Ο μακαριστός π. Ιάκωβος Βαλοδήμος.Μια αγιασμένη ιερατική μορφή,φωτισμένος πνευματικός οδηγός  στην περιοχή του Ζαγορίου και των Ιωαννίνων

π. ΙΑΚΩΒΟΣ ΒΑΛΟΔΗΜΟΣ

ΜΙΑ ΑΓΙΑΣΜΕΝΗ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΑΠΟ ΤΟ ΒΟΔΙΝΟ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΗΠΕΙΡΟΥ

Ο π. Ιάκωβος γεννήθηκε το 1870 στην πονεμένη και αλύτρωτη  Βόρειο  Ήπειρο, στο χωριό Βοδίνο του Αργυροκάστρου. Το κοσμικό του όνομα ήταν Ευάγγελος Μπαλοδήμος. Οι γονείς του, άνθρωποι ευσεβείς και φτωχοί, τον μεγάλωσαν με φόβο θεού χωρίς να μπορέσουν όμως να του προσφέρουν κοσμική μόρφωση.

Σε ηλικία 15 ετών μετέβη στην Κωνσταντινούπολη όπου εργάσθηκε ως μικροπωλητής. Εκεί γνώρισε το θέλημα του Θεού από  τον Κωνσταντίνο Καλλίνικο, έναν  υπέροχο κήρυκα του ευαγγελίου, στα κηρύγματα του οποίου βρήκε ότι ποθούσε η άδολη ψυχή του. Στη ζωή του τον βοήθησε ένας έμπειρος πνευματικός, ο οποίος τον συνέδεσε με άλλους έξι εργατικούς νέους που ασκούσαν ο καθένας  το επάγγελμά του αλλά ζούσαν μαζί κοινοβιακώς και αγωνίζονταν για τον πνευματικό τους καταρτισμό, με νηστείες, ακολουθίες και προσευχές.

Στη νεανική του ηλικία  ταλαιπωρήθηκε από  έντονο και συνεχή πονόδοντο. Ένας γνωστός του καταστηματάρχης του συνέστησε να προσευχηθεί  στον άγιο Αντύπα. Βρήκε την εικόνα του  την κρέμασε στο προσκέφαλο και έκανε την προσευχή του. σε λίγες μέρες το θαύμα έγινε και ο πόνος σταμάτησε οριστικά. από  τότε και για 65 χρόνια μέχρι τον θάνατό του δεν ξαναπόνεσε από  τα δόντια του, ωστόσο  δεν παρέλειψε ποτέ καθημερινά να ψάλλει το απολυτίκιο του αγίου, αλλά και να λειτουργεί από  ευγνωμοσύνη στις 11 Απριλίου στην εορτή του αγίου Αντύπα.

Με τους φίλους του μετέβη  στό Άγιον Όρος  όπου εκάρησαν μοναχοί. Ο π. Ιάκωβος χειροτονήθηκε ιερέας και έμεινε εκεί 3 χρόνια. Κινούμενος ωστόσο από  αγάπη και πόνο  για τη δυστυχισμένη  ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Βόρειο Ήπειρο, επέστρεψε εκεί και ορίστηκε εφημέριος  σε 1 χωριό διπλανό από  το δικό του, την Πέπελη, μένοντας στη Ιερά Μονή της Παναγιάς στην τοποθεσία Ζωνάρια. εργάσθηκε για πολλά χρόνια εκεί προσπαθώντας να γνωρίσει στούς συγχωριανούς του το θέλημα του Θεού.

Ιδιαίτερα έντονη  ήταν και η εθνική του δράση, εξαιτίας της οποίας κινδύνευσε πολλές φορές  από  τους Τουρκαλβανούς  με τον Θεό να επεμβαίνει θαυματουργικά διασώζοντας τον. Την περίοδο εκείνη οι Τουρκαλβανοί πίεζαν τους Έλληνες να δηλώσουν αλβανική υπηκοότητα για να αλλοιώσουν  εθνολογικά τη Βόρειο Ήπειρο. Ο μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Βασίλειος έδωσε εντολή στους ιερείς  να στηρίξουν το ελληνικό και χριστιανικό  στοιχείο. Οι Τούρκοι για να τους τρομοκρατήσουν αποφάσισαν να εκτελέσουν 2 ιερείς , τον π. Ιάκωβο και 1 άλλον και έστειλαν απόσπασμα να τον συλλάβει. Ο π Ιάκωβος, ανύποπτος, κατέβαινε από  την Πέπελη  όπου ήταν  εφημέριος (που ήταν όπως είπαμε χωριό διπλανό στο Βοδίνο όπου καταγόταν). Στο δρόμο συναντά το απόσπασμα, το οποίο τον ρώτησε από  ποιο χωριό είναι. Αυτός  απονήρευτα τους έδειξε το χωριό της καταγωγής του, το Βοδίνο, και όχι το χωριό που υπηρετούσε ως εφημέριος. Αυτοί θεώρησαν ότι δεν είναι ο καταζητούμενος και τον άφησαν να φύγει. Όταν έφτασαν στο χωριό και πληροφορήθηκαν ότι ο π. Ιάκωβος  ήταν εκείνος που συνάντησαν κάθ’ οδόν δεν μπορούσαν να πιστέψουν πώς έχασαν μέσα από  τα χέρια τους τον ιερέα.

Σε μία δεύτερη περίπτωση  ένοπλοι Αλβανοί περικύκλωσαν το σπίτι του, χωρίς να έχει περιθώριο διαφυγής. Μη έχοντας κάπου να κρυφτεί στο λιτό και μοναδικό δωμάτιο που διέμενε, σκαρφάλωσε στο μαδέρι που στήριζε την σκεπή (το δωμάτιο δεν είχε ταβάνι). Γεμάτος αγωνία ?αγκάλιασε το μαδέρι και παρέμεινε εκεί σαν κουλουριασμένο φίδι, προσευχόμενος νοερά να μην τον δουν. Οι ένοπλοι μπαίνουν στο σπίτι, ερευνούν παντού, κάθονται για 10 λεπτά τρώγοντας λίγα καρύδια που είχε σε ένα σεντούκι, αλλά ο Θεός τους τυφλώνει  και δεν σηκώνουν τα μάτια τους  για να δουν τον π. Ιάκωβο να κρέμεται σχεδόν λίγα εκατοστά πάνω από  τις κάννες των όπλων τους.

Μετά από  τις περιπέτειες αυτές και βλέποντας ότι αργά ή γρήγορα θα έπεφτε στα χέρια των Τουρκαλβανών, αναγκάζεται  το 1916 με προτροπή και του Μητροπολίτη να φύγει από  το χωριό του και να πάει στα Ζαγόρια, στο Μονοδένδρι που ανήκε και αυτό τότε στη Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως. Εγκαταστάθηκε εκεί σε ένα παλιό και έρημο μοναστηράκι του Προφήτου Ηλία. με σκληρή χειρωνακτική δουλειά το ανακαίνισε και έχοντάς το ως ορμητήριο,  εργάστηκε  πάνω από  40 χρόνια για να καλύψει τις πνευματικές ανάγκες των ανθρώπων της περιοχής.

Υπήρξε διακριτικός και φωτισμένος πνευματικός οδηγός  στην περιοχή του Ζαγορίου και των Ιωαννίνων.  Πνευματικά του παιδιά θυμούνται με συγκίνηση τις συμβουλές του στο ζήτημα της καθαρής εξαγόρευσης των αμαρτιών. «Παιδιά μου, έλεγε, να εξομολογήσθε παστρικά. Γιατί τα φίδια που βγαίνουν έξω από  τις τρύπες τους τα σκοτώνουν και τα φίδια που κάθονται μέσα παχαίνουν. Έτσι και τα αμαρτήματα. όταν τα εξομολογηθούμε βγαίνουν από  μέσα μας και εξαλείφονται. Όταν όμως τα κρύβουμε μένουν μέσα μας και μεγαλώνουν.» Ιδιαίτερη σημασία έδινε και στο να γίνεται σωστά το σημείο του Τιμίου Σταυρού για την προστασία των πιστών. Παραστατικά τόνιζε σε μικρούς και μεγάλους. «Να τον κάνετε σωστά! Να, έτσι! Μπάλα, ζωνάρι, πλάτη με πλάτη! (στα αρβανίτικα μπάλα σημαίνει μέτωπο, δηλ. στο μέτωπο, στη μέση και στον δεξιό και αριστερό ώμο.). Τον σταυρό, έλεγε, άμα δεν τον κάνεις σωστά δεν τον σκιάζεται ο σατανάς. Όταν αντί για σταυρό παίζουμε μαντολίνο, ο σατανάς γελάει.!»

Η ζωή του υπήρξε γεμάτη θαυμαστά περιστατικά που φανέρωναν την αγιότητα και καθαρότητά του. Θα αναφέρουμε ορισμένα από  αυτά που χαράχτηκαν έντονα στη μνήμη όσων τον γνώρισαν και ωφελήθηκαν από  την αγιασμένη βιοτή του.

Τον Νοέμβριο του 1940 μετά την επιτυχημένη απόκρουση της ιταλικής επίθεσης στην  πλατεία του χωριού Βίτσα γινόταν γλέντι με τη συμμετοχή όλου του χωριού για τη νίκη του στρατού μας. Ο π. Ιάκωβος που περνούσε από  κει ανέβηκε σε μία πέτρα και τους φώναξε «Παιδιά μου μη χαίρεστε και μη το ρίχνετε έξω. Αντίς για γλέντια χρειάζεται προσευχή και παρακλήσεις στο Θεό. Οι Ιταλοί θα ξαναγυρίσουν στη χώρα μας!»

Στην Κατοχή οι Ιταλοί έχοντας πληροφορίες ότι στο χωριό κρύβονταν αντάρτες,  συγκέντρωσαν αποσπάσματα για να κάψουν το χωριό. Οι χωρικοί μαζί με τους αντάρτες του ΕΛΑΣ το εγκατέλειψαν  και αναζήτησαν σωτηρία στο βουνό. Ο π. Ιάκωβος αρνήθηκε να φύγει. Θεωρούσε προδοσία να σώσει  τον εαυτό του και να καεί ο οίκος  του Θεού. «Θα καθίσω εδώ είπε, ο Θεός είναι μεγάλος. Αν δεν τα καταφέρω να σώσω την εκκλησία, ας με σκοτώσουν. Πάντως μέσα στην εκκλησία θα με σκοτώσουν». Έμεινε λοιπόν μέσα στην εκκλησία , άναψε όλα τα κεριά , έκαψε μοσχολίβανο πολύ και προσευχήθηκε να φυλάξει ο Θεός το χωριό και την Εκκλησία Του. Όταν ήλθε η ώρα του Εσπερινού κτύπησε την καμπάνα και άρχισε την ακολουθία του. Την καμπάνα όμως την άκουσαν και οι Ιταλοί που βρίσκονταν 2-3 χιλιόμετρα μακριά από  το χωριό. Θεώρησαν ότι στο χωριό υπήρχε σημαντική δύναμη έτοιμη να τους αντιμετωπίσει και ότι η καμπάνα ήταν το σύνθημα για επίθεση και από  άλλες δυνάμεις που πιθανόν κρύβονταν στην χαράδρα. Πανικόβλητοι το έβαλαν στα πόδια και οπισθοχώρησαν, κυριολεκτικά  «μηδενός διώκοντος».

Η εθνική και θρησκευτική του δράση ενόχλησε όπως ήταν αναμενόμενο τους κομμουνιστές αντάρτες  που τον κατηγόρησαν ως συνεργάτη του εχθρού επειδή δεν φοβήθηκε για να φύγει. Στις απειλές τους να τους ξεκαθαρίσει με ποιους είναι (τους δεξιούς ή τους αριστερούς ), τους απάντησε με παρρησία. «Και εσείς και εκείνοι φευγάτοι είσθε από  τον  Θεόν. Εγώ σας βλέπω και τους 2 σαν σπίτια χαλασμένα. Εκείνοι όμως έχουν τουλάχιστον θεμέλια, εσείς όμως  ούτε θέμελα δεν έχετε» Αυτό τους εξαγρίωσε και ένας τους γέμισε το όπλο του αποφασισμένος να τον σκοτώσει επιτόπου. Τελευταία στιγμή επενέβη κάποιος και τον σταμάτησε λέγοντας «Άφησε τον. Είναι κρίμα να χαλάσεις σφαίρα για αυτόν τον παλιογεροξεκούτη.»

Ιδιαιτέρως συγκινητικό είναι το περιστατικό όταν ο π Ιάκωβος έσωσε τη ζωή του καπετάν Φωτιά, ενός καπετάνιου των κομμουνιστών που κυνηγήθηκε από  τους συντρόφους του. Ο Γέροντας παρ’ όλο που ο καπετάνιος  τον είχε πολεμήσει παλαιότερα, τον φιλοξένησε στο μοναστήρι του, του έδωσε τροφή υλική και πνευματική, τον νουθέτησε , τον οδήγησε κάτω από  το πετραχήλι,  μετανιωμένο για τα εγκλήματα που διέπραξε και αφού τον έντυσε με γυναικεία ρούχα για να μην αναγνωριστεί, τον έστειλε με συνοδεία για να περάσει τις γραμμές των ανταρτών και να παραδοθεί στις ομάδες του Ζέρβα όπως και έγινε.

Σε άλλο περιστατικό πηγαίνοντας πεζός από  το Μονοδένδρι στα Ιωάννινα στη θέση Καρυές , 19 χλμ από  την πόλη, έπεσε πάνω σε γερμανική περίπολο που του έκανε  νόημα να σταματήσει. Αυτός  δεν τους πρόσεξε καθώς έκανε την ακολουθία του Εσπερινού και συνέχισε το δρόμο του. Αμέσως δέχθηκε ριπές αυτόματων όπλων από  απόσταση 25 μέτρων χωρίς όμως να κτυπηθεί. Οι Γερμανοί έκπληκτοι τον πλησίασαν και βλέποντας τον σώο και αβλαβή  του επέτρεψαν να συνεχίσει το δρόμο του.

Κατά την περίοδο του ανταρτοπολέμου τον Ιανουάριο του 1948,  ο π. Ιάκωβος επέστρεφε μία Κυριακή από  το χωριό Σουδενά όπου είχε λειτουργήσει, στο μοναστήρι του, περίπου 2 ώρες δρόμο. Στην ερημιά εκεί βάδιζε προσευχόμενος νοερά όπως συνήθιζε. Λίγο παραπέρα όμως άνδρες του εθνικού στρατού είχαν ναρκοθετήσει ένα μέρος του δρόμου και ενέδρευαν μήπως περάσει κάποιο αντάρτικο σώμα. Ξαφνικά βλέπουν να ξεπροβάλει ανύποπτος ο π Ιάκωβος και να κατευθύνεται στο ναρκοπέδιο. Βάζουν τις φωνές για να τον προλάβουν αλλά αυτός απορροφημένος στην προσευχή δεν τους άκουσε και πάτησε μία από  τις νάρκες που εξερράγη με δαιμονιώδη κρότο, πετώντας πέτρες και χαλίκια παντού και σηκώνοντας σύννεφα σκόνης. Γεμάτοι αγωνία οι στρατιώτες σπεύδουν στο σημείο της έκρηξης θεωρώντας ότι θα αντικρίσουν διαμελισμένο το σώμα του Γέροντα. Ωστόσο προς μεγάλη τους έκπληξη βλέπουν τον π. Ιάκωβο άσπρο από  τη σκόνη, να τινάζεται χωρίς να έχει πάθει το παραμικρό. Στην απορία τους, τους  λέει με απλότητα: «Αφήνει ο Θεός να πάθω τίποτα παιδιά μου αφού έλεγα την προσευχή του; Και σας θα σας φυλάξει ο Θεός  και θα γυρίσετε σώοι στα σπίτια σας» . Και αρπάζοντας την ευκαιρία τους πρότεινε  να τους εξομολογήσει και την άλλη μέρα να μεταλάβουν των αχράντων μυστηρίων κάτι που δέχτηκαν σχεδόν όλοι. Μόνο ένας λοχίας, δάσκαλος στο επάγγελμα, εκνευρίστηκε βλέποντας τα γεγονότα και προσπαθούσε να αποτρέψει τους φαντάρους από  την εξομολόγηση, κοροϊδεύοντάς τους. Στην παρατήρηση ορισμένων ότι υπήρξαν αψευδείς μάρτυρες  ενός θαύματος με την έκρηξη της νάρκης, τους αποπήρε λέγοντας πως πρόκειται για τυχαίο γεγονός και πως απλώς  τα βλήματα έφυγαν σε άλλη κατεύθυνση. Τους χαρακτήρισε μάλιστα υστερικές γυναικούλες που παρασύρονται από  τον κάθε παπαδάκο. Αυτά έφτασαν στα αυτιά του π. Ιακώβου που λυπημένος προσπάθησε να τον συνετίσει και τον κάλεσε να εξομολογηθεί και να μη βλαστημάει το Θεό. Αυτός τον κύτταξε περιφρονητικά  χωρίς να του δώσει απάντηση και πήρε μερικούς άνδρες στο δάσος για να μαζέψουν ξύλα. Εκεί ωστόσο πάτησε ο ίδιος του νάρκη, η οποία τον τίναξε στον αέρα κάνοντας τον κομμάτια, αυτόν μόνο και κανέναν άλλο! Το γεγονός αυτό όπως ήταν φυσικό συντάραξε  όλο τον λόχο που υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας της τιμωρίας του άπιστου και βλάσφημου λοχία. Μάλιστα ο ίδιος ο π. Ιάκωβος τέλεσε την επομένη  ημέρα την κηδεία του, παρακαλώντας τον Θεό να συγχωρήσει την ψυχή του.

Όταν έβλεπες  για πρώτη φορά τον π. Ιάκωβο δεν του έδινες σημασία. Σ’ αυτό όμως το ατημέλητο, ταπεινό γεροντάκι υπήρχε πλούσια η χάρις του Αγίου Πνεύματος. Ο νους του φυσικά και αβίαστα στρεφόταν προς τον Θεό με κύρια χαρακτηριστικά του την αδιάλειπτη προσευχή, την συνεχή τέλεση των ακολουθιών και την τακτικότατη Θεία Λειτουργία, την οποία τελούσε μέχρι τα βαθιά γεράματά του με τον ίδιο ζήλο και προσοχή που είχε και στα νιάτα του.

Το 1955 σε ηλικία 85 ετών τον αξίωσε ο Θεός να προγνωρίσει το τέλος του αδελφού του που μόναζε στο Άγιον Όρος και παρά την ηλικία του έκανε το ταξίδι και  πρόλαβε ζωντανό τον αδελφό του , ο οποίος κοιμήθηκε στην αγκαλιά του.  Αφού τον έθαψε εκεί επέστρεψε στο μοναστήρι του. Την ίδια χρονιά πήγε για εξομολόγηση στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και έγινε δεκτός με πολλή αγάπη   και σεβασμό από  τους Έλληνες της Πόλης

Παρά το γεγονός ότι πέρασε από  πολλά βάσανα και κακουχίες και παρά τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε  συχνά, έζησε  μέχρι τα 90 του χρόνια. Κοιμήθηκε με οσιακό τρόπο, στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων,  στις 15 Φεβρουαρίου του 1960, διατηρώντας μέχρι τέλους την διαύγεια του πνεύματός του. Είχε αφήσει εντολή να ταφεί στο μοναστήρι του στο Μονοδένδρι και παρά το γεγονός ότι τα Ζαγόρια ήταν αποκλεισμένα τότε από  τα χιόνια, τα πνευματικά του παιδιά βρήκαν μπουλντόζα , άνοιξαν τον δρόμο και έθαψαν το σκήνωμά του στη Μονή του όπως επιθυμούσε. Σήμερα τα οστά του βρίσκονται στο οστεοφυλάκιο του Ι.Ν. Προφήτου Ηλία στη Ζίτσα  Ιωαννίνων.

Ως ΣΦΕΒΑ θεωρούμε ότι ο π. Ιάκωβος μαζί με τον άλλο ξακουστό πνευματικό γόνο της Δρόπολης τον αείμνηστο Μέγα Υμνογράφο της Εκκλησίας μας π. Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, αποτελούν τιμή και καύχημα της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Πιστεύουμε ότι θα ήταν πρέπον το σκήνωμα του π. Ιακώβου ( αφού προφανώς γίνουν οι κατάλληλες ενέργειες  μεταξύ των Μητροπόλεων Ιωαννίνων και Αργυροκάστρου) να μεταφερθεί στον τόπο καταγωγής του,  στο Βοδίνο του Αργυροκάστρου για να αποτελεί πηγή δύναμης, αγιασμού, ευλογίας και παρηγοριάς, στους  δοκιμαζόμενους συμπατριώτες του.

Σημείωση. Για τον π. Ιάκωβο κυκλοφορεί  ένα βιβλίο του μακαριστού π. Χαραλάμπους Βασιλοπούλου (Εκδόσεις ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ , ΑΘΗΝΑ έκδ. 3η) με τίτλο ΕΝΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΑΓΙΟΣ, από  το οποίο προέρχεται και το μεγαλύτερο μέρος του υλικού που δημοσιεύεται στην εφημερίδα μας και στο οποίο μπορεί να ανατρέξει κανείς για περισσότερες λεπτομέρειες για τη ζωή του. Ευχαριστούμε θερμά τις Εκδόσεις ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ για την άδεια αναδημοσίευσης αποσπασμάτων από  το βιβλίο. Ευχαριστούμε επίσης  ιδιαίτερα τον κ. Θεοφάνη Σκεύη,  συμπατριώτη του Γέροντα  από  το Βοδίνο και τον αγαπητό φίλο Βασίλη από  το ίδιο χωριό που μας ενημέρωσαν για την ζωή και την προσφορά του Γέροντα, μοιράστηκαν μαζί μας τις αναμνήσεις τους και μας παρακίνησαν να γράψουμε ένα άρθρο γι’ αυτόν για  να γίνει ευρύτερα γνωστός στην βορειοηπειρωτική κοινότητα.

πηγή:  http://www.sfeva.gr

«Μήτε στοχάζονται μήτε ντρέπονται».ΓΕΡΩΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΔΟΧΕΙΑΡΙΟΥ.

Η e- βιβλιοθήκη

 
 
 
 
Το Αρχιπέλαγος, το κατακοσμημένο από τα πανέμορφα νησάκια, είναι γνωστό πιά σε όλο τον κόσμο. Αφού σηκώθηκε και κομματιάστηκε το καραβόπανο του μουσουλμανισμού, έγιναν αγαπητά από όλους τους λαούς που κατοικούνε στις μεγάλες στεριές. Αυτά τα άνυδρα και άνικμα νησάκια βρίθουν από νόστιμα και ωφέλιμα βότανα.
Τους πρώτους μήνες του χειμώνα βγάζουν τα λεγόμενα πορίχια (άγρια ραδίκια). Αυτά αποτελούσαν το δείπνο των νησιωτών. Όταν όμως παρήρχετο ο χειμώνας και άρχιζε να φέγγη η άνοιξη, με το λάλημα των πρώτων πουλιών και μάλιστα του γλυκόφθογγου πετροκότσυφα, τα σταροχώραφα ανέμιζαν ένα βότανο που μοιάζει με την βρούβα, αλλά δεν είναι βρούβα. Τα τρυφερά βλασταράκια από το φυτό αυτό, προτού εμφανίσουν το κίτρινο λουλουδάκι τους, οι καταπονημένες νησιώτισσες τα τσιμπούσαν με τα ροζιασμένα τους χέρια. Από τον τρόπο λοιπόν που τα συλλέγανε ωνομάστηκαν τσιμπητά. Μάλιστα για τις νηστεύτριες οικογένειες ήταν πολύ σπουδαία, γιατί αφού τα ζεματούσανε, τρώγονταν πολύ ευχάριστα…

Δείτε την αρχική δημοσίευση 551 επιπλέον λέξεις

Ο χορός των γυρολόγων πανηγυρτζίδων δεσποτάδων

 

6a690-megaron_22

Άρθρο του Καθηγουμένου της Ι.Μ. Δοχειαρίου Αγ. Όρους Τι λέει για Επισκόπους και Ιερείς .

Σ᾽ αὐτὲς τὶς Λειτουργίες πῶς νὰ φανῆ ὁ Χριστὸς μέσα ἀπὸ τὰ χρυσοποίκιλτα στέμματα, ἄμφια, κινήσεις καὶ φωτογραφίσεις;

Ποιός κάνει στὴν ἄκρια ἀπὸ τοὺς δεσποτάδες νὰ φανῆ ὁ Χριστός,

Ἡ ἑνότης ἐν τῇ Εὐχαριστίᾳ

Τὰ τελευταῖα χρόνια οἱ τὰ πάντα καλῶς θεολογοῦντες ὁμιλοῦν ὅτι ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι στὴν Εὐχαριστία καὶ ὑπάρχουν συγγραφὲς οἱ ὁποῖες ἀναπτύσσουν τὸ θέμα αὐτό. Δὲν ἀρνούμαστε αὐτὴν τὴν φοβερὴ ἀλήθεια καὶ δεχόμαστε μετὰ πάσης πίστεως καὶ φόβου Θεοῦ ὅτι μέσα σ᾽ αὐτὸ τὸ φοβερὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας φαίνεται ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως πολὺ σωστὰ τονίζει καὶ ἐπισημαίνει ἐπίσημα ἡ σύνοδος τῶν προκαθημένων ἐν τῇ νήσῳ τῇ καλουμένῃ Κρήτῃ. Παρακολουθώντας ὅμως καὶ συμμετέχοντας στὸ ὕψιστο αὐτὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὅλοι διερωτώμεθα: Ποιά θεία Εὐχαριστία; Αὐτὴ ποὺ τελεῖται ἀπὸ ἕναν ἁπλὸ λευΐτη στὰ ἀπομακρυσμένα χωριὰ τῆς χώρας μας ἢ αὐτὴ ποὺ ἐπιτελεῖται ἀπὸ σμῆνος ἀρχιερέων σὲ πανηγύρια καὶ ὀνομαστήρια; Σ᾽ αὐτὲς τὶς Λειτουργίες πῶς νὰ φανῆ ὁ Χριστὸς μέσα ἀπὸ τὰ χρυσοποίκιλτα στέμματα, ἄμφια, κινήσεις καὶ φωτογραφίσεις; Ποιός κάνει στὴν ἄκρια ἀπὸ τοὺς δεσποτάδες νὰ φανῆ ὁ Χριστός, ὅταν μέσα βαθιὰ στὴν καρδιά τους ἔχει ριζώσει ἡ πίστη ὅτι αὐτοὶ ἵστανται εἰς τόπον καὶ τύπον Χριστοῦ, καὶ δὲν εἶναι ἁπλοὶ διακονητὲς τοῦ φρικτοῦ μυστηρίου; Ἔλεγε ὁ ὅσιος Ἀμφιλόχιος: «Μέσα σ᾽ αὐτὰ τὰ συλλείτουργα χάνω τὸν Χριστό, χάνομαι κι ἐγώ»

Κανεὶς δὲν ἐνθυμεῖται ὅτι μέχρι τὸν ΙΣΤ΄ αἰῶνα ὁ ἀρχιερεὺς ἀπέθετε ὅλα τὰ μπιχλιμπίδια καὶ λειτουργοῦσε σὰν ἁπλὸς πρωτόπαπας. Μεγαλοπρεπέστατα ἀκούγονται «Εἰς πολλὰ ἔτη» ἀπὸ τὴν μιά, «Μνησθείη Κύριος τῆς ἀρχιερωσύνης σου» ἀπὸ τὴν ἄλλη. Ἐντελῶς ἄτονα καὶ στραγγαλισμένα ἀκοῦς τὸ «Κύριε, ἐλέησον», τὴν πιὸ μεγάλη αὐτὴ προσευχὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἕνας περιβόητος μουσικὸς τῆς Θεσσαλονίκης ἔλεγε τόσο μακρόσυρτο τὸ «Εἰς πολλὰ ἔτη», ποὺ ἄθελά σου ἔβγαζες κακότροπα: «Ἐπιτέλους, σκάσε», καὶ ἤτανε νὰ λυπᾶσαι καὶ αὐτὸν ποὺ τὸ ἔλεγε καὶ αὐτὸν ποὺ τὸ ἄκουγε. Πότε φάνηκε σημεῖο θεοφανίας μέσα σ᾽ αὐτὰ τὰ συλλείτουργα; Παρακολουθώντας τα, νιώθεις σὰν νὰ πέφτη χαλάζι ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ κρύβγεσαι, γιὰ νὰ φυλάξης τὴν κεφαλή σου. Καὶ ὅλα αὐτά, γιὰ νὰ δείξουμε τὸ βυζαντινὸ μεγαλεῖο! Μάλιστα καὶ ὁ Σμέμαν, ποὺ σφόδρα τὸ ἀποστρεφόταν, λειτουργοῦσε μὲ μίτρα χρυσοποίκιλτη. Εἶχε μάθει πολὺ καλὰ τὴν ἑλληνικὴ παροιμία: «Ὅπως μὲ τιμᾶ τὸ ροῦχο μου δὲν μὲ τιμᾶ ἡ μάννα μου». Ἂν αὐτὴ εἶναι ἡ βυζαντινὴ μεγαλοπρέπεια… ρῦσαι ἡμᾶς, Κύριε.

Διάκονος στὴν ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν ἑτοίμαζε τὰ τῆς χειροτονίας ἐπισκόπου. Ὁ ὑποψήφιος μὲ μιὰ τσαντούλα βρέθηκε πρωΐ-πρωῒ στὴν μητρόπολη.

− Τί ἑτοιμάζεις, διάκονε;

− Τὰ τῆς χειροτονίας, πάτερ.

− Εἶναι καλὸς αὐτὸς ποὺ θὰ χειροτονηθῆ;

− Πάτερ μου, καλὸς λένε ὅτι εἶναι, ἀλλὰ ὅλοι τους, ὅταν φορέσουν τὰ χρυσᾶ καπέλα, δαιμονίζονται, καβαλικεύουν τὸ καλάμι, ὅπως λέμε στὴν πατρίδα μου.

Προχώρησε ἡ χειροτονία καὶ ὁ διάκονος ἐννόησε ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ ὑποψήφιος. Πρηνηδὸν ἐζήτησε συγγνώμη. Κι ὁ Ἱερόθεος, ἐπίσκοπος πιὰ Παροναξίας, τὸν ἐσήκωσε πάνω, λέγοντάς του:

− Γιατί ζητᾶς συγγνώμη; Ἐπειδὴ εἶπες τὴν ἀλήθεια;

 

 

Πόσο πιὸ ὠφελημένοι θὰ ἤμαστε, ἂν ἀκούγαμε ἀπὸ τὴν σύνοδο τῆς Κρήτης πῶς ἐπιτελεῖται ἡ θεία Εὐχαριστία, γιὰ νὰ φέρνη τὴν ἑνότητα στὴν Ἐκκλησία. Θὰ γυρίσουμε ἄραγε στὰ χρόνια τὰ εὐλογημένα ποὺ θὰ τελῆται ἡ θεία Λειτουργία ἀπὸ διακονητὲς τοῦ μυστηρίου καὶ ὄχι φανταχτερά, γιὰ νὰ προβάλλεται δῆθεν στὸν κόσμο ἡ βυζαντινὴ μεγαλοπρέπεια; Θὰ ἀφανιστοῦν ἄραγε οἱ περιττὲς ἐκφωνήσεις, ὅπως «τὸν τρισάγιον ὕμνον ἀναμέλπομεν» καὶ τὰ «Ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ», τὰ ὁποῖα λέγονται γιὰ νὰ διαφοροποιῆται ἡ Λειτουργία τοῦ ἐπισκόπου ἀπὸ τοῦ πρεσβυτέρου;

Καὶ ἐπιτέλους πότε θὰ σταματήση ἡ μητρόπολη νὰ εἶναι τὸ μιτάτο ποὺ θὰ ἁρμέγη τὶς ταλαίπωρες ἐνορίες; Στέρφα καὶ γαλάρια πρέπει νὰ ἁρμεχτοῦνε γιὰ τὶς πολλαπλὲς ἀνάγκες τῆς κάθε μητροπόλεως, ὅταν μάλιστα πρόκειται ὑψηλὰ πρόσωπα νὰ ἐπισκεφθοῦν καὶ νὰ φιλοξενηθοῦν στὴν ἐπισκοπή.

Συμπαθᾶτε με, νὰ συνεχίσω ὀλίγον τὸ χειρουργεῖο μὲ τὸ εὐλογημένο νυστέρι.

Μητροπολίτης ἔλεγε ὅτι δὲν ὑπάρχουν ἐμποδισμένοι τῆς ἱερωσύνης, γιατὶ τὸ μυστήριο τῆς ἱερωσύνης συγχωρεῖ ἁμαρτίες(!). Τέτοιο πρᾶγμα δὲν μᾶς παραδόθηκε.

Ἕτερος ἑτοιμάζει τράπεζα ἡμέρα Παρασκευὴ καὶ Σαρακοστὴ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων μὲ ὅλα τὰ ἀρτύσιμα φαγητὰ καὶ παρακινεῖ ἐπίμονα τοὺς συνδαιτυμόνες νὰ ἀπολαύσουν τὸ συμπόσιο, γιατὶ εἶναι ἐπισκοπικὴ εὐλογία. Μόνον ἕνας βρέθηκε νὰ τοῦ πῆ ὅτι ἀπὸ τὴν μάννα μου παρέλαβα Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ ἀρτύσιμα νὰ μὴν τρώω, καὶ περιωρίστηκε σὲ μιὰ σαλάτα.

Ἐπίσκοποι βρέθηκαν τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς σὲ νησάκι τοῦ Ἀρχιπελάγους καὶ ὁ ταπεινὸς λευΐτης τοὺς προσκάλεσε νὰ λειτουργήσουν. Τοῦ ἀπήντησαν: «Ἐμεῖς δὲν ἤρθαμε ἐδῶ γιὰ Λειτουργίες· ἤρθαμε γιὰ παραθέριση»!

Ἀρχιεπίσκοπος μακαριστός, ποὺ ἔφεγγε φιλάνθρωπος καὶ ἐκήρυττε τὰ μέλλοντα −ὅτι ἀπὸ τοῦ χρόνου δὲν θὰ ἀγοράζουμε καρπούζι νὰ φᾶμε, ἀλλὰ φέτα καρπουζιοῦ− ὅταν ἐκοιμήθη εὑρέθη μὲ τριακόσια ξενόκουμπα διαμαντοκόλλητα καὶ στὴν οἰκία του ἐνοικιασμένους πίνακες ἀπὸ τὸ Μπενάκειο Μουσεῖο, γιὰ νὰ κοσμοῦν τὸν χῶρο του. Καὶ ὁ κοσμάκης τραβάει τὴν μιὰ ἄκρη τοῦ παπλώματος, γιὰ νὰ σκεπάση τὴν ἄλλη.

Σὲ μιὰ κωμόπολη συμμετεῖχα στὴν χειροτονία ἑνὸς παπᾶ. Ὅταν τελείωσε ἡ θεία Λειτουργία, ὁ ἐπίσκοπος αὐτός, ἀντὶ ἄλλου εὐχαριστῶ, εἶπε στοὺς ψάλτες: «Μοῦ φάγατε πέντε Εἰς πολλὰ ἔτη». Πῶς βρέθηκε αὐτὴ ἡ εὐχὴ νὰ ψάλλεται συνέχεια, καὶ μάλιστα μέσα στὴν θεία Λειτουργία, δὲν γνωρίζω.

Εἶχε καὶ φήμη ἀμνησίκακου ἀρχιεπισκόπου. Ἐγκαινιάζοντας ὅμως ἔκθεση βιβλίου καὶ βλέποντας σὰν πρῶτο βιβλίο τὴν βιογραφία τοῦ μακαριστοῦ προκατόχου του, ἐζήτησε ἀπὸ τὸν δείλαιο παπᾶ νὰ τὸ ἀποσύρη. Ὁ προκάτοχός του, πραγματικὰ ἀσκητικὴ μορφή, δι᾽ ἐπιστολῆς τοῦ συνέστησε κάποια πρόσωπα νὰ μὴ τὰ προχωρήση στὴν ἱερωσύνη, γιατὶ ἦταν ἐμποδισμένα. Εἰς πεῖσμα, καὶ δεσποτάδες τοὺς ἔκανε! Εἶναι βλέπετε συνήθεια τῶν τελευταίων ἀρχιεπισκόπων νὰ προάγουν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καὶ τὴν καθαρίστρια τῆς ἐπισκοπῆς τους, ἀνεξέλεγκτα, ἀπερίσκεπτα. Κι ἂν δὲν ὑπάρχη μητρόπολη χηρευάμενη, κάποιο κομματάκι θὰ κόψουμε νὰ τοὺς δώσουμε, γιὰ νὰ ὑπάρχουν καὶ αὐτοὶ μητροπολίτες μέσα στὴν Ἐκκλησία.

Αὐτὰ τὰ τελευταῖα φαινόμενα ἀποδυναμώνουν τὴν Ἐκκλησία κι ἔτσι ἡ διοικοῦσα Ἐκκλησία στερεῖται τόλμης σὰν ἐκείνης τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Ἀριμαθαίου, καὶ σιωποῦν οἱ ἐπίσκοποι καὶ ὅταν ἀκόμη ὁ λύκος ἁρπάζει τὰ πρόβατά τους μέσα ἀπ᾽ τὴν ἀγκαλιά τους. Ἔτσι, ἂν καὶ οἱ κρατοῦντες ἄθεοι καὶ διεστραμμένοι ρίχνουνε χαλάζι στὸ ποίμνιό τους, δὲν τολμοῦν νὰ ἀνοίξουν ἀλεξίβροχο νὰ τὸ προστατεύσουν. Αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ χειροπιαστὸ σημεῖο τῆς ἐγκαταλείψεως τοῦ ποιμνίου, τέλεια ἐξουθένωση τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος.

Ἀρχιεπίσκοπος βαρβάτος τὰ τελευταῖα χρόνια ἔλεγε σὲ συνεπίσκοπό του.

− Σὲ βλέπω τρεμάμενο νὰ μεταλαμβάνης καὶ διερωτῶμαι: Ἀλήθεια πιστεύεις ὅτι αὐτὸ τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ εἶναι σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ;

− Ναί, τὸ πιστεύω!

Καὶ ἀκολούθησε εἰρωνικὴ κίνηση τῆς κεφαλῆς. Στὴν μητρόπολή του λειτουργοῦσε πολλὲς φορὲς καὶ δὲν μετελάμβανε!

Βάστα, Χριστέ, τὰ ξεκάρφωτα κεραμίδια, γιὰ νὰ μὴ μείνη ἀσκεπὴς ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, νὰ μὴ χάσουμε τὴν κληρονομιὰ ποὺ μᾶς ἀφῆκε ὁ δεσπότης Χριστός.

Καὶ ἄλλα πολλὰ ἤθελα νὰ ἀραδιάσω, ἀλλὰ γιὰ λόγους σεμνότητος καὶ ἀγάπης πρὸς τὴν Ἐκκλησία σιωπῶ καὶ τὰ θάπτω στὸ μνῆμα τῆς λησμονιᾶς…

Μέσα σ᾽ αὐτὸ τὸ κλίμα, μὲ αὐτοὺς τοὺς πρωτοπαπάδες, πῶς μποροῦμε νὰ μιλᾶμε γιὰ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῇ θείᾳ Εὐχαριστίᾳ; Ἀναμένω στὸ ἀκουστικό μου… Ὅσο καὶ νὰ εἶστε ἀπησχολημένοι, παρακαλῶ βρεῖτε χρόνο νὰ μοῦ ἀπαντήσετε, γιατὶ δὲν μπορῶ νὰ ξεκολλήσω ἀπὸ τὸ ἐρώτημά μου: μέσα σ᾽ αὐτὸ τὸ κλίμα πῶς μπορεῖ νὰ ὑπάρχη ἑνότητα ἐν τῇ Εὐχαριστίᾳ;

Γρηγόριος ὁ Ἀρχιπελαγίτης

Τιμή και μνήμη σε έναν ήρωα: ο Khaled al-Assad, διευθυντής Αρχαιοτήτων της Παλμύρας

S_001
Παλμύρα φωτ 001. Ο Khaled al-Assad, δείχνει όλος υπερηφάνεια ένα ταφικό μνημείο που μεταφέρθηκε στο τοπικό Μουσείο. Είναι οι δικοί του άνθρωποι αυτοί. Οι Παλμυρινοί του 2ου και 3ου αι.


Ο πρωτοπόρος και αναντικατάστατος Σύριος αρχαιολόγος αφιέρωσε όλη του τη ζωή στην Παλμύρα. Συνταξιοδοτήθηκε το 2003, αλλά έμεινε στην αγαπημένη του πόλη, στην αγαπημένη όαση με τα μαγευτικά περιβόλια, στην σκληρή έρημο που αγαπάει όσους τη σέβονται, και συνέχισε το έργο του. Τον Μάιο του 2015, καθώς προχωρούσαν οι δυνάμεις του ΙΣΙΣ από το Ιράκ προς τη «νύφη της ερήμου», πρωτοστάτησε στο θάψιμο των πιο πολύτιμων αρχαιοτήτων, για να τις διαφυλάξει από τους εισβολείς τζιχαντιστές. Έθαβε την ψυχή της Συρίας για να την ξαναβρούν οι επόμενες γενεές. Ο ίδιος ήταν πια 82 χρονών.


Οι μαυροφορεμένοι δολοφόνοι μπήκαν στην Παλμύρα στις 21 Μαΐου. Τον συνέλαβαν. Τον ανέκριναν. Ήθελαν να τους αποκαλύψει τις κρυψώνες. Υπέστη βασανιστήρια. Δεν έβγαλε άχνα. Την Τρίτη 18 Αυγούστου του 2015, τον αποκεφάλισαν μπροστά στο Μουσείο και κρέμασαν το σώμα του σε έναν κίονα του αρχαιολογικού χώρου.


Ας μη σταθούμε στο αποτρόπαιο έγκλημα, αλλά στις αξίες που υπερασπίστηκε αυτός ο άνθρωπος αρνούμενος να παραδώσει τα ιερά και όσια. Την ψυχή της Συρίας.

Βασίλειος Γοντικάκης: »Τα Ελληνικά Γράμματα οδηγούν στην αιωνιότητα»

 

 

Συνέντευξη στον Θεόδωρο Καλμούκο

Ο Αρχιμανδρίτης Βασίλειος Γοντικάκης, Προηγούμενος της Μονής Ιβήρων του Αγίου Ορους, είναι από τις πλέον λόγιες και οσιακές μορφές του σημερινού Μοναχισμού.

Βαθύνους της αντιληπτικής της Θεολογίας και της Πνευματικότητας. Βρίσκεται αυτές τις μέρες πλησίον μας προσκεκλημένος της Μονής Χρυσοβαλάντου και με την ευκαιρία τού ζήτησε ο Αρχιεπίσκοπος Δημήτριος να μιλήσει για τα Ελληνικά Γράμματα το βράδυ της Παρασκευής στον Καθεδρικό Ναό Αγίας Τριάδος στου Μανχάταν.

Μίλησε στον «Εθνικό Κήρυκα» για πολλά και σοβαρά με άνεση και με τον δικό του τρόπο εκφοράς και διατύπωσης λόγων και νοημάτων, καθιστώντας τούτη τη συνέντευξη κυριολεκτικά «αλλιώτικη», με εκπλήξεις και ανατροπές, επειδή ο π. Βασίλειος ομιλεί μία «αλλιώτικη» γλώσσα. Ακολουθούν τα περισσότερα από αυτά που είπαμε:

«Εθνικός Κήρυκας»: Γέροντα Βασίλειε, τι κομίσατε από το Αγιο Ορος;

πατήρ Βασίλειος Γοντικάκης: Δεν κόμισα τίποτε και ποίος είμαι εγώ να κομίσω; Μας κάλεσε ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου, στη συνέχεια ο Αρχιεπίσκοπος είπε να μιλήσω το απόγευμα της εορτής των Τριών Ιεραρχών για τα Ελληνικά Γράμματα και αυτό που ήθελα να πω είναι ότι τελικά Ελληνικά Γράμματα πέρα από τα Γράμματα οδηγούν στην αιώνια ζωή.

«Ε.Κ.»: Με ποιο τρόπο οδηγούν τα Ελληνικά Γράμματα στην αιώνια ζωή;

π. Βασίλειος: Πολλές φορές όταν μιλούμε για τους Τρεις Ιεράρχες τους επαινούμε ότι ήταν άνθρωποι πεπαιδευμένοι, γνώστες της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, Ιστορίας και Φιλοσοφίας, οπότε τους καμαρώνουμε ως πεπαιδευμένους ανθρώπους του παρόντος αιώνος. Το μεγάλο είναι ότι δι’ αυτών εισαγόμεθα στην αιωνία ζωή και παίρνω σαν κορυφαίο παράδειγμα τον Κατηχητικό Λόγο του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου που διαβάζουμε την Κυριακή του Πάσχα που έχομε την έκρηξη του αιωνίου φωτός όπου «ουδείς νεκρός εν μνήματι». Οταν παίρνεις αυτή την αγωγή δια της Θείας Λειτουργίας τότε γίνεται η καρδιά σου παράδεισος και η οικουμένη σπίτι σου.

«Ε.Κ.»: Τι είναι τελικά αυτή η αιώνια ζωή; Είναι κάτι ή μήπως είναι Κάποιος, κι αυτός είναι ο Χριστός;

π. Βασίλειος: Είναι Κάποιος, κι είναι ο Χριστός, κι είναι κατανοητός κι είναι μία διαρκής πορεία γεμάτη από εκπλήξεις.

«Ε.Κ.»: Εσείς τον ανταμώσατε τον Χριστό, του μιλήσατε;

π. Βασίλειος: Μα ο Χριστός είναι η οδός και η αλήθεια και η ζωή μέχρι τέλους και η ίδια η πορεία είναι ο ίδιος ο Χριστός και η πορεία είναι ατελεύτητη, Πάσχα αιώνιο. Ζώντας κάποιος μέσα στην Εκκλησία ζει μέσα στον φυσιολογικό χώρο όπου αυξάνεται μόνος του. Οπως εγώ λέγω, το έμβρυο το οποίο βρίσκεται μέσα στη μήτρα της μητέρας του είναι στον φυσιολογικό χώρο που του παρέχει ζωή και η Εκκλησία είναι η μεγάλη Θεανθρώπινη μήτρα που μας ετοιμάζει σιγά-σιγά για την αιωνιότητα, για την πλησμονή της χαράς για την οποία έπλασε ο Θεός τον κόσμο.

«Ε.Κ.»: Και τι θα γίνει με αυτούς που δεν είναι μέσα στην Εκκλησία, πάει τελειώνουν, χάνονται;

π. Βασίλειος: Κατ’ αρχήν ποίοι είναι και ποίοι δεν είναι μέσα στην Εκκλησία είναι θέμα άλλου να το κρίνει. Κι αυτό που λέγει ο Κύριος «μηδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον» βρίσκει μια στιγμή την πίστη τη μεγάλη σ’ έναν ο οποίος είναι έξω από τα πλαίσια της Εκκλησίας, αλλά έχει άλλες διαστάσεις η αγάπη της Εκκλησίας.

«Ε.Κ.»: Να εννοήσω και τους αβάπτιστους, εκείνους οι οποίοι δεν δέχονται τον Χριστό ως Θεό και Σωτήρα. Τι θα γίνουν αυτοί οι άνθρωποι;

π. Βασίλειος: Πολλές φορές αυτοί που παρουσιάζονται ως βαπτισμένοι και δεχόμενοι τον Χριστό, είναι πολύ πιο μακριά από τους άλλους οι οποίοι φαίνονται αδιάφοροι. Τη στιγμή που είναι άνθρωποι κι έχουν την πνοή του Θεού μέσα τους βρίσκονται εν πορεία και ζητούν το ένα ή και όλοι βρίσκονται μέσα καλύπτονται κάτω από την ευρύχωρη αγάπη του Θεού.

Αυτό που γίνεται στην Εκκλησία τη Μεγάλη Εβδομάδα είναι ένα σκάνδαλο εκπλήξεως, πρώτα στον παράδεισο πηγαίνει ένας ληστής. Ενας μαθητής τον πουλά, κι ένας άλλος τον αρνείται. Στη συνέχεια, έχομε σαν παράδειγμα τον τελώνη, την αιμορροούσα, μια γυναίκα απλή η οποία είχε χάσει όλη της τη δύναμη, είχε δώσει όλη την περιουσία της στους γιατρούς «και ουδέν ωφεληθείσα, μάλλον εις το χείρον ελθούσα», τής έμεινε μόνο μία ελπίδα να πάει και να ακουμπήσει το κράσπεδο του Χριστού και σώθηκε και σταμάτησε ο Χριστός και είπε «ήψατο μου τις», δηλαδή κάποιος με άγγιξε. Βλέπουμε ότι παίρνει άλλη θέση το μεγαλείο του ανθρώπου και με άλλα μέτρα κρίνονται.

Να πω και κάτι άλλο: Μου λένε εδώ πέρα, Γέροντα να μας δώσεις το βιογραφικό σου, να πω εγώ τα κατορθώματά μου, αυτές είναι ανοησίες. Θέλω να πω το εξής, όταν στο δρόμο πλησιάζει η αιμορροούσα και γίνεται το κεντρικό πρόσωπο και σταματάει την πορεία και το σχολιάζει ο Χριστός και λέγει ότι «έγνω δύναμιν εξελθούσα απ’ εμού» ποίο το βιογραφικό της αιμορροούσης, μία ταλαιπωρία που έφτασε στην απόγνωση. Οπότε το να παρουσιαστώ εγώ ότι ξέρω αυτά κι αυτά, αυτές είναι ψευτιές. Η αλήθεια είναι να φτάσεις στην απόγνωση και να μην έχεις καμιά ελπίδα παρά μόνο στον Χριστό.

«Ε.Κ.»: Η απόγνωση μπορεί να είναι και προνόμιο;

π. Βασίλειος: Η απόγνωση, η αποτυχία και ο θάνατος είναι το μόνο προνόμιο, «εάν μη αποθάνει αυτός μόνος μένει, αν αποθάνει φέρει πολύ καρπό», άρα πολύ συχνά η επιτυχία είναι αποτυχία, είναι η φυλάκιση, ενώ πρέπει να οδεύομε προς την αποτυχία, την απόγνωση, τον θάνατο, τον ζωηφόρο θάνατο και τότε αρχίζει μια άλλη ζωή. Και χωρίς θάνατο δεν μπαίνομε στην αιώνια ζωή και χωρίς την αιώνια ζωή δεν έχει κανένα νόημα τούτη η ζωή, ε, αυτό είναι.

«Ε.Κ.»: Μιλήσατε για θάνατο. Ο έσχατος εχθρός όλων μας είναι ο θάνατος. Τον φοβάστε;

π. Βασίλειος: Ο έσχατος εχθρός είναι ο θάνατος όταν δεν υπάρχει Αυτός ο οποίος είναι αγάπη και ο Οποίος δημιουργεί τα πάντα από αγάπη και στο τέλος κρίνει τα πάντα από αγάπη, όλα είναι θάνατος. Κι αυτό που λέμε ζωή και επιτυχία και χαρά είναι θάνατος. Οταν υπάρχει ο Χριστός, ο Θεάνθρωπος, τότε η ζωή παίρνει νόημα γιατί ο θάνατος τεθανάτωται, πέθανε ο θάνατος. Κι αυτό το πράγμα για να το νιώσει κανείς πρέπει να κάνει υπομονή και να το νιώσει πολλές φορές, αλλά στο τέλος έρχεται μια στιγμή που είναι αιωνιότης, σε μια στιγμή σαν την αιμορροούσα που είναι η ολοσώματη θεραπεία.

«Ε.Κ.»: Γέροντα, αυτή η αιωνιότητα με προβληματίζει κάπως. Δεν θα ήθελα να ήμουν μόνος μου στον παράδεισο, να ζω μία ατέλεστη κατάσταση κι αυτοί που αγαπώ να είναι απ’ έξω.

π. Βασίλειος: Ο παράδεισος είναι το σύνολο, η μοναξιά είναι η κόλαση.

«Ε.Κ.»: Εχω ακούσει αρκετά περί Ορθοδοξολογίας, προσπαθώ να ανακαλύψω την Ορθοδοξία. Μήπως ξέρετε τι είναι αυτή η Ορθοδοξία και πού βρίσκεται;

π. Βασίλειος: Να κάνει κανείς υπομονή μέσα στην Εκκλησία, μέσα στο σύμπαν το μεταμορφωμένο και συγκρατημένο από την αγάπη του Θεού, και να κάνει υπομονή και να τα δέχεται όλα και θα καταλήξει στο τέλος να πει «γενηθήτω το θέλημά Σου», όχι το δικό μου θέλημα.

«Ε.Κ.»: Γιατί το Αγιο Ορος είναι άβατο στις γυναίκες; Οι γυναίκες δεν είναι μέλη της Εκκλησίας ισότιμα, ομότροφα και ομότροπα με τους άνδρες;

π. Βασίλειος: Υπάρχουν πολλές απαντήσεις, εγώ λέγω ότι μια γυναίκα κατ’ εικόνα της Παναγίας είναι η ίδια ολόκληρο Αγιο Ορος, οπότε δεν έχει ανάγκη να έλθει στο Αγιο Ορος γιατί βρίσκεται μέσα στο Αγιο Ορος.

«Ε.Κ.»: Φοβάστε τις γυναίκες στο Αγιο Ορος;

π. Βασίλειος: Δεν μπορεί η γυναίκα να έλθει στο Αγιο Ορος για να είναι διαρκώς στο Αγιο Ορος και να γίνει ένα υπόδειγμα, όπως είναι υπόδειγμα η Παναγία η οποία δεν ξεπερνά μόνο τις γυναίκες και τους άνδρες, αλλά ξεπερνά τη χάρη των Χερουβείμ και των Σεραφείμ και γίνεται ανώτερη, κι εκεί πηγαίνει ο άνθρωπος διά της ταπεινώσεως. Η απαγόρευση και το άβατο το Αγίου Ορους είναι ο ανοιχτός δρόμος ο οποίος οδηγεί στο αληθινό Αγιο Ορος, οπότε δια της στερήσεως φτάνομε στο πλήρωμα, κι αυτό συμβαίνει συνέχεια στη ζωή κι όταν κανείς δεν το καταλάβει τότε είναι έξω από τη ζωή.

«Ε.Κ.»: Σήμερα τι επικρατεί ανάμεσα στους επαγγελματίες του εκκλησιαστικού βίου, ο ευσεβισμός ή η ευσέβεια;

π. Βασίλειος: Δεν θέλω να κρίνω κανέναν, πρέπει να κρίνει κανείς τον εαυτό του και να εκπλήσσεται από την αγάπη του Θεού. Μερικοί που μιλούν για την Ορθοδοξία φανερώνουν όχι τι είναι Ορθοδοξία, αλλά τι δεν είναι.

Φανερώνουν το κακέκτυπο της Ορθοδοξίας το προς αποφυγήν. Κάποιοι απλοί άνθρωποι, κάποιες γυναίκες, κάποιες γιαγιάδες, κάποιοι περιφρονημένοι άνθρωποι έχουν την ανάπαυση του πνεύματος, κάνουν υπομονή και λένε εκ βαθέων δόξα τω Θεώ κι αυτές οι ψυχές είναι μαζί με τους αγίους, μαζί με την Παναγία και ξεπερνούν και τους διάκους και τους παπάδες και τους πατριάρχες και μου αρέσει αυτό το πράγμα.

ΠΗΓΗ.ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΚΑΣ

Χαιρετισμοί στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και Βαπτιστή

Η e- βιβλιοθήκη

Ο ἱερεύς:
Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε, νῦν καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Κοντάκιον ῏Ηχος πλ. δ´.
Τῇ Υπερμάχῳ Στρατηγῷ…

Τῷ ὑπὲρ πάντας ἀληθῶς Αγίους μείζονι, ὁ ὑπὲρ πάντας ἁμα­ρτὼν τοὺς ἁμαρτήσαντας, τὸ ἐφύμνιον προσφέρω σοι Ιωάννη,
ὡς οὖν ἔχων παρρησίαν πρὸς τὸν Κύριον, ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον, ἵνα κράζω σοι·

Χαῖρε κήρυξ τῆς χάριτος.

῎Αρχομαί σοι τὸν ῞Υμνον, Θεοΰμνητε Μάκαρ, χαρᾷ συνειλημμένος καὶ φόβῳ·
Στίχ. Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
῎Αρχομαί σοι τὸν ῞Υμνον, Θεοΰμνητε Μάκαρ, χαρᾷ συνειλημμένος καὶ φόβῳ·
Στίχ. Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
῎Αρχομαί σοι τὸν ῞Υμνον, Θεοΰμνητε Μάκαρ, χαρᾷ συνειλημμένος καὶ φόβῳ·
Στίχ. Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.

Εὐφημῶν γὰρ ἥδομαι τὰ σά, ἀπορῶν δὲ λόγου δειλιῶ Πρόδρομε, αὐτὸς δὲ ἐνισχύων με παράσχου ἐπαξίως λέγειν·

Χαῖρε, δι’ οὗ ἡ χαρὰ ἐφάνη· χαῖρε, δι οὗ ἡ ἀρὰ ἐφθάρη.
Χαῖρε, τῶν περάτων γῆς ὁ Διδάσκαλος· χαῖρε, τῶν τεράτων Χριστοῦ…

Δείτε την αρχική δημοσίευση 1.589 επιπλέον λέξεις

Η ψυχή του ήταν ασυγκρίτως ανώτερη από την ευφυΐα του»

mitropolitis_old1

(Πέντε χρόνια από τον θάνατο

του μακαρίου Μητροπολίτη μας Μελετίου)

 

Η χρονική απόσταση από τα πράγματα και τα γεγονότα και πριν απ’ όλα από τα πρόσωπα, έχει διπλό αποτέλεσμα. Άλλα τα κάνει θαμπά και λησμονημένα και άλλα τα αποκαθαίρει από την σκόνη της καθημερινής τύρβης, που μοιραία επικάθεται σ’ αυτά από την αναταραχή της κίνησης. Όταν η κίνηση σιγά και παύει, τότε το τοπίο αποσαφηνίζεται και τότε αποδεικνύεται αν είναι ενδιαφέρον και γοητευτικό, ή είναι σύνηθες και αδιάφορο.

Από αυτόν τον αδήριτο νόμο κανείς δεν γίνεται να εξαιρεθεί. Φυσικά δεν εξαιρέθηκε ούτε ο μακάριος μητροπολίτης μας Μελέτιος. Πέντε χρόνια πέρασαν από την κοίμησή του. Βέβαια αν, όπως λέει το Ψαλτήρι, στα μάτια του Θεού… χίλια χρόνια είναι σαν την χθεσινή μέρα που τελείωσε, τότε πέντε χρόνια είναι απειροελάχιστα για Εκείνον (και φυσικά και για τον π. Μελέτιο), όμως για μας, είναι εγκαυστικό αποτύπωμα νοσταλγίας και έλλειψης!

Ο π. Μελέτιος ήταν προσωπικότητα ιδιαίτερης ευφυΐας, όμως με τρόπο που η ευφυΐα του προσέγγιζε τον τρόπο της ευφυΐας των αγίων. Τι σημαίνει αυτό; (Ίσως σε κάποιους φανεί υπερβολή, όμως δεν είναι). Σημαίνει ότι για τον π. Μελέτιο, η ευφυΐα του δεν ήταν υπόθεση για την οποία καυχιόταν. Ήξερε βαθιά το αποστολικό: «Τί ἔχεις ὅ οὐκ ἔλαβες, εἰ δέ ἔλαβες τί καυχᾶσαι ὡς μή λαβών;» (Α’ Κορ. 4, 7), όπως επίσης και εκείνο της Κλίμακος του Ιωάννου: «Ὅσα σοί πρό τῆς σῆς γεννήσεως καθέστηκε ἐπί τούτοις μόνοις ἐπαίρου. Τά γάρ μετά τήν γέννησιν, ὡς καί τήν γέννησιν, ὁ Θεός ἐχαρίσατο» (Λόγος Περί Περιφανείας) δηλαδή: «Για όσα είχες και ήταν δικά σου πριν γεννηθείς, για αυτά και μόνο να καυχιέσαι! Όλα τα μετά την γέννησή σου καθώς και την ίδια την γέννηση σού την χάρισε ο Θεός»!

Οι πολλές του δυνατότητες και η σωματική του αντοχή (που κλονίστηκε σημαντικά στο ατύχημα στην Γιουγκοσλαβία) δεν τον έκαναν ξιπασμένο. Αντιθέτως κατά την λογική και την τάξη του Χριστού (που ήταν η μόνη που αποδεχόταν) του έδωσαν την δύναμη να ακούει με υπομονή κάθε άνθρωπο, ακόμα και τον πιο ανόητο, να συγκαταβαίνει και να μπορεί να υποβιβάζει τον εαυτό του. Ήξερε από τον Χριστό, ότι μόνο αν είσαι μεγάλος μπορείς να κάνεις τον εαυτό σου μικρό! Ο μικρός δεν αντέχει… να μικρύνει!

Μας δίδασκε ευκαίρως ακαίρως ότι «Ο χριστιανός δεν μετριέται με τον διπλανό, μετριέται με τον ουρανό». Δηλαδή ο άνθρωπος του Θεού δεν ψάχνει εύκολες συγκρίσεις, ψάχνει ισοβίως να μικρύνει την απόσταση που τον χωρίζει από τον Χριστό, αυτή είναι η όντως σύγκριση.

Τον π. Μελέτιο, τα προβλήματα κάθε στιγμής τον οδηγούσαν σε πολύ ευρύτερα ενδιαφέροντα. Του άνοιγαν προοπτικές, δεν τα άφηνε να του γίνουν εμπόδιο. Έψαχνε πάντα τι θέματα φέρνουν, και πώς θα τα δούμε. Είχε προβλεπτικότητα και ωριμότητα κρίσης, που τον ελευθέρωνε από το επίκαιρο και στιγμιαίο και τον μετέφερε στο σταθερό και αιώνιο. Είχε ιδιαίτερα ισορροπημένη κρίση και απέφευγε σοφά τις ακρότητες, αρετή ιδιαιτέρως χρήσιμη, γέννημα της «προσούσης αὐτῷ διακρίσεως».

Πίστευε απολύτως, ότι το ουσιαστικό είναι, να θαυμάζεις μόνον, αυτό που αξίζει να το θαυμάζεις μ’ όλη σου την ψυχή!! Θαύμαζε τον Χριστό, μ’ όλη του την ψυχή. Τον αγαπούσε περισσότερο και από την ψυχή του και Τον πίστευε με όλες τις δυνάμεις του εαυτό του (της ψυχής του!). Έλεγε: «Αν παραδεχόμαστε κάτι ως καλό, πρέπει να θέλουμε να το κατακτήσουμε. Αν δεν το κάνουμε, είναι δειλία». Στον κόπο της αγάπης του για τον Χριστό δεν έβρισκε χώρο κανενός είδους δειλία. Εξ όλης ψυχής, εξ όλης διανοίας, εξ όλης ισχύος λάτρευε τον Χριστό. Διαλυμένος σωματικά στη δεύτερη εγχείρηση της καρκινικής μετάστασης δεν διενοείτο να καταλύσει την νηστεία! Και ένα απόγευμα, όταν είχε επιστρέψει στην Μητρόπολη, τον βρήκα κάθιδρο και κάτασπρο (είχε 28 χειρουργικά ράμματα στην περιοχή του συκωτιού που ακόμη δεν είχαν κοπεί) να προσπαθεί να προσευχηθεί κάνοντας στρωτές μετάνοιες!!

«Θύμωνε» και διαφοροποιόταν πλήρως από την αντίληψη ότι η χριστιανική ζωή είναι στοχασμός και συναισθήματα. Πίστευε ακράδαντα ότι η χριστιανική ζωή πρέπει να είναι υποστατή, αληθινή και ένσαρκη και όχι απλά μια θεολογική άσκηση και μια θρησκευτική απασχόληση, για όσους… «έτσι την βρίσκουν». Δίδασκε και επεξηγούσε ότι η δράση και λειτουργία της χριστιανική ζωής είναι να λούζει με φως ολόκληρη την κοσμική ζωή, δημόσια και ιδιωτική, χωρίς να τις εξουσιάζει. Δεν κατακυριεύουμε της συνειδήσεως κανενός, έλεγε μαζί με τον απόστολο Παύλο. Έψαχνε το Φως του Χριστού, με τον κόπο, της νηστείας, της προσευχής, της εγκράτειας, της συνέπειας σε όλα.

Με όλα αυτά η ψυχή του σιγά-σιγά έγινε όντως ασυγκρίτως ανώτερη από την ευφυΐα του. Ξέφυγε νικηφόρα την παγίδα της φιλαυτίας, αφού είχε βαθιά συνείδηση ότι η χριστιανική ζωή δεν είναι απλώς κανόνες συμπεριφοράς, αλλά ισχύει και λειτουργεί το: «διά τήν ἀλήθειαν ἐστιν ἡ ἀρετή». Έλεγε ειρωνευόμενος, ότι σήμερα η θρησκεία είναι κάτι που έχει περιοριστεί στο πρωί της Κυριακής ως ειδικό hobby! Έτσι όμως η καρδιά δεν αλλάζει, έλεγε. Επεξηγούσε ότι όταν ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος γράφει για τον Λόγο εννοεί μια σχέση… όχι λόγια! Απ’ αυτή τη σχέση και το βαθμό γνησιότητάς της αποκτιέται η ποιότητα της ψυχής.

Τώρα λοιπόν, που περνάνε τα χρόνια και φεύγει ο κουρνιαχτός της επικαιρότητας, βλέπουμε ένα άνθρωπο που πέρασε την ιερατική του ζωή «για την αγάπη του ανθρώπου και την δοξολογία του Θεού» (Ντ. Τόμας). Που δεν ήταν απλώς διανοητής και έξυπνος, αλλά ιερέας αφομοιωμένος με τον Χριστό. Που ήταν μέτρο και δείκτης πορείας. Που ήταν αστέρας φαεινός, αστέρι ολόφωτο. Που ήταν άνθρωπος αφημένος να οδηγείται από το Πνεύμα του Θεού. Που ήταν άνθρωπος που είχε εγκαταλείψει την χώρα του εγωκεντρισμού και οδοιπορούσε στο «άγιο ταξίδι», έχοντας σε αρμονία την προσευχή, την εργασία και την ανάπαυση.

CIMG7372

Ήρθε, στο τέλος της ζωής του, και η πενταετής ταλαιπωρία του καρκίνου και των εγχειρίσεων και χημειοθεραπειών, που σε μας, τους ανθρώπους του περιβάλλοντος του, φανέρωσαν πασίδηλα την ελευθερία του από τον εγωκεντρισμό, όταν δεν διενοείτο να του πλύνουμε τα ρούχα, ή να του κάνουμε μικροδιευκολύνσεις… Ο επιθανάτιος λόγος του ποιητή Λόπε Ντε Βέγκα: «Αχ, να είχα κάνει ένα καλό ακόμα» τον συνείχε και τον γοήτευε! Ήθελε εκείνος ο ποιητής, ένα-κάτι καλό ακόμα, πριν αναχωρήσει για την συνάντηση με την Αλήθεια – τον Χριστό. Αυτό ήθελε και έψαχνε και ο π. Μελέτιος αφήνοντάς το σε μας παρακαταθήκη ζωής και επιδιωκόμενο αναζήτησης και απόκτησης απ’ όλους.

Ας έχουμε όλοι την ευχή του, και ας τον παρακαλούμε επισκεπτόμενοι τον τάφο του, και τώρα με την ευκαιρία του μνημοσύνου, αλλά και ευκαίρως-ακαίρως όταν περνάμε από τον άγιο Κωνσταντίνο, να προσεύχεται για μας προς τον Χριστό.

π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος

     ΚΑΛΥΜΜΑ ΚΕΦΑΛΗΣ(Ιω.Καρδάση)

59063_443097459090477_49528423_n

 

Ο απόστολος Παύλος, για να διορθώσει την αταξία που επικρατούσε κατά τις συναθροίσεις της κοινότητας της Κορίνθου, στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή του (11. 2-16), οριοθετεί τα της θέσης των ανδρών και των γυναικών κατά τη θ. λατρεία και την εν γένει ευταξία στις συνάξεις αυτές.

 

Το σχετικό απόσπασμα έχει ως εξής: «Επαινώ δε υμάς ότι πάντα μου μέμνησθε και, παρέδωκα υμίν, τας παραδόσεις κατέχετε. Θέλω δε υμάς ειδέναι ότι παντός ανδρός η κεφαλή ο Χριστός εστιν, κεφαλή δε γυναικός ο ανήρ, κεφαλή δε του Χριστού ο θεός. πας ανήρ προσευχόμενος ή προφητεύων κατά κεφαλήν έχων καταισχύνει την κεφαλήν αυτού. πάσα δε γυνή προσευχομένη ή προφητεύουσα ακαταλύπτω τη κεφαλή καταισχύνει την κεφαλήν αυτής. εν γαρ εστιν και το αυτό τη εξυρημένη. ει γαρ ου καταλύπτεται γυνή, και κειράσθω. Ει δε αισχρόν γυναικί το κειράσθαι ή ξυράσθαι, κατακαλυπτέσθω. Ανήρ μεν γαρ ουκ οφείλει κατακαλύπτεσθαι την κεφαλήν εικών και δόξα θεού υπάρχων. η γυνή δε δόξα ανδρός εστιν. ου γαρ εστιν ανήρ εκ γυναικός αλλά γυνή εξ ανδρός. και γαρ ουκ εκτίσθη ανήρ δια την γυναίκα αλλά γυνή δια τον άνδρα. δια τούτο οφείλει η γυνή εξουσίαν έχειν επί της κεφαλής δια τους αγγέλους. πλην ούτε γυνή χωρίς ανδρός ούτε ανήρ χωρίς γυναικός εν κυρίω. ώσπερ γαρ η γυνή εκ του ανδρός, ούτως και ο ανήρ δια της γυναικός. τα δε πάντα εκ του θεού. Εν υμίν αυτοίς κρίνατε. Πρέπον εστίν γυναίκα ακατάλυπτον τω θεώ προσεύχεσθαι; ουδέ η φύσις αυτή διδάσκει υμάς ότι ανήρ μεν εάν κομά ατιμία αυτώ εστιν, γυνή δε εάν κομά δόξα αυτή εστιν; ότι η κόμη αντί περιβολαίου δέδοται αυτή. Ει δε τις δοκεί φιλόνεικος είναι, ημείς τοιαύτην συνήθειαν ουκ έχομεν ουδέ αι εκκλησίαι του θεού».

 

Το γενικότερο νόημα της περικοπής αυτής είναι φανερό, αν και κάποια επιμέρους σημεία είναι δύσκολα. Μια μερίδα μελών της Εκκλησίας της Κορίνθου (εξ εθνικών Χριστιανοί) επεδίωκαν μια εξίσωση των δυο φύλων κατά την προσευχή στη θ. λατρεία με μια κοινή εμφάνιση της κόμης της κεφαλής ανδρών και γυναικών, ερμηνεύοντας έτσι το παύλειο ρητό: «ουκ ένι άρσεν και θήλυ» (Γαλ. 3. 28) και θεωρώντας το ως πλήρη εξίσωση ανδρών και γυναικών κατά τη θ. λατρεία και σκανδαλίζοντες έτσι άλλη μερίδα μελών της Εκκλησίας (των εξ Ιουδαίων Χριστιανών).

 

Ο Παύλος, προκειμένου να ανατρέψει την εσφαλμένη αυτή αντίληψη των εξ εθνικών Χριστιανών, χρησιμοποιεί το επιχείρημα, ότι κάθε πρόσωπο οφείλει υποταγή σε ένα άλλο πρόσωπο, το οποίο χαρακτηρίζεται ως κεφαλή. Έτσι: ο Θεός (Πατέρας) είναι η κεφαλή του Χριστού (Υιού), ο Χριστός είναι η κεφαλή του άνδρα και ο άνδρας είναι η κεφαλή της γυναίκας. Η σειρά αυτή υποδηλώνει και ένα είδος υποταγής, γιατί ισχύει, ότι το αρχαιότερο υπερέχει σε αξία και σημασία.

 

Εκτός αυτών, ο Παύλος οριοθετεί τα της εμφάνισης της κόμης των ανδρών και των γυναικών (όλων των γυναικών και όχι μόνο των ύπανδρων) κατά τη θ. λατρεία. Ο Παύλος εξηγεί, ότι η αυτή κόμμωση ανδρών και γυναικών δεν υπονοεί και την ισότητα αυτή. Αντίθετα, η διαφορά στην κόμη μεταξύ ανδρών και γυναικών υποδηλώνει τη θέση κάθε ενός έναντι του άλλου και όλων έναντι του Θεού. Ο άνδρας λοιπόν πρέπει να έχει ακάλυπτη την κεφαλή, που σημαίνει να έχει κοντή κόμη και όχι μακριά και τούτο διότι η μακριά κόμη θεωρείται, ότι είναι κάλυμμα της κεφαλής. Αντίθετα, η γυναίκα πρέπει να μην έχει κοντή κόμη ή (όπως συνηθιζόταν) να μην έχει κόμη μαζεμένη και δεμένη ψηλά στο κεφάλι της, αλλά θα πρέπει η κόμη της να είναι μακριά και να πέφτει ελεύθερα προς τα κάτω, οπότε η κόμη αυτή θεωρείται ως κάλυμμα της κεφαλής της. Ο Παύλος σ’ αυτό το θέμα είναι κατηγορηματικός και σαφής: «η κόμη αντί περιβολαίου δέδοται αυτή», δηλ. τα μαλλιά της έχουν δοθεί αντί για κάλυμμα. Από την άλλη πλευρά, το να έχει ο άνδρας μακριά μαλλιά, δηλ. να έχει κάλυμμα στην κεφαλή, εκτός του ότι είναι αφύσικο και δηλώνει θηλυπρέπεια, από την άλλη ντροπιάζει το Χριστό, γιατί αντί να έχει Αυτόν για κάλυμμα, αυτός έχει τα μακριά μαλλιά του για κάλυμμα. Η γυναίκα όμως έχει για κάλυμμα της κεφαλής της τα μακριά μαλλιά της, αν δε έχει τα μαλλιά της σηκωμένα ή έχει κοντά μαλλιά, τότε είναι σαν να είναι ξυρισμένη και επομένως να μην έχει κάλυμμα στην κεφαλή. Στην περίπτωση αυτή, που η γυναίκα δηλαδή δεν διαθέτει φυσικό κάλυμμα (τα μαλλιά της), τότε θα πρέπει να φέρει τεχνητό κάλυμμα στην κεφαλή, που είναι ένα πέπλο, ένα βέλο, ένα μαντήλι, κ.λπ. Επί πλέον τα μαλλιά της την προφυλάσσουν από ζηλόφθονα και κακόβουλα πνεύματα («αγγέλους», δηλ. δαίμονες), που επιβουλεύονται την εικόνα της εικόνας του Χριστού («δια τούτο οφείλει η γυνή εξουσίαν έχειν επί της κεφαλής δια τους αγγέλους»).

 

Την ανωτέρω επεξήγηση την βρίσκουμε σε μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας, όπως στον Ιω. Χρυσόστομο και τον Μ. Φώτιο: έτσι ο Χρυσόστομος στην 26η ομιλία του, αναλύοντας το χωρίο καταλήγει στο συμπέρασμα: «Η γυναίκα αν τρέφει κόμη αυτή είναι δόξα της «διότι τα μακριά μαλλιά της εδόθησαν δια κάλυμμα». Και αν της δόθηκαν για κάλυμμα τότε για ποιο λόγο πρέπει να προσθέτει και άλλο κάλυμμα; Ώστε όχι μόνο από τη φύση αλλά και από την δική της προαίρεση να ομολογεί την υποταγή» (PG 61. 211-216). Ο Μ. Φώτιος στα «Αμφιλόχια, ερωταπόκρισις ρα΄» δεν είναι τόσο σαφής, όσο ο Χρυσόστομος, αλλά παρ’ όλα αυτά συνδέει το κάλυμμα της κεφαλής με τα μαλλιά. Έτσι σε ένα απόσπασμα λέγει ότι: «Ο άνδρας δηλαδή για να μην ντροπιάσει το κεφάλι του το έχει ακάλυπτο (γιατί δεν είναι λογικό ν’ αφαιρεί κανείς τα μαλλιά που του έδωσε η φύση και να εφευρίσκει κάποιο εξωτερικό κάλυμμα), για τη γυναίκα όμως το κάλυμμα είναι χρέος (δηλ. το φυσικό κάλυμμα, τα μαλλιά της). Σε άλλο σημείο κάνει αντιδιαστολή του φυσικού καλύμματος με το τεχνητό και εκεί που δεν υπάρχει φυσικό κάλυμμα (τα μαλλιά), τότε εφαρμόζεται το τεχνητό (το πέπλο). Ο άγιος Νικόδημος Αγιορείτης παραθέτει μιαν άλλη ερμηνεία του θέματος που θα δούμε παρακάτω σε κάποιες παρατηρήσεις του σε ερμηνεία κανόνων.

 

Στο κανονικό δίκαιο της Εκκλησίας έχουμε αναφορές στον καλλωπισμό της κεφαλής και την κόμη ανδρών και γυναικών γενικώς σε δυο κυρίως κανόνες: στον 96ο της Πενθέκτης Οικουμενικής και τον 17ο της Συνόδου της Γάγγρας. Ως προς την κόμη των κληρικών και μοναχών έχουμε άλλους κανόνες, που θα αναφερθούν και αυτοί. Έτσι, ο 96 της Πενθέκτης (691) αναφέρει την κουρά των μαλλιών της κεφαλής των ανδρών μέχρι και του πλήρους ξυρίσματος. Ο ιζ΄ της Γάγγρας (340) αναφέρεται στην κουρά των γυναικών και επιβάλλει για την πράξη αυτή αναθεματισμό. Το σχόλιο του αγ. Νικοδήμου στον κανόνα αυτό είναι: «Η γυνή χρεωστεί να έχη εις την κεφαλήν της εξουσίαν, ήτοι σημείον της εξουσίας του ανδρός, και της προς τον άνδρα υποταγής, το οποίον είναι και το φυσικόν σκέπασμα των μαλλίων, και το εξωτερικόν σκέπασμα την μανδήλαν». Μόνο για αληθινή άσκηση κουρεύει η γυναίκα τα μαλλιά της (όπως οι μοναχές), οπότε τότε καλύπτει την κεφαλήν της με μανδήλα.

 

Για την κουρά της κόμης της κεφαλής των κληρικών και μοναχών, ακόμη και της απόλυτης ξύρησής της, αναφέρουν διεξοδικά οι κανόνες: λθ΄ Αποστολικός, δ΄ της Δ΄, κα΄, λγ΄, μβ΄ της Πενθέκτης, β΄, ε΄  της ΑΒ΄, καθώς και οι Πατέρες: Μ. Αθανάσιος (περί παρθενίας λόγος), Γρηγόριος Θεολόγος (α΄ ειρηνικός), Ιω. Χρυσόστομος (ομιλία νστ΄), Κλήμης Αλεξανδρείας (Παιδαγωγός), Επιφάνιος Κύπρου (PG 42. 765-8), Ιερώνυμος (PL 25. 437), Ευστάθιος Θεσσαλονίκης και Νικόδημος Αγιορείτης (Πηδάλιο).

 

Από τις ανωτέρω καταγραφές, διαφαίνεται η θέση της Εκκλησίας σχετικά με την κόμη της κεφαλής ανδρών και γυναικών, τόσο στη θ. λατρεία, όσο και γενικότερα. Έτσι, ο άνδρας δύναται γενικώς να φέρει ή να μη φέρει κάλυμμα κεφαλής, εκτός από τη θ. λατρεία, όπου θα πρέπει οπωσδήποτε να μη φέρει κάλυμμα της κεφαλής. Επίσης οφείλει πάντοτε να έχει κουρεμένα τα μαλλιά του και να μη φέρει μακριά κόμη. Αντίθετα, η γυναίκα δεν πρέπει να έχει κοντή κόμη ή να έχει τα μαλλιά της σηκωμένα σε κότσο, αλλά παντού και πάντοτε και στη θ. λατρεία θα πρέπει να έχει τα μαλλιά της μακριά, δηλ. να τρέφει κόμη, η οποία αποτελεί και το κάλυμμα της κεφαλής της. Αν όμως η γυναίκα έχει κοντά μαλλιά ή σηκωμένα μαλλιά, τότε θα πρέπει να φέρει τεχνητό κάλυμμα στην κεφαλή της, καθότι απουσιάζει το φυσικό της κάλυμμα, που είναι σε κάθε περίπτωση τα μακριά της μαλλιά.

 

20.6.17

 

Ι. ΚΑΡΔΑΣΗΣ

 

 

ΘΕΛΩ ΝΑ ΜΕ ΓΝΩΡΙΖΕΙ Ο ΘΕΟΣ

Agia_Grafh_03

π. Δημητρίου Μπόκου

Πολὺ τῆς μόδας ἔγιναν στὴν ἐποχή μας καὶ θεωροῦνται μοντέρνες ἰδέες τὰ θολά, βαλτωμένα ἀπόνερα πολὺ παλιῶν θρησκευτικῶν θεωριῶν γιὰ τὸ τί εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ποιά εἶναι ἡ σημασία του γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Τὸ νὰ μιλάει κανεὶς σήμερα μὲ τοὺς «παρωχημένους» ὅρους Χριστός, Παναγία, Ἁγία Τριάδα, προσευχή, ἄγγελος, δαίμονας, διάβολος, ἅγιος, θαῦμα, Θεὸς καὶ μάλιστα Θεός-πρόσωπο, εἶναι πολὺ ξεπερασμένο. Ἀντιθέτως ἂν πεῖ τὶς μαγικὲς λέξεις ἀνώτερη ἢ ἀπρόσωπη δύναμη, συμπαντικὴ ἢ θετικὴ ἢ ἀρνητικὴ ἐνέργεια, προσωπικὴ αὔρα, διαλογισμός, γιόγκα, ἐξωσωματικὴ ἐμπειρία κ. λ. π., εἶναι εὐθυγραμμισμένος ἀπόλυτα μὲ τὴν προοδευτική, κουλτουριάρικη διανόηση, πού, νομίζοντας ὅτι ἔχει ἐξελιχθεῖ καὶ φθάσει σὲ ἀνώτερη «γνώση», περιφρονεῖ ὁτιδήποτε δὲν ἀνήκει στὴ «γνώση» αὐτή.

Ἀλλὰ τί σημαίνει ἀπρόσωπη δύναμη; Μιὰ δύναμη ποὺ δὲν προσωποποιεῖται σὲ μιὰ συγκεκριμένη ὀντότητα. Μιὰ οὐσία, μιὰ φύση ποὺ δὲν ὑλοποιεῖται σὲ μιὰ ἰδιαίτερη ἐνσυνείδητη μορφή, δὲν «ὑποστασιάζεται» σὲ πρόσωπο, ὅπως λέει ἡ θεολογικὴ γλώσσα, δὲν ἀποτελεῖ μιὰ αὐτοτελῆ ὕπαρξη. Συνεπῶς δὲν ἔχει τὰ γνωρίσματα, τὶς ἰδιότητες ἑνὸς διακεκριμένου ὄντος. Δηλαδὴ δὲν ἔχει καμμιὰ συνείδηση τοῦ ἑαυτοῦ της. Δὲν ξέρει ὅτι ὑπάρχει, ἐφόσον δὲν μπορεῖ νὰ σκεφθεῖ. Εἶναι ὑποταγμένη στοὺς νόμους ποὺ διέπουν τὴ φύση της. Δὲν ἔχει προσωπικὴ ἐλευθερία νὰ κινηθεῖ ἔξω ἀπὸ αὐτούς, νὰ ἐνεργήσει, νὰ κάνει κάτι διαφορετικό. Δὲν ἔχει προσωπικὴ θέληση, οὔτε προσωπικὰ συναισθήματα ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο προσωπικὸ χαρακτηρίζει μιὰ χωριστὴ ὕπαρξη.

Ἂς τὸ δοῦμε, γιὰ πιὸ εὔκολα, σὲ μιὰ φυσικὴ δύναμη. Ἂς πάρουμε τὴν ἐνέργεια σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς γνωστές της μορφές, π. χ. τὸν ἠλεκτρισμό. Γεμίζει τὸν φυσικὸ κόσμο, χωρὶς νὰ ὑλοποιεῖται σὲ μία συγκεκριμένη, ξεχωριστή, συνειδητὴ ὕπαρξη, ποὺ νὰ μπορεῖ δηλαδὴ νὰ σκέφτεται, νὰ αἰσθάνεται, νὰ γνωρίζει ἄλλα ὄντα, νὰ ἔρχεται σὲ σχέση μαζί τους, νὰ ἀγαπᾶ ἢ νὰ μισεῖ. Ὅποιος τὸ ἰσχυρισθεῖ αὐτὸ θὰ θεωρηθεῖ ἀμέσως ἠλίθιος. Ἐκδηλώνεται μόνο ὅπως ἐπιβάλλουν οἱ φυσικοὶ νόμοι ποὺ τὴν διέπουν. Δὲν ἔχει προσωπικὴ ἐλευθερία οὔτε θέληση νὰ πράξει κάτι ποὺ δὲν ἐντάσσεται στοὺς νόμους αὐτούς. Δὲν ἔχει συνείδηση τῆς ὕπαρξής της, δηλαδὴ δὲν ξέρει κὰν ὅτι ὑπάρχει σὰν οὐσία ἢ ἐνέργεια. Εἶναι μιὰ τυφλὴ δύναμη. Ὅποιος μπορεῖ νὰ ἐλέγξει τοὺς φυσικοὺς νόμους, μπορεῖ νὰ ρυθμίσει καὶ τοὺς τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους λειτουργεῖ ὁ ἠλεκτρισμός. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ὑποτάσσει τὸν ἠλεκτρισμὸ καὶ τοῦ ὑπαγορεύει μὲ τί τρόπο θὰ ἐκδηλώνεται. Ἐκεῖ ὅμως ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἔλεγχος τῶν φυσικῶν νόμων, ὁ ἠλεκτρισμὸς δρᾶ τυφλὰ καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕρμαιο τῆς ἀπρόσωπης δύναμής του (π. χ. κεραυνός). Δὲν μπορεῖ νὰ ἐλπίζει σὲ κάποια εὐσπλαχνία ἐκ μέρους μιᾶς ἀδυσώπητης τυφλῆς δύναμης.

Τί σημαίνει προσωπικὴ ὕπαρξη; Νὰ ὑπάρχει κάποιος μὲ συγκεκριμένη ὀντότητα. Νὰ ἔχει συνείδηση τοῦ ἑαυτοῦ του. Νὰ νοιώθει, νὰ ξέρει ὅτι ὑπάρχει. Νὰ γνωρίζει τὸν ἑαυτό του, δηλαδὴ νὰ μπορεῖ νὰ πεῖ, «εἶμαι ὁ τάδε». Νὰ εἶναι πρόσωπο, προσωπικότητα. Νὰ σκέφτεται, νὰ θέλει, νὰ μπορεῖ νὰ ἐνεργήσει ἐλεύθερα, εἴτε γιὰ τὸ καλό του εἴτε γιὰ τὸ κακό του. Νὰ ἔχει συναισθήματα, νὰ μπορεῖ νὰ ἀγαπήσει ἢ νὰ μισήσει. Νὰ μπορεῖ δηλαδὴ νὰ σχετισθεῖ κατὰ βούλησιν μὲ ἄλλα συνειδητὰ ὄντα, νὰ κινηθεῖ πρὸς αὐτὰ ἢ νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ κοντά τους. Νὰ ἔχει ὅλα τὰ γνωρίσματα μιᾶς ὕπαρξης ποὺ ἔχει ἐνσυνείδητη αἴσθηση τοῦ ἑαυτοῦ της.

Τέτοια ὅμως ὕπαρξη ἐνσυνείδητη, προσωπικὴ ὄχι ἀπρόσωπη, εἶναι καὶ ὁ Θεός, ὅπως μᾶς τὸν φανέρωσε ὁ Χριστός. Ἔχει ἀπόλυτη συνείδηση ὅτι ὑπάρχει. Εἶναι ἐλεύθερος νὰ ἐνεργήσει ὅπως θέλει. Δὲν ὑποτάσσεται παρὰ τὴ θέλησή του σὲ κανένα τυφλὸ νόμο. Ἔχει τὴν ἱκανότητα νὰ ἀγαπάει καὶ μάλιστα ἀπέραντα. Γνωρίζει τὸν ἄνθρωπο, μπορεῖ καὶ θέλει νὰ σχετίζεται μαζί του καὶ μάλιστα τὸν προσκαλεῖ σὲ μία, ἐλεύθερη πάντα, πραγματικὴ ἕνωση μαζί του. Ὅπου ὁ ἄνθρωπος δὲν χάνει τὸ δικό του πρόσωπο, τὴ δική του ὕπαρξη, τὴ δική του αὐτοσυνειδησία. Ἀλλὰ δέχεται τὴν ἐνέργεια (ἀγάπη) τοῦ Θεοῦ καί, χωρὶς νὰ χάσει τίποτε ἀπ’ τὴ δική του ἐνσυνείδητη ὀντότητα, βιώνει καὶ μιὰν ἄλλη θαυμαστὴ πραγματικότητα. Σὰν τὸ σίδερο ποὺ θερμαίνεται στὴ φωτιά, ἑνώνεται μὲ τὴν ἐνέργειά της (τὴ θερμότητα) καὶ κοκκινίζει, χωρὶς νὰ παύει ποτὲ νὰ εἶναι σίδερο.

Ἡ ἕνωση ὅμως μὲ μιὰ ἀπρόσωπη τυφλὴ θεότητα, λένε οἱ ὑπέρμαχοί της, σημαίνει νὰ διαλυθεῖ ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη μέσα στὴν ἀπρόσωπη ἀνώτερη(;) δύναμη. Ὅπως πέφτει μιὰ σταγόνα στὸν ὠκεανὸ καὶ διαχέεται, χάνεται. Γίνεται ἕνα μαζί του. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ἡ σταγόνα παύει νὰ ὑπάρχει ξεχωριστά, νὰ ἔχει προσωπικὴ ζωή, ἐλευθερία, ὀντότητα. Οὔτε ὁ ὠκεανὸς οὔτε ἡ σταγόνα ἔχουν αἴσθηση ὅτι ὑπάρχουν. Ἡ ὁποιαδήποτε ἐνέργειά τους ὑποτάσσεται στοὺς νόμους ποὺ διέπουν τὴ φύση τοῦ νεροῦ.

Δηλαδή: Ἕνωση μὲ ἀπρόσωπη δύναμη σημαίνει στὸ ἑξῆς οὐσιαστικὰ ἀνυπαρξία γιὰ μένα, ἀπώλεια τῆς αἴσθησής μου ὅτι ὑπάρχω προσωπικά. Γι’ αὐτὸ καὶ προτιμῶ τὸν Θεὸ ποὺ ὑπάρχει ὡς πρόσωπο καὶ μάλιστα τριαδικά. Τὸν Θεὸ ποὺ ξέρει τί τοῦ γίνεται, γνωρίζει καλὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γνωρίζει κι ἐμένα μὲ τὸ ὄνομά μου, μὲ ἀγαπάει, μὲ καλεῖ -χωρὶς νὰ μὲ ἀναγκάζει- κοντά του καὶ μοῦ χαρίζει μιὰ αἰώνια, προσωπική, ἐνσυνείδητη ζωή, πληθωρικὰ γεμάτη ἀπ’ τὸν ὑπέροχο πλοῦτο τῆς δικῆς του ζωῆς. Τὸν ἕνα τριαδικὸ Θεὸ ποὺ κοντὰ σὲ μένα γνωρίζει καὶ ὅλα τὰ ἄλλα λογικά του πρόβατα, «τὰ καλεῖ κατ’ ὄνομα» καὶ κάνει τὰ πάντα γι’ αὐτά, ὥστε νὰ τὰ συναγάγει εἰς «μίαν ποίμνην».

Εἶναι ἡ μόνη διαθέσιμη προσφορὰ αὐτοῦ τοῦ εἴδους. Πῶς νὰ τὴν ἀπορρίψω;

Γι’ αὐτὸ καὶ «πιστεύω εἰς ἕνα Θεὸν Πατέρα, Παντοκράτορα, …καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὸν μονογενῆ, …καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, …τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον…». Στὸν τρισυπόστατο προσωπικὸ Θεό, τὸν ὁποῖο ἀνακαλύπτω καὶ συναντῶ, σὲ μιὰ ἀσύγκριτη σχέση ἀγάπης, μόνο μέσα στὴ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μου.

(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 391, Φεβρ. 2016, ἐπηυξημένο)

 

 

Ἀ ν τ ι ύ λ η

Ἱ. Ναὸς Ἁγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα

Τηλ. 26820 25861/23075/6980 898 504

email: antiyli.gr@gmail.com

 

Διαδίδω τὴν «Ἀ ν τ ι ύ λ η»

Ἐκτυπώνω/προωθῶ σὲ φιλικά μου e-mails