δεν είναι η γνώμη της Εκκλησίας». Αυτό όμως δεν είναι σωστό .Εγώ δεν εξέφρασα καμία δική μου γνώμη. Απλώς υποδεικνύω ταπεινά, σε όσους μου το ζητούν, την γνώμη της Εκκλησίας, που είναι το Ευαγγέλιο και τα λόγια του Χριστού….»

«Να κρατήσετε τις παλιές ταυτότητες και να ξεσηκωθείτε, αν θελήσουν να σας δώσουν τέτοια ταυτότητα«Ταυτότητα» θα πει ότι ταυτίζεσαι· αντιπροσωπεύει, δηλαδή, αυτό που είσαι»! (Μαρτυρίες προσκυνητών, Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης 1924 – 1994, Νικολάου Ζουρνατζόγλου, τόμος Β’, εκδόσεις Αγιοτόκος Καππαδοκία, Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 215 – 216)

Από το επίσημο βιβλίο του Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος» στην Σουρωτήόπου ο τάφος του Αγίου Παΐσίου και με τα λόγια που ο ίδιος είπε επί λέξει στις γερόντισσες, που αποτελούσαν πνευματικά του παιδιά, παραθέτουμε ό,τι ακριβώς είπε ο Γέροντας μεταξύ 1987 – 1994, για τις νέες ταυτότητες, που θα είναι πια ηλεκτρονικές, με τσιπ (Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Β΄, Πνευματική Αφύπνιση, σελ. 183 – 187)

«- Ο κόσμος, Γέροντα, ρωτάει τι να κάνουν σχετικά με τις νέες ταυτότητες.

– Εσείς καλύτερα, όταν σας ρωτούν, να τους λέτε να συμβουλεύονται τους Πνευματικούς τους και να κάνουν υπομονή να δουν πως θα ενεργήσει η Εκκλησία, γιατί πολλοί κάνουν ερωτήσεις, αλλά λίγοι καταλαβαίνουν τις απαντήσεις. Αφού ξεκάθαρα το γράφω στο φυλλάδιο «Σημεία των καιρών», ας ενεργήσει ο καθένας ανάλογα με την συνείδηση του».

Επίλογος

Οι άγιοι ως ασφαλείς οδοδείκτες στην Οδό της σωτηρίας, δεν ήταν αλάθητοι, ούτε η Ορθόδοξη πίστη τους δέχεται ως αλάθητους.

Ο Άγιος Φώτιος Πατριάρχης Κων/λεως γράφοντας στον Μητροπολίτη Ακυλείας για το θέμα  αποδίδει τα λάθη:

  1. Στις δύσκολες περιστάσεις που ανάγκαζαν πολλούς Πατέρες να παραποιήσουν τα πράγματα, επειδή και οι ίδιοι δεν μπόρεσαν να τα κατανοήσουν.
  2. Στο πνεύμα της οικονομίας. Κατανοώντας την αδυναμία των ανθρώπων να καταλάβουν το πραγματικό νόημα των πραγμάτων, συγκατέβαιναν.
  3. Μίλησαν με αυστηρό τρόπο ελέγχοντας τους αιρετικούς που πολεμούσαν την Εκκλησία.
  4. Στην άγνοια που είχαν, κάτι φυσικό για τους ανθρώπους.