Aπαλλαγή κανένας Ἅγιος δέν ἐζήτησε ἀπό τόν Θεό, αλλά υπομονή!

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης

 

Εγώ σας έχω πει ότι κάποτε με πλησίασε μια Γερόντισσα εκεί και λέει

: -Θέλω να εξομολογηθώ.

-Μα εγώ δεν εξομολογώ τους καλογήρους, θα εξομολογήσω καλογριές;

-Όχι, θέλω να πω τον λογισμό μου, λέει

.-Ε, πες τον λογισμό σου.

Αφού είπε κι εκείνη τα βάσανά της -γιατί πάντα βάσανα θα σου πει, δεν θα σου πει χαρές- λέει: «Είδα σαν ένα όραμα, ότι πάνω σ’ ένα βουναλάκι καθόντουσαν οι Πατριάρχαι Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ. Και λέω:\

-Οι Πατριάρχαι είσαστε;\

 

-Ναι, λένε, Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ.

-Νά ‘ρθω κι εγώ εκεί;

-Έλα.

-Από πού νά ‘ρθω;

-Να, από ΄κει, απ’ τον δρόμο.

-Δεν βλέπω κανέναν δρόμο.

-Εκεί είναι, ψάξε να τον βρεις.

-Μα, δεν βλέπω δρόμο.

-Ψαξε, βρε ευλογημένη, ψάξε και θα τον βρεις.

-Μα, αυτός ο δρόμος είναι δεκαπέντε πόντους, πώς θα περάσω; Όλο αγριοπούρναρα και αγκάθια. Θα σχίσω τα φορέματά μου, θα ματώσω τα ποδάρια μου.

-Α, κι εμείς από ‘κει περάσαμε και ήρθαμε εδώ πάνω.»

Το πράγμα θέλει να πει ότι διά μέσου των θλίψεων, δια μέσου των στενοχωριών, διά μέσου του αίματος, ο άνθρωπος θ’ ανέβει στον ουρανό. Με αμεριμνία και με άνεση, με αυτοκίνητο δεν πάμε, πάτερ, στον Παράδεισο. Θα δώσεις αίμα, να πάρεις πνεύμα.

Έξω αυτή η Γερόντισσα, να πούμε, δεν αναφέρω τ’ όνομά της. Καρκίνο, εγχειρήσεις, τούτο, εκείνο, αυτό κι όμως προσευχόμενη είδε την Παναγία στο θρόνο της. «Περάστε οι όσιοι», λέει. Όλοι οι όσιοι πέρασαν μπροστά σαν παρέλαση, στην Παναγία. «Περάστε οι μεγαλομάρτυρες». Αυτή καθότανε εκεί, Γερόντισσα ήταν, Ηγουμένη. Και στο τέλος πήγε, έβαλε μετάνοια φίλησε το χέρι της Παναγίας, ήταν ένα βελούδο! Και η Παναγία της είπε: «Υπομονή, υπομονή, υπομονή», και ξύπνησε, να πούμε. Δηλαδή αν θέλεις να είσαι μαθήτρια και μαθητής του Χριστού, θ’ ανέβεις κι εσύ απάνω στο Σταυρό.

Απαλλαγή κανένας Άγιος δεν εζήτησε από τον Θεό.

Υπομονή να χαρίσει. Αν κάνεις υπομονή θά ‘χεις και λιγάκι μισθό, αν θά ‘χεις απαλλαγή, δεν έχεις τίποτες, μισθό δεν έχεις…!

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης:

Πηγή: imverias.blogspot.co.u

Ο ζητιάνος,η βαρυχειμωνιά και η προσευχή της Μαρίας

 

 zi

Το χιονόνερο που έπεφτε ήταν εκνευριστικό. Ο δυνατός βοριάς δεν άφηνε τίποτε όρθιο. Το τσουχτερό κρύο ήταν ανυπόφορο.
Ο Μάρκος τυλίχθηκε με μία κουβέρτα και ζάρωσε πάνω στα πρόχειρα χαρτόκουτα που είχε στρώσει. Αναστέναξε βαριά. Ήπιε μία γουλιά νερό από το μπουκάλι. Όλα τα στοιχεία έδειχναν πως η νύκτα που θα ακολουθούσε θα ήταν εφιαλτική.

Αναρωτιόταν αν θα ξημέρωνε ζωντανός η αν θα πάγωνε. Κοιτούσε δεξιά -αριστερά μη τυχόν και περάσει κάποιος περαστικός και ανοίξει κουβέντα. Το εμπορικό Κέντρο δίπλα του είχε σχεδόν αδειάσει. Ασυναίσθητα κοίταξε τον ουρανό. «Γιατί Θεέ μου έφθασα σ’ αυτήν την κατάσταση; Γιατί με τιμωρείς τόσο σκληρά;» ψέλλισε! Κοιτούσε σαν να προσδοκούσε μία απάντηση. Μάταια όμως περίμενε. Το ρολόι που ήταν αναρτημένο στο εμπορικό κέντρο έδειχνε 1:45 π.μ.

Κοίταξε τις απέναντι πολυκατοικίες. Τα φώτα των διαμερισμάτων ήταν όλα κλειστά. Μόνο ένα εξ αυτών ήταν ανοικτό. Κάποιος άρρωστος η κανένα μωρό θα τους κρατά ξάγρυπνους, σκέφτηκε. Τουλάχιστον είναι στα ζεστά και θα έχουν κάποιον να τους φροντίσει. Ξαφνικά βλέπει μία μπλε ακτίνα φωτός να φεύγει από τον ουρανό και να εισέρχεται μέσα από την μπαλκονόπορτα στο διαμέρισμα. Ξαφνιάστηκε! Τρόμαξε. Άρχισε να τρίβει τα μάτια του μη τυχόν και έχει παραισθήσεις.

«Βρε τι ζημιά μπορείς να πάθεις από μία μπύρα!» σκεφτόταν. Προσπάθησε να σκεφθεί κάτι άλλο για να ξεφύγει από την παραίσθηση. Τα μάτια του όμως δεν τα όριζε. Ήταν καρφωμένα σ’ αυτό το περίεργο μπλε φως που κατέληγε στο διαμέρισμα. Άρχισε να τσιμπιέται μη τυχόν και κοιμόταν. Νόμιζε πως έβλεπε όνειρο. Αποφάσισε να σηκωθεί λίγο και να περπατήσει. Έτσι πίστευε πως θα ξέφευγε από τις παραισθήσεις. «Λες να είχε κανένα περίεργο χόρτο το σουβλάκι που έφαγα και μου έφερε αυτή την αναστάτωση;» αναλογιζόταν καθώς προχώρησε δύο τρία βήματα. «Μήπως πάλι είναι η τελευταία μου νύκτα αυτή και ο Θεός έδωσε αυτό το σημάδι;»

Ξανακοίταξε προς την πολυκατοικία. Το φως γινόταν πιο δυνατό. «Μπορεί να πρόκειται για κάποιο λέιζερ. Μπορεί αυτός που μένει στο διαμέρισμα να δημιουργεί όλο αυτό το θέαμα και ενώ το φως φεύγει από το διαμέρισμα να πιστεύω πως έρχεται από τον ουρανό. Αυτό είναι… Με το κρύο αυτό φαίνεται χάζεψα εντελώς» μονολόγησε ο Μάρκος και επέστρεψε στη θέση του! Άδικα σηκώθηκα, έλεγε. Ξανακάθισε κάτω και τυλίχθηκε με τις κουβέρτες. Ασυναίσθητα έκανε το σταυρό του και έγειρε πίσω το κεφάλι του.

«Τρεις ώρες απομένουν θα περάσουν. Πες ότι κάνω γερμανικό νούμερο στο στρατό… Α! ρε μανούλα ευτυχώς που δεν ζεις, να δεις πως κατάντησε ο γιος σου. Βέβαια αν ζούσες θα ήταν όλα διαφορετικά. Δεν νομίζω να κατέληγα ζητιάνος και άστεγος. Πολλά λάθη μάνα έκανα στη ζωή μου. Την κατέστρεψα. Έχασα τα πάντα. Πίστευα πως όλος ο κόσμος γυρίζει γύρω από μένα. Δεν υπολόγιζα τίποτε. Πούλησα και το πατρικό μας. Και εκείνο το χωραφάκι που είχα ενθύμιο από τον πατέρα μου. Εκείνο που έλεγες πως κάποτε βρισκόταν εκεί το ξωκκλήσι της Παναγίας μας. Εκείνο που έκαψαν οι αντάρτες. Κι εκείνο το πούλησα. Τα λεφτά τα ξόδεψα στα ξενύχτια και στα χαρτιά.

Δεν σεβάστηκα ούτε την υπόσχεση που σου έδωσα παιδί ακόμη, λίγο μετά το θάνατο του πατέρα μου ότι θα ανοικοδομήσω το σπίτι της Παναγίας και θα ανάβω το καντηλάκι της… Αχ ρε μάννα κι σ’ άκουγα θα είχα οικογένεια με τη Χρυσούλα, που μ’ αγαπούσε αληθινά. Αλλά ήθελα τη μεγάλη ζωή. Και να τώρα έγινα ένα ρεμάλι. Και το περίεργο είναι πως τα βάζω και με το Θεό. Με εκείνον δηλαδή που πολεμούσα γιατί τον έβλεπα εμπόδιο στη ζωή μου… Θυμάσαι που σου έλεγα πόσο ανόητος ήταν ο άσωτος υιός που αν και μπορούσε να περνά ζωή χαρισάμενη κοντά στο σπίτι προτίμησε και εκείνος τη μεγάλη ζωή.

Ε! μάννα πολύ πιο ανόητος από εκείνον είναι ο γιος σου. Ακολούθησα τα βήματα του ασώτου. Και να τρώω τώρα τα αποφάγια των άλλων και ζητιανεύω. Ούτε στο χωριό δεν τολμώ να πάω, τέτοιο τομάρι που είμαι». Αυτά συλλογιόταν ο Μάρκος προσπαθώντας να ανταπεξέλθει στην παγωμένη νύχτα.

Ασυναίσθητα κοίταξε και πάλι προς την πολυκατοικία. Το μπλε ουράνιο φως παρέμενε σταθερό. Τότε είδε μία ακτίνα φωτός να έρχεται προς το μέρος του. Όλα γύρω φωτίσθηκαν και μία ζεστασιά γέμισε τον χώρο. Ένιωσε τότε ένα χέρι να τον ακουμπά. Γύρισε να δει ποιός ήταν αλλά δεν είδε κανένα. Σε κλάσματα του δευτερολέπτου κάποιος τον σήκωσε στα χέρια του. Λουσμένος όπως ήταν από το φως βρέθηκε πάνω στο μπαλκόνι της απέναντι πολυκατοικίας. Κοίταξε μέσα. Είδε μία νεαρή κοπέλα να έχει υψώσει τα χέρια της και να προσεύχεται. Την έβλεπε λες και ήταν δίπλα του και τα πατζούρια να έχουν εξαφανιστεί. Άγγελοι φωτεινοί στέκονταν δίπλα της.

Διάβαζε από ένα βιβλίο προσευχές. Το πρόσωπό της έλαμπε σαν τον ήλιο. Ακούμπησε το βιβλίο στην άκρη. Ψαλτήριο ήταν ο τίτλος του. Η κοπέλα στη συνέχεια άνοιξε ένα τετράδιο και άρχισε να διαβάζει διάφορα ονόματα. Ο άγγελος που έστεκε δεξιά της σημείωνε. «Κύριε, στείλε τη ζεστασιά σου και στον φτωχό άγνωστο άστεγο που στέκεται εκεί απέναντι μέσα στη βαρυχειμωνιά. Σώσε τον Χριστέ μου. Κάλεσέ τον και πάλι κοντά σου και οδήγησε τον στη μετάνοια» είπε η κοπέλα αμέσως μετά την ικεσία που έκανε για να περάσει η κρίση στην Ελλάδα.

Για την κρίση είπε: «Κύριε στείλε την Παναγία μας και τους αγίους να διαλύσουν τον εγωισμό μας και να δώσουν τέλος στην αποστασία μας. Στείλε τους αγγέλους σου να μαλακώσουν τις ψυχές και τις καρδιές μας και να επαναφέρουν την αγάπη και την αληθινή πίστη στον ελληνικό λαό. Βοήθησε την πατρίδα μου να λούζεται πάλι με το ανέσπερον αναστάσιμο φως Σου και να εκδιώξει τους δαίμονες που τη διασύρουν και τη ξευτιλίζουν. Κύριε, έλα γρήγορα και μην αργείς. Ιδού η δούλη σου Μαρία έτοιμη να θυσιαστεί για σένα…»!

– «Τέτοιες προσευχές δεν είχα ακούσει ποτέ στη ζωή μου. Δάκρυα άρχισαν να τρέχουν στα μάγουλά μου. Ήταν τόσο όμορφα εκεί πάνω στο μπαλκόνι. Ήταν τόσο ζεστά. Δεν ξέρω πόσο έμεινα. Ξέρω μόνο πως όταν το ίδιο χέρι που με θαυμαστά με ανέβασε στο μπαλκόνι όταν με γύρισε πίσω είχε σχεδόν ξημερώσει. Ήταν η πιο γλυκιά νύχτα της ζωής μου. Το ρολόι του εμπορικού κέντρου έδειχνε σχεδόν έξι και τα συνεργεία καθαριότητας είχαν αναλάβει εργασία. Το μπλε φως είχε εξαφανισθεί.

Αν και δεν είχα κοιμηθεί ένιωθα ξεκούραστος και δυνατός. Έτρεξα απέναντι και κάθισα σε ένα απάγκιο μέρος. Ήθελα να συναντήσω αυτή την κοπέλα, να την ευχαριστήσω για το δώρο που μου έκανε και για τις προσευχές της. Γύρω στις 9 παρά κάτι την είδα να βγαίνει από την πολυκατοικία. Έτρεξα κοντά της. Μόλις με είδε έβαλε το χέρι στη τσάντα της, πιστεύοντας ότι θα της ζητήσω βοήθεια.

– Όχι, Όχι Μαρία δεν θέλω βοήθεια. Να σε ευχαριστήσω θέλω για το μεγάλο δώρο που μου έκανες και για τις προσευχές σου.

– Πως ξέρεις το όνομά μου», είπε τότε εκείνη.

– Να άκουσα χθες το βράδυ τις προσευχές σου, ψέλλισα αμήχανος καταπίνοντας τη γλώσσα μου. Είμαι ο άστεγος ζητιάνος που ικέτευες το Θεό να τον σώσει και να τον βοηθήσει να μετανοήσει. Πες μου Μαρία τι να κάνω;

Α! κατάλαβα είσαι εσύ που έκανες το σταυρό σου, του είπε τότε εκείνη. Σε κοιτούσα από τις γρίλιες της μπαλκονόπορτας. Ήθελα να σε φωνάξω να έρθεις να κοιμηθείς μαζί μας αλλά δεν ήξερα πως θα αντιδράσουν οι γονείς μου γιατί ήταν περασμένα μεσάνυχτα. Και επειδή δεν μπορούσα να σε βοηθήσω ζήτησα να το κάνει ο Χριστός μας για να βγάλεις τη νύχτα και να μην παγώσεις.

Ο Χριστός έκανε πάλι το θαύμα του. Περίμενε να χτυπήσω στη μάνα μου να σου φτιάξει ένα καλό πρωινό γιατί εγώ πρέπει να φύγω για διαφορετικά θα αργήσω στη δουλειά μου.

Πριν προλάβω να μιλήσω η Μαρία με έβαζε στο ασανσέρ.

– Γλυκιά μου μητερούλα θα φτιάξεις ένα ζεστό τσάι στον κύριο, γιατί πρέπει να φύγω;

– Ευχαρίστως Μαρία μου, ευχαρίστως! είπε εκείνη και μου έγνεψε να περάσω μέσα.

Ένιωσα πολύ άσχημα. Δεν ξέρω πόσο καιρό είχα να μπω σε σπίτι. Κοίταξα στο σαλόνι. Εκεί υπήρχε μία εικόνα της Παναγίας και μπροστά έκαιγε το καντηλάκι. Στο λιβανιστήρι, δίπλα στο νεροχύτι έκαιγε ακόμη το λιβάνι. Η Μαρία έφυγε λέγοντάς μου:

– Νιώσε άνετα και μην στεναχωριέσαι. Ο Χριστός σ’ αγαπά.

Σε λίγο ήρθε από το διπλανό δωμάτιο ο πατέρας της Μαρίας ο κυρ – Λάμπρος, όπως μου συστήθηκε. Με καλημέρισε και κάθισε δίπλα μου. Ευτυχώς που οι άνθρωποι έχουν λιβανίσει, γιατί από τη βρώμα μου δεν θα μπορούσαν ούτε να σταθούν. Η κυρά – Ουρανία ψιθύρισε κάτι στον άνδρα της και εκείνος πήγε στο δωμάτιο και γύρισε με φρεσκοσιδερωμένα ολοκαίνουργια ρούχα.

-Μάρκο παιδί μου, πιστεύω πως αυτά θα σου κάνουν. Αν δεν σου κάνουν θα πεταχτώ απέναντι στο εμπορικό κέντρο να σου πάρω ένα παντελόνι και ένα πουκάμισο. Μπουφάν και μπλούζες έχω πολλές και είναι στα μέτρα σου. Η Ράνιά μου έβαλε ήδη το θερμοσίφωνο να κάνεις ένα μπάνιο, μέχρι να φτιάξει κάτι να φάμε.

– Δεν είναι ανάγκη κυρ – Λάμπρο. Θα πιώ ένα τσάι και θα φύγω, είπα και έσκυψα από αμηχανία και ντροπή το κεφάλι μου.

-Μην ντρέπεσαι παιδί μου οι χριστιανοί είναι αδέλφια. Έχουν τον ίδιο Πατέρα και την ίδια μάνα την Παναγία μας.

Ο κυρ – Λάμπρος την ώρα που ήμουν στο μπάνιο έτρεξε και μου πήρε δύο-τρία παντελόνια, εσώρουχα, μία ζώνη κι ένα σακβουαγιάζ. Τα ρούχα του μου έκαναν κουτί. Είχα πολλούς μήνες να φορέσω φρεσκοσιδερωμένα ρούχα. Άλλωστε δεν πρέπει να ήταν και πολύ μεγαλύτερός μου. Η κυρά Ράνια, πρόσθεσε δύο-τρεις μπλούζες, ένα τάπερ με γλυκίσματα και αρκετές κάλτσες, στο σακβουαγιάζ. Με ρώτησε αν το νούμερο των παπουτσιών που φοράω ήταν 43 και όταν απάντησα καταφατικά, μου έφερε και ένα ζευγάρι μποτάκια.

Έμεινα δύο-ώρες μαζί τους και τους εξιστόρησα με το νι και με το σίγμα τι είχα ζήσει το προηγούμενο βράδυ. Εκείνοι έκαναν συχνά το σταυρό τους και ευχαριστούσαν το Θεό. Όπως μου είπε η κυρά Ράνια, η Μαρία της θέλει να μοιάσει στην Αγία Παρασκευή. Να αξιωθεί όπως εκείνη να δίδει το φως του Χριστού στους ανθρώπους…

Φεύγοντας ο κυρ – Λάμπρος μου έδωσε τριακόσια ευρώ και μου πρότεινε να μεταβώ στην Πελοπόννησο, σ’ ένα μοναστήρι κοντά στην Κόρινθο. Εκεί βρίσκεται ο τάδε γέροντας. Πες του ότι σε έστειλα εγώ και ζήτησέ του να δουλέψεις στο μοναστήρι ως εργάτης.

Το ότι συνήλθε και μπήκε πάλι σε μία σειρά είναι ένα θαύμα. Αλλά το μεγαλύτερο θαύμα είναι πως υπάρχουν ακόμη οικογένειες άγιες, οικογένειες χριστιανικές, οικογένειες Ορθόδοξες, εξομολογείτο στον γέροντα ο Μάρκος. Του ζήτησε ακόμη να γίνει μοναχός και να αξιωθεί να ξαναζήσει το άκτιστο φως.

Να ξαναζήσει τη γλυκιά εκείνη ζεστή νύχτα που διέλυσε τη βαρυχειμωνιά και το παγετό της καρδιάς του. Να βιώσει το φως του Χριστού που του πρόσφεραν οι αγνές προσευχές της Μαρίας.

 briefingnews.gr

Μάθετε στα παιδιά σας να προσεύχονται και μετά να ομιλούν ξένες γλώσσες και να παίζουν πιάνο! (Αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

Απάντηση σε κάποια θλιμμένη μητέρα, για τα «κακά» παιδιά.

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Παραπονείστε, αλίμονο, για τα ίδια σας τα παιδιά! Εκτός από το σχολείο τους, πληρώνατε ιδιαίτερους δασκάλους για να τα διδάξουν να παίζουν πιάνο και να μιλούν γαλλικά. Και τώρα σας έχουν πάρει το κεφάλι με το πιάνο. Και όταν μεταξύ τους μιλάν τα γαλλικά, κοροϊδεύουν.
Νοιώθετε ότι συζητούν άσχημα για το πρόσωπό σας. Κάποιο Σάββατο θελήσατε να πάτε στο κοιμητήριο για να κάνετε τρισάγιο στο μεγαλύτερο γιό σας που σκοτώθηκε στον πόλεμο. Το ανακοινώσατε στα παιδιά σας μα εκείνα δεν ακολούθησαν στο τρισάγιό σας αλλά από το κρεββάτι κάθισαν στο πιάνο και άρχισαν να παίζουν.
-Παιδιά, τους είπατε, σήμερα δεν τραγουδάμε, σήμερα έχουμε το μνημόσυνο του μακαρίτη του Μίρκο.
-Μα να, εμείς του παίζουμε το πένθιμο εμβατήριο! Απάντησαν και γέλασαν δυνατά.
Και εσείς πήγατε μόνη, όπως γράφετε από το ένα νεκροταφείο στο άλλο νεκροταφείο, κλαίοντας και θρηνώντας σε όλο το δρόμο.
Ας είχατε φροντίσει στον καιρό τους, να πάρετε για τα παιδιά σας, ιδιαίτερο παιδαγωγό που θα τα δίδασκε να συμπεριφέρονται κατά το νόμο του Θεού!
Θα είχατε τώρα παιδιά και όχι μαϊμούδες και παπαγάλους. Γιατί και οι μαϊμούδες μαθαίνουν να παίζουν πιάνο και οι παπαγάλοι να μιλούν, αλλά αγωγή κατά το νόμο του Θεού μπορούν να μάθουν μόνο οι υιοί και οι θυγατέρες των ανθρώπων.

Λέγεται ότι κάποτε μια μητέρα, σύζυγος βογιάρου, ήρθε στον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ και του παραπονέθηκε ότι οι δάσκαλοι δεν μαθαίνουν καλά στα παιδιά της τη γαλλική γλώσσα, ρωτώντας τον τι να κάνει. Τότε ο άγιος εκείνος άνθρωπος της είπε: «εσύ μανούλα μου, μάθε καλλίτερα τα παιδιά σου πώς να προσεύχονται στο Θεό και εκείνα θα μάθουν αργότερα πιο εύκολα τα γαλλικά».
Στα παιδιά λοιπόν, πρέπει να διδάσκουμε πρώτα εκείνο που είναι το πιο σπουδαίο επειδή, ότι μαθαίνουμε στα νιάτα μας, δύσκολα το ξεχνάμε. Δευτερεύοντα πράγματα μπορούμε να μάθουμε και ύστερα, μα και αν ακόμα ξεχαστούν, δεν είναι μεγάλη η ζημία. Αν όμως δεν διδαχτούμε τα σημαντικότερα πράγματα, ή τα διδαχτούμε ελλιπώς, ή τα μάθουμε και ύστερα τα ξεχάσουμε, τότε, οι ήχοι του πιάνου πνίγουν την προσευχή και η γαλλική προφορά χρησιμοποιείται για να κοροϊδέψουμε τους γονείς!
Ο αγαθός Θεός ας είναι βοηθός σας. Τώρα είναι δύσκολο να σας δώσω συμβουλή. Όταν η καρδιά θολώσει, είναι δυσκολότερο να την καθαρίσεις ακόμη και από το πιο θολωμένο χείμαρρο. Υπομείνετε και προσεύχεσθε στον Θεό για τα παιδιά σας. Με την υπομονή, λίγο-λίγο ίσως καταφέρετε να τα φέρετε σε ντροπή και με την προσευχή θα ζητήσετε τη βοήθεια του Παντοδυνάμου να καθαριστεί η καρδιά των παιδιών σας. Μα πριν απ’ όλα, να μετανοήσετε ενώπιόν Του, επειδή πρωτίστως στα παιδιά σας δεν μάθατε το νόμο Του.
Άκουε ουρανέ και ενωτίζου γη, ότι Κύριος ελάλησεν, υιούς εγέννησα και ύψωσα, αυτοί δε με ηθέτησαν (Ησ. 1, 2).

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Επισκόπου Αχρίδος 1956, «ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΟΡΘΟΔΞΟΞΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΟΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Το βιογραφικό του Ιησού Χριστού.

 

Διεύθυνση: Εa-147φεσίους 1:20
Ιστοσελίδα: Η Βίβλος.
Λέξεις κλειδιά: Ο Χριστός, ο Κύριος, ο Σωτήρας και ο Ιησούς

Γεια σας. Το όνομά μου είναι Ιησούς-Ο Χριστός. Έχω στείλει το βιογραφικό μου επειδή ζητώ την κορυφαία διοικητική θέση στην καρδιά σου. Παρακαλώ να εξετάσεις τα επιτεύγματά μου, όπως ορίζεται στο βιογραφικό μου.

Προσόντα

* Ίδρυσα τη γη και δημιούργησα τους ουρανούς, (βλ. Παροιμίες 3:19)
* Έχω πλάσει τον άνθρωπο από το χώμα της γης, (Βλέπε Γένεσις 2:7)
* Έδωσα πνοή στον άνθρωπο την αναπνοή της ζωής, (Βλέπε Γένεσις 2:7)
* Εξαργύρωσα τον άνθρωπο από την κατάρα του νόμου, (βλέπε Γαλάτες 3:13)

Επαγγελματικό Ιστορικό

* Είχα μόνο έναν εργοδότη, (Βλέπε Λουκά 2:49).
* Ο εργοδότης μου δεν έχει τίποτα, αλλά διθυραμβικές κριτικές για μένα, (βλέπε Κατά Ματθαίον 3:15-17)

Δεξιότητες εργασίας Εμπειρίες

* Ορισμένες από τις ικανότητές μου και τις εμπειρίες της εργασίας περιλαμβάνονται: ενίσχυση των φτωχών,θεραπεία ασθενών, την αποκατάσταση της όρασης για τους τυφλούς .
* Είμαι ένας θαυμάσιος Σύμβουλος, (βλ. Ησαΐας 9:06). * Το πιο σημαντικό, έχω την εξουσία, την ικανότητα και τη δύναμη να σας καθαρίσω τις αμαρτίες σας, (Δείτε εγώ Ιωάννου 1:7-9)

Σπουδές

* Θα καλύπτουν όλο το εύρος και το μήκος της γνώσης, της σοφίας και της κατανόησης, (βλ. Παροιμίες 2:6).
* Μπορώ να σου πω ακόμα όλα τα μυστικά της καρδιάς σου, (βλ. Ψαλμοί 44:21).

Σημαντικών επιτευγμάτων

* Ήμουν συμμέτοχος ενεργά στη μεγαλύτερη Σύνοδο Κορυφής όλων των εποχών, (βλ. Γένεσις 1:26).

Αναφορές

Οι πιστοί και οι οπαδοί σε όλο τον κόσμο θα καταθέσουν για θεραπείες μου θεία, σωτηρία, λύτρωση, θαύματα, την αποκατάσταση και την υπερφυσική καθοδήγηση

Τώρα που έχετε διαβάσει το βιογραφικό μου, είμαι βέβαιος ότι είμαι ο μοναδικός υποψήφιος με όλα τα προσόντα να καλύψω την θέση στην καρδιά σου.
Πότε μπορώ να αρχίσω; Ο χρόνος είναι η ουσία, (Βλέπε Εβραίους 3:15).

ΠΗΓΗ.ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΑΓΙΑ ΜΕΤΕΩΡΑ

Iranian Family Converted to Orthodoxy in Islamabad.( Οικογένεια από το Ιράν ασπάστηκε την Ορθοδοξία)

13

 Την προσωπική τους πεντηκοστή ζει μια οικογένεια από το Ιράν, η οποία ασπάστηκε την Ορθοδοξία.
Σύμφωνα με πληροφορίες η οικογένεια το περασμένο καλοκαίρι γνώρισε δύο Ιερείς της Ρωσικής Εκκλησίας, από τους οποίους ενθουσιάστηκε για τα όσα άκουσε για τον Χριστιανισμό.
Μετά από ώριμη σκέψη η οικογένεια αποφάσισε να ασπαστεί την Ορθοδοξία, μαζί και τα μικρά παιδιά που έχουν φέρει στο κόσμο.
Russian Orthodox Church of Pakistan (ROCOR- Moscow Patriarchate)
24/2/13
Islamabad: A family form Iran accepted Orthodoxy. Ayub is a fearless lionhearted man, bold , educated and strong in faith. Fr Adrian met his family in Islamabad and he was excited him by their faith and lives. His wife Teresa and children Francis and Maria are well educated in their faith.
Fr. Cyril Amer (Mission Administrator) and Father Joseph visited capital city of Pakistan Islamabad and welcomed Iranian family into orthodoxy. They lead the Chairsmation of Iranian Family in Islamabad. St. Michael the Archangel orthodox mission has planned to start mission work in capital city of Pakistan sooner or later.

 

Έβγαλε το ράσο του και το κρέμασε σε μία ακτίνα του ήλιου! (Διήγηση Γέροντος Παϊσίου)

ιερέας ήλιος

Ο ταπεινός άνθρωπος και θαύματα να κάνει, πάλι δεν πιστεύει στον λογισμό του. Ήταν στην Ιορδανία ένας πολύ απλός παπάς που έκανε θαύματα. Διάβαζε ανθρώπους και ζώα που είχαν κάποια αρρώστια και γίνονταν καλά. Πήγαιναν και μουσουλμάνοι σ’ αυτόν, όταν έπασχαν από κάτι, και τους θεράπευε. Αυτός, πριν λειτουργήσει, έπαιρνε ένα ρόφημα με λίγο παξιμάδι και μετά όλη την ημέρα δεν έτρωγε τίποτε.
Κάποτε έμαθε ο Πατριάρχης ότι τρώει πριν από την Θεία Λειτουργία και τον κάλεσε στο Πατριαρχείο. Πήγε εκείνος, χωρίς να ξέρει γιατί τον ζητάνε.
Ώσπου να τον φωνάξει ο Πατριάρχης, περίμενε μαζί με άλλους σε μια αίθουσα. Έξω έκανε πολλή ζέστη· είχαν κλειστά τα παντζούρια και από μια τρυπούλα περνούσε μια ακτίνα. Αυτός νόμισε ότι είναι σχοινί. Επειδή είχε ιδρώσει, βγάζει το ράσο του και το κρεμάει πάνω στην ακτίνα.Όταν το είδαν οι άλλοι που κάθονταν εκεί στην αίθουσα, τα έχασαν.
Πάνε και λένε στον Πατριάρχη: «Ο παπάς που κολατσίζει πριν από την Θεία Λειτουργία κρέμασε το ράσο του πάνω σε μια ακτίνα!».
Τον κάλεσε μέσα ο Πατριάρχης και άρχισε να τον ρωτάει: «Τι κάνεις; Πώς πας; Κάθε πότε λειτουργείς; Πώς ετοιμάζεσαι για την Θεία Λειτουργία;».«Να, λέει, διαβάζω την ακολουθία του όρθρου, κάνω και μερικές μετάνοιες και ύστερα φτιάχνω ένα ρόφημα, κολατσίζω λίγο, και έπειτα λειτουργώ». «Γιατί το κάνεις αυτό;», τον ρωτάει ο Πατριάρχης. «Άμα φάω λιγάκι πριν από την Θεία Λειτουργία, λέει εκείνος, όταν κάνω κατάλυση , πάει ο Χριστός επάνω!!! Ενώ, αν φάω μετά την Θεία Λειτουργία, πάει ο Χριστός από κάτω»!!!
 Με καλό λογισμό το έκανε! Του λέει τότε ο Πατριάρχης: «Όχι, δεν είναι σωστό αυτό. Πρώτα να κάνεις κατάλυση, και έπειτα να τρως λίγο». Έβαλε μετάνοια και το δέχθηκε.
Θέλω να πω, παρόλο που είχε φθάσει σε τέτοια κατάσταση, να κάνει θαύματα, το δέχθηκε απλά· δεν είχε δικό του θέλημα. Ενώ, αν πίστευε στον λογισμό του, μπορούσε να πει: «Εγώ διαβάζω ανθρώπους και ζώα άρρωστα και γίνονται καλά, κάνω θαύματα· τι μου λέει αυτός; Έτσι που το σκέφτομαι, είναι πιο καλά, γιατί αλλιώς πάει το φαγητό πάνω από τον Χριστό».
Έχω καταλάβει ότι ή υπακοή πολύ βοηθάει. Και λίγο μυαλό να έχει κανείς, αν κάνει υπακοή, γίνεται φιλόσοφος. Είτε έξυπνος είτε κουτός είτε υγιής είτε άρρωστος πνευματικά ή σωματικά είναι κανείς και βασανίζεται από λογισμούς, αν κάνει υπακοή, ελευθερώνεται. Λύτρωση είναι η υπακοή.
ΟΜΟΘΥΜΑΔΟΝ

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ(Ιωάννη Καρδάση-Χημικού)

                      

 creation_logo

Εισαγωγικά

Εξέλιξη είναι κοινή ονομασία μιας σειράς επιστημονικών θεωριών, οι οποίες αποσκοπούν στο να εξηγήσουν, αφ’ ενός την φαινομενική ομοιότητα των διαφόρων ειδών καθώς επίσης και την μετέπειτα εμφάνιση πολυπλοκώτερων ειδών, από τα καταγεγραμμένα απολιθώματα. Εν ολίγοις, με τον όρο «εξέλιξη» υποδηλώνεται η θεωρία πως κάθε μορφή επίγειας ζωής έχει κοινή γενεαλογία, η αρχή της οποίας μπορεί να εντοπισθεί σε ένα μοναδικό είδος.

Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί έχουν διαφορετικές απόψεις ως προς το πώς να αντιδράσουν σε αυτή την επέκταση της Επιστήμης. Σε γενικές γραμμές, οι Ορθόδοξες αντιδράσεις μπορούν να ομαδοποιηθούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τις οποίες θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε με τα ονόματα: Δημιουργιστές (Ασυμβατιστές) καιΕξελικτικοί (Συμβατιστές).

Οι «Ασυμβατιστές» υποστηρίζουν πως είναι εφικτό, η Επιστήμη να είναιασύμβατη με την πίστη.  Συνήθως ισχυρίζονται, είτε πως η Επιστήμη βασίζεται φιλοσοφικά σε ένα είδος νατουραλισμού, ή, πως η συγκεκριμένη αποκάλυψη του Θεού είναι αλάθητη και ως εκ τούτου υπερισχύει των ευρημάτων της ανθρώπινης λογικής, σε περίπτωση τυχόν διαφωνίας ανάμεσα στους δύο τομείς. Αυτό συχνά στηρίζεται σε μια εκ προοιμίου καχυποψία προς την ικανότητα της ανθρώπινης λογικής να φτάνει σε αξιόπιστα συμπεράσματα.

Οι «Συμβατιστές» υποστηρίζουν, πως η Επιστήμη και η Θεολογία είναι συμβατοίτομείς, και τα θεωρούν συμπληρωματικές αποκαλύψεις του Θεού. Δεδομένου ότι ο Θεός είναι η πηγή, και της Δικής Του, συγκεκριμένης αποκάλυψης του Εαυτού Του μέσα στην Χριστιανική θρησκεία, αλλά και η πηγή της γενικότερης αποκάλυψης του Εαυτού Του μέσα στη Φύση, τότε τα ευρήματα της Επιστήμης και της Θεολογίας δεν γίνεται εκ των πραγμάτων να είναι αντιφατικά. Οι τυχόν αντιφάσεις πρέπει να είναι απλώς φαινομενικές και η επίλυσή τους (που θα είναι πιστή στην αλήθεια της αποκάλυψης του Θεού), εφικτή.

Η διαμόρφωση της σύγχρονης Επιστήμης, όπως την ξέρουμε, είναι προϊόν του Διαφωτισμού και ως εκ τούτου, καμία Οικουμενική Σύνοδος δεν έχει ασχοληθεί με το πώς να την ενσωματώσει στην θεία αποκάλυψη, μέσω μιας κατανοητής και συνεπούς κοσμοθεωρίας. Αποτέλεσμα αυτού, είναι να μην υπάρχει κάποιος δογματικός μηχανισμός, που να εξετάζει τον τρόπο επίλυσης αντιφάσεων –είτε αυτές είναι φαινομενικές, είτε πραγματικές– όταν τα επιστημονικά ευρήματα μοιάζουν να έρχονται σε αντίθεση με την θεία αποκάλυψη. Πολλοί πρώιμοι Πατέρες ευχαρίστως μεταχειρίζοντο την πρωτόγονη επιστήμη των ημερών τους για πνευματικούς σκοπούς, πιθανόν έτσι υποδεικνύοντας στους σύγχρονους Χριστιανούς μια «Συμβατιστική» λύση στο ζήτημα.  Άλλοι όμως Πατέρες, ξεκάθαρα διακρίνουν αντιφάσεις και αντιθέσεις, τις οποίες κατά προτίμηση επιλύουν με βάση την δική τους κατανόηση της Χριστιανικής αποκάλυψης.

            Στη σύγχρονη εποχής μας, οι συγκρούσεις Δημιουργιστών (αυτών που πιστεύουν στη Δημιουργία του κόσμου, ακριβώς όπως καταγράφεται στη Βίβλο) και τωνΕξελικτικών (αυτών που θεωρούν, ότι η ζωή εξελίχθηκε σταδιακά και σε μεγάλα χρονικά διαστήματα από τους μονοκύτταρους οργανισμούς μέχρι τον άνθρωπο) συνεχίζονται με αμείωτο τρόπο, από τότε που ο Δαρβίνος ανέπτυξε τη θεωρία του περί της καταγωγής των ειδών.

     Η παρούσα καταγραφή της Εξέλιξης σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας, που ασχολήθηκαν με αυτήν, έχει σκοπό να συμβάλει σε μια συλλογιστική πάνω στη Δημιουργία του Σύμπαντος κόσμου και του Ανθρώπου, χωρίς δογματισμούς και εξαλλοσύνες, που φθάνουν στο απαράδεκτο συμπέρασμα να θεωρούν τους εξελικτικούς, ως αιρετικούς, άραγε ποιάς δογματικής παρέκκλισης;

ΓΕΝΙΚΑ

Ακόμη και σήμερα υπάρχουν γνώμες, ότι δημιουργία και εξέλιξη είναι έννοιες συναποκλειόμενες. Την άποψη αυτή υποστηρίζουν από τη μια μεριά θεολόγοι στηριζόμενοι κατά περίεργο τρόπο σε βιβλικά χωρία και από την άλλη βιολόγοι, μη μπορώντας ίσως να ξεχωρίσουν την αυστηρή επιστημονική γνώση από τις φιλοσοφικές προϋποθέσεις (Dobzhansky). Η άποψη όμως συγχρόνων βιολόγων για το ασυμβίβαστο δημιουργίας και εξέλιξης έχει πολύ ενδιαφέρον σε σχέση με τις θέσεις του Μ. Βασιλείου στο έργο του: «Ομιλίαι θ΄ εις την εξαήμερον», δεδομένου, ότι σ’ αυτήν υποστηρίζεται από τον Μ. Βασίλειο η εξέλιξη στο σύμπαν και φυσικά στη ζωή. Η εξέλιξη όμως αυτή δεν έχει τις προϋποθέσεις και το περιεχόμενο της δαρβινικής θεωρίας, η οποία σήμερα κατά ένα μεγάλο μέρος στηρίζεται στον πειραματικό έλεγχο. Ωστόσο δεν μπορεί κανείς να μην παραγνωρίσει το γεγονός, ότι η εξέλιξη στην εξαήμερο του Μ. Βασιλείου, όπως ακριβώς και κυρίως στην Εξαήμερο του Γρηγορίου Νύσσης («Απολογητικός προς Πέτρον τον αδελφόν αυτού, περί της εξαημέρου»), από την άποψη των αρχών έχει βασικές ομοιότητες με τις σύγχρονες θεωρίες. Έτσι, δημιουργείται το ερώτημα: για ποιο λόγο ο Μ. Βασίλειος και ο Γρηγόριος Νύσσης, δέχτηκαν την εξέλιξη σε έναν άρρηκτο συνδυασμό με τη δημιουργία. Ο Μ. Βασίλειος στο κήρυγμά του, περί της Δημιουργίας, αναφερόμενος σε επιστημονικές γνώσεις της εποχής του επιχειρεί να εξηγήσει με ένα καταπληκτικό τρόπο την εξελικτική πορεία της δημιουργίας, χωρίς βέβαια να ανευρίσκεται στα κείμενα αυτά, αυτούσιος ο όρος «Εξέλιξη».

Εξέλιξη λοιπόν, που θα μπορούσε να αφορά όχι μόνο τη ζωή, αλλά και ολόκληρο το σύμπαν και τις πνευματικές εκδηλώσεις, είναι η βαθμιαία διαμόρφωση μιας αναρίθμητης ποικιλίας τύπων από έναν αρχικό ή λίγους αρχικούς τύπους, στους οποίους όμως σπερματικά υπάρχουν οι δυνατότητες τέτοιας ανάπτυξης και φανέρωσης. Ως προς το δεύτερο σημείο η εξέλιξη αποκλείει την «εκ του μηδενός» συνεχή δημιουργία ή την πρόσθεση νέων στοιχείων. Ο τρόπος εξέλιξης καθορίζεται βέβαια από ανάλογες σχέσεις περιβάλλοντος και οργανισμών, αλλά η διαδικασία αυτή προκαλεί τη διαμόρφωση και δεν παράγει κάθε τόσο νέα δεδομένα από το τίποτε, για να τα προσθέσει στα παλιά.

Σύμφωνα με τον πατέρα της εξελικτικής θεωρίας Darwin, είναι αποτέλεσμα της φυσικής επιλογής, ύστερα από τον αγώνα επιβίωσης και προσαρμογής των οργανισμών στο περιβάλλον. Για την προσαρμογή αυτή διαμορφώνονται μέσα σε εκατομμύρια χρόνια νέα όργανα και εμφανίζονται νέες ιδιότητες που, μολονότι επίκτητες, κληρονομούνται από τους απογόνους. Τη βασική αυτή θέση δέχεται όχι μόνον ο Darwin, αλλά και ο προγενέστερός του Lamarck. Το βασικό έργο του Darwin, «Η καταγωγή των ειδών», που δημοσιεύθηκε το 1859 φέρνοντας πραγματική επανάσταση στη βιολογία, δέχεται ως βασική προϋπόθεση την άποψη ότι οι επίκτητες ιδιότητες κληρονομούνται. Έτσι, οι αλλαγές που προκαλούνται στους οργανισμούς από το περιβάλλον μπορούν και μεταδίδονται στους απογόνους. H θεωρία αυτή, παρ’ ότι εύθραυστη, γιατί παραγνώριζε το μηχανισμό της κληρονομικότητας, επιβίωσε και κατέστη η υποδομή του νεοδαρβινισμού. Αυτά που δεν ήξερε ο Darwin, το 1859, ανακαλύφθηκαν από τον Mendel, το 1866, αλλά ξεχάστηκαν. Κατά τον Mendel, οι επίκτητες ιδιότητες δεν κληρονομούνται και εδώ ήταν το λάθος του Darwin. Ο νεοδαρβινισμός κράτησε τη φυσική επιλογή και τη συνδύασε με την κληρονομικότητα, κάτι που αποδείχτηκε πειραματικά. Πάντως οι Darwin και Lemarck δεν δέχονται την εξέλιξη σαν προοδευτική προσθήκη νέων δεδομένων κατά την προσαρμογή και τη φυσική επιλογή, αλλά οι ιδιότητες και τα νέα όργανα είναι εξελικτικές μορφές που γίνονται από τις υπάρχουσες δυνατότητες στο πρώτο ή τα πρώτα είδη. Η μοριακή βιολογία πάντως είναι η βάση του νεοδαρβινισμού. Ανακαλύφθηκε η χημική ουσία που έχει τις κληρονομικές καταβολές, δηλαδή τα γονίδια και αυτή είναι το DNA (δεσοξυριβόζονουκλεϊνικό οξύ). Η εξέλιξη λοιπόν προκαλείται από το περιβάλλον, την προσαρμογή και τη φυσική επιλογή και είναι μια απάντηση των εσωτερικών καταβολών προς την πρόκληση του περιβάλλοντος. Έτσι, συντελείται κάθε τόσο μεταλλαγή των γονοτύπων που κάνουν τους φαινότυπους μεταβιβάζοντας τις νέες δομές στους απογόνους. Η εμφάνιση νέων δομών οφείλεται στην τροποποίηση των δομών που προϋπάρχουν. Αυτή η μεταλλαγή είναι ένα βήμα μιας φυσικής επιλογής που επιβιώνει στην πρόκληση του περιβάλλοντος και εξαρτάται από τα γενετικά αποθέματα των οργανισμών. Συμπερασματικά: η εξέλιξη είναι ανάπτυξη δυνατοτήτων που προϋπάρχουν, οπότε η εξέλιξη δεν παράγει νεωτερισμούς από το μηδέν, αλλά επεξεργάζεται αυτό που ήδη υπάρχει (Jacob Fr.).

Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

Ο Μ. Βασίλειος στις ομιλίες του «Εις την Εξαήμερον» διατυπώνει κατ’ αρχήν τη βασική αρχή της εξελικτικής θεωρίας, οτιδήποτε γίνεται και διαμορφώνεται μετά τη δημιουργία της άμορφης στόφας, συντελείται από καταβολές που υπάρχουν ευθύς εξαρχής και αναμένουν το «θείο κέλευσμα» για να ολοκληρωθεί η κυοφορία της δημιουργίας. Η εναποτεθείσα δύναμις» στη δημιουργία από τον ίδιο τον Θεό σημαίνει την απαρχή των «ωδίνων» για τη γέννηση των πάντων. Όταν θα ακολουθήσει το θείο πρόσταγμα θα φανερωθούν τα «κυήματα» της δημιουργίας. Στην προκειμένη περίπτωση είναι ζωηρή η εικόνα των ωδίνων και της κυοφορίας, κοιλοπονάει η δημιουργία και το έργο αυτό είναι αποτέλεσμα της δύναμης που έβαλε ο δημιουργός εξ αρχής. Το θείο κέλευσμα μοιάζει να διαδραματίζει το ρόλο μαιευτήρα: «Ωδίνουσα μεν την πάντων γέννησιν δια την εναποτεθείσαν αυτή παρά του δημιουργού δύναμιν, αναμένουσα δε τους καθήκοντας χρόνους, ίνα τω θείω κελεύσματι προαγάγη εαυτής εις φανερόν τα κυήματα» (PG 29, 36Β).

Προηγείται λοιπόν μια εξαρχής δυναμική καταβολή που κυοφορεί την πραγμάτωση κάθε άλλου έργου σε ολόκληρη τη δημιουργία. Το νερό σε οποιαδήποτε κατάσταση και εάν βρισκόταν ποτέ δεν έμεινε «αργόν» ή «άμοιρον» της δυναμικής πορείας της κτίσης. Δεν περίμενε άψυχο και παθητικό το θείο δημιουργικό πρόσταγμα, για να πραγματώσει το έργο. Μέσα στα σπλάγχνα του κινούσε και εκδήλωνε ανυπόμονα μια ζωτική ορμή, θα έλεγε κανείς, για να ακολουθήσει αυτό το θείο πρόσταγμα και να το υπηρετήσει. Υπάρχει μια δυνατότητα έμμεσης συνεργασίας μεταξύ φύσης και θείου προστάγματος: «Και η θάλασσα τα παντοδαπά γένη των πλωτών ώδινε, και ουδέ όσον εν ιλύσι και τέλμασι του ύδατος ην, ουδέ τούτο αργόν άμοιρον της κατά την κτίσιν συντελείας απέμεινε……….ούτω παν ύδωρ ηπείγετο τω δημιουργικώ προστάγματι υπουργείν» (PG 29, 148B).

Για παράδειγμα, το θείο πρόσταγμα για τη βλάστηση δεν δημιουργεί κάτι το αποτετελεσμένο, ούτε επαναλαμβάνεται κάθε τόσο για το ίδιο πράγμα. Σε κάθε περίπτωση είναι από τη μια μεριά μοναδικό και ανεπανάληπτο και από την άλλη γίνεται κατά κάποιο τρόπο φυσικός νόμος, ο οποίος κρατάει για πάντα τη δημιουργική δύναμη. Η γη διατηρεί τη δύναμη, αφού την πήρε με τη ζωογόνα δημιουργική ενέργεια, να γεννάει και να καρποφορεί. Είναι κτήμα της πια αυτή η ζωογόνα ιδιότητα και στα σπλάγχνα της εναπομένει πάντοτε αυτή η δύναμη: «Η γαρ τότε φωνή και το πρώτον εκείνο πρόσταγμα οίον νόμος τις εγένετο φύσεως και εναπέμεινε τη γη, την του γεννάν αυτή και καρποφορείν δύναμιν εις το εξής παρεχόμενος» (PG 29, 96A).

Από το πρώτο πρόσταγμα η φύση δέχεται τη ζωτική αυτή ορμή, έτσι ώστε να τείνει διαρκώς στην ολοκλήρωση του δημιουργικού έργου. Το πρόσταγμα με άλλα λόγια είναι η προίκα που δίνει ο Θεός στη φύση και εκείνη μπορεί μετά να πορεύεται ένα δρόμο εξελικτικό ως την πλήρη και κοινή οικοδόμηση του σύμπαντος: «Ούτω και η της φύσεως ακολουθία εκ του πρώτου προστάγματαος την αρχήν δεξαμένη, προς πάντα τον εφεξής διεξέρχεται χρόνον, μέχρις αν την κοινήν συντέλειαν του παντός καταντήση» (PG 29, 116D). Η φύση παίρνει «αρχή» για να πορευτεί σ’ ένα δρόμο ολοκλήρωσης. Αυτό που γίνεται βασίζεται σε προϋπάρχουσες καταβολές. Με άλλα λόγια η φύση γενικά δεν είναι κάτι το νεκρό ή χωρίς δεκτικότητα για ζωή και κίνηση, αλλά είναι προικισμένη με μια δημιουργικότητα και ζωτικότητα.

Η πιο εντυπωσιακή όμως άποψη του Μ. Βασιλείου είναι η εξήγηση που δίνει για τον πολλαπλασιασμό των ζώων. Οι απαρχές κάθε γένους, σε σπερματική κατά κάποιο τρόπο κατάσταση, αποταμιεύονται με το θείο πρόσταγμα στη φύση. Απ’ αυτό το αποθεματικό κεφάλαιο ρυθμίζεται μετά η ανάγκη του «αυξάνεσθαι και πληθύνεσθαι»: «Εκάστου γένους τας απαρχάς νυν, οιονεί σπέρματα τινά της φύσεως προβληθήναι κελεύει, το δε πλήθος αυτώ εν τη μετά ταύτα διαδοχή ταμιεύεται, όταν αυξάνεσθαι και πληθύνεσθαι δέη» (PG 29, 149C).

Εντυπωσιακή είναι η άποψη του Μ. Βασιλείου για τη ζωογόνα δύναμη της γης να παράγει οργανισμούς χωρίς συνδρομή αβγών ή άλλων μικροοργανισμών. Τα χέλια, μας λέγει, ότι γεννιούνται από τη λάσπη και τελικά η γέννησή τους μόνο στη ζωογόνα ενέργεια της γης μπορεί να αποδοθεί: «Τούτο εναπέμεινε τη γη πρόσταγμα και ου παύεται εξυπηρετουμένη τω κτίσαντι. Τα μεν γαρ εκ της διαδοχής των προϋπαρχόντων παράγεται, τα δε έτι και νυν εξ αυτής της γης ζωογονούμενα δείκνυται………. Τας δε εγχέλεις ουδέ άλλων ορώμεν ή εκ της ιλύος συνισταμένας ων ούτε ωόν ούτε τις άλλος τρόπος την διαδοχήν συνίστησιν, αλλ’ εκ της γης εστιν αυτοίς η γένεσις» (PG 29, 189CD-192A).

Βλέπουμε, ότι ο Μ. Βασίλειος λέγει, ότι έντομα, ποντίκια και βατράχια βγαίνουν από τη γη και όχι από άλλους όμοιους ζωντανούς οργανισμούς, αλλά δεν πρόκειται για αυτόματη γένεση, διότι όχι ότι ο Μ. Βασίλειος δεν δέχεται ως πρώτη αιτία το θείο πρόσταγμα, αλλά γιατί δεν θεωρεί τη γη άμοιρη ζωτικής δύναμης και μάλιστα θεωρεί ότι η δύναμη της παραπέρα παραγωγής και εξέλιξης είναι αναφαίρετη προίκα της φύσης. Έτσι, με μεγάλη άνεση ερμηνεύει μια πλάνη και άγνοια των ανθρώπων της εποχής του, αποδίδοντας την παραγωγή αυτή στη ζωογόνα δύναμη της γης. Εδώ, το ενδιαφέρον δεν βρίσκεται στην εσφαλμένη αντίληψη, αλλά στην πίστη του Μ. Βασιλείου, ότι η γη έχει τέτοιες δυνατότητες και είχε διατυπώσει την αλήθεια, ότι οι οργανισμοί, για τους οποίους δεν ήξεραν πως ξεφύτρωσαν ξαφνικά, «ζωογονούνται εξ αυτής της γης» και βέβαια ο Θεός δεν δημιουργεί αυτούς τους οργανισμούς από το μηδέν. Η εσφαλμένη λοιπόν αντίληψη, για την προέλευση των ζωντανών οργανισμών από τη λάσπη ερμηνεύεται με την πεποίθηση του Μ. Βασιλείου για τις ιδιότητες της γης.

Υπάρχει βέβαια μία αναμφισβήτητη αλήθεια: Κάθε ζωή προέρχεται από ζωή (omne vivum ex vivo). Ο Μ. Βασίλειος υποστηρίζοντας τη θέση, ότι η γη παράγει συνέχεια οργανισμούς εξαιτίας της δημιουργικής προίκας, που έχει από τον Θεό, δεν έρχεται σε αντίθεση με το ανωτέρω επιστημονικό πόρισμα του Λ. Παστέρ και θα ήταν αδιανόητο για τον Μ. Βασίλειο να δεχθεί, ότι μια ζωή δεν προέρχεται από άλλη ζωή. Και αυτό, όχι γιατί ο Θεός είναι ο δημιουργός, αλλά γιατί η γη η ίδια έχει τη δύναμη να «ζωογονεί» και να παράγει οργανισμούς, δεδομένου, ότι ο άγιος χρησιμοποιεί ακριβώς την ορολογία «ζωογονώ». Και τούτο διότι η ζωή φανερώνεται από τις απαρχές και τις σπερματικές καταστάσεις που φυτεύθηκαν από τον Δημιουργό μέσα στη γη. Αυτό το πρόσταγμα για τη δημιουργία δεν είναι μια δύναμη που κάθε τόσο έρχεται και ξανάρχεται, για να κάνει ένα έργο κατευθυνόμενο πάντοτε σε κάθε του κίνηση. Αν γινόταν έτσι, δεν θα υπήρχε δημιουργία, αλλά μόνον ο ίδιος ο Θεός. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο στα λογικά και αυτεξούσια όντα, που ρυθμίζουν μόνα τους, μέσα στα όρια των δυνατοτήτων τους φυσικά, κάθε τους κίνηση και πρόοδο. Η ίδια η γη, τα φυτά και τα ζώα βρίσκονται σε μια διαρκή κίνηση, σ’ ένα ακατάπαυστο οργασμό που βασίζεται στη δική τους προικισμένη κατάσταση, σε μια νομοτέλεια που πήρε την αρχή από τη θεία δημιουργική ενέργεια. Μια τέτοια άποψη του Μ. Βασιλείου, που δεν είναι ξένη και σε άλλους Πατέρες, είναι παράξενη και επικίνδυνη ενδεχομένως σε ένα θεολόγο, που είναι επηρεασμένος και φοβισμένος από τις υλιστικές θεωρίες και τις δεϊστικές αντιλήψεις, κατά τις οποίες ο Θεός αφού δημιούργησε τον κόσμο δεν ενδιαφέρεται πια γι’ αυτόν. Αλλά το πνεύμα της αγίας Γραφής και η κοινή γραμμή των Πατέρων έχουν ανυποχώρητη και ξεκαθαρισμένη θέση. Η παρουσία του Θεού είναι διαρκής και αυτή είναι που κρατάει όλα τα όντα στο είναι και μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια νοείται και η συγκράτηση των φυσικών νόμων στην απαρασάλευτη αρχή τους, είναι όμως κοινή πεποίθηση, ότι ο Θεός από την αρχή της δημιουργίας είναι η συνεκτική δύναμη κάθε πραγματικότητας. Αυτό αναφέρεται και στη διδασκαλία της μυστικής θεολογίας, ότι ο Θεός είναι ουσιοποιός, ζωοποιός, σοφοποιός και θεοποιός. Μέσα στα πλαίσια αυτά προστίθεται και η θεία πρόνοια. Το γεγονός αυτό, που παρουσιάζει η Θεολογία, δεν πρέπει να παρασύρει σε αφελείς σκέψεις για τη σχέση Θεού και κόσμου. Επειδή ακριβώς οι προϋποθέσεις είναι αυτονόητες για το Μ. Βασίλειο, ο οποίος τονίζει με έμφαση την αρχή της εξελικτικής θεωρίας, κατά την οποία τα πάντα γίνονται με την πορεία προς την ολοκλήρωση των απαρχών και των σπερματικών καταβολών, που φυτεύθηκαν εξαρχής στη δημιουργία από το Θεό. Αυτό προκαλεί εντύπωση, γιατί ο Μ. Βασίλειος δεν είχε να αντιμετωπίσει κάποια εχθρική επιστημονική θεωρία, ούτε υπήρχε πρόβλημα σχετικό με την εξέλιξη. Έτσι, η άποψη αυτή κρύβει μια βαθειά θεολογική σύλληψη, που παρουσιάζεται με ένα καθαρό και αποσαφηνισμένο τρόπο. Το σύμπαν και η ζωή έχουν μια δική τους τάξη. Κάθε επέμβαση του Θεού να δημιουργεί συνεχώς αυτή την τάξη και τις λεπτομέρειές της, στην πορεία και την έκφρασή της, θα καταργούσε την ίδια τη μεγαλοπρέπεια και την «αυτονομία» του δημιουργήματος. Θα ήταν κάτι τυχαίο, χωρίς υποδομή και χωρίς νόημα, γιατί δεν θα ήταν καν δημιούργημα, γιατί κάθε τόσο θα έπαιρνε δομή και υπόσταση από ξένη δύναμη, οπότε μια τέτοια φανταστική και ίσως αθέμιτα υποθετική πραγματικότητα αποτελεί άρνηση κάθε δημιουργικής έννοιας. Δημιούργημα σημαίνει κάτι που έχει μια τελειότητα και αυτονομία που την παίρνει από τον Δημιουργό του και αυτό ισχύει και για τα δημιουργήματα του ανθρώπου. Έτσι, ο Μ. Βασίλειος κάνει μια από τις πιο μεστές θεολογικές ερμηνείες, ως προς τη φύση ολόκληρης της δημιουργίας. Επ’ αυτού υπάρχουν δυο Λόγοι του Μ. Βασιλείου για τη γένεση του ανθρώπου, όπου διαβάζουμε για «λόγους της αυξήσεως» και «μητρώες καταβολές» (PG 30, 9-61 και 25C).

Είναι αυτονόητο, ότι οι θέσεις του Μ. Βασιλείου δεν καταργούν και τη θαυματουργική επέμβαση του Θεού, καθότι το θαύμα δεν είναι με κανένα τρόπο κατάλυση της φυσικής τάξης, αλλά πρόκειται για μετάβαση από μια τάξη σε μια άλλη τελειότερη, δίχως να καταργούνται οι πρώτες καταβολές της δημιουργίας. Αν ο Θεός μπορούσε να δημιουργήσει τον κόσμο μόνο με μια τάξη, τότε θα ήταν δεμένος σε μια φυσική νομοτέλεια. Η δημιουργία πορεύεται εξελικτικά μέσα από μια φυσική τάξη, που στην ολοκλήρωσή της φυσικά μπορεί να πλαισιωθεί από αναρίθμητες άλλες τάξεις. Και όλες αυτές οι εκφάνσεις αποτελούν μια ενιαία λογική ιεραρχία και διάρθρωση. Δηλαδή, η άπαυστη ενέργεια του Θεού για τη συνοχή και την τελείωση της δημιουργίας δεν έρχεται σε σύγκρουση με την εξελικτική πορεία, ακόμη και αν γίνει μια νέα προσθήκη σ’ αυτή την πορεία, γιατί και τότε αυτό, που συντελείται, κατορθώνεται με την δεκτικότητα που έχει ριζωθεί, που έχει ριζωθεί στην πρώτη καταβολή της δημιουργίας.

Στην Εξαήμερο δεν έχουμε ομιλία για την «κατασκευή» του ανθρώπου, ώστε να δούμε πως ο Μ. Βασίλειος θα παρουσίαζε την εικονική παράσταση της Γένεσης, όπου ο Θεός πλάθει πηλό και δίνει την πνοή του στα ρουθούνια του ανθρώπινου αυτού ομοιώματος. Επίσης στην Εξαήμερο δεν συναντάμε ούτε δαρβινισμό ούτε νεοδαρβινισμό, η δε εξέλιξη αυτή δέχεται τη σταθερότητα των ειδών. Ωστόσο, στην Εξαήμερο υπάρχει η βασική αρχή της εξελικτικής θεωρίας και το σπουδαιότερο η άποψη για την ενότητα οργανικής και ανόργανης περιοχής: «Και τούτο εστί το κατά γένος. Ου γαρ η προβολή του καλάμου ελαίας εστί ποιητική, αλλ’ εκ καλάμου έτερος κάλαμος, εκ δε των σπερμάτων τα συγγενή τοις καταβληθείσιν αποβλαστάνει» (PG 29, 97B) και «Ούτω η φύσις των όντων ενί προστάγματι κινηθείσα, την εν τη γενέσει και φθορά κτίσιν ομαλώς διεξέρχεται, τας των γενεών ακολουθίας δι’ ομοιότητος αποσώζουσα, έως αν προς αυτό καταντήση το τέλος. Ίππον μεν γαρ ίππου ποιείται διάδοχον, και λέοντα λέοντος και αετόν αετού» (PG 29, 189BC). Έπειτα η εξέλιξη εντοπίζεται, στα ίδια τα είδη, όπου γίνεται λόγος για «καταβολές» και για πορεία σ’ ένα τέλος. Αλλά στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι άστοχη η επιστημονική άποψη, ότι υπάρχει σταθερότητα στα είδη, καθότι είναι μια απότομη και ξαφνική εξαίρεση μέσα στη σταθερότητα των ειδών. Γι’ αυτό θα μπορούσε να γίνει δεκτό, ότι από λίγα ζευγάρια ή ακόμη και από ένα ζευγάρι προήλθε το είδος άνθρωπος, μέσα από διάφορες φάσεις μιας γενεαλογίας που προσπαθούν οι επιστήμονες να κατατάξουν σε μια σειρά. Γενικά είναι παραδεκτό, ότι στην εξέλιξη του ανθρώπου υπάρχει η ακόλουθη σειρά: Homo africanus, habilis, erectus, sapiens, sapiens sapiens. Μερικοί θεωρούν τον africanus και robustus στο γένος του Australopithecus. Θεωρείται πάντως βέβαιον ότι στην κατώτερο πλειστόκαινο υποπερίοδο υπήρχαν δυο είδη ανθρωποειδών, ο africanus και ο robustus, από τους οποίους ο δεύτερος εξαφανίστηκε, ενώ ο πρώτος επιβίωσε φτάνοντας εξελικτικά στον homo sapiens. (Ν. Ματσούκα: Επιστήμη φιλοσοφία και θεολογία στην Εξαήμερο του Μ. Βασιλείου). Πάντως γενικά, ο Μ. Βασίλειεο διακρίνει σαφώς το «ποιός» της δημιουργίας, από το «πως». Το πρώτο είναι αντικείμενο της Θεολογίας, το δεύτερο της Επιστήμης.

ΝΥΣΣΗΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ

Η εξελικτική όμως θεωρία αναπτύσσεται εμπεριστατωμένα και από τον Γρηγόριο Νύσσης, στο έργο του «Περί της εξαημέρου»: «………. Και αντί του ειπείν ότι αθρόως πάντα τα όντα ο Θεός εποίησεν, είπεν εν κεφαλαίω, ήτοι εν αρχή πεποιηκέναι τον Θεόν τον ουρανόν και την γην. Μία δε των φωνών η σημασία, της τε αρχής και του κεφαλαίου. Δηλούται γαρ επίσης δι’ εκατέρων το αρθόον. εν μεν γαρ τω κεφαλαίω το συλλήβδην τα πάντα γεγενήσθαι περιίστησι, δια δε της αρχής δηλούται το ακαρές τε αδιάστατον. Η γαρ αρχή παντός διαστηματικού νοήματος αλλοτρίως έχει. Ως το σημείον αρχή της γραμμής και του όγκου το άτομον, ούτως και το ακαρές του χρονικού διαστήματος. Η ουν αθρόα των όντων παρά της αφράστου δυνάμεως του Θεού καταβολή αρχή παρά του Μωϋσέως, ήτουν κεφάλαιον κατωνομάσθη, εν η το παν συστήναι λέγεται………. Ουκούν τούτο νοείν η αρχή της κοσμογονίας υποτίθεται ότι πάντων των όντων τας αφορμάς και τας αιτίας και τας δυνάμεις συλλήβδην ο Θεός εν ακαρεί κατεβάλετο και εν τη πρώτη του θελήματος ορμή, η εκάστου των όντων ουσία συνέδραμεν, ουρανός, αιθήρ, αστέρες, πυρ, αήρ, θάλασσα, γη, ζώα, φυτά……….» (PG 44, 72AB).

Εξάλλου, ο άγιος λέγει ότι ο ήλιος και η σελήνη, πριν από τη δημιουργία τους την τέταρτη ημέρα, υπήρχαν σαν καταβολές στο φως της πρώτης ημέρας: «………. Ο ήλιος και η σελήνη, ων η μεν γένεσις εν τη πρώτη καταβολή του φωτός τας αφορμάς έσχεν, η δε σύστασις εκάστου εν ταις τρισίν ημέραις ετελειώθη» (PG 29, 120A).

Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης δέχεται, ότι το σύμπαν και φυσικά η ανθρωπότητα δημιουργούνται κατ’ αρχήν σπερματικά. Κι έπειτα από το καθόλου σύμπαν και τον καθόλου άνθρωπο, από τα δυο αυτά σπερματικά πληρώματα, προκύπτουν οι επιμέρους εκφάνσεις του σύμπαντος και το συγκεκριμένο ζευγάρι Αδάμ και Εύα.

Ο Νύσσης Γρηγόριος, που κατά κάποιο τρόπο συμπληρώνει τον Μ. Βασίλειο, όχι μόνο με το έργο του Περί της Εξαημέρου, αλλά και με το Περί κατασκευής του ανθρώπου, κατά τρόπο ρητό δέχεται την εξέλιξη του ανθρώπου. Λέγει χαρακτηριστικά: «Ειπών ο λόγος ότι εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον τω αορίστω της σημασίας άπαν ενδείκνυται το ανθρώπινον. Ου συνωνομάσθη τω κτίσματι νυν ο Αδάμ καθώς εν τοις εφεξής η ιστορία φησίν. Άλλ’ όνομα τω κτισθέντι ανθρώπω ουχ ο τις, αλλ’ ο καθόλου εστιν. ουκούν τη καθολική της φύσεως κλήσει τοιούτον τι υπονοείν εναγόμεθα, ότι τη θεία προγνώσει τε και δυνάμει πάσα η ανθρωπότης εν τη πρώτη κατασκευή περιείληπται. Χρη γαρ Θεώ μηδέν αόριστον εν τοις γεγενημένοις παρ’ αυτού νομίζειν, αλλ’ εκάστου των όντων είναι τι πέρας και μέτρον τη του πεποιηκότος σοφία περιμετρούμενον ώσπερ τοίνυν ο τις άνθρωπος τω κατά το σώμα ποσώς περιείργηται, και μέτρον αυτώ της υποστάσεως η πηλικότης εστίν, η συναπαρτιζομένη τη επιφανεία του σώματος, ούτως οίμαι καθάπερ εν ενί σώματι όλον το της ανθρωπότητος πλήρωμα τη προγνωστική δυνάμει παρά του Θεού των όλων περισχεθήναι και τούτο διδάσκειν τον λόγον τον ειπόντα, ότι και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον και κατ’ εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν………. Πάσα τοίνυν η φύσις η από των πρώτων μέχρι των εσχάτων διήκουσα, μία τις του όντος εστίν εικών, η δε προς το άρρεν και θήλυ του γένους διαφορά προσκατεσκευάσθη τελευταίον τω πλάσματι, δια την αιτίαν, ως οίμαι ταύτην». (PG44, 185BCD). Και σε μετάφραση το σπουδαίο αυτό κείμενο: «Όταν ο λόγος λέγει ότι ο Θεός εδημιούργησε τον άνθρωπο, δηλώνει με αυτή την αοριστία της έννοιας όλο το ανθρώπινο γένος. Γιατί δεν ονομάζεται ο Αδάμ τώρα, ταυτόχρονα με τη δημιουργία, καθώς λέγει στη συνέχεια η διήγηση. Αλλά όνομα για τον άνθρωπο που δημιουργήθηκε δεν ήταν ο τάδε, αλλά είναι όλο το ανθρώπινο γένος. Με αυτό το γενικό όνομα οδηγούμαστε να εννοήσουμε, ότι σύμφωνα με την πρόγνωση και τη δύναμη του Θεού, περικλείεται ολόκληρη η ανθρωπότητα μέσα στην πρώτη δημιουργία. Γιατί δεν πρέπει να νομίζουμε για το Θεό, πως μεταξύ των δημιουργημάτων που υπάρχει κάτι αόριστο, αλλά να πιστεύουμε ότι για καθένα από τα όντα υπάρχει ένα τέλος κι ένα μέτρο, που προσδιορίζεται από παντού με τη σοφία του Δημιουργού. Και όπως ο τάδε άνθρωπος περικλείεται ως προς το μέγεθος από το σώμα, και μέτρο της ύπαρξης γι’ αυτό είναι το πόσο μεγάλος είναι, κάτι δηλαδή που σχετίζεται μαζί με την επιφάνεια του σώματος, έτσι πιστεύω πως περικρατείται σαν σε ένα σώμα, όλο το πλήρωμα του ανθρωπίνου γένους, με την προγνωστική δύναμη από τον Θεό όλων. Κι αυτό πιστεύω πως διδάσκει ο λόγος, που λέγει: κι εδημιούργησε ο Θεός τον άνθρωπο, σύμφωνα με την εικόνα του Θεού τον εδημιούργησε………. Όλη, λοιπόν, η ανθρώπινη φύση, που ξεκινάει από τους πρώτους και φθάνει μέχρι τους τελευταίους, είναι μια εικόνα του Θεού. και η διαφορά του φύλου σε άνδρα και γυναίκα δημιουργήθηκε τελευταία ως προσθήκη στον άνθρωπο, καθώς πιστεύω, για το λόγο, που θα εκθέσω στη συνέχεια». Πολύ ξεκάθαρος ο λόγος του αγίου και τόσο λεπτομεριακός και ακριβής. Πράγματι, στο 1ο κεφάλαιο της Γένεσης, βλέπουμε το Θεό να επιθυμεί να δημιουργήσει τον άνθρωπο, σύμφωνα με τη δική του εικόνα και με την προοπτική να του ομοιάσει. Έτσι, δημιούργησε ο Θεός τον άνθρωπο, άνδρα και γυναίκα, ΜΟΝΟ κατ’ εικόνα, τους ευλόγησε και τους παρότρυνε να κάνουν πολλά παιδιά και όλα αυτά την 6η ημέρα της δημιουργίας. Έτσι, την 6η ημέρα δημιουργήθηκε ο άνθρωπος κατ’ εικόνα του Θεού και μόνον. Και μετά, την 7η ημέρα, ο Θεός αναπαύθηκε, οπότε τότε, στην κατάπαυσή του, ένας συγκεκριμένος άνθρωπος, ο Αδάμ, εισήλθε στον Παράδεισο, με την επιθυμία του βέβαια. Ο Θεός το επέτρεψε, ώστε να επιτευχθεί και το «καθ’ ομοίωσιν», πλην όμως υπήρξε αποτυχία, με τα γνωστά αποτελέσματα, για το ανθρώπινο γένος. Συμπερασματικά, το ανωτέρω κείμενο λέγει καθαρά και ξάστερα ότι ολόκληρη η ανθρωπότητα περιεχόταν στην πρώτη κατασκευή και ότι στο ένα σώμα περιλαμβανόταν όλο το πλήρωμα της ανθρωπότητας.

Τόσο σ’ αυτό το κείμενο όσο και σε άλλα της Εξαημέρου ο Γρηγόριος Νύσσης κάνει πάντοτε λόγο για τις πρώτες «αιτίες και αφορμές» που «καταβάλλονται εν ακαρεί» και για την μετέπειτα πορεία όλης της κτίσης και της ανθρωπότητας στις επί μέρους εκφάνσεις και αυτό ισχύει για ολόκληρο το σύμπαν. Στο έργο του «περί της κατασκευής ανθρώπου» λέγει, ότι το ίδιο ισχύει και για τον άνθρωπο. Αφού στην πρώτη κατασκευή και στο ένα σώμα, όπως λέγει καθαρά και ξάστερα, περιέχεται όλη η ανθρωπότητα, δεν υπάρχουν δυο δημιουργίες (δηλ. η ιδεατή και η ιστορική), αλλά μια που εξελίσσεται και αναπτύσσεται, η δε διάκριση σε άρρεν και θήλυ είναι ένα αποφασιστικό σημείο της όλης εξελικτικής πορείας. Λέγει στο «Περί της Εξαημέρου»: «τα πάντα ην εν τη πρώτη του Θεού περί την κτίσιν ορμή, οιονεί σπερματικής τινός δυνάμεως προς την του παντός γένεσιν καταβληθείσης, ενεργεία δε τα καθ’ έκαστον ούπω ην» (PG 44, 77D). Τα πάντα λοιπόν βρίσκονται πρωταρχικά σε μια σπερματική κατά κάποιο τρόπο κατάσταση. Η πρώτη αυτή καταβολή είναι η αιτία και η ρίζα της γένεσης του παντός. Εκτός όμως από το εξελικτικό σχήμα στη θεολογία του Νύσσης, το οποίον εξηγεί τι είναι η λεγόμενη «πρώτη δημιουργία», υπάρχουν και σαφείς εκφράσεις στα κείμενα που δείχνουν ότι η «καθόλου» πλάση του ανθρώπου έχει νοητές και αισθητές καταβολές. Με πολύ κατηγορηματικό τρόπο λέγει ότι τα λογικά δεν μπορούν με κανένα άλλο τρόπο να είναι σε σώμα, αν δεν ενωθούν με τα αισθητά, στο «Περί κατασκευής ανθρώπου»: «………. Το δε λογικόν ουκ αν ετέρως γένοιτο εν σώματι, ει μη τω αισθητώ συγκραθείη………. τρέφεται μεν γαρ κατά το φυσικόν της ψυχής είδος, τη δε αυξητική δυνάμει η αισθητική προσεφύη αμέσως έχουσα κατά την ιδίαν φύσιν της τε νοεράς και της υλωδεστέρας ουσίας. Είτα τις γίνεται προς το λεπτόν και φωτοειδές της αισθητικής φύσεως η της νοεράς οικείωσις τε και ανάκρασις, ως εν τρισί τούτοις τον άνθρωπον την σύστασιν έχειν (PG 44, 145BC). Η σπερματική αυτή καταβολή, που διατυπώνει ο Νύσσης και που θα εξελιχθεί παραπέρα, κατά αυτονόητο τρόπο δεν έχει τη διάκριση του φύλου. Κάτι ανάλογο δέχεται και η σημερινή θεωρία της εξέλιξης, κατά την οποίαν ο πρώτος πολλαπλασιασμός είναι «αγενής». Όπως γίνεται σπερματικά η καθόλου δημιουργία του σύμπαντος, και μάλιστα «εν ακαρεί», και έπειτα διαμορφώνεται η ποικιλία, έτσι σπερματικά και εξάπαντος «εν ακαρεί» δημιουργείται ο καθόλου άνθρωπος που εξελίσσεται στον Αδάμ, την Εύα και όλους τους επί μέρους ανθρώπους μέσα από την πτώση, το θάνατο και τον πολλαπλασιασμό. Η εξέλιξη (κόσμου και ανθρώπου κατά τον Νύσσης) είναι μια κίνηση από την σπερματική κατάσταση στις επιμέρους ολοκληρωμένες εκφάνσεις. Μας θυμίζει ο Νύσσης με την «οιονεί σπερματικήν δύναμιν», τις σύγχρονες θεωρίες των βιολόγων, για την εξέλιξη των ειδών με βάση τον γενετικό κώδικα.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

Ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος δεν έχει γράψει για την εξέλιξη της δημιουργίας ή για την εξέλιξη του ανθρωπίνου γένους, όμως οριοθετεί την έννοια του ανθρώπου από τον μη άνθρωπο. Γράφει λοιπόν: «άνθρωπος γαρ εστίν, ουχ όστις απλώς χείρας και πόδας έχει ανθρώπου, ουδ’ όστις εστι λογικός μόνον, αλλ’ όστις ευσέβειαν και αρετήν μετά παρρησίας ασκεί» (PG 46, 232). Δεν φθάνει να γεννηθεί κάποιος βιολογικά άνθρωπος, για να ονομασθεί άνθρωπος, αλλά πρέπει να έχει μέσα του και το άγιο Πνεύμα. Και αυτό είναι σημαντικό, γιατί όποια σχέση υπάρχει μεταξύ ψυχής και σώματος, τέτοια σχέση υπάρχει μεταξύ της ψυχής και του Αγίου Πνεύματος. Έτσι ζωντανός και πραγματικός άνθρωπος είναι εκείνος που «χαριτώνεται» από τη Χάρη του Θεού. Διαφορετικά, είναι μεν άνθρωπος βιολογικά, αλλά είναι νεκρός για το Θεό και κυριαρχούμενος από διάφορα πάθη, μοιάζει με τα ζώα («άφες τους νεκρούς, θάψαι τους εαυτών νεκρούς» Ματθ. 8. 22). Αν λοιπόν ένας άνθρωπος πλήρης, αρτιμελής και με την τετράγωνη λογική δεν έχει ευσέβεια, δεν έχει αρετή και γενικώς δεν είναι πλήρης Πνεύματος αγίου, τότε δεν είναι άνθρωπος. Και εάν κάποιος δεν είναι άνθρωπος, τότε τι μπορεί να είναι; Μα να παραμένει στη ζωώδη κατάσταση από την οποία προέρχεται.

ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

Ο άγιος Μάξιμος δεν ασχολείται λεπτομερειακά με τη διαδικασία της εξέλιξης, όπως οι Μ. Βασίλειος και Γρηγόριος Νύσσης, αλλά επικεντρώνεται στην περίπτωση του ανθρώπου, που τον θεωρεί ως διφυές δημιούργημα και που αποτελείται από το υλικό μέρος (της ζωώδους φύσεως και προελεύσεως) και το πνευματικό μέρος (της δυνατότητας θεώσεως) και που καθιστά τον άνθρωπο μεσολαβητή θεώσεως ολοκλήρου του σύμπαντος κόσμου.

Ερμηνεύοντας σχετικά χωρία του αγίου Μαξίμου, από το έργο του: «Περί των διαφόρων αποριών των αγίων Διονυσίου και Γρηγορίου» (PG 91, 1305), ο πρωτ. Δημήτριος Στανιλοάε λέγει εισαγωγικά: «Ο άνθρωπος είναι ενοποιητικό στοιχείο όχι μόνο γιατί έχει μέσα του όλα τα μέρη που είναι κοινά με όλη την πραγματικότητα, αλλά πιο πολύ γιατί, μ’ όλα αυτά τα μέρη που αφομοιώνουν τα μέρη του ενεργοποιημένου κόσμου, έχει το νου. Αλλά το ανθρώπινο πνεύμα έχει αυτή την ενοποιητική δύναμη, γιατί έχει μέσα του τον κόσμο και τον ξεπερνά. Είναι συζευγμένο κι ενωμένο με το θείο πνεύμα». Ειδικώτερα δε ερμηνεύοντας το σχετικό χωρίο αναφέρει: «Εισδύοντας όμως από την ψυχή στο σώμα ο Θεός περνά μαζί με τη θεοποιό ενέργειά του δια μέσου του ανθρώπινου συνόλου και στο βιολογικό και φυσικό σύμπαν, αφού όλα τα στοιχεία του σύμπαντος συγκλίνουν στην ενοποιό ανθρώπινη φύση επιτυγχάνοντας μιαν ενότητα, που ο Θεός διαπερνά ολόκληρη δια μέσου του ανθρώπου. Κι αφού τα ανθρώπινα όντα έχουν επιτύχει μέσα στη θεία υπόσταση που ενσαρκώθηκε μιαν έσχατη υπόσταση σαν ένα θεμελιακό και ενεργητικό υποκείμενο που δεν αποκλείει τη θέληση και την ενέργεια των ανθρωπίνων όντων, μαζί με τα ανθρώπινα όντα όλα τα στοιχεία του σύμπαντος έχουν υποστασιωθή μέσα στον Θεό που ενσαρκώθηκε. Έτσι, κανένα πλάσμα δεν έχει πια κίνηση αποσυνδεδεμένη από τη θεία ενέργεια. Όλα τα στοιχεία του σύμπαντος γίνονται επίσης τμήματα του Θεού, που τείνουν προς το τέλος τους μέσα στον Θεό σαν σκοπό που τους δόθηκε από τον Θεό. Σ’ αυτές τις γραμμές έχει διατυπωθή και η κοσμολογική διδασκαλία του αγίου Μαξίμου. Ολόκληρος ο κόσμος έχει προορισθή να θεωθή αλλά με τη μεσολάβηση της ανθρώπινης φύσης, που αποτελείται από την ψυχή και το σώμα. Η σημασία της ψυχής εμφανίζεται σ’ όλο το μέγεθός της ακριβώς επειδή είναι ενωμένη με το σώμα. Γιατί δια μέσου του σώματος είναι ενωμένη με τον κόσμο. Και δια μέσου της ο Θεός θεοποιεί τον κόσμο. Η ψυχή ως προς το σώμα και δια μέσου του ως προς τον κόσμο ολόκληρο κάνει το έργο που κάνει ο Θεός ως προς την ψυχή. Ενώ η θεωρία αυτή αγκαλιάζει με μιαν αισιόδοξη αντίληψη ολόκληρο τον κόσμο, ο πλατωνικός ωριγενισμός παίρνει μιαν ολότελα αρνητική στάση ως προς τον υλικό κόσμο που γι’ αυτόν δεν είναι άλλο από μια φυλακή για τα πνεύματα»: «………. ιν’ όπερ εστί Θεός ψυχή, τούτο ψυχή σώματι γένηται, και εις αποδειχθή των όλων Δημιουργός, αναλόγως δια της ανθρωπότητος πάσιν επιβατεύων τοις ούσι, και εις εν έλθη τα πολλά αλλήλων κατά φύσιν διεστηκότα περί την μιαν του ανθρώπου φύσιν αλλήλοις συννεύοντα, και γένηται τα πάντα εν πάσιν αυτός ο Θεός, πάντα περιλαβών και ενυποστήσας εαυτώ, δια του μηδέν έτι των όντων άφετον κεκτήσθαι την κίνησιν, και της αυτού άμοιρον παρουσίας, καθ’ ην και θεοί και τέκνα και σώμα και μέλη και μοίρα Θεού και τα τοιαύτά εσμεν και λεγόμεθα τη προς το τέλος αναφορά του θείου σκοπού».

Εκτός αυτών στο έργο του αγίου Μαξίμου αναφέρονται οι έννοιες: διαφορά και διαίρεση. Κατά τον άγιο Μάξιμο, άλλο είναι διαφορά, και άλλο διαίρεση. Ο άνθρωπος διαφέρει από τα άλλα ζώα, αλλά δεν είναι διηρημένος από αυτά. Γι’ αυτό και αν ερωτάτο σήμερα ο άγιος Μάξιμος, για τη σχέση ανθρώπου και άλλων ζώων, όπως αυτή προβάλλεται από τη σύγχρονη Βιολογία, θα έλεγε: «Ναι, ο άνθρωπος έχει βιολογικό δεσμό με τα άλλα ζώα, (όπως αποδεικνύει και η σύγχρονη Βιολογία). Αλλά και διαφέρει από αυτά ως προς το αυτεξούσιο και την ελευθερία». Η διαφορά δεν πρέπει να μας οδηγήσει στο να δεχθούμε διαίρεση, ωσάν ο άνθρωπος να μην ήταν ενωμένος με τη λοιπή δημιουργία, οπότε και θα ήταν αδύνατος ο ρόλος του ως μεσίτου μεταξύ Θεού και κόσμου, στον οποίο ρόλο επιμένει ο άγιος Μάξιμος τόσο πολύ. Αλλά και η βιολογική του ένωση με τα λοιπά ζώα, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει και διαφορά. Γιατί τα ζώα στερούνται του αυτεξουσίου και τής ελευθερίας που έχει ο άνθρωπος. Αν λοιπόν αρνηθούμε τη βιολογική συνέχεια τού ανθρώπου με τα άλλα ζώα, τότε η μεσιτεία τού ανθρώπου μεταξύ υλικού κόσμου και Θεού, καθίσταται αδύνατη. Και αν δεν δεχθούμε τη διαφορά μεταξύ αυτών των δύο, τότε η μεσιτεία αυτή καθίσταται ανελεύθερη και αναγκαστική. Και αυτό έχει πελώρια σημασία, (η φιλοσοφική αυτή θέση τού αγίου Μαξίμου), ότι άλλο διαφορά και άλλο διαίρεση. Η κοσμολογία λοιπόν τού αγίου Μαξίμου, είναι ανθρωποκεντρική. Ο άνθρωπος είναι κεκλημμένος από τον Θεό, να υπηρετήσει την ενότητα της δημιουργίας και την ανύψωσή της σε κοινωνία με τον Θεό. Δεν είναι όμως η κοσμολογία του ανθρωπομονιστική. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να νοηθεί αποκομμένος από τη λοιπή υλική δημιουργία. Είναι και αυτός μέρος της. Και ό, τι συμβαίνει στην υλική δημιουργία έχει άμεσες επιπτώσεις και σ’ αυτόν.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ

Και  ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός παραδέχεται, ότι μετέχει και του ζωικού βασιλείου, καθότι ο άνθρωπος κοινωνεί και με τα άψυχα και μετέχει στη ζωή των αλόγων όντων και συνάμα έχει πάρει τη νόηση των λογικών. Με τα άψυχα κοινωνεί κατά το σώμα και την κράση, που έχει από τα τέσσερα στοιχεία, με τα φυτά κατά τα παραπάνω και κατά τη θρεπτική και την αυξητική και σπερματική, δηλαδή τη γεννητική δύναμη, με τα άλογα όντα και κατά τις παραπάνω σχέσεις, αλλά επιπλέον και κατά την όρεξη, δηλαδή το θυμό κα την επιθυμία και κατά την αίσθηση και κατά την ενστιγματική κίνηση: «Χρη γινώσκειν, ότι ο άνθρωπος και τοις αψύχοις κοινωνεί και της των αλόγων μετέχει ζωής και της των λογικών μετείληφε νοήσεως. Κοινωνεί γαρ τοις μεν αψύχοις κατά το σώμα και την από των τεσσάρων στοιχείων κράσιν, τοις δε φυτοίς κατά τε ταύτα και την θρεπτικήν και αυξητικήν και σπερματικήν ήγουν γεννητικήν δύναμιν, τοις δε αλόγοις και εν τούτοις μεν, εξ επιμέτρου δε κατά την όρεξιν ήγουν θυμόν και επιθυμίαν και κατά την αίσθησιν και την καθ’ ορμήν κίνησιν» (Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως, Β΄ 12, περί ανθρώπου).

ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΣΑΡΩΦ

Ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ καταγράφεται χαρακτηριστικά από τον μαθητή του Μοτοβίλωφ, που είχε και αυτός την εμπειρία του αγίου Πνεύματος, όπως και ο γέροντάς του. Έτσι στα απομνημονεύματά του αναφέρει σχετικά: «Για τον στάρετς, όπως και για τους Πατέρες της Εκκλησίας, ο Αδάμ κυριαρχεί στην ιστορία, όχι μόνο, αλλά και όλης της κτίσεως. Η σκέψη του δεν έρχεται σε αντίθεση με τις διάφορες επιστημονικές θεωρίες, για την καταγωγή του ανθρώπου. Κατ’ αυτόν ο Αδάμ δημιουργήθηκε ζώον, όμοιο με τάλλα πλάσματα που ζουν στη γη, αν και ανώτερος απ’ όλα αυτά. Θα έμενε ζώον, αν δεν είχε δεχθεί «την πνοήν ζωής» -το Πνεύμα- που τον έκανε συγγενή με το Θεό. Ο άνθρωπος μόνο ζωοποιήθηκε από την ίδια την πνοή του Θεού, η ύπαρξή του θεμελιώνεται απ’ ευθείας στη χάρη του Αγίου Πνεύματος, λέγουν οι Πατέρες της Εκκλησίας».

ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ

            Στη Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών διαβάζουμε:

«Ο άνθρωπος μόνος του Θεού δεκτικός εστι. Τούτω γαρ μόνω τω ζώω ομιλεί ο Θεός, νυκτός μεν δι’ ονείρων, ημέρας δε δια του νου» (Α΄, 25, ρνθ΄).

«το νοερόν και λογικόν ζώον, ο άνθρωπος, μόνος εκ πάντων εστι κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού» (Β΄, 238, 4).

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

            ΠΗΓΕΣ

 

– Αμερικανική Επιστημονική Ένωση Σύγχρονος Επιστήμη και Χριστιανική Πίστις

Βικιπαίδεια. 1/ Γονίδιο 2/ Χιμπαντζής

– Γκοραϊνωφ Ειρ.         Ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ

– Εξελικτική Δημιουργία ιστοχώρος: www.exeldim.gr

Ιω. Δαμασκηνού. Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως.

Καισαρείας Βασίλειου. Ομιλίαι θ΄ εις την εξαήμερον.

– Καλαντζάκη Στ.Εν αρχή εποίησεν ο Θεός

– Καλόμοιρου Αλ. Περί Βίβλου, Ζωής και Δημιουργίας

– Κοστώφ Ιωάν. Συμβολή στη τελετή λήξεως της θεωρίας της εξελίξεως

Μάξιμου Ομολογητή. Περί διαφόρων αποριών των αγίων Διονυσίου και Γρηγορίου.

– Ματσούκα Νικ. Επιστήμη, φιλοσοφία και θεολογία στην εξαήμερο Μ. Βασιλείου

– Μεσογαίας Νικολάου Αρχή Χρόνου – Αρχή Κόσμου – Αρχή Ζωής

– Μπρατσιώτη Νικ. Ανθρωπολογία της Π. Διαθήκης

Μπρούσαλη Παγκράτιου. Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, Περί κατασκευής του ανθρώπου

– Νύσσης Γρηγορίου  Περί κατασκευής ανθρώπου

Νύσσης Γρηγορίου. Απολογητικός προς Πέτρον τον αδελφόν αυτού περί της εξαημέρου

– Ο.Ο.Δ.Ε. Διαδικτυακός τόπος www.oodegr.com

– Περγάμου Ιωάννη Σημειώσεις Δογματικής από παραδόσεις στο ΑΠΘ

– Ρωμανίδη Ιωάν.. Σημειώσεις από παραδόσεις στο ΑΠΘ

– Φιλοκαλία Των ιερών νηπτικών πατέρων

– Χατζηνικολάου Αστ. Αρχή και τέλος του κόσμου

            Ι. ΚΑΡΔΑΣΗΣ                                                                                     20.2.13

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο φαρισαίος ηγούμενος. Μια διδακτική ιστορία από τον βίο του Αγίου Ιλαρίωνα Τρόϊσκι.

Οι αληθινά άγιοι αγωνίζονται να κρατούν πάντοτε το γνήσιο ταπεινό φρόνημα του τελώνη. Ποτέ δεν πίστευαν στην «αγιότητά τους και στα χαρίσματά τους». Και φυσικά, έστω κι αν ήταν φανερά κάποια χαρίσματα του Θεού στην ζωή τους, ποτέ δεν το διαφήμιζαν. Αντίθετα το έκρυβαν και πολλές φορές ζητούσαν από τον Θεό να τους αφαιρέσει από τον φόβο του πάθους της κενοδοξίας.

———————————————————————————————————-

ΙΛΑΡΙΩΝ  ΤΡΟΪΤΣΚΙ

Το 1929 κοιμήθηκε ο Ρώσος Ομολογητής Αρχιεπίσκοπος  Άγιος Ιλαρίων Τρόϊτσκι.

Στον βίο του διαβάζουμε ότι ήταν «ορκισμένος εχθρός της υποκρισίας και κάθε είδους ευσεβισμού».

Κατά την διάρκεια της εξορίας του σε στρατόπεδο συγκέντρωσης ήταν σε ομάδα εργασίας μαζί με άλλους εξόριστους κληρικούς. Όλοι είχαν καταλάβει ότι ο άγιος Ιλαρίων δεν επικροτούσε κάποιες συμπεριφορές, όπως «το να αποκαλείς τον εαυτό σου αμαρτωλό, το να κάνεις μακρές «ευσεβείς» συζητήσεις ή το να επιδεικνύεις την αυστηρότητα της ζωής σου…. Ακόμα περισσότερο το «να σκεφτείς για τον εαυτό σου κάτι περισσότερο από ό,τι είσαι στην πραγματικότητα».

Έφεραν κάποτε στην ομάδα τους έναν καινούργιο εξόριστο, που ήταν ηγούμενος.

Τον ρώτησε ο Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων.

-Γιατί σας συνέλαβαν;

-Τελούσα ακολουθίες στο σπίτι μου, όταν έκλεισαν το μοναστήρι, απάντησε ο ηγούμενος. Μαζευόταν κόσμος  και γίνονταν θαύματα.

-Ά! έτσι; Ώστε γίνονταν «θαύματα»; Και πόσα χρόνια σας έριξαν εξορία;

-Τρία χρόνια.

-Μμμ! Λίγα είναι! Για τα « θαύματα»  έπρεπε να σας ρίξουν περισσότερα! Η σοβιετική εξουσία δεν πρόσεξε….

Και καταλήγει ο βιογράφος του Αγίου Ιλαρίωνα, μητροπολίτης  Ιωάνης Σνίτσεφ.

«Είναι αυτονόητο ότι, το να μιλάς  για «θαύματα» που γίνονται με τις δικές σου προσευχές, είναι κάτι περισσότερο από αναίδεια».

(ΠΗΓΗ.Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊσκι.Εκδ.ΑΘΩΣ-ΣΤΑΜΟΥΛΗ,μετάφραση πρωτ.Ιωάννη Φωτόπουλου).

Επιμέλεια  κειμένου: πρωτ. Δημήτριος Αθανασίου

Αγίου Ανδρέου Κρήτης, Λόγος περί της υποθέσεως του Τελώνου και του Φαρισαίου

Ομιλία του Αγίου Ανδρέου, Αρχιεπισκόπου Κρήτης 
περί της υποθέσεως του Τελώνου και του Φαρισαίου
Το περιεχόμενον της παραβολής του Τελώνου και του Φαρισαίου αποτελεί κάτι σαν προγύμνασμα και προετοιμασία, γι’ αυτούς που θέλουν να πλησιάσουν την ιερά ταπείνωση, που περιέχεται σε όλες τις αρετές, επάνω στις οποίες στηρίζεται πράγματι η Βασιλεία των ουρανών, και να απέχουν από την θεομίσητον αλαζονείαν, η οποία αποτρέπει τον άνθρωπον από κάθε φιλόχριστον αρετή. Ποίος λοιπόν δεν θα ποθήση να μιμηθή τον τελώνην και την επιστροφήν και την μετάνοιάν του, και δεν θα αποστραφή την έπαρση του Φαρισαίου, αφού η μεν ταπείνωσις συνδέεται με τον Χριστόν, η δε αλαζονεία με τον υπερήφανον δαίμονα;

Η αλαζονεία είναι χωρίς αμφιβολία αυτή που έκανε τον πρώτον από τους αγγέλους, που ονομαζόταν και εωσφόρος, διάβολον. Αυτή εξεδίωξε τον γενάρχην Αδάμ από τον Παράδεισον. «Καθείλε δυνάστας από θρόνων και ύψωσε ταπεινούς». «Κύριος υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν». Αυτή καταδικάζει τον Φαραώ: «Είπεν άφρων εν τη καρδία αυτού, ουκ έστι Θεός». Αυτή κατέβαλε τον Ναβουχοδονόσορα, διότι «Κυρίω Θεώ σου προσκυνήσεις και αυτώ μόνω λατρεύσεις», και «ου ποιήσεις ουδέν ομοίωμα». Αν και του ενός η αρρώστια εθεραπεύθη, ενώ του άλλου το πάθος κατήντησεν έξις. Αληθώς, πυρετός είναι η υπερηφάνεια που αδρανοποιεί την ευαισθησία του αρρώστου, ψυχασθένεια φοβερά που ερεθίζει τον άνθρωπο προς πτώσιν, υδρωπικία είναι, γεμάτη από υγρό και αέρα. «Τις γαρ αναβήσεται εις το όρος Κυρίου; Αθώος χερσί και καθαρός τη καρδία, ος ουκ έλαβε επί ματαίω την ψυχήν αυτού». Τοιαύτη ήταν η ματαιότης και η αγερωχία του Τύρου, που αφαιρώντας του και την τελευταίαν ικμάδα χάριτος, τον άφησε σαν ξηραμένην γη. Οπωσδήποτε το γνωρίζετε αυτό και με τον λόγο και με την πείρα. Ο αλαζών δεν αισθάνεται την ανάγκη της τελειοποιητικής χάριτος του Θεού, και γι’ αυτό είναι άνυδρος και ξηρός, αφού του λείπει η ζωτική θερμότης και η ζωογόνος υγρασία. Σ’ αυτόν, όπως στο απογυμνωμένον δένδρο, φτιάχνει την φωλιά του ο νυκτοκόρακας διάβολος.
Και με ένα λόγον, η ταπείνωσις είναι τροφός των αρετών, αρχή και τέλος και κεφαλή του κάλλους της χριστιανικής ευσεβείας. Αφανισμός των παθών, διατήρησις της υγρασίας στην ρίζα της πίστεως. Η ταπείνωσις συνυπάρχει με τον φόβον του Θεού, ο οποίος διώκει την ανομίαν, όπως είπαν και ο Ιερεμίας και ο Σολομών. Είναι αληθές ότι «Αρχή σοφίας φόβος Κυρίου». Αυτή κάνει τον Τελώνη κήρυκα του Πνεύματος, η δε αλαζονεία κατασκευάζει τον Φαρισαίον, τύμπανον κενό που ματαίως αλαλάζει. Αληθώς σαν τα ρόδια των Σοδόμων είναι ο υποκριτής, πεπόνι όμορφον απ’ έξω, αλλά εσωτερικώς σάπιος και άχαρος.
Ανέβη στον ναόν ο Τελώνης, και μάλιστα ανέβη και σωματικώς και ψυχικώς. Ανέβη στον ναόν ο Φαρισαίος σωματικώς, όχι όμως και ψυχικώς. Διότι ο μεν ένας ανέβη κατεβαίνοντας ψυχικώς με την ταπείνωση, ενώ ο άλλος κατέβη ψυχικώς ανεβαίνοντας με την υπερηφάνεια. Ο ένας ανέβη με «αναβάσεις εν τη καρδία αυτού», κατά τον Δαυίδ, επήρε δηλαδή τον δρόμο που οδηγεί στον Παράδεισον, ενώ ο άλλος κατέβη κατεβαίνοντας στον εωσφόρο, τον αρχηγόν της υπερηφανείας. Ο ένας ανέβη με την ανάβαση και την επίδοση στις αρετές, ενώ ο άλλος κατέβη από τις αρετές, και από αυτές επέρασε στις κακίες.
Πολλοί έρχονται μέσα στον ναόν, αλλά λίγοι μετέχουν της ιερότητός του, διότι δεν είναι άξιοι του οίκου του Θεού. Επειδή ο υπερήφανος «ου μένει εν τη αγάπη, ο δε μη μένων εν τη αγάπη, εν τω Θεώ ου μένει», κατά τον Ιωάννην. Ενώ αυτός που παραμένει στην αγάπη, μένει στον Θεόν, και ο Θεός σ’ αυτόν, και είναι ναός Θεού, σύμφωνα με τον Παύλον. Αυτοί οι άνθρωποι κυρίως εισέρχονται στον ιερόν ναό του Θεού, στους οποίους και ο Θεός ενεργεί με ιδιαίτερον τρόπο. Φωτίζει δε ο Θεός μόνον τους νηπίους και μικρούς, κατά τον μουσουργόν Δαυίδ. Διότι «όπου ταπείνωσις, εκεί και σοφία» κατά τον Σολομώντα. Σοφία πίστεως και σοφία πράξεως.
Αυτή η σοφία έλειπε από τον Φαρισαίο, γι’ αυτό και σαν υποκριτής που είναι, ευχαριστεί μόνον για τα εξωτερικά τον Θεόν, εσωτερικώς δε γίνεται αχάριστος προς τον Θεόν. Διότι δεν τηρεί την εντολήν «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως εαυτόν». Ήταν καλός ο λόγος «ευχαριστώ σοι», επειδή ο Φαρισαίος δεν απέδιδε την αρετήν στον εαυτόν του, όπως ο Ναβουχοδονόσορ και ο Σεμεΐας και ο Πέτρος. Σ’ αυτήν την υπερηφάνεια είχε πέσει ο εωσφόρος και ο Αδάμ. Ενόμιζε όμως πως έχει αυτό που δεν είχε. Και αν το είχε, το έχασε με την υπερηφάνεια. Επειδή κι εκείνος που έχει, οφείλει να ομολογή ότι δεν έχει, και να λέγη: «Αχρείος δούλος ειμί», επειδή «ου δικαιωθήσεται ενώπιόν σου πας ζων».
Πράγματι αποβάλλει την αρετήν αυτός που δεν ταπεινώνεται και αυτός που δεν αγαπά, καταφρονεί. Αληθώς, είναι αρχή κάθε είδους αμαρτίας η υπερηφάνεια. Αυτήν ακολουθεί ο φθόνος, τον φθόνον ο φόνος. Εξ αιτίας αυτής ο Αβεσσαλώμ βλέπει σαν εχθρόν τον πατέρα του, και σπεύδει να τον φονεύση. Είναι όντως χειρότερος ο κρυφός κακός από τον φανερόν, και δεν διαφέρει από τον διάβολον, ο οποίος εξηπάτησε τον πρωτόπλαστο με τον όφιν.
Γι’ αυτό ο φανερά κακότροπος δικαιώνεται, και ο αφανής καταδικάζεται. Επειδή ο ένας έχει μόνον τους κακούς τρόπους, ενώ στον άλλον ακολουθούν το ψεύδος και η απάτη, και γι’ αυτό η άκρα αλήθεια τον αποδιώκει. Επειδή η αγάπη είναι που χαρακτηρίζει τους εκλεκτούς, σύμφωνα με την δευτέραν επιστολή του Πέτρου, το πρώτο κεφάλαιο της προς Εφεσίους του Παύλου και το τρίτο προς Κολασσαείς, η δε έχθρα αποδοκιμάζει.
Ο Τελώνης ανεγνώρισε την αμαρτία του, και εδικαιώθη, φεύγοντας μακριά της. Γι’ αυτό και ζει, σύμφωνα με τον Ιεζεκιήλ. Αυτή την ζωήν ηύρε και ο Δαυίδ, όπως του απεκάλυψε ο Νάθαν. Ο Φαρισαίος δεν ανεγνώρισε την αμαρτία του και έφυγε μακριά από την ζωή. Και πρόσεξε πάλι καλά τι λέγει το Ευαγγέλιον: «Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το Ιερόν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος Τελώνης». Για παραδειγματισμόν των ανθρώπων οι οποίοι δικαιώνουν τους εαυτούς των και εξουθενώνουν αυτούς που αμαρτάνουν. Παρουσιάζει ο Κύριος τον Φαρισαίον ως παράδειγμα των υπερηφάνων, τον δε Τελώνην ως παράδειγμα αυτών που αμαρτάνουν αλλά προσεύχονται και εξομολογούνται με συντετριμμένην καρδίαν, ώστε να μας διδάξη όλους να μισούμε την υπερηφάνεια, την δε ταπείνωση να την αγαπούμε.
Δείχνει καθαρά από αυτήν την παραβολήν ο Χριστός, ότι η μεν δικαιοσύνη και η αρετή είναι μεγάλες και φέρουν τον άνθρωπο κοντά στον Θεόν, όταν όμως συνδυασθούν με την υπερηφάνεια, ρίπτουν τον άνθρωπο στον κατώτερον βυθό. Αυτό έπαθε και ο Φαρισαίος και από αυτήν την αιτία κατεκρίθη και κατέληξε στην απώλεια. Διότι η αδικία και η αμαρτία είναι βδελυκτή και μισητή και βαρυτέρα από κάθε κακίαν, και απομακρύνει τον άνθρωπον από τον Θεόν. Ενώ η ταπείνωσις με την μετάνοια και την εξομολόγηση, τον δικαιώνει και τον αξιώνει της σωτηρίας, τον φέρει δε και τον τοποθετεί κοντά στον Θεόν. Αυτό ηύρε ο Τελώνης και από αυτήν την αιτίαν εδικαιώθη και ηξιώθη της σωτηρίας.
«Ο Φαρισαίος σταθείς προς εαυτόν, είπε. Ο Θεός ευχαριστώ σοι, ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι». Αλίμονο, τι υπερηφάνεια! Ο Κύριος και ο Ησαΐας την κατακρίνουν, επειδή αυτή κατέβασε τον Ιωσήφ στην Αίγυπτο, και προξένησε στον Φαραώ το θράσος και ακολούθως όλα τα κακά τότε στην Αίγυπτο. Αλίμονο στο αναιδέστατο στόμα. Δεν είμαι, λέγει, όπως οι άλλοι άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί ή και όπως αυτός εδώ ο Τελώνης. Ως αρχή της υπερηφανείας εμφανίζεται η ύβρις. Διότι όποιος περιφρονεί τους άλλους και τους θεωρεί σαν ένα τίποτε, και τους αποστρέφεται, άλλους ως πτωχούς, άλλους ως ταπεινής καταγωγής, άλλους ως αμαθείς και απλοϊκούς, άλλους δε ως αδίκους και αμαρτωλούς, από αυτήν την ύβρη παρασύρεται, και μόνον τον εαυτόν του θεωρεί σοφόν, συνετόν, ευγενή, πλούσιον, δυνατόν, δίκαιον και ανώτερον από όλους τους ανθρώπους. Πράγματι, η ύβρις είναι αρχή της υπερηφανείας, και η υπερηφάνεια κακόν γεννημένον από την ύβρη. Γι’ αυτό και η περιβόητος ημέρα του Κυρίου θα εκδικηθή κάθε υβριστήν και υπερήφανον, επειδή οι αμαρτίες αυτές ως συγγενείς τιμωρούνται με τον ίδιον τρόπο.
Ο Φαρισαίος έδειξε και με το σχήμα και με την στάση του την υψηλοφροσύνη και την αλαζονεία που είχε. Και τα λόγια του στην αρχή μεν ήσαν λόγια ευγνωμοσύνης, διότι έλεγε «ο Θεός ευχαριστώ σοι». Μετά απ’ αυτά όμως, όσα είπε ήσαν γεμάτα από αλαζονεία και υπερηφάνεια. Επειδή δεν είπε: Συ με δημιούργησες, Κύριέ μου, και με την βοήθεια την ιδική σου ελευθερώνομαι από κάθε αδικία και αρπαγήν και από τα άλλα κακά. Διότι λέγει: «Τι έχεις ο ουκ έλαβες;». Αλλά όλα τα κατορθώματα θεωρούσε ότι τα είχε κατορθώσει με την ιδικήν του δύναμη. Κάθε άνθρωπος πρέπει να γνωρίζη με βεβαιότητα ότι χωρίς την βοήθεια του Θεού, δεν ημπορεί, ούτε έχει τη δύναμη να κατορθώση κάτι καλό. «Χωρίς εμού» λέγει ο Χριστός «ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Και ο Απόστολος «ου του θέλοντος ουδέ του τρέχοντος, αλλά του ελεούντος Θεού»…
Γι’ αυτό ο μεν Τελώνης ήταν κήπος που έπλεε στα πνευματικά ύδατα, ο δε Φαρισαίος βαλανιδιά χωρίς φύλλα, σύμφωνα με τον Ησαΐα και τον Σολομώντα. Διότι αν και έχουμε τιμηθή με το αυτεξούσιον της προαιρέσεως, αλλ’ όμως χωρίς την συμμαχίαν από υψηλά, κανένα ανδραγάθημα δεν θα κατορθώσωμε να επιτελέσωμε. Μη λοιπόν θεωρούμε ιδικές μας τις νίκες στους αγώνες. Ιδική μας είναι μόνον η προαίρεσις για το καλλίτερον, και η προσπάθεια, του Θεού δε η πραγματοποίησις της αγαθής επιθυμίας και διαθέσεως εκείνου ο οποίος δεν έχει εκ φύσεως την δυνατότητα, αλλά λαμβάνει από την χάρη την ικανότητα να λέγη «ημπορώ…». Ο αντίθετος ισχυρισμός είναι περιαυτολογία και καύχησις. «Τι γαρ έχεις o ουκ έλαβες; ει δε και έλαβες, τι καυχάσαι ως μη λαβών;».
«Νηστεύω δις του Σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι». Επειδή κατηγόρησε τους άλλους ανθρώπους και τον Τελώνην ο Φαρισαίος ότι είναι μοιχοί και άρπαγες, αυτός προβάλει αλαζονικώς απέναντι από την μοιχεία την νηστεία. Επειδή η πορνεία προέρχεται από την απόλαυση. Διότι ο χορτασμός είναι πατέρας της ύβρεως, και η πορνεία γεννιέται από το γεμάτο στομάχι. Ο Φαρισαίος όμως καταξηραίνοντας το σώμα με την νηστείαν, εκαυχάτο ότι απέχει πολύ από αυτά τα πάθη. Επειδή οι Φαρισαίοι νηστεύουν δύο ημέρες της εβδομάδος, Δευτέρα και Πέμπτη. Απέναντι δε στο «άρπαγες και άδικοι», ο Φαρισαίος έβαλε το «αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι». Εκαυχήθη ότι τόσον εναντιώνετο στην αρπαγή και στην αδικίαν, ώστε να δίδη και τα ιδικά του σε άλλους. Διότι οι Εβραίοι έδιδαν το ένα δέκατον από όσα είχαν, και αργότερα τα τρία δέκατα, το ένα τρίτον δηλαδή της περιουσίας τους. Αλλά και τις απαρχές και τα πρωτοτόκια και άλλα πολλά έδιδαν για τα αμαρτήματα, περί καθαρισμού, στις εορτές, όταν εγίνοντο περικοπές στα χρέη τους, και όταν ελευθέρωναν τους δούλούς και επίσης όταν έπαιρναν δάνεια χωρίς τόκον. Όλα αυτά εάν συμψηφισθούν και υπολογισθούν, δείχνουν ότι την μισήν περιουσία τους την έδιδαν στους άλλους ανθρώπους, χωρίς να υψηλοφρονούν και να αλαζονεύωνται ότι κάνουν κάτι μεγάλο. Και μάλιστα ας αναλογισθούμε ότι το Ευαγγέλιον λέγει: «Εάν μη περισσεύση η δικαιοσύνη υμών πλείον των Γραμματέων και Φαρισαίων, ουκ εισελεύσεσθε εις την βασιλείαν των ουρανών».
«Ο δε Τελώνης μακρόθεν εστώς, ουκ ήθελε ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ’ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων. Ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. Λέγω υμίν ότι κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού. Ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται». Επειδή ο Τελώνης δεν είχεν έργα αγαθά, ούτε να τα απαριθμήση ημπορούσε στην προσευχή του όπως ο Φαρισαίος. Αλλά κτυπούσε το στήθος και μαστίγωνε την καρδία του, και με πολλήν συντριβή και κατάνυξιν έλεγε: «Ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Γι’ αυτό και εξιλεώνεται από τον ελεήμονα και διαλλακτικόν Κύριον. Διότι όλα τα αμαρτήματα τα αφανίζει η ταπεινοφροσύνη, η δε υπερηφάνεια αφανίζει όλες τις αρετές, επειδή είναι μεγαλυτέρα και βαρυτέρα από κάθε αμαρτία και κακία. Είναι καλύτερα, όταν αμαρτάνωμε, να επιστρέφωμε και να ταπεινωνώμεθα, παρά να κατορθώνωμε κάτι και μετά να υψηλοφρονούμε. Ο Τελώνης απηλλάγη από τα αμαρτήματα, επειδή εδέχθη την κατηγορίαν του Φαρισαίου με πραότητα και υπομονήν, ενώ ο Φαρισαίος από την δόξα έπεσε στο βάραθρον της ατιμίας, επειδή εδικαίωσε τον εαυτόν του και κατηγόρησε τον Τελώνη και τους άλλους ανθρώπους. Ο Τελώνης από την αξιοκατάκριτον ζωή και την αμαρτίαν επανήλθε στην μακαρίαν ζωή και κατάσταση, ενώ ο Φαρισαίος εταπεινώθη εξ αιτίας του μεγέθους της υψηλοφροσύνης του.
Δύο πράγματα απαιτούνται από όλους τους ανθρώπους, να κατακρίνωμε τα ιδικά μας αμαρτήματα και να συγχωρούμε τα αμαρτήματα των άλλων. Διότι εκείνος που βλέπει τα ιδικά του αμαρτήματα, συγχωρεί πιο εύκολα τους άλλους, ενώ εκείνος που κατακρίνει τους άλλους, τον ίδιον του εαυτόν κατακρίνει και καταδικάζει, έστω και αν έχη πολλές αρετές. Αληθώς μεγάλο πράγμα είναι το να μη κατακρίνωμε τους άλλους, αλλά τους εαυτούς μας, αδελφοί. Εμείς όμως, αφήνοντας τις ιδικές μας αμαρτίες, τους άλλους ιδίως κατακρίνουμε, τους άλλους εξετάζουμε, μη γνωρίζοντας ότι ακόμη και αν είμεθα δικαιότεροι από άλλους, εάν κατακρίνωμε τους άλλους, γινόμεθα ένοχοι και είμεθα άξιοι της ιδίας τιμωρίας και των ιδίων βασάνων, των οποίων είναι άξιος και αυτός τον οποίον κρίνουμε. «Ω γαρ κρίματι κρίνετε» λέγει, «τούτω και κριθήσεσθε». Διότι αυτός που πορνεύει, παραβαίνει εντολήν, όπως και εκείνος που τον κρίνει. Ώστε και οι δύο παραβαίνουν θείαν εντολή, και αυτός που πορνεύει και εκείνος που κρίνει.
Αλλά ας μεταφέρωμε μάλλον την εξέταση των άλλων και την λεπτομερή ενασχόληση στους εαυτούς μας, αγαπητοί. Και εάν ιδούμε κάποιους να αμαρτάνουν, εμείς ας έχωμε τις ιδικές μας αμαρτίες ενώπιον των οφθαλμών μας, και ας θεωρούμε τα ιδικά μας χειρότερα από των άλλων. Διότι εκείνος που ημάρτησε, ίσως και την ώραν της αμαρτίας να μετενόησε, ενώ εμείς μένουμε πάντοτε αδιόρθωτοι κατακρίνοντας και εξετάζοντας άλλους. Εκείνος ο Λωτ, αν και κατοικούσε στα Σόδομα, κανέναν δεν κατέκρινε, κανέναν δεν κατηγόρησε. Γι’ αυτό εδικαιώθη, και διεσώθη από την φωτιά και την πανωλεθρία, στα οποία κατεδικάστησαν οι Σοδομίτες. Ας ταπεινωθούμε λοιπόν και εμείς κατακρίνοντας τους εαυτούς μας, τους εαυτούς μας να ονειδίζωμε για να υψωθούμε, να γίνωμε ακατάκριτοι. Ας αγαπήσωμε την ταπεινοφροσύνην. Με αυτήν εδικαιώθη ο Τελώνης και απέβαλε το φορτίον των αμαρτημάτων του. Ας μισήσωμε την υψηλοφροσύνην, επειδή ο Φαρισαίος από αυτήν κατεκρίθη και έχασε τις αρετές που είχε. Ο Φαρισαίος, επειδή διέπραξε τα καλά με όχι καλόν τρόπο, κατεκρίθη. Ο Τελώνης απορρίπτοντας με καλόν τρόπο τα μη καλά έργα, εδικαιώθη. Διότι ο Θεός είδε με συμπάθειαν τον στεναγμόν του Τελώνου, και την συντριβήν του και τα κτυπήματα του στήθους του, και αφού εδέχθη το «ιλάσθητι» τον εδικαίωσε μαζί με τον Άβελ. Τις δε θυσίες και τις αρετές και τα κατορθώματα του καυχησιολόγου και υπερηφάνου Φαρισαίου τις εσιχάθη και τις απεστράφη, και τον κατεδίκασε, όπως τον αδελφοκτόνο Κάιν, για την ιδίαν αιτία. Να μάθωμε, αδελφοί, και να διδαχθούμε να κάνωμε μεγάλα κατορθώματα. Να μην υψηλοφρονούμε όμως γι’ αυτά. Και αν γίνωμε καλοί, δίκαιοι και επιεικείς και πονόψυχοι και ελεήμονες, εμείς να ταπεινωνώμεθα και να μην έχωμε υπεροψία και αλαζονεία, μήπως χάσωμε τους κόπους και τους πόνους μας. Διότι λέγει ο Κύριος «όταν ταύτα πάντα ποιήσητε, λέγετε ότι αχρείοι δούλοι εσμέν, ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι, πεποιήκαμεν».
Είναι αναγκαίον και απαραίτητον χρέος να προσφέρωμε στον Θεόν των όλων την δουλικήν ταπείνωση, την υπομονήν, την υποταγήν, την υπακοήν, την ευγνωμοσύνη, την ευχαριστία, και να μεγαλύνωμε και να προσκυνούμε το πανάγιον θέλημά του, και να μην αισθανώμεθα σαν δαγκώματα τους ελέγχους και τις ύβρεις των άλλων, ούτε να καταβαλλώμεθα στους πειρασμούς, ούτε να δυσανασχετούμε, όταν μας κατηγορούν, διότι και από αυτά καρπωνόμεθα πολλήν ωφέλειαν. Ας μάθωμε και ας γνωρίσωμε, αδελφοί μου, την δύναμη και την ενίσχυση και την βοήθεια της ταπεινώσεως. Ας μάθωμε την καταδίκη και την ζημία και την απώλεια που προξενεί η υψηλοφροσύνη.
Και επειδή είναι μεγάλο αγαθόν η μετάνοια και η εξομολόγησις και η συντριβή και τα δάκρυα και οι από το βάθος της καρδίας μας στεναγμοί και η κατάνυξις, γι’ αυτό παρακαλώ να εξομολογήσθε στον Θεόν συνεχώς και να του φανερώνετε τα αμαρτήματά σας. Διότι εάν του παρουσιάζωμε γυμνήν την συνείδησή μας, και του δείχνωμε τα τραύματα των ψυχών μας, και δεν κρίνωμε τους άλλους, ούτε αποθηριωνόμεθα με τις ύβρεις των συνανθρώπων μας ούτε λυπούμεθα για τις κατηγορίες και τις αδικίες τους, θα μας λυπηθή ο φιλάνθρωπος Κύριος και θα μας κεράση τα φάρμακα της συμπαθείας και της ευσπλαχνίας του. Θα τα βάλη στα τραύματα μας και θα μας θεραπεύση. Ας δείξωμε τα αμαρτήματά μας στον Κύριον, ο οποίος δεν εντροπιάζει, αλλά θεραπεύει. Διότι και αν εμείς σιωπήσωμε, εκείνος τα γνωρίζει όλα.
Ας ειπούμε λοιπόν τα αμαρτήματά μας, αδελφοί, και ας εξομολογηθούμε καθαρά στον Κύριον, για να κερδίσωμε την συμπάθειάν του. Ας αφήσωμε τις αμαρτίες μας εδώ για να πάμε εκεί καθαροί και έτοιμοι, και να εισαχθούμε από τον δίκαιον Κριτή στην Βασιλεία του την ατελεύτητο και αιωνία, και να κληρονομήσωμε τις μελλοντικές εκείνες και αγέραστες διαμονές και την απέραντο χαρά και απόλαυση, τα οποία είθε να επιτύχωμε εν αυτώ Χριστώ τω Θεώ ημών, ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
(6ος -7ος αιών. Migne P.G., τ. 97, στ. 1255. Από το βιβλίο «Πατερικόν Κυριακοδρόμιον», σελίς 449 και εξής. Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλάς)
πηγή: Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ