ΓΕΝΙΚΑ
Θεία Ευχαριστία, Θεία Κοινωνία, Αγία Κοινωνία, Θεία Μετάληψη ή Δείπνο του Κυρίου
Αποτελεί μυστήριο ή τελετή πολλών Χριστιανικών ομολογιών. Κατά την παράδοση αποτελεί μυστήριο, διότι ο ιδρυτής της εκκλησίας Χριστός, στο μυστικό δείπνο προεικόνισε το μυστήριο: «Εσθιόντων δε αυτών λαβών ο Ιησούς τον άρτον και ευλογήσας έκλασε και εδίδου τοις μαθηταίς και είπε: «λάβετε φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου» και λαβών το ποτήριον κει ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς λέγων: «πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο γαρ εστί το αίμα μου το της καινής διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών»» (Ματθ. 26. 26-28). Η Θεία Κοινωνία μεταλαμβάνεται συνήθως μετά άρτου και οίνου, τα οποία μεταβάλλονται κατά την Ορθοδοξία ή μετουσιώνονται κατά τον Δυτικό τρόπο σκέψης σε σώμα και αίμα Κυρίου. Ο μεταλαμβάνων τη Θεία Ευχαριστία συμμετέχοντας στο μυστήριο, συμμετέχει στο κοινό σώμα της εκάστοτε εκκλησίας.
Ιστορική Αναδρομή
Εμφάνιση και ρόλος στη Χριστιανική κοινότητα
Στη χριστιανική εκκλησία του 1ου αιώνα ο όρος εὐχαριστία δεν είχε την ειδική έννοια που του αποδόθηκε αργότερα αλλά σήμαινε «απόδοση ευχαριστιών, ευγνωμοσύνη» αλλά και ευχαριστήρια προσευχή προς τον Θεό. (Ματθ. 15. 36). Στην Καινή Διαθήκη χρησιμοποιούνται οι όροι «κυριακὸν δείπνον» («δείπνο του Κυρίου») και «κλάση του άρτου», για να περιγράψουν το τελετουργικό γεύμα που ο Ιησούς Χριστός έδωσε εντολή στους μαθητές του να τηρούν λέγοντας: «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν» (Λουκ. 22. 19). Από τα τέλη του 1ου αιώνα, σύμφωνα με τη Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων, φαίνεται ότι άρχισε να καθιερώνεται η ονομασία «ευχαριστία» με την τεχνική αυτή σημασία (9. 1, 5). Προφανώς αυτό συνέβη καθώς οι προσευχές πριν από το αναμνηστικό δείπνο άρχιζαν συνήθως με τα λόγια: «Ευχαριστούμεν σοι, πάτερ ημών» (9. 2, 3).
Κατά τα πρώτα αποστολικά χρόνια, η Θεία Ευχαριστία αποτελούσε το κέντρο της λατρευτικής ζωής των Χριστιανών. Με αυτή συνδέονταν όλες οι άλλες λατρευτικές και πνευματικές εκδηλώσεις της εκκλησίας. Στη Θεία Ευχαριστία συμμετείχαν όσοι ήσαν βαπτισμένοι, ενώ συνδυαζόταν με κοινή εστίαση των πιστών, τις λεγόμενες «αγάπες». Με βάση την Καινή Διαθήκη (Κορ. Α΄, 16. 19), η Θεία Ευχαριστία τελείτο συνήθως σε ιδιωτικές κατοικίες. Το εκκλησιαστικό γεγονός τελούνταν με συμμετοχή όλων των πιστών της εκάστοτε τοπικής εκκλησίας, με εξαίρεση ορισμένων ιουδαιοχριστιανικών ομάδων τις Μικράς Ασίας. Η Θεία Ευχαριστία περιείχε «κλάση» του άρτου, την «ευλογία» του ποτηρίου αλλά και κατήχηση με ανάγνωση γραφών, προφητείες, προσευχές και ύμνους. Οι αγάπες κατά το β΄ αιώνα διαχωρίστηκαν από την Θεία Ευχαριστία λόγω καταχρήσεων που παρουσιάστηκαν.
Αρχικά τελείτο καθημερινώς τις απογευματινές ώρες. Ήδη όμως κατά τον 1ο αιώνα ξεχώριζε η τελούμενη Θεία Ευχαριστία της Κυριακής. Μάλιστα κατά την Κυριακή τελούνταν δύο συνάξεις μια «εωθινή» και μια «εσπερινή» κατά την οποία και τελείτο η Θεία Ευχαριστία. Ο λόγος για τον οποίο όμως μεταφέρθηκε πρωί η σύναξη, σήμερα δε βρίσκει πειστικές εξηγήσεις. Επικράτησε η άποψη πως η κατηγορία του Πλινίου κατά των Χριστιανών ως «μυστική εταιρία» και ο διωγμός που εξαπέλυσε οδήγησε την εκκλησία να μεταθέσει στην «εωθινή» σύναξη της Κυριακής τη Θεία Ευχαριστία και εν συνεχεία να καθιερωθεί. Αυτό όμως τελικά δε φαίνεται αρκετά πειστικό, αφού αυτή η μεταφορά τελικά δεν απάλλασσε από τις όποιες υποψίες τους χριστιανούς, που συνέχισαν την τέλεσή της.
Το λειτουργικό πλαίσιο της Θείας Ευχαριστίας
Ο τρόπος τελέσεως της Θείας Ευχαριστίας κατά τον πρώτον αιώνα παραμένει σήμερα σχεδόν άγνωστος λόγω κυρίως «απόρρητης πειθαρχίας» (disciplina arcani) που επικρατούσε στους εκκλησιαστικούς κύκλους της εποχής, που είχαν μάλιστα οδηγήσει τους αντιπάλους και πολέμιους του χριστιανισμού σε δαιμονοποίηση του Ευχαριστιακού γεγονότος. Οι μόνες πληροφορίες που διαθέτουμε έχουν έμμεσο χαρακτήρα αναφορών, όπως ότι η λειτουργία που τελείτο είχε δυο μέρη: διδακτικό και μυστηριακό, εξ ου και οι κατηχούμενοι απαγορευόταν να παρακολουθήσουν. Σε μια προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση μάλιστα ο H. Lietzmann (Messe und Herrenmahl, Bohn), θεωρεί πως πρέπει να γίνει μια διάκριση του Κυριακού δείπνου σε δύο τύπους, εκ των οποίων ο ένας ήταν δείπνος συναδελφώσεως και ενότητας των χριστιανών μεταξύ τους και προς τον Κύριο, ο δε άλλος ήταν μυστηριακός δείπνος σε ανάμνηση της θυσίας του Κυρίου. Έτσι, ο πρώτος ταυτιζόταν προς τη συνεστίαση του Χριστού με του μαθητές του, που τελείτο από την πρώτη χριστιανική κοινότητα της Παλαιστίνης, ενώ ο δεύτερος με το μυστικό δείπνο και τελείτο από τις Ελληνικές κοινότητες των χριστιανών.
Κατά το 2ο αιώνα υπάρχει σχετική γραμματεία η οποία συνδυασμένα μας δίνει κάποιες πληροφορίες. Κατά το πρώτο μέρος απαγέλλονταν αναγνώσματα από προφητικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης ή τους Ψαλμούς, πραγμοτοποιείτο κήρυγμα του προεστώτα, αλλά και η ανάγνωση ευχών. Ο Τερτυλλιανός (De anima, 9) υπαινίσσεται και απαγγελία ψαλμών και ύμνων. Στο μυστηριακό μέρος κατά τον Ιουστίνο, έχουμε ασπασμό ειρήνης, προσφορά τιμίων δώρων και ολοκληρονώταν με την Θεία Ευχαριστία. Το «σώμα» το προσέφερε ο Επίσκοπος, ενώ το «αίμα» με το Άγιο ποτήριο ο Διάκονος. Το «σώμα» Κυρίου δύνατο να ληφθεί και μετά το πέρας της συνάξεως, όπως δύνατο να το λάβουν και όσοι δεν παρεβρίσκονταν στην ευχαριστιακή σύναξη. Επίσης ο Ιουστίνος αναφέρει «κράση» δηλαδή ανάμιξη ύδατος και οίνου. Οι πιστοί όταν λάμβαναν τον άρτο ήσαν ιδιαίτερα προσεκτικοί ώστε να μην πέσουν ψυχία, ενώ τηρείτο συγκεκριμένη στάση των χειρών κατά τη παράδοση, ήτοι το αριστερό χέρι σφιχτά κάτω από το δεξί.
Νηστεία και θ. κοινωνία
Τόσο η αρχαία εκκλησιαστική πράξη όσο και οι ιεροί Κανόνες δεν προβλέπουν κάποια ειδική νηστεία για όσους πρόκειται να προσέλθουν στην Ευχαριστία. Στην αποστολική εποχή –και οπωσδήποτε και αρκετά μεταγενέστερα- οι πιστοί κοινωνούσαν μετά το δείπνο. Αυτό, βέβαια, αργότερα για πολλούς λόγους, έπαυσε να γίνεται και η ευλάβεια απέναντι στη θεία Κοινωνία οδήγησε την Εκκλησία να νομοθετήσει οι πιστοί να κοινωνούν νηστικοί, δηλαδή να απέχουν από κάθε είδους τροφή και το νερό από την ώρα του δείπνου ή, το αργότερο, το μεσονύκτιο της προηγούμενης ημέρας. Είναι η μόνη ευχαριστιακή νηστεία που ορίζουν οι Κανόνες της Εκκλησίας και καμιά άλλη (κθ’ Πενθέκτης Οικουμενικής).
Ότι δεν υπάρχει ειδική νηστεία, φαίνεται και από την πρακτική που ανέκαθεν ακολουθούν οι κληρικοί, οι οποίοι, όταν πρόκειται να λειτουργήσουν, τηρούν μόνο την αρχική ευχαριστιακή νηστεία, αποχή δηλαδή από τροφή και νερό από το μεσονύκτιο μέχρι το πέρας της Λειτουργίας.
Την μη ύπαρξη νηστείας προ της θ. κοινωνίας βρίσκουμε στην επιστολή του Παύλου στους Κορίνθιους (Κορ. Α΄ 11. 20-26). Εκεί, ο απόστολος επιπλήττει τους προσερχόμενους στο Κυριακό δείπνο, όπου ορισμένοι ανυπόμονοι έτρωγαν μόλις κάθονταν στο τραπέζι και μετά κοινωνούσαν. Ο Παύλος τους συμβουλεύει να τρώνε στο σπίτι τους πριν έλθουν, αφού είναι τόσο βιαστικοί. Από το σημείο αυτό φαίνεται ότι οι προσερχόμενοι κοινωνούσαν το σώμα του Κυρίου, κατόπιν έτρωγαν και στο τέλος («μετά το δειπνήσαι») κοινωνούσαν το αίμα του Κυρίου.
Η Θεολογία της Θείας Ευχαριστίας
Ορθόδοξη Εκκλησία
Θεία Ευχαριστία σε Ορθόδοξη Εκκλησία
Η Θεία Ευχαριστία αποτελεί το σπουδαιότερο μυστήριο της Εκκλησίας. Θεωρείται ότι αποτελεί πρόγευση των εσχάτων, της Βασιλείας του Θεού. Στο παρελθόν όλα τα υπόλοιπα μυστήρια τελούνταν μέσα στη Θεία Ευχαριστία, από τον 12ο αιώνα και μετά όμως άρχισαν να τελούνται χωριστά (Περγάμου Ιωάννης, Εκκλησιολογία)..
Στη Θεία Ευχαριστία ο άρτος και ο οίνος, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μετατρέπονται-μεταβάλλονται σε «σώμα» και «αίμα» Κυρίου. Κατά τον Ιγνάτιο Φιλαδελφείας αποτελεί «φάρμακον αθανασίας, αντίδοτον του μη αποθανείν αλλά ζην εν Χριστώ Ιησού δια παντός». Επίσης αναφέρει «την ευχαριστίαν σάρκα είναι του σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, την υπέρ ημών των αμαρτιών παθούσαν, εν τη χρηστότητι ο Πατήρ έγειρε». Ο μεταλαμβάνων την θεία Ευχαριστία ενώνεται μυστικώς με τον ίδιο τον Ιησού Χριστό (Ιεροσολύμων Κύριλλος, Κατήχηση Δ΄, 3). Ο λόγος που καλείται Θεία Ευχαριστία προκύπτει από δύο λόγους, αφενός διότι ο Ιησούς Χριστός πρωτού τα παραδόσει ευχαρίστησε τον Πατέρα και αφετέρου διότι είναι Ευχαριστία και εκ μέρους των πιστών (Ι. Χρυσόστομου, ευχή θ. αναφοράς θ. λειτουργίας). Η Θεία Ευχαριστία κατά το ρηθέν του Ευαγγελιστή Ιωάννη αποτελεί για έναν ορθόδοξο το κέντρον της ζωής του: «αμήν αμήν λέγω υμίν, εάν μη φάγητε την σάρκα του Υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς. Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον και εγώ αναστήσω αυτόν τη εσχάτη ημέρα. Η γαρ σαρξ μου αληθώς εστί βρώσις και το αίμα μου αληθώς εστί πόσις. Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ» (Ιω. 6. 53-56). Αυτή η λεγόμενη και «αναίμακτη» θυσία, προσφέρεται ως ιλαστήριος, ικετήριος, ευχαριστήριος θυσία προς την πραγματική αναίμακτη σταυρική θυσία του Χριστού, υπέρ πάντων των Αγίων, εξαιρέτως υπέρ της Υπεραγίας Θεοτόκου, των κεκοιμημένων και ζώντων και σε ασθένεια, των οδοιπορούντων, υπέρ πάντων και πασών. Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός δε, χαρακτηρίζει τη μεταβολή ως ανερμήνευτον και ανεξερεύνητον (Έκδοση ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, Δ΄ 13). Ο κάθε Ορθόδοξος δε δύναται να μετέχει κατά βούληση αν δεν έχει προηγηθεί κάθαρση. Ο ιερός Χρυσόστομος αναφέρει «…ο μεν γαρ εναγείς και ακάθαρτος ουδέ εν εορτή δίκαιος…ο δε καθαρός και δια μετανοίας ακριβούς αποσμηξάμενος και πλημμελήματα και εν εορτή και αεί δίκαιος…». Έτσι προ του «φοβερού βήματος του Χριστού» απαιτείται εξομολόγηση, μετάνοια και νηστεία.
Ρκαθολική «εκκλησία»
Τυπική Θεία Ευχαριστία σε Ρωμαιοκαθολική «εκκλησία»
Για την ΡΚαθολική «εκκλησία» η Θεία Ευχαριστία είναι η ίδια η θυσία του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου Ιησού Χριστού, την οποία Εκείνος σύστησε για να διαιωνίσει (έως ότου έλθει) τη θυσία του Σταυρού, εμπιστευόμενος έτσι στην Εκκλησία του την ανάμνηση του Θανάτου και της Ανάστασής του. Είναι το σημείο της ενότητας, ο σύνδεσμος της αγάπης, το πασχαλινό συμπόσιο κατά το οποίο οι πιστοί λαμβάνουν το Χριστό. Είναι η πηγή και το αποκορύφωμα όλης της Χριστιανικής ζωής. Η Θεία Ευχαριστία εκτυλίσσεται σε δύο μεγάλα μέρη, που αποτελούν μια μόνη πράξη της Θείας Λατρείας: την ακολουθία του Λόγου, η οποία περιλαμβάνει την αναγγελία και την ακρόαση του Λόγου του Θεού, και την Ευχαριστιακή Ακολουθία, η οποία περιλαμβάνει την προσφορά του άρτου και του οίνου, την Ευχαριστιακή ευχή ή αναφορά, που εμπεριέχει τις λέξεις της καθαγίασης και τη θεία κοινωνία. Λειτουργός της τέλεσης της Θείας Ευχαριστίας είναι ο Ιερέας (Επίσκοπος ή πρεσβύτερος), έγκυρα χειροτονημένος, ο οποίος ενεργεί στο πρόσωπο του Χριστού ως Κεφαλή και στο όνομα της Εκκλησίας. Απαραίτητα στοιχεία είναι ο άρτος από σιτάρι (άζυμος βάσει του ότι η κλάση του άρτου έγινε την πρώτη ημέρα της εορτής των αζύμων Μκ 14:12-26 Λκ 22:7-23 Μτθ 26:6-21) και ο οίνος από σταφύλι.
Κατά την διάρκεια του μυστηρίου γίνεται μετουσίωση του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα του Χριστού. Μετουσίωση σημαίνει την μετατροπή όλης της ουσίας του άρτου στην ουσία του Σώματος του Χριστού και όλης της ουσίας του οίνου στην ουσία του Αίματός του. Αυτή η μετατροπή πραγματοποιείται κατά την ευχαριστιακή ευχή, διαμέσου της αποτελεσματικότητας της δράσης του Λόγου του Χριστού και της δράσης του Αγίου Πνεύματος. Για να λάβουν οι πιστοί τη Θεία Κοινωνία επιβάλλεται να είναι πλήρως ενσωματωμένοι στην ΡΚαθολική «εκκλησία» και να βρίσκονται σε κατάσταση χάρης, δηλαδή χωρίς θανάσιμη αμαρτία στη συνείδησή τους. Όποιος συνειδητοποιεί, ότι έπραξε μια βαριά αμαρτία οφείλει να λάβει το Μυστήριο της Συμφιλίωσης πριν προσέλθει στη Θεία Κοινωνία. Είναι επίσης σημαντικό το πνεύμα της αυτοσυγκέντρωσης και της προσευχής, η τήρηση της νηστείας όπως καθορίζεται από την Εκκλησία και η ευπρέπεια του σώματος, ως σημείο σεβασμού προς τον Χριστό.
Προτεσταντικές «εκκλησίες»
Προετοιμασία για την Θεία Ευχαριστία σε μια Ελευθέρα Αποστολική «εκκλησία» Πεντηκοστής
Υπάρχουν διάφορες θεολογικές θεωρήσεις για την Θεία Ευχαριστία μέσα στις Προτεσταντικές «εκκλησίες». Κάποιες «εκκλησίες» τελούν την Θεία Ευχαριστία ως ανάμνηση της σταυρικής θυσίας του Ιησού Χριστού και πιστεύουν πως ο oίνος και ο άρτος είναι σύμβολα του αίματος και του σώματός Του. Αντίθετα άλλες «εκκλησίες», πιστεύουν σε μια πιο μυστηριακή υπόσταση της τελετής. Η αντίθεση αυτή στην θεολογία των Προτεσταντικών εκκλησιών, έγινε η αιτία για την πρώτη βασική διαίρεση στο χώρο. Από νωρίς ο Μαρτίνος Λούθηρος, διαφώνησε με τους Ελβετούς ηγέτες της Μεταρρύθμισης, και ανέπτυξε το δόγμα της συμμετουσίωσης. Κατά το δόγμα της συμμετουσίωσης ο Ιησούς Χριστός, ως Θεάνθρωπος, λόγω της αδιάλυτης ένωσης των δύο φύσεων στο πρόσωπό του, είναι παρών στην τελετή της Θείας Ευχαριστίας, όχι με τη θεία μόνο φύση του, αλλά και με την ανθρώπινη, έτσι που ο άρτος και ο οίνος αποκτούν την ουσία του σώματος και του αίματος Του, χωρίς να αποβάλλουν τη δική τους ιδιαίτερη υπόσταση.
Σε πολλές «εκκλησίες», διανέμονται σε όλη τη συνάθροιση κομμάτια άρτου και μικρά ποτήρια με οίνο, από τους πρεσβυτέρους και τους διακόνους. Σε άλλες πάλι «εκκλησίες» οι πιστοί προσέρχονται για να λάβουν τον άρτο και τον οίνο από τον λειτουργό της «εκκλησίας».
Οι θεολογικές απόψεις των Ελληνικών «εκκλησιών» για την Θεία Ευχαριστία, διαφέρουν επίσης σε κάποια σημεία. Η Ελευθέρα Αποστολική «εκκλησία» Πεντηκοστής πιστεύει ότι ο οίνος και ο άρτος γίνονται σώμα και αίμα Χριστού πνευματικώς, δια της πίστεως και τελεί την Θεία Ευχαριστία κάθε Κυριακή με άζυμο άρτο (επίσημη ιστοσελίδα της ΕΑΕΠ). Η Ελληνική Ευαγγελική «εκκλησία» πιστεύει πως είναι η τελετή της κοινωνίας μετά του Χριστού και μετά του λαού Αυτού, εν η δίδεται και λαμβάνεται ο άρτος και ο οίνος προς ευγνώμονα ανάμνησιν Εκείνου και της επί του Σταυρού θυσίας Αυτού, και την τελεί κάθε πρώτη Κυριακή του μήνα, όπως κάνουν και οι υπόλοιπες Πρεσβυτεριανές «εκκλησίες» (Ομολογία Πίστης Ελληνικής Ευαγγελικής «εκκλησίας», άρθρο 22, περί των τελετών). Οι Ελεύθερες Ευαγγελικές «εκκλησίες» τελούν την Θεία Ευχαριστία κάθε Κυριακή και τονίζουν πως γίνεται σε ανάμνηση των παθημάτων του Ιησού Χριστού, και ότι δεν είναι μια μυστηριακή τελετή που σώζει ή αγιάζει, ούτε επανάληψη της θυσίας του Χριστού κατά την οποία γίνεται μετουσίωση, ενώ ο άρτος και το ποτήριο συμβολίζουν την ενότητα όλων των πιστών που μετέχουν σε σώμα Χριστού. Η Αποστολική «εκκλησία» του Χριστού μιλάει για συμβολική χρήση του άρτου και του οίνου (γνωριμία με τις αρχές της «εκκλησίας») και τελεί την Θεία Ευχαριστία κάθε πρώτη Κυριακή και κάθε τρίτη Πέμπτη του μήνα, στηριζόμενη στο γεγονός ότι κατά την Μεγάλη Πέμπτη ο Ιησούς Χριστός εγκαθίδρυσε την Θεία Ευχαριστία.
4η Μυσταγωγική Κατήχηση: Περι Σωματοσ και Αιματοσ του Χριστου
«Διότι εγώ παρέλαβα από τον Κύριο, αυτό που σας παράδωσα. Ότι δηλαδή, το βράδυ που παραδιδόταν έλαβε άρτον και αφού ευχαρίστησε τον έκοψε και είπε, Λάβετε, φάγετε, τούτο μου εστί το σώμα το υπέρ υμών κλώμενον· τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν. Παρομοίως [έλαβε] και το ποτήριον, μετά το δείπνο, και είπε, Τούτο το ποτήριον είναι η καινή διαθήκη εν τῷ εμῷ αίματι· τούτο ποιείτε, οσάκις αν πίνητε, εις την εμήν ανάμνησιν. Ωσάκις γαρ αν αν εσθίητε τον άρτον τούτον και το ποτήριον τούτο πίνητε, τον θάνατον του Κυρίου καταγγέλλετε, άχρις ού έλθη. Ώστε λοιπόν όποιος τρώει τον άρτον τούτον και πίνει το ποτήριον του Κυρίου ανάξια, θα είναι ένοχος για το σώμα και το αίμα του Κυρίου. Ας δοκιμάζει λοιπόν ο κάθε άνθρωπος τον εαυτόν του, και έτσι ας τρώει από τον άρτο και ας πίνει από το ποτήριο· γιατί εκείνος που τρώει και πίνει ανάξια τρώει και πίνει κατάκριση για τον εαυτόν του, επειδή δεν διακρίνει το σώμα του Κυρίου. Ακριβώς για αυτόν τον λόγο υπάρχουν μεταξύ σας πολλοί ασθενείς και άρρωστοι και αρκετοί κεκοιμημένοι. Εάν είχαμε διάκριση δεν θα κρινόμαστε. Τώρα όμως που κρινόμαστε, παιδευόμαστε από τον Κύριο, για να μην κριθούμε [τελικά] μαζί με τους άλλους. Ώστε, αδελφοί μου, όταν συγκεντρώνεστε για να συν-φάγετε να δέχεσθε ο ένας τον άλλον. Εάν υπάρχει κανείς σας που πεινάει, ας τρώει στο σπίτι του, για να μην συν-βρισκόσαστε για καταδίκη. Όσον αφορά στα λοιπά, θα τα διευθετήσω όταν έλθω» (Α Κορ. 11:23-34).
- Ο άρτος και ο οίνος της Ευχαριστίας είναι το σώμα και το αίμα του Χριστού: Αυτή η διδασκαλία του μακαρίου Παύλου αρκεί για να σας πληροφορήσει για τα θεία μυστήρια στα οποία αξιωθήκατε να κοινωνήσετε και να γίνετε ένα σώμα («σύσσωμοι») και ένα αίμα («σύναιμοι») με τον Χριστό. Γιατί μας λέει καθαρά, ότι το βράδυ που παραδιδόταν ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός έλαβε άρτον και αφού ευχαρίστησε τον έκοψε και έδωσε στους μαθητές του λέγοντας, «Λάβετε, φάγετε, τούτο μου εστί το σώμα.» Και παίρνοντας το ποτήριο ευχαρίστησε και είπε, «Λάβετε, πίετε, τούτο μου εστί το Αίμα» (Α Κορ. 11:23-25). Αφού λοιπόν μίλησε ρητά και είπε για τον άρτο, «Τούτο μου εστί το Σώμα» (Α Κορ. 11:24), ποιος θα τολμήσει να αμφιβάλλει; Και αφού επίσης το διαβεβαίωσε ρητά και είπε, «Τούτο μου εστί το Αίμα» (Ματθ. 26:28), ποιος ποτέ δεν θα δειλιάσει να πει ότι δεν είναι αυτό το Αίμα του;
- Αυτός που έκανε στην Κανά το νερό οίνο δεν μπορεί να κάνει και τον οίνο αίμα; Κάποτε στην Κανά της Γαλιλαίας μετάβαλε με το νεύμα του το νερό σε οίνο. Πως λοιπόν δεν μπορεί να είναι αξιόπιστος ότι μετάβαλε τον οίνο σε αίμα; Όταν προσκαλέστηκε σε σωματικό γάμο έκανε εκείνο το παράδοξο θαύμα. Πως λοιπόν είναι δυνατόν να μην ομολογηθεί με πολύ μεγαλύτερη έμφαση ότι χάρισε την απόλαυση του σώματός Του και του αίματός Του στους υιούς του νυμφώνα Του;
- Η μετάληψη του σώματος και του αίματος του Χριστού κάνει τον πιστό «χριστοφόρο:» Ώστε λοιπόν έχουμε πλήρη διαβεβαίωση ότι μεταλαβαίνουμε Σώμα και Αίμα Χριστού. Στον τύπο του άρτου σου δίνεται το Σώμα, και στον τύπο του οίνου σου δίνεται το Αίμα, για να γίνεις, με την μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, σύσσωμος και σύναιμος με τον Χριστό. Με τον τρόπο αυτό γινόμαστε «χριστοφόροι,» γιατί το Σώμα Του και το Αίμα Του διαδίδεται σε όλα τα μέλη του σώματός μας. Όπως το θέτει ο μακάριος Πέτρος, γινόμαστε «κοινωνοί θείας φύσεως» (Β Πέτ. 1:4).
- Η μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου δίνει ζωή: Κάποτε είπε ο Χριστός σε κάποια συνομιλία του με τους Ιουδαίους: «Εάν δεν φάγετε την σάρκα μου και πίητε το αίμα μου, δεν θα έχετε ζωή μέσα σας» (Ιωάν. 6:53). Εκείνοι όμως, επειδή δεν κατάλαβαν ότι τους μίλησε πνευματικά, σκανδαλίστηκαν και οπισθοχώρησαν, νομίζοντας ότι ο Σωτήρας τους πρότρεπε να γίνουν σαρκοφάγοι (Ιωάν. 6:61-63, 66).
- Ο άρτος της Π.Δ. διαφέρει από τον άρτο και το ποτήριο της Κ.Δ. Υπήρχαν και στην Παλαιά Διαθήκη άρτοι της προθέσεως (Α Παραλ. 9:32, 23:29), αλλά βρήκαν το τέλος τους (καταργήθηκαν) γιατί ανήκαν στην Παλαιά Διαθήκη. Στην Καινή Διαθήκη ο άρτος είναι ουράνιος και το ποτήριο, ποτήριο σωτηρίας (Ψαλ. 115:4) γιατί αγιάζουν την ψυχή και το σώμα. Όπως ο άρτος είναι κατάλληλος για το σώμα, έτσι και ο Λόγος είναι αρμόδιος για την ψυχή.
- Το πως άρτος και οίνος γίνονται Σώμα και Αίμα Χριστού είναι θέμα πίστεως: Δεν πρέπει λοιπόν να θεωρείτε τον άρτο και τον οίνο σαν να είναι απλοί τύποι. Διότι σύμφωνα με την απόφαση του Δεσπότη γίνονται Σώμα και Αίμα Χριστού. Αν αυτό σου επιβάλλουν οι [σωματικές] αισθήσεις σου, η πίστη σου όμως σε διαβεβαιώνει διαφορετικά. Μη κρίνεις το πράγμα από την γεύση, αλλά πληροφορήσου από την πίστη, χωρίς να έχεις καμιά αμφιβολία ότι καταξιώθηκες να κοινωνήσεις Σώμα και Αίμα Χριστού.
- Ο Δαβίδ προβλέπει την [Αγία] Τράπεζα, την σφραγίδα του Χρίσματος και το Ποτήριο με το Αίμα του Χριστού: Την δυνατότητα αυτή την ανακηρύττει ο Δαυίδ όταν λέει, «Ετοίμασες ενώπιόν μου Τράπεζα έναντι εκείνων που με καταθλίβουν» (Ψαλ. 22:5). Αυτό που εννοεί είναι το εξής: Πριν από την παρουσία Σου στην γη οι δαίμονες ετοίμαζαν για τους ανθρώπους ένα τραπέζι που ήταν ρυπαρό, μολυσμένο και γεμάτο δαιμονική δυνατότητα. Ύστερα όμως από την παρουσία Σου, Δέσποτά μου, ετοίμασες ενώπιόν μου [την Αγία] Τράπεζα. Όταν ο άνθρωπος λέει στον Θεό, «ετοίμασες ενώπιόν μου Τράπεζα» (Ψαλ. 22:5), τι άλλο εννοεί παρά την μυστική και νοητή Τράπεζα, την οποίαν ετοίμασε ο Θεός για μας απέναντι, δηλ. ενάντια, στην αντίθετη τράπεζα των δαιμόνων; Είναι προφανές ότι εκείνη είχε κοινωνία με τους δαίμονες, ενώ ετούτη με τον Θεό. «Άλειψες με λάδι την κεφαλή μου» (Ψαλ. 22:5). Σου άλειψε με λάδι την κεφαλή σου όταν σε σφράγισε στο μέτωπό σου την σφραγίδα [το μύρο], την οποίαν έλαβες από τον Θεό, για να γίνεις «αποτύπωμα της σφραγίδας, αγίασμα του Θεού» (Έξ. 28:36). «Και το ποτήριό σου με μεθάει σαν το πιο δυνατό κρασί» (Ψαλ. 22:5). Βλέπεις εδώ να αναφέρεται ένα ποτήριο το οποίο πήρε ο Χριστός στα χέρια Του και ευχαριστώντας [τον Θεό] είπε: «Τούτο μου εστί το Αίμα, το υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών» (Ματθ. 26:28).
- Ο Σολομών προβλέπει την Θ. Ευχαριστία, το Χρίσμα και τα λευκά ενδύματα των νεοφώτιστων: Για τον ίδιο λόγο υπαινίσσεται και ο Σολομών στον Εκκλησιαστή αυτή την χάρη, όταν λέει: «Έλα να φας τον άρτο σου με ευφροσύνη» (Εκκλ. 9:7). Αυτό το «Έλα» δηλώνει την πρόσκληση της σωτηρίας που καθιστά τον άνθρωπο μακάριο. [Και συνεχίζει], «και πιες τον οίνο σου με αγαθή καρδιά» (Εκκλ. 9:7), εννοώντας βεβαίως τον πνευματικό οίνο. [Και συνεχίζει], «και ας χυθεί λάδι επάνω στην κεφαλή σου» (Εκκλ. 9:8). Βλέπεις πως και αυτός υπαινίσσεται το μυστικό χρίσμα; [Επίσης λέει], «και ας είναι τα ενδύματά σου πάντοτε κάτασπρα με την έννοια ότι ευαρεστείται ο Κύριος με τα έργα σου» (Εκκλ. 8:7). [Μην ξεχνάς ότι] τώρα ευαρεστείται ο Κύριος με τα έργα σου, γιατί πριν προσέλθεις στην χάρη Του, τα έργα σου ήταν «ματαιότης ματαιοτήτων» (Εκκλ. 1:2). Τώρα όμως που απεκδύθηκες τα παλαιά σου ιμάτια και ενδύθηκες αυτά που είναι κάτασπρα με την πνευματική έννοια, πρέπει να φροντίσεις να τα διατηρείς κάτασπρα για πάντα. Βέβαια, δεν το λέμε αυτό, με την έννοια ότι πρέπει πάντοτε να φοράς λευκά ρούχα, αλλά με την έννοια ότι πρέπει να είσαι ντυμένος με τα πραγματικά λευκά και λαμπερά και πνευματικά ρούχα, για να μπορείς να λες μαζί με τον μακάριο Ησαΐα: «Ας αγαλλιάζει η ψυχή μου για τον Κύριο, γιατί με έντυσε με ένδυμα σωτηρίας, και μου φόρεσε χιτώνα ευφροσύνης» (Ησ. 61:10).
- Η μετάληψη του Αίματος και του Σώματος του Χριστού στηρίζει το σώμα και χαροποιεί την ψυχή του χριστιανού: Αφού λοιπόν έμαθες και πληροφορήθηκες όλα αυτά, ότι δηλαδή ο άρτος που βλέπεις δεν είναι άρτος, αν και στην γεύση παραμένει άρτος, αλλά είναι Σώμα Χριστού· και ότι ο οίνος που βλέπεις δεν είναι οίνος, αν και η γεύση θέλει να είναι οίνος, αλλά είναι Αίμα Χριστού· και ότι αυτό ακριβώς εννοούσε ο Δαβίδ, όταν έψελνε: «Ο άρτος στηρίζει την καρδία του ανθρώπου, ώστε να γίνει λαμπρό με χαρά το πρόσωπο που χρίστηκε με λάδι» (Ψαλ. 103:15). Στερέωσε λοιπόν την καρδία σου, μεταλαμβάνοντας αυτόν τον άρτο ως πνευματικό· και λάμπρυνε το πρόσωπο της ψυχής σου, το οποίο είθε να είναι ακάλυπτο με καθαρή συνείδηση, για να αντικατοπτρίζει την δόξα του Κυρίου και να προχωρεί από δόξα σε δόξα, «εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών», εις τον οποίον ανήκει η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων, ΑΜΗΝ.
Bιβλιογραφία
- Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Εκδόσεις Διήγηση, Αθήνα, 2002.
- Ηλία Μηνιάτη, Οι Τρεις περί Πίστεως Λόγοι (Δογματική Ορθοδόξου Εκκλησίας), Εκδόσεις Επτάλοφος, Αθήνα.
- The Anchor Bible Dictionary, Τόμος 4, 1992, Doubleday.
- Γ. Κωνσταντίνου, Λεξικόν των Αγίων Γραφών, Εν Αθήναις, 1973/1999.
- Β. Στεφανίδη, Εκκλησιαστική Ιστορία, 6η έκδ., 1959/1998, Εκδ. Παπαδημητρίου.
- E.W. Bullinger, A Critical Lexicon and Concordance to the English and Greek New Testament, 1999, Kregel Publications.
Παράρτημα
Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος σε πολλά σημεία της διδασκαλίας του κάνει λόγο για το Βάπτισμα του ύδατος και το βάπτισμα του Πνεύματος. Σε ένα κείμενό του γράφει: «ότι ουκ αρκεί μόνον ημίν προς σωτηρίαν το βάπτισμα, αλλά και της σαρκός του Ιησού και Θεού και του αίματος του τιμίου αυτού οικειοτέρα και αναγκαιοτέρα ημίν εστίν η μετάληψις… τούτου γαρ γεγονότος και πνευματικώς δια του Παναγίου Πνεύματος ημών βαπτισθέντων και τέκνων Θεού γεγονότων και του σαρκωθέντος Λόγου δια της του αχράντου σώματος και αίματος αυτού μεταλήψεως σκηνώσαντος ως φως εν ημίν, εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός».
(Βασική ΠΗΓΗ: Βικιπαίδεια)
30.3.17
Ι. ΚΑΡΔΑΣΗΣ