Διδαχή για την σωματική άσκηση και υπακοή. (+Γ. Ιωσήφ Βατοπαιδινού. 1/7/1921-1/7/2009)


 

 «Το σώμα, όταν μια φορά πυρωθεί στη φωτιά της ασκήσεως και βαφεί στο νερό των δακρύων, δεν αμβλύνεται πια από τους κόπους, γιατί καταπαύει τους πολλούς αγώνες, επειδή έγινε ανώτερο από την πρακτική άσκηση. Αλλά αφού δεχτεί μέσα του γαλήνη και σιωπή ειρήνης, γεμίζει μάλλον από μια άλλη δύναμη, άλλη ευτονία, άλλη ισχύ του Πνεύματος. Όταν τέτοιο σώμα αποκτήσει συνεργό η ψυχή και δει την κατάστασή του ότι είναι ανώτερη από τη σωματική άσκηση, αλλάζει τις φυσικές της κινήσεις και τις στρέφει σε νοητούς αγώνες και, εργαζόμενη με δύναμη τη νοερή εργασία, φυλάει για τον εαυτό της τους καρπούς των αθανάτων φυτών μέσα στο νοητό Παράδεισο. Απ’ όπου σαν ποταμοί τρέχουν οι πηγές των θεοπρεπών νοημάτων και μέσα στον οποίο βρίσκεται το δένδρο της γνώσεως του Θεού, που η χάρις, όταν επιδρά στη ψυχή του ανθρώπου μεταλάσσει τις ιδιότητες του όντος. Η επιπίπτουσα εις τον νουν και την ψυχήν χάρις επιδρά και στο σώμα, του οποίου, στα εισαγωγικά στάδια της πνευματικής ζωής, οι φυσικές λειτουργίες ενισχύονται και οι δυνάμεις πολλαπλασιάζονται».(Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη γνωστικών κεφαλαίων εκατοντάς, λθ΄)

 

Το κείμενο αυτό είναι κείμενο θεωρητικό, αναφέρεται στην τελειότητα. Όταν η χάρις έρθει πέρα για πέρα στη ψυχή του ανθρώπου, τότε αλλοιώνεται και του σώματος η φύσις. Μέσα  στον γνόφο της καταπαύσεως η δύναμη του Πνεύματος γίνεται ενδημούσα στον άνθρωπο, ο οποίος χωρίς κόπο πλέον και προσπάθεια ευρίσκεται σε συνεχή θεωρία, και το σώμα, το οποίο μετέχει σε αυτή την κατάσταση, δεν ευρίσκεται πλέον  στην πρώτη θέση των φυσικών αναγκών. Ζει εκτός των φυσικών νόμων, τρέφεται από τη χάρη. Ο Αββάς Παμβώ, όταν ο μαθητής του τον προσκάλεσε να φάγουν απήντησε: «Ουκ εφάγομεν τέκνον; Ει ουκ εφάγομεν, δεύρο και εσθίομεν».

Η χάρη λειτουργούσε μέσα του και ως φυσική τροφή. Ευρισκόμεθα εδώ σε καταστάσεις τελειότητας, όπου το θνητό έχει καταποθεί από τη ζωή.

Ο Απόστολος Παύλος και οι άγιοι Πατέρες μιλούν για σώμα πνευματικό. Είναι το σώμα το οποίο μετέχει  στις πνευματικές κινήσεις της ψυχής. Έτσι πρέπει να κατανοήσουμε την εμπειρία του Αποστόλου Παύλου: «οίδα άνθρωπον εν Χριστώ προ ετών δεκατεσσάρων —είτε εν σώματι ουκ οίδα, είτε εκτός του σώματος ουκ οίδα, ο Θεός οίδεν— αρπαγέντα τον τοιούτον έως τρίτου ουρανού» (Β’ Κορ. 12, 2). Αυτό μας δίνει να καταλάβουμε ότι το σώμα, αυτό το υλικό σώμα, κινούμενο από  Πνεύμα που ενδημεί σε αυτό,  γίνεται πνευματικό. Χωρίς να καταργείται η υλική σύστασή του υπερβαίνει τις συνθήκες στις οποίες είναι δεσμευμένη η υλη. Με τον τρόπο αυτό μεταλλάσσονται οι φυσικές κινήσεις του σώματος και εφόσον ενοικεί μέσα του το Πνεύμα, το σώμα ευρίσκεται αληθινά και πραγματικά στον νοητό παράδεισο. Με λίγα λόγια, αυτό είναι το νόημα του χωρίου.

 

 Πώς αυτό μπορεί να γίνει; Με ποιές μεθόδους, με ποιά ασκητική μπορεί κάνεις να μεταλλάξει τις φυσικές κινήσεις του σώματος;

 Η θεμελιώδης ασκητική είναι να νεκρώσει εντελώς ο άνθρωπος το θέλημά του. Εάν φθάσει στο σημείο να υποτάξει κάθε νόημα στην υπακοή του Χριστού, τότε το Πνεύμα τον οδηγεί στον σαββατισμό.

Η μεταλλαγή των φυσικών κινήσεων του ανθρώπου σε πνευματικές δεν είναι αποτέλεσμα ανθρωπινής προσπάθειας. Η πνευματική θεωρία π.χ. δεν είναι μία απλή μεταστροφή της ανθρώπινης σκέψεως, αυτό είναι πλάνη. Η θεωρία είναι δώρο του Θεού. Ο άνθρωπος καλείται να συντονίσει το θέλημά του προς το θέλημα του Θεού.

Με τον τρόπο αυτό η πράξη του θα γίνει φιλάδελφη, ταπεινή, το σώμα του θα καθαρθεί και η σκέψη του θα αναχθεί στο Θεό. Η τήρηση των εντολών με την ελεύθερη θέληση του ανθρώπου  και η  υποταγή με αγάπη κάθε νοήματος στο θέλημα του Χριστού είναι η θεμελιώδης ασκητική μέθοδος για να έλθει εντός του ανθρώπου η χάρη, η οποία όταν μπει μέσα του τον μεταλλάσσει. Στην εισαγωγική κατάσταση η υπακοή είναι, κατά κάποιο τρόπο, παθητική, αλλά με την πάροδο του χρόνου αλλοιώνεται με την αγάπη και τον φωτισμό του Πνεύματος και γίνεται στον άνθρωπο κάτι σαν κυριότητα. Ο άνθρωπος ξαφνικά έρχεται σε αίσθηση Θεού. Με την  επιπίπτουσα χάρη γίνεται η είσοδος του ανθρώπου στο χώρο της Αποκαλύψεως, οπότε οι φυσικές κινήσεις του  υπερβαίνονται, μεταλλάσσονται, ο άνθρωπος γίνεται απελεύθερος Χριστού, ενεργεί και ομιλεί «ως εξουσίαν έχων».

Η υπακοή δεν είναι μόνο ψυχική αλλά και σωματική αρετή, διότι ο άνθρωπος κινείται και από την εμπαθή επιθυμία, η όποια είναι και σωματική. Ακόμη και οι αδιάβλητες ανάγκες του ανθρώπου, η τροφή, ο ύπνος, η ανάπαυση, μπορούν να μετατραπούν σε εμπαθείς επιθυμίες εάν δεν φυλάξουν το μέτρο της χρείας. Η υπακοή σε πρώτη φάση αναφέρεται στην τήρηση του μέτρου της χρείας. Όταν η εμπαθής επιθυμία ριζώσει στον άνθρωπο, μετατρέπεται σε φιληδονία, γι’ αυτό η υπακοή συμβαδίζει σωματικώς με τη φιλοπονία. Η φιληδονία έχει ως ρίζα τη φιλαυτία. Όπου υπάρχει φιλαυτία καώ εγωισμός φυτρώνει κάθε φαύλο πράγμα. Αυτή είναι η πεσούσα ανθρώπινη φύση η οποία υπόκειται στον νόμο της βαρύτητας, που οδηγείται προς την αμαρτία.

Η πε­σούσα φύση ως τυφλή δύναμη, ως βαρύτητα, ωθεί τον άνθρωπο προς τα κάτω. Γι’ αυτό οι Πατέρες αφαίρεσαν  την επιθυμία και αρκέσθηκαν στους νόμους της χρείας. Η άσκηση οδηγεί στη φυσική κάθαρση του σώματος. Η αποδέσμευση των αισθήσεων από τη φιληδονία καθαρίζει το σώμα. Ο άνθρωπος χωρίς την κάθαρση δεν μπορεί να προσευχηθεί, ούτε να πλησιάσει τη θεωρία. Ο νους πριν ατενίσει με παρρησία τη προσευχή και ανοίξει η θύρα της θεωρίας πρέπει να γίνει νοικοκύρης στον εαυτό του. Ο πρώτος βαθμός της νοικοκυροσύνης είναι η υποταγή των αισθήσεων στους νόμους της χρείας. Έτσι υποχωρούν τα πάθη, καταργείται η παρά φύσιν ζωή. Το σώμα του ανθρώπου και ολόκληρος ο άνθρωπος καθαρίζεται και επιστρέφει  στη φυσιολογική κατάσταση, την ανεκτή στο Θεό. Τότε έρχεται η Θεία Χάρις και ελκύει  στο υπέρ φύσιν, στον αγιασμό, στην υπέρβαση όχι μόνον της χρείας, αλλά και της ανάγκης. Είναι απλά τα πράγματα.

 

Αυτή η διαδικασία μπορεί να βιωθεί από τους πιστούς μέσα στον κόσμο;

Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ πιστών που ζουν  στον κόσμο και μοναχών. Η μόνη διαφορά είναι το θέμα του γάμου και του πλουτισμού, δηλαδή της οικονομικής ευχέρειας που χρειάζεται ο άνθρωπος όταν έχει οικογένεια και κοινωνικές υποχρεώσεις. Φυσικά είναι δυσκολότερο μέσα στον κόσμο, κυρίως στη σημερινή κοινωνία, η οποία έχει παραφθαρεί και στα νοήματα και στα κινήματά της. Αλλά άλλο είναι το δύσκολο  και άλλο το αδύνατο. Ο άγωνας είναι ευκολότερος στον μοναχό διότι απέχει από τα αίτια. Έτσι έχει, εξαρχής, μία ελευθερία, στην οποίαν όμως μπορεί να φθάσει και ο πιστός μέσα  στον κόσμο με την τήρηση του μέτρου της χρείας. Αυτός είναι ο δρόμος, η αρχή και τα πρώτα στάδια της ασκητικής για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στην ελευθερία και την αγάπη και μέσω αυτών διά της Θείας Χάριτος  στη θεωρία και τον «σαββατισμό», όπου πραγματοποιείται η μεταλλαγή των φυσικών κινήσεων του σώματος.

 

(Γέροντος Ιωσήφ, «Λόγοι Παρακλήσεως»)

 

 

 

 

 

 

Τι είναι η Ευρώπη;(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς (1880-1956), επισκόπου Αχρίδας)


Είναι η επιθυμία και ο πόθος της εξουσίας και της ηδονής, και η γνώση. Αμφότερα ανθρώπινα: η ανθρώπινη επιθυμία και πόθος, και η ανθρώπινη γνώση.

Και τα δύο προσωποποιούνται στον Πάπα και στον Λούθηρο.

Τι είναι λοιπόν η Ευρώπη;

Ο Πάπας και ο Λούθηρος.

Χορτασμένες οι ανθρώπινες επιθυμίες εις το έπακρον, και χορτασμένη η ανθρώπινη γνώση εις το έπακρον.

Ο ευρωπαϊκός Πάπας είναι η ανθρώπινη επιθυμία της εξουσίας.

Ο ευρωπαϊκός Λούθηρος, η πείσμων απόφαση του ανθρώπου τα πάντα να εξηγηθούν με το νου του.

Ο Παπισμός χρησιμοποιεί την πολιτική, επειδή μόνον δι’ αυτής αποκτά κάποιος την εξουσία.

Ο Λουθηρανισμός χρησιμοποιεί τη φιλοσοφία και την επιστήμη, επειδή νομίζει ότι

αυτός είναι ο δρόμος, δια να απόκτηση κάποιος την σοφία.

Έτσι, η επιθυμία κήρυξε τον πόλεμο κατά της γνώσης και η γνώση κατά της

επιθυμίας.

Τούτο είναι η Ευρώπη.

Στην εποχή μας, όμως, ήλθε μία νέα γενιά Ευρωπαίων, η οποία νύμφευσε την

επιθυμία με τη γνώση και απέρριψε και τον Πάπα και τον Λούθηρο…

Η ανθρώπινη επιθυμία και η ανθρώπινη σοφία εστεφανώθησαν εις τας ημέρας μας

και ούτω συνήφθη γάμος, ο οποίος δεν είναι ούτε ρωμαιοκαθολικός ούτε

λουθηρανικός, αλλ’ οφθαλμοφανώς και δημοσίως σατανικός!

Η σημερινή Ευρώπη δεν είναι πλέον ούτε Παπική ούτε Λουθηρανική.

Είναι υπεράνω και έκτος τούτων. Είναι ολότελα επίγειος, χωρίς έστω και τον πόθο

να ανεβαίνει εις τον ουρανό, είτε με το διαβατήριο του αλάθητου Πάπα είτε πάλι με

τη σκάλα της προτεσταντικής σοφίας.

Αρνείται εντελώς το ταξίδι από τον κόσμο τούτο.

Επιθυμεί να παραμείνει εδώ.

Επιθυμεί να είναι ο τάφος της όπου και το λίκνο της.

Δεν γνωρίζει περί άλλου κόσμου.

Δεν αισθάνεται την ουράνιο ευωδία. Δεν βλέπει στον ύπνο της τους Αγγέλους και

τους Αγίους. Για την Θεοτόκο δεν θέλει να ακούσει. Η ακολασία την στερεώνει εις το

μίσος κατά της παρθενίας. […]

Οι φίλαρχοι και υπερήφανοι λαοί της Ευρώπης δεν αναγνωρίζουν ποτέ το σφάλμα

των. Έχουν χάσει την έννοια της αμαρτίας και της μετανοίας. Για κάθε κακό στον

κόσμο την ευθύνη έχει άλλος, αυτοί ποτέ.

Πως θα μπορούσαν αυτοί να διαπράξουν αμαρτία, αφού κάθισαν πάνω στο

θρόνο του Θεού και ανακήρυξαν τους εαυτούς των αλάθητους θεούς!

Πρώτος ανακήρυξε τον εαυτό του αλάθητο ο θρησκευτικός των ηγέτης, ο Πάπας.

Το παράδειγμά του, και εις πείσμα του, το ακολούθησαν οι άρχοντες της Δύσης και

οι Βασιλείς. Όλοι ανακηρύχτηκαν αλάθητοι, και οι τον Σταυρόν φορούντες και οι την

μάχαιραν φέροντες. (Δηλ. εκκλησιαστικοί και κοσμικοί άρχοντες).

Πηγή: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ



Ο Απόστολος Παύλος έναντι των αιρέσεων

 

μοναχού Αρσενίου Βλιαγκόφτη

 

Το στόμα του Χρυσορρήμονος Ιωάννου και η γραφίδα του θα χρειαζόταν για να εγκωμιάσουμε επαξίως τον μέγα Απόστολο Παύλο, το στόμα του Χριστού. Επειδή μας λείπουν και τα δύο αυτά, θα δανεισθούμε λόγους του ίδιου του Αποστόλου για να παρουσιάσουμε το θέμα μας. Φυσικά την αντιμετώπιση των αιρέσεων, θέμα τόσο σημαντικό στην ποιμαντική διακονία της Εκκλησίας, δεν θα μπορούσε να την αμελήσει αυτός που είχε την μέριμναν πασών των εκκλησιών1, ο Απόστολος των Εθνών Παύλος.

Ας ξεκινήσουμε όμως από το πως βλέπει ο Απόστολος την υγιαίνουσα διδασκαλία. Τι είναι, δηλαδή, αυτό που σήμερα ονομάζουμε Ορθοδοξία, τι είναι η σωστή πίστη, για να την αντιδιαστείλουμε κατόπιν προς την αίρεση. Υιοί Θεού, λέγει ο Απόστολος, είναι όσοι κινούνται και καθοδηγούνται από το Άγιο Πνεύμα (Ρωμ. 8, 14), οι πνευματέμφοροι, δηλαδή οι Άγιοι. Αυτοί είναι οι πραγματικοί Χριστιανοί.

H σωστή πίστη, η υγιαίνουσα διδασκαλία, όπως την ονομάζει ο Απόστολος, είναι αποτέλεσμα καθαράς συνειδήσεως, η οποία γεννιέται από τον καθαρό βίο. Η υγιής διδασκαλία της Εκκλησίας απευθύνεται στους πάντας. Έρωτα ο Απόστολος: Η Ιουδαίων ο Θεός μόνον; Ουχί δε και εθνών; Και απαντά: Ναι και εθνών2. Όχι μόνο στους Ιουδαίους αλλά σε όλους απευθύνεται ο Χριστός. Όλοι -αρκεί να το θέλουν- μπορούν να γίνουν κατά χάριν παιδιά του, να φθάσουν στον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος και στην κατά χάριν θέωση.

Όμως, δυστυχώς, δεν ανταποκρίνονται όλοι σ’ αυτό το κάλεσμα του Χριστού. Μάλλον αυτοί που ανταποκρίνονται είναι σχετικώς λίγοι. Αυτοί που ανταποκρίνονται αγιάζονται και σώζονται με τη χάρη του Χριστού και όχι με τις δικές τους μόνο δυνάμεις. Στην Εκκλησία έχουμε Χριστοσωτηρία και όχι αυτοσωτηρία ή εργοσωτηρία.Χάριτι έστε σεσωσμένοι3 βροντοφωνάζει ο Απόστολος.

Η σωστή πίστη φαίνεται στην καθημερινή πράξη. Όπως λέμε στη θεολογική γλώσσα, το δόγμα (δηλ. το τι πιστεύουμε) έχει -θα πρέπει να έχει- άμεση σχέση με το πως ζούμε. Παράλληλα όμως και σε αντίθεση προς το μυστήριο της ευσεβείας, που είναι η Εκκλησία, υπάρχει και το μυστήριο της ανομίας, η αίρεση δηλαδή και η πλάνη.

Σε αντίθεση με την Εκκλησία που χαρακτηρίζεται από ενότητα, στην αίρεση και την πλάνη υπάρχει πολυδιάσπαση. Είναι οι άθεοι και άπιστοι, οι αιρετικοί, οι σχισματικοί, αυτοί που κάνουν δικές τους φατρίες, οι σκανδαλοποιοί, αυτοί που επιμένουν στην αμαρτία και δεν μετανοούν.

Βασική αιτία όλων αυτών των καταστάσεων είναι η υπερηφάνειαΕι τις ετεροδιδασκαλεί… γράφει στον μαθητή του Τιμόθεο ο Απόστολος Παύλος,τετύφωται4. Δηλαδή με απλά λόγια, όποιος φτιάχνει μία δική του θρησκεία, δηλ. μια αίρεση, τετύφωται, έχει μέσα του βουνό την υπερηφάνεια, γι’ αυτό και δεν υποτάσσεται στον αληθινό Θεό.

Η υπερηφάνεια και τα πάθη, που γεννώνται από αυτήν, ρίχνουν τον άνθρωπο στην αίρεση. Ρίζα γαρ πάντων των κακών έστιν η φιλαργυρία, γράφει πάλι στον μαθητή του Τιμόθεο ο θείος Παύλος, ης τινές ορεγόμενοι απεπλανήθησαν από της πίστεως5. Η αμαρτία και τα πάθη μιαίνουν, λερώνουν τον νου και την συνείδηση και έτσι ο άνθρωπος απορρίπτει την υγιά διδασκαλία και ακολουθεί το δρόμο της αυτονομίας δουλεύοντας στα πάθη του. Οι απωσάμενοι την πίστιν και την αγαθήν συνείδησιν, εναυάγησαν περί την πίστιν6.

Πίσω από τα πάθη φυσικά είναι ο διάβολος, ο πατέρας του ψεύδους, που τα υποκινεί και παρασύρει τον άνθρωπο. Η αίρεση, η ετεροδιδασκαλία, όπως την ονομάζει ο Απόστολος, ξεκινά ως ένα ξένο σώμα μέσα στην Εκκλησία, το οποίο ο ζωντανός οργανισμός, που είναι η Εκκλησία, το αποβάλλει. Την αίρεση δημιουργεί ο θεός του αιώνος τούτου, δηλαδή το σαρκικό φρόνημα, το φρόνημα του παλαιού ανθρώπου, του ανθρώπου των παθών. Έτσι έχουμε μπροστά μας δύο αντίθετους κόσμους.

Την Εκκλησία από τη μία πλευρά και την αίρεση από την άλλη. Όπως το φως με το σκοτάδι δεν μπορούν να συνυπάρξουν, έτσι και η αλήθεια της Εκκλησίας με το ψέμα των αιρέσεων.

Να τι γράφει ο Απόστολος Παύλος στη Β’ προς Κορινθίους επιστολή του: κεφ. 6, 14

14 Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις· τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ, ἢ τίς κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος;. 15 τίς δὲ συμφώνησις Χριστοῦ πρὸς Βελιάρ, ἢ τίς μέρις πιστῷ μετὰ ἀπίστου;. 16 τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ θεοῦ μετὰ εἰδώλων; ἡμεῖς γὰρ ναὸς θεοῦ ἐσμεν ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω καὶ ἔσομαι αὐτῶν θεὸς καὶ αὐτοὶ ἔσονται μου λαός. 17 διό ἐξέλθατε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς. 18 καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα καὶ ὑμεῖς ἔσεσθε μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει κύριος παντοκράτωρ.

Δηλαδή:

14 Μη συνάπτετε στενόν σύνδεσμον προς τους απίστους, με τους οποίους δεν ημπορείτε να αποτελέσετε ταιριαστό ζευγάρι, ώστε να εμβαίνετε εις τον ίδιον ζυγόν μαζί τους. Διότι ποίος συνεταιρισμός ημπορεί να υπάρχη μεταξύ δικαιοσύνης και ανομίας; Ποία δε επικοινωνία μεταξύ φωτός και σκότους; 15 Ποία δε συμφωνία μπορεί να γίνη μεταξύ του Χριστού και του Σατανά; Ή ποίον μερίδιον δύναται να έχη ένας πιστός με ένα άπιστον; 16 Πως δε ημπορεί να ευρίσκωνται μαζί εις τον ίδιον τόπον ο ναός του Θεού και τα είδωλα; Ναι• δεν έχουν καμμίαν θέσιν τα είδωλα εις σας. Διότι σεις είσθε ναός του ζώντος Θεού, καθώς είπεν εις την Παλαιάν Διαθήκην ο Θεός• Ότι θα κατοικήσω μέσα των και θα περιπατήσω μεταξύ των και θα είμαι Θεός ιδικός των και αυτοί θα είναι λαός μου. 17 Δι’ αυτό εξέλθετε από μέσα από τους απίστους και ξεχωρισθήτε από αυτούς, λέγει ο Κύριος, και μη εγγίζετε οτιδήποτε ακάθαρτον. Και εγώ θα σας δεχθώ με στοργήν πατρικήν. 18 Και θα γίνω πατέρας σας και σεις θα είσθε παιδιά μου και θυγατέρες μου, λέγει ο Κύριος ο παντοκράτωρ7.

Η εμφάνιση των αιρέσεων δίνει την ευκαιρία να δοκιμασθεί και η αγάπη μας προς τον Χριστό, αν είναι γνήσια ή όχι. Αυτό το νόημα έχει ο λόγος του Αποστόλου δει γαρ και αιρέσεις εν υμίν είναι, ίνα οι δόκιμοι φανεροί γένωνται εν υμίν8.

Είπαμε ότι στη βάση όλων των αιρέσεων βρίσκεται η υπερηφάνεια. Απ’ αυτήν ακριβώς γεννιέται και η υπερβολική εμπιστοσύνη του ανθρώπου στον εαυτό του και στην προκειμένη περίπτωση η πίστη ότι με την κτιστή διάνοιά του ο άνθρωπος θα βρει μόνος του την αλήθεια. Βλέπετε, συνιστά στους Κολοσσαείς ο Απόστολος, μη τις υμάς εσταί ο συλαγωγών δια της φιλοσοφίας και κενής [=κούφιας] απάτης, κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου και ου κατά Χριστόν9.

Ας δούμε όμως πιο αναλυτικά τι κάνουν οι αιρέσεις. Οι αιρέσεις κηρύσσουν ένα άλλο Ευαγγέλιο (έτερον Ευαγγέλιον) και όχι το Ευαγγέλιο της εν Χριστώ σωτηρίας. Σήμερα κατ’ εξοχήν αυτό το έτερον Ευαγγέλιον συνοψίζεται στην εωσφορική πρόταση της αυτοσωτηρίας και αυτοθεώσεως του ανθρώπου χωρίς τον Θεό.

Οι αρχηγοί και διαφημιστές των αιρέσεων λένε στους ανθρώπους αυτά που τους αρέσουν, κολακεύουν τα πάθη τους, χαϊδεύουν τις ακοές των ανθρώπων10. Οι αιρέσεις σπρώχνουν τους ανθρώπους προσέχειν μύθοις11, να ασχολούνται με παραμύθια, θα λέγαμε στην απλή γλώσσα. Αυτό κι αν δεν γίνεται σήμερα! Βομβαρδίζονται οι άνθρωποι με ωροσκόπια, χαρτιά ταρώ και χίλια δύο άλλα παρόμοια. Τα υποψήφια θύματα εξαπατώνται με κούφια λόγια12.

Οι αιρετικοί είναι ψευδαπόστολοι και εργάται δόλιοι13. Γι’ αυτό μη μας εκπλήσσει που και αυτοί μιλούν για Χριστό14 και υποκρίνονται ότι είναι ευσεβείς15. Στ’ αλήθεια είναι λύκοι με προβιά προβάτων! Το κρίσιμο σημείο είναι αν πιστεύει κανείς στον σταυρό και στην ανάσταση του Χριστού και στο ότι ο Χριστός είναι ο μοναδικός σωτήρας του ανθρώπου, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος χωρίς αμαρτία.

Το να δέχεται κάποιος τον Ιησού Χριστό ως ένα σπουδαίο πνευματικό δάσκαλο ή κοινωνικό επαναστάτη, δεν σημαίνει τίποτε. Αυτό που ξεχωρίζει την πίστη της Εκκλησίας από την πλάνη των αιρέσεων, είναι ότι η Εκκλησία ομολογεί και κηρύσσει Ιησούν Χριστόν σταυρωθέντα και αναστάντα, μοναδικό σωτήρα του ανθρώπου. Τίποτε λιγότερο από αυτό.

Η αντιμετώπιση των αιρέσεων

Ας δούμε τώρα τι λέγει ο Απόστολος Παύλος για την αντιμετώπιση των αιρέσεων. Όπως ξέρουμε, η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη. Η γνώση και βίωση της πίστεως• η συνειδητή ένταξη στην Εκκλησία ως σώμα Χριστού και η στερέωση στην πίστη• αυτή είναι η καλύτερη πρόληψη.

Για να μη φάει ο λύκος τα πρόβατα, θα πρέπει ο τσομπάνης (ο ποιμήν) να είναι καλός και τα σκυλιά να κάνουν σωστά τη δουλειά τους αλλά και τα ίδια τα πρόβατα να γνωρίζουν να προφυλάσσονται.

Ας ξεκινήσουμε από αυτό το τελευταίο.

Ο Απόστολος μας δίνει απλές, αποτελεσματικές αλλά και κατηγορηματικές οδηγίες στα λογικά πρόβατα: Επειδή οι αιρετικές διδασκαλίες προκαλούν κλυδωνισμούς και αναταράξεις στις συνειδήσεις16 γι’ αυτό, λέγει

α): μη διαβάζετε και μην ακούτε αιρετικά πράγματα (διδαχαίς ποικίλαις και ξέναις μη παραφέρεσθε17) και

β): απομακρυνθείτε από αιρετικούς ανθρώπους (μη ουν γίνεσθε συμμέτοχοι αυτών18 και μη συγκοινωνείτε τοις έργοις τοις ακάρποις του σκότους, μαλλον δε και έλέγχετε19) και

γ): Ακόμη και άγγελος εξ ουρανού να σας κηρύξει άλλο ευαγγέλιο, μην το δεχθείτε. Να τι γράφει ο Απόστολος στους Γαλάτες: Αλλά και εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ’ ο ευαγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα εστω20.

Δίνει δηλαδή ο Απόστολος ένα απόλυτο αλλά και ασφαλέστατο κριτήριο: Ό,τι δεν συμφωνεί με την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας (εδώ συμπεριλαμβάνονται οι Ιεροί Κανόνες και η διδασκαλία των Αγίων), εσείς -λέγει- μην το δεχθείτε και μην το ακολουθήσετε, όποιος και αν είναι αυτός που θα σας το πει!

Ας έρθουμε τώρα και στους ποιμένες των λογικών προβάτων. Τι θα πρέπει να κάνουν αυτοί, ώστε με τη χάρη του Θεού να διαφυλάξουν τα πρόβατα από τους λύκους-αιρετικούς.

Κατ’ αρχήν ο καλός ποιμήν θα πρέπει να είναι πρόθυμος να θυσιασθεί για το ποίμνιο, κατά το πρότυπο του καλού ποιμένος Χριστού. Μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά το του ετέρου έκαστος21, παραγγέλλει ο θείος Παύλος. Ο καλός ποιμήν γνωρίζει ότι εχθρός είναι ο διάβολος και η πλάνη. Τον διάβολο λοιπόν και την πλάνη αποστρέφεται. Τους πλανωμένους, τα θύματα των αιρέσεων, τα αντιμετωπίζει όπως ο γιατρός τους ασθενείς. Προσπαθεί να τους βοηθήσει, εάν φυσικά το θέλουν και το δέχονται.

Ο καλός ποιμήν αφήνει τα 99 πρόβατα της μάνδρας για να αναζητήσει το ένα χαμένο και πανηγυρίζει όταν το βρεί22. Ο καλός ποιμήν απευθύνεται σε όλους κηρύσσοντας το Ευαγγέλιον (=χαρμόσυνο άγγελμα) της σωτηρίας23, ορθοτομεί τον λόγον της αληθείας24, ερμηνεύει σωστά το Ευαγγέλιο. Απευθύνεται κυρίως στην ελευθερία των προσώπων και προσπαθεί να κεντρίσει το φιλότιμό τους25.

Ο καλός ποιμήν μιλάει τη γλώσσα που καταλαβαίνουν οι άνθρωποι στους οποίους απευθύνεται. Χρησιμοποιεί τα μέσα που έχει στη διάθεσή του (σήμερα ραδιόφωνο, τηλεόραση, διαδίκτυο-Internet) -υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι αυτά είναι συμβατά με το φρόνημα και το ήθος της Εκκλησίας- προκειμένου να επιτύχει τον σκοπό του, να μεταδώσει δηλαδή το Ευαγγέλιο.

Να τι γράφει ό Απόστολος μας στους Κορινθίους 9,19 :

19 Ἐλεύθερος γὰρ ὢν ἐκ πάντων πᾶσιν ἐμαυτὸν ἐδούλωσα, ἵνα τοὺς πλείονας κερδήσω· 20 καὶ ἐγενόμην τοῖς Ἰουδαίοις ὡς Ἰουδαῖος, ἵνα Ἰουδαίους κερδήσω· τοῖς ὕπο νόμον ὡς ὑπὸ νόμον, μὴ ὢν αὐτὸς ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον κερδήσω· 21τοῖς ἀνόμοις ὡς ἄνομος, μὴ ὢν ἄνομος θεοῦ ἀλλ’ ἔννομος Χριστοῦ, ἵνα κερδάνω τοὺς ἀνόμους· 22 ἐγενόμην τοῖς ἀσθενέσιν ἀσθενής, ἵνα τοὺς ἀσθενεῖς κερδήσω· τοῖς πᾶσιν γέγονα πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω.26

Ο καλός ποιμήν χρησιμοποιεί διαφόρους τρόπους ποιμαντικής δράσεως, όπως ο καλός γιατρός διάφορα φάρμακα, ανάλογα με το είδος και τη σοβαρότητα της αρρώστιας. Να τι υποδεικνύει στον μαθητή του Τιμόθεο: Κήρυξον τον λόγον, επίστηθι ευκαίρως ακαίρως, έλεγξον, επιτίμησον, παρακάλεσον (=παρηγόρησον), εν πάση μακροθυμία και διδαχή27. Άλλοτε χρειάζεται πολλή αγάπη μήπως τη περισσοτέρα λύπη καταποθή ο τοιούτος28 και άλλοτε αυστηρότητα29 πάλι για το καλό του ασθενούντος πνευματικά ή πλανωμένου.

Μερικές φορές χρειάζεται και ο έλεγχος δημοσία και όχι μόνον κατ’ ιδίαν. …τους αμαρτάνοντας ενώπιον πάντων έλεγχε, ίνα και οι λοιποί φόβον εχωσι30 γράφει ο Απόστολος προς τον μαθητή του Τιμόθεο. Είναι περιπτώσεις που επιβάλλεται άμεση ενέργεια και αποστομωτική απάντηση, διότι οι ανυπότακτοι, ματαιολόγοι καιφρεναπάται (=που εξαπατούν τα μυαλά των άλλων)31, κάνουν μεγάλη ζημιά. Στο να έχουν καλό αποτέλεσμα οι λόγοι και οι ενέργειες του ποιμένος βοηθεί το να είναι αυτός ακατηγόρητος32, το να μη βαρύνεται, δηλαδή, με λόγους και πράξεις για τις οποίες μπορεί να κατηγορηθεί, ούτε, ακόμη περισσότερο, με σκάνδαλα.

Μερικές φορές η θεραπεία είναι δύσκολη, επειδή άργησε ο ασθενής να πάει στον γιατρό33. Άλλες φορές πάλι επιβάλλεται η αποκοπή του μέλους που νοσεί ανιάτωςκαι κινδυνεύει να μολύνει, σαν τη γάγγραινα, και τα υγιή μέλη34. Πάντως ο καλός ποιμήν ποτέ δεν απελπίζεται, αφού το ξυπνητήρι της συνειδήσεως μπορεί να λειτουργήσει μέχρι και την τελευταία στιγμή, που ο άνθρωπος έχει τα μάτια του ανοιχτά σ’ αυτόν τον κόσμο.

Ας δούμε και ερμηνεία του γνωστού γραφικού χωρίου αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει ων αυτοκατάκριτος35. Εδώ ο Απόστολος εννοεί τον αιρετικό που επιμένει να δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία. Αυτόν πράγματι, αφού τον συμβουλεύσει ο ποιμήν μια-δυο φορές και δεν διορθώνεται, είναι καλύτερα να παύσει να ασχολείται μαζί του και να τον αποκόψει.

Εδώ φθάσαμε στο τέλος του σύντομου ταξιδιού με οδηγό τον μέγα Απόστολο των εθνών Παύλο. Ακούσαμε τι λέγει για τις αιρέσεις και τον τρόπο της αντιμετωπίσεώς των. Θα το συνοψίσουμε και θα το επαναλάβουμε: μόνον η συνειδητή ένταξή μας στη μάνδρα της Εκκλησίας μας παρέχει ασφάλεια από τους λύκους-αιρετικούς, οι οποίοι μάλιστα πολλές φορές εμφανίζονται με ένδυμα προβάτου.

Ας ευχηθούμε ο καλός Θεός, ο θέλων πάντας ανθρώπους σωθήναι, και εις επίγνωσιν αληθείας έλθείν36, να φωτίζει με τις ευχές των πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου και πάντων των αγίων εμάς μεν να φυλάξουμε τον θησαυρό της πίστεως αγωνιζόμενοι και αγιαζόμενοι, τους δε μακράν της ποίμνης αιρετικούς και πλανωμένους να φωτίζει, ώστε να επιστρέψουν εν μετανοία στην αγκαλιά του στοργικού πατέρα, που τους περιμένει υπομονετικά.

 

 

1. Β’ Κορ. 11, 28.

2. Ρωμ. 3, 29.

3. ‘Εφ. 2,5

4. Α’ Τιμ. 6, 3.

5. Α’ Τιμ. 6, 10.

6. Πρβλ. Α’ Τιμ. 1, 19.

7. Βλ. Καινή Διαθήκη, έκδ. Σωτήρ, 3-6-1993, σσ. 728

8. Α’ Κορ. 11, 12.

9. Κολ. 1, 8.

10. κνηθόμενοι την ακοήν, λέγει ο Απόστολος μας, γράφοντας στον μαθητή του Τιμόθεο (Β’ Τιμ. 4, 2).

11. Α’ Τιμ. 1, 3.

12. Εφ. 5, 6.

13. Β’ Κορ. 11, 13.

14. Φιλ. 1, 15.

15. Ρωμ. 16, 17-18.

16. Εφ. 4, 14.

17. Εβρ. 13, 9.

18. Εφ. 5, 7.

19. Εφ. 5, 11.

20. Γαλ. 1, 8.

21. Α’ Κορ. 10, 24).

22. Ματθ. 18, 12-13.

23. Κορ. 1, 28.

24. Β’ Τιμ. 2, 15.

25. Β’ Κορ. 8, 8.

26. Α’ Κορ. 9, 19-22.

27. Β’ Τιμ. 4, 2.

28. Β’ Κορ. 2, 6.

29. Α’ Κορ. 4, 18-21.

30. Α’ Τιμ. 5, 20.

31. Τίτ. 1, 10.

32. Τίτ. 2, 8.

33. Πρβλ. Εβρ. σ. 6.

34. Β’ Θεσσ. 3, 6.

35. Τίτ. 3, 10-11.

36. Πρβλ. Α’ Τιμ. 2,4

 

Περιοδικό ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ τεύχος 56

Γιατί ο Πέτρος αρνήθηκε το Χριστό;

 

γέροντος Ιωσήφ του Βατοπαιδινού

Ερωτ.: Γέροντα, μας μιλήσατε προηγουμένως για το ατελές του Απ. Πέτρου, προ της Πεντηκοστής. Λόγω της ατέλειας του αρνήθηκε τον Κύριο μας;

Απαντ.: Το θέμα της αρνήσεως του Πέτρου, κατά τις κρίσεις των Πατέρων, είναι οικονομία. Διότι δεν ήτο δυνατό ο Πέτρος, ο οποίος εις όλη την περίοδο πού ήταν μαζί με τον Χριστό και έδειξε τόσο ζήλο και τόση ταπεινοφροσύνη, να πέση σε τόσο μεγάλο λάθος, να αρνηθή τρεις φορές τον Δεσπότη Χριστό. Δεν είναι λογικό αυτό. Θυμηθείτε την ομολογία του Πέτρου!

Όταν ο Ιησούς μας ερώτησε: «Υμείς δε τίνα με λέγετε είναι;» ο Πέτρος ωμολόγησε και είπε: «Συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος». Και ο Ιησούς μας εγύρισε και του είπε: «Μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψε σοι, αλλ’ ο Πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς. Καγώ δε σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν». (Ματθ. 16,16-18).

Ο Πέτρος κατά φύσι ήταν πολύ ζηλωτής και ασυμβίβαστος. Μέσα στην πανσοφία Του ο Θεός, μετά την θερμή του ομολογία, τον έθεσε θεμέλιο Γης Εκκλησίας. Επειδή όμως η Εκκλησία θα αγκάλιαζε όλη την ανθρώπινη φύσι, όλους τους χαρακτήρες, όχι μόνο τους ζηλωτές και ισχυρούς αλλά και τους ασθενείς και αδυνάτους, επιτρέπει ο Κύριος την τριπλή άρνησι. Διότι, μην ξεχνάμε· οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ασθενείς και αδύνατοι. Ούτε στους πέντε ανά εκατό δεν θα εύρωμε ισχυρούς χαρακτήρας, οι όποιοι αγάπησαν τον Θεό εξ ολοκλήρου και με την ορμή της αγάπης τους έδειξαν αυταπάρνησι. Γι’ αυτούς λοιπόν τους υπολοίπους ασθενείς έγινε οικονομία. Ο Πέτρος όμως ως ζηλωτής και ισχυρός, πού δεν είχε μέσα του νόημα συγκαταβάσεως, δεν θα το καταλάβαινε αυτό.

Επομένως κάνει μια οικονομία ο Θεός και επιτρέπει να τον αρνηθή. Ύστερα τον θεραπεύει μόνος Του. Τον πλησιάζει και του λέει: «Πέτρε, φιλείς με; Πέτρε, αγαπάς με;» Ελυπήθη ο Πέτρος, δεν το κατάλαβε. Αλλά οι τρεις ερωτήσεις ήταν η θεραπεία της τρισσής αρνήσεως.

Με την τριπλή Ομολογία, ο Πέτρος, εξήλειψε την ενοχή. Έμαθε όμως εκ πείρας, ότι και οι ζηλωταί ακόμη έχουν ανάγκη επιεικείας.

Το ίδιο κάνει ο Θεός και στον Απ. Παύλο. Επειδή ήταν η σπονδυλική στήλη της Εκκλησίας, τον αφήνει στην αρχή να γίνη διώκτης, εχθρός· και ύστερα τον παίρνει· και αυτός με συναίσθησι βαθυτάτης ταπεινοφροσύνης λέγει: «Ουκ ειμί ικανός καλείσθε Απόστολος, διότι έδιωξα την Εκκλησία του Χριστού». Έχω όμως ένα ελαφρυντικό, ότι «αγνοών εποίησα».

Βλέπετε με πόση πανσοφία ο Θεός οικονομεί για να δώση και σε μας παρηγοριά. Διότι αυτοί οι κορυφαίοι εάν έμπαιναν με την δύναμι της ορμής τους μέσα στην Εκκλησία, που θα ήξεραν ότι εμείς οι αδύνατοι δεν ημπορούμε τώρα να κρατήσωμε; Με αυτό τον τρόπο συγκαταβαίνει η θεία αγαθότης προς τις αδυναμίες των ανθρώπων, ώστε να ημπορέσωμε και εμείς να φθάσωμε εις αυτή. Κατεβαίνει ο Θεός για να σηκωθούμε εμείς.

Από το βιβλίο ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΘΩΝΑ

Αναδημοσίευση από:
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον

Η ομάδα των δώδεκα. Γιατί νίκησαν;

 

Γιατί νίκησε; Ποιός νίκησε και ποιούς νίκησε; Η ομάδα των Δώδεκα. Αν οι ποδοσφαιρικές ομάδες έχουν έντεκα παίκτες, η ομάδα του Χριστού έχει δώδεκα αθλητές. Και αν μία ομάδα γνωρίζει  και νίκες και ήττες και ισοπαλίες, η ομάδα του Χριστού είχε μόνο νίκες και θριάμβους. Και αν οι ομάδες αγωνίζονται στο στίβο ενός γηπέδου ή σταδίου, η ομάδα των Δώδεκα αγωνίσθηκε στο στίβο ολόκληρης της οικουμένης. Και αν ο αγώνας των ομάδων έχει μερικές χιλιάδες θεατές, ο αγώνας των Δώδεκα είχε θεατές όλη την οικουμένη, όλη τη γη και όλο τον ουρανό. Καταλάβατε ασφαλώς ποιά είναι η ομάδα των Δώδεκα. Είναι οι Δώδεκα Απόστολοι. Ο Παύλος γράφει για τον αγώνα των Αποστόλων και τους ορατούς και αόρατους θεατές του: «θέατρον εγενήθημεν τω κόσμω, και αγγέλοις και ανθρώποις».

Νίκησαν οι λίγοι τους πολλούς. Νίκησαν οι δώδεκα τους μυριάδες, τα εκατομμύρια. Νίκησαν οι αγράμματοι της Γαλιλαίος τους σοφούς της αρχαιότητος. Νίκησαν οι ψαράδες τους φιλοσόφους. Νίκησαν οι αδύνατοι τούς δυνατούς. Νίκησαν οι άσημοι τους επίσημους. Νίκησαν οι φτωχοί τους πλουσίους. Νίκησαν οι άοπλοι τις πάνοπλες στρατιές.

Όσα δεν κατόρθωσαν οι φιλόσοφοι της αρχαίας Ελλάδος, το κατόρθωσαν οι αγράμματοι ψαράδες της Γαλιλαίας.

Πόσους οπαδούς απέκτησε ο Πλάτων; Μερικούς μαθητές μόνο. Πόσους πιστούς απέκτησαν οι Απόστολοι; Εκατομμύρια,

Σε ποιό πρόβλημα μεταφυσικό ή ηθικό μπόρεσε να δώσει σαφή απάντηση ο Πλάτων; Σε κανένα. Όλα τα ηθικά και μεταφυσικά προβλήματα τα έλυσαν οι Απόστολοι.

Ποιούς ανθρώπους μπόρεσαν να αλλάξουν, να μεταμορφώσουν, με τις θεωρίες τους οι φιλόσοφοι του αρχαίου κόσμου; Ούτε τους εαυτούς τους. Μυριάδες άνθρωποι άλλαζαν με το κήρυγμα των Αποστόλων.

Πόσοι θυσιάσθηκαν για τις φιλοσοφικές τους θεωρίες; Κανένας. Πόσοι θυμιάσθηκαν εκούσια για την πίστη των Αποστόλων; Εκατομμύρια είναι οι μάρτυρες.

Πώς λοιπόν και γιατί νίκησαν οι Απόστολοι; Ποιό το μυστικό; Η… ατομική βόμβα! Μα ποιά σχέση μπορεί να έχει η ατομική βόμβα με τους Αποστόλους; Άλλοτε η μάχη εξαρτιόταν από τον αριθμό των παρατεταγμένων στρατιωτών και από την ανδρεία τους. Σήμερα μπορεί ένας να νικήσει στρατό μυρίων πολεμιστών. Πώς; Με την ατομική βόμβα. Ένας με μία ατομική βόμβα είναι πιο δυνατός από μύριους τυφεκιοφόρους στρατιώτες. Αν αυτό το κατόρθωσαν άνθρωποι, δεν μπορούσε παρόμοιο κατόρθωμα να κατορθώσει ο Θεός ο παντοδύναμος; Είκοσι αιώνες προτού ν’ ανακαλυφθεί η ατομική βόμβα, δώδεκα άνθρωποι οπλίστηκαν με ατομική ενέργεια και νίκησαν ολόκληρο τον κόσμο. Πρόκειται για τους Δώδεκα Αποστόλους. Ήταν αδύνατοι και μικροί, πριν ν’ αποκτήσουν την ατομική ο καθένας ενέργεια. Ήσαν τόσο αδύνατοι, ώστε δείλιασαν μπροστά στα μαχαίρια και τα ξύλα της σπείρας και εγκατέλειψαν τον θείο Διδάσκαλο μόνον στο χέρια των έχθρων του. Ήσαν τόσο δειλοί και αδύνατοι, ώστε ο θερμότερος από αυτούς, ο Πέτρος, αρνήθηκε τον Ιησού μπροστά σ’ ένα κοριτσάκι. Και ξαφνικά! Αυτοί οι αδύνατοι και δειλοί γίνονται δυνατοί γίνονται «λέον­τες, πυρ πνέοντες».

Πώς; Οπλίστηκαν εσωτερικά και εξωτερικά. Όταν τους κάλεσε ο Χριστός, για να τους στείλει στην οικουμένη και να δώσουν τη μεγάλη μάχη για την αλλαγή του κόσμου, για το μετασχηματισμό της κοινωνίας, τους είπε: Δεν θα ξεκινήσετε έτσι όπως είσθε. Θα περιμένετε, θα έλθει δύναμη καταπληκτική. Όταν πάρετε αυτή τη δύναμι, να ριχθείτε άφοβα και να σκορπίσετε παντού το μήνυμα του Ευαγγελίου της σωτηρίας.

Να η ατομική ενέργεια: Το Πνεύμα το Άγιο. Εσωτερική ενέργεια με εξωτερική εκδήλωση. Όταν βράζει ένα δοχείο, ξεχειλίζει. Και η καρδιά των Αποστόλων, πλημμυρισμένη από τη φωτιά του Αγίου Πνεύματος, κόχλαζε και ξεχείλιζε. Η πυρηνική ενέργεια από την καρδιά έφθανε στα χείλη. Πύρινες γλώσσες δέχτηκαν οι Απόστολοι από τον ουρανό. Πυρηνικές αποστολικές γλώσσες δέχτηκε ο κόσμος. Καμμία δύναμη δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στο πέρασμα των Αποστόλων.

Άρα, θα πει κάποιος, οι Απόστολοι δεν έχουν αξία. Απλώς δάνεισαν τη γλώσσα τους στο Πνεύμα το Άγιον. Όλα οφείλονται στην παντοδύναμη χάρη του Θεού. Οι Απόστολοι δεν προσέφεραν οι ίδιοι τίποτε…

Έτσι είναι; Τότε γιατί δεν δανείζεις και συ τη γλώσσα σου στο Πνεύμα το Άγιο; Οι Απόστολοι δεν ήσαν άβουλα όργανα της δυνάμεως του Θεού. Δεν ήσαν κατευθυνόμενα βλήματα, που εκτοξεύονται ψυχρά στις θέσεις του εχθρού. Όχι. Ήσαν προσωπικότητες ελεύθερες.

Εκούσια δέχθηκαν την κλήση του Χριστού. «Δεύτε οπίσω μου», τους είπε ο Χριστός. Μόνο σ’ εκείνους το είπε; Όχι. Και σε άλλους το απηύθυνε. Το είπε και στον πλούσιο εκείνο νεανίσκο, και όμως εκείνος προτίμησε το χρυσό και όχι το Χριστό. Οι Απόστολοι εκούσια δέχθηκαν την κλήση, διότι ήσαν εκλεκτές υπάρξεις. Εκούσια δέχθηκαν ν’ αγωνισθούν ανάμεσα σε μύρια εμπόδια. Θαυμάζεις την ατομική βόμβα. Αλλά να θαυμάζεις και εκείνους, που την χειρίζονται, διότι ξέρουν ότι υπάρχουν πολλές πιθανότητες να σκοτωθούν και οι ίδιοι. Αν τους άφηναν ελεύθερους να διαλέξουν: Στο σπίτι σας με όλες τις ανέσεις ή στον πόλεμο με όλες τις περιπέτειες, ασφαλώς θα διάλεγαν το σπίτι τους. Οι Απόστολοι όμως διάλεξαν την περιπέτεια της Ιεραποστολής.

Ήξεραν τί κίνδυνοι τούς περίμεναν δεν τους λογάριασαν. Ήξεραν τη δυσκολία του εγχειρήματος τους· δεν τους επηρέασε. Ήξεραν, ότι ήσαν λίγοι· δεν λιποψύχησαν. Ήξεραν, ότι όλες οι δυνάμεις του κόσμου θα συσπειρωθούν εναντίον τους· δεν δείλιασαν. Ήξεραν, ότι έχουν να πολεμήσουν με τον φανατισμό των Ιουδαίων, με τον εγωισμό των Ελλήνων, με την παχυλή άγνοια των ειδωλολατρών δεν μέτρησε αυτό καθόλου μέσα τους.

Και όλα αυτά ξέρετε γιατί; Διότι πίστευαν και ζούσαν τη συμμαχία του Θεού; Ναι, βεβαίως, και γι’ αυτό. Για τούς Αποστόλους ισχύει σε απόλυτο βαθμό ο λόγος του Παύλου «Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντί με Χριστώ». Για τους Αποστόλους ισχύει απόλυτα ο λόγος του Χρυσοστόμου: Ένας Απόστολος με σύμμαχο το Χριστό αποτελεί συντριπτική πλειονοψηφία έναντι όλων των δυνάμεων του κόσμου. Αυτό είναι γεγονός.

Αλλά γιατί αυτό το γεγονός δεν ισχύει και για μας; Διότι δεν έχουμε αυτό, που είχαν οι Απόστολοι. Και αυτό είναι το «από­κριμα του θανάτου».

Όταν γίνεται κάποια αεροπειρατεία και συλλαμβάνονται όμηροι, το κράτος, στο οποίο ανήκουν οι όμηροι, προετοιμάζει ειδική ομάδα εκστρατείας, τους λεγόμενους «κομμάντος». Είναι ομάδα μελλοθανάτων. Και εισορμούν οι «κομμάντος» στη θέση του εχθρού και κατορθώνουν να ελευθερώσουν τους ομήρους… Τιμημένοι οι αποφασισμένοι για το θάνατο. Πιο τιμημένοι οι Απόστολοι. Ο μεγάλος αεροπειρατής των αιώνων, ο Διάβολος, κρατούσε τους ανθρώπους ομήρους στο λημέρι του θανάτου. Τους απήγαγε από το κράτος του Θεού. Για την απελευθέρωσή τους έστειλε ο Θεός τον Μονογενή του Υιό. Κατασκεύασε το όπλο για την καθαίρεση των οχυρωμάτων του Σατανά. Είναι ο ματωμένος του Σταυρός. Και τώρα διαλέγει το επίλεκτο σώμα των μελλοθανάτων, για να στήσει παντού το τρόπαια του Σταυρού. Είναι οι Απόστολοι. Ήσαν αποφασισμένοι 100% να μαρτυρήσουν. Εκείνοι πεθαίνουν, αλλ’ εκατομμύρια ζουν με τη θυσία τους ο θάνατος τους η ζωή μας.

Αγαπητοί! Η Εκκλησία είναι και λέγεται Αποστολική. Έτσι ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως. «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν». Είναι Αποστολική, διότι είναι θεμελιωμένη «επί τω θεμελίω των Αποστόλων». Ο Χριστός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος στο οικοδόμημα της Εκκλησίας. Οι Απόστολοι είναι τα θεμέλια της ορατής Εκκλησίας και τα θεμέλια της άνω πόλεως, της άνω Σιών, της νέας Ιερουσαλήμ.

Θέλετε να δήτε,. αν μία λεγομένη Εκκλησία είναι γνήσια Εκκλησία του Χριστού; Από δύο πράγματα θα το καταλάβετε: Από την Αποστολική διδασκαλία και από την Αποστολική διαδοχή.

Την Αποστολική διδασκαλία φαντασθείτε την σαν ένα ποτάμι. Κυλά χωρίς διακοπή δύο χιλιάδες χρόνια τα νερά του και ποτίζει την οικουμένη. Είναι τα ίδια κρυστάλλινα, πεντακάθαρα νερά. Εκείνα, που σήμερα πιστεύουμε εμείς, ξεπηδούν από την πηγή των Αποστόλων. Όσο σήμερα κιοτεύει η Εκκλησία, τα πίστευε και η Εκκλησία των χρόνων των Αποστόλων.

(Αρχιμ. Δανιήλ Γ. Αεράκη, «Κλίματα της Αμπέλου)

Καί αυτό πού λέμε Αποστολική διαδοχή φαντασθήτε το σάν την αλυσίδα, πού κρέμεται ό πολυέλαιος. Ή αλυσίδα αποτελείται άηό πολλούς κρίκους. «Αν σπάση κάποιος κρίκος, ό πολυέλαιος πέ­φτει. Οί κρίκοι τής Αποστολικής διαδοχής είναι οί κληρικοί. Βλέπουμε κάποιον, πού εμφανίζεται ώς κληρικός έχει ράσα, γέ-νεια, λέγει ότι πιστεύει στήν «Ορθοδοξία. «Αρκούν αυτά γιά νά τόν δεχθούμε ώς κανονικό κληρικό; Ασφαλώς όχι. Πρέπει οπωσδήπο­τε νά εξετάσουμε, άν ό Επίσκοπος, πού τόν χειροτόνησε, έχει Αποστολική διαδοχή. «Αν άπό επίσκοπο σέ επίσκοπο φθάνουμε στους Αποστόλους, τότε ό άνθρωπος αυτός είναι κληρικός τής Εκ­κλησίας. Άν κόπου ύπάρχη ένα κενό, τότε άς έχουμε επιφυλάξεις. «Εχει σπουδαία σημασία γιά τήν τέλεσι τών μυστηρίων π κανονικό-της τού κληρικού, ή οποία εξαρτάται άπό τή λεγομένη Αποστολική διαδοχή. Διότι ή Εκκλησία είναι Μία καί «Αποστολική.

Άλλ’ «Αποστολική λέγεται ή «Εκκλησία όχι μόνο γιά λόγους τού παρελθόντος. Λέγεται καί γιά λόγους τοϋ παρόντος. Όχι μόνο γιά λόγους δογματικούς, άλλα καί γιά λόγους ιεραποστολι­κούς. Δέν όρκεϊ νά καυχώμεθα γιά τήν άπαστολικότητα τής «Εκκλη­σίας. «Οφείλουμε νά γίνουμε αποστολικοί καί οί σημερινοί χριστια­νοί. Οί Απόστολοι ήσαν δώδεκα. Έμεϊς είμεθα χιλιάδες καί εκα­τομμύρια. Οί «Απόστολοι άλλαξαν τόν κόσμο όλο. Έμεϊς αλλάζουμε άπό τόν κόσμο. Οί «Απόστολοι ζητούν μιμητός καί αυνεχιστάς. Στά βήματα τών Άποστόλςον άς ακολουθήσουμε κι έμεϊς.

Τί συμβαίνει στους διώκτες της Εκκλησίας του Χριστού;


     Ρωτήστε τον διώκτη της Εκκλησίας Σαύλο (Σαούλ), τί του συνέβη. «Σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίξειν» (Πράξεις 26, 14), του είπε ο Κύριος και ο Σαύλος βαπτίστηκε και έγινε ο Παύλος, ο Απόστολος.

Τί συνέβη στον Ηρώδη, τον πρώτο διώκτη των χριστιανών; Τί συνέβη στον Ιουλιανό τον Παραβάτη.; Πέθαναν και οι δύο με φρικτό θάνατο, ενώ οι θεοστυγείς δολοπλοκίες τους εναντίον του Χριστού διαλύθηκαν σαν καπνός.

Αλλά έτσι συνέβαινε πάντα στην ιστορία: κάποιοι διώκτες μεταστρέφονταν στον χριστιανισμό, ενώ άλλοι πέθαιναν με φρικτούς θανάτους. Πάντοτε οι προσπάθειες του ενός ή του άλλου χριστιανομάχου εκμηδενίζονται, διαλύονται σαν καπνός.

Όταν ο αυτοκράτορας Αδριανός επιτέθηκε στην Ιερουσαλήμ, ήθελε να εκδικηθεί τους Ιουδαίους και τους χριστιανούς, διότι δεν ξεχώριζε τους χριστιανούς από τους Ιουδαίους. Διασκόρπισε τους Ιουδαίους σε όλο τον κόσμο κι έκτισε έναν ειδωλολατρικό ναό στο σημείο όπου βρισκόταν ο Ναός του Σολομώντος. Επίσης μετονόμασε την Ιερουσαλήμ «Αϊλία», με βάση το όνομα του «Αΐλιος» και απαγόρευσε σε οποιονδήποτε να ονομάζει την πόλη αυτή Ιερουσαλήμ. Έκτισε ναό προς τιμήν του φαύλου Ερμή στον Γολγοθά, άλλον ναό για τον Δία πάνω από τον τάφο του Κυρίου κι έναν ναό προς τιμήν του Άδωνη, στη Βηθλεέμ.

Πράγματι πόσο τραγικό θα ήταν, για τους χριστιανούς εκείνης της εποχής, να βλέπουν τα ιερά τους προσκυνήματα να χλευάζονται κατ’ αυτόν τον τρόπο! Αλλά όμως στο τέλος τί συνέβη; Ο αυτοκράτορας Αδριανός βρήκε φρικτό θάνατο και όσο για τους ειδωλικούς ναούς του, αυτοί κατακρημνίστηκαν την εποχή των θεοστέπτων αγίων βασιλέων Κωνσταντίνου και Ελένης, της αυτοκράτειρας μητέρας του. Στη θέση τους ανεγέρθηκαν περικαλλείς χριστιανικοί ναοί, που μέχρι σήμερα στέκουν ακλόνητοι!

«Σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίζειν». Ω, πόσο μάταιη και χαμένη είναι κάθε μάχη εναντίον του Χριστού!

(Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Ο Πρόλογος της Αχρίδος», εκδ. Άθως – Σεπτέμβριος)

Η επίδραση του Αποστόλου Παύλου στον δυτικό πολιτισμό(Ιωάννη Δ. Καραβιδόπουλου)


 

Ιωάννη Δ. Καραβιδόπουλου, Ομοτ. Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.

 

Ακολουθώντας αντίστροφη πορεία από τον Μ. Αλέξανδρο, η πορεία του μεγάλου Αποστόλου Παύλου φέρει εξ’ Ανατολών στη Δύση το Φως Χριστού που «φαίνει πάσι».

Πρώτος σταθμός επί Ευρωπαϊκού εδάφους είναι η πόλη των Φίλιππων και     αμέσως κατόπιν η Θεσσαλονίκη και η Βέροια. Συνολικά διέτρεξε, σύμφωνα με κάποιον υπολογισμό, περίπου είκοσι χιλιάδες χιλιόμετρα, είτε πεζός είτε με τα μεταφορικά μέσα της εποχής       του, για να μεταφέρει το μήνυμα της σωτήριος «έως εσχάτου της γης».

Στο άρθρο αυτό θα αναφερθούμε εν    σύντομα σε μερικές βασικές διδασκαλίες του Παύλου που επηρέασαν είτε εμμέσως είτε αμέσως τον δυτικό πολιτισμό.       

1. Η παύλεια διδασκαλία περί ελευθερίας:

Η ελευθερία του ανθρώπου αποτελεί θεμελιώδες μήνυμα του Απόστολου Παύλου,  τόσο στον ελληνιστικό κόσμο, μέσα στον  οποίο μετέφερε το κήρυγμα του χριστιανικού Ευαγγελίου, όσο και στη δική μας εποχή.

Σε αντίθεση με τη θεωρητική και ανθρωποκεντρική ελευθερία των στωικών φιλοσόφων της εποχής του, ο Παύλος προβάλλει την εν Χριστώ ελευθέρια, την ελευθερία ο που απορρέει από ένα ιστορικό γεγονός:  τον σταυρό και την ανάσταση του Ιησού  Χριστού. Μια ελευθερία που δεν υπάρχει  στην εσωτερική φύση του ανθρώπου, αλλά προσφέρεται ως δωρεά του Θεού. Η αστοχία του ανθρώπου να βρει λύσεις στα προβλήματά του με βάση τις δικές του εσωτερικές δυνάμεις κατέστη­σε αναγκαία την ιστορική Επέμβαση του Θεού μέσα στον κόσμο στο πρόσωπο του Χριστού. Η ελευθερία συνεπώς αποτελεί προσφορά του Θεού εν Χρι­στώ προς τον κόσμο. Μα ίσως αναρωτηθεί κανείς; Δεν είναι σπουδαιότερη η ελευθερία που κατακτά ο άνθρωπος μέσα από τις δικές του πνευματικές δυνάμεις παρά η ελευθερία που του προσφέρεται έξωθεν; Θα ήταν πράγματι  έτσι αν η φύση του ανθρώπου ήταν εναρμονισμένη με το θέλημα του Θεού και δεν είχε διαταραχθεί εξαιτίας της αποστασίας της από τον Θεό. Η  ιστορία όμως μαρτυρεί ότι τα έργα του ανθρώπου συνδέονται με το μίσος, την καταστροφή και τη φθορά, για να τον οδηγήσουν στην αποσύνθεση της κοινωνίας, στην καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος,  του οίκου του Θεού, και τελικά στον θάνατο. Για να τον οδηγήσουν επίσης -για να έλθουμε στις μέρες μας- στην οικονομική  κρίση κα την ηθική εξαθλίωση.

Άλλωστε, η ελευθέρια που διακηρύσσει  ο Παύλος δεν είναι μόνο δώρο του Θεού  αλλά συνεπάγεται και την ανταπόκριση του  ανθρώπου, την ευθύνη του έναντι της κοινωνίας και έναντι της φύσεως, ένα πολυσυζητημένο θέμα της εποχής μας. Ας σημειώσουμε εδώ ότι, ενώ η λέξη. ελευθερία (όπως  και το ρήμα «ελευθερούν» και το επίθετο  «ελεύθερος») αφθονούν στην Κ.Δ., η λέξη ευθύνη δεν απαντάται ούτε μία  φορά. Ίσως οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης αποφεύγουν τη λέξη «ευθύνη», γιατί είναι συνυφασμένη στον αρχαίο ελληνικό κόσμο με τη νομική έννοια της λογοδοσίας των δημοσίων υπαλλήλων στο τέλος της θητείας τους, ιδίως της λογοδοσίας για κακή διαχείριση  των δημοσίων χρημάτων, καθώς επίσης και με την έννοα της τιμωρίας. Αντιστρόφως, να τον Απόστολο Παύλο η ευθύνη είναι η ελεύθερη ανταπόκριση των ανθρώπων στη δωρεά του Θεού πέρα από κάθε νομική έννοα. Ωστόσο, αυτή η απουσία της λέξης δεν σημαίνει τίποτε, αφού η έννοα της ευθύνης είναι παρούσα σ’ όλη τη θεολογία κα ιδίως την ηθική του Αποστόλου Παύλου. Στην προς Γάλατας επιστολή πχ., όπου η ελευθερία αποτελεί τον κεντρικό θεολογικό της άξονα, γράφει ο Απόστολος: «Τη ελευθερία ημάς Χριστός ηλευθέρωσεν, στήκετε ουν και μη πάλιν ζυγώ δου­λείας ενεχεοθε» (Γαλ. 5. 1). Το πρώτο ημιστίχιο εκφράζει την ιστορική αλήθεια ότι η  ελευθερία είναι δώρο του Χριστού, το δεύτερο ημιστίχιο υπογραμμίζει την ευθύνη του ανθρώπου να τη διατήρησή της.

Και στην Α’ προς Κορινθίους (6, 12) γρόφει: «Πάντα μοι έξεστιν αλλ’ ου πάντα συμ­φέρει, πάντα μοι έξεστιν αλλ’ ουκ εγώ εξουσιασθήσομαι υπό τινός». Στο «πάντα μοι έξεστιν» βρίσκεται η ελευθερία του ανθρώπου, στο «αλλ’ ου πάντα συμφέρει» και «ουκ εγώ εξουσιασθήσομαι υπό τινός» βρίσκεται η ευθύνη του.

 Ο Απόστολος Παύλος είναι ο κατεξοχήν απόστολος της ελευθερίας. Κα ο ίδιος αισθάνεται ελεύθερος ακόμη κι όταν βρίσκεται στη φυλακή. Ορισμένες επιτολές του μάλιστα, όπως π.χ. η προς Φιλιππησίους, η προς Εφεσίους η προς Κολοσαείς, η προς Φιλήμονα κα η Β΄ προς Τιμόθεον, είναι  γραμμένες μέσα από τη φυλακή. Εδώ αξίζει να σημειώσουμε συγκριτικά τις επιστολές φυλακισμένων της εποχής του Παύλου που σώζονται σε παπύρους που ο χώρος δεν επιτρέπει να παραθέσουμε. Μόνο θα πω ποιές είναι οι δεσπόζουσες γραμμές τους, τι σκέπτονται ή γιατί διαμαρτύρονται ή τι ζητούν εναγωνίως με τις επιστολές τους οι φυλακισμένα. Και παράλληλο θα σημειώσω πια είναι τα αντίστοιχα ενδιαφέροντα του Παύλου στις επιστολές    της δικής του φυλακής:

α) Το πρώτο στοιχείο που διαπιστώνει κανείς στις επιστολές αυτές είναι η εγωκεντρικότατα του συντάκτη τους, ο οποίος αισθάνεται εγκλωβισμένος στα προβλήματα του, στις στερήσεις του, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, τις προσδοκίες του για απελευθέρωση. Διογκώνουν μάλιστα συνήθως οι Φυλακισμένοι τα προβλήματά τους και δεν ασχολούνται με τίποτε άλλο και με κανέναν άλλον παρά αποκλειστικά κα μόνο με τον εαυτό τους, διαχέοντας μια ατμόσφαιρα θλίψεως και απογνώσεως.  Αντίθετα ο Παύλος ασχολείται με τα προβλήματα που πληροφορείται ότι απασχολούν τους παραλήπτες των επιστολών του. Ξέροντας κανείς τα αισθήματα καταθλίψεως των φυλακισμένων εκπλήσσεται όταν διαβάζει στην προς Φιλιππησίους: «Χοίοετε εν Κυρίω πάντοτε, πάλιν ερώ, χαίρετε» (4,4-5).

Και στην προς Κολοσσαείς: «Νυν χαίρω εν τοις παθήμασί μου».

β) Συχνά οι φυλακισμένοι παραπονούνται έντονα ότι  στερούνται τροφής ή ότι κινδυνεύουν να πεθάνουν από πείνα.  Ασφαλώς και ο Παύλος αντιμετώπισε πρόβλημα  πείνας στη φυλακή, στήριξε όμως αλλού τις ελπίδες του: «Δεν το λέω αυτό επειδή  αντιμετωπίζω στερήσεις», γράφει στους Φιλιππησίους. «Εγώ έμαθα να αρκούμαι σε όσα έχω. Μπορώ να ζήσω και με στερήσεις και με αφθονία· έχω μάθει ν’ αντιμετωπίζω κάθε φορά οποιαδήποτε κατάσταση: και να είμαι χορτάτος και να πεινώ· και  να έχω περίσσευμα και να στερούμαι. Όλα τα μπορώ χάρη στο Χριστό που με δυναμώνει» (Φιλ. 4, 11 εξ.).

γ) Είναι φυσικό με τέτοια αισθήματα στερήσεως να αντιμετωπίζει ο φυλακισμένος  το απειλητικό φάσμα του θανάτου, όπως συνάγεται από τις εν λόγω επιστολές. Τελείως διαφορετική ατμόσφαιρα και άλλο υπόβαθρο πίστεως και ελπίδας αποπνέουν τα κείμενα του Παύλου: «Για μέ­να το να ζω σημαίνει ζωή με τον Χριστό και το να πεθάνω είναι κέρδος» (Φιλιπ. 1, 21-25).

δ) Ο «δέσμιος του Χριστού» απόστολος αλλά παράλληλα και εν Χριστώ ελεύθερος δεν αισθάνεται αποκομμένος από τους χριστιανούς παραλήπτες της επιστολής με τους οποίους τρέφει αμοιβαία αισθήματα στοργής. Οι Φιλιππήσιοι έστειλαν βοηθήματα στον φυλακισμένο απόστολο επανειλημμένως και ο Παύλος τους ευχαριστεί με πολλή λεπτότητα στο Φιλιπ. 4, 10-20. εντάσσοντας την ενέργειά τους αυτή στο κοινό ιεραποστολικό έργο που επιτελούν τόσο ο ίδιος  όσο και εκείνοι.

ε) Στις επιστολές των φυλακισμένων που σώθηκαν διατυπώνεται το επίμονο αίτημα προς συγγενείς και φίλους για επέμβαση σε σημαίνοντα πρόσωπα της εξουσίας με σκοπό την αποφυλάκιση, γίνεται μάλιστα λόγος και για προσπάθεια δωροδοκίας δεσμοφυλάκων ή άλλων αξιωματούχων. Αλλωστε μια τέτοια χειρονομία εκ μέρους του φυλακισμένου στην Καισαρεία Παύλου ήλπιζε ο Φήλιξ, όπως συνάγεται από την πληροφορία των Πράξεων 24. 26.

2.Ισότητα και ισοτιμία ανδρών και γυναικών.

Η γνωστή διακήρυξη του Παύλου «ουκένι άρσεν και θήλυ, πάντες γαρ υμείς εις εστε εν Χριστώ Ιησού» (Γαλ, 3, 28) δεν είναι μια θεωρητική τοποθέτηση – που με μεγάλη καθυστέρηση επηρέασε την πολιτική και πολιτιστική ζωή της Ευρώπης και της ανθρωπότητας γενικότερα- αλλά πράξη ζωής που εφάρμοσε ο απόστολος σε όλες τις εκκλησίες που ίδρυσε. Η πρώτη χριστιανή στην Ευρώπη που δέχεται το μήνυμα του Ευαγγελίου είναι η Λυδία η Φιλιππησία. Δεν έχει παρά να ρίξει κανείς μια ματιά επίσης στο τελευταίο κεφάλαιο της προς Ρωμαίους επιστολής για να δει να παρελαύνουν γυναικεία πρόσωπα, όπως η Φοίβη. που είναι διάκονος «της εκκλησίας της εν Κεγχρεαίς», για την οποία σημειώνει, δικαιολογώντας την προτροπή του στους Ρωμαίους να της συμπαρασταθούν σε ό,τι έχει ανάγκη, «γιατί κι αυτή έχει βοηθήσει πολλούς, κι εμένα τον ίδιο» (Ρωμ, 16,1-2). Η Πρίσκιλλα ή Πρίσκα, η Μαρία, η Ιουνία, η Τρύφαινα και Τρυφώσα, η Περσί­δα, κ,π.ά.

3. Σεβασμός του ανθρώπινου προσώπου

Ο σεβασμός του ανθρώπου, της ανεπανάληπτης αξίας του προσώπου του ως εικόνας του Θεού, ανεξάρτητα από φυλή, χρώμα ή θρησκεία όπου ανήκει, είναι δίχως καμιά αμφιβολία προσφορά του χριστιανισμού, όπως πρώτος τον δίδαξε εδώ στη Θεσσαλονίκη αλλά και εν παντί τόπω ο Απόστολος Παύλος. Το ότι η ιστορική πραγματικότητα στο παρελθόν και στο παρόν μαρτυρεί για την καταπάτηση και περιφρόνηση του ανθρώπινου προσώπου σημαίνει ότι η χριστιανική διδασκαλία δεν έγινε από όλους αποδεκτή. Η ελεύθερη αποδοχή του χριστιανικού μηνύματος ή η απόρριψή του αποτελεί το τραγικό μεγαλείο της ανθρώπινης ελευθερίες.

 

4. Το νόημα της ιστορίας

Η ευθύγραμμη πορεία του χρόνου και της ιστορίας οπό τη δημιουργία του κόσμου ως τα έσχατα με κέντρο τον Χριστό αποτελεί μια αισιόδοξη προοπτική, σε αντίθεση με την κυκλική αντίληψη του χρόνου κατά την αρχαία αντίληψη και δη τη στωική, όπου η αποτελμάτωση σε έναν αέναο κύκλο επαναλήψεων δημιουργεί απαισιοδοξία και απουσία δημιουργικής δραστηριότητας.

 

(Αφιέρωμα στον Απ. Παύλο. Εφημ. «Μακεδονία», Κυριακή, 26/6/2011)

 

 

 

Η αγάπη του Απ. Πέτρου στο Χριστό

Υπήρχε εποχή, που ο Πέτρος αγαπούσε επιπόλαια τον Ιησού Χριστό. Ήταν μεγαλόστομος, αλλά συγχρόνως λιπόψυχος. Είχε άκριτο ενθουσιασμό. Όταν ο Κύριος του είπε  ότι πορεύεται εκεί που δεν μπορεί να τον ακολουθήσει μεγαλόστομη βγήκε από το στόμα του Πέτρου η υπόσχεση: «Διατί ου δύνομαί σε ακολουθήσαι; Την ψυχήν μου υπέρ σού θήσω». Και ο Κύριος αναγκάσθηκε να του πει την πρόβλεψη της αρνήσεώς του: « Αμήν, αμήν λέγω σοι, ου μη αλέκτωρ φωνήσει έως ου απαρνήση με τρις». Λίγο δε πριν από την προσευχή της αγωνίας ο Πέτρος πάλι δίνει μεγαλόστομη υπόσχεση: «Καν δέη με συν σοι αποθανείν, ου μη σε απαρνήσομαι» ΙΜατθ. 26,35).

Αγάπη βεβαίως κρυβόταν στα λόγια του Πέτρου. Αλλ’ η αγάπη αυτή έμοιαζε σαν τη φωτιά που καίει τα φρύγανα. Φουντώνει η φωτιά αυτή, λαμπαδιάζει, εντυπωσιάζει, φαντάζει, αλλ’ αμέσως σβήνει… Τέτοια πολλές φορές είναι και η δική μας αγάπη στο Χριστό· αγάπη επιπόλαιη, αγάπη καιρικού ενθουσιασμού, αγάπη με λόγια. Είναι φωτιά όχι της χάριτος, αλλά του ανθρώπινου θαυμασμού και ενθουσιασμού.

Η αγάπη, που είχε ο Πέτρος μετά την άρνηση, ήταν τελείως διαφορετική. Η πρώτη αγάπη του Πέτρου ήταν ατομική, η δεύτερη ήταν καρδιακή. Ήταν η φωτιά, που άναψαν οι άνθρακες του Άγιου Πνεύματος. Ήταν η αγάπη του βάθους.

Αγαπούσε ο Πέτρος τον Κύριο. Σ’ ένα σημείο της Α’ Καθολικής Επιστολής του φανερώνει τον λόγο για τον όποιον οφείλουμε ν’ αγαπάμε τον Ιησού Χριστό: «Χριστός έπαθεν υπέρ ημών… Ίνα τοις ίχνεσιν αυτού ακολουθήσωμεν». Η αγάπη ξεκινάει από την ακτινοβολία του Χριστού.

Ο Πέτρος ήταν αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας της μεγαλοσύνης του Χριστού. Ήταν αυτόπτης μάρτυς των θαυμάτων του Χριστού· αυτόπτης μάρτυς της ζωής του Ιησού, που άστραφτε άπό ηλιακή καθαρότητα. Ήταν αυτόπτης μάρτυς της θείας μεγαλειότητας του Ιησού, όπως εμφανίσθηκε στην κορυφή του όρους. Έγινε για λίγη ώρα θεόπτης. Στα μάτια του άστραψαν μερικές ακτίνες από το άκτιστο φως του Θεού Λόγου. Η αυτοψία αυτή, ή μάλλον η θεοψία, ήταν για τον Πέτρο μία εμπειρία της φωτεινής αγάπης του Χριστού.

Αλλ’ η μεγάλη εμπειρία της αγάπης του Χριστού για τον Πέτρο ήταν το Πάθος του Σταυρού. Σταυρώθηκε για μας. Πέθανε για μένα τον αμαρτωλό, για μένα που τον αρνήθηκα… Αυτό για τον Πέτρο είχε ιδιαίτερη σημασία. Γι’ αυτό συγκλονίστηκε όταν ο άγγελος είπε στις Μυροφόρες: «Υπάγετε είπα­τε τοις μαθηταίς αυτού και τω Πέτρω…».

Θαύμασε ο Πέτρος την ιδιαίτερη αγάπη που του έδειξε ο Χριστός. Αυτός τον αρνήθηκε, κι εκείνος ιδιαίτερα τον μνημονεύει.

Πού οδηγεί η αγάπη στο Χριστό;  Στα ίχνη της ζωής Του. Στη μίμησή Του. Εκείνος προπορεύεται, εμείς τον ακλουθούμε. Αυτό σημαίνει, ότι και στη δική μας ζωή θα επαναληφθούν όσα συνέβησαν στη ζωή του Ιησού.

1.         ‘Αγάπη στο Χριστό σημαίνει υπακοή στο Χριστό.
-Θα ρίξεις τα δίχτυα σου! λέγει στον Πέτρο,
Εκείνος αντιλέγει: -Μα, όλη τη νύχτα τάρριχνα, και τίποτε δεν έπιασα…

Ο Κύριος επιμένει. Και έρχεται η απάντηση της υπακοής: «Επί τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον».

Σ’ άλλη περίπτωση του λέγει ο Κύριος: Θα σού πλύνω τα πόδια…

Εκείνος αντιλέγει: -Όχι. ποτέ δεν θα δεχθώ να πλύνεις Συ τα δικά μου πόδια.

Ο Κύριος επιμένει. Και έρχεται η απάντηση της υπακοής: «Κύριε, μη τους πόδας μου, αλλά και τας χείρας μου και την κεφαλήν» .

2.Αγάπη στο Χριστό σημαίνει ονειδισμοί. Ονειδίστηκε ο Χριστός. Θα ονειδιζόμαστε κι εμείς. Τότε θα είμαστε μακάριοι, όταν ονειδιζόμαστε επειδή είμαστε χριστιανοί.

Για την αγάπη σου, Κύριε, οι Απόστολοί σου θυμιάσθηκαν, ο Παύλος αποκεφαλίστηκε, ο Πέτρος σταυρώθηκε. Τί είναι για μας μερικές ειρωνείες και κοροϊδίες του κόσμου για την αγάπη σου;…

3.Αγάπη στο Χριστό σημαίνει σεμνότητα. Όταν ημίγυμνος ο Πέτρος ψάρευε στη λίμνη της Τιβεριάδας και διαπίστωσε ότι ο αναστάς Κύριος στεκόταν στον αιγιαλό, αμέσως έριξε πάνω του «τον επενδύτην» και σκέπασε τη γυμνότητά του. Πώς μπορούμε μπροστά στο Χριστό να είμεθα γυμνοί; Όποιος αγαπάει το Χριστό δεν σκανδαλίζει τον άλλον, «δι’ ον Χριστός απέθανεν» .

4.Αγάπη στο Χριστό σημαίνει μαρτυρία του λόγου. Όταν μετά την Πεντηκοστή έπιασαν τους Αποστόλους και αφού τους ράβδισαν τους παρήγγειλαν να παύσουν να μιλούν για το όνομα του Ιησού Χριστού, ο Πέτρος απάντησε; «Ου δυνάμεθα α είδομεν και ηκούσαμεν μη λαλείν» (Πράξ. 4,20). Όσο κι αν ο κόσμος μας πιέζει, εμείς ας ομολογούμε πίστη στο Χριστό.

5.Αγάπη στο Χριστό σημαίνει και μαρτύριο αίματος. Διαπιστώνοντας μετά την Ανάσταση ο Κύριος την θερμή αγάπη του Πέτρου, του προείπε το μαρτυρικό του τέλος. Η αγάπη στο Χριστό τότε ωριμάζει, όταν γίνεται κόκκινη, ποτισμένη στο αίμα του μαρτυρίου.

Η τριπλή ερώτηση του Κυρίου στον απόστολο Πέτρο απευθύνεται και σε μας: «Σίμων, Ιωνά, αγαπάς με πλείον τούτων;». Είμαστε έτοιμοι να του απαντήσουμε: «Ναι, Κύριε, σε αγαπώ»; Αλλ’ ο Χριστός, που γνωρίζει πόσο εύκολα ο δείκτης της αγάπης μας μετακινείται και πόσες φορές από δειλία και καιροσκοπισμό τον αρνούμαστε και τον προδίδουμε, επιμένει στην ερώτηση: «Φιλείς με;».

Ο Χριστός θέλει να συνειδητοποιήσουμε τί σημαίνει αγάπη και πόσο στοιχίζει η αγάπη. Πρόκειται για το μεγάλο άλμα της ζωής μας. Πριν απαντήσουμε, ας σκεφθούμε αν είμαστε αποφασισμένοι να το κάνουμε.

Κύριε! Θέλουμε να σε αγαπούμε πάνω από όλα και από όλους. Θέλουμε η αγάπη μας να είναι κορυφαία, όπως η αγάπη των δύο Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων σου!

(Αρχιμ. Δανιήλ Γ. Αεράκη, «Κλίματα της Αμπέλου»)

Κύριε μη με ελεήσεις-Μία άγνωστη ιστορία από το Γεροντικό.

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε σε κάποιο χωριό της πατρίδος μας ένας νέος, που από μικρός είχε τον πόθο να γίνει ασκητής. Υπήρχαν όμως κάποιες δυσκολίες: Ήταν αγράμματος, βραδύγλωσσος, λίγο βραδύνους και με οικογενειακές υποχρεώσεις.

Ομως στην ηλικία των 40 περίπου ετών μπόρεσε να πραγματοποιήσει τη κρυφή του αγία επιθυμία. Έφυγε από το χωριό του και περιπλανώμενος από τόπου εις τόπο κατέληξε σε ένα ερημονήσι, όπου βρήκε ένα γέρο ασκητή που του ανέπαυε την καρδιά και έγινε υποτακτικός του.

Με έκπληξη λοιπόν παρατηρούσε ότι: όταν προσευχόταν ο Γέροντάς του έλαμπε ολόκληρος, και ιδιαιτέρως όταν παρακλητικά και μετά δακρύων έλεγε «Κύριε, ελέησόν με».

Ο Γέρων-ασκητής ήταν και αυτός αγράμματος, αλλά οι συμβουλές του ήταν πολύτιμες και γεμάτες σοφία και όλη του η πνευματική προσπάθεια συγκεντρώνετο στο πως να μάθει να προσεύχεται και ο υποτακτικός του με το «Κύριε, ελέησόν με».

Την τελευταία ημέρα της ζωής του ο Γέροντας ασκητής χάρισε στον υποτακτικό του το τρίχινο μισοτριμμένο ράσο του, ξάπλωσε κάτω, έκανε τον σταυρό του και λέγοντας τρεις φορές «Κύριε, ελέησόν με», «Κύριε, ελέησόν με», «Κύριε, ελέησόν με» η οσιακή του ψυχή πέταξε στον ουρανό.

Μετά την κοίμηση και ταφή του Γέροντος του ο εν λόγω υποτακτικός ζούσε πλέον ολομόναχος στο ερημονήσι ως ασκητής και ησυχαστής μέσα σε μια σπηλιά, ακολουθώντας το ίδιο τυπικό προσευχής και κανόνων που παρέλαβε από τον Γέροντά του. Έτσι πέρασαν 30 ολόκληρα χρόνια, χωρίς να δει ποτέ του άνθρωπο.

Με το πέρασμα όμως των ετών και με την βραδυγλωσσία και βραδύνοια που τον διέκρινε, μπέρδευε τα λόγια της Ευχής προσευχόμενος έλεγε «Κύριε, μη με ελεήσεις«.

Η καρδιά του όμως ήταν δοσμένη ολόκληρη στον Θεό, για αυτό και δάκρυα έτρεχαν άφθονα από τα γεροντικά του μάτια, όταν μέρα-νύχτα προσευχόταν με κατάνυξη και συντριβή, επαναλαμβάνοντας χιλιάδες φορές το «Κύριε, μη με ελεήσεις».

Κάποια ανοιξιάτικη μέρα ένα καράβι άραξε κοντά στο ερημονήσι. Ένας από τους επιβάτες του ήταν και ο επίσκοπος της επαρχίας εκείνης και ο καπετάνιος για να τον ξεκουράσει και να τον ευχαριστήσει τον πήρε με μια βάρκα κα πήγαν στο νησί για να περπατήσουν.

Αντίκρυσαν εκεί ένα μονοπάτι το οποίο ακολούθησαν και έφτασαν μπροστά σε μια σπηλιά όπου από μέσα άκουσαν την πονεμένη προσευχή του ασκητού που έλεγε συνεχώς «Κύριε, μη με ελεήσεις».

Προχώρησε ο επίσκοπος και είδε ένα σκελετωμένο γέροντα ασκητή, με μάτια βαθουλωμένα μέσα στις κόγχες τους, να είναι γονατιστός και ολόλαμπρος’ να προσεύχεται και να κλαίει.

Ο δεσπότης με πολλή συστολή προσπάθησε να του πει οτι αυτή η προσευχή του δεν είναι σωστή και πρέπει να λέει «Κύριε, ελέησόν με’.

Ταράχθηκε ο ασκητής πιστεύοντας, ότι 30 τόσα χρόνια έκανε κακό στη ψυχή του και ξέσπασε σε κλάμματα ικετεύοντας τον επίσκοπο να τον μάθει να λέει σωστά την προσευχή. Κι εκείνος με δέος προσπάθησε για αρκετή ώρα να του «στρώσει» τη γλώσσα στο να λέει «Κύριε, ελέησόν με».

Φεύγοντας ο επίσκοπος τον συνόδευσε ο ασκητής μέχρι την ακροθαλασσιά, επαναλαμβάνοντας μαζί του το «΄Κύριε, ελέησόν με», για να μην το ξεχάσει.

Το καράβι έφυγε και ο ασκητής το παρακολουθούσε με το βλέμμα του λέγοντας συνεχώς «Κύριε, ελέησόν με».

Δεν πέρασαν πέντε λεπτά και ο ερημίτης ξέχασε το «Κύριε, ελέησόν με», σάστισε και ζαλίστηκε!!!

– Και τώρα τι θα γίνω; και ξέσπασε σε δάκρυα.

Στην απελπισία του πετάει στην θάλασσα το κουρελιασμένο ράσο του και βαδίζει πάνω σε αυτό προς το καράβι.

-Φάντασμα, φάντασμα…!φώναζαν τρομαγμένοι οι ναύτες.

Με τις φωνές ανέβηκε ο δεσπότης στο κατάστρωμα και είδε τον ασκητή να του φωνάζει:

– Τι να λέω; Τι να λέω δεσπότη μου;

Και εκείνος με συγκίνησι του απάντησε:

– Ότι έλεγες να λες παιδί μου! Αυτή είναι η καλύτερη προσευχή για την ψυχή σου. Συγχώρεσέ με και κάνε και για μένα ένα σταυρό!

Το θανάσιμο αμάρτημα!(Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς)


Η αυτοκτονία είναι αμαρτία θανάσιμη και πράξη καταφρονήσεως, προσβολής του ιδίου του Ζωοποιού Αγίου Πνεύματος. Η αυτοκτονία είναι πολύ βαρύτερη αμαρτία από την ανθρωποκτονία· διότι ένας εγκληματίας μπορεί να μετανοήσει, αλλά ο αυτόχειρας δεν έχει περιθώριο μετανοίας.

Να δύο παραδείγματα συγκλονιστικής κακοτυχίας, στην εμφάνιση της οποίας ένας ολιγόψυχος άνθρωπος θα μπορούσε να οδηγηθεί στην αυτοκτονία, ενώ ένας άγιος άνθρωπος του Θεού στην ίδια συγκυρία αναδεικνύεται ήρωας,

Ο άγιος Ευστάθιος βρέθηκε σε μια τραγική συγκυρία γεγονότων: είχε αφήσει τον ένα γιό του στην όχθη ενός ποταμού, ενώ μετέφερε τον άλλο γιό του στην απέναντι όχθη και επέστρεφε για να πάρει τον πρώτο. Στα μισά της διαδρομής βλέπει απέναντι ένα λιοντάρι να έχει αρπάξει το αγόρι του και να το μεταφέρει μακριά. Κοιτάζει μετά στην απέναντι όχθη και βλέπει ένα λύκο να αρπάζει τον δεύτερο γιό του και να απομακρύνεται τρέχοντας. Σε μια τέτοια τραγική συγκυρία, άλλος άνθρωπος θα λιγοψυχούσε και θα αφηνόταν να πνιγεί οπό νερό για να δώσει τέλος στην τραγωδία της ζωής του. Ο Ευστάθιος δεν έδωσε τέλος στη ζωή του, αλλά απεναντίας έζησε με ελπίδα στον Θεό ως χειρώνακτας εργάτης δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια. Ο υπομονετικός αυτός άνθρωπος έζησε για να δει ξανά την οικογένειά του. Ο Θεός τον αντάμειψε για την πίστη και την υπομονή του!

Ως νέος, ο άγιος Ιλαρίων αναγκάστηκε να γίνει μουσουλμάνος, αλλά η συνείδησή του άρχισε βίαια να τον τύπτει και δεν έβρισκε πουθενά ειρήνη. Γρήγορα μετανόησε, επέστρεψε στη χριστιανική πίστη κι έγινε μοναχός παραδίδοντας το σώμα του στην έντονη νηστεία και τη σκληραγωγία του ασκητικού βίου. Μολαταύτα, δεν επέστρεφε στην ψυχή του η ειρήνη.

Σε ανάλογη περίπτωση ένας ολιγόψυχος άνθρωπος θα αυτοκτονούσε. Όμως ο Ιλαρίων επέλεξε ένα ασυγκρίτως ανώτερο μονοπάτι. Πήγε στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τον πνευματικό πατέρα του Βησσαρίωνα και όχι μόνον ομολόγησε ανοικτά τη χριστιανική πίστη στην αυλή του σουλτάνου, αλλά επίσης συμβούλεψε και τον ίδιο να πάει στη Ρωσία και να βαπτιστεί. Μετά από χλευασμούς, εμπαιγμούς και βασανιστήρια ο νεαρός αλλά γενναίος αυτός άνδρας αποκεφαλίστηκε και ο Θεός τον δόξασε τόσο στον ουρανό όσο και στη γη. Ακόμη και σήμερα τα άγια λείψανά του επιτελούν θαύματα. Αλλά πού είναι η δόξα όσων κόβουν οι ίδιοι το νήμα της ζωής τους; Που είναι τα λείψανά τους;

(Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Ο Πρόλογος της Αχρίδος», εκδ. Άθως – Σεπτἐμβριος)