Περί Επιταφίων και Εγκωμίων της Παναγίας

πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου (χημικού)

Εισαγωγικά ιστορικά στοιχεία

Τα τελευταία χρόνια πολύς λόγος γίνεται για ένα καινούργιο σχετικά «έθιμο» που εξαπλώνεται σιγά-σιγά σε όλη την Ελλάδα, η περιφορά του Επιταφίου της Παναγίας την παραμονή της τίμησης της Κοιμήσεώς της, την 15η Αυγούστου, και οι ψαλμοί των Εγκωμίων της, μια πρακτική που ο μεν ο κόσμος το ενστερνίστηκε ως έθιμο, ενώ η επίσημη Εκκλησία προβληματίζεται ακόμα.

Τα εγκώμια της Παναγίας είναι οι ύμνοι που ψάλλονταν πάνω από τον Τάφο της Παναγίας στα Ιεροσόλυμα ανήμερα της Κοιμήσεως και εμφανίστηκαν στα τέλη του περασμένου αιώνα στις Κυκλάδες, ενώ σύντομα εξαπλώθηκαν ακόμα και σε Ελληνορθόδοξες Ενορίες της Διασποράς και Μοναστήρια, εκτός από τα Αγιορείτικα.

Σύντομα το «καινοφανές» ζήτημα συζητήθηκε στην Ιερά Σύνοδο του Απριλίου 1865, η οποία υπό την Προεδρία του Μητροπολίτου Αθηνών Θεοφίλου αποφάσισε ότι δεν περιέχονται στο τυπικό της δικής μας θρησκείας, και παρ’ ότι εξυμνούν τη Μητέρα του Χριστού δεν είναι ανεκτή η «εισαγωγή» τους στη λατρεία.

Με το σκεπτικό ότι τιμούμε δεόντως την Παρθένο, όταν σεβόμαστε την τάξη της Εκκλησίας και όχι όταν την καταφρονούμε, εξέδωσε την υπ’ αριθμ 135, αριθμ. πρωτ. 4319, 21/4/1865 Εγκύκλιο «προς τους κατά το Κράτος Σεβασμιωτάτους Ιεράρχας» «περί απαγορεύσεως Επιταφίου ύμνου εις την εορτήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου», επισημαίνοντας: «…η τοιαύτη ακολουθία είναι ασυνήθης και πάντη ξένη εις την καθ’ όλου ορθόδοξον Ανατολικήν του Χριστού Εκκλησίαν».

Το επίσημο τυπικό της ελληνορθόδοξης Εκκλησίας συντάχτηκε από τον επιφανή πρωτοψάλτη Γεώργιο Βιολάκη και εκδόθηκε από το πατριαρχικό τυπογραφείο στην Κωνσταντινούπολη το 1888, και μέχρι σήμερα αποτελεί το επίσημο τυπικό όχι μόνον του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αλλά και των πατριαρχείων και των αυτοκέφαλων Εκκλησιών της Αλεξανδρείας, των Ιεροσολύμων, της Ελλάδος, της Κύπρου και άλλων.

Σε αυτό για τα Εγκώμια αναφέρονται τα εξής: «Στον όρθρο της εορτής της Κοιμήσεως, ανήμερα στις 15 Αυγούστου, ευθύς μετά την καταβασίαν της θ´ (ωδής) συνηθίζεται ενιαχού, όπου πανηγυρίζεται η εορτή αύτη μεγαλοπρεπώς, προς πλείονα τάχα δόξα και τιμήν της Θεοτόκου, ίνα ψάλλωνται τα λεγόμενα “εγκώμια της Παναγίας”, κατά μίμησιν των του Κυρίου ημών, των ψαλλομένων εν τω όρθρω του Μ. Σαββάτου. Η Μεγάλη Εκκλησία κατακρίνουσα παν ό,τι καινοφανές και κακόζηλον, έστω και γινόμενον προς τιμήν της Θεοτόκου, αποδοκιμάζει ταύτα επισήμως και απαγορεύει μάλιστα αυστηρώς».

Με τον τρόπο αυτό επιχειρήθηκε επίσημα η παύση του ξενόφερτου εθίμου, ωστόσο παρέμεινε ως τοπικό έθιμο σε κάποιες περιοχές της χώρας, λαμβάνοντας μεγάλες διαστάσεις όταν πια «διαφημίστηκε» ως τέτοιο, με τις μπάντες να παιανίζουν πένθιμα, τις καμπάνες να χτυπούν και το χριστεπώνυμο πλήθος να ακολουθεί με ευλάβεια, λίγο πριν πάνε στο τοπικό πανηγύρι.

Για πολλούς στην επίσημη Εκκλησία το ζήτημα της καταστρατήγησης του τυπικού δημιουργήθηκε από αυτούς ακριβώς που όφειλαν να το τηρούν, καθώς οι περισσότεροι ψάλτες, ακόμη και κάποιοι από τους κληρικούς δεν γνωρίζουν ότι υπάρχει επίσημο και υποχρεωτικό τυπικό της Εκκλησίας, με αποτέλεσμα να υιοθετούν πρακτικές στο όνομα κάποιων αόριστων, αλλά θελκτικών για τον κόσμο «εθίμων».

Το γεγονός ότι τα χαρακτηριζόμενα «εγκώμια της Παναγίας» δεν ανήκουν στους επίσημους ύμνους της Εκκλησίας, ούτε στην ακολουθία της 15ης Αυγούστου, ούτε στον εσπερινό, ούτε στον όρθρο, ούτε στα μεθέορτα, αλλά και το ότι δεν έχουν σταθερό ή επίσημο κείμενο, έχει οδηγήσει στο φαινόμενο κάθε μοναστήρι ή εκκλησία που τα συμπεριέλαβε στους εορτασμούς του Δεκαπενταύγουστου να έχει τα δικά του «εγκώμια», χωρίς πλέον αυτά να έχουν καμία σχέση με τα πραγματικά Ιεροσολυμίτικα Εγκώμια από τα οποία προήλθαν.

Ο Επιτάφιος της Παναγίας

Ακόμα ένα σημαντικό θέμα δημιουργήθηκε από την επικράτηση της πρακτικής της λιτάνευσης του Επιταφίου της Παναγίας, που παρ’ ότι δεν καταγράφεται επισήμως στο τυπικό της ελληνορθόδοξης Εκκλησίας, έφτασε σε κάποιες περιοχές της Ελλάδος να θεωρείται και να πραγματώνεται ως τυπική λατρεία του Δεκαπενταύγουστου.

Η τελετουργία της «Ταφής της Θεοτόκου» ξεκίνησε και αυτή στην Ιερουσαλήμ και από εκεί μεταφέρθηκε στη Ρωσία, όπου λάβαινε αρχικώς χώρα μόνο στον Καθεδρικό Ναό Ουσπένσκυ της Μόσχας.

Η τέλεσή του εξαπλώθηκε αργά ανάμεσα στους Ρωσοορθόδοξους, χωρίς να υιοθετηθεί από την πλειονότητα των ναών ή των μοναστηρίων, αποκτώντας και εκεί τοπικό χαρακτήρα, καθώς αλλού πραγματοποιείται κατά την Αγρύπνια της Κοιμήσεως και αλλού την τρίτη ημέρα μετά την Κοίμηση.

Σκέψεις-Απόψεις-Προβληματισμοί

Α.Ο ιστορικός τάφος του Θεανθρώπου Χριστού βρίσκεται στον ναό της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα. Τάφος του Χριστού όμως είναι και η κάθε Αγία Τράπεζα, που τελείται το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Έτσι καθιερώθηκαν και πολλοί επιτάφιοι.

Ο Επιτάφιος στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό είναι λειτουργικό ύφασμα που στην κανονική μορφή του αποτελείται από ένα μεγάλο, κεντημένο και συχνά με πλούσια διακόσμηση ύφασμα, το οποίο φέρει επάνω του μια εικόνα του νεκρού σώματος του Ιησού Χριστού, συχνά με απεικονίσεις της μητέρας του και άλλων μορφών.

Β.Ο ιστορικός τάφος της Παναγίας βρίσκεται στα Ιεροσόλυμα.

Η Παναγία ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΘΕΑ για να διαθέτει και άλλους τάφους.

Γι΄αυτό ο επιτάφιος της Παναγίας είναι ΜΑΡΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΙΡΕΤΙΚΉ ΠΡΑΚΤΙΚΗ.  Μάλιστα, βλέπομε να φιγουράρει -δίκην «φολκλορικού» happening- ακόμη και σε επίσημα προγράμματα Ιερών Μονών και Ενοριών για την Εορτή της Κοιμήσεως!

Γ.. Ο Επιτάφιος και τα Εγκώμια είναι μια ιδιαιτερότητα του Χριστού μέσα στη λατρεία μας. Δεν αξίζει  ο Χριστός να έχει αυτή την ιδιαιτερότητα; Γιατί  την καταργούμε;

       Μπορεί βέβαια  και τη Μεγάλη Παρασκευή να ψέλνουμε Εγκώμια στον Χριστό, και να περιφέρουμε τον Επιτάφιο,  κτυπώντας πένθιμα τις καμπάνες,  όμως  παράλληλα περιμένουμε την εκ νεκρών Ανάστασή Του.   Δεν μένουμε δηλαδή  στο θάνατό Του, που θα ήταν απελπισία.  Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και  με τα Εγκιώμια και τον Επιταφιο της Παναγίας. Η  τοποθέτηση του Επιταφίου    στη μέση του Ναού,  η περιφορά του  (σε μερικές ενορίες  χτυπάνε και  τις καμπάνες πένθιμα!), αφήνουν την  αίσθηση ότι η Παναγία πέθανε και έμενε στον τάφο. Όμως, μετέστη προς τους ουρανούς, νικώντας και αυτή με τον  θάνατο, τον θάνατο. Αυτή η  νίκη κατά του  θανάτου «θάβεται» με τον Επιτάφιο, που κάνουμε προς τιμήν της!  Κάτι ήξεραν οι προγενέστεροι  Πατέρες-Συνοδικοί Αρχιερείς,  που είπαν:              «… Η  τοιαύτη ακολουθία είναι ασυνήθης και πάντη ξένη εις την καθ’όλου ορθόδοξον Ανατολικήν του Χριστού Εκκλησίαν».

Ε. Η συγκεκριμένη τελετή του επιταφίου και των εγκωμίων της Παναγίας σαφώς έχει τοπική -Ιεροσολυμίτικη- προέλευση, γίνεται στον τάφο της Παναγίας και ας μείνει εκεί. Εκεί όντως έχει νόημα και αξία. Παραπέρα χάνει..

ΣΤ. Το κενό στη λειτουργική ζωή των ενοριών της Εκκλησίας της Ελλάδος εκδηλώνεται και φέτος με το ψευτο-έθιμο των εγκωμίων και της περιφοράς του επιταφίου της Παναγίας. Μια ανάρμοστη, αντικανονική, νεωτεριστική λειτουργική προσθήκη στο τυπικό της Εκκλησίας μας, που έχει τις ρίζες της στην παπική δύση, με σκοπό να δημιουργήσει μια παράξενη εικόνα φολκλορικής Ορθοδοξίας, αποξενωμένη από το μυστηριακό χαρακτήρα της εκκλησιαστικής πνευματικής ζωής της κατά Ανατολάς Αποστολικής και Πατερικής Εκκλησίας του Χριστού. Την ώρα μάλιστα, που υπάρχει συνοδική απόφαση καταδίκης και απαγόρευσης αυτού του φαινομένου.

Ζ.Μια πιο συγκρατημένη τελετή στα πλαίσια της Λιτής του Εσπερινού της Παναγίας (όπως προτείνει ο Καθηγητής κ. Αριστ. Πανώτης σε έκδοσή του), χωρίς κουβούκλια και περιφορές -που θυμίζουν ακριβώς Μ. Παρασκευή- θα ήταν ίσως ανεκτή.

Είναι καιρός, στην εποχή της πλάνης και της παναίρεσης του Οικουμενισμού, να βρεθούν επίσκοποι και ιερείς που θα αντιδράσουν, επιλέγοντας να μείνουν πιστοί στις επιταγές της Πίστης μας, ώστε να βοηθήσουν το λαό να στραφεί στην ιερή μας Παράδοση.

Η. Ο Σατανάς, που μισεί την αειπάρθενη Κυρία Θεοτόκο, δεν αντέχει το Ορθόδοξο Δεκαπενταύγουστο με τη λατρευτική σεμνότητα της προσέγγισης των πιστών στην Τιμιωτέρα των Ουρανών. Επιχειρεί να αδειάσει από αγιότητα το πνεύμα της εορτής της Κοιμήσεως, αποκαθηλώνοντας στις ψυχές των Ορθοδόξων τον ιερό αγιοπνευματικό σύνδεσμό τους με την Εορτή.

Θ. Στην πολεμική που έχει αναπτυχθεί καταγράφεται το επιχείρημα ότι εφόσον πουθενά δεν αναφέρεται ότι απαγορεύεται (όπως τα Εγκώμια), άρα επιτρέπεται, ωστόσο σε κανένα επίσημο κείμενο της δικής μας Εκκλησίας δεν υπάρχει αναφορά σε Επιτάφιο.

Αντιθέτως, ο Παλαιών Πατρών Διονύσιος το 1541 καταγράφει στα Αγιοταφίτικα εγκώμια ότι «…προευτρεπισθέντος αναλογίου, τίθεται η αγία εικών της Κοιμήσεως της Θεοτόκου», άρα τίθεται η εικόνα της Κοιμήσεως στο αναλόγιο για προσκύνημα και δεν περιφέρεται σε λιτανεία πάνω σε επιτάφιο.

Το αντεπιχείρημα ωστόσο είναι ότι το τυπικό κάθε θρησκείας δεν είναι εθιμικό, καταγράφεται στα βιβλία αυτής και αναπροσαρμόζεται από τα αρμόδια όργανά της, όπως ακριβώς η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος καθιέρωσε τον εορτασμό της Κοιμήσεως στα πλαίσια της καθιέρωσης του Μαριολογικού Δόγματος.

———————————————————–

Ι… Και μια αναγκαία εξαρχής διευκρίνιση: Όταν μιλάμε για “επιτάφιο” εννοούμε το σώμα της Παναγίας σκέτο κατά μίμηση του επιταφίου του Χριστού. Δεν εννοούμε το να τοποθετήσομε την κανονική Εικόνα της Κοιμήσεως σε ανθοστόλιστο κουβούκλιο και να την λιτανεύσομε. Αυτό είναι μέσα στην Παράδοσή μας, όπως άλλωστε και για εικόνες άλλων Αγίων στις Εορτές τους.

Το πρόβλημα είναι η  εισβολή και “καθιέρωση” επιταφίων, όπως αυτός που παραθέτω στην πιο πάνω εικόνα, που εξοβελίζουν την εικόνα της Κοιμήσεως, η οποία, έχει πέραν της Θεοτόκου και το Πρόσωπο του Χριστού, το Οποίο δεν μπορεί να απουσιάζει! Ό,τι είναι η Παναγία είναι επειδή είναι Μητέρα του Θεανθρώπου, Θεοτόκος. Και αυτό αποδίδεται άρτια δογματικά και θεολογικά στην κανονική Εικόνα της Κοιμήσεως, αυτήν την οποία η Εκκλησία μας έχει καθιερώσει εδώ και αιώνες.

Καλό όμως είναι να ανατρέξομε στις πηγές της Παράδοσής μας. Δεν είμαστε Προτεστάντες, όπου ο καθένας κάνει ό,τι του κατέβει και νομίζει ότι έτσι ευαρεστεί τον Θεόν. Έχομε Εκκλησία, έχομε Παράδοση, έχομε Πατέρες, έχομε Τυπικό. Και αυτό το έρμο το Τυπικό δεν έγινε για να μας υποδουλώσει, αλλά για να διαφυλάξει την Ορθόδοξη Δογματική και Θεολογία μας από τις αλλότριες επιρροές… Για να μας κρατά στην ταπείνωση και στην υπακοή προς την Εκκλησία, για να βγάλει από τη Λατρεία του Θεού το πιο ζοφερό και θεομίσητο στοιχείο: το ίδιον θέλημά μας, τον εγωκεντρισμό μας.

Δεν είναι τυχαίο ότι το κακόζηλο και ξένο προς την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία μας φαινόμενο των «επιταφίων» και «εγκωμίων» της Παναγίας ξεκίνησε στα μέσα του 19ου αιώνα από νησιά των Κυκλάδων, όπου η παρουσία και επιρροή των ρωμαιοκαθολικών στοιχείων ήταν και παραμένει έντονη, λόγω ιστορικών συγκυριών. Και είναι ένα ακόμη αρνητικό απότοκο της γνωστής αιρετικής «Μαριολατρείας» των ρωμαιοκαθολικών.

Αν νομίζομε ότι έτσι τιμούμε την Παναγία, αν νομίζομε ότι αυτό θέλει η Κυρία Θεοτόκος, τότε πλανώμαστε. Η Παναγία μας έλαμψε διά της αφάτου Ταπεινώσεώς Της, κρυπτόμενη και εργαζόμενη τας Εντολάς του Θεού μακριά από την «δημοσιότητα» της εποχής Της. Η ευαρέσκειά Της είναι να λατρεύομε αληθινά και μοναδικά ως Θεόν, τον Υιόν Της, όχι την ίδια. Την ίδια Την τιμούμε, Την αγαπούμε, Την ικετεύομε ως Μεσίτρια προς τον Υιόν και Θεόν Της και Θεόν μας, όχι ως «θεά» του αρχαιοελληνικού παγανιστικού πανθέου…

Ας τα προσέχομε αυτά, γιατί σε κάποιους μπορεί να φαντάζουν μικρές «παρατυπίες», πίσω τους όμως κρύβουν ολέθριες αποκλίσεις από το Ορθόδοξο Δόγμα και Βίωμα.

ΠΗΓΕΣ

  1. https://www.iapopsi.gr
  2. www.analogion.com
  3. http://www.katanixi.gr
  4. https://fdathanasiou.wordpress.com
  5. http://www.symbole.gr
  6. https://anastasiosk.blogspot.com
  7. https://christianvivliografia.wordpress.com.

Η ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΠΑΝΑΓΙΑ

π. Δημητρίου Μπόκου

Η Κοίμηση της Θεοτόκου είναι η αποκορύφωση της θαυμαστής της ζωής και με θαυμαστό τρόπο επιτελέστηκε. Όλη της η πορεία, από τη γέννησή της μέχρι τον θάνατο, είναι μια σειρά από υπερθαύμαστα γεγονότα. Μήπως η Παναγία ήταν ένα διαφορετικό δημιούργημα; Ήταν άνθρωπος όπως εμείς, ή ένα υπερφυσικό ον; Για να γίνει Μητέρα του Θεού, μήπως είχε κάτι παραπάνω από την κοινή ανθρώπινη φύση; Μήπως ήταν θεά;

Κάποιοι (οι παπικοί) έσπευσαν (με όψιμη διδασκαλία τους το 1854) να δογματίσουν ότι η Παναγία, για να είναι άξια να γεννήσει τον Θεό, γεννήθηκε με τρόπο διαφορετικό από εμάς. Ότι η σύλληψή της ήταν άσπιλη. Ότι δηλαδή γεννήθηκε αναμάρτητη, χωρίς το προπατορικό αμάρτημα που φέρουμε με τη γέννησή μας όλοι οι απόγονοι του Αδάμ. Ότι η αγιότητά της είναι εκ φύσεως και όχι καρπός της δικής της θέλησης, του δικού της προσωπικού πνευματικού αγώνα.

Έτσι όμως δεν τιμάμε καθόλου την Παναγία, αλλά αντιθέτως τη μειώνουμε. Αν ήταν εκ φύσεως αναμάρτητη, η ίδια δεν έκανε τίποτε ιδιαίτερο για να αγιασθεί. Αν ήταν όμως όπως κι εμείς, τότε, αφού κατάφερε να ξεπεράσει σε αγιότητα ακόμα και τους αγγέλους, το κατόρθωμά της είναι ανυπέρβλητο. Το μεγαλείο της άφθαστο. Και όντως η Παναγία μας ήταν κοινός άνθρωπος όπως όλοι μας. Γεννημένη με απολύτως φυσικό τρόπο, από την ευλογημένη σαρκική συνάφεια των φυσικών γονέων της, από το σπέρμα του Ιωακείμ και από τη μήτρα της Άννας. Το υπερφυσικό στη γέννησή της ήταν ότι οι γονείς της τη γέννησαν σε μεγάλη ηλικία, όπως και πολλά άλλα αντρόγυνα γέννησαν, με θαύμα Θεού, σε γεροντική ηλικία (Αβραάμ και Σάρρα κ.λ.π.). Με απολύτως υπερφυσικό τρόπο, έξω από τη φυσική διαδικασία ανδρός και γυναικός, γεννήθηκε μόνο ο Χριστός.

Από το προπατορικό αμάρτημα απαλλάχτηκε η Παναγία κατά τη στιγμή του Ευαγγελισμού, ενώ εμείς καθαριζόμαστε από αυτό με το βάπτισμά μας. Μέχρι τότε η Παναγία είχε κατορθώσει, με τη δική της θέληση σε συνεργασία με τη χάρη του Θεού, να παραμείνει αναμάρτητη. Δεν αμάρτησε ποτέ ούτε στον λογισμό της. Ήταν κατά θέληση αναμάρτητη, επειδή το πάλεψε, όχι εκ φύσεως. Είναι ο μόνος άνθρωπος που το κατάφερε αυτό. Ούτε υπήρξε, ούτε θα υπάρξει ποτέ άλλος άνθρωπος σαν αυτήν. Είναι η κορώνα, το καμάρι της Δημιουργίας του Θεού. Τα πάντα έγιναν γι’ αυτήν.

Οι αιρετικοί υπέρμαχοι της άσπιλης σύλληψης συνεχίζουν την κακοδοξία τους, αναφερόμενοι και στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Λένε ότι, αφού η Παναγία δεν ήταν ακριβώς σαν εμάς, δεν πέθανε όπως εμείς. Δεν πέρασε πραγματικά από τον θάνατο. Αλλά μεταφέρθηκε ζωντανή στον ουρανό, χωρίς να υποστεί τη φυσική διαδικασία του θανάτου. Παρουσιάζεται έτσι με διαφορετική φύση από μας. Αν η Παναγία όμως δεν ήταν άνθρωπος όπως εμείς, ο Χριστός δεν πήρε και δεν έσωσε τη δική μας ανθρώπινη φύση. «Το γαρ απρόσληπτον» παραμένει και «αθεράπευτον».

Μα ευτυχώς η Παναγία μας είναι από το δικό μας γένος. Θυγατέρα του Αδάμ, άνθρωπος και αυτή, ίδια με μας. Γεννήθηκε, έζησε και πέθανε, όπως όλοι μας. Γι’ αυτό και γιορτάζουμε την Κοίμησή της όχι με λύπη και πένθος, αλλά με μεγάλη χαρά. Γιατί, αν και ήταν κοινός άνθρωπος, ανυψώθηκε εν τούτοις πάνω από όλα τα δημιουργήματα, έδωσε την ανθρώπινη φύση στον Θεό και έγινε με τον τρόπο αυτό η πρόξενος της σωτηρίας μας.

Είναι δική μας η Παναγία!

Καλή Παναγιά! Χρόνια πολλά!

Tα αντίγραφα των ιερών εικόνων. Άλλη μια σύγχρονη αγιολογική εκτροπή (;;;;)

ΕΡΕΥΝΑ:Πρωτοπρεσβυτέρου Δημ.Αθανασίου – χημικού

Αφορμή για τη συγγραφή του συγκεκριμένου άρθρου αποτέλεσε το παρακάτω δημοσίευμα σε τοπική ηλεκτρονική σελίδα με τίτλο

«Παναγία Εσφαγμένη. Η απίστευτη ιστορία της θαυματουργής εικόνας που τίθεται σε προσκύνημα στην Άρτα.»

Στο δημοσίευμα εκτός από το πρόγραμμα των λατρευτικών εκδηλώσεων γράφονται και τα εξής: «Στον Ιερό Ναό του Αγίου Θεράποντος στους Αγίους Αναργύρους Άρτας θα βρίσκεται από σήμερα το απόγευμα και μέχρι αύριο η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Εσφαγμένης …»

Η απίστευτη ιστορία της εικόνας

Για τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Εσφαγμένης υπάρχει μια θαυμαστή διήγηση για τη δημιουργία της.
Η ιστορία για την Παναγία Εσφαγμένη αναφέρει ότι πληγώθηκε από το μαχαίρι ενός δύστροπου ιεροδιάκονου και εκκλησιάρχη (επιμελητή της εκκλησίας, νεωκόρου), ο οποίος εξαιτίας δήθεν του διακονήματός του έφθανε πάντοτε καθυστερημένος στην Τράπεζα. Σε μια παρόμοια περίπτωση ο τραπεζάρης (υπεύθυνος της τραπεζαρίας) αγανακτισμένος αρνήθηκε να του δώσει φαγητό.
Οι ταραγμένοι και οργισμένοι λογισμοί του εκκλησιάρχη στράφηκαν εναντίον της Θεοτόκου, που, ενώ αυτός την υπηρετούσε, αυτή δε μεριμνούσε ούτε για την τροφή του. Από την πληγή αυτή ξεπετάχθηκε αίμα, το πρόσωπο της Παναγίας χλώμιασε, ενώ ο ιεροδιάκονος τυφλώθηκε και έπεσε κάτω φρενόληπτος από τον έλεγχο της συνείδησης μένοντας στην κατάσταση αυτή τρία χρόνια. Τότε χάρη στις προσευχές του ηγουμένου και της αδελφότητας η Παναγία εμφανίστηκε στον ηγούμενο και ανάγγειλε τη θεραπεία του.
Ο εκκλησιάρχης πέρασε την υπόλοιπη ζωή του σ΄ ένα στασίδι απέναντι από την εικόνα θρηνώντας το φοβερό αμάρτημά του και πριν πεθάνει πήρε τη συγχώρηση από την ίδια την Παναγία, που του ανάγγειλε όμως, όπως προηγουμένως και στον ηγούμενο, ότι το βλάσφημο χέρι του θα υφίστατο παραδειγματική τιμωρία μετά θάνατον. Πράγματι μέχρι σήμερα φυλάσσεται άλιωτο και κατάμαυρο κοντά στην εικόνα που είναι τοποθετημένη στον νάρθηκα του παρεκκλησίου του Αγίου Δημητρίου.(1)

ΣΧΟΛΙΑ. Στο παραπάνω δημοσίευμα υπάρχουν ορισμένα λάθη και παραλείψεις. Συγκεκριμένα.

1. Η εικόνα της Παναγίας της Εσφαγμένης στον Άγιο Θεράποντα είναι ΔΩΡΕΑ στον συγκεκριμένο ναό και  είναι ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ της ομώνυμης εικόνας που βρίσκεται στο Άγιο Όρος και συγκεκριμένα στην Ι.Μ.Βατοπαιδίου. Μεταφέρθηκε στην Άρτα την Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2019  από αντιπροσωπία Βατοπαιδινών μοναχών.

2. Η ιστορία της εικόνας που αναγράφεται σχετίζεται με μοναχό (ιεροδιάκονο) της Μονής Βατοπαιδίου.

3. Η ομώνυμη πρωτότυπη εικόνα βρίσκεται στο παρεκκλήσιο του Αγίου Δημητρίου της Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου, όπου ψάλλονται καθημερινά οι Χαιρετισμοί της Θεοτόκου.

Από τα παραπάνω φαίνεται ότι η ιστορία της εικόνας δεν σχετίζεται με κανένα τρόπο με την τοπική εκκλησιαστική ιστορία. Η προσφορά του αντιγράφου της εικόνας συμπεριλαμβάνεται στην τακτική της Αγιορείτικης Μονής να προσφέρει πανελλαδικά αντίγραφα των θαυματουργών θεομητορικών εικόνων.

Στην Άρτα στον ναό του Αγίου Μαξίμου υπάρχει και το αντίγραφο της εικόνας της Παναγίας της Παραμυθίας, που είναι η εφέστια εικόνα της Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου.  Η εικόνα της Παναγίας της Παραμυθίας συνδέεται με το βίο του Αγίου Μαξίμου του Γραικού, που μόνασε για μια δεκαετία στη συγκεκριμένη Αγιορείτικη Μονή. Αποτελεί όμως λυπηρό γεγονός ότι δεν υπάρχει στον συγκεκριμένο ναό παρεκκλήσιο της Παναγίας της Παραμυθίας, όπως στη Μονή Βατοπαιδίου, ενώ υπήρχαν οι κατάλληλοι χώροι για να δημιουργηθεί.

Σύμφωνα με έρευνα  σε αντίθεση με το  παρελθόν που οι ενθρονίσεις πιστών αντιγράφων ήταν κάτι το εξαιρετικά σπάνιο, μόνο τα τελευταία 4 χρόνια (πριν την πανδημία του covid) έχουν υπάρξει άνω των 20 τέτοιων δωρεών αντιγράφων εικόνων. Οι εικόνες αυτές, πιστά αντίγραφα των αντίστοιχων θαυματουργών που φυλάσσονται κατά κανόνα σε μονές και προσκυνηματικά κέντρα της Ορθοδοξίας, θεωρούνται τελετουργικά ισοδύναμα των πρωτοτύπων και τους αποδίδονται ανάλογες τιμές στη σύγχρονή μας λαϊκή θρησκευτικότητα.

Πρόκειται για μνημειακών διαστάσεων εικόνες, που αντιγράφουν πιστά τις πρωτότυπες, τόσο στον εικονογραφικό τύπο, όσο και στις λεπτομέρειες, όπως για παράδειγμα η μεταλλική επένδυση, το προσκυνητάρι, όπου τοποθετούνται, τα τάματα που φέρουν κ.λπ. Ο καθηγητής Γ.Βαρβούνης σημειώνει τα εξής:

«Ακολουθώντας  την πρακτική της αποστολής αντίγραφων θαυματουργών εικόνων στις μακρινές παραδουνάβιες χώρες και στη Ρωσία, που εγκαινίασαν οι μονές του Αγίου Όρους από τον 16ο αιώνα, για λόγους ζητείας και συγκέντρωσης χρηματικής βοήθειας, με πρώτη τη Μονή Ιβήρων για την εικόνα της Παναγίας της Πορταΐτισσας, η οποία κατά παράδοση δεν βγαίνει ποτέ από τα όρια του Άθωνος, οι εικόνες αυτές πριν σταλούν στον τελικό προορισμό τους εγκαινιάζονται τελετουργικά.

Τις περισσότερες φορές εκτίθενται δίπλα στο θαυματουργό πρωτότυπο και λειτουργούνται επί σαράντα ημέρες ή χρίονται με μύρο και τους διαβάζουν την παράκληση της Παναγίας ή του εικονιζομένου αγίου. Κατόπιν, αποστέλλονται τελετουργικά στον προορισμό τους, με συνοδεία πάντοτε από τη μονή, όπου βρίσκεται το πρωτότυπο και με τιμές ανάλογες εκείνων που το πρωτότυπο απολαμβάνει.

Η υποδοχή αυτή έχει όλα τα τελετουργικά χαρακτηριστικά της υποδοχής των ιερών λειψάνων ή των περίπυστων (πρωτότυπων)  εικόνων που μεταφέρονται περιστασιακά στις ενορίες για αγιασμό των πιστών: περιλαμβάνουν την τιμητική συνοδεία αγημάτων στρατιωτών ή ανδρών σωμάτων ασφαλείας, φιλαρμονικών και προσκόπων, ακόμη δε τη συνοδεία ανδρών και γυναικών ντυμένων με αντίγραφα παραδοσιακών φορεσιών από τους εθνοτοπικούς συλλόγους της περιοχής, και μάλιστα αυτούς που κυρίως συνεργάζονται με τη συγκεκριμένη ενορία υποδοχής ή ανήκουν στην ιδιαίτερη πατρίδα του εφημερίου. …

Οπωσδήποτε πρόκειται για ένα νέο φαινόμενο, που εντάσσεται και στα όρια της σύγχρονης νεωτερικής λαϊκής θρησκευτικότητας, και ως εκ τούτου ενδιαφέρει και τη θρησκευτική λαογραφία μας. Και βέβαια πρόκειται για ένα φαινόμενο το οποίο συχνά μπορεί να γίνει βάση λατρευτικών ή άλλων υπερβολών και παρεκτροπών από το παραδοσιακό ορθόδοξο λατρευτικό ήθος και την ανάλογη παράδοσή μας, γι’ αυτό και η Διοικούσα Εκκλησία θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτική τόσο στην εμφάνιση όσο και στη διαχείρισή του».( Μ. Γ. Βαρβούνη, καθηγητή Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης)(4)

«Πρωταθλήτρια» στη διανομή πιστών αντιγράφων φαίνεται πως είναι η Μονή Βατοπαιδίου, η οποία σε τακτά χρονικά διαστήματα δωρίζει πιστά αντίγραφα δυο εκ των εφέστιων εικόνων της σε ναούς, μονές και μητροπόλεις σε ολόκληρη την επικράτεια.

Όπως ήταν αναμενόμενο, η συνεχώς αυξανόμενη τάση μεταφοράς αντιγράφων έχει προκαλέσει σοβαρό προβληματισμό.

Ναι ή όχι στα αντίγραφα; Αυτό το ερώτημα απασχολεί όλο και περισσότερο τις τάξεις του Κλήρου τελευταία, ύστερα από τη σχεδόν εκρηκτική αύξηση μιας νέας τάσης στον ελλαδικό χώρο, η οποία σχετίζεται με την ενθρόνιση πιστών αντιγράφων ιστορικών εικόνων σε διάφορους ναούς και μονές της επικράτειας.

Όπως κάθε τι, έτσι και αυτή η νέα τάση στα εκκλησιαστικά πράγματα, έχει τους υποστηρικτές της, τους σκεπτικούς, αλλά και τους κάθετα διαφωνούντες. Αν κρίνουμε από τη συνεχή αύξηση των σχετικών τελετών φαίνεται πως οι υποστηρικτές πολλαπλασιάζονται, αν και δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητος ο αριθμός εκείνων που θεωρούν πως έχει χαθεί το μέτρο.

Από τη μια πλευρά υπάρχουν οι υποστηρικτές της τάσης αυτής, οι οποίοι επιχειρηματολογούν, πως σε εποχές δύσκολες, όπως αυτή που διανύουμε τα τελευταία χρόνια, οτιδήποτε μπορεί να ενισχύσει την πίστη του λαού και να τον φέρει πιο κοντά στον Θεό και την Εκκλησία δεν μπορεί να θεωρείται κατακριτέο.

Υποστηρίζουν δε, πως με την κίνηση αυτή Μητροπόλεις, Ναοί και Μονές σε ολόκληρη την επικράτεια δημιουργούν ισχυρούς δεσμούς με ιστορικές Μονές του Άθωνα βοηθώντας στη διατήρηση μακραίωνων παραδόσεων του τόπου.

Στα παραπάνω επιχειρήματα έρχονται να απαντήσουν όσοι παρακολουθούν με σκεπτικισμό την όλη δραστηριότητα κάνοντας λόγο για ευτελισμό των κειμηλίων. «Είναι άλλο να δημιουργούνται μικρά αντίγραφα των ιστορικών εικόνων, ώστε ο κάθε πιστός να έχει τη δυνατότητα να τις προσκυνά στο σπίτι του και άλλο να δημιουργούνται ακριβή αντίγραφα στα οποία να τους αποδίδονται τιμές σαν να είναι το πρωτότυπο» σημειώνουν.

Ορισμένοι δε, που δηλώνουν ότι περισσότερο ενοχλούνται παρά «αναπαύονται» από όλο αυτό, κάνουν λόγο για ενέργειες που θυμίζουν περισσότερο «franchise» (επιχειρηματική πρακτική που σημαίνει σύστημα δικαιόχρησης)  παρά οτιδήποτε άλλο.

[…] Όπως όλοι γνωρίζομε η μία Παναγία μας, η Υπεραγία Θεοτόκος, έχει πολλές προσωνυμίες (οι επωνυμίες της υπολογίζονται σε χιλιάδες, ανά τον ορθόδοξο κόσμο). Η κάθε εικόνα της Θεοτόκου, εφέστια σε Μονή ή σε Προσκύνημα, η οποία έχει κάποιο προσωνύμιο, έχει επ’ αυτής, συνήθως, διάφορα τάματα και αφιερώματα και κυρίως έναν διάκοσμο, ο οποίος σχετίζεται με το συγκεκριμένο πρωτότυπο εικόνισμα, το οποίο επίσης συνήθως θεωρείται και είναι θαυματουργό.

Θαυματουργός, βεβαίως, είναι η Θεοτόκος, η οποία ενεργεί τα θαύματα «διαπορθμεύουσα τη χάρη και ευλογία Της μέσω των συγκεκριμένων ιερών εικονισμάτων»,  αλλά και κάθε εικόνα Της προς το συμφέρον της αιτήσεως των προσφευγόντων στη βοήθειά Της πιστών ανθρώπων και κυρίως προς σωτηρία  αυτών. Μία φωτογραφία μιας θαυματουργού, κατά τα ανωτέρω, εικόνας της Θεοτόκου μπορεί να δίδεται και να ζητείται ως «ευλογία» και ανάμνηση του προσκυνήματός μας στο αντίστοιχο πρωτότυπο εικόνισμα. Με τα μέσα της εποχής μας δε, αυτό το ενθύμιο μπορεί να είναι ακόμη και μία μικρογραφία-μίμηση του πρωτοτύπου.

Στη συνέχεια θα καταγράψουμε ορισμένες θεολογικές απαντήσεις στο θέμα, που είναι αποτέλεσμα της δικής μας διαδικτυακής έρευνας με θέμα.

Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ  ΚΑΙ Η  ΠΡΟΣΦΟΡΑ  ΣΕ ΝΑΟΥΣ ΚΑΙ ΜΟΝΕΣ ΠΙΣΤΩΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΩΝ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΩΝ ΕΙΚΟΝΙΣΜΑΤΩΝ, ΕΤΣΙ ΟΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ, ΣΥΝΑΔΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΣΕΒΕΙΑ;

«Η κατασκευή πανομοιότυπων σε μέγεθος και διάκοσμο εικόνων «των πρωτοτύπων εικόνων» (!), δημιουργεί την αίσθηση της οιονεί «κλωνοποιήσεως» του θαυματουργού εικονίσματος και τη «ψευδαίσθηση» ότι έτσι κατέχεται σε κάθε περίπτωση ένα ειδικής χάριτος και ευλογίας πιστό κατά πάντα αντίγραφο του πρωτοτύπου. Παλαιότερα, συνέβαινε κάτι πολύ παραδοσιακότερο και ορθότερο τούτου του φαινομένου, συμβατού (εκείνου) με την ευσέβεια και την οφειλόμενη τιμή στο Πρόσωπο της Θεοτόκου και τα πολλά της θαυμάσια, εκ των οποίων άλλωστε προέρχονται και τα πλείστα εκ των διαφόρων προσωνυμίων της. Αγιογραφούνταν εικόνες επιγραφόμενες με την ιδιαίτερη επονομασία ή και τον τύπον της πρωτοτύπου Εικόνος (Παναγία Πορταϊτισσα, Παραμυθία, Γοργοϋπήκοος, Τριχερούσα κ.ο.κ.).

Στην τελευταίως, όμως, παρατηρουμένη πρακτική, η ευλάβεια των πιστών φαίνεται να «κατευθύνεται» σε κάποιο θαυματουργό αντικείμενο (εικόνα), το οποίο και ως αντίγραφο διατηρεί τρόπον τινά τις ιδιότητες του συγκεκριμένου πρωτοτύπου εικονίσματος (τη θαυματουργική χάρη). Έτσι, όμως, είναι σα να απονέμεται διά της προσκυνήσεως της εικόνος – αντιγράφου τιμή όχι προς το εν ουρανοίς πρωτότυπο αυτής, τουτέστιν το Πρόσωπο που εικονίζεται, δηλαδή π. χ. τη Θεοτόκο, αλλά προς το αυθεντικό πρωτότυπο (το εικόνισμα πλέον και όχι το Πρόσωπο) βάσει του οποίου ως προσομοίωση παρήχθη το αντίγραφο! Γίνεται δηλαδή το αντίγραφο περισσότερο εικόνα  της εικόνας και όχι τόσο εικόνα  της Θεοτόκου, την οποία εικονίζει!

Αυτό, ίσως ενέχει τον κίνδυνο της ειδωλοποιήσεως των θαυματουργών εικονισμάτων, κάτι βεβαίως που πρέπει να το προσέχουμε ούτως ή άλλως και όσον αφορά στα αυθεντικά πρωτότυπα θαυματουργά εικονίσματα.

Η πνευματική αναγωγή μας και η διαβίβαση της τιμής που απονέμουμε διά της προσκυνήσεως προς το εικονιζόμενο πρόσωπο, δεν πρέπει ποτέ και επ’ ουδενί να υποκαθίσταται ή αντικαθίσταται από μία τιμή προς ένα θαυματουργό «αντικείμενο», διότι κάτι τέτοιο δεν εκφράζει την Πίστη μας και δεν απηχεί τη σχετική περί εικόνων και της προσκυνήσεως αυτών Ορθόδοξη Διδασκαλία.

Ακόμη, καταλήγει να είναι παράταιρο και καινοτόμο όχι μόνο προς την Πίστη, αλλά και αυτή την ευλάβεια των πιστών ανθρώπων, το γεγονός ότι μία νέο-κατασκευασμένη και αγιογραφημένη εικόνα να εμφανίζεται εξ αρχής επενδεδυμένη με το λεγόμενο «πουκάμισο», χρυσό ή αργυρό, με το οποίο κάποτε έντυσαν την πρωτότυπη Εικόνα η ευλάβεια και η ευχαριστία συγκεκριμένων πιστών, οι οποίοι εξέφρασαν έτσι την πίστη και ευγνωμοσύνη των για την ικανοποίηση κάποιων ευλαβών αιτημάτων τους προς την Παναγία.

Με ποιο δέος και θαυμαμό θα προσκυνήσουν οι πιστοί, οι οποίοι βλέπουν πλέον πρώτα τα αντίγραφα, τις ίδιες τις αυθεντικές θαυματουργές Εικόνες ή θα προστρέξουν σ’ αυτές από ευλάβεια και σεβασμό στο θαυματουργικό ιστορικό τους, όταν πλέον στα προκυνητάρια πολλών Ναών και Μονών βρίσκονται αντίγραφα με παράδοξο πλουμιστό διάκοσμο και συγκεκριμένη «ιστορική» ταυτότητα, η οποία, όμως, μόνο στο θαυματουργό εικόνισμα ανήκει και αρμόζει;

Μήπως, χωρίς να συνειδητοποιείται, αυτή η νέα πρακτική, υποδηλώνει εκκοσμικευμένο ή και ευθέως καταναλωτικό πνεύμα, το οποίο θέλει άμεσα και γρήγορα να προσεγγίζει το σπάνιο και πολυτίμητο; Μήπως, τελικώς, αντί να καλλιεργείται η ευσέβεια, με αυτή την πρακτική ευτελίζεται ή χάνει το μυστικό βάθος της; Μήπως τελικώς καλλιεργείται και προβάλλεται ή υποστηρίζεται με αυτή την πρακτική μία έστω και έμμεση «ειδωλοποίηση» των θαυματουργών εικονισμάτων, προκαλώντας μάλλον δικαιολογημένα τον προβληματισμό κάποιων πιστών και τον σκανδαλισμό κάποιων απίστων;

Τέλος, μήπως όπισθεν αυτής της πρακτικής αποκαλυφθούν κάποτε άλλου είδους συναλλαγές (οικονομικές και όχι μόνον) οι οποίες θα εκθέσουν τους επινοήσαντες ή τέλος πάντων τους ακρίτως γενικεύσαντες και καθιερώσαντες αυτή την πρακτική; Η εξαίρεση, συνήθως, δημιουργεί παρενέργειες, όταν γίνεται κανόνας! Τουλάχιστον, ας αντιμετωπισθούν τα ανωτέρω ως ένας έντονος θεολογικός προβληματισμός».(Δ.Κ.ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ-ΣΩΤΗΡΙΑ)

Υπενθυμίζουμε ότι η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους επιλήφθηκε – επιτέλους! – του θέματος και με γράμμα προς τις Μονές του Άθωνα, θυμίζει στους Ηγουμένους τη δέσμευση που ανέλαβαν να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να αποφύγουν εκδηλώσεις περιαγωγής αντιγράφων ιερών εικόνων ανά τας ρύμας της χώρας. (έγγραφο με αριθμ.πρωτ.Φ.2/26/372/15 Φεβρ 2018).

Η Ιερά Κοινότητα έκανε απλώς το αυτονόητο και έπρεπε να το έχει κάνει προ πολλού, γιατί αυτή η επιδημία δεν φαίνεται να έχει γιατρειά. Ίσως, βέβαια, είναι αργά τώρα, γιατί η πρακτική αυτή έχει καταστεί στη συνείδηση των «πιστών» οιονεί αυτονόητη. 

Έστω και τώρα, όμως, θα ήταν ευχής έργο να αναχαιτιστεί αυτή η επικίνδυνη τακτική, από την οποία κινδυνεύει και η ιερότητα του Αγίου Όρους.

Άραγε δεν μένουν ενεοί και εκστατικοί γι΄αυτή την πρακτική οι επιστήμονες E. Ν. Τσιγαρίδας – Βιβή Χ. Παπαδημητρίου, οι οποίοι συνέγραψαν τη θαυμάσια μελέτη «Θαυματουργικές εικόνες της Μονής Βατοπαιδίου και τα αντίγραφά τους»; Εκεί τα αντίγραφα δεν είναι σημερινής κοπής, αλλά ιστορικά, του 17ου, του 18ου και του 19ου αιώνα.

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

  1. https://www.taneatismikrospilias24.com/alpharhochiiotakappaeta-sigmaepsilonlambdaiotadeltaalpha/9651017
  2. http://epistrofi-sotiria.blogspot.com/
  3. https://fdathanasiou.wordpress.com/
  4. https://ikivotos.gr/post/4338/antigrafa-eikonwn
  5. https://orthodoxia.info/news
  6. https://www.romfea.gr/agioritika-nea/20458-oxi-apo-tin-iera-koinotita-tou-agiou-orous-sta-antigrafa-eikonon
  7. https://www.lifo.gr/lifoland/mikropragmata/eidololatreia-ton-apomimiseon-ti-paizei-me-ta-antigrafa-eikonon-poy-bgainoyn
  8. http://panagiotisandriopoulos.blogspot.com/2018/03/blog-post_64.html

Η ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ ΩΣ ΘΕΜΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου-εκπαιδευτικού (χημικού).

Εισαγωγικά

Στα πλαίσια των δράσεων για τον πολιτισμό στην εκπαίδευση του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας, κυκλοφόρησαν από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (τμήμα δημοτικής εκπαίδευσης)  τα  βιβλία:

-Παρηγορήτισσα Άρτας – βιβλίο μαθητή (σελίδες 36)

-Παρηγορήτισσα Άρτας – βιβλίο δασκάλου (σελ.16)

Για τη δημιουργία των  βιβλίων συνεργάστηκαν 15  επιστήμονες εκ των οποίων οι πέντε είναι καθηγητές πανεπιστημίου.

Ομολουμένως πρόκειται για πολυτελή επιμελημένη έκδοση με πολύ καλό φωτογραφικό υλικό. Είναι δε σημαντικό γεγονός, ότι η Παρηγορήτισσα της Άρτας γίνεται θέμα διαθεματικής διδασκαλίας στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, προκειμένου ο μαθητής να μάθει τα σχετικά με τον Ορθόδοξο ναό.

Περιεχόμενα του βιβλίου του εκπαιδευτικού

Διδακτικοί στόχοι του προγράμματος

Το εκπαιδευτικό υλικό απευθύνεται σε μαθητές της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης με τους εξής διδακτικούς στόχους.

Α. Να γνωρίσουν οι μαθητές τον χώρο της Παρηγορήτισσας και να τον τοποθετήσουν στο χώρο και στο χρόνο

Β. Να αποκτήσουν μια ευρεία αντίληψη και γνώση του χριστιανικού ναού, του λειτουργικού του χαρακτήρα, της αρχιτεκτονικής του και της κατασκευής του.

Γ. Να εξοικειωθούν με την ερευνητική παρουσίαση του μνημείου και του περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο είναι ενταγμένο.

Δ. Να αντιληφθούν τον ιστορικό χρόνο, τη βαρύτητά του στην αρχιτεκτονική δημιουργία  και τις αλλαγές που υπεισέρχονται στην πορεία

Ε. Να συνδέσουν το μνημείο με τη γενική και τοπική ιστορία.

ΣΤ. Να ασκηθούν στη διαθεματική προσέγγιση του μνημείου.

Ζ. Να αναζητήσουν και να αντλήσουν πληροφορίες από το διαδίκτυο και τις βιβλιοθήκες, όπου έχουν πρόσβαση.

Παρατηρήσεις – σχόλια

Α. Βασική μας πρώτη  παρατήρηση είναι ότι στα βιβλία δεν χρησιμοποιείται  ως ιστορική πηγή ΤΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΠΕΡΙ ΑΡΤΗΣ ΚΑΙ ΠΡΕΒΕΖΗΣ του Μητροπολίτη Άρτης και Πρεβέζης Σεραφείμ Ξενόπουλου, στο οποίο υπάρχουν αρκετά στοιχεία για το ναό της Παρηγορήτισσας.

Β. Από τη μελέτη των βιβλίων διαπιστώσαμε, ότι  υπάρχουν οι παρακάτω φαινομενικές αντιφάσεις.

Στα ιστορικά στοιχεία που παρατίθενται στη σελίδα 1 στο βιβλίο του εκπαιδευτικού  γράφονται και τα εξής:

«Η Παναγία η Παρηγορήτισσα είναι Σταυροπηγιακή Μονή, αλλά παρόλο που είναι το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μνημείο της πρωτεύουσας του Δεσποτάτου απουσιάζουν οι ιστορικές μαρτυρίες για την ανέγερση και την διαδρομή του στους υστεροβυζαντινούς χρόνους. Μόνο η προφορική παράδοση και μεταγενέστερες πηγές με πρώτη αναφορά το σιγίλιο του Πατριάρχη Ιερεμία Β (1572-1505) με το οποίο η Μονή περιήλθε ως Μετόχιο στην Ιερά  Μονή Κάτω Παναγιάς. Από το έγγραφο του Κ.Σάθα που μνημονεύει το σιγίλιο μαθαίνουμε πως ήταν γυναικεία Μονή και ότι εκείνη την εποχή είχε περιέλθει σε φτώχια και ερήμωση…»

Το δημοσιευθέν σιγίλιο σε ορισμένα σημεία έρχεται σε αντίθεση με τα γραφόμενα από τον Μητροπολίτη Άρτας Σεραφείμ Βυζάντιο (Ξενόπουλο) στο ΔΟΚΙΜΙΟ ΠΕΡΙ ΑΡΤΗΣ ΚΑΙ ΠΡΕΒΕΖΗΣ. Συγκεκριμένα ο Μητροπολίτης στην σελ. 146-147 γράφει τα εξής «…επειδή κατωκήθη η Πόλις μέχρι των πυλών της Μονής και επειδή οι Πατέρες ηνωχλούντο ως εκ της συνοικήσεως ταύτης, προσήλθον προς την μακαριωτάτην Βασιλίδα σύζυγον του Δεσπότου Μιχαήλ Β Θεοδώραν και καθικέτευον ενθέρμως, όπως μεσιτεύσεη παρά τω συζύγω ίνα ανεγείρη αντ΄αυτής, μενούσης ενοριακής Εκκλησίας, ετέραν Μονήν, εις τόπον απέχοντα ταύτης έγγιστα της ημίσειας ώρας. Της δεήσεως τοίνυν αυτών παραδεκτής γενομένης και οικοδομηθείσης ετέρας Μονής προς ησυχίαν των ασκουμένων εις θέσιν καλουμέμην, ως εκ του τμήματος εις ο κείται, οδός βρύσεως,επικληθείσης ΚατωΠαναγίας….»

Επομένως ο Μητρ. Σεραφείμ γράφει ότι η Παρηγορήτισσα λειτούργησε ως ΑΝΔΡΙΚΗ ιερά Μονή και η αδελφότητα μετακόμισε στην Ι.Μ.Κάτω Παναγιας για περισσότερη ησυχία .

Επίσης στην σελ 206 του ΔΟΚΙΜΙΟΥ Ο Μητρ.Σεραφείμ γράφει και τα εξής που επιβεβαιώνουν τα παραπάνω. «Κατά το έτος 1852 υπήρχεν εν Άρτη τυφλός τις παιδιόθεν, τούνομα Βλάσιος, κατοικών και ασκητεύων, εις τινα σμικρότατον οικίσκον εν τω περιβόλω του Ναού της Παρηγορηθείσης, διατηρούμενος υπό των ευσεβών. Αναχωρήσας δε εξ Άρτης τω 1853 έφθασεν αποστολικώς διελθών διάφορα μέρη, εις το Όρος του Άθωνος και υποταχθείς εις την Μονήν Γρηγορίου, αποκαρείς τε μεγαλόσχημος και μετονομασθείς Βενέδικτος, τύπος όντως και υπογραμμός τοις εκεί Πατράσι γενόμενος, και θείων οπτασιών αξιωθείς αφήκε το ζην εν τη ιδία Μονή τω 1862». ( σελίδα 206 Δοκιμίου).

Πώς δικαιολογούνται αυτές οι αντιφάσεις των ιστορικών πηγών;

Την απάντηση τη δίνει η προφορική παράδοση της περιοχής. Σύμφωνα με αυτή, η ιστορική μονή της Κάτω Παναγιάς ήταν στην αρχή γυναικεία.

Με την πάροδο του χρόνου ο αριθμός  των μεν μοναζουσών της Κ.Παναγιάς ελαττώθηκε, η δε ανδρική αδελφότητα της Μονής της Παρηγορήτισσας αυξήθηκε. Οπότε αποφασίστηκε, η μεν μικρή γυναικεία αδελφότητα να μετακινηθεί στη Μονή Παρηγορήτισσας για τη συντήρηση και ευπρέπεια του ναού, η δε ανδρική να μετεγκατασταθεί στην Κάτω Παναγιά. Όταν το 1578 επισκέφτηκε την Άρτα ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β, βρήκε στη Μονή της Παρηγορήτισσας μοναχές και με το σιγίλιό του απαγόρευσε το «συνείσακτον» δηλ. τη συγκατοίκηση στον ίδιο χώρο μοναχών και μοναζουσών.

Γ. Η άποψη ότι «απουσιάζουν οι ιστορικές μαρτυρίες για την ανέγερση και την διαδρομή του στους υστεροβυζαντινούς χρόνους» ανατρέπεται από το ίδιο το επίσημο Συναξάριο της Οσίας Θεοδώρας του μοναχού Ιώβ Μέλη (13ος αιώνας)  ο οποίος γράφει και τα εξής:

« Επεί ουν δε και την αυτής προέγνω τελευτήν, δάκρυσιν ητήσατο τη πανάγνω Θεομήτορι και τω πανενδόξω μάρτυρι Γεωργίω εξαμηνιαίον αυτή προς Θεόν διαπρεσβεύσασθαι χρόνον προς την του ναού τελείαν απάρτησιν, ό και γέγονε».

Ο ναός που θα έπρεπε να ολοκληρωθεί ήταν της Παρηγορήτισσας και όχι του νάρθηκα της Αγίας Θεοδώρας, όπως γράφεται. Σύμφωνα με  ερευνητές, η προσθήκη του νάρθηκα στον ναό της Aγ. Θεοδώρας καθώς και η συγγραφή του βίου που χρονολογείται στον 13ο αι., οφείλονται σε πρωτοβουλίες της βασίλισσας Άννας, της νύφης της Αγίας και δεύτερης συζύγου του Νικηφόρου (Cvetković 1994. ).

Δ. Στο βιβλίο του δασκάλου (σελ.2) και στη σελ.7 του βιβλίου μαθητή η ερμηνεία του θεοτοκωνυμίου  «Παρηγορήτισσα» βασίζεται αποκλειστικά στο θρύλο σύμφωνα με τον οποίο η ίδια η Παναγία εμφανίστηκε στη μάνα του αδικοχαμένου κάλφα – βοηθού του πρωτομάστορα του ναού, για να την παρηγορήσει. Έτσι λοιπόν καλλιεργείται στους μαθητές η άποψη ότι το μεσιτευτικό έργο της Παναγίας στην Άρτα είναι ένας θρύλος, ένα παραμύθι. (άποψη που δυστυχώς είναι ευρέως διαδιδομένη στον Αρτινό λαό).

Η εκκλησιαστική ιστορία όμως που διατηρήθηκε από τις ιστορικές πηγές και από την προφορική παράδοση είναι πολύ διαφορετικές. Η λέξη -Παρηγορήτισσα παράγεται από τη λέξη παρηγορώ. Το ρήμα παρηγορώ έχει τις εξής ερμηνείες:

Παρηγορώ= μειώνω τη θλίψη ή τον ψυχικό πόνο κάποιου προσώπου, κάνοντας ή λέγοντας ό,τι θα μπορούσε να του δώσει κουράγιο, θάρρος ή κάποια αίσθηση ασφάλειας.

Έτσι η Παναγία ονομάστηκε Παρηγορήτισσα για τους εξής λόγους.

1. Γιατί μείωσε τον ψυχικό πόνο των Αρτινών πιστών με την εξάμηνη παράταση που έδωσε στην κοίμηση της Οσίας Θεοδώρας.

2. Στη μεγάλη πλημμύρα του Αράχθου το 1215 παρηγόρησε ποικιλοτρόπως τους συγγενείς των θυμάτων και η παρουσία της Παναγίας της Παρηγορήτισσας με τη θαυματουργή  εικόνα και το ναό της (που χτίστηκε στη συνέχεια) απέτρεψε τη μεταφορά της πρωτεύουσας του Δεσποτάτου από την Άρτα στη Θεσσαλονίκη. Έτσι το κράτος της Ηπείρου αποτέλεσε τείχος στη θρησκευτική και επεκτατική  πολιτική του Βατικανού. (περισσότερα σε επόμενο άρθρο).

3. Καλλιέργησε την αίσθηση ασφάλειας των πολιτών, γιατί έσωσε την Άρτα.

– Από επιδρομή των Αλβανών το 1346.
– Από τον Αλβανό Βογγόη το 1400
-Από τη φοβερή πυρκαγιά του 1361.
-Από την πλημμύρα του Αράχθου τον Δεκέμβριο του 1793

-Από τη φοβερά πανώλη του 1816.

(Θαύματα της Παναγίας της Παρηγορήτισσας αναφέρονται στο σχετικό μας βιβλίο: ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑ Άρτης (ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ ΜΕΤΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΩΝ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΕΣΠΟΤΑΤΟΥ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ, ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΗΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΩΝ ΑΥΤΗΣ) Εκδόσεις Σαϊτη και μερικά δημοσιεύτηκαν και στον τοπικό τύπο).

Ε. Η αποσύνδεση του συγκεκριμένου ναού από τη θρησκευτική του ιστορία (πολλά στοιχεία της προφορικής παράδοσης σώζονται γραπτά) είναι συνδυασμένη με την προσπάθεια αποϊεροποίησης και της μουσειοποίησης του ναού και της ένταξής του μόνο στο πολιτιστικό περιβάλλον της περιοχής. Έτσι ο μαθητής θα μάθει μόνο τα αρχαιολογικά χαρακτηριστικά, αντιμετωπίζοντας το συγκεκριμένο ναό σαν ένα μουσειακό και νεκρό πολιτιστικό στοιχείο. Αυτό οδηγεί σταδιακά στην αλλοίωση του ορθοδόξου φρονήματος του μαθητή.

Ο μακαριστός π.Αντώνιος Αλεβιζόπουλος έλεγε τα εξής: «Τη Νέα Τάξη πραγμάτων δεν την ενδιαφέρει να αδειάσει τους ναούς, αλλά να τους γεμίσει με χριστιανούς με αλλοιωμένο το φρόνημα της πίστεως».

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Τα πολιτιστικά αγαθά με θρησκευτικό χαρακτήρα έχουν τόσο εκκλησιαστικό, όσο και πολιτιστικό χαρακτήρα. Τα θρησκευτικά πολιτιστικά αγαθά με λατρευτικό προορισμό ανήκουν σε μια ιδιαίτερη και πιο σύνθετη κατηγορία μνημείων, όπου η πολιτιστική (καλλιτεχνική) συνενώνονται άρρηκτα με τη θρησκευτική αξία και με τη λατρευτική (ιερή) φύση τους. Για τα πολιτιστικά, συνεπώς, αγαθά με λατρευτικό προορισμό (και εν προκειμένω ο ναός της Παργηγορίτισσας), θα πρέπει να αναζητηθεί μια διαφορετική και αντάξια του είδους τους μεταχείριση σε σχέση με τα λοιπά θρησκευτικά και πολιτιστικά αγαθά. Είναι οξύμωρο σχήμα να γνωρίζουμε πολλά για τις θεότητες που λατρεύονταν στην αρχαία Αμβρακία και να αγνοούμε βασικά στοιχεία της εκκλησιαστικής ιστορίας της Παρηγορήτισσας. Γι΄ αυτό θα πρέπει, η ιστορία όλων των βυζαντινών μνημείων της Άρτας να ενταχθεί σε ένα πρόγραμμα κατηχήσεως με ευθύνη της τοπικής εκκλησιαστικής αρχής, των τοπικών εκπαιδευτικών και πολιτιστικών φορέων. Είναι αδιανόητο Αρτινοί μαθητές όλων των βαθμίδων  και Αρτινοί πολίτες  να μην γνωρίζουν βασικά στοιχεία της τοπικής θρησκευτικής ιστορίας και των μνημείων που συναντούν καθημερινά. Για τα αρχαιολογικά χαρακτηριστικά του ναού έχουν γραφτεί πολλά και αξιόλογα. Είναι καιρός πλέον να συνδέσουμε τα βυζαντινά μνημεία με την εκκλησιαστική τους ιστορία.

Ο Γ.Λαμπάκης ο αρχαιολόγος που πρώτος ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την Παρηγορήτισσα της Άρτας, όταν επισκέφτηκε τον Ιούλιο το 1878 την Άρτα και το συγκεκριμένο ναό έγραψε τα παρακάτω.

« Θέαμα άρρητον. Θέαμα έξοχον. Θέαμα ίλιγγον φέρον. «Ω Θεέ μου, ποιαν δύναμιν πίστεως είχον οι αοίδιμοι του Βυζαντίου Αυτοκράτορες, και οι της «Άρτης Δεσπόται. Νομίζεις φανερά, ότι βλέπεις τον Μιχαήλ, ότι βλέπεις την Θεοδώραν…….Ότε εισήλθον εν τω Ναώ, έξεπλάγην προ του άρρητου μεγαλοπρεπούς θεάματος των μαρμάρινων κιόνων των ύποβασταζόντων τον θόλον. Έκεί  διαβλέπεις τον μέγαν εν τη εκκλησιαστική αρχιτεκτονική νουν των χριστιανών αρχιτεκτόνων.  Ουδέν ωραιότερον σύμπλεγμα τούτου! Ουδέν Θαυμασιώτερον! Ουδέν Χριστιανικόν οικοδόμημα μεγαλοπρεπέστερον τέως είδον.

«Εν μόνον λέγω, ότι εις μάτην έκοπίασα και έτρεξα, ίνα κατά Παύλον ειπώ, τοσούτους χρόνους διερευνών τας Χριστιανικάς Αρχαιότητας της Έλλάδος. Ποίας αρχαιότητας; το Δαφνίον ; ‘Αλλ’ αν έξαιρέσωμεν τα ψηφοθετήματα, τούτο  παρίσταται γυμνόν, μικρόν, απλούν και πτωχόν οικοδόμημα, προ του τετραγωνικού γίγαντος της Παρηγορητίσσης, προ του πλουσίου τούτου Αυτοκράτορος, του προ του Αράχθου  ως επί ενδόξου θρόνου καθημένου και φέροντος όλον τον πλούτον της Βασιλικής αυτού πορφύρας κατάστικτου υπό λεπτεπιλέπτου τέχνης αρρήτου λαμπρότητος! …..

Ω Σώκρατες, δίκαιον είχες λέγων ότι πάντα εν τη συνειδήσει και ουδέν εκτός ταύτης. Μαία δε χρειάζεται όπως γεννηθώσι ταύτα και λάβωσιν εξωτερικήν ύπαρξιν. «Ω  ποίος διδάσκαλος δι’ έμέ υπήρξες Παρηγορήτισσα….

Είναι καιρός πλέον η Παρηγορήτισσα να γίνει και για μας ομολογιακός, ως προς την πίστη, δάσκαλός μας στις πονηρές μέρες που διερχόμαστε κατά τις οποίες η Ορθόδοξη πίστη αλλοιώθηκε με την παναίρεση του Οικουμενισμού που έχει μολύνει  επικίνδυνα το εκκλησιαστικό σώμα.

Η ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ.ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΣ Ή ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ;  (B)-(Απαντώντας σε ενστάσεις και απορίες)

πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου -χημικού

Η παράσταση αρχαίας τραγωδίας την 1η Σεπτεμβρίου 2022 στον χώρο της Ιεράς Μονής Παρηγορήτισσας και τα προβλήματα που δημιούργησαν οι σκηνοθετικές επιλογές, είχαν σαν αποτέλεσμα να δημοσιευθούν μέχρι τώρα τέσσερα σχετικά κείμενα προβληματισμού. Τρία στον τοπικό έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο και ένα σε ιστοσελίδα που ασχολείται με γενικότερα  θέματα της Ορθοδοξίας κ.α. Έτσι ουσιαστικά ανοίχτηκε ένας δημόσιος γραπτός διάλογος προκειμένου να οριοθετηθούν  πρακτικές  που άπτονται θεμάτων πίστεως και δημιουργούν εντάσεις, απορίες και σκανδαλισμό.

Στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απαντήσεις σε ορισμένες ενστάσεις και απορίες που μας στάλθηκαν με αφορμή τη δημοσίευση του πρώτου μέρους του άρθρου μας με τίτλο

-Η Παρηγορήτισσα Άρτας. Εκκλησιαστικός ή πολιτιστικός χώρος; (σκέψεις-απόψεις-προβληματισμοί).

Δηλώνω εξ αρχής, ως Ορθόδοξος κληρικός  και έννομος Έλληνας πολίτης, ότι δεν επιθυμώ  να εμπλακώ σε ατέρμονες συζητήσεις  με νόμους και διατάγματα. Ευχής έργο είναι να τεθούν οι βάσεις ενός υγιούς προβληματισμού πρακτικής οριοθέτησης των εννοιών εκκλησιαστικότητα – πολιτισμικότητα για τον ιερό χώρο της Παρηγορήτισσας, χρησιμοποιώντας στοιχεία από την τοπική ιστορία και την ιερά παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

ΕΝΣΤΑΣΗ  ΠΡΩΤΗ. H Παρηγορήτισσα είναι πλέον μουσείο και δεν λειτουργεί ως ναός.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ. Στο προηγούμενο άρθρο μας παραθέσαμε ιστορικά στοιχεία με τα οποία αποδείξαμε ότι:

– Η Παρηγορήτισσα λειτούργησε ως Ιερά  Σταυροπηγιακή Μονή και αργότερα καθιερώθηκε να είναι Μετόχι της Ιεράς Μονής Κάτω Παναγιάς με βάση Πατριαρχικό σιγίλιο (1578) του Πατριάρχη Ιερεμία Β του Τρανού.

– Στον  αύλειο χώρο της βρίσκονται οι τάφοι των Δεσποτών της Ηπείρου, σύμφωνα με τη γραπτή μαρτυρία του Γ.Λαμπάκη, του πρώτου αρχαιολόγου – Βυζαντινολόγου που ασχολήθηκε με τον συγκεκριμένο ναό.

Επίσης ο Α.Ορλάνδος στο έργο του για την Παρηγορήτισσα της Άρτας (Αθήνα -1963) έγραψε τα εξής: «Ο (παλιότερος ) ναϊσκος {σημ.βρίσκεται δίπλα στον μεγαλοπρεπή ναό} θα διετηρείτο μέχρι της κατά τα τέλη του 13ου αιώνος ιδρύσεως του νέου ναού της Παρηγορητίσσης οπότε ή θα κατεδαφίσθη ή θα παρέμεινεν ακόμη επί τινας αιώνας ως τόπος ταφής ανωτέρων κληρικών ή αξιωματούχων της αυλής των δεσποτών της Ηπείρου… Αξιοσημείωτον είναι αι εντός και πέριξ του ναού αποκαλυφθείσαι ταφαί εντός λιθίνων κιβωτιοσχήμων τάφων οίτινες ευρέθησαν δυστυχώς πάντες συλημένοι…(σελ.23).

Επειδή δεν δόθηκε απ΄ό,τι φαίνεται η πρέπουσα σημασία και στα δύο αυτά στοιχεία παραθέτουμε στη συνέχεια απόσπασμα από το Πατριαρχικό σιγίλιο προκειμένου να αντιληφθούμε όλοι τη σοβαρότητα της κατάστασης.

 Στο σιγίλιο του Πατριάρχη Ιερεμία Β  μεταξύ των άλλων γράφονται και τα εξής: «….η μετριότης ημών αποφαίνεται και παρακελεύεται εν Αγίω Πνεύματι δια του παρόντος αυτής σιγιλιώδους γράμματος, ίνα το ειρημένον πατριαρχικόν σταυροπήγιον το λεγόμενον Παρηγορήτισσα είη υπό την διοίκησιν σκέπην και κυβέρνησιν της πατριαρχικής μονής της Παναγίας της ευρισκομένης κατά την οδόν της βρύσης  (σημ. πρόκειται για την Ιερά Μονή Κ.Παναγιάς) και ονομάζεται μετόχιον αυτής εις αιώνας τους άπαντας, έχοντος άδειαν του εκείσε οσιωτάτου ηγουμένου ιερέα ακατάγνωστον εισαγαγείν εν αυτώ, ώστε ιερουργείν και ψάλλειν τω Θεώ, ου μην δε διανυκτερεύει εκείσε ή καθεύδειν όλως εν τοις ένδον κελλίοις  …….και τον παραβαίνοντα ΑΦΟΡΙΣΜΏ ΑΛΥΤΩ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΩ καθυποβάλλομεν .΄Ετι δε διοριζόμεθα μηδένα των από μακράν και του  κατά τόπον αρχιερέως Ναυπάκτου και Άρτης τολμάν οψέποτε εναντιωθήναι περί τούτου ή ακλήτως εισελθείν εν αυτή καθ θέλειν διακρίνειν αμετόχως ΄αφαρπάζειν τι των αφιερωμένων τη μονή ταύτη κτημάτων τε και πραγμάτων, εν βάρει αργίας και αφορισμώ τω από Θεού…».(Α.Ορλάνδου Η ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑ ΑΡΤΑΣ .Ολόκληρο το σιγίλιο δημοσιεύεται στις σελ.6 και 7).

Δηλ. ο Πατριάρχης Ιερεμίας κατοχυρώνει τον εκκλησιαστικό χαρακτήρα της μονής  με την υποχρέωση του μεν  ηγουμένου της Ι.Μ.Κ.Παναγιάς να ορίζει ιερέα για να ιερουργεί, του δε επιχώριου Αρχιερέως να μην  εναντιώνεται σε αυτά, ούτε να αρπάζει τα περιουσιακά στοιχεία της Μονής. Η παράλειψη αυτών των υποχρεώσεων  επισύρει τον αιώνιο αφορισμό σε αυτούς που δεν υπακούσουν.

Επίσης, επειδή δεν λειτουργείται τακτικά  ως ναός (με άδεια μόνο δύο φορές το χρόνο), θεωρείται εκκλησιαστικά ΚΛΕΙΣΤΟΣ ΝΑΟΣ. Στο ιερό Πηδάλιο, που έχει συντάξει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, περιέχεται ο τέταρτος Κανόνας της εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου, ο οποίος είναι ξεκάθαρος σχετικά με το κλείσιμο των ιερών Ναών. Απαγορεύεται ρητά, σύμφωνα με τον Κανόνα, το κλείσιμο των ιερών Ναών για οποιονδήποτε λόγο και αιτία!

Κανών Δ΄ της Αγίας και Οικουμενικής Εβδόμης (Ζ΄) Συνόδου της εν Νικαία (Απόσπασμα από το «Σύνταγμα Θείων και Ιερών Κανόνων», των Ράλλη – Ποτλή, τόμος Β΄, εκδόσεις «Γρηγόρη»):

«…Ει τις ούν δι΄ απαίτησιν χρυσού, ή ετέρου τινός είδους, είτε διά τινα ιδίαν εμπάθειαν, ευρεθείη απείργων της λειτουργίας, και αφορίζων τινά των υπ΄ αυτόν κληρικών, ή σεπτόν ναόν κλείων, ως μη γίνεσθαι εν αυτώ τας του Θεού λειτουργίας, και εις αναίσθητον την εαυτού μανίαν επιπέμπων, αναίσθητος όντως εστί, και τη ταυτοπαθεία υποκείσεται, και επιστρέψει ο πόνος αυτού επί την κεφαλήν αυτού, ως παραβάτης εντολής Θεού και των Αποστολικών διατάξεων…».

Απόδοση του κανόνα στην νεοελληνική:

«…Εάν λοιπόν θα μπορούσε να είχε βρεθεί κάποιος, που να απαγορεύσει την τέλεση της Θείας Λειτουργίας, απαιτώντας χρυσό ή κάποιο άλλο είδος ή ακόμη για λόγους κάποιου προσωπικού πάθους και μάλιστα να αφορίσει κάποιον από τους κληρικούς, ή αν κλείσει κάποιον ιερό ναό, ώστε να μην γίνονται σ΄ αυτόν οι Θείες Λειτουργίες του Θεού και με αναισθησία επιρρίψει την μανία του με τιμωρίες, είναι όντως αναίσθητος και θα υποστεί και αυτός τα ίδια που έχει κάνει. Ο πόνος που έδωσε, θα επιστρέψει στο δικό του κεφάλι, διότι υπήρξε παραβάτης της εντολής του Θεού και των Αποστολικών διατάξεων…».

Η εκκλησιαστικότητα του χώρου φαίνεται και από το παρακάτω ιστορικό γεγονός. Στις 24 Ιουνίου 1963 επισκέφτηκε την Άρτα ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας συνοδευόμενος από τους εξής μητροπολίτες: Δέρκων Ιάκωβο -Πριγκηπονήσων Δωρόθεο – Ρόδου Σπυρίδωνα – Ιωαννίνων Σεραφείμ – Πρεβέζης Στυλιανό και Άρτης Ιγνάτιο Γ.

Χοροστάτησε σε πατριαρχική δοξολογία που έγινε στο ναό της Παρηγορήτισσας και μετά επισκέφτηκε το ναό της Αγίας Θεοδώρας (Κ.Βάγιας Ενθυμήσεις-περιοδικό Σκουφάς τευχ.38-39

————————————————————————-

ENΣΤΑΣΗ ΔΕΥΤΕΡΗ: Ο προαύλιος χώρος του ναού της Παρηγορήτισσας παραχωρήθηκε για τη συγκεκριμένη  παράσταση  από τοπικό δημόσιο πολιτιστικό φορέα, ο  οποίος τελικά  είναι ο κατά νόμων αρμόδιος.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Είναι τουλάχιστον οξύμωρο σχήμα  να θεωρείται διαχειριστής του προαύλιου χώρου ενός  Ορθόδοξου ναού  ένας δημόσιος πολιτιστικός φορέας. Σύμφωνα με τους υπάρχοντες νόμους οι Ορθόδοξοι ναοί και οι μονές (και τα οικόπεδα όπου είναι κτισμένοι)  έχουν ως διαχειριστές τους πρόσωπα που υπάγονται και ελέγχονται από την εκάστοτε τοπική εκκλησιαστική αρχή, αφού όλα αυτά   ανήκουν στην εκκλησιαστική περιουσία.

Στην Άρτα δημόσιος φορέας  έχει  βέβαια υπό τη δική του ευθύνη την Παρηγορήτισσα  και το άμεσο περιβάλλον της, ως διατηρητέο αρχαιολογικό μνημείο. Όμως ο Ν.3028/2002  οριοθετεί τις αρμοδιότητες του κάθε  πολιτιστικού φορέα στους αρχαιολογικούς χώρους.

Στην παράγραφο 3 του νόμου γράφονται τα εξής;

1. Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας συνίσταται κυρίως:

α) στον εντοπισμό, την έρευνα, την καταγραφή, την τεκμηρίωση και τη μελέτη των στοιχείων της, β) στη διατήρηση και στην αποτροπή της καταστροφής, της αλλοίωσης και γενικά κάθε άμεσης ή έμμεσης βλάβης της, γ) στην αποτροπή της παράνομης ανασκαφής, της κλοπής και της παράνομης εξαγωγής, δ) στη συντήρηση και την κατά περίπτωση αναγκαία αποκατάστασή της, ε) στη διευκόλυνση της πρόσβασης και της επικοινωνίας του κοινού με αυτήν, στ) στην ανάδειξη και την ένταξή της στη σύγχρονη κοινωνική ζωή και

ζ) στην παιδεία, την αισθητική αγωγή και την ευαισθητοποίηση των πολιτών για την πολιτιστική κληρονομιά.

Το πρώτο εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής. Με τα προβλήματα που δημιούργησε η συγκεκριμένη παράσταση αλλοίωσε ή όχι την ιερότητα του χώρου; (β)

Οι   παράγραφοi  (η) και (ζ) αν ερμηνευτούν  με βάση το είδος των πολιτιστικών εκδηλώσεων που πραγματοποιούνται στον συγκεκριμένο χώρο (όπως και η παράσταση της 1ης Σεπτ 2022)  δεν ευσταθούν σαν επιχερήματα  παραχώρησης του χώρου, γιατί η πολιτιστική κληρονομιά του συγκεκριμένου εκκλησιαστικού χώρου  συνάδει με το Ευαγγέλιο, την εκκλησιαστική παιδεία, την εκκλησιαστική αισθητική αγωγή, τον μοναχισμό και την ασκητική της Ορθοδοξίας και δεν έχει καμία σχέση με την αρχαία ελληνική γραμματεία.

Ας μην ξεχνάμε, ότι η γέννηση της τραγωδίας συνδέεται άμεσα με τη λατρεία του θεού Διόνυσου με ό,τι αυτό συνεπάγεται.( ᾠδὴ τῶν τράγων = χορικό άσμα των λατρευτῶν του Διονύσου που φορούσαν δέρματα τράγων).

Ο χώρος όμως της Παρηγορήτισσας  μας υπενθυμίζει  ότι παρήλθε η περίοδος της προ Χριστού εποχής  και βρισκόμαστε στη μετά Χριστό εποχή. Η ιστορία  του συγκεκριμένου εκκλησιαστικού χώρου βρίσκεται  στις βιβλιοθήκες  και δυστυχώς  δεν προβάλλεται, με αποτέλεσμα ο Αρτινός λαός να την αγνοεί. Για ποια παιδεία και για ποια αισθητική αγωγή μιλάμε;

Τα ιστορικά στοιχεία δηλώνουν ότι ο αύλειος  χώρος του ναού χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφιακός χώρος.

Επίσης γνωρίζουμε ότι κατά τον εγκαινιασμό ενός ναού ο Αρχιερέας κρατώντας Άγια λείψανα περιφέρεται τρεις φορές γύρω από το ναό. Αυτή η εκκλησιαστική πρακτική  αγιάζει και τον περιβάλλοντα χώρο.

Η  πράξη της τριπλής περιφοράς των ιερών λείψανων γύρω από το ναό, φανερώνει την πίστη για την είσοδο του εγκαινιαζοµένου ναού και του περιβάλλοντος χώρου  στο αιώνιο παρόν της ουράνιας βασιλείας. Έτσι  ο χώρος ιεροποιείται. ( Γενικά το σχήµα του κύκλου είναι έκφραση του αιωνίου και του ατελεύτητου, καθώς δεν έχει αρχή και τέλος)

Πώς επιτρέπεται σήμερα η ιερότητα του χώρου να ευτελίζεται με τις λεγόμενες πολιτιστικές εκδηλώσεις που σε  ορισμένες, οι σκηνοθετικές επιλογές φτάνουν σε βεβήλωση και ιεροσυλία;

ΕΝΣΤΑΣΗ ΤΡΙΤΗ. Το συγκεκριμένο έργο (τραγωδία)  θεωρείται παγκοσμίως ένα αριστούργημα της λογοτεχνίας και μια από τις εξοχότερες αντιπολεμικές τραγωδίες που έχουν γραφτεί ποτέ, έχει δε παρουσιαστεί με τεράστια απήχηση σχεδόν σε όλες τις χώρες του κόσμου.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ. Δεν αμφισβήτησε κανένας την αξία του  συγκεκριμένου  έργου, ούτε τα αντιπολεμικά μηνύματα που διδάσκει. Όμως η ιστορία του χώρου της Παρηγορήτισσας και τα πρόσωπα που συνδέονται με αυτόν δίνουν περισσότερα αντιπολεμικά μηνύματα.

Πρώτα, το ίδιο το μήνυμα του Ευαγγελίου  του Χριστού είναι αντιπολεμικό. Η Οσία Θεοδώρα και η Άννα Παλαιολογίνα Κατακουζηνή,  που συνδέονται με την ιστορία του ναού, υπηρέτησαν με τις επιλογές τους το αγαθό της Ειρήνης. Αυτών τα αντιπολεμικά μηνύματα πρέπει να διδαχθούν  στον συγκεκριμένο χώρο και αυτά προάγουν την παιδεία και την ευαισθητοποίηση των Αρτινών πολιτών. Τα αντιπολεμικά μηνύματα των τραγωδιών, ας διδάσκονται  σε  χώρους – θέατρα και όχι στα προαύλια Ορθοδόξων  ιερών μονών, επειδή εκεί υποβιβάζουν το μήνυμα του Χριστού. ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΙ ΕΙΡΗΝΟΠΟΙΟΙ ΟΤΙ ΑΥΤΟΙ ΘΕΟΥ ΥΙΟΙ ΚΛΗΘΗΣΟΝΤΑΙ. Ας μην ξεχνάμε ότι σε κάθε εκκλησιαστική ακολουθία προσευχόμαστε ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ ΚΟΣΜΟΥ…

————————————————————————

ΕΝΣΤΑΣΗ ΤΕΤΑΡΤΗ. Η συγκεκριμένη παράσταση, διδάχθηκε στο χώρο με πολύ μεγάλο σεβασμό τόσο ως προς το πολιτισμικό περιβάλλον, όσο και προς τους θεατές και τις θεάτριες, από τους οποίους κανένας δεν προσβλήθηκε.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ. Γνωρίζουμε ότι ο σεβασμός και η ευλάβεια στο περιβάλλον ενός εκκλησιαστικού χώρου ακολουθεί κάποιους απαράβατους κανόνες. Το γυμνό ή το ημίγυμνο δεν συμπεριλαμβάνεται σε αυτούς τους κανόνες. Πώς είναι δυνατόν να συνδέεται η ασκητική ιστορία του χώρου της Παρηγορήτισσας, στον οποίο  τιμάται ιδιαιτέρως το πρόσωπο της Θεοτόκου, με ημίγυμνους ηθοποιούς( άνδρες και γυναίκες) έξω από τον χώρο του ιερού βήματος;

Η άποψη ότι δεν προσβλήθηκε κανένας από τους θεατές δεν ισχύει, διότι  και μόνο τα δημοσιευμένα κείμενα τη διαψεύδουν. Ας μην ξεχνάμε, ότι οι αρχαίοι ημών πρόγονοι παρουσίαζαν τις τραγωδίες σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους, τα θέατρα και οι ηθοποιοί ήταν πάντα άνδρες και ποτέ γυναίκες με σκηνοθετικές επιλογές που δεν προκαλούσαν.

Όσον αφορά τα της διδασκαλίας του έργου στον συγκεκριμένο χώρο σημειώνουμε τα εξής:

Στην αρχαία Ελλάδα το θέατρο αποτελούσε εκδήλωση που εντασσόταν σε ένα ευρύτερο θρησκευτικό και τελετουργικό πλαίσιο, χωρίς καμία εμπορευματική αξία και ήταν όντως διδασκαλία. Σήμερα το θέατρο (ως παράσταση) αποτελεί ένα πολιτιστικό αγαθό, το οποίο απευθύνεται πρωταρχικά σε θεατές -καταναλωτές, εντασσόμενο στο ευρύτερο πλαίσιο των λειτουργιών στη σύγχρονη κοινωνία του θεάματος.

Για το θέμα αυτό γράφτηκαν και τα εξής:

«Ο  θεατής στην αρχαία Ελλάδα στηριζόταν στο έργο και στο θέμα του, προκειμένου από αυτό να αναχθεί σε γενικές έννοιες και αξίες που ανήκαν στον πνευματικό κόσμο που αποτελούσε το επιστέγασμα της τραγωδίας και της κωμωδίας. Αντίθετα, ο σημερινός θεατής, αγνοώντας ή μη κατανοώντας το φιλοσοφικό και αξιακό υπόβαθρο του έργου που παρακολουθεί, περιορίζει τις προσδοκίες του συνήθως στην επιτυχή και μόνο επικοινωνία του με το  σκηνικό θέαμα και την ικανοποίηση των ερωτημάτων που αυτό θέτει ως συγκεκριμένη παράσταση…..

Ο θεατής στο αρχαίο θέατρο ήταν συμμέτοχος στα σκηνικά διαδραματιζόμενα, τα οποία όχι μόνο γνώριζε, αλλά κατανοούσε πλήρως ως ενέργειες, αξίες και συμπεριφορές, γεγονός που του επέτρεπε να οδηγηθεί στο τελικό ζητούμενο της παράστασης, δηλαδή στην «κάθαρση». Ο σημερινός θεατής αγνοεί τα δεδομένα της υπόθεσης, τα οποία ακόμα κι αν πληροφορηθεί εκ των προτέρων, προσλαμβάνει ως παραμυθιακή αφήγηση μάλλον ή συμβολική καταγραφή, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η πρόσληψή του, αφού ετοιμάζεται να παρακολουθήσει μάλλον μια δραματική ή κωμική ιστορία, χωρίς να μπορεί να κατανοήσει το βαθύτερο αξιακό της περιεχόμενο . Κατ΄ αυτό τον τρόπο, η βασική στόχευση του αρχαίου δράματος αυτοαναιρείται και ο σύγχρονος θεατής παραμένει (στην καλύτερη περίπτωση) απλώς παρατηρητής και κριτής του σκηνικού θεάματος από το οποίο αναμένει μάλλον μια αισθητική απόλαυση, παρά μια ψυχο – πνευματική μεταρσίωση,  (https://theodoregrammatas.com)

Γι΄αυτό επιμένουμε ότι οι σκηνοθετικές επιλογές  και η επιλογή του χώρου της παράστασης θα πρέπει να είναι τέτοιες, ώστε ο θεατής να μην βρίσκεται σε σύγχυση και  αποπροσανατολίζεται.

ΕΝΣΤΑΣΗ ΠΕΜΠΤΗ. Δεν υπάρχει κανείς στην Ελλάδα, που να θεωρεί ότι θα πρέπει να απαρνηθούμε τους αρχαίους προγόνους μας και την πολιτισμική τους κληρονομιά.

AΠΑΝΤΗΣΗ. Κανένας δεν υποστηρίζει ότι πρέπει να απαρνηθούμε τους αρχαίους προγόνους μας και την πολιτιστική μας κληρονομιά.

Σε όλο το μεγαλείο της Ορθοδοξίας υπάρχει έντονη η αίσθηση του αρχαιοελληνικού δράματος, όπως παρουσιάσθηκε στην Αθήνα των μεγάλων τραγικών του 5ου αιώνα. Με την πάροδο του χρόνου και με τη βαθιά γνώση της ελληνικής σκέψης από τους εκκλησιαστικούς Πατέρες, από τον 4ο αιώνα και ύστερα, η Εκκλησία αποδέχθηκε σημαντικά στοιχεία από την κλασική παρουσίαση του αρχαίου δράματος, τα οποία εμπεριείχαν την ουσία της μυστηριακής καταγωγής τους, εμβαπτίζοντας βασικούς συμβολισμούς και έννοιες στη χριστιανική αλήθεια.

Οι πατέρες της  εκκλησίας, Μ. Βασίλειος και Ι. Χρυσόστομος και άλλοι γνώριζαν τη δομή της αρχαίας τραγωδίας και τη διέσωσαν μέσα στη Θεία λειτουργία. Δεν αντιγράφουν δουλικά, αλλά εμπνέονται δημιουργικά από τη μορφή της αρχαίας τραγωδίας. Η αρχαία τραγωδία έδωσε το «μορφικό τύπο»,  το πλούσιο και κατάλληλο εκφραστικό ένδυμα.

Η εκκλησία έβαλε στο όλο Λειτουργικό γεγονός, το ζωοποιό πνεύμα.  Έτσι υπάρχουν προφανείς ομοιότητες ανάμεσα στην αρχαία και την ορθόδοξη λατρεία, όπως:

 Έχουμε τους λειτουργούς ιερείς σαν τους αρχαίους «υποκριτές», δηλαδή «ηθοποιούς» όχι με τη σημασία του θεατρινίσκου, αλλά του ηθοπλάστου (ποιώ + ήθος). Οι ιερείς στη Θεία Λειτουργία   προάγουν την υπόθεση με τις δεήσεις και τα δρώμενα. Πρόκειται για το Θείο Δράμα, δηλαδή τη σωτήρια πορεία της ανθρώπινης παρουσίας του Ιησού Χριστού με αποκορύφωμα τη Σταύρωση και την Ανάσταση.

Οι δύο χοροί των ψαλτών (δεξιός και αριστερός) μας θυμίζουν τα δύο αρχαία ημιχόρια. Έχουμε την αγία Τράπεζα αντί της αρχαίας θυμέλης (και του βωμού γενικότερα) και  το τέμπλο της Ωραίας Πύλης  αντί του κτίσματος με τις εισόδους πίσω από τη σκηνή, όπως στο θέατρο του Ηρώδου του Αττικού.

Η ύψωση των χεριών του ιερέα στο «άνω σχώμεν τας καρδίας» προέρχεται από τη λατρεία του αρχαίου κόσμου (χαιρετισμός του ανατέλλοντος θεού Ηλίου). Το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε και για   τα θυμιάματα και το νίψιμο των χεριών.

Ο αρχιεπισκοπικός θρόνος και τα στασίδια της εκκλησίας προσομοιάζουν με τον θώκο του πρωθιερέα του Διόνυσου και τα ιδιαίτερα καθίσματα των αρχόντων και άλλων επισήμων στο κοίλον του αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Οι κερκίδες, όπου κάθονταν οι θεατές και παρακολουθούσαν την παράσταση, αντιστοιχούν με το χώρο όπου κάθονται οι πιστοί και παρακολουθούν τη Θεία Λειτουργία και γενικά τα μυστήρια της εκκλησίας στα οποία μετέχουν. Τα ιερατικά άμφια, χαρμόσυνα ή πένθιμα, συμβάλλουν στην αναπαράσταση του θείου δράματος, έχοντας συγγένεια με την όψη της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας και συγκεκριμένα τη σκευή. Η όψη είναι η σύνθεση της όλης εικόνας που παρουσιάζεται στους θεατές, μέρος της οποίας είναι ο καθορισμένος σκηνικός χώρος, όπου γίνεται η αναπαράσταση της δράσης του θεατρικού κειμένου. Επίσης, οι διάλογοι μεταξύ Ιερέως, Διακόνου και Ψαλτών, ομοιάζουν με τον αρχαιοελληνικό δραματικό διάλογο που ξεκίνησε από το διθύραμβο του Θέσπιδος. (Πηγή «Από την Αρχαία Τραγωδία στη Θεία λειτουργία» Ι.Μακκά ΕΚΠΑ 2020)

Η εκκλησιαστική υμνογραφία αντλεί από την αρχαία Ελλάδα πολλά στοιχεία, όπως τους  οκτώ ήχους. Υπάρχει αντιστοιχία της εκκλησιαστικής βυζαντινής υμνογραφίας  σε αρχαιοελληνικούς στίχους π.χ. Το «στέργειν μεν ημάς ως ακίνδυνον φόβω» του Κανόνα των Χριστουγέννων αντιστοιχεί με το «λέγουσι δ’  ημάς ως ακίνδυνον βίον» από τη Μήδεια του Ευριπίδη στιχ. 248, αλλά και πολλοί άλλοι στίχοι.

 Ο  γράφων ήταν και είναι μελετητής των αρχαίων τραγωδιών, επειδή εκεί υπάρχει διασκορπισμένος ο σπερματικός λόγος. Σύμφωνα με τον άγιο Ιουστίνο, ο σπερματικός λόγος είναι η έμφυτη δύναμη του Λόγου του Θεού η οποία ενυπάρχει και ενεργεί σε όλους τους ανθρώπους και δια της οποίας ο Λόγος φωτίζει και καθοδηγεί τον άνθρωπο στην αναζήτηση και ανεύρεση της αλήθειας. Είναι  μικρά τμήματα αλήθειας που αφορούν το κτιστό, και τις πανανθρώπινες αξίες, οι οποίες και είναι κοινές για όλους.

ΕΝΣΤΑΣΗ ΕΚΤΗ Δεν μπορεί να διανοηθεί κάποιος  ότι μπορεί να προβεί σε λογοκρισία οποιασδήποτε πολιτιστικής δημιουργίας, ιδιαίτερα όταν αυτή (ανεξάρτητα από τις όποιες αντιλήψεις μεμονωμένων) γίνεται με όρους καλαισθησίας και σεβασμού στο κοινό.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ. Στη συγκεκριμένη ένσταση γίνεται μια σύγχυση των εννοιών λογοκρισία και κριτική. Προκειμένου να απαντήσουμε στην ένσταση αυτή πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι ονομάζουμε λογοκρισία και τι κριτική.

Λογοκρισία είναι ο προληπτικός έλεγχος που ασκείται συνήθως  από μια αρχή σε προϊόντα του γραπτού ιδίως λόγου, αλλά και σε θεάματα ή ακροάματα (βιβλία, έντυπα, εφημερίδες, επιστολές, κινηματογραφικά ή θεατρικά έργα κτλ.) με δικαίωμα επέμβασης στο περιεχόμενό τους (διαγραφές, τροποποιήσεις, απαγόρευση δημοσιοποίησης, κυκλοφορίας κτλ.): 

Κριτική  είναι η νοητική και συναισθηματική λειτουργία κατά την οποία το άτομο αξιολογεί την αξιοπιστία των πληροφοριών και αποφασίζει τι να σκεφτεί ή τι να κάνει μέσω συλλογισμών που γίνονται με βάση όλα τα δυνατά στοιχεία που μπορεί να έχει στη διάθεσή του.

Για τη συγκεκριμένη θεατρική παράσταση δεν  ζητήσαμε προληπτικό έλεγχο, ούτε αφαίρεση κάποιου σημείου του κειμένου δηλ. λογοκρισία. Απλά  ασκήσαμε κριτική σε συγκεκριμένες σκηνοθετικές επιλογές που δεν συνάδουν με το χώρο της παράστασης. Δεν θα έχανε η ποιότητα του έργου αν όλοι οι ηθοποιοί (άνδρες και γυναίκες)  ήταν ντυμένοι και όχι ημίγυμνοι.

Επίσης προκύπτει και το ερώτημα. Γνώριζαν  οι σχετιζόμενοι τοπικοί παράγοντες τις σκηνοθετικές επιλογές της παράστασης;

Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι λόγω της εκκλησιαστικότητας του συγκεκριμένου χώρου  υπάρχει και  ο κίνδυνος εκτροπής σε ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΤΟΥ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΕΑΤΩΝ με κάποιες σκηνοθετικές επιλογές, οπότε τα θέματα περιπλέκονται.

Και κάτι ακόμα. Τον προηγούμενο μήνα παρακολούθησα την παράσταση της αρχαίας τραγωδίας «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» σε θεατρικό χώρο όμορου νομού. Προς το τέλος της παράστασης η πρωταγωνίστρια του έργου σε μια θεατρική αλλόφρονα κατάσταση πέταξε τα ρούχα της και έμεινε σχεδόν γυμνή (όχι ημίγυμνη) μπροστά στα έκπληκτα μάτια πολλών θεατών. Όσο και να μας σόκαρε το γεγονός, σιωπήσαμε με  αυτή τη σκηνοθετική επιλογή, γιατί γινόταν σε θέατρο και όχι σε ιερό εκκλησιαστικό χώρο.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Α. Ο χώρος της  Παρηγορήτισας  είναι  εκκλησιαστικός και όχι πολιτιστικός χώρος. Ως μετόχι μονής συνάδει με το ασκητικό και ησυχαστικό πνεύμα της Ορθοδοξίας και  βρίσκεται σε άμεση σχέση με τη διδασκαλία του Ευαγγελίου και των Ορθοδόξων  Πατέρων.

Β. Οι υποχρεώσεις των αρμοδίων προς το χώρο περιγράφονται ακριβώς στον Δ Κανόνα της Ζ  Οικουμενικής Συνόδου και  στο Πατριαρχικό σιγίλιο του 1584. Αρκεί να οριοθετηθούν σωστά οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των φορέων (εκκλησιαστικών – πολιτιστικών) που εμπλέκονται στο χώρο.

Γ. Η ανάδειξη του χώρου ως εκκλησιαστικό και αρχαιολογικής σημασίας μνημείο θα πρέπει να γίνει με άλλους τρόπους. Τέτοιοι τρόποι υπάρχουν πολλοί και βρίσκονται σε άμεση σχέση με την εκκλησιαστικότητα του χώρου. Ένας από τους τρόπους που προτείνουμε  είναι και Η ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΕΟΡΤΗΣ   ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑΣ ΑΡΤΑΣ  τον Σεπτέμβριο με ειδική για την περίπτωση ακολουθία. (η επιλογή του μήνα έγινε με βάση το συναξάριο της Οσίας Θεοδώρας).

Δ. Τα αριστουργήματα της κλασικής και της ομηρικής εποχής (έπη, τραγωδίες, ποιήματα, φιλοσοφικά και ιστορικά έργα), είναι σπουδαία και διαχρονικά, αλλά όχι ζωντανά. Ανήκουν στο χθες και μελετώνται ως μνημεία του παρελθόντος. Αντίθετα, τα κορυφαία έργα των αγίων (εκκλησιαστικών πατέρων, μελωδών και υμνογράφων), που εκτελούνται στις εκκλησίες μας όλο το έτος, δεν έχουν πάψει ούτε στιγμή να εκτελούνται όλους τους αιώνες, εδώ και περισσότερα από χίλια χρόνια, ακριβώς όπως γράφτηκαν. Ο λαός μας συμμετέχοντας  σε αυτές τις υψηλές εκφράσεις του πολιτισμού μας κάθε χρόνο, αιώνες τώρα, αναβαπτίζεται στη σοφία και την ομορφιά τους, καλλιεργείται και μορφώνεται, συχνά μάλιστα μέσα σε εκκλησίες (μεγάλες ή μικρές) ηλικίας χιλίων ετών ή και περισσότερων, που είναι και οι ίδιες αρχαιολογικά μνημεία (με σοφή αρχιτεκτονική, γεμάτη συμβολισμούς). Μόνο που δεν έχουν πέσει ποτέ σε αχρησία, αλλά συνεχίζουν να είναι λειτουργικοί χώροι, όπου δραματουργείται η ένωση ανθρώπου και Θεού χωρίς διακοπή μέχρι και σήμερα!

Ε. Τέλος καλό θα είναι το φιλοθεάμον κοινό της Άρτας να απαιτήσει να δημιουργηθεί ένας κατάλληλος χώρος, ώστε εκεί να παρουσιάζονται οι κάθε είδους πολιτιστικές εκδηλώσεις, για να μην δημιουργούνται ενστάσεις και σκανδαλισμοί.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Στη συνεδρίαση της 8ης Οκτωβρίου 1965 της Ιεραρχίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος, ο τότε Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών Διονύσιος εισηγήθηκε το θέμα: «Τα δικαιώματα της Εκκλησίας έναντι των Ιερών Ναών, Παρεκκλησίων και Εξωκκλησίων, των κηρυσσομένων, υπό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας ως διατηρητέων Μνημείων ή Αρχαιολογικών Χώρων». Αναφερόμενος στη «μουσειοποίηση» των λατρευτικών οικοδομημάτων, μεταξύ άλλων, είπε χαρακτηριστικά: «Δυστυχώς όμως, αι ενέργειαι της Διευθύνσεως Αρχαιοτήτων εξέρχονται πολλάκις των επιτρεπομένων ορίων. Αναλαμβάνουσα οίκοθεν την αναστήλωσιν ή την συντήρησιν των εκκλησιαστικών μνημείων, καταλαμβάνει αυθαιρέτως αρχαίας ιεράς Μονάς, Ναούς, Παρεκκλήσια και Εξωκκλήσια και αποξενώνει τελείως τινά τούτων από του οικείου Επισκόπου, μεταβάλλουσα αυθαιρέτως τους καθηγιασμένους ιερούς τόπους λατρείας εις Μνημεία της νεκράς πλέον θρησκείας, εις αντικείμενα αρχαιολογικού μόνον και τουριστικού ενδιαφέροντος.

….. ιεροί και καθηγιασμένοι χώροι, εις ους επί αιώνας ολοκλήρους  αντήχει η ιερά ψαλμωδία και μετά του λιβανωτού της λατρείας ανήρχοντο θερμαί αι  προσευχαί προς τον Παντοκράτορα Κύριον και ετελείτο το Ιερώτατον της Θείας  Ευχαριστίας Μυστήριον, μετά την κατάληψιν των υπό της Αρχαιολογικής  Υπηρεσίας, απηλλοτριώθησαν παντελώς του λατρευτικού των χαρακτήρος. Άλλοι δε πάλιν ιεροί χώροι, ως …..ο Ιερός Ναός «Παρηγορίτισσα» Άρτης (Β.Δ. 26.4.1921), (κ.α) χαρακτηρισθέντες ως διατηρητέα Μνημεία, δεν έχουν μεν απωλέσει  τον λατρευτικόν των χαρακτήρα, πλην εξαρτώνται από την Διεύθυνσιν Αρχαιοτήτων  εις σημείον ώστε άνευ της αδείας της να μη δύναται ουδέν να επιτελεσθή εν  αυτοίς…(Αρχιμ. Θεόκλητος Α. Στράγκας, Εκκλησίας Ελλάδος ιστορία εκ πηγών αψευδών (1817-1967), τ. 7, Αθήναι 1969-1983, 4505 επ).

Για το θέμα της «μουσειοποίησης» λατρευτικών οικοδομημάτων ο Καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας Δημ. Πάλλας (1907-1995) έγραψε το 1989 τα εξής: «Είναι όμως επίσης αλήθεια, ότι και στους αρχαιολόγους δεν διαφεύγουν υπερβολές ή αστοχίες. Δεν νομίζω ότι π.χ. ήταν απαραίτητο, για τη συντήρηση του καθολικού -με τα ψηφιδωτά- της μονής του Οσίου Λουκά, καθολικού μονής εν ενεργεία, ο χαρακτηρισμός του ως Μουσείου, με απαγόρευση της άσκησης ιεροτελεστιών μέσα σε τούτο, με τοποθέτηση κοσμικών φυλάκων αρχαιοτήτων και είσπραξη εισιτηρίου. …. Επίσης μετατράπηκε σε Μουσείο η εκκλησία της Παρηγορήτισσας στην Άρτα (παρομοίως με ψηφιδωτά), αλλ’ εδώ χωρίς να διαφαίνεται κάτι ως αντιεκκλησιαστικό πνεύμα (ήταν και αυτή αρχικώς μονή -μέσα στην πόλη- αλλ’ από καιρό διαλυμένη). ( Εκκλησία και Αρχαιολογική Υπηρεσία», Αντί 411(1989), 48-49).

Αυτά γράφτηκαν ΄το 1965 και 1989.

Ερώτηση: Εν έτει 2022 ισχύουν τα ίδια; Δηλ. Μήπως διαφαίνεται σήμερα αντιεκκλησιαστικό πνεύμα για το συγκεκριμένο ναό αρχίζοντας από τον περιβάλλοντα χώρο; Ο έχων νουν νοείτω……

(Tο άρθρο δημοσιεύτηκε σε μέρη και στην εφημερίδα ΗΧΩ ΑΡΤΑΣ)

Ένα ιερόσυλο γεγονός στον ιερό χώρο της Παρηγορήτισσας Άρτας εν έτει 2022.

Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου-χημικού

Ένα πολύ λυπηρό γεγονός συνέβη την Πέμπτη 01 Σεπτεμβρίου 2022 το βράδυ στον αύλειο χώρο της Παρηγορήτισσας στην Άρτα. Σύμφωνα με προηγούμενη ανακοίνωση-γνωστοποίηση ο Μουσικοφιλολογικός Σύλλογος Άρτης “Ο ΣΚΟΥΦΑΣ”, η Ομάδα Σημείο Μηδέν και ο σκηνοθέτης Σάββας Στρούμπος παρουσίασαν  τους «Πέρσες» του Αισχύλου.Η παράσταση τελούσε  υπό την αιγίδα του Δήμου Αρταίων.

Το βάθρο των ηθοποιών είχε τοποθετηθεί με φόντο τον εξωτερικό χώρο του ιερού βήματος του ναού της Παρηγορήτισσας . Σύμφωνα με φωτογραφικό υλικό και το video  που κυκλοφόρησε,  ΓΥΜΝΟΣΤΗΘΕΣ γυναίκες   ηθοποιοί συμμετείχαν στην παράσταση και μάλιστα  καταχειροκροτήθηκαν στο τέλος της παράστασης   από το φιλοθεάμον κοινό.

Δυστυχώς για μια ακόμα φορά θριάμβευσε η ασέβεια και η ιεροσυλία  σε έναν από τους σημαντικότερους θρησκευτικούς και ιστορικούς χώρους της Άρτας.

Η Παρηγορήτισσα είναι  ιερά Μονή. Αυτό το αποδεικνύουν περίτρανα τα 16 κελιά που σώζονται. Ως διαλυμένη όμως  Μονή είναι με ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟ ΣΙΓΓΙΛΙΟ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΙΕΡΕΜΙΟΥ ΤΟΥ Β  μετόχι της Ιεράς Μονής Κάτω Παναγιάς. Επομένως ο  χώρος της εσωτερικός και εξωτερικός  είναι ιερός.

 Έτσι το αντιμετώπισαν οι πρόγονοί μας, επειδή  στον λατρευτικό αυτό  χώρο  τιμάται η Παναγία. Το ότι  βρίσκεται υπό τη διεύθυνση  της Εφορείας Αρχαιοτήτων Άρτας και αντιμετωπίζεται μόνο ως μουσειακός χώρος, δεν σημαίνει ότι χάνει τον εκκλησιαστικό της χαρακτήρα. Η κύρια Οικοδέσποινα του χώρου ΗΤΑΝ, ΕΙΝΑΙ και ΘΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΕΙ η Θεοτόκος και κανένας άλλος  φορέας.

Ο Γ. Λαμπάκης ήταν ο πρώτος Έλληνας που ασχολήθηκε με τον συγκεκριμένο ναό και επισκέφτηκε την Άρτα στις 15 Ιουνίου 1898.Γράφει λοιπόν τα εξής σχετικά:

«Ω Θεέ μου, ποίαν δύναμιν πίστεως είχον οι αοίδιμοι του Βυζαντίου αυτοκράτορες και οι της Άρτης Δεσπόται. Νομίζεις φανερά ότι βλέπεις τον Μιχαήλ, ότι βλέπεις την Θεοδώραν. Αυτά τα χόρτα της αυλής παχύφυλλα, λέγεις ότι είδον τους ιδρυτάς αυτούς. Ότι ούτοι προ μικρού διελθόντες είχον διασαλεύσει τα κινούμενα έτι φυτά, τα φυτά τα πιστά. Οι τάφοι πέριξ έτι πλέον με συνέδεον μετά των αποιχομένων Δεσποτών. Ενόμιζον ότι εκ τούτων εξέρχονται αι φωναί των αιώνων, αι φωναί της χθες τα παρελθόντα μεγαλεία διηγούμενοι»

Έτσι  προκύπτουν τα εξής εύλογα ερωτήματα.

Α. Ο αύλειος χώρος της Παρηγορήτισσας μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως θεατρικός χώρος; Γνωρίζουν οι τοπικοί υπεύθυνοι των θεατρικών παραστάσεων ότι ιεροσυλούν στους τάφους των Δεσποτών της Ηπείρου που είναι θαμμένοι εκεί; Θα παρουσίαζαν με την ίδια ευκολία παρόμοιες θεατρικές παραστάσεις σε χώρους νεκροταφιακούς;  Ή αποδεικνύουν με τις επιλογές τους ότι αγνοούν βασικά στοιχεία της τοπικής εκκλησιαστικής  ιστορίας;

Β. Η Άρτα διαθέτει αρκετούς άλλους χώρους για θεατρικά δρώμενα. Γιατί επιλέγεται ο συγκεκριμένος χώρος που δεν συνάδει και με το είδος των πολιτιστικών εκδηλώσεων που διοργανώνονται εκεί;

Γ. Ο σκηνοθέτης της συγκεκριμένης παράστασης δεν μπορούσε να επέμβει στην συγκεκριμένη παράσταση, ώστε να αποφευχθούν οι εικόνες με τις γυμνόστηθες γυναίκες στον ιερό χώρο της Παρηγορήτισσας έξω από το ιερό βήμα του ναού; Τουλάχιστον τότε η τέχνη δεν θα υπηρετούσε την ιεροσυλία του συγκεκριμένου ιερού χώρου.

Δ. Οι θεατές που παρακολούθησαν την παράσταση με το παρατεταμένο χειροκρότημα τι απ΄όλα επιβράβευσαν.Την ιεροσυλία ή την βλασφημία;

Περιμένουμε τις σχετικές παρεμβάσεις όλων των εμπλεκόμενων φορέων.

Επί πλέον υπενθυμίζουμε στους αρμόδιους και στο φιλοθεάμον κοινό τα παρακάτω.

Η Οσία Θεοδώρα η πολιούχος της Άρτας την προστασία της πόλεως την ανέθεσε στην Παναγία την Παρηγορήτισσα. Γι΄αυτό η Άρτα, ως μικρό Βυζάντιο, θεωρείται ως Θεομητοροσκέπαστη και Παναγιοφρούρητη.

Πριν λίγο καιρό  ήλθε στα χέρια μας αντίγραφο από ένα εξαντλημένο βιβλίο με τον τίτλο: Θαύματα της Παναγίας, που κυκλοφόρησε το 1906. Στο βιβλίο αυτό υπάρχει ειδική ενότητα στην οποία αναγράφονται αναλυτικά τα παρακάτω θαύματα της Παναγίας της Παρηγορήτισσας Άρτας.

Α. Πώς σώθηκε ο ναός της Παρηγορήτισσας και η πόλη της Άρτας από επιδρομή των Αλβανών το 1346.
Β. Πώς σώθηκε η πόλη της Άρτας το 1400 από τον Αλβανό Βογγόη.
Γ. Η φοβερά πυρκαγιά του 1361.Πώς σώθηκε η εικόνα της Παρηγορήτισσας και η πόλη της Άρτας.
Δ. Η πλημμύρα του Αράχθου τον Δεκέμβριο του 1793 και η επέμβαση της Παναγίας της Παρηγορήτισσας.
Ε. Η φοβερά πανώλη του 1816. Πώς κατεστάλη η νόσος.

————————————————————————————-

Η οσία Θεοδώρα κοιμήθηκε οσιακά στις 11 Μαρτίου του 1280. Η εξαμηνιαία παράταση που πήρε η κοίμησή της με τις ικετευτικές πρεσβείες της Θεοτόκου και του Αγίου Γεωργίου αποδεικνύει ότι το θαύμα αυτό συνέβη τον Σεπτέμβριο. Γι΄αυτό ο μήνας αυτός θα πρέπει να αφιερωθεί στην Παρηγορήτισσα Παναγία και στα θαύματά της.

Επιτακτική ανάγκη η καθιέρωση εορτής της Παναγίας της Παρηγορήτισσας.

Ο μήνας Σεπτέμβριος είναι αρχή του εκκλησιαστικού έτους και η καθιέρωση αυτής της εορτής θα μας υπενθυμίζει όλο τον χρόνο, ότι η πόλη της Άρτας, είναι Θεομητοροσκέπαστη και Παναγιοφρούρητη, όπως την καθιέρωσαν οι προσευχές και οι πρεσβείες της πολιούχου Οσίας Θεοδώρας.

Ὄλβον  ὡς  ὑπέρλαμπρον* ναόν Σου θεῖον, Παρθένε,* ἐν  Ἄρτῃ   καθορῶμεν  νῦν,* θείᾳ  εὐδοκίᾳ Σου,* Κόρη Πάντιμε·* τοῦτον γάρ Σοί ὕψωσεν* Θεοδώρα πρῶτον,* Νικηφόρος ταύτης ἔκγονος* ἐκ δευτέρου ἔκτισεν,* εἰς  δόξαν  Σήν  καί μνήμην μητρός αὐτοῦ·* ὅθεν πάντας σκέπε* ἡμᾶς τούς καταφεύγοντας αὐτῷ* και  αἰτουμένους, Πανύμνητε,* την   παρηγορίαν Σου. (Από τον παρακλητικό κανόνα στην Παναγία την Παρηγορήτισσα Άρτας)

H AΓΙΑ ΟΙΚΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (SANTA CASA) ΚΑΙ Η ΑΡΤΑ

Έρευνα: πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Αθανασίου (χημικός)

Εισαγωγικά

Σε παλιότερα άρθρα ασχοληθήκαμε ιδιαιτέρως με το θέμα της Αγίας Οικίας (Santa Casa)  και τη σχέση της με την ιστορία της Άρτας. Η Αγία Οικία θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα Θεομητορικά προσκυνήματα των Παπικών και βρίσκεται στο Λορέτο της Ιταλίας.

Στο δημοσιευμένο άρθρο με τίτλο: Οι Ιερές Πέτρες Της Santa Casa του Loreto, ο δρόμος των Αγγέλων και η δική μας Θάμαρ η Κομνηνή, παρουσιάσαμε τη Ρωμαιοκαθολική παράδοση για το θέμα καθώς και τα νεότερα δεδομένα από τις έρευνες του Ακαδημαϊκου Χάρη Κουδούνα και του ιστορικού ερευνητή Fernando Frazzotti.

Απαραίτητα ιστορικά στοιχεία που πρέπει να γνωρίζουμε

Αγία οικία (Santa Casa») ονομάζεται το σπίτι στο οποίο έζησε η Παναγία. Σύμφωνα με την παλιά παράδοση, που είναι πλέον σήμερα επαληθευμένη και αποδεδειγμένη από τις ιστορικές και αρχαιολογικές έρευνες, το σπίτι  της Παναγίας στην Ναζαρέτ αποτελούνταν από δύο μέρη: από μία σπηλιά η οποία ήταν σκαμμένη σε βράχο και η οποία μέχρι τώρα τιμάται στον Ευαγγελισμό και από ένα δωμάτιο τοιχοδομημένο με λίθους (πέτρες) από ψαμμίτη .

Η Ρωμαιοκαθολική παράδοση για την Αγία Οικία

Το 1291, έτος που καταλήφθηκε το Φρούριο του Αγίου Ιωάννη της Άκκρας (πόλη-λιμάνι της Παλαιστίνης), γεγονός που σήμανε και το τέλος των Σταυροφοριών και της παρουσίας των Φράγκων στην Παλαιστίνη, συνέβη το εξής εκπληκτικό. Στις 9 ή 10 Μαΐου, ή στις 22 Μαΐου με το Γρηγοριανό ημερολόγιο, (και κατ΄ άλλους στις 21 Μαΐου) Άγγελοι εξ ουρανού προβλέποντας τη μελλοντική εισβολή των Τούρκων και των Μαμελούκων παρέλαβαν υπό των πτερύγων τους την οικία της Αγίας Οικογένειας, που στο μεταξύ οι Άγιοι Απόστολοι είχαν μετατρέψει σε εκκλησία, και τη μετέφεραν από τη Ναζαρέτ στη σημερινή Κροατία, στη περιοχή Σουσάκ και συγκεκριμένα στο λόφο του Τερσάττο, (σημερινό Τρσατ στα περίχωρα της Ριέκα). Υπόψη ότι στη θέση αυτή βρίσκεται σήμερα εκκλησία του 15ου αιώνα αφιερωμένη στην «Παναγία της θάλασσας». Τριάμισι χρόνια αργότερα, το 1294, λίγο πριν την εισβολή των Τούρκων στην περιοχή, άγγελοι εξ ουρανού μετέφεραν για δεύτερη φορά την Αγία Οικία από το Σουσάκ, στην απέναντι πλευρά της Αδριατικής, σε λόφο του δάσους Λορέτο της Ιταλίας, κοντά στην Ανκόνα. Όταν το γεγονός αυτό έγινε ευρύτερα γνωστό, με σχετικό διάταγμά του ο Πάπας Σίξτος Δ΄ το 1491 ανακήρυξε όλη τη γύρω περιοχή ιδιοκτησία του Βατικανού, όπου και οικοδομήθηκε η σπουδαία εκκλησία Παναγία του Λορέτο εντός της οποίας φέρεται η «Σάντα Κάζα» (= Αγία Οικία). Έτσι άρχισαν να καταφθάνουν στην περιοχή χιλιάδες προσκυνητών με συνέπεια να καταστεί σπουδαίο προσκύνημα μέχρι σήμερα, ειδικότερα τις ημέρες εορτασμού, στις 25 Μαρτίου (του Ευαγγελισμού), στις 15 Αυγούστου (της Κοίμησης της Θεοτόκου), στις 8 Σεπτεμβρίου  και το τριήμερο 8 – 10 Δεκεμβρίου.

Η έρευνα των Χ. ΚΟΥΔΟΎΝΑ και Fernando Frazzotti

Οι παραπάνω ιστορικοί ερευνητές απέδειξαν ότι οι άγγελοι της Ρωμαιοκαθολικής παράδοσης δεν ήταν άγγελοι του ουρανού, αλλά οι Άγγελοι Κομνηνοδουκάδες του κράτους (Δεσποτάτου) της Ηπείρου. Οι πέτρες φιλοξενήθηκαν στο μοναστήρι της Πόρτα Παναγιάς Πύλης Τρικάλων και στη συνέχεια μέσω της Άρτας μεταφέρθηκαν στην Ιταλία.
Ο ιστορικός ερευνητής Fernando Frezzoti αποδεικνύει με βάση τη μελέτη ιστορικών δεδομένων (και όχι μόνο ), ότι στην Άρτα οι πέτρες φυλάχτηκαν στο κάστρο της Άρτας και  στην Παρηγορήτισσα για τρία περίπου χρόνια.

Επίσης ο Ακαδημαϊκός και ιστορικός Χάρης Κουδούνας εντοπίζει στην Ιταλία το προικοσύμφωνο της Θάμαρ (κόρης του Νικηφόρου και εγγονή της Αγίας Θεοδώρας), όπου εκεί αποκαλύπτεται και ένα άλλο μεγάλο μυστικό. Στο προικοσύμφωνο για τον γάμο της  με τον Φίλιππα του Τάραντα ορίζεται, ότι μέσα στα προικώα αντικείμενα περιλαμβάνεται η οικία της ΠΑΝΑΓΙΑΣ, από την Ναζαρέτ….

Νεότερα στοιχεία από την έρευνα του Fernando Frezzoti

Ο ιστορικός ερευνητής Fernando Frezzoti μάς έστειλε μια νέα του εργασία με νεότερα στοιχεία για το θέμα. Μερικά από τα στοιχεία αυτά είναι τα εξής.

Α. Η μεταφορά των πετρών της Αγίας Οικίας στην Ιταλία έγινε σε τέσσερις φάσεις που διήρκησαν από το 1273 – 1294 δηλ. διήρκησαν 21 χρόνια.

Β. Η πρώτη φάση έγινε τον Αύγουστο του  1273. Περιλάμβανε τη μεταφορά των Αγίων Πετρών από τη Ναζαρέτ στο λιμάνι της Άκκρας και μετά στην Κύπρο. Εκεί παρέμειναν 10 χρόνια (από το 1273 -1283)  και τη φύλαξή τους είχαν αναλάβει το τάγμα των Σταυροφόρων «Οι ιππότες του ναού». Βασικός σχεδιαστής της επιχείρησης ήταν ο Πάπας Γρηγόριος Ι.

Γ. Η δεύτερη φάση της μεταφοράς ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1283 και  η διαδρομή ήταν: ΚΎΠΡΟΣ – ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΑ (ΒΟΛΟΣ) – ΦΑΡΣΑΛΑ – ΛΟΞΑΔΑ (παλιά ΛΥΚΟΥΣΑΔΑ) – ΠΥΛΗ ΤΡΙΚΑΛΩΝ. Βασικός στρατιωτικός συντονιστής της μεταφοράς ήταν ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ ΔΟΥΚΑΣ ΚΟΜΝΗΝΟΣ. Αυτός ήταν νόθος γιός του Μιχαήλ Β με τη Γαγγρινή, αλλά τον ανέθρεψε η Οσία Θεοδώρα. Ο Ιωάννης ακολούθησε στην Ιταλία την αδελφή του Ελένη, όταν αυτή παντρεύτηκε τον Μαμφρέδο της Σικελίας  και ήταν στρατιωτικός του τάγματος των Αντζού.

(ΣΧΟΛΙΟ.  Αυτή η διαδρομή είναι και η βασική διαφωνία των ερευνητών Χ.Κουδούνα και Fernando Frezzoti. Ο Χ.Κουδούνας πιστεύει ότι οι πέτρες από την Κύπρο μεταφέρθηκαν στην Αθήνα και από εκεί στην Πύλη των Τρικάλων, ακολουθώντας διαφορετική διαδρομή).

Στην Πύλη οι πέτρες έμειναν από το 1283-1291 και την φύλαξή τους είχε αναλάβει πάλι το τάγμα των Ιπποτών του Ναού.

Δ. Η Τρίτη φάση της μεταφοράς των Αγίων πετρών έγινε τον Μάϊο του 1291. Από την Πύλη μεταφέρθηκαν στην Άρτα και έμειναν μέχρι το 1294 (τρία χρόνια). Στην επιχείρηση συμμετείχε ενεργά ο γιος της Αγίας Θεοδώρας Νικηφόρος ο Α και στη φύλαξη των πετρών συμμετείχε η οικογένεια των Αγγελο – Κομνηνοδουκάδων.

Ε. Η τελευταία φάση μεταφοράς των πετρών ήταν από τον Σεπτέμβριο 1294  έως 10 Δεκεμβρίου του 1294 και αυτές μεταφέρθηκαν σύμφωνα με τη διαδρομή ΑΡΤΑ – ΑΝΚΟΝΑ – ΛΟΡΕΤΟ. Σχεδιαστής της επιχείρησης ήταν ο Πάπας Κελεστίνος Ε και στρατιωτικός υπεύθυνος της επιχείρησης ήταν και ο γιός του ΙΩΆΝΝΗ Α Βαρθολομαίος που ανήκε σε τάγμα Σταυροφόρων μαζί με τον Γκυ Β ντε- Λα-Ρος και ΖAK VTE MOLAI.

Έτσι ανατρέπεται όλη η Ρωμαιοκαθολική παράδοση για τη μεταφορά της Οικίας στην Κροατία και μετά στο Λορέτο. Η φύλαξη των Αγίων πετρών στον τελικό τους προορισμό ήταν η οικογένεια των Αγγελο-Κομνηνοδουκάδων της ιταλικής διακλάδωσης.

Ένας εντυπωσιακός πίνακας ζωγραφικής του 1507 με την μεταφορά της Αγίας Οικίας και την Άρτα.

Ένα άλλο συγκλονιστικό στοιχείο που περιλαμβάνει η εργασία του Fernando Frazzotti  είναι και ο παραπάνω πίνακας ζωγραφικής του Alessandro Padovano του 1507. Ο πίνακας Βρίσκεται στις  Συρακούσες στο Μουσείο Palazzo Bellomo. Επιγράφεται  «Η Μεταφορά της Αγίας Οικίας».

Στον πίνακα παρατηρούμε να μεταφέρεται η Αγία Οικία από Αγγέλους πάνω στα κύματα (σύμφωνα με τη Ρωμαιοκαθολική παράδοση), ενώ στο βάθος φαίνονται τα χαρακτηριστικά του τόπου απ΄ όπου μεταφέρεται.

Ο ερευνητής σημειώνει τα εξής:

«Θα ήταν προτιμότερος ο τίτλος: «Η αποχώρηση της Αγίας Οικίας από το κάστρο της Άρτας», αφού στο βάθος εμφανίζεται αυτή η πόλη, όπου διατηρήθηκε η Αγία Οικία από τις 9 Μαΐου 1291 έως τις 10 Σεπτεμβρίου 1294 περίπου. Ο πίνακας δείχνει ότι η Αγία Οικία μεταφέρεται από τρεις αγγέλους, ακριβώς την ώρα που ξεκίνησε το θαλάσσιο ταξίδι που θα την οδηγούσε στον τελικό της προορισμό.
Στο βάθος παρουσιάστηκε ο τόπος αναχώρησης, μια πόλη/κάστρο/λιμάνι που βρίσκεται στις εκβολές ενός ποταμού.
Στα αριστερά της εικόνας διακρίνεται μια γέφυρα ποταμού. Έχει τέσσερα τόξα, εκ των οποίων το ένα είναι μεγαλύτερο από όλα, δίνοντάς του έτσι ένα χαρακτηριστικό σχήμα που το κάνει να ταυτίζεται με το Γεφύρι της Άρτας. Αυτή η γέφυρα, μετά από περισσότερους από πέντε αιώνες, εξακολουθεί να είναι το σύμβολο αυτής της πόλης και σήμερα.
Η πόλη/κάστρο της Άρτας ήταν στην πραγματικότητα δίπλα στον ποταμό Άραχθο. Για να ολοκληρωθεί η εικονογραφική συμμετρία της σκηνής, προκειμένου να ενσωματωθεί η αναπαράσταση της εικόνας με την παρουσία δυναμικών στοιχείων (η Άγια Οικία στη θάλασσα) και στατικών (ο τόπος αναχώρησης που είχε κρατήσει την Αγία Οικία μέχρι εκείνη τη στιγμή), οι δύο καλλιτέχνες εισήγαγαν στην εικόνα επίσης το άλλο πιο
χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικό/μνημειακό στοιχείο της πόλης της Άρτας, το καμπαναριό (21 μ.) του κάστρου του. Οι διαστάσεις της Αγίας Οικίας, που μπορούν να συναχθούν από τις διαστάσεις της μικρής πόρτας και από αυτές των τριών αγγέλων που το φέρουν, φαίνονται ρεαλιστικές και συνεπείς με την Αγία Οικία που βρίσκεται στο Λορέτο. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα κτίριο του οποίου η βάση είναι περίπου τέσσερα επί επτά μέτρα.

Ο πίνακας των Συρακουσών φαίνεται λοιπόν να επιβεβαιώνει την υπόθεσή μας για το δρομολόγιο των Ιερών Πετρών από τη Ναζαρέτ στην Κύπρο, στη συνέχεια από την Κύπρο στη Δημητριάδα και από εδώ τη διαμονή στην Πύλη και στη συνέχεια το πέρασμα και τη στάση για την Άρτα και τελικά να φτάσει στην Ανκόνα.
Η ανακάλυψη του τοπίου της Άρτας στον πίνακα που σώζεται στις Συρακούσες καθιστά την προηγούμενη ερμηνεία της «παράδοσης του Λορέτο» εντελώς ανεπαρκή. Σύμφωνα με αυτή την παραδοσιακή ιστορία, μάλιστα, η Αγία Οικία μεταφέρθηκε με θαύμα εν πτήσει από τους αγγέλους πρώτα στο Τρσάτ της Κροατίας το 1291 και μετά το 1294 στο Λορέτο.

Η Άρτα και το δεσποτάτο της Ηπείρου έπεσαν υπό τουρκική κατοχή στις 24 Μαρτίου 1449, δηλαδή τέσσερα χρόνια πριν από την Κωνσταντινούπολη. Το καμπαναριό του Κάστρου της Άρτας στην πραγματικότητα φαίνεται να εξακολουθεί να φέρει το σύμβολο του σταυρού στην κορυφή της οροφής. Αυτό σημαίνει ότι οι συγγραφείς του πίνακα των Συρακουσών ήθελαν να αναπαραστήσουν την πόλη της Άρτας, όπως ακριβώς ήταν το 1294, δηλαδή τη χρονιά της μεταφοράς της Αγίας Οικίας.

Θα μπορούσε επομένως να υποτεθεί, ότι, τουλάχιστον μέχρι το 1507, η φράση του Ricci που καθόρισε τον τόπο της εναπόθεσης των πετρών  που προηγήθηκε εκείνης του Loreto, «iuxta flumen oppidum collocatur» (δηλαδή, κοντά στον ποταμό όπου βρίσκεται ένα κάστρο), ερμηνευόταν σωστά για την Άρτα. «Ένα κάστρο» (oppidum), «που βρίσκεται» (collocatur), «κοντά
στον ποταμό» (iuxta flumen).

Η λεπτομερής αναπαράσταση της Άρτας δημιουργήθηκε από δύο
Ενετούς καλλιτέχνες για μια εκκλησία που βρίσκεται στις Συρακούσες, δηλαδή για ένα μέρος πολύ μακριά από την Άρτα. Αυτή η σκέψη είναι σημαντική γιατί υποδηλώνει ότι η Άρτα ήταν ήδη γνωστή ή ότι οι προσκυνητές πήγαιναν ήδη εκεί για να επισκεφθούν τα μέρη, όπου είχε
περάσει η Αγία Οικία. Μπορεί λοιπόν να ειπωθεί, ότι το 1507 η ενδιάμεση στάση της Άρτας ήταν παγκοσμίως γνωστή.
Μπορεί λοιπόν να ειπωθεί ότι συνέβη ένα εξαιρετικό ιστορικό γεγονός που προκάλεσε τη διακοπή της ροής των προσκυνητών που κατευθύνονταν προς την Άρτα και είχε επίσης ως συνέπεια να ξεχαστεί η στάση στην Άρτα της Αγίας Οικίας. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι το τραυματικό γεγονός ήταν η οθωμανική κατάληψη της Άρτας.
Ιστορικά, η κατάληψη της Ηπείρου από τους Οθωμανούς συνέβη τη στιγμή που τα κείμενα που περιγράφουν τη μεταφορά της Αγίας Οικίας διαδίδονταν στην Ιταλία. Αυτά τα γραπτά περιέγραφαν τον τόπο της ενδιάμεσης στάσης στο κάστρο της Άρτας μέσα από τις τρεις γνωστές περιγραφές των Ricci (αναφέρθηκε παραπάνω), Spagnoli και Tolomei.

Μπορούμε λοιπόν να δηλώσουμε ότι η λανθασμένη ταύτιση με το μακρινό Trsat (που βρίσκεται κοντά στη Ριέκα στην Κροατία) θα μπορούσε να προέκυψε λόγω της συναφούς, ξαφνικής, βίαιης οθωμανικής κατοχής της Άρτας, της Ηπείρου και των γειτονικών περιοχών.
Η ένδειξη του Trsat κοντά στη Ριέκα στην Κροατία ήταν τόσο αφύσικη και μακριά από την ιστορία που έπρεπε να δοθεί μια υπερφυσική εξήγηση για να τη δικαιολογήσει.

Η σαφής αναπαράσταση της Άρτας μέσα στον πίνακα της «Μεταφοράς των Συρακουσών» είναι η σιωπηλή, παραδειγματική μαρτυρία  του βάθους της πολιτιστικής διαίρεσης που, από τότε και μετά, χώριζε τη Δύση και τη Χριστιανική Ανατολή.