Στην εποχή μας βλέπουμε, εντονότερα από ποτέ, ότι ητεχνολογίαδεν έχει αλλάξει μόνο τοντρόποπου οι άνθρωποιεπικοινωνούνμεταξύ τους, αλλά και τον τρόπο με τον οποίοζουνγενικότερα. Ιδιαίτερα μετά την έναρξη της πανδημίας, τον Μάρτιο του 2020, οι προσπάθειες για τηνψηφιοποίηση των πάντωναυξήθηκαν με φρενήρεις ρυθμούς. Η επίδραση του δικτύου σήμερα αντανακλάταισε κάθε πτυχή της ζωή μας, αλλά και στην οικονομία που διαμορφώνεται συνεχώς μπροστά μας.
Όλο και περισσότερεςκαθημερινές μας δραστηριότητες, όπως π.χ. η ψυχαγωγία, η μόδα, η μουσική κ.λπ., μετατρέπονται σε έναεμπόρευμαπου μπορείς να απολαύσεις μέσα από τηνπρόσβαση στο διαδίκτυοή σε μίαπληρωμένη εμπειρίαστους εικονικούς κόσμους του κυβερνοχώρου.
Σε κείμενο που δημοσιεύτηκε στο Vimaorthodoxias.gr στις 27/7/2022, που τιτλοφορείται «Άγριο ξέσπασμα Ελπιδοφόρου προς την Εκκλησία της Ελλάδος – ‘’Καιρός για μία ειλικρινή συζήτηση γύρω από το σεξ και το φύλο στην Εκκλησία», έγινε αναφορά και στο περί παραδοσιακής οικογένειας που ανέφερε ο Σεβασμιώτατος Γλυφάδας.
Το όλο θέμα είχε αφορμή τη βάπτιση δύο παιδιών που γεννήθηκαν με παρενθετικό τρόπο και θα ‘’ανατραφούν από ζεύγος ομοφυλοφίλων’’, όπως πληροφορούμαστε και από το άρθρο αυτό.
Στο εν λόγω άρθρο σημειώνεται αυτό που ο π. Ιωάννης Χρυσαυγής ανέφερε, πως δηλαδή ‘’υπάρχουν συγκεκριμένα θέματα για τα οποία οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεν αισθάνονται άνετα να τα ανοίξουν, και το πλέον κορυφαία ανάμεσα σ’ αυτά είναι η ομοφυλοφιλία, η οποία εγείρει παθιασμένο συναισθηματισμό, αλλά λίγη λογική ομιλία. Απλώς αναμασούν τη γνωστή φράση ‘μισούμε την αμαρτία, αλλά αγαπούμε τον αμαρτωλό’ μπορεί συχνά να είναι καταδίκη φαινόμενη ως συμπάθεια – είναι συχνά να είναι…
Το τεύχος 192 του περιοδικού«Ευθύνη», που εκδόθηκε τον Δεκέμβριο 1987, είναι αφιερωμένο στο θέμα«Άτομο και Εξουσία – Η άλωση της ιδιωτικής ζωής σήμερα»και, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει ένα πολύ ενδιαφέρον και άκρως επίκαιρο κείμενο του Παναγιώτη Φωτέα με τίτλο«Απέναντι στο “Ηλεκτρονικό Βιοπορτραίτο”».Μετά το εισαγωγικό αυτό σημείωμα, ακολουθεί τοπλήρες κείμενο αυτούσιο,με την έντονη προτροπή να αναγνωστεί από όλους.
Το “ηλεκτρονικό βιοπορτραίτο” είναι αυτό που σήμερα ονομάζουμε “ψηφιακό αποτύπωμα”, δηλ. όλα τα ψηφιακά δεδομένα που αφορούν έναν πολίτη, τα οποία συλλέγονται και καταγράφονται σε διάφορες υπηρεσίες του διαδικτύου, είτε έμμεσα κατά τη δραστηριότητά του, είτε άμεσα με κοινοποίηση προσωπικών πληροφοριών του από τον ίδιο, προκειμένου να έχει πρόσβαση…
Στα πλαίσια των δράσεων για τον πολιτισμό στην εκπαίδευση του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας, κυκλοφόρησαν από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (τμήμα δημοτικής εκπαίδευσης) τα βιβλία:
-Παρηγορήτισσα Άρτας – βιβλίο μαθητή (σελίδες 36)
-Παρηγορήτισσα Άρτας – βιβλίο δασκάλου (σελ.16)
Για τη δημιουργία των βιβλίων συνεργάστηκαν 15 επιστήμονες εκ των οποίων οι πέντε είναι καθηγητές πανεπιστημίου.
Ομολουμένως πρόκειται για πολυτελή επιμελημένη έκδοση με πολύ καλό φωτογραφικό υλικό. Είναι δε σημαντικό γεγονός, ότι η Παρηγορήτισσα της Άρτας γίνεται θέμα διαθεματικής διδασκαλίας στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, προκειμένου ο μαθητής να μάθει τα σχετικά με τον Ορθόδοξο ναό.
Περιεχόμενα του βιβλίου του εκπαιδευτικού
Διδακτικοί στόχοι του προγράμματος
Το εκπαιδευτικό υλικό απευθύνεται σε μαθητές της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης με τους εξής διδακτικούς στόχους.
Α. Να γνωρίσουν οι μαθητές τον χώρο της Παρηγορήτισσας και να τον τοποθετήσουν στο χώρο και στο χρόνο
Β. Να αποκτήσουν μια ευρεία αντίληψη και γνώση του χριστιανικού ναού, του λειτουργικού του χαρακτήρα, της αρχιτεκτονικής του και της κατασκευής του.
Γ. Να εξοικειωθούν με την ερευνητική παρουσίαση του μνημείου και του περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο είναι ενταγμένο.
Δ. Να αντιληφθούν τον ιστορικό χρόνο, τη βαρύτητά του στην αρχιτεκτονική δημιουργία και τις αλλαγές που υπεισέρχονται στην πορεία
Ε. Να συνδέσουν το μνημείο με τη γενική και τοπική ιστορία.
ΣΤ. Να ασκηθούν στη διαθεματική προσέγγιση του μνημείου.
Ζ. Να αναζητήσουν και να αντλήσουν πληροφορίες από το διαδίκτυο και τις βιβλιοθήκες, όπου έχουν πρόσβαση.
Παρατηρήσεις – σχόλια
Α. Βασική μας πρώτη παρατήρηση είναι ότι στα βιβλία δεν χρησιμοποιείται ως ιστορική πηγή ΤΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΠΕΡΙ ΑΡΤΗΣ ΚΑΙ ΠΡΕΒΕΖΗΣ του Μητροπολίτη Άρτης και Πρεβέζης Σεραφείμ Ξενόπουλου, στο οποίο υπάρχουν αρκετά στοιχεία για το ναό της Παρηγορήτισσας.
Β. Από τη μελέτη των βιβλίων διαπιστώσαμε, ότι υπάρχουν οι παρακάτω φαινομενικές αντιφάσεις.
Στα ιστορικά στοιχεία που παρατίθενται στη σελίδα 1 στο βιβλίο του εκπαιδευτικού γράφονται και τα εξής:
«Η Παναγία η Παρηγορήτισσα είναι Σταυροπηγιακή Μονή, αλλά παρόλο που είναι το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μνημείο της πρωτεύουσας του Δεσποτάτου απουσιάζουν οι ιστορικές μαρτυρίες για την ανέγερση και την διαδρομή του στους υστεροβυζαντινούς χρόνους. Μόνο η προφορική παράδοση και μεταγενέστερες πηγές με πρώτη αναφορά το σιγίλιο του Πατριάρχη Ιερεμία Β (1572-1505) με το οποίο η Μονή περιήλθε ως Μετόχιο στην Ιερά Μονή Κάτω Παναγιάς. Από το έγγραφο του Κ.Σάθα που μνημονεύει το σιγίλιο μαθαίνουμε πως ήταν γυναικεία Μονή και ότι εκείνη την εποχή είχε περιέλθει σε φτώχια και ερήμωση…»
Το δημοσιευθέν σιγίλιο σε ορισμένα σημεία έρχεται σε αντίθεση με τα γραφόμενα από τον Μητροπολίτη Άρτας Σεραφείμ Βυζάντιο (Ξενόπουλο) στο ΔΟΚΙΜΙΟ ΠΕΡΙ ΑΡΤΗΣ ΚΑΙ ΠΡΕΒΕΖΗΣ. Συγκεκριμένα ο Μητροπολίτης στην σελ. 146-147 γράφει τα εξής «…επειδή κατωκήθη η Πόλις μέχρι των πυλών της Μονής και επειδή οι Πατέρες ηνωχλούντο ως εκ της συνοικήσεως ταύτης, προσήλθον προς την μακαριωτάτην Βασιλίδα σύζυγον του Δεσπότου Μιχαήλ Β Θεοδώραν και καθικέτευον ενθέρμως, όπως μεσιτεύσεη παρά τω συζύγω ίνα ανεγείρη αντ΄αυτής, μενούσης ενοριακής Εκκλησίας, ετέραν Μονήν, εις τόπον απέχοντα ταύτης έγγιστα της ημίσειας ώρας. Της δεήσεως τοίνυν αυτών παραδεκτής γενομένης και οικοδομηθείσης ετέρας Μονής προς ησυχίαν των ασκουμένων εις θέσιν καλουμέμην, ως εκ του τμήματος εις ο κείται, οδός βρύσεως,επικληθείσης ΚατωΠαναγίας….»
Επομένως ο Μητρ. Σεραφείμ γράφει ότι η Παρηγορήτισσα λειτούργησε ως ΑΝΔΡΙΚΗ ιερά Μονή και η αδελφότητα μετακόμισε στην Ι.Μ.Κάτω Παναγιας για περισσότερη ησυχία .
Επίσης στην σελ 206 του ΔΟΚΙΜΙΟΥ Ο Μητρ.Σεραφείμ γράφει και τα εξής που επιβεβαιώνουν τα παραπάνω. «Κατά το έτος 1852 υπήρχεν εν Άρτη τυφλός τις παιδιόθεν, τούνομα Βλάσιος, κατοικών και ασκητεύων, εις τινα σμικρότατον οικίσκον εν τω περιβόλω του Ναού της Παρηγορηθείσης, διατηρούμενος υπό των ευσεβών. Αναχωρήσας δε εξ Άρτης τω 1853 έφθασεν αποστολικώς διελθών διάφορα μέρη, εις το Όρος του Άθωνος και υποταχθείς εις την Μονήν Γρηγορίου, αποκαρείς τε μεγαλόσχημος και μετονομασθείς Βενέδικτος, τύπος όντως και υπογραμμός τοις εκεί Πατράσι γενόμενος, και θείων οπτασιών αξιωθείς αφήκε το ζην εν τη ιδία Μονή τω 1862». ( σελίδα 206 Δοκιμίου).
Πώς δικαιολογούνται αυτές οι αντιφάσεις των ιστορικών πηγών;
Την απάντηση τη δίνει η προφορική παράδοση της περιοχής. Σύμφωνα με αυτή, η ιστορική μονή της Κάτω Παναγιάς ήταν στην αρχή γυναικεία.
Με την πάροδο του χρόνου ο αριθμός των μεν μοναζουσών της Κ.Παναγιάς ελαττώθηκε, η δε ανδρική αδελφότητα της Μονής της Παρηγορήτισσας αυξήθηκε. Οπότε αποφασίστηκε, η μεν μικρή γυναικεία αδελφότητα να μετακινηθεί στη Μονή Παρηγορήτισσας για τη συντήρηση και ευπρέπεια του ναού, η δε ανδρική να μετεγκατασταθεί στην Κάτω Παναγιά. Όταν το 1578 επισκέφτηκε την Άρτα ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β, βρήκε στη Μονή της Παρηγορήτισσας μοναχές και με το σιγίλιό του απαγόρευσε το «συνείσακτον» δηλ. τη συγκατοίκηση στον ίδιο χώρο μοναχών και μοναζουσών.
Γ. Η άποψη ότι «απουσιάζουν οι ιστορικές μαρτυρίες για την ανέγερση και την διαδρομή του στους υστεροβυζαντινούς χρόνους» ανατρέπεται από το ίδιο το επίσημο Συναξάριο της Οσίας Θεοδώρας του μοναχού Ιώβ Μέλη (13ος αιώνας) ο οποίος γράφει και τα εξής:
« Επεί ουν δε και την αυτής προέγνω τελευτήν, δάκρυσιν ητήσατο τη πανάγνω Θεομήτορι και τω πανενδόξω μάρτυρι Γεωργίω εξαμηνιαίον αυτή προς Θεόν διαπρεσβεύσασθαι χρόνον προς την του ναού τελείαν απάρτησιν, ό και γέγονε».
Ο ναός που θα έπρεπε να ολοκληρωθεί ήταν της Παρηγορήτισσας και όχι του νάρθηκα της Αγίας Θεοδώρας, όπως γράφεται. Σύμφωνα με ερευνητές, η προσθήκη του νάρθηκα στον ναό της Aγ. Θεοδώρας καθώς και η συγγραφή του βίου που χρονολογείται στον 13ο αι., οφείλονται σε πρωτοβουλίες της βασίλισσας Άννας, της νύφης της Αγίας και δεύτερης συζύγου του Νικηφόρου (Cvetković 1994. ).
Δ. Στο βιβλίο του δασκάλου (σελ.2) και στη σελ.7 του βιβλίου μαθητή η ερμηνεία του θεοτοκωνυμίου «Παρηγορήτισσα» βασίζεται αποκλειστικά στο θρύλο σύμφωνα με τον οποίο η ίδια η Παναγία εμφανίστηκε στη μάνα του αδικοχαμένου κάλφα – βοηθού του πρωτομάστορα του ναού, για να την παρηγορήσει. Έτσι λοιπόν καλλιεργείται στους μαθητές η άποψη ότι το μεσιτευτικό έργο της Παναγίας στην Άρτα είναι ένας θρύλος, ένα παραμύθι. (άποψη που δυστυχώς είναι ευρέως διαδιδομένη στον Αρτινό λαό).
Η εκκλησιαστική ιστορία όμως που διατηρήθηκε από τις ιστορικές πηγές και από την προφορική παράδοση είναι πολύ διαφορετικές. Η λέξη -Παρηγορήτισσα παράγεται από τη λέξη παρηγορώ. Το ρήμα παρηγορώ έχει τις εξής ερμηνείες:
Παρηγορώ= μειώνω τη θλίψη ή τον ψυχικό πόνο κάποιου προσώπου, κάνοντας ή λέγοντας ό,τι θα μπορούσε να του δώσει κουράγιο, θάρρος ή κάποια αίσθηση ασφάλειας.
Έτσι η Παναγία ονομάστηκε Παρηγορήτισσα για τους εξής λόγους.
1. Γιατί μείωσε τον ψυχικό πόνο των Αρτινών πιστών με την εξάμηνη παράταση που έδωσε στην κοίμηση της Οσίας Θεοδώρας.
2. Στη μεγάλη πλημμύρα του Αράχθου το 1215 παρηγόρησε ποικιλοτρόπως τους συγγενείς των θυμάτων και η παρουσία της Παναγίας της Παρηγορήτισσας με τη θαυματουργή εικόνα και το ναό της (που χτίστηκε στη συνέχεια) απέτρεψε τη μεταφορά της πρωτεύουσας του Δεσποτάτου από την Άρτα στη Θεσσαλονίκη. Έτσι το κράτος της Ηπείρου αποτέλεσε τείχος στη θρησκευτική και επεκτατική πολιτική του Βατικανού. (περισσότερα σε επόμενο άρθρο).
3. Καλλιέργησε την αίσθηση ασφάλειας των πολιτών, γιατί έσωσε την Άρτα.
– Από επιδρομή των Αλβανών το 1346. – Από τον Αλβανό Βογγόη το 1400 -Από τη φοβερή πυρκαγιά του 1361. -Από την πλημμύρα του Αράχθου τον Δεκέμβριο του 1793
-Από τη φοβερά πανώλη του 1816.
(Θαύματα της Παναγίας της Παρηγορήτισσας αναφέρονται στο σχετικό μας βιβλίο: ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑ Άρτης (ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ ΜΕΤΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΩΝ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΕΣΠΟΤΑΤΟΥ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ, ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΗΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΩΝ ΑΥΤΗΣ) Εκδόσεις Σαϊτη και μερικά δημοσιεύτηκαν και στον τοπικό τύπο).
Ε. Η αποσύνδεση του συγκεκριμένου ναού από τη θρησκευτική του ιστορία (πολλά στοιχεία της προφορικής παράδοσης σώζονται γραπτά) είναι συνδυασμένη με την προσπάθεια αποϊεροποίησης και της μουσειοποίησης του ναού και της ένταξής του μόνο στο πολιτιστικό περιβάλλον της περιοχής. Έτσι ο μαθητής θα μάθει μόνο τα αρχαιολογικά χαρακτηριστικά, αντιμετωπίζοντας το συγκεκριμένο ναό σαν ένα μουσειακό και νεκρό πολιτιστικό στοιχείο. Αυτό οδηγεί σταδιακά στην αλλοίωση του ορθοδόξου φρονήματος του μαθητή.
Ο μακαριστός π.Αντώνιος Αλεβιζόπουλος έλεγε τα εξής: «Τη Νέα Τάξη πραγμάτων δεν την ενδιαφέρει να αδειάσει τους ναούς, αλλά να τους γεμίσει με χριστιανούς με αλλοιωμένο το φρόνημα της πίστεως».
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Τα πολιτιστικά αγαθά με θρησκευτικό χαρακτήρα έχουν τόσο εκκλησιαστικό, όσο και πολιτιστικό χαρακτήρα. Τα θρησκευτικά πολιτιστικά αγαθά με λατρευτικό προορισμό ανήκουν σε μια ιδιαίτερη και πιο σύνθετη κατηγορία μνημείων, όπου η πολιτιστική (καλλιτεχνική) συνενώνονται άρρηκτα με τη θρησκευτική αξία και με τη λατρευτική (ιερή) φύση τους. Για τα πολιτιστικά, συνεπώς, αγαθά με λατρευτικό προορισμό (και εν προκειμένω ο ναός της Παργηγορίτισσας), θα πρέπει να αναζητηθεί μια διαφορετική και αντάξια του είδους τους μεταχείριση σε σχέση με τα λοιπά θρησκευτικά και πολιτιστικά αγαθά. Είναι οξύμωρο σχήμα να γνωρίζουμε πολλά για τις θεότητες που λατρεύονταν στην αρχαία Αμβρακία και να αγνοούμε βασικά στοιχεία της εκκλησιαστικής ιστορίας της Παρηγορήτισσας. Γι΄ αυτό θα πρέπει, η ιστορία όλων των βυζαντινών μνημείων της Άρτας να ενταχθεί σε ένα πρόγραμμα κατηχήσεως με ευθύνη της τοπικής εκκλησιαστικής αρχής, των τοπικών εκπαιδευτικών και πολιτιστικών φορέων. Είναι αδιανόητο Αρτινοί μαθητές όλων των βαθμίδων και Αρτινοί πολίτες να μην γνωρίζουν βασικά στοιχεία της τοπικής θρησκευτικής ιστορίας και των μνημείων που συναντούν καθημερινά. Για τα αρχαιολογικά χαρακτηριστικά του ναού έχουν γραφτεί πολλά και αξιόλογα. Είναι καιρός πλέον να συνδέσουμε τα βυζαντινά μνημεία με την εκκλησιαστική τους ιστορία.
Ο Γ.Λαμπάκης ο αρχαιολόγος που πρώτος ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την Παρηγορήτισσα της Άρτας, όταν επισκέφτηκε τον Ιούλιο το 1878 την Άρτα και το συγκεκριμένο ναό έγραψε τα παρακάτω.
« Θέαμα άρρητον. Θέαμα έξοχον. Θέαμα ίλιγγον φέρον. «Ω Θεέ μου, ποιαν δύναμιν πίστεως είχον οι αοίδιμοι του Βυζαντίου Αυτοκράτορες, και οι της «Άρτης Δεσπόται. Νομίζεις φανερά, ότι βλέπεις τον Μιχαήλ, ότι βλέπεις την Θεοδώραν…….Ότε εισήλθον εν τω Ναώ, έξεπλάγην προ του άρρητου μεγαλοπρεπούς θεάματος των μαρμάρινων κιόνων των ύποβασταζόντων τον θόλον. Έκεί διαβλέπεις τον μέγαν εν τη εκκλησιαστική αρχιτεκτονική νουν των χριστιανών αρχιτεκτόνων. Ουδέν ωραιότερον σύμπλεγμα τούτου! Ουδέν Θαυμασιώτερον! Ουδέν Χριστιανικόν οικοδόμημα μεγαλοπρεπέστερον τέως είδον.
«Εν μόνον λέγω, ότι εις μάτην έκοπίασα και έτρεξα, ίνα κατά Παύλον ειπώ, τοσούτους χρόνους διερευνών τας Χριστιανικάς Αρχαιότητας της Έλλάδος. Ποίας αρχαιότητας; το Δαφνίον ; ‘Αλλ’ αν έξαιρέσωμεν τα ψηφοθετήματα, τούτο παρίσταται γυμνόν, μικρόν, απλούν και πτωχόν οικοδόμημα, προ του τετραγωνικού γίγαντος της Παρηγορητίσσης, προ του πλουσίου τούτου Αυτοκράτορος, του προ του Αράχθου ως επί ενδόξου θρόνου καθημένου και φέροντος όλον τον πλούτον της Βασιλικής αυτού πορφύρας κατάστικτου υπό λεπτεπιλέπτου τέχνης αρρήτου λαμπρότητος! …..
Ω Σώκρατες, δίκαιον είχες λέγων ότι πάντα εν τη συνειδήσει και ουδέν εκτός ταύτης. Μαία δε χρειάζεται όπως γεννηθώσι ταύτα και λάβωσιν εξωτερικήν ύπαρξιν. «Ω ποίος διδάσκαλος δι’ έμέ υπήρξες Παρηγορήτισσα….
Είναι καιρός πλέον η Παρηγορήτισσα να γίνει και για μας ομολογιακός, ως προς την πίστη, δάσκαλός μας στις πονηρές μέρες που διερχόμαστε κατά τις οποίες η Ορθόδοξη πίστη αλλοιώθηκε με την παναίρεση του Οικουμενισμού που έχει μολύνει επικίνδυνα το εκκλησιαστικό σώμα.
Γράφει οΔημήτριος Νικ. Δασκαλάκης, Δικηγόρος Αθηνών
«Περισσότερο φοβούμαι τα δικά μας σφάλματα παρά των εχθρών τα σχέδια»
Θουκιδίδου Ιστορίαι Α 144, Επιτάφιος Περικλέους
«Η πτώση της Κωνσταντινούπολης για το Έθνος μας, δεν είχε τέτοια σημασία, όπως αυτή η έξοδος του Ελληνισμού από ολόκληρη την Ανατολή. Ένα φοβερό πράμα…».
Διδώ Σωτηρίου
Το παρόν άρθρο είναι ένας ελάχιστος φόρος τιμής και αφιερώνεται στην μνήμη των χιλιάδων Ελλήνων στρατιωτών και προσφύγων που σκοτώθηκαν κατά την μικρασιατική εποποιία, αφήνοντας τα κόκκαλά τους στην ιερά αιματοβαμμένη Ιωνική γη.
Φέτοςσυμπληρώνονται εκατό χρόνιααπό την ανείπωτη μικρασιατική καταστροφή που συγκλόνισε ολόκληρο τον Ελληνισμό,σημαδεύοντας ανεξίτηλα για πολλές δεκαετίες την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή της Ελλάδαςκαι πληγώνει μέχρι σήμερα τις καρδιές όλων των Ελλήνων.
Η μικρασιατική καταστροφή του 1922 συνιστά αναντίρρητατην μεγαλύτερη εθνική τραγωδίαστην Ιστορία του νεότερου Ελληνικού Κράτους. Ο απόηχος του σπαραγμού για την τραγική απώλεια της Ιωνικής γης που…
Η παράσταση αρχαίας τραγωδίας την 1η Σεπτεμβρίου 2022 στον χώρο της Ιεράς Μονής Παρηγορήτισσας και τα προβλήματα που δημιούργησαν οι σκηνοθετικές επιλογές, είχαν σαν αποτέλεσμα να δημοσιευθούν μέχρι τώρα τέσσερα σχετικά κείμενα προβληματισμού. Τρία στον τοπικό έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο και ένα σε ιστοσελίδα που ασχολείται με γενικότερα θέματα της Ορθοδοξίας κ.α. Έτσι ουσιαστικά ανοίχτηκε ένας δημόσιος γραπτός διάλογος προκειμένου να οριοθετηθούν πρακτικές που άπτονται θεμάτων πίστεως και δημιουργούν εντάσεις, απορίες και σκανδαλισμό.
Στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απαντήσεις σε ορισμένες ενστάσεις και απορίες που μας στάλθηκαν με αφορμή τη δημοσίευση του πρώτου μέρους του άρθρου μας με τίτλο
-Η Παρηγορήτισσα Άρτας. Εκκλησιαστικός ή πολιτιστικός χώρος; (σκέψεις-απόψεις-προβληματισμοί).
Δηλώνω εξ αρχής, ως Ορθόδοξος κληρικός και έννομος Έλληνας πολίτης, ότι δεν επιθυμώ να εμπλακώ σε ατέρμονες συζητήσεις με νόμους και διατάγματα. Ευχής έργο είναι να τεθούν οι βάσεις ενός υγιούς προβληματισμού πρακτικής οριοθέτησης των εννοιών εκκλησιαστικότητα – πολιτισμικότητα για τον ιερό χώρο της Παρηγορήτισσας, χρησιμοποιώντας στοιχεία από την τοπική ιστορία και την ιερά παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
ΕΝΣΤΑΣΗ ΠΡΩΤΗ. H Παρηγορήτισσα είναι πλέον μουσείο και δεν λειτουργεί ως ναός.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ. Στο προηγούμενο άρθρο μας παραθέσαμε ιστορικά στοιχεία με τα οποία αποδείξαμε ότι:
– Η Παρηγορήτισσα λειτούργησε ως Ιερά Σταυροπηγιακή Μονή και αργότερα καθιερώθηκε να είναι Μετόχι της Ιεράς Μονής Κάτω Παναγιάς με βάση Πατριαρχικό σιγίλιο (1578) του Πατριάρχη Ιερεμία Β του Τρανού.
– Στον αύλειο χώρο της βρίσκονται οι τάφοι των Δεσποτών της Ηπείρου, σύμφωνα με τη γραπτή μαρτυρία του Γ.Λαμπάκη, του πρώτου αρχαιολόγου – Βυζαντινολόγου που ασχολήθηκε με τον συγκεκριμένο ναό.
Επίσης ο Α.Ορλάνδος στο έργο του για την Παρηγορήτισσα της Άρτας (Αθήνα -1963) έγραψε τα εξής: «Ο (παλιότερος ) ναϊσκος {σημ.βρίσκεται δίπλα στον μεγαλοπρεπή ναό} θα διετηρείτο μέχρι της κατά τα τέλη του 13ου αιώνος ιδρύσεως του νέου ναού της Παρηγορητίσσης οπότε ή θα κατεδαφίσθη ή θα παρέμεινεν ακόμη επί τινας αιώνας ως τόπος ταφής ανωτέρων κληρικών ή αξιωματούχων της αυλής των δεσποτών της Ηπείρου… Αξιοσημείωτον είναι αι εντός και πέριξ του ναού αποκαλυφθείσαι ταφαί εντός λιθίνων κιβωτιοσχήμων τάφων οίτινες ευρέθησαν δυστυχώς πάντες συλημένοι…(σελ.23).
Επειδή δεν δόθηκε απ΄ό,τι φαίνεται η πρέπουσα σημασία και στα δύο αυτά στοιχεία παραθέτουμε στη συνέχεια απόσπασμα από το Πατριαρχικό σιγίλιο προκειμένου να αντιληφθούμε όλοι τη σοβαρότητα της κατάστασης.
Στο σιγίλιο του Πατριάρχη Ιερεμία Β μεταξύ των άλλων γράφονται και τα εξής: «….η μετριότης ημών αποφαίνεται και παρακελεύεται εν Αγίω Πνεύματι δια του παρόντος αυτής σιγιλιώδους γράμματος, ίνα το ειρημένον πατριαρχικόν σταυροπήγιον το λεγόμενον Παρηγορήτισσα είη υπό την διοίκησιν σκέπην και κυβέρνησιν της πατριαρχικής μονής της Παναγίας της ευρισκομένης κατά την οδόν της βρύσης (σημ. πρόκειται για την Ιερά Μονή Κ.Παναγιάς) και ονομάζεται μετόχιον αυτής εις αιώνας τους άπαντας, έχοντος άδειαν του εκείσε οσιωτάτου ηγουμένου ιερέα ακατάγνωστον εισαγαγείν εν αυτώ, ώστε ιερουργείν και ψάλλειν τω Θεώ, ου μην δε διανυκτερεύει εκείσε ή καθεύδειν όλως εν τοις ένδον κελλίοις …….και τον παραβαίνοντα ΑΦΟΡΙΣΜΏ ΑΛΥΤΩ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΩ καθυποβάλλομεν .΄Ετι δε διοριζόμεθα μηδένα των από μακράν και του κατά τόπον αρχιερέως Ναυπάκτου και Άρτης τολμάν οψέποτε εναντιωθήναι περί τούτου ή ακλήτως εισελθείν εν αυτή καθ θέλειν διακρίνειν αμετόχως ΄αφαρπάζειν τι των αφιερωμένων τη μονή ταύτη κτημάτων τε και πραγμάτων, εν βάρει αργίας και αφορισμώ τω από Θεού…».(Α.Ορλάνδου Η ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑ ΑΡΤΑΣ .Ολόκληρο το σιγίλιο δημοσιεύεται στις σελ.6 και 7).
Δηλ. ο Πατριάρχης Ιερεμίας κατοχυρώνει τον εκκλησιαστικό χαρακτήρα της μονής με την υποχρέωση του μεν ηγουμένου της Ι.Μ.Κ.Παναγιάς να ορίζει ιερέα για να ιερουργεί, του δε επιχώριου Αρχιερέως να μην εναντιώνεται σε αυτά, ούτε να αρπάζει τα περιουσιακά στοιχεία της Μονής. Η παράλειψη αυτών των υποχρεώσεων επισύρει τον αιώνιο αφορισμό σε αυτούς που δεν υπακούσουν.
Επίσης, επειδή δεν λειτουργείται τακτικά ως ναός (με άδεια μόνο δύο φορές το χρόνο), θεωρείται εκκλησιαστικά ΚΛΕΙΣΤΟΣ ΝΑΟΣ. Στο ιερό Πηδάλιο, που έχει συντάξει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, περιέχεται ο τέταρτος Κανόνας της εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου, ο οποίος είναι ξεκάθαρος σχετικά με το κλείσιμο των ιερών Ναών. Απαγορεύεται ρητά, σύμφωνα με τον Κανόνα, το κλείσιμο των ιερών Ναών για οποιονδήποτε λόγο και αιτία!
Κανών Δ΄ της Αγίας και Οικουμενικής Εβδόμης (Ζ΄) Συνόδου της εν Νικαία (Απόσπασμα από το «Σύνταγμα Θείων και Ιερών Κανόνων», των Ράλλη – Ποτλή, τόμος Β΄, εκδόσεις «Γρηγόρη»):
«…Ει τις ούν δι΄ απαίτησιν χρυσού, ή ετέρου τινός είδους, είτε διά τινα ιδίαν εμπάθειαν, ευρεθείη απείργων της λειτουργίας, και αφορίζων τινά των υπ΄ αυτόν κληρικών, ή σεπτόν ναόν κλείων, ως μη γίνεσθαι εν αυτώ τας του Θεού λειτουργίας, και εις αναίσθητον την εαυτού μανίαν επιπέμπων, αναίσθητος όντως εστί, και τη ταυτοπαθεία υποκείσεται, και επιστρέψει ο πόνος αυτού επί την κεφαλήν αυτού, ως παραβάτης εντολής Θεού και των Αποστολικών διατάξεων…».
Απόδοση του κανόνα στην νεοελληνική:
«…Εάν λοιπόν θα μπορούσε να είχε βρεθεί κάποιος, που να απαγορεύσει την τέλεση της Θείας Λειτουργίας, απαιτώντας χρυσό ή κάποιο άλλο είδος ή ακόμη για λόγους κάποιου προσωπικού πάθους και μάλιστα να αφορίσει κάποιον από τους κληρικούς, ή αν κλείσει κάποιον ιερό ναό, ώστε να μην γίνονται σ΄ αυτόν οι Θείες Λειτουργίες του Θεού και με αναισθησία επιρρίψει την μανία του με τιμωρίες, είναι όντως αναίσθητος και θα υποστεί και αυτός τα ίδια που έχει κάνει. Ο πόνος που έδωσε, θα επιστρέψει στο δικό του κεφάλι, διότι υπήρξε παραβάτης της εντολής του Θεού και των Αποστολικών διατάξεων…».
Η εκκλησιαστικότητα του χώρου φαίνεται και από το παρακάτω ιστορικό γεγονός. Στις 24 Ιουνίου 1963 επισκέφτηκε την Άρτα ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας συνοδευόμενος από τους εξής μητροπολίτες: Δέρκων Ιάκωβο -Πριγκηπονήσων Δωρόθεο – Ρόδου Σπυρίδωνα – Ιωαννίνων Σεραφείμ – Πρεβέζης Στυλιανό και Άρτης Ιγνάτιο Γ.
Χοροστάτησε σε πατριαρχική δοξολογία που έγινε στο ναό της Παρηγορήτισσας και μετά επισκέφτηκε το ναό της Αγίας Θεοδώρας (Κ.Βάγιας Ενθυμήσεις-περιοδικό Σκουφάς τευχ.38-39
————————————————————————-
ENΣΤΑΣΗ ΔΕΥΤΕΡΗ: Ο προαύλιος χώρος του ναού της Παρηγορήτισσας παραχωρήθηκε για τη συγκεκριμένη παράσταση από τοπικό δημόσιο πολιτιστικό φορέα, ο οποίος τελικά είναι ο κατά νόμων αρμόδιος.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Είναι τουλάχιστον οξύμωρο σχήμα να θεωρείται διαχειριστής του προαύλιου χώρου ενός Ορθόδοξου ναού ένας δημόσιος πολιτιστικός φορέας. Σύμφωνα με τους υπάρχοντες νόμους οι Ορθόδοξοι ναοί και οι μονές (και τα οικόπεδα όπου είναι κτισμένοι) έχουν ως διαχειριστές τους πρόσωπα που υπάγονται και ελέγχονται από την εκάστοτε τοπική εκκλησιαστική αρχή, αφού όλα αυτά ανήκουν στην εκκλησιαστική περιουσία.
Στην Άρτα δημόσιος φορέας έχει βέβαια υπό τη δική του ευθύνη την Παρηγορήτισσα και το άμεσο περιβάλλον της, ως διατηρητέο αρχαιολογικό μνημείο. Όμως ο Ν.3028/2002 οριοθετεί τις αρμοδιότητες του κάθε πολιτιστικού φορέα στους αρχαιολογικούς χώρους.
Στην παράγραφο 3 του νόμου γράφονται τα εξής;
1. Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας συνίσταται κυρίως:
α) στον εντοπισμό, την έρευνα, την καταγραφή, την τεκμηρίωση και τη μελέτη των στοιχείων της, β) στη διατήρηση και στην αποτροπή της καταστροφής, της αλλοίωσης και γενικά κάθε άμεσης ή έμμεσης βλάβης της, γ) στην αποτροπή της παράνομης ανασκαφής, της κλοπής και της παράνομης εξαγωγής, δ) στη συντήρηση και την κατά περίπτωση αναγκαία αποκατάστασή της, ε) στη διευκόλυνση της πρόσβασης και της επικοινωνίας του κοινού με αυτήν, στ) στην ανάδειξη και την ένταξή της στη σύγχρονη κοινωνική ζωή και
ζ) στην παιδεία, την αισθητική αγωγή και την ευαισθητοποίηση των πολιτών για την πολιτιστική κληρονομιά.
Το πρώτο εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής. Με τα προβλήματα που δημιούργησε η συγκεκριμένη παράσταση αλλοίωσε ή όχι την ιερότητα του χώρου; (β)
Οι παράγραφοi (η) και (ζ) αν ερμηνευτούν με βάση το είδος των πολιτιστικών εκδηλώσεων που πραγματοποιούνται στον συγκεκριμένο χώρο (όπως και η παράσταση της 1ης Σεπτ 2022) δεν ευσταθούν σαν επιχερήματα παραχώρησης του χώρου, γιατί η πολιτιστική κληρονομιά του συγκεκριμένου εκκλησιαστικού χώρου συνάδει με το Ευαγγέλιο, την εκκλησιαστική παιδεία, την εκκλησιαστική αισθητική αγωγή, τον μοναχισμό και την ασκητική της Ορθοδοξίας και δεν έχει καμία σχέση με την αρχαία ελληνική γραμματεία.
Ας μην ξεχνάμε, ότι η γέννηση της τραγωδίας συνδέεται άμεσα με τη λατρεία του θεού Διόνυσου με ό,τι αυτό συνεπάγεται.( ᾠδὴ τῶν τράγων = χορικό άσμα των λατρευτῶν του Διονύσου που φορούσαν δέρματα τράγων).
Ο χώρος όμως της Παρηγορήτισσας μας υπενθυμίζει ότι παρήλθε η περίοδος της προ Χριστού εποχής και βρισκόμαστε στη μετά Χριστό εποχή. Η ιστορία του συγκεκριμένου εκκλησιαστικού χώρου βρίσκεται στις βιβλιοθήκες και δυστυχώς δεν προβάλλεται, με αποτέλεσμα ο Αρτινός λαός να την αγνοεί. Για ποια παιδεία και για ποια αισθητική αγωγή μιλάμε;
Τα ιστορικά στοιχεία δηλώνουν ότι ο αύλειος χώρος του ναού χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφιακός χώρος.
Επίσης γνωρίζουμε ότι κατά τον εγκαινιασμό ενός ναού ο Αρχιερέας κρατώντας Άγια λείψανα περιφέρεται τρεις φορές γύρω από το ναό. Αυτή η εκκλησιαστική πρακτική αγιάζει και τον περιβάλλοντα χώρο.
Η πράξη της τριπλής περιφοράς των ιερών λείψανων γύρω από το ναό, φανερώνει την πίστη για την είσοδο του εγκαινιαζοµένου ναού και του περιβάλλοντος χώρου στο αιώνιο παρόν της ουράνιας βασιλείας. Έτσι ο χώρος ιεροποιείται. ( Γενικά το σχήµα του κύκλου είναι έκφραση του αιωνίου και του ατελεύτητου, καθώς δεν έχει αρχή και τέλος)
Πώς επιτρέπεται σήμερα η ιερότητα του χώρου να ευτελίζεται με τις λεγόμενες πολιτιστικές εκδηλώσεις που σε ορισμένες, οι σκηνοθετικές επιλογές φτάνουν σε βεβήλωση και ιεροσυλία;
ΕΝΣΤΑΣΗ ΤΡΙΤΗ. Το συγκεκριμένο έργο (τραγωδία) θεωρείται παγκοσμίως ένα αριστούργημα της λογοτεχνίας και μια από τις εξοχότερες αντιπολεμικές τραγωδίες που έχουν γραφτεί ποτέ, έχει δε παρουσιαστεί με τεράστια απήχηση σχεδόν σε όλες τις χώρες του κόσμου.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ. Δεν αμφισβήτησε κανένας την αξία του συγκεκριμένου έργου, ούτε τα αντιπολεμικά μηνύματα που διδάσκει. Όμως η ιστορία του χώρου της Παρηγορήτισσας και τα πρόσωπα που συνδέονται με αυτόν δίνουν περισσότερα αντιπολεμικά μηνύματα.
Πρώτα, το ίδιο το μήνυμα του Ευαγγελίου του Χριστού είναι αντιπολεμικό. Η Οσία Θεοδώρα και η Άννα Παλαιολογίνα Κατακουζηνή, που συνδέονται με την ιστορία του ναού, υπηρέτησαν με τις επιλογές τους το αγαθό της Ειρήνης. Αυτών τα αντιπολεμικά μηνύματα πρέπει να διδαχθούν στον συγκεκριμένο χώρο και αυτά προάγουν την παιδεία και την ευαισθητοποίηση των Αρτινών πολιτών. Τα αντιπολεμικά μηνύματα των τραγωδιών, ας διδάσκονται σε χώρους – θέατρα και όχι στα προαύλια Ορθοδόξων ιερών μονών, επειδή εκεί υποβιβάζουν το μήνυμα του Χριστού. ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΙ ΕΙΡΗΝΟΠΟΙΟΙ ΟΤΙ ΑΥΤΟΙ ΘΕΟΥ ΥΙΟΙ ΚΛΗΘΗΣΟΝΤΑΙ. Ας μην ξεχνάμε ότι σε κάθε εκκλησιαστική ακολουθία προσευχόμαστε ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ ΚΟΣΜΟΥ…
————————————————————————
ΕΝΣΤΑΣΗ ΤΕΤΑΡΤΗ. Η συγκεκριμένη παράσταση, διδάχθηκε στο χώρο με πολύ μεγάλο σεβασμό τόσο ως προς το πολιτισμικό περιβάλλον, όσο και προς τους θεατές και τις θεάτριες, από τους οποίους κανένας δεν προσβλήθηκε.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ. Γνωρίζουμε ότι ο σεβασμός και η ευλάβεια στο περιβάλλον ενός εκκλησιαστικού χώρου ακολουθεί κάποιους απαράβατους κανόνες. Το γυμνό ή το ημίγυμνο δεν συμπεριλαμβάνεται σε αυτούς τους κανόνες. Πώς είναι δυνατόν να συνδέεται η ασκητική ιστορία του χώρου της Παρηγορήτισσας, στον οποίο τιμάται ιδιαιτέρως το πρόσωπο της Θεοτόκου, με ημίγυμνους ηθοποιούς( άνδρες και γυναίκες) έξω από τον χώρο του ιερού βήματος;
Η άποψη ότι δεν προσβλήθηκε κανένας από τους θεατές δεν ισχύει, διότι και μόνο τα δημοσιευμένα κείμενα τη διαψεύδουν. Ας μην ξεχνάμε, ότι οι αρχαίοι ημών πρόγονοι παρουσίαζαν τις τραγωδίες σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους, τα θέατρα και οι ηθοποιοί ήταν πάντα άνδρες και ποτέ γυναίκες με σκηνοθετικές επιλογές που δεν προκαλούσαν.
Όσον αφορά τα της διδασκαλίας του έργου στον συγκεκριμένο χώρο σημειώνουμε τα εξής:
Στην αρχαία Ελλάδα το θέατρο αποτελούσε εκδήλωση που εντασσόταν σε ένα ευρύτερο θρησκευτικό και τελετουργικό πλαίσιο, χωρίς καμία εμπορευματική αξία και ήταν όντως διδασκαλία. Σήμερα το θέατρο (ως παράσταση) αποτελεί ένα πολιτιστικό αγαθό, το οποίο απευθύνεται πρωταρχικά σε θεατές -καταναλωτές, εντασσόμενο στο ευρύτερο πλαίσιο των λειτουργιών στη σύγχρονη κοινωνία του θεάματος.
Για το θέμα αυτό γράφτηκαν και τα εξής:
«Ο θεατής στην αρχαία Ελλάδα στηριζόταν στο έργο και στο θέμα του, προκειμένου από αυτό να αναχθεί σε γενικές έννοιες και αξίες που ανήκαν στον πνευματικό κόσμο που αποτελούσε το επιστέγασμα της τραγωδίας και της κωμωδίας. Αντίθετα, ο σημερινός θεατής, αγνοώντας ή μη κατανοώντας το φιλοσοφικό και αξιακό υπόβαθρο του έργου που παρακολουθεί, περιορίζει τις προσδοκίες του συνήθως στην επιτυχή και μόνο επικοινωνία του με το σκηνικό θέαμα και την ικανοποίηση των ερωτημάτων που αυτό θέτει ως συγκεκριμένη παράσταση…..
Ο θεατής στο αρχαίο θέατρο ήταν συμμέτοχος στα σκηνικά διαδραματιζόμενα, τα οποία όχι μόνο γνώριζε, αλλά κατανοούσε πλήρως ως ενέργειες, αξίες και συμπεριφορές, γεγονός που του επέτρεπε να οδηγηθεί στο τελικό ζητούμενο της παράστασης, δηλαδή στην «κάθαρση». Ο σημερινός θεατής αγνοεί τα δεδομένα της υπόθεσης, τα οποία ακόμα κι αν πληροφορηθεί εκ των προτέρων, προσλαμβάνει ως παραμυθιακή αφήγηση μάλλον ή συμβολική καταγραφή, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η πρόσληψή του, αφού ετοιμάζεται να παρακολουθήσει μάλλον μια δραματική ή κωμική ιστορία, χωρίς να μπορεί να κατανοήσει το βαθύτερο αξιακό της περιεχόμενο . Κατ΄ αυτό τον τρόπο, η βασική στόχευση του αρχαίου δράματος αυτοαναιρείται και ο σύγχρονος θεατής παραμένει (στην καλύτερη περίπτωση) απλώς παρατηρητής και κριτής του σκηνικού θεάματος από το οποίο αναμένει μάλλον μια αισθητική απόλαυση, παρά μια ψυχο – πνευματική μεταρσίωση, (https://theodoregrammatas.com)
Γι΄αυτό επιμένουμε ότι οι σκηνοθετικές επιλογές και η επιλογή του χώρου της παράστασης θα πρέπει να είναι τέτοιες, ώστε ο θεατής να μην βρίσκεται σε σύγχυση και αποπροσανατολίζεται.
ΕΝΣΤΑΣΗ ΠΕΜΠΤΗ. Δεν υπάρχει κανείς στην Ελλάδα, που να θεωρεί ότι θα πρέπει να απαρνηθούμε τους αρχαίους προγόνους μας και την πολιτισμική τους κληρονομιά.
AΠΑΝΤΗΣΗ. Κανένας δεν υποστηρίζει ότι πρέπει να απαρνηθούμε τους αρχαίους προγόνους μας και την πολιτιστική μας κληρονομιά.
Σε όλο το μεγαλείο της Ορθοδοξίας υπάρχει έντονη η αίσθηση του αρχαιοελληνικού δράματος, όπως παρουσιάσθηκε στην Αθήνα των μεγάλων τραγικών του 5ου αιώνα. Με την πάροδο του χρόνου και με τη βαθιά γνώση της ελληνικής σκέψης από τους εκκλησιαστικούς Πατέρες, από τον 4ο αιώνα και ύστερα, η Εκκλησία αποδέχθηκε σημαντικά στοιχεία από την κλασική παρουσίαση του αρχαίου δράματος, τα οποία εμπεριείχαν την ουσία της μυστηριακής καταγωγής τους, εμβαπτίζοντας βασικούς συμβολισμούς και έννοιες στη χριστιανική αλήθεια.
Οι πατέρες της εκκλησίας, Μ. Βασίλειος και Ι. Χρυσόστομος και άλλοι γνώριζαν τη δομή της αρχαίας τραγωδίας και τη διέσωσαν μέσα στη Θεία λειτουργία. Δεν αντιγράφουν δουλικά, αλλά εμπνέονται δημιουργικά από τη μορφή της αρχαίας τραγωδίας. Η αρχαία τραγωδία έδωσε το «μορφικό τύπο», το πλούσιο και κατάλληλο εκφραστικό ένδυμα.
Η εκκλησία έβαλε στο όλο Λειτουργικό γεγονός, το ζωοποιό πνεύμα. Έτσι υπάρχουν προφανείς ομοιότητες ανάμεσα στην αρχαία και την ορθόδοξη λατρεία, όπως:
Έχουμε τους λειτουργούς ιερείς σαν τους αρχαίους «υποκριτές», δηλαδή «ηθοποιούς» όχι με τη σημασία του θεατρινίσκου, αλλά του ηθοπλάστου (ποιώ + ήθος). Οι ιερείς στη Θεία Λειτουργία προάγουν την υπόθεση με τις δεήσεις και τα δρώμενα. Πρόκειται για το Θείο Δράμα, δηλαδή τη σωτήρια πορεία της ανθρώπινης παρουσίας του Ιησού Χριστού με αποκορύφωμα τη Σταύρωση και την Ανάσταση.
Οι δύο χοροί των ψαλτών (δεξιός και αριστερός) μας θυμίζουν τα δύο αρχαία ημιχόρια. Έχουμε την αγία Τράπεζα αντί της αρχαίας θυμέλης (και του βωμού γενικότερα) και το τέμπλο της Ωραίας Πύλης αντί του κτίσματος με τις εισόδους πίσω από τη σκηνή, όπως στο θέατρο του Ηρώδου του Αττικού.
Η ύψωση των χεριών του ιερέα στο «άνω σχώμεν τας καρδίας» προέρχεται από τη λατρεία του αρχαίου κόσμου (χαιρετισμός του ανατέλλοντος θεού Ηλίου). Το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε και για τα θυμιάματα και το νίψιμο των χεριών.
Ο αρχιεπισκοπικός θρόνος και τα στασίδια της εκκλησίας προσομοιάζουν με τον θώκο του πρωθιερέα του Διόνυσου και τα ιδιαίτερα καθίσματα των αρχόντων και άλλων επισήμων στο κοίλον του αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Οι κερκίδες, όπου κάθονταν οι θεατές και παρακολουθούσαν την παράσταση, αντιστοιχούν με το χώρο όπου κάθονται οι πιστοί και παρακολουθούν τη Θεία Λειτουργία και γενικά τα μυστήρια της εκκλησίας στα οποία μετέχουν. Τα ιερατικά άμφια, χαρμόσυνα ή πένθιμα, συμβάλλουν στην αναπαράσταση του θείου δράματος, έχοντας συγγένεια με την όψη της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας και συγκεκριμένα τη σκευή. Η όψη είναι η σύνθεση της όλης εικόνας που παρουσιάζεται στους θεατές, μέρος της οποίας είναι ο καθορισμένος σκηνικός χώρος, όπου γίνεται η αναπαράσταση της δράσης του θεατρικού κειμένου. Επίσης, οι διάλογοι μεταξύ Ιερέως, Διακόνου και Ψαλτών, ομοιάζουν με τον αρχαιοελληνικό δραματικό διάλογο που ξεκίνησε από το διθύραμβο του Θέσπιδος. (Πηγή «Από την Αρχαία Τραγωδία στη Θεία λειτουργία» Ι.Μακκά ΕΚΠΑ 2020)
Η εκκλησιαστική υμνογραφία αντλεί από την αρχαία Ελλάδα πολλά στοιχεία, όπως τους οκτώ ήχους. Υπάρχει αντιστοιχία της εκκλησιαστικής βυζαντινής υμνογραφίας σε αρχαιοελληνικούς στίχους π.χ. Το «στέργειν μεν ημάς ως ακίνδυνον φόβω» του Κανόνα των Χριστουγέννων αντιστοιχεί με το «λέγουσι δ’ ημάς ως ακίνδυνον βίον» από τη Μήδεια του Ευριπίδη στιχ. 248, αλλά και πολλοί άλλοι στίχοι.
Ο γράφων ήταν και είναι μελετητής των αρχαίων τραγωδιών, επειδή εκεί υπάρχει διασκορπισμένος ο σπερματικός λόγος. Σύμφωνα με τον άγιο Ιουστίνο, ο σπερματικός λόγος είναι η έμφυτη δύναμη του Λόγου του Θεού η οποία ενυπάρχει και ενεργεί σε όλους τους ανθρώπους και δια της οποίας ο Λόγος φωτίζει και καθοδηγεί τον άνθρωπο στην αναζήτηση και ανεύρεση της αλήθειας. Είναι μικρά τμήματα αλήθειας που αφορούν το κτιστό, και τις πανανθρώπινες αξίες, οι οποίες και είναι κοινές για όλους.
ΕΝΣΤΑΣΗ ΕΚΤΗ Δεν μπορεί να διανοηθεί κάποιος ότι μπορεί να προβεί σε λογοκρισία οποιασδήποτε πολιτιστικής δημιουργίας, ιδιαίτερα όταν αυτή (ανεξάρτητα από τις όποιες αντιλήψεις μεμονωμένων) γίνεται με όρους καλαισθησίας και σεβασμού στο κοινό.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ. Στη συγκεκριμένη ένσταση γίνεται μια σύγχυση των εννοιών λογοκρισία και κριτική. Προκειμένου να απαντήσουμε στην ένσταση αυτή πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι ονομάζουμε λογοκρισία και τι κριτική.
Λογοκρισία είναι ο προληπτικός έλεγχος που ασκείται συνήθως από μια αρχή σε προϊόντα του γραπτού ιδίως λόγου, αλλά και σε θεάματα ή ακροάματα (βιβλία, έντυπα, εφημερίδες, επιστολές, κινηματογραφικά ή θεατρικά έργα κτλ.) με δικαίωμα επέμβασης στο περιεχόμενό τους (διαγραφές, τροποποιήσεις, απαγόρευση δημοσιοποίησης, κυκλοφορίας κτλ.):
Κριτική είναι η νοητική και συναισθηματική λειτουργία κατά την οποία το άτομο αξιολογεί την αξιοπιστία των πληροφοριών και αποφασίζει τι να σκεφτεί ή τι να κάνει μέσω συλλογισμών που γίνονται με βάση όλα τα δυνατά στοιχεία που μπορεί να έχει στη διάθεσή του.
Για τη συγκεκριμένη θεατρική παράσταση δεν ζητήσαμε προληπτικό έλεγχο, ούτε αφαίρεση κάποιου σημείου του κειμένου δηλ. λογοκρισία. Απλά ασκήσαμε κριτική σε συγκεκριμένες σκηνοθετικές επιλογές που δεν συνάδουν με το χώρο της παράστασης. Δεν θα έχανε η ποιότητα του έργου αν όλοι οι ηθοποιοί (άνδρες και γυναίκες) ήταν ντυμένοι και όχι ημίγυμνοι.
Επίσης προκύπτει και το ερώτημα. Γνώριζαν οι σχετιζόμενοι τοπικοί παράγοντες τις σκηνοθετικές επιλογές της παράστασης;
Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι λόγω της εκκλησιαστικότητας του συγκεκριμένου χώρου υπάρχει και ο κίνδυνος εκτροπής σε ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΤΟΥ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΕΑΤΩΝ με κάποιες σκηνοθετικές επιλογές, οπότε τα θέματα περιπλέκονται.
Και κάτι ακόμα. Τον προηγούμενο μήνα παρακολούθησα την παράσταση της αρχαίας τραγωδίας «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» σε θεατρικό χώρο όμορου νομού. Προς το τέλος της παράστασης η πρωταγωνίστρια του έργου σε μια θεατρική αλλόφρονα κατάσταση πέταξε τα ρούχα της και έμεινε σχεδόν γυμνή (όχι ημίγυμνη) μπροστά στα έκπληκτα μάτια πολλών θεατών. Όσο και να μας σόκαρε το γεγονός, σιωπήσαμε με αυτή τη σκηνοθετική επιλογή, γιατί γινόταν σε θέατρο και όχι σε ιερό εκκλησιαστικό χώρο.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Α. Ο χώρος της Παρηγορήτισας είναι εκκλησιαστικός και όχι πολιτιστικός χώρος. Ως μετόχι μονής συνάδει με το ασκητικό και ησυχαστικό πνεύμα της Ορθοδοξίας και βρίσκεται σε άμεση σχέση με τη διδασκαλία του Ευαγγελίου και των Ορθοδόξων Πατέρων.
Β. Οι υποχρεώσεις των αρμοδίων προς το χώρο περιγράφονται ακριβώς στον Δ Κανόνα της Ζ Οικουμενικής Συνόδου και στο Πατριαρχικό σιγίλιο του 1584. Αρκεί να οριοθετηθούν σωστά οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των φορέων (εκκλησιαστικών – πολιτιστικών) που εμπλέκονται στο χώρο.
Γ. Η ανάδειξη του χώρου ως εκκλησιαστικό και αρχαιολογικής σημασίας μνημείο θα πρέπει να γίνει με άλλους τρόπους. Τέτοιοι τρόποι υπάρχουν πολλοί και βρίσκονται σε άμεση σχέση με την εκκλησιαστικότητα του χώρου. Ένας από τους τρόπους που προτείνουμε είναι και Η ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑΣ ΑΡΤΑΣ τον Σεπτέμβριο με ειδική για την περίπτωση ακολουθία. (η επιλογή του μήνα έγινε με βάση το συναξάριο της Οσίας Θεοδώρας).
Δ. Τα αριστουργήματα της κλασικής και της ομηρικής εποχής (έπη, τραγωδίες, ποιήματα, φιλοσοφικά και ιστορικά έργα), είναι σπουδαία και διαχρονικά, αλλά όχι ζωντανά. Ανήκουν στο χθες και μελετώνται ως μνημεία του παρελθόντος. Αντίθετα, τα κορυφαία έργα των αγίων (εκκλησιαστικών πατέρων, μελωδών και υμνογράφων), που εκτελούνται στις εκκλησίες μας όλο το έτος, δεν έχουν πάψει ούτε στιγμή να εκτελούνται όλους τους αιώνες, εδώ και περισσότερα από χίλια χρόνια, ακριβώς όπως γράφτηκαν. Ο λαός μας συμμετέχοντας σε αυτές τις υψηλές εκφράσεις του πολιτισμού μας κάθε χρόνο, αιώνες τώρα, αναβαπτίζεται στη σοφία και την ομορφιά τους, καλλιεργείται και μορφώνεται, συχνά μάλιστα μέσα σε εκκλησίες (μεγάλες ή μικρές) ηλικίας χιλίων ετών ή και περισσότερων, που είναι και οι ίδιες αρχαιολογικά μνημεία (με σοφή αρχιτεκτονική, γεμάτη συμβολισμούς). Μόνο που δεν έχουν πέσει ποτέ σε αχρησία, αλλά συνεχίζουν να είναι λειτουργικοί χώροι, όπου δραματουργείται η ένωση ανθρώπου και Θεού χωρίς διακοπή μέχρι και σήμερα!
Ε. Τέλος καλό θα είναι το φιλοθεάμον κοινό της Άρτας να απαιτήσει να δημιουργηθεί ένας κατάλληλος χώρος, ώστε εκεί να παρουσιάζονται οι κάθε είδους πολιτιστικές εκδηλώσεις, για να μην δημιουργούνται ενστάσεις και σκανδαλισμοί.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Στη συνεδρίαση της 8ης Οκτωβρίου 1965 της Ιεραρχίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος, ο τότε Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών Διονύσιος εισηγήθηκε το θέμα: «Τα δικαιώματα της Εκκλησίας έναντι των Ιερών Ναών, Παρεκκλησίων και Εξωκκλησίων, των κηρυσσομένων, υπό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας ως διατηρητέων Μνημείων ή Αρχαιολογικών Χώρων». Αναφερόμενος στη «μουσειοποίηση» των λατρευτικών οικοδομημάτων, μεταξύ άλλων, είπε χαρακτηριστικά: «Δυστυχώς όμως, αι ενέργειαι της Διευθύνσεως Αρχαιοτήτων εξέρχονται πολλάκις των επιτρεπομένων ορίων. Αναλαμβάνουσα οίκοθεν την αναστήλωσιν ή την συντήρησιν των εκκλησιαστικών μνημείων, καταλαμβάνει αυθαιρέτως αρχαίας ιεράς Μονάς, Ναούς, Παρεκκλήσια και Εξωκκλήσια και αποξενώνει τελείως τινά τούτων από του οικείου Επισκόπου, μεταβάλλουσα αυθαιρέτως τους καθηγιασμένους ιερούς τόπους λατρείας εις Μνημεία της νεκράς πλέον θρησκείας, εις αντικείμενα αρχαιολογικού μόνον και τουριστικού ενδιαφέροντος.
….. ιεροί και καθηγιασμένοι χώροι, εις ους επί αιώνας ολοκλήρους αντήχει η ιερά ψαλμωδία και μετά του λιβανωτού της λατρείας ανήρχοντο θερμαί αι προσευχαί προς τον Παντοκράτορα Κύριον και ετελείτο το Ιερώτατον της Θείας Ευχαριστίας Μυστήριον, μετά την κατάληψιν των υπό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, απηλλοτριώθησαν παντελώς του λατρευτικού των χαρακτήρος. Άλλοι δε πάλιν ιεροί χώροι, ως …..ο Ιερός Ναός «Παρηγορίτισσα» Άρτης (Β.Δ. 26.4.1921), (κ.α) χαρακτηρισθέντες ως διατηρητέα Μνημεία, δεν έχουν μεν απωλέσει τον λατρευτικόν των χαρακτήρα, πλην εξαρτώνται από την Διεύθυνσιν Αρχαιοτήτων εις σημείον ώστε άνευ της αδείας της να μη δύναται ουδέν να επιτελεσθή εν αυτοίς…(Αρχιμ. Θεόκλητος Α. Στράγκας, Εκκλησίας Ελλάδος ιστορία εκ πηγών αψευδών (1817-1967), τ. 7, Αθήναι 1969-1983, 4505 επ).
Για το θέμα της «μουσειοποίησης» λατρευτικών οικοδομημάτων ο Καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας Δημ. Πάλλας (1907-1995) έγραψε το 1989 τα εξής: «Είναι όμως επίσης αλήθεια, ότι και στους αρχαιολόγους δεν διαφεύγουν υπερβολές ή αστοχίες. Δεν νομίζω ότι π.χ. ήταν απαραίτητο, για τη συντήρηση του καθολικού -με τα ψηφιδωτά- της μονής του Οσίου Λουκά, καθολικού μονής εν ενεργεία, ο χαρακτηρισμός του ως Μουσείου, με απαγόρευση της άσκησης ιεροτελεστιών μέσα σε τούτο, με τοποθέτηση κοσμικών φυλάκων αρχαιοτήτων και είσπραξη εισιτηρίου. …. Επίσης μετατράπηκε σε Μουσείο η εκκλησία της Παρηγορήτισσας στην Άρτα (παρομοίως με ψηφιδωτά), αλλ’ εδώ χωρίς να διαφαίνεται κάτι ως αντιεκκλησιαστικό πνεύμα (ήταν και αυτή αρχικώς μονή -μέσα στην πόλη- αλλ’ από καιρό διαλυμένη). ( Εκκλησία και Αρχαιολογική Υπηρεσία», Αντί 411(1989), 48-49).
Αυτά γράφτηκαν ΄το 1965 και 1989.
Ερώτηση: Εν έτει 2022 ισχύουν τα ίδια; Δηλ. Μήπως διαφαίνεται σήμερα αντιεκκλησιαστικό πνεύμα για το συγκεκριμένο ναό αρχίζοντας από τον περιβάλλοντα χώρο; Ο έχων νουν νοείτω……
(Tο άρθρο δημοσιεύτηκε σε μέρη και στην εφημερίδα ΗΧΩ ΑΡΤΑΣ)