Στην αρχή της Αλεξιάδας της, η πορφυρογέννητη βασίλισσα Άννα η Κομνηνή λέγει ότι «ο ρέων χρόνος τα μεν ουκ άξια μνήμης παρασύρει και καταποντοί.Τα δε άξια μνήμης εά διολισθαίνειν εις λήθης βυθούς». Σε ένα τέτοιο χρόνο έχει περισφύγξει η μνήμη μου κάτι. Κάτι από την ανέορτη και «ακάλανδη» «καλή βραδυά» του ’55 στο Πατριαρχείο…….
Ήταν η πρώτη «καλή βραδυά» με νωπά τα αλησμόνητα «σκιώδη», που το τροπάριο της ημέρας κάθε χρόνο τα μνημονεύει. Κάθε χρόνο ζητεί «όπως παύση». Και κάθε χρόνο υπάρχουν. Αλλά πάντα τα αναφέρει η Εκκλησία μας. Και μάλιστα πανηγυρικά. Και καλά κάνει.
Είχε βραδυάσει, θυμούμαι, για καλά μετά τον Εσπερινό και το τυπικό κόψιμο της πίττας. Κι ένα παιδί, ένα ρωμηόπουλο φανερά πικραμένο και φτωχοντυμένο, μ’ ένα κόκκινο κασκολάκι στο λαιμό, ζήτησε από τον Πατριάρχη «να του τα πει». Να του πει τα κάλαντα. Έβγαλε κι ένα τυμπανάκι -ένα νταβουλάκι- που κρατούσε. Έτοιμο να αλαλάξει, με χεράκια παγωμένα και με μάτια βουρκωμένα.
Ο Πατριάρχης το κύτταξε κάμποση ώρα ακίνητος. Προσεκτικά αλλά πρόσχαρα. Ύστερα άνοιξε τα χέρια του διάπλατα, όπως το συνήθιζε, και το αγκάλιασε. Χάθηκε το παιδί μέσα στην αγκαλιά του. Πήρε όμως θάρρος. Ξεμπλέχτηκε από τα ράσα του. Στήθηκε αντίκρυ του κι άρχισε «να του τα λέγει».
Μα το παιδί δεν είπε κάλανδα. Ούτε στροφές τραγουδιών για το καλό του καινούργιου χρόνου. Χτυπώντας και το νταβούλι του έψαλε το τροπάρι της ημέρας: «Μορφήν αναλλοιώτως ανθρωπίνην προσέλαβες…». Και ξανά και ξανά. Κι όταν έφθανε στην ικεσία «όπως παύση τα σκιώδη», τότε έκραξε. Κι αφού το επανέλαβε δυό-τρεις φορές, τότε σταμάτησε και του είπε :
Παππού, δεν φτάνει πια;
Κι ήταν σα να του έλεγε: Εσύ, ο Πατριάρχης, ο πρώτος μας, ο πλησιέστερα στο Θεό, ο πιο χρυσοντυμένος κι ο πιο μαυροφορεμένος της Ρωμηοσύνης, πες του να σταματήσει ό,τι δεν μας αφήνει να γιορτάσουμε. Ό,τι μας εμποδίζει να χαρούμε. Να παίξουμε μ’ όλα τα χρώματα. Ν’ ακούμε σε κάθε γλώσσα τον ύμνο της αγάπης. Ν’ ανταλλάσσουμε μ’ όλους τον ασπασμό της αδελφωσύνης.
Ο Πατριάρχης δάκρυσε. Κι ήταν σα ν’ άκουε εκείνη την στιγμή ολόκληρη την Ρωμηοσύνη να του ψάλλει την ίδια στροφή: «όπως παύση τα σκιώδη». Τη Ρωμηοσύνη που αιώνες συνεχίζει να νιώθει τα σκιώδη, και αιώνες να ζητεί από το Θεό της ειρήνης «όπως παύση τα σκιώδη και περιέλη και το κάλυμμα των παθών ημών». Να σκεπάσει τις αδυναμίες μας, τις μικρότητές μας.
Ένας φωτογράφος έχει απαθανατίσει τη σκηνή αυτή με το παιδί κατάντικρυ στον Πατριάρχη να «του τα λέγει». Και τον Πατριάρχη, όρθιο, με σταυρωμένα τα χέρια, να το κατοπτεύει πικρά. Αλλά και μένα, τον κάτοχο αυτής της φωτογραφίας και Διάκο του τότε, ακουμπισμένο στην πόρτα του Πατριαρχικού Γραφείου, να παρακολουθώ αυτήν την εκ στόματος νηπίων ικεσία της Ρωμηοσύνης. «Όπως παύση τα σκιώδη».
Κάθε πρωτοχρονιά έρχεται στο νου μου αυτή η εικόνα. Με τον αντίλαλο του τυμπάνου και το μυριστικό της λόγο. Το συμβολισμό της, που είναι η έκφραση και το πάθος της ίδιας της Ρωμηοσύνης. Το παράπονό της. Που είναι και μέρος του τρόπου της βιοτής της. Κι ακόμη, το κρίσιμο προνόμιο να γεύεται βαθειά την υπαρξιακή της πίκρα και νάχει τη δύναμη να την παρέρχεται. Να αισθάνεται κατάβαθα τα σκιώδη και νάχει το σθένος να ζυμώνει την πίττα της και να γεύεται τον δικό της ευλογημένο άρτο της ζωής. Και να προσεύχεται φανερά και μυστικά. Και αγόγγυχτα να ακολουθεί την παράδοση και τη μοίρα της. Όπως κάνει και ο Πατριάρχης της. Κινούμενος σ’ όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου. Με την Ιεραρχία μαζί του. Με τη Ρωμηοσύνη πλάι του. Με την Ορθοδοξία μέσα του και κοντά του.
«Μαζί μας και σήμερα και πάντα ένα παιδί, ένα τύμπανο και τα μελίσματά τους. Σαν να λέμε, η Ρωμηοσύνη, ο καημός της και η προσδοκία της. Εμείς με το κερί και την προσευχή μας «εν χώρω τον Αχώρητον θεωρούντες». Και τον Παντοδύναμο επικαλούμενοι «ως βοηθόν και σκεπαστήν».
Όλα, ένα εφύμνιο στο χρόνιο πολίτικο τραγούδι της ζωής μας. Το θυμούμαι ζωντανά όταν προσδοκούμε και πάλι να «παύση τα σκιώδη».
Μόνον όποιος ζει Χριστούγεννα στην Πόλη, Πρωτοχρονιά ή Θεοφάνεια στην Πόλη, μπορεί να νιώσει πόσο «λελάτρευται εδώ το ιερόν» και πόσο «λελάξευται το σιωπηρόν», ώστε να γίνουν φωνή Μεγάλης Μάνας. Τραγούδι του Γένους.
Μόνο μιά ψυχή που κατακλίνεται στη σκιά των κάστρων της Επταλόφου μπορεί και πaίζει την άλλη μέρα με τη χαρά της ανατολής της ημέρας. Με τη χαρά της ανατολής της του Θεού επιφανείας. Όπως και σήμερα «κατά το περίορθρον», όπως θα έλεγε και η Άννα Κομνηνή, είδαμε τα πάντα «θεαστικά». Σαν εμπνευσμένα από το Θεό. Σά λόγο του Λόγου, που εντέλλλεται να παύση τα σκιώδη. Και να χαρούμε το εκ Φωτός Φως. Τον επιφανέντα Θεόν».
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί «Ο Χριστός είη εν τω μέσω ημών»
Προσευχητικές δοξολογικές ευχαριστίες οφείλουμε προς τον Τρισάγιο Θεό μας για το έτος που πέρασε και για τα όσα μας επεφύλαξε η αγάπη Του, ευχάριστα ή δυσάρεστα, αλλά και για το ότι μας αξιώνει να υποδεχτούμε ένα ακόμη έτος. Όμως δεν αρκούν οι ελπίδες και οι ευχές για τον καινούργιο χρόνο αλλά οφείλουμε όλοι να ελέγξουμε τους εαυτούς μας και να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε προς το καλύτερο περιορίζοντας τα πάθη και τις αμαρτίες μας και πράττοντας το θέλημα του Θεού. Και αυτό θα είναι το σημαντικότερο και καλύτερο επίτευγμα σ’ αυτήν την νέα αρχή που βάζουμε. Διότι αυτό που έχουμε ανάγκη είναι να γνωρίζουμε και να μην ξεχνάμε ότι ο σκοπός της ζωής μας είναι ο αγιασμός και προορισμός μας η Βασιλεία των Ουρανών.Το πέρασμα του χρόνου μας δείχνει ότι η ζωή είναι σύντομη και δεν γνωρίζουμε αν μέσα στον καινούριο χρόνο πρόκειται ο Θεός να μας καλέσει κοντά Του. Επίσης πρέπει να μην ξεχνάμε ότι η αγάπη και η ελεημοσύνη προς τους εμπερίστατους αδελφούς μας δεν πρέπει να περιορίζεται μόνον αυτές τις εόρτιες ημέρες, αλλά να μας απασχολεί όλο το έτος ως ένα πολύ σημαντικό πνευματικό κεφάλαιο.
Η διαδικτυακή μας ομάδα, παρόλες τις δυσκολίες που παρουσιάστηκαν, συνεχίζει την δραστηριότητά της στο ιεραποστολικό έργο.
Κατά το προηγούμενο έτος (2023) η ιεραποστολική μας δραστηριότητα αναπτύχθηκε στους παρακάτω τομείς.
Α. Συγκεντρώσαμε ένα αρκετά μεγάλο χρηματικό ποσό που δόθηκε σε εμπερίστατη οικογένεια για την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης οικίας της σε χωριό της Κορίνθου και ήδη η οικογένεια αυτή εγκαταστάθηκε εκεί.
Β. Βοηθήσαμε συγκεκριμένες οικογένειες πλημμυροπαθών της Θεσσαλίας. Γ. Ενισχύσαμε με τέσσερες αποστολές χρηματικών ποσών, το ιεραποστολικό έργο του Ορθόδοξου ιεραποστόλου π.Τιμοθέου Νtumba στην περιοχή της επισκοπής Γκόμα του Ανατολικού Κονγκό. Δ Συνεχίσαμε το ιεραποστολικό μας κατηχητικό έργο με την βοήθεια των ιστολογίων που διατηρούμε στο διαδίκτυο. Ε. Εκδόθηκε το δέκατο έκτο βιβλίο μας με τίτλο -ΘΡΥΛΟΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΝΕΜΕΝΗΣ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗΣ (ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΡΗΓΟΡΗ) και ετοιμάστηκαν για έκδοση άλλα δύο βιβλία για το νέο έτος.
Αισθανόμαστε την ανάγκη για μια ακόμα φορά να ευχαριστήσουμε τους δωρητές για την αυθόρμητη και πολύ συγκινητική προσφορά σας, για την ενίσχυση των φιλανθρωπικών και κοινωνικών σκοπών του ιεραποστολικού έργου της διαδικτυακής ομάδας «ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥ».
Η αγάπη σας και η συμπαράστασή σας είναι αξιέπαινη και συγκινητική.
Σας είμαστε ευγνώμονες για την εμπιστοσύνη που μας δείχνετε και για την βοήθειά σας, διότι παρέχει μεγάλη ανακούφιση στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν εμπερίστατοι αδελφοί μας καθώς και οι ορθόδοξες ιεραποστολές στον κόσμο.
Ιδιαίτερα ευχαριστούμε την εκ Κύπρου οικογένεια της κ. Ο.Κ. για την πάντοτε πρόθυμη οικονομική συμμετοχή της στις ιεραποστολικές μας δραστηριότητες καθώς και τον κ. Χ.Κ. για τον ίδιο λόγο.
Η ιεραποστολική μας δραστηριότητα θα συνεχισθεί με αμείωτο ζήλο και την νέα χρονιά (2024) ενισχύντας και ιεραποστολικά κλιμάκια και εμπερίστατους αδελφούς μας.
Όσοι επιθυμούν να συνδράμουν στο έργο μας μπορούν να καταθέσουν την χρηματική τους δωρεά στον παρακάτω λογαριασμό της διαδικτυακή μας όμάδας.
Παρακαλούμε τους δωρητές να μας ενημερώνουν σχετικά με τις δωρεές τους στο e-mail dosambr@gmail.com προκειμένου να μνημονεύουμε τα ονόματά τους στις Θείες λειτουργίες.
Ευχόμαστε σε όλους τους φίλους και δωρητές-συνεργάτες για την νέα χρονιά:
«Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ….εἴη μετά πάντων ὑμῶν»
Σε άρθρο του Θανάση Ν. Παπαθανασίου, το οποίο δημοσιεύτηκε στο ιστολόγιο anastasiok.blogspot στις 26 Δεκεμβρίου 2023 και το οποίο τιτλοφορείτο, ‘’«Αχ!»…, Χριστούγεννα λειψά!’’, ανεφέροντο μεταξύ άλλων τα εξής : ‘’ Κι ερχόμαστε στο τρίτο βήμα, την παράδοξη γιορτή της 29ης Δεκεμβρίου. Εδώ ακούγεται ένα άλλο «Αχ!», το «Αχ!» του θρήνου. Κι αυτό σκάει μύτη μέσα στην ατμόσφαιρα της χαράς, σφιχτά δεμένο με την γέννα του Χριστού. Τη μέρα αυτή τιμώνται τα βρέφη τα οποία, σύμφωνα με το ευαγγέλιο του Ματθαίου, σφάχτηκαν από τον βασιλιά Ηρώδη στην μανία του να εξοντώσει τον επίφοβο Ιησού’’.
‘’Παράδοξη γιορτή’’, καλεί ο αρθρογράφος Θανάσης Ν. Παπαθανασίου την Εορτή των Αγίων Νηπίων’’. Δεν θα συμφωνήσουμε με τον κ. Θανάση Ν. Παπαθανασίου. Καμιά παραδοξότητα δεν χαρακτηρίζει την Εορτή αυτή.
Εις την Ακολουθίαν ‘’επί τη μνήμη των Αγίων Νηπίων, των υπό Ηρώδου αναιρεθέντων, ων ο αριθμός χιλιάδες ιδ΄’’, ψάλλουμε και το εξής : ‘’Χορός θεόλεκτος βρεφών, εν σαρκί γεννηθέντι, προσηνέχθη τω Κτίστη, ως θυσία μυστική, τυθείσα δια σφαγής μαρτυρίου, και θείας αθλήσεως’’. ‘’Χορός θεόλεκτος βρεφών’’ τονίζει, με το θεόλεκτος να ερμηνεύεται ως ο διαλεγμένος από τον Θεό.
‘’Κι αυτό σκάει μύτη μέσα στην ατμόσφαιρα της χαράς’’, τονίζει εμφαντικά ο αρθρογράφος, συνοδεύοντας ‘’το «Αχ!» του θρήνου’’, το οποίο επίσης με έμφαση αναφέρει. Αυτός είναι ένας συναισθηματισμός ξένος προς το ήθος της Εκκλησίας μας. Τι θα πει ‘’Αχ’’, για ένα μαρτύριο υπέρ Χριστού; Εορτή Μάρτυρος Πανήγυρις εστί.
Ως κανονικό μαρτύριο υπέρ Χριστού, το αντιμετωπίζει η Εκκλησία μας, αυτό των Αγίων Νηπίων. Είναι ένα μαρτύριο υπέρ Χριστού και ως εκ τούτου ένα τέτοιο επιφώνημα δεν έχει θέση.
Και συνεχίζει ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, ο οποίος είναι Αν. Καθηγητής της Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθήνας και Διευθυντής του περιοδικού «Σύναξη», ως ακολούθως : ‘’Από πολύ νωρίς η Εκκλησία δέχτηκε τα βρέφη αυτά ως μάρτυρες, ως άγιους και άγιές της. Δείτε λοιπόν πού φτάνει το τρίτο βήμα, η τρίτη έγνοια του εορτολογίου. Αν ο Στέφανος εκπροσωπεί αυτούς που προσωπικά επέλεξαν αυτό τον δόμο, το εορτολόγιο τώρα αγκαλιάζει τους «άμαχους»: τους αθώους κείνους που τους χτυπάει ο απόλυτος παραλογισμός, η εξουσία που λυσσομανά να ηγεμονεύει. Τα βρέφη δεν έχουν καν επιλέξει ιδεολογικό προσανατολισμό. Εκπροσωπούν τον απόλυτα αθώο και τον απόλυτα αδύναμο. Τα βρέφη της Ραμά αναγνωρίζονται ως άγια, παρόλο που δεν δήλωσαν χριστιανοί και παρόλο που δεν πρόλαβαν καν να αποφασίσουν. Κι όμως αναγνωρίζονται ως άγια, υπό την έννοια ότι είναι τα απόλυτα θύματα. Συνοψίζουν την ιερότητα του αδικημένου. Η γιορτή αυτή εν τέλει ανοίγει μια γενναία προοπτική για την αποδοχή κάθε θύματος της απανθρωπιάς, πέρα από οιονδήποτε θρησκευτικό, εθνικό, ιδεολογικό προσδιορισμό. Αυτό δεν είναι παράκαμψη της πίστης. Είναι ακριβώς αυτό που ζητά η πίστη’’.
Θυσία υπέρ Χριστού λογίσθηκε το μαρτύριό τους. ‘’Σκιρτάτω τα Νήπια, υπέρ Χριστού σφαττόμενα, Ιουδαία οδυρέσθω’’, ψάλλει η Εκκλησία μας. Δεν είναι απλά και γενικά, ένας άδικος θάνατος, όπως τονίζει ο αρθρογράφος, υπό την ‘’έννοια ότι είναι τα απόλυτα θύματα’’ και τα οποία ‘’συνοψίζουν την ιερότητα του αδικημένου’’. Θυσία υπέρ Χριστού λογίσθηκε το μαρτύριό τους. Από αυτό ερείδεται η αγιοκατάταξή τους.
Αυτό το οποίο τονίζει ο αρθρογράφος ότι, ‘’η γιορτή αυτή εν τέλει ανοίγει μια γενναία προοπτική για την αποδοχή κάθε θύματος της απανθρωπιάς, πέρα από οιονδήποτε θρησκευτικό, εθνικό, ιδεολογικό προσδιορισμό’’, είναι ωσάν να μη πρόκειται για θυσία υπέρ Χριστού.
Με τέτοιες θέσεις, επιχαίρουν οι υπέρμαχοι του Οικουμενισμού. Αν δεν ήταν θυσία υπέρ Χριστού που ελογίζετο ο μαρτυρικός θάνατος των Αγίων Νηπίων, δεν θα είχαμε τη μεγάλη αυτή Εορτή.
Με αυτό το σκεπτικό του αρθρογράφου, θα μπορούσε να καθιερωθούν και ‘’γιορτές’’ για τα τόσα παιδιά που αδίκως έχουν σφαγιασθεί.
Τα παιδιά των Εβραίων είναι που σφαγιάστηκαν. Την εποχή εκείνη πριν να αρχίσει ο Χριστός το κήρυγμά του, αυτή την πίστη είχε ο λαός του Θεού.
Η Εορτή έχει θεσπιστεί από την Εκκλησία, καθότι τα Νήπια, υπέρ Χριστού εσφαγιάστηκαν. Δεν είναι η γιορτή των αδίκως σφαγιασθέντων παιδιών ανά τον κόσμο, ‘’πέρα από οιονδήποτε θρησκευτικό, εθνικό, ιδεολογικό προσδιορισμό’’, αλλά των υπέρ Χριστού μαρτυρησάντων. Αυτό που αναφέρει ο αρθρογράφος είναι παράκαμψη της πίστης.
Υπέρ Χριστού έχουν θυσιαστεί, γι’ αυτό ψάλλει η Εκκλησία μας, ‘’Εκ στελεχών νεοφύτων η του Χριστού, Εκκλησία σήμερον, ώσπερ άνθη ευθαλή, δρεψαμένη αίματα τερπνώς, εφηδύνεται αυτοίς και ωραΐζεται’’.
Δεν εορτάζουμε αβάπτιστα Άγια Νήπια σήμερα. Η Εκκλησία μας αναγνωρίζει και το δι’ αίματος βάπτισμα υπέρ Χριστού. Θεωρούμε μήπως τον Άγιο Αχμέτ, ή τον Άγιο Τούνομ (ο οποίος είδε το Άγιο Φως), καθώς και πλήθος άλλων μαρτύρων, οι οποίοι έλαβαν το δι’ αίματος βάπτισμα υπέρ Χριστού, ως αβάπτιστους όταν τους εορτάζουμε ; Δεν είναι αυτά που γνωρίζει η Εκκλησία μας.
Όπως αναφέρει ο Άγιος Φώτιος, ‘’τοσούτων αυτοίς εκείθεν αιωνίων τε και αδιηγήτων αναβλαστησάντων αγαθών’’*, από τον ‘’εκθεσμόν τε και άωρον των βρεφών’’ υπέρ Χριστού θάνατόν τον. Έτσι λοιπόν η Εκκλησία μας εθέσπισε την Εορτή Αγίων Νηπίων, των υπό Ηρώδου αναιρεθέντων, των ‘’Μαρτύρων εν αίματι’’, όπως ψάλλει η Εκκλησία μας.
*Αγίου Φωτίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, ‘’Τα Αμφιλόχια Α΄ – Ερωταποκρίσεις (Α΄-ΞΓ΄).
«Πολυμερώς και πολυτρόπως πάλαι ο Θεός λαλήσας τοις πατράσιν εν τοις προφήταις, επ’ εσχάτου των ημερών τούτων ελάλησεν ημίν εν Υιώ» (Εβρ. 1, 1). Σε δύο μόλις γραμμές η προς Εβραίους επιστολή μάς δίνει όλο το πλάνο του σωστικού σχεδίου που η άπειρη αγάπη του Θεού απεργάσθηκε για τον κόσμο. «Πολλές φορές και με πολλούς τρόπους παλιότερα ο Θεός μίλησε στους πνευματικούς μας προγόνους διά μέσου των προφητών. Μα δεν αρκέστηκε σ’ αυτό. Τώρα μας μίλησε διά μέσου του Υιού του».
Γιατί όμως ήταν αναγκαίο να κατεβεί στη γη, να σαρκωθεί ασπόρως «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου» και να περπατήσει ανάμεσά μας, όμοιος με μας («καθ’ ημάς άνθρωπος»), ο ίδιος ο Υιός του Θεού; Δεν έκαναν καλά το έργο τους οι δίκαιοι και οι προφήτες; Δεν ομολόγησε ο ίδιος ο Θεός π. χ. για τον «εαυτού φίλον», τον Μωυσή, ότι τον αναγνωρίζει ως τον πιο εκλεκτό του ανάμεσα στους ανθρώπους; «Οίδα σε παρά πάντας και χάριν έχεις παρ’ εμοί» (Εξ. 33, 12).
Οι προφήτες έκαμαν πολύ καλά τη δουλειά τους. Μα η αποστολή τους δεν ήταν να σώσουν τον κόσμο. Ξεπερνούσε τις δυνάμεις τους αυτό. Άνθρωποι οι ίδιοι, φορώντας την πεσούσα φύση του Αδάμ, υποκείμενοι στη φθορά και τον θάνατο που η αμαρτία είχε εισαγάγει στον κόσμο, δεν μπορούσαν να δώσουν στον άνθρωπο αυτό που δεν είχαν οι ίδιοι. «Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος» (Λουκιανός). Ο ρόλος τους ήταν όχι να σώσουν, αλλά να προαναγγείλουν μόνο τον Σωτήρα.
Και όταν ο Λόγος του Πατρός «σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» (Ιω. 1, 14), μας έδειξε με τη θαυμάσια παραβολή «του εμπεσόντος εις τους ληστάς», γιατί προέκρινε να μας σώσει με τον τρόπο αυτόν. Η παραβολή μιλάει για τον ιερέα και τον λευΐτη που, «διά το ανίατον» του τραύματος «μη φέροντες την ψυχοφθόρον αλγηδόνα», δεν μπόρεσαν να βοηθήσουν τον άνθρωπο που οι ληστές εγκατέλειψαν ημιθανή. Μιλάει όμως και για κάποιον αλλογενή Σαμαρείτη, που έσωσε τον τραυματισμένο, επιδένοντας τις πληγές του και μεταφέροντάς τον στο πανδοχείο.
«Ιερέα ονομάζει τον μακάριο Μωυσή και Ααρών. Είναι τούτος λοιπόν ο αξιοθαύμαστος Μωυσής που δοξάστηκε, που με τη δεκαπλή μάστιγά του χτύπησε τους Αιγυπτίους, που έσχισε και ξέρανε την Ερυθρά, που πίσω από το σύννεφο μίλησε με τον Θεό. Αυτός που έκαμε πολλά αξιοθαύμαστα, αυτός, αφού είδε τον άνθρωπο πληγωμένο στη γη, τον προσπέρασε χωρίς να τον σηκώσει. Όμοια κι ο Λευΐτης, η τάξη των προφητών. Ούτε ο Μωυσής με τα θαύματά του, ούτε οι προφήτες με τα σημεία τους, κανένας δεν τον λύτρωσε από τον θάνατο, κανένας δεν έκλεισε το τραύμα της αμαρτίας. Γιατί οι ίδιοι ήσαν της αμαρτίας δεσμώτες. Μ’ όλο που με τη σεμνή ζωή τους έγιναν φίλοι του Θεού, όμως, επειδή ήσαν ομόσαρκοι με τον Αδάμ και προέρχονταν από τη νεκρή ρίζα, δεν μπορούσαν, κλαδιά αυτοί, να αποσπάσουν τη ρίζα της αμαρτίας»(Χρυσόστομος).Χρειαζόταν λοιπόν κάποιος ικανότερος.
Έτσι έρχεται ο μέγας βοηθός, ο Χριστός, «ουκ εκ Σαμαρείας, αλλ’ εκ Μαρίας». Κατέρχεται από την Ιερουσαλήμ, τη Βασιλεία των Ουρανών. Ακολουθεί την πορεία του ανθρώπου και έρχεται στην Ιεριχώ, στη ληστρική χώρα της αμαρτίας. Έρχεται να θεραπεύσει το μέγα τραύμα του ανθρώπου, «επιχέων έλαιον και οίνον». Από τους άπειρους τρόπους σωτηρίας που το βάθος της σοφίας του γνωρίζει, διαλέγει το λάδι (την αγάπη του) και το κρασί (το αίμα του).
Η σάρκωσή του είναι ο δρόμος της υπέρτατης θυσίας, γιατί αυτή εκφράζει καλύτερα την άφατη φιλανθρωπία του.
Επεδήμησε Χριστός τω κόσμω εις σωτηρίαν, και μετ’ αυτόν εβλάστησαν οι καρποί της Εκκλησίας. Έλαμψεν ο μάρτυς της αληθείας, και συνέλαμψαν οι μάρτυρες της μεγάλης οικονομίας. Ηκολούθησαν οι μαθηταί τω Διδασκάλω, τοις Κυριακοίς ίχνεσιν οδεύοντες˙ μετά Χριστόν οι Χριστοφόροι˙ μετά τον ήλιον της δικαιοσύνης οι φωστήρες της οικουμένης˙ και πρώτος μεν ημίν ο Στέφανος ήνθησεν, ουκ εκ των Ιουδαϊκών ακανθών πλακείς, άλλ’ εκ της εκκλησιαστικής ευθηνίας πρώτος καρπός τω Κυρίω προσενεχθείς. Ιουδαίοι μεν γαρ στέφανον εξ ακανθών πλέξαντες, τη κεφαλή του Σωτήρος επέθηκαν, αξίους της κακής γεωργίας αυτών τους καρπούς επιδειξάμενοι τω Δεσπότη του αμπελώνος, ως δια της προφητείας προανεφώνει, λέγων˙ «αμπελών Κυρίου Σαβαώθ, οίκος του Ισραήλ εστί, και ο άνθρωπος Ιούδα, νεόφυτον ηγαπημένον. Έμεινα του ποιησαι σταφυλήν, εποίησε δε ακάνθας». Οι δε της ευαγγελικής αληθείας εργάται πρώτον προοίμιον ευσεβείας και πρώτην απαρχήν της γεωργίας Στέφανον τον άγιον άνδρα προσφέρουσι τω Δεσπότη, οία δη τινά στέφανον αληθώς εκ πολλών και διαφόρων αρετών συνηρμοσμένον…
Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο για να τον σώσει και μετά από αυτόν βλάστησαν οι καρποί της Εκκλησίας. Έλαμψε ο μάρτυρας της αλήθειας και μαζί του έλαμψαν οι μάρτυρες της μεγάλης οικονομίας. Ακολούθησαν οι μαθητές το δάσκαλο βασίζοντας τα ίχνη του Κυρίου. Μετά τον Χριστό οι Χριστοφόροι, μετά τον ήλιο της δικαιοσύνης οι φάροι της οικουμένης. Και πρώτος για χάρη μας άνθησε ο Στέφανος, όχι στεφάνι πλεγμένο από ιουδαϊκά αγκάθια, αλλά από την άφθονη εκκλησιαστική σοδειά πρώτος καρπός που προσφέρθηκε στον Κύριο. Οι Ιουδαίοι έπλεξαν στεφάνι από αγκάθια και το έβαλαν στο κεφάλι του Σωτήρα, παρουσιάζοντας στον Κύριο του αμπελώνα καρπούς αντάξιους της κακής γεωργίας τους, όπως προανήγγελλε με την προφητεία λέγοντας˙ «αμπελώνας του Κυρίου Σαβαώθ είναι ο οίκος του Ισραήλ και ο άνθρωπος από τη φυλή του Ιούδα είναι νέος αγαπημένος βλαστός. Περίμενα να κάνει σταφύλια, αλλά έκανε αγκάθια».1 Οι εργάτες όμως της ευαγγελικής αλήθειας ως πρώτο προοίμιο της ευσέβειας και πρώτες επαρχές της καλλιέργειας προσφέρουν στον Κύριο τον άγιο άνδρα Στέφανο, σαν κάποιο αληθινό στέφανο συναρμοσμένο από πολλές και διάφορες αρετές…
Δημοσιεύτηκε η Εγκύκλιος που εξέδωσε η η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος και απέστειλε προς την Ιερά Αρχιεπισκοπή και τις Ιερές Μητροπόλεις στην οποία παραθέτει συνοπτικά τις θέσεις της για το ζήτημα της τεκνοθεσίας και τον λεγόμενο γάμο ομόφυλων ζευγαριών. Μελετώντας την Εγκύκλιο αυτή διαπιστώνουμε τα εξής:
Α. Περιλαμβάνει έξι (6) παραγράφους στις οποίες αναπτύσσονται οι θέσεις της Κρατικής Εκκλησίας για το ζήτημα. Τα θέματα των παραγράφων αυτών είναι τα εξής:
Θεώρηση του γάμου από την Εκκλησία της Ελλάδος
Θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος απέναντι σε ομοερωτικές τάσεις και πράξεις
«Ισότητα» στον γάμο και στην υιοθεσία (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου – Ενωσιακό Δίκαιο)
Σύμφωνο συμβίωσης στην Ελλάδα
Ανέφικτη η επέκταση του γάμου σε ομόφυλα ζευγάρια χωρίς δικαίωμα υιοθεσίας
Θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος για την ομόφυλη γονεϊκότητα
Β. Σε όλο το κείμενο υπάρχει πληθώρα νομικών επιχειρημάτων, απουσιάζει όμως ο θεολογικός λόγος και η παραπομπή σε ευαγγελικά χωρία και πατερικές θέσεις. Είναι δηλαδή ένα κείμενο της μεταπατερικής θεολογίας, στο οποίο οι λέξεις «αμαρτία», «διαστροφή», «ανατροπή της ανθρώπινης οντολογίας και φυσιολογίας», «χριστιανική άσκηση», «πάθος» κ.α, που είναι διάχυτες και στον Απόστολο Παύλο και σε Πατέρες της Εκκλησίας, δεν υπάρχουν.
Τον χριστιανό δεν τον διακρίνει από τον εκτός της Εκκλησίας κόσμο μόνον η χριστιανική πίστη, αλλά και η χριστιανική άσκηση προς αποφυγή «παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος» (Β’ Κορ. 7, 1). Τα σώματα των χριστιανών είναι ενώπιον του Θεού «θυσία ζώσα, αγία τω Θεώ ευάρεστος», διότι ο νους αυτών δεν «συσχηματίζεται τω αιώνι τούτω», αλλά διακρίνει «τι το θέλημα του Θεού το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον» (Ρωμ. 12, 1-2).
Γ. Το κείμενο παραπέμπει σε σύλλογο, που αγωνίζεται για τα ανθρώπινα δικαιώματα και όχι στην ανώτατη Εκκλησιαστική Αρχή της Εκκλησίας της Ελλάδος. Μην ξεχνάμε ότι η Ιερά Σύνοδος «μεριμνά διά την τήρησιν των Δογμάτων της Ορθοδόξου Πίστεως, των Ιερών Κανόνων και των Ιερών Παραδόσεων…… Μελετά και αποφασίζει περί των ληπτέων μέτρων διά την πραγμάτωσιν της κατά Χριστόν ζωής του ιερού Κλήρου και του Χριστεπωνύμου λαού».
Απάντηση στο κείμενο της Ελλαδικής Εκκλησίας για το θέμα της ομοφυλοφιλίας δίνει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μέσα από τα συγγράμματά του. Μας λέει λοιπόν ο Χρυσορρήμων Άγιος τα εξής:
–Τα ποικίλα ερεθίσματα της σαρκός του άνδρα και της γυναίκας έχουν μόνον μια διέξοδο, τον γάμο. «Διά δε τας πορνείας έκαστος την εαυτού γυναίκα εχέτω και έκαστη τον ίδιον άνδρα εχέτω» (Α’ Κορ. 7, 2), «ουχ ίνα ασελγώμεν, ουδ’ ίνα πορνεύωμεν, αλλ’ ίνα σωφρονώμεν» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις το αποστολικόν ρητόν Διά δε τας πορνείας έκαστος την εαυτού γυναίκα εχέτω].
-Ο γάμος μεταξύ του άνδρα και της γυναίκας είναι, μεταξύ άλλων, και «πορνείας αναιρετικόν φάρμακον», «την αμετρίαν εκκόπτων» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις το αποστολικόν ρητόν Διά δε τας πορνείας έκαστος την εαυτού γυναίκα εχέτω].
–Κάθε σεξουαλική σχέση εκτός του γάμου ονομάζεται πορνεία και είναι θανάσιμο αμάρτημα. Με την παράνομη μείξη ο πορνεύων αμαρτάνει επάνω στο ίδιο του το σώμα (Α’ Κορ. 6, 18), ώστε ο όλος άνθρωπος να αμαρτάνει: και ο νους, με την αθέμιτη επιθυμία, και το σώμα, ως αποδέκτης αυτής. Η εντολή του Θεού είναι σαφής και ρητή: «φεύγετε την πορνείαν» (Α’ Κορ. 6, 18)· «δοξάσατε δη τον θεόν εν τω σώματι υμών» (Α’ Κορ. 6, 20)· «ο νυν ζώμεν εν σαρκί, εν πίστειζώμεν τη του Υιού του Θεού» (Γαλ. 2, 20). Δηλαδή, το σώμα «ου διά τούτο κατεσκευάσθη, ίνα ασώτως ζη και πορνεύη, αλλ’ ίνα τω Χριστώ έπηται ως κεφαλή» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Α’ Προς Κορινθίους Επιστολήν].
-Σε μία τέτοια θεοδίδακτη αντίληψη και νομοθέτηση περί του σώματος και της γενετήσιας συμπεριφοράς του, η ομοφυλοφιλία αποτελεί αισχύνη της φύσεως και καταπάτηση του θείου νόμου [«Και την φύσιν ήσχυναν και τους νόμους επάτησαν», Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Προς Ρωμαίους Επιστολήν], την εσχάτη και βδελυρωτάτη μορφή πορνείας, μάλιστα δε «τοσούτον πορνείας χείρων» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν, Ομιλία ΜΓ’, όπου εισάγει τον Λωτ να προκρίνει την ασέλγεια των Σοδομιτών επί των θυγατέρων του, ως μικρότερη, έναντι της επί των δύο φιλοξενουμένων του ανδρών απειλουμένης ασελγείας, όχι βεβαίως μόνον λόγω των κρατούντων περί φιλοξενίας: «μηδέ αθέσμουςεπινοήσητε μίξεις· αλλ’ εί και βούλεσθε της μανίας υμών (της ομοφυλοφιλικής) τον οίστρον παραμυθήσασθαι. εγώ τούτο παρέξω, ώστε κουφότερον υμών γενέσθαι το τόλμημα»].
– Στην πορνεία, «ει και παράνομος, αλλά κατά φύσιν η μίξις», ενώ στην ομοφυλοφιλία «και παράνομος και παρά φύσιν». Στην Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) αναφέρεται ως παροιμιώδης η τιμωρία των πόλεων Σοδόμων και Γομόρρας, των οποίων «αι αμαρτίαι αυτών μεγάλαι σφόδρα» υπήρξαν (Γεν. 18, 20) και «ουχ αι τυχούσαι, αλλά και μεγάλαι, και σφόδρα μεγάλαι. Ξένον γαρ τρόπον παρανομίας επενόησαν και αλλοκότους και αθέσμους των μίξεων νόμους εφεύρον», δηλαδή, «ανέτρεψαν τους της φύσεως νόμους και ξένας και παρανόμους επενόησαν μίξεις» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν, Ομιλία ΜΒ’].
– Η τιμωρία τους υπήρξε παραδειγματική, επειδή τα ομοφυλοφιλικά τους πάθη είχαν πλέον καταστή καθολικά, «ως άπαντας της λύμηςαναπλησθήναι πάσης», και «ανίατα» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν, Ομιλία ΜΒ’], ως «μηδεμίαν θεραπείαν επιδέξασθαι βουλομένους» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν, Ομιλία ΜΓ’].
Η σοδομική τιμωρία αποτέλεσε και «υπόμνημα διηνεκές ταις μετά ταύτα γενεαίς, ώστε μη τοις αυτοίς επιχειρείν, ίνα μη τοις αυτοίς περιπέσωσι» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν, Ομιλία ΜΒ’, Στις μεγάλες αμαρτίες των Σοδομιτών συμπεριλαμβάνονται ασφαλώς και άλλες, όπως η καταδυνάστευση των «ασθενεστέρων» από τους δυνατωτέρους και των «πενήτων» από τους πλουσίους (Ομιλία MB’), η αναφερομένη όμως έκτοτε ως «σοδομική» αμαρτία της ομοφυλοφιλίας υπήρξε «η άφατος και πάσης συγγνώμης απεστερημένη» (αυτόθι), ώστε «αφανισμού δείσθαι παντελούς» (αυτόθι). Σε αυτήν αποκλειστικά αναφέρεται το κείμενο της Γενέσεως με το παράδειγμα, το οποίο παρατίθεται προ της αποφασισμένης και ήδη επικειμένης καταστροφής, της προσπαθείας των Σοδομιτών, «από νεανίσκου έως πρεσβυτέρου, άπας ο λαός άμα» (Γεν. 19, 4), να αποσπάσουν από τον Λωτ τους δύο ανθρώπους (Αγγέλους), λέγοντας «τα της ασελγείας εκείνα ρήματα» (αυτόθι, Ομιλία ΜΓ’): «εξάγαγε αυτούς προς ημάς, ίνα συγγενώμεθα αυτοίς» (Γεν. 19, 5). Τις ασελγείς προθέσεις τους διευκρινίζει πλήρως η ανωτέρω απάντηση του Λωτ, να τους εκδώσει τις δύο θυγατέρες του αντ’ αυτών προς απόλαυση (Γεν. 19, 7-8), και αποσαφηνίζει δεόντως ο ιερός Χρυσόστομος ως «άφατον της παρανομίας υπερβολήν», «ασύγγνωστον επιχείρησιν», «τόλμαν αναιδή και αναίσχυντον» (αυτόθι), «πονηράν πράξιν», «παραδειγματισμόν (διαπόμπευση) της φύσεως», «αθέσμους μίξεις», «μανίας οίστρον», «παρανομίαν», «ύβριν» (αυτόθι), «πονηράν και ακόλαστον επιθυμίαν» (αυτόθι).
Στο Λευιτικό αναφέρεται δύο φορές στο «βδέλυγμα» της αρσενοκοιτίας: «και μετά άρσενος ου κοιμηθήση κοίτην γυναικείαν (δεν θα συνευρεθείς με άρρενα, όπως με γυναίκα), βδέλυγμα γαρ εστιν» (18, 22)· «και ος αν κοιμηθή μετά άρσενος κοίτην γυναικός, βδέλυγμα εποίησαν αμφότεροι» (20, 13). Στην απαγόρευση αυτή του θείου Νόμου αναφερόμενες οι Αποστολικές Διαταγές εντέλλονται: «Ουκέτι δε και η παρά φύσιν βδελυκτή μίξις… εχθρά γαρ Θεού υπάρχουσα· και γαρ παρά φύσιν εστίν η Σοδόμων αμαρτία», την οποία δεν ονομάζουν απλώς αμαρτία, αλλά «ασέβημα», οι φορείς του οποίου «διάλυσιν κόσμου μηχανώνται, τα κατά φύσιν παρά φύσιν επιχειρούντεςποιείν» [Βιβλ. IV, κεφ. κη’, PG 1.984Α.
-Ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, απευθυνόμενος σε χριστιανούς προερχομένους κατά πλειοψηφία από τον εθνικό κόσμο, είναι ιδιαιτέρως σαφής και κατηγορηματικός με το ομοφυλοφιλικό βδέλυγμα της ειδωλολατρικής πλάνης, το οποίο ως εκ προοιμίου αφορίζει από την Εκκλησία της Ρώμης: Αυτοί, οι οποίοι «ήλλαξαν την δόξαν του αφθάρτου Θεού εν ομοιώματι εικόνος φθαρτού ανθρώπου», παραδόθηκαν (εγκαταλείφθηκαν) «εν ταις επιθυμίαις των καρδιών αυτών εις ακαθαρσίαν του ατιμάζεσθαι τα σώματα αυτών εν εαυτοίς» (1, 23-24). Αυτοί, οι οποίοι «μετήλλαξαν την αλήθειαν του Θεού εν τω ψεύδει και εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν τη κτίσει παρά τον κτίσαντα» (1, 25), παραδόθηκαν «εις πάθη ατιμίας· αι τε γαρ θήλειαι αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις την παρά φύσιν, ομοίως τε και οι άρσενες αφέντες την φυσικήνχρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους, άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν, ην έδει της πλάνης αυτών, εν εαυτοίς απολαμβάνοντες» (1, 26-27), δηλαδή, «εν αυτή τη ηδονή ταύτην την κόλασιν ούσαν» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Προς Ρωμαίους Επιστολήν]
–Στην επικρατούσα σήμερα πλάνη γύρω από το θέμα αυτό και στην προσπάθεια να αποδειχθεί ότι ο Θεός δεν ασχολείται με τα γενετήσια προβλήματα των ανθρώπων, η φωνή του Παύλου, επίκαιρη και αποκαλυπτική, αποκαθιστά την αλήθεια: «μη πλανάσθε· ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτραι, ούτε μοιχοί, ούτε μαλακοί, ούτε αρσενοκοίται… βασιλείαν θεού κληρονομήσουσι» (Α’ Κορ. 6, 9- 10). Και οι μαλακοί, δηλαδή οι παθητικοί στην ομοφυλοφιλική πράξη, οι «αισχροπαθούντες» [Θεοφύλακτου Βουλγαρίας, Προς Κορινθίους Πρώτης Επιστολής Εξήγησις], οι εκθηλυσμένοι και οι κίναιδοι, οι «ηταιρηκότες» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Α’ Προς Κορινθίους Επιστολήν].
Επίλογος
Στον χώρο του Θεού, στην Εκκλησία «ο χθές και σήμερον, ο αυτός και εις τους αιώνας» θείος Νόμος του Χριστού είναι ο Κώδικας, ο οποίος ρυθμίζει τη γενετήσια συμπεριφορά του ανθρώπου του Θεού, χωρίς να αναγνωρίζει ανθρώπινα δικαιώματα στην αμαρτία, και ο οποίος είναι αδύνατο να υποκατασταθεί από την ψυχιατρική επιστήμη, η οποία μετατρέπει το αμάρτημα σε ανωμαλία ή παρέκκλιση ή παραλλαγή από κάποιο κανόνα [Ντ. Μουστερή, «Ψυχολογική άποψη της ομοφυλοφιλίας», Σεμινάριο «Η Ομοφυλοφιλία» της Παγκύπριας Εταιρείας Ψυχικής Υγιεινής, Λευκωσία 1982]. Η ομοφυλοφιλία είναι ανθρώπινο δικαίωμα όντως, εφ όσον το άτομο που τη διεκδικεί δεν είναι «συντεταγμένο στον Χριστό». Με την ελεύθερη σύνταξή του σε αυτόν επαναλαμβάνει το «ουχ ως εγώ θέλω, αλλ’ ως συ» (Ματθ. 26, 39), «αλλ’ ου τι εγώ θέλω, αλλά τι συ» (Μάρκ. 14, 36).
Σε σημείωση του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, στα Προλεγόμενα του πεζού Κανόνος της Χριστού Γεννήσεως, από το Εορτοδρόμιο (τόμος Α’, σελ. 145), αναφέρονται τρία θαύματα που ακολούθησαν την Γέννηση του Χριστού.
Παραθέτουμε εδώ το τρίτο συγκλονιστικό θαύμα: «Τρίτον δε και τελευταίον θαύμα ηκολούθησεν εν τη Χριστού Γεννήσει· λέγει γαρ ένας Διδάσκαλος, ότι την νύχτα εκείνην, κατά την οποία εγεννήθη ο Δεσπότης Χριστός, έστειλε πρώτον ένα Άγγελον και εθανάτωσεν όλους τους αρσενοκοίτας, όπου ήσαν εις τον Κόσμον, και έπειτα εγεννήθη, διά να μη ευρεθή τότε εις την γην μία τοιαύτη Θεομίσητος αμαρτία (παρά Ιερονύμω)»…
Σχόλιο : «Ίσως τώρα να γίνεται ακόμα πιο φανερό σε καλοπροαίρετους αναγνώστες ότι το αμάρτημα αυτό αποτελεί βδέλυγμα στα μάτια του Θεού και ότι όσοι επιχειρούν να θεσμοθετήσουν «γάμους» και «σύμφωνα συμβίωσης» μεταξύ ανθρώπων του ιδίου φύλου, βλασφημούν και αντιτίθενται στο θέλημα του Θεού.».