Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (π. Δημητρίου Μπόκου)

Ο απόστολος Θωμάς χωρίστηκε από τους άλλους μαθητές και έχασε την ευκαιρία να δει τον αναστημένο Χριστό στην πρώτη του εμφάνιση, «ούσης οψίας τη ημέρα εκείνη τη μιά των σαββάτων». Έδειξε απροθυμία να πιστέψει αμέσως το απίστευτο και έθεσε όρους. Ήθελε να είναι αυτόπτης, να βεβαιωθεί ιδίοις όμμασι, να έχει άμεση εμπειρία. Ο Χριστός ανταποκρίθηκε στην πρόκληση, γιατί ο Θωμάς ήταν ειλικρινής αναζητητής της αλήθειας. Δεν έψαχνε για αφορμές να απορρίψει τον Χριστό, αλλά για ατράνταχτες μαρτυρίες να τον βρει (Κυριακή του Θωμά).

Την ίδια στάση κρατάει ο Θεός απέναντι σε κάθε άνθρωπο που προσπαθεί ειλικρινά να ανακαλύψει την αλήθεια. Σε όποιον υπάρχει το κίνητρο της αγάπης για την αλήθεια, ο Θεός εμφανίζεται.

Λέει ο Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος:

Ένας άντρας ήρθε στην εκκλησία να δώσει ένα δέμα σε κάποιον ενορίτη. Ήταν αρνητικός απέναντι στην πίστη, ιδιαίτερα ανυπόμονος, σχεδόν επιθετικός. Υπολόγισε να έρθει ακριβώς όταν θα τελείωνε η Λειτουργία, επειδή δεν ήθελε να έχει καμμιά σχέση με ό,τι συνέβαινε μέσα σε αυτούς τους τοίχους. Ωστόσο, ο Θεός είχε προνοήσει διαφορετικά.

Έφτασε λίγο πριν τελειώσει ο Εσπερινός. Ανυπόμονα κάθισε στο πίσω μέρος του ναού με το δέμα. Και τότε κάτι συνέβη σε αυτόν… γιατί, ενώ είχε παραδώσει το δέμα και όλοι είχαν φύγει, καθώς γύριζα τον ναό για να ελέγξω ότι όλα ήταν εντάξει, τον βρήκα να κάθεται πίσω κι ευγενικά του εξήγησα ότι ήταν ώρα να πάει σπίτι του. Εκείνος είπε:

«Όχι! Πρέπει να μου εξηγήσεις κάτι: Τί συμβαίνει εδώ; Τί είναι αυτό που με επηρέασε, που με εντυπωσίασε; Δεν έχω καμμιά σχέση με την πίστη. Είμαι βέβαιος ότι ο Θεός δεν υπάρχει! Κι όμως, κάτι συνέβαινε εδώ».

Ανασήκωσα τους ώμους μου και είπα: «Θα έλεγα ότι ήταν η παρουσία του Θεού, αλλά, αν πιστεύεις ότι δεν υπάρχει Θεός, πρέπει να ψάξεις για μια άλλη εξήγηση». Εκείνος είπε: «Ναι, θέλω να έρθω εδώ κάποια στιγμή, όταν δεν θα είναι κανείς στον ναό, έτσι ώστε η μαζική υστερία των πιστών σου να μη με επηρεάσει. Κι αν έρθω, θέλω από σένα να εξαφανιστείς. Δεν θέλω να επηρεαστώ από την παρουσία σου».

«Ναι», του είπα, «έλα ξανά».

Ήρθε πολλές φορές, καθόταν για πολλή ώρα και μια μέρα μου είπε: «Ξέρεις…, όταν δεν υπάρχει κανείς, όταν είσαι απών, υπάρχει ακόμη κάτι σε αυτόν τον ναό, το οποίο δεν έχω συναντήσει πουθενά αλλού. Αν υποθέσουμε ότι είναι ο Θεός, …τί σημασία έχει για μένα;»

«Δεν ξέρω», του είπα, «έλα ξανά και βρες το».

Και επανήλθε.

Και μια μέρα μου είπε! «Έχω παρατηρήσει ότι, όταν οι άνθρωποι έρχονται στην Εκκλησία, υπάρχει ανησυχία στα πρόσωπά τους και ένταση στη συμπεριφορά τους. Όταν φεύγουν, είναι ήρεμοι… Υπάρχει και κάτι άλλο… Όσοι έρχονται στη Λειτουργία, παίρνουν κάτι από ένα κύπελλο με ένα κουταλάκι. Ενώ όταν έρχονται, το πρόσωπό τους είναι κανονικό, όταν γυρίζουν απ’ την άλλη, τα πρόσωπά τους είναι εντελώς διαφορετικά. Υπάρχει φως μέσα τους. Υπάρχει φως στα μάτια τους. Επομένως, ο Θεός σας είναι ένας ενεργός Θεός, που κάτι κάνει σε αυτούς τους ανθρώπους, κάτι το οποίο εύχομαι να έκανε κάποιος για μένα».

«Ναι», του είπα, «πού θέλετε να καταλήξετε;»

«Θέλω να μου μιλήσεις και να μου εξηγήσεις πράγματα που δεν καταλαβαίνω ή δεν γνωρίζω».

Για ένα διάστημα ερχόταν τακτικά. Και μια μέρα είπε: «Τώρα ξέρω ότι ο Θεός σας είναι ένας ενεργός Θεός που μεταμορφώνει τους ανθρώπους. Χρειάζομαι αυτή τη μεταμόρφωση. Θα μπορούσα να βαπτισθώ;»

Αυτή ήταν μια ακόμα εμπειρία, στην οποία ένα συνηθισμένο εκκλησίασμα -κανείς μας δεν είναι άγιος- έδειξε την παρουσία και τη δύναμη του Θεού και ένας άνθρωπος έγινε πιστός, επειδή αναζήτησε ειλικρινά και βρήκε εδώ κάτι που δεν συνάντησε πουθενά αλλού.

Ο Άγιος Νικόδημος και η ομηρική απόδοση του Αναστάσιμου Ευαγγελίου

Του Πρωτοπρ. Νεκταρίου Μαρκάκη, Διδάκτορος Θεολογίας, Διευθυντής Στρατιωτικών Ιερέων ΓΕΣ

Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης και Νάξιος, βρέθηκε στην νησίδα Σκυροπούλλα για περισσότερη άσκηση (1781-1782). Εκεί «ἀπό Σκυροπούλλης τῆς ἐρημονήσου» όπως γράφει σε επιστολή του στον εξάδελφό του επίσκοπο Ευρίπου Ιερόθεο, δεν είχε στη διάθεσή του βιβλία και άλλα βοηθήματα. Όμως δίχως βοήθεια βιβλίων, χωρίς να συμβουλεύεται κείμενα και γραπτά, έγραψε το υπέροχο σύγγραμμα «Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον ήτοι περί φυλακής των πέντε αισθήσεων», το οποίο εκδόθηκε με την επιμέλεια του Ανθίμου Γαζή το έτος 1801 και χαρακτηρίζεται ως «θαυμάσιο πολυσέλιδο βιβλίο πλήρες σοφίας θείας και ανθρωπίνης». Έγραψε το «Συμβουλευτικόν» δίχως να συμβουλευθεί βιβλία. Για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου, αφού δεν είχε μαζί του άλλα βιβλία και συγγράμματα για βοηθήματα, από το νου του θυμόταν και χρησιμοποιούσε όλα τα κείμενα και τις παραπομπές τα οποία παρέθεσε. Ο Ίδιος χαριτολογώντας έγραφε στον Ιερόθεο, ότι θυμόταν τα κείμενα όπως τα μηρυκαστικά ζώα που λαμβάνουν την τροφή και την αναμασούν, έτσι χρησιμοποίησε όσα είχε αποθηκεύσει στο νου του, όπως έλεγε «τά ἐντυπωθέντα… τῷ ἀγράφῳ ἀβακίῳ τῆς ἐμῆς φαντασίας». Μέσα σε αυτό το βιβλίο, στη σελίδα 300, εντάσσει ένα κείμενο, την απόδοση στην ομηρική διάλεκτο του Ευαγγελίου της Κυριακής του Πάσχα στον Εσπερινό της Αγάπης, το οποίο τιτλοφορεί˙ «Εὐαγγέλιον τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἁγίας καὶ μεγάλης Κυριακῆς τοῦ Πάσχα Ἡρωϊκὸν, ἀναγινωσκόμενον ἐν αὐτῇ ὑπὸ τῶν βουλομένων. Ἤδη μεταποιηθὲν, εἰς δόξαν τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ».

       Έγραψε αυτό το Ευαγγέλιο ο άγιος Νικόδημος για να λέγεται στο Εσπερινό της Αγάπης την Κυριακή του Πάσχα μαζί με τα υπόλοιπα Ευαγγέλια διαφόρων γλωσσών και διαλέκτων. Το συνέθεσε από ομηρικές φράσεις της ομηρικής γλώσσας. Αξίζει να δούμε μερικά στιγμιότυπα από το ομηρικό Ευαγγέλιο, να κάνουμε αντιπαραβολή του κειμένου της Καινής Διαθήκης με το κείμενο του αγίου Νικοδήμου ώστε να διαπιστώσουμε την υπέροχη σύνθεση του Αγίου με ομηρικές φράσεις και λέξεις, τις εικόνες και τις ιδιομορφίες.

       Η ευαγγελική περικοπή παρουσιάζει αρχικά την ημέρα και την ώρα που λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα, «Οὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων», ήταν βραδάκι την πρώτης ημέρας της εβδομάδος, ήταν το εσπέρας, η δύση του ηλίου. Ο άγιος Νικόδημος με φιλολογική ευχέρεια και υπέροχη σύνθεση αποδίδει αυτήν την εσπερινή ώρα στην ομηρική διάλεκτο με την εξής περιγραφή: Όταν ο λαμπερός ήλιος ήλθε στη δύση του «ἠέλιος φαέθων ἐπὶ ἕσπερον ἦλθε» (φαέθων από το φάος, φωτεινό, φως) και σκοτείνιασαν οι δρόμοι επάνω στην γη που τρέφει τους ανθρώπους «καὶ σκιόωντο ἀγυιαί, ἐπὶ χθονὶ πολυβοτείρη», την πρώτη ημέρα της εβδομάδος «Ἤματι (Ἥμαρ, ημέρα) ἐν πρώτῳ», όταν ο Σωτήρ ηγέρθη, σηκώθηκε από το μνήμα, έκανε άλμα από τον τύμβο «ὅτε τύμβου ἆλτο Σαωτήρ». Με αυτή την εκτενή περιγραφή ο Άγιος παρουσιάζει το εσπέρας της Κυριακής του Πάσχα.

       Συνεχίζοντας την παρουσίαση στιγμιότυπων από το αναστάσιμο Ευαγγέλιο, στεκόμαστε στο σημείο όπου αναφέρεται ότι οι Μαθητές είχαν κλειστεί από τον φόβο που τους είχαν προκαλέσει οι Ιουδαίοι. Ο Άγιος το αποδίδει ως οι τρομαγμένοι Μαθητές από την αφρισμένη χολή, δηλαδή την κακία των Ιουδαίων «χόλον ἀφραίνοντα Ἰουδαίων τρομέοντες».

       Στη συνέχεια περιγράφει την εμφάνιση του Χριστού που στάθηκε ανάμεσα στους μαθητές και είπε «εἰρήνη ὑμῖν», ειρήνη σ’ εσάς. Ο Άγιος γράφει ότι ήρθε τότε ο βασιλιάς Χριστός «Ἤλυθε δὴ τότε Χριστὸς Ἄναξ», με τη θεϊκή Του παρουσία «θεοειδέϊ μορφῇ», στάθηκε στη μέση ολοφάνερος «Ἔστη δ᾿ ἐν μεσσάτῳ ἀναφανδόν», και τους μίλησε, τους απεύθυνε λόγο «καὶ φάτο μῦθον» (φράση συνηθισμένη στον Όμηρο), σας δίδω την αγαπημένη ειρήνη και την ποθητή ησυχία «Εἰρήνη ὑμῖν φίλη, ἡσυχίητ᾿ ἐρατεινή».

       Παρακάτω, την φράση του Χριστού που είπε: όπως με έστειλε ο Πατέρας και εγώ σας αποστέλω, ο Άγιος την αποδίδει: όπως εμένα έστειλε ο Πατέρας «Ὡς ἐμὲ πέμψε Πατήρ», ο Οποίος κατοικεί στους ορόφους του ουρανού «ὃς ὑπέρτατα δώματα ναίει», το ίδιο κι εγώ εσάς «δ᾿ ἐγὼ ὑμέας», στους δρόμους στέλνω της ευρύχωρης γης «εἰς χθόνα πέμπω εὐρυόδειαν». Ακολούθως ο Χριστός δίνει στους μαθητές του το Άγιον Πνεύμα, και ο Άγιος προσθέτει το χαρακτηρισμό ότι είναι το Άγιον Πνεύμα το φωτεινό που βρίσκεται σε υψηλό θρόνο «Πνεῦμα δέ χνυσθ᾿ ἅγιον φαεσίμβροτον, ὑψιθόωκον».

       Με θαυμαστή περιγραφή αποδίδει ο άγιος Νικόδημος το σημείο όπου λέει ο Χριστός στους Μαθητές του ότι, εάν συγχωρήσουν τις αμαρτίες των ανθρώπων, θα συγχωρεθούν, εάν τις δεσμεύσουν θα παραμείνουν δεσμευμένες, το: «ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται». Ο Άγιος αποδίδει: όποιων ανθρώπων τις ατασθαλίες συγχωρήσετε στη γη «Ὧν μὲν ἀτασθαλίας θνητῶν ἀφέητ᾿ ἐπὶ γαῖαν», σε αυτούς θα συγχωρεθούν και στον ουρανό που είναι γεμάτος αστέρια «Τοῖσιν ἦ που ἀφίενται ἐπ᾿ οὐρανὸν ἀστερόεντα». Όμως τα κακά λόγια που θα δεσμεύσετε των υπερφίαλων «Ὧν δ᾿ ἀρ᾿ ἐπεσβολίας ὑπερφιάλων κρατέητε», θα κρατούνται δυνατά όπως τα πόδια με τα δεσμά της αλυσίδας «Τοῖσιν ἀλυκτοπέδης κεῖναι σθεναρῶς κρατέονται».

       Στη συνέχεια περιγράφεται η απουσία του Θωμά από την σύναξη των μαθητών. Ο Θωμάς δεν ήταν με τους άλλους μύστες στο υπερώο, στον ίδιο όροφο «Οὐχ ἅμα τοῖς ἄλλοις μύσταις πρίν ὁμώροφος ἔσκε» δεν ήταν ομόροφος.

       Τέλος και αφού έχει διαμειφθεί ο διάλογος του Θωμά με τους άλλους μαθητές που του είπαν ότι είδαν τον Κύριο, ο Θωμάς δηλώνει ότι εάν δεν δει τον Χριστό και δεν αγγίξει τα σημάδια του πάθους δεν θα πιστέψει στα λόγια τους. Ο άγιος Νικόδημος βάζει τον Θωμά να χρησιμοποιεί για τον Χριστό το επίθετο «Ηλοτορήτης», δηλαδή ο τρυπημένος από τους ήλους, τα καρφιά. Τη φράση του Θωμά «οὐ μὴ πιστεύσω», ο Άγιος την αποδίδει με την χαρακτηριστική εικόνα, να απαντά ο Θωμάς στους άλλους μαθητές, ότι εάν δεν δω τον Χριστό και δεν βάλω με ευκολία το χέρι μου στο άνοιγμα της πλευράς «Χεῖρα τ᾿ ἐμὴν εἴσω πλευρῆς οἱ ῥεῖα βαλοίμην», ποτέ δεν θα συμφωνήσω στα δικά σας λόγια με το να κάνω νεύμα ότι συμφωνώ, με το να κουνήσω καταφατικά το κεφάλι μου «Οὔ ποτε ὑμετέροισι λόγοις κεφαλῇ κατανεύσω».

Μετά τα όσα παραθέσαμε από το ομηρικό κείμενο του αγίου Νικοδήμου, είναι εμφανές ότι ο άγιος Νικόδημος με το φιλολογικό του χάρισμα και γνωρίζοντας απταίστως την ομηρική διάλεκτο, συνέθεσε ένα υπέροχο κείμενο το οποίο αποδίδει το αναστάσιμο Ευαγγέλιο της Κυριακής του Πάσχα στον Εσπερινό της Αγάπης με ιδιαίτερο και υπέροχο τρόπο.

ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΚΕΙΜΕΝΟΟΜΗΡΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ
Καὶ ὑπὲρ τοῦ καταξιωθῆναι ἡμᾶς τῆς ἀκροάσεως τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου,
Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν ἱκετεύσωμεν. Σοφία. Ὀρθοί.
Ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου. Εἰρήνη πᾶσι. Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην ἁγίου Εὐαγγελίου, τὸ Ἀνάγνωσμα. Πρόσχωμεν.  
῎Οφρα κε νωιτέροισιν ἐν οὔασι πάγχυ βάλωμεν, Θέσφατον, ἱμερόεσσαν, ἁγνήν, Εὐάγγελον ὄππα, Μειλίξωμεν ῎Ανακτα Θεόν, μέγαν, οὐρανίωνα. ᾿Ιθυγενείς· Σοφίη. Εὐαγγελίοιο κλύωμεν. Εἰρήνη χαρίεσσ᾿ ἐπ᾿ ἀπείρονα δῆμον ἐσεῖται. ᾿Εκ δ᾿ ἀρ᾿ ᾿Ιωάνοιο, τόδ᾿ ἔστι βροντογόνοιο. ᾿Αλλ᾿ ἄγετ᾿ ἀτρεμέσι χρησμούς λεύσωμεν ὀπωπαῖς.  

Πού οι εβραϊκές Γραφές προφητεύουν τον θάνατο και την ανάσταση του Μεσσία;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Η υπόσχεση περί Μεσσία δίνεται καθαρά μέσα στις εβραϊκές Γραφές. Αυτές οι μεσσιανικές προφητείες ειπώθηκαν εκατοντάδες, μερικές μάλιστα χιλιάδες χρόνια πριν τη γέννηση του Χριστού, και είναι σαφές ότι ο Ιησούς Χριστός είναι το μόνο πρόσωπο που περπάτησε πάνω στη γη και τις εκπλήρωσε. Από τη Γένεση ως τον Μαλαχία, υπάρχουν πραγματικά περισσότερες από 300 συγκεκριμένες προφητείες που με λεπτομέρειες μιλούν για τον ερχομό του Χριστού. Πέραν των προφητειών που αναφέρονται στην παρθενική Του γέννηση, στη γέννησή Του στη Βηθλεέμ, στην καταγωγή Του από τη φυλή του Ιούδα, τη γενεαλογία Του από τον βασιλιά Δαβίδ, την αναμάρτητη ζωή Του και το εξιλαστήριο έργο Του για τις αμαρτίες του λαού Του, ο θάνατος και η ανάσταση του Ιουδαίου Μεσσία ήταν, επίσης, καλά τεκμηριωμένα στις εβραϊκές προφητικές Γραφές, πολύ πριν συμβούν ως γεγονότα στην Ιστορία.

Από τις πλέον γνωστές προφητείες των εβραϊκών Γραφών, αναφορικά με τον θάνατο του Μεσσία, ξεχωρίζουν αυτές του Ψαλμού 22 και του Ησαΐα 53. Ο Ψαλμός 22 είναι ιδιαιτέρως εκπληκτικός καθώς προλέγει αρκετά διαφορετικά στοιχεία της σταύρωσης του Χριστού χίλια χρόνια πριν αυτή συμβεί. Να μερικά παραδείγματα. Θα «τρυπήσουν» τα χέρια και τα πόδια του Μεσσία (Ψαλμός 22:16, Ιωάννης 20:25). Δεν θα συντρίψουν τα κόκκαλα του Μεσσία (συνήθως σύντριβαν τα κόκκαλα των ποδιών ενός σταυρωμένου για να επιταχύνουν τον θάνατό του) (Ψαλμός 22:17, Ιωάννης 19:33). Θα έριχναν κλήρο για τον ιματισμό του Μεσσία (Ψαλμός 22:18, Ματθαίος 27:35).

Το 53ο κεφάλαιο του Ησαΐα, η κλασική μεσσιανική προφητεία που είναι γνωστή ως η «προφητεία του πάσχοντα Δούλου», μας δίνει κάποιες λεπτομέρειες σχετικά με τον θάνατο του Μεσσία για τις αμαρτίες του λαού Του. 700 και πλέον χρόνια πριν τη γέννηση του Μεσσία, ο Ησαΐας αναφέρει λεπτομέρειες για τη ζωή και τον θάνατο Του. Ο Μεσσίας θ’ απορριφθεί (Ησαΐας 53:3, Λουκάς 13:34). Ο Μεσσίας θα φονευθεί αλλά ο ίδιος προσφέρει τον εαυτό Του ως θυσία υπέρ των αμαρτιών του λαού Του (Ησαΐας 53:5-9, Β΄ Κορινθίους 5:21). Ο Μεσσίας θα σιωπήσει μπροστά στους κατηγόρους Του (Ησαΐας 53:7, Α΄ Πέτρου 2:23). Ο Μεσσίας θα ταφεί μαζί με τον πλούσιο (Ησαΐας 53:9, Ματθαίος 27:57–60). Ο Μεσσίας θα καταδικαστεί σε θάνατο μαζί με κακούργους (Ησαΐας 53:12, Μάρκος 15:27).

Εκτός από τον θάνατο του Ιουδαίου Μεσσία, προλέγεται επίσης και η ανάστασή Του από τους νεκρούς. Η πλέον σαφής και γνωστή προφητεία, αναφορικά με την ανάστασή Του, γράφτηκε από τον βασιλιά του Ισραήλ Δαβίδ στον Ψαλμό 16:10, χίλια χρόνια πριν τη γέννηση του Χριστού: «δεν θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον άδη, ούτε θα αφήσεις τον Όσιό σου να δει φθορά.»

Κατά την ιουδαϊκή γιορτή των Εβδομάδων (ή αλλιώς, της Πεντηκοστής), όταν ο Πέτρος κήρυξε το πρώτο ευαγγελικό κήρυγμα, ισχυρίστηκε με θάρρος πως ο Θεός ανέστησε τον Ιησού, τον Μεσσία, από τους νεκρούς (Πράξεις 2:24). Εξήγησε τότε πως ο Θεός πραγματοποίησε αυτό το θαυματουργικό έργο σε εκπλήρωση της προφητείας του Δαβίδ, του Ψαλμού 16. Πράγματι, ο Πέτρος ανέφερε λεπτομερώς τα λόγια του Δαβίδ όπως περιέχονται στον Ψαλμό 16:8-11. Μερικά χρόνια αργότερα, ο Παύλος έκανε το ίδιο όταν μίλησε στην ιουδαϊκή κοινότητα στην Αντιόχεια. Όπως ο Πέτρος, ο Παύλος διακήρυξε πως ο Θεός ανέστησε τον Μεσσία Ιησού από τους νεκρούς, σε εκπλήρωση του Ψαλμού 16:10 (Πράξεις 13:33-35).

Η ανάσταση του Μεσσία υπονοείται σαφώς σ’ έναν άλλο Ψαλμό του Δαβίδ. Είναι και πάλι ο Ψαλμός 22. Στα εδάφια 19-21, ο πάσχων Σωτήρας προσεύχεται γι’ απελευθέρωση «από το στόμα του λιονταριού» (μια μεταφορά για τον Διάβολο). Η απελπισμένη αυτή προσευχή ακολουθείται αμέσως από τα εδάφια 22-24, έναν ύμνο στον οποίο ο Μεσσίας ευχαριστεί τον Θεό που άκουσε την προσευχή Του και Τον ελευθέρωσε. Υπονοείται σαφώς η ανάσταση του Μεσσία μεταξύ του τέλους της προσευχής στο εδάφιο 21 και της αρχής της δοξολογίας στο εδάφιο 22.

Πίσω, τώρα, ξανά στο Ησαΐας 53: μετά την προφητεία του πάσχοντα Δούλου, ότι θα έπασχε για τις αμαρτίες του λαού Του, ο προφήτης λέει πως «τον εξαφάνισαν από των ζωντανών τον κόσμο». Ο Ησαΐας συνεχίζει πως ο Μεσσίας «θα δει απογόνους» και ότι ο Θεός ο Πατέρας θα Του δώσει «χρόνια πολλά» (Ησαΐας 53:5, 8, 10, ΝΜΒ). Ο Ησαΐας επιβεβαιώνει την υπόσχεση της ανάστασης με διαφορετικά λόγια: « Ύστερα απ’ την ταλαιπωρία της ψυχής του, η αμοιβή του θα ‘ναι να χορτάσει φως.» (Ησαΐας 53:11, ΝΜΒ).

Κάθε πλευρά της γέννησης, της ζωής, του θανάτου και της ανάστασης του Ιησού Χριστού έχει προφητευτεί στις εβραϊκές Γραφές πολύ πριν συμβούν τα γεγονότα αυτά στο χρονολόγιο της ανθρώπινης Ιστορίας. Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη ότι ο Ιησούς Χριστός είπε στους Ιουδαίους ηγέτες των ημερών Του, «Εσείς μελετάτε με ζήλο τις Γραφές, με την πεποίθηση πως σ’ αυτές βρίσκει κανείς την αιώνια ζωή· ακριβώς όμως αυτές είναι που δίνουν μαρτυρία για μένα.» (Ιωάννης 5:39).

Η Προφητεία και η προσμονή της Θείας Εγέρσεως

Του Παντελή Λεβάκου, υπ. Δρ., Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ

«Πᾶσα ἡ κτίσις, ἠλλοιοῦτο φόβῳ, θεωροῦσά σε, ἐν σταυρῷ κρεμάμενον Χριστέ, ὁ ἥλιος ἐσκοτίζετο, καὶ γῆς τὰ θεμέλια συνεταράττετο, τὰ πάντα συνέπασχον, τῷ τὰ πάντα κτίσαντι, ὁ ἑκουσίως δι’ ἡμᾶς ὑπομείνας, Κύριε δόξα σοι». Κατά την Μεγάλη Παρασκευή, ο Θεάνθρωπος έκανε πράξη την εντολή της αγάπης και εκούσια έπαθε για χάρη της ανθρωπότητας. Η διάρρηξη του «χειρογράφου» των αμαρτιών μέσα από τη θυσία στον Τίμιο Σταυρό κορυφώθηκε με την εκφώνηση της θριαμβευτικής κραυγής «Τετέλεσται» ώστε να ολοκληρωθεί το σχέδιο της Θείας Οικονομίας. Αφού ο Θεάνθρωπος παρέδωσε το πνεύμα Του στα χέρια του Πατέρα, ακολούθησε η αντίδραση της φύσεως στο θάνατο της ανθρώπινης φύσης του Κυρίου. Ο ήλιος έχει ήδη κρύψει το φως του από την «έκτη ώρα έως την ενάτη» και ακολούθησε ο σεισμός. Οι πέτρες σχίσθηκαν, τα μνήματα άνοιξαν και πολλοί κεκοιμημένοι αναστήθηκαν και μετά την έγερση του Κυρίου εισήλθαν στην Αγία Πόλη και φανερώθηκαν σε πολλούς ανθρώπους. Το καταπέτασμα του Ναού, δηλαδή το ύφασμα εκείνο όπου χώριζε το Ναό από τα Άγια των Αγίων, σχίσθηκε στα δύο και οι Αρχιερείς διαπίστωσαν έντρομοι ότι όντως είχαν σταυρώσει τον Υιό του Θεού. Ωστόσο, τη διαπίστωση ακολούθησε η «ανάγκη» να μην εκτεθούν απέναντι στους ακολούθους αυτών· στο πλαίσιο αυτής της «ανάγκης» ζήτησαν από τον Πιλάτο να τοποθετηθεί φρουρά έξω από τον τάφο του Ιησού Χριστού προκειμένου να μην κλαπεί το Δεσποτικό σώμα από τους Μαθητές, ώστε οι τελευταίοι να διαδώσουν ότι Αυτός αναστήθηκε από τους νεκρούς.

«Ὁ συνέχων τὰ πέρατα, τάφῳ συσχεθῆναι κατεδέξω Χριστέ, ἵνα τῆς τοῦ ᾍδου καταπτώσεως, λυτρώσῃς τὸ ἀνθρώπινον, καὶ ἀθανατίσας, ζωώσῃς ἡμᾶς, ὡς Θεὸς ἀθάνατος». Σύμφωνα με το Τροπάριο της Προφητείας περί του οράματος του Ιεζεκιήλ, Αυτός όπου δημιούργησε τα πάντα, εκούσια οδήγησε τον εαυτό Του στο θάνατο ώστε να σώσει τον άνθρωπο από την κατάπτωση της αμαρτίας. Επίσης, χάρη στην Ανάστασή Του έδωσε στον άνθρωπο το δικαίωμα να ελπίζει στη δική του Ανάσταση, στην απόδοση ενός νέου περιεχομένου στην επίγεια ζωή του. Απόδειξη στο γεγονός ότι όντως πλησιάζει η Ανάσταση του Θεανθρώπου και όντως η σημερινή ημέρα αποτελεί την νηνεμία πριν από την «έκρηξη» της αναστάσιμης χαράς, είναι το όραμα του προφήτη Ιεζεκιήλ από την Παλαιά Διαθήκη. Σύμφωνα με το κείμενο της προφητείας, ο Ιεζεκιήλ μεταφέρθηκε από το χέρι του Κυρίου στη μέση ενός τόπου όπου ήταν γεμάτο από ανθρώπινα οστά. Ο Κύριος ζητά από τον Προφήτη να διατάξει τα οστά να ενωθούν μεταξύ τους και να σχηματίσουν τα σώματα από τα οποία προήλθαν. Μάλιστα, χάρη στο θείο πρόσταγμα τα οστά όχι μόνο ενώθηκαν, αλλά φύτρωσαν σε αυτά σάρκες, νεύρα και δέρμα· ο Προφήτης επισημαίνει ότι η αρμονία των ανθρώπινων σωμάτων είχε αποκατασταθεί πλήρως.

Ωστόσο, από εκείνα τα σώματα τα οποία είχαν επανέλθει στην κατάσταση πριν το θάνατό τους, έλειπε το σημαντικότερο από όλα, δηλαδή η πνοή του Θεού ώστε να αποκτήσουν ζωή εντός τους. Τότε ο Κύριος εμφύσησε στους νεκρούς την πνοή Του, η οποία τους έδωσε ζωή και του επέτρεψε να σταθούν στα πόδια τους και να δημιουργηθεί «συναγωγή πολλὴ σφόδρα». Η προφητεία ολοκληρώνεται με την υπόσχεση του Δημιουργού ότι θα ανοίξει τα ανθρώπινα μνήματα και θα αναστήσει όσους ευρίσκονται εντός αυτών. Μάλιστα, αφού ο Θεός θα αναστήσει τους νεκρούς, θα τους οδηγήσει «εἰς τὴν γὴν τοῦ Ἰσραήλ», δηλαδή στον Παράδεισο όπου θα γευθούν την αιώνια ζωή. Η εν λόγω Προφητεία αποτελεί την εμφατική δήλωση της Εκκλησίας ότι τον Σταυρό ακολουθεί η Ανάσταση, παρά το ότι ο Κύριος όδευσε στον Άδη προκειμένου να κηρύξει στους νεκρούς το χαρμόσυνο μήνυμα της Σωτηρίας και της Λύτρωσης από το θάνατο και την αμαρτία. Όπως ακριβώς ο Δημιουργός εμφύσησε το πνεύμα Του στον Αδάμ και του έδωσε ζωή, με τον ίδιο τρόπο εμφύσησε ζωή εντός των σωμάτων όπου ανασυνέθεσε με το πρόσταγμά Του. Επομένως, με τον ίδιο τρόπο θα δώσει ζωή και σε εμάς όταν έλθει το πλήρωμα του χρόνου για τη δική μας Ανάσταση, της οποίας θα προηγηθεί ο σαρκικός θάνατος.

Αμέσως μετά την ανάγνωση του Αποστολικού Αναγνώσματος όπου ο Απόστολος των Εθνών τονίζει πως χάρη στον Τίμιο Σταυρό η ευλογία του Ιησού Χριστού απλώθηκε στα Έθνη, η Εκκλησία έχει ορίσει να ψάλλεται το Αλληλούια του Αποστόλου, με το αντίστοιχο Προκείμενο· στην πλειοψηφία των ενοριών, δυστυχώς, παραλείπεται ένεκεν «συντομίας» ή καλύτερα για να μην σπαταληθούν ορισμένα λεπτά ακόμα στην προσευχή. Οι στίχοι όπου ακολουθούν δείχνουν ότι εκπληρώθηκε η ρήση του Λυτρωτή· «ἡ λύπη ὑμῶν εἰς χαρὰν γενήσεται» καθώς επίκειται η Ανάστασή Του. Ο πρώτος στίχος είναι κοινός με το πρώτο στίχο όπου ψάλλεται μετά τον νικητήριο παιάνα· «Ἀναστήτω ὁ Θεός, καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ, καὶ φυγέτωσαν ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν». Χάρη στην επερχόμενη έγερση του Θεού, ο Οποίος εκούσια έπαθε και πέθανε για τις αμαρτίες μας, διασκορπίσθηκαν όλοι οι εχθροί Του και έφυγαν από Αυτόν όσοι Τον μίσησαν. Ο εν λόγω στίχος δεν είναι «απειλή» προς όσους αποστρέφονται το πρόσωπο του Θεού, αλλά είναι η παιδαγωγία του Θεού προς εκείνους όπου αρνούνται την ύπαρξή Του. Εντός της ανθρώπινης ιστορίας δεν υπήρξε άλλη περίπτωση όπου ένας Θεός πρόθυμα να σταυρώθηκε και να πέθανε για χάρη του ανθρώπου· το μέγεθος της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο σκανδαλίζει πρώτιστα τον διάβολο και έπειτα τους αρνητές του Θεού, οι οποίοι κατακαίονται από την αγάπη Του ανεξαιρέτως για τον κάθε άνθρωπο.

Ο επόμενος στίχος σχετίζεται πάλι με τους όσους αρνούνται το Θεό και την αγαπητική, όχι καταδυναστευτική, εξουσία Του· «Ὡς ἐκλείπει καπνός, ἐκλειπέτωσαν, ὡς τήκεται κηρὸς ἀπὸ προσώπου πυρός». Η αδυναμία των εχθρών του Θεού παρομοιάζεται με τον καπνό όπου χάνεται στον ουρανό και παράλληλα με το κερί όπου λιώνει ενώπιον της θερμαντικής δύναμης της φωτιάς. Ο τρίτος στίχος σχετίζεται με την ανταμοιβή των δίκαιων ανθρώπων, εκείνων όπου με φρόνηση και δοξολογία υπέμειναν την εξουσία του διαβόλου και της αμαρτίας· «Οὕτως ἀπολοῦνται οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ προσώπου τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ δίκαιοι εὐφρανθήτωσαν». Η χαρά για την νίκη του Δεσπότη Χριστού επί της φθοράς του θανάτου και του διαβόλου δίνει χαρά στους δίκαιους και όσους με τίμιο τρόπο και ταπείνωση αγωνίζονται πνευματικά ώστε να είναι σε κοινωνία με τον Θεό. Η Εκκλησία μας προσφέρει την αναστάσιμη χαρά ήδη πριν από την τελετή της Αναστάσεως και την Θεία Λειτουργία. Η Εκκλησία μας προσκαλεί να μετέχουμε στη χαρά αυτή ήδη από τη στιγμή όπου ο Κύριος παρέδωσε το πνεύμα Του στον Τίμιο Σταυρό, ήδη από τη στιγμή όπου αποτέθηκε στον τάφο, ήδη από τη στιγμή όπου σφραγίσθηκε το μνημείο και τοποθετήθηκε φρουρά έξω από αυτό. Επομένως, ας αναμείνουμε με πίστη και λαχτάρα την Ανάσταση του Θεού, ας προσέλθουμε απόψε στη Θεία Λειτουργία και ας γίνουμε κοινωνοί του Θείου Σώματος και Αίματος με τη βεβαιότητα ότι ο θάνατος νικήθηκε οριστικά και αμετάκλητα από το Θεό μας, Αμήν!

Η Ανάσταση του Χριστού στην Παλαιά Διαθήκη

Η Ανάσταση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, είναι θεμελιώδες δόγμα της πίστεως μας, γιατί αποδεικνύει περίτρανα την θεότητά του και διακηρύττει δυνατά την ήττα του θανάτου και της αμαρτίας, γιατί από την αμαρτία προήλθε ο θάνατος. Η Ανάσταση του Χριστού λοιπόν είναι η απολύτρωσή μας από την φθορά.

Στην Παλαιά Διαθήκη, όπως προφητεύθηκε η ενανθρώπηση και ο θάνατος του Χριστού, έτσι προφητεύθηκε και παρατυπώθηκε και η Ανάστασή του εκ των νεκρών. Θα αναφέρουμε δύο – τρεις μαρτυρίες της Παλαιάς Διαθήκης, αναφερόμενες, κατά την ερμηνεία του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, στην Ανάσταση του Χριστού.

Ο άγιος Χρυσόστομος σε μία ωραία του ομιλία Περί μη απογνώσεως και προσευχής κατά εχθρών ομιλεί για την στείρα γυναίκα του Αβραάμ και για τις στείρες γυναίκες της Παλαιάς Διαθήκης. Και λέγει ότι οι γυναίκες αυτές που, αν και στείρες, έτεκαν, διαλαλούν το θαύμα της θαυμαστής γεννήσεως του Χριστού από την Παρθένο. Και συμβουλεύει τους Χριστιανούς ο ιερός Πατέρας: «Όταν σε ερωτάει ο Ιουδαίος, πώς έτεκε η Μαρία; εσύ να του απαντάς· πώς έτεκε η Σάρρα και η Ρεβέκκα και η Ραχήλ;» Την ίδια ιδέα ο άγιος Χρυσόστομος την λέγει και στην άλλη του ωραία ομιλία Περί του μη δημοσιεύειν τα αμαρτήματα των αδελφών, όπου λέγει σαφώς ότι «προοδοποιεί τη Παρθένιο η στείρα… Διά τούτο αι στείραι προέλαβον, ίνα πιστευθή της Παρθένου ο τόκος» (εις ΑΑΠ 20. 349DΕ). Και στην ομιλία που μελετούμε, Περί μη απογνώσεως και προσευχής κατά εχθρών, λέγει ο Χρυσόστομος ότι τα θαυμαστά και μεγάλα της Καινής Διαθήκης τα προετοιμάζουν οι τύποι της Παλαιάς Διαθήκης: «Όταν μέλλη τι θαυμαστόν και μέγα γίνεσθαι θαύμα, πολλοί προτρέχουσι τύποι». Και αναφέρει ένα ωραίο παράδειγμα ο άγιος Πατέρας: «Καθάπερ βασιλέως εισιόντος, προτρέχουσι στρατιώται. ώστε μη αθρόον απαρασκευάστως (= ξαφνικά και απροετοίμαστοι) δέξασθαι τον βασιλέα, ούτω και θαύματος μέλλοντος γίνε¬σθαι παραδόξου, προτρέχουσι τύποι». Και εξηγεί το γιατί ο ερμηνευτής Πατήρ: «Ώστε ημάς προμελετήσαντες (από αυτά που μας προείπε με τις προφητείες της και τους τύπους της η Παλαιά Διαθήκη) μη εκπλαγήναι αθρόον, μηδέ εκστήναι τω παραδόξω του γι¬νομένου» (εις ΑΑΠ 20, 349ΑΒ).

1. Το ίδιο συνέβηκε και με τον θάνατο, λέγει στην συνέχεια ο άγιος Χρυσόστομος. Η Καινή Διαθήκη ομιλεί για την ήττα του θανάτου με την Ανάσταση του Χριστού. Μέγα και φοβερό το γεγονός αυτό· γι’ αυτό και η Παλαιά Διαθήκη προετοιμάζει την ανθρωπότητα με διαφόρους τύπους και προφητείες, ώστε, όταν θα συμβεί η Ανάσταση του Χριστού, να γίνει πιστευτή. Ένας τέτοιος τύπος είναι αυτό που συνέβη με τον Ιωνά. Στο πρόσωπο του Ιωνά αναφέρθηκε και ο Ιησούς Χριστός ομιλώντας για την Ανάστασηή του (βλ. Ματθ. 12,39.40. 16,4. «Προέδραμεν Ιωνάς και εγύμνασεν ημών την διάνοιαν», λέγει ο Χρυσόστομος. Γιατί, όπως ακριβώς το κήτος εξέβαλε τον Ιωνά μετά από τρεις ημέρες, έτσι και το μνήμα έδωκε τον Χριστό, μη βρίσκοντας σ’ αυτόν ο θάνατος, λέγει ο Χρυσόστομος, την κατάλληλη τροφή. Και κατάλληλη τροφή για τον θάνατο είναι η αμαρτία. «Από την αμαρτία γεννήθηκε, από την αμαρτία ριζοβόλησε και από την αμαρτία τρέφεται ο θάνατος», λέγει ο Χρυσόστομος. Και αναφέρει στην συνέχεια ένα ωραίο παράδειγμα, ο άγιος Πατέρας. Όπως σε κάποιον, λέγει, που, χωρίς να το καταλάβει, καταπιεί ένα βαρύ πράγμα για το στομάχι του, ένα λίθο για παράδειγμα, τότε αρχικά μεν προσπαθεί το στομάχι του να το χωνέψει, αλλά μετά, επειδή η βαρειά αυτή ουσία είναι ξένη τροφή, γι’ αυτό, την αποβάλλει και μαζί με αυτήν αποβάλλει και όλες τις προηγούμενες τροφές· το ίδιο συνέβη και με τον θάνατο: Κατέπιε, λέγει ο Χρυσόστομος, ο θάνατος τον ακρογωνιαίο λίθο, τον Χριστό, και δεν μπόρεσε να τον χωνέψει· γι αυτό και τον ίδιο τον Χριστό τον έβγαλε από το βασίλειό του και μαζί με Αυτόν απέβαλε και όλους τους θανόντες.

2. Αλλά ομιλούσε για την στείρα Σάρρα και για τις στείρες γυναίκες της Παλαιάς Διαθήκης ο Χρυσόστομος. Και η στείρωση των γυναικών αυτών, λέγει τώρα ο Πατήρ, ήταν τύπος του θανάτου. Προσέχετε, λέγει ο Χρυσόστομος στο ακροατήριό του, γιατί αυτό που θα σας πω είναι λεπτό θεολογικό θέμα. Θα τους πει ότι η στειρωθείσα μήτρα της Σάρρας καθοδηγεί στην πίστη της Αναστάσεως του Χριστού. Γιατί, όπως αυτή, ενώ ήταν νεκρά, αναζωογονήθηκε με την Χάρη του Θεού και εβλάστησε το ζωντανό σώμα του Ισαάκ, έτσι και ο Χριστός, ενώ απέθανε, αναστήθηκε με την δική του δύναμη. Και για να μη φανεί ότι αυτό που λέγει ο Χρυσόστομος είναι δικό του «βεβιασμένο» νόημα, αναφέρει για μαρτυρία τον Απόστολο Παύλο. Ο Απόστολος, όταν στην προς Ρωμαίους επιστολή του είπε για τον Αβραάμ «ουκ ενενόησε την νέκρωσιν της μήτρας Σάρρας, αλλ’ ενεδυναμώθη τη πίστει, δους δόξαν τω Θεώ, και πληροφορηθείς ότι ό επήγγελται δυνατός έστι και ποιήσαι» (Ρωμ. 4,19-21), ότι δηλαδή από νεκρά σώματα θα κάμει να γεννηθεί ζωντανός υιός, μετά από αυτό το νόημα ο Απόστολος μας οδηγεί στην πίστη της Αναστάσεως του Χριστού. Γιατί λέγει ο Απόστολος στην συνέχεια: «Ουκ εγράφη δι’ εκείνον μόνον ότι ελογίσθη αυτώ, αλλά και δι’ ημάς». Γιατί; «Οις μέλλει» λέγει «λογίζεσθαι τοις πιατεύουσιν επί τον εγείραντα Ιησούν τον Κύριον ημών εκ νεκρών» (Ρωμ. 4,23-24). Δηλαδή, σαν να λέγει ο Απόστολος: Ο Θεός έφερε στην ζωή τον Ισαάκ από το νεκρό σώμα της Σάρρας, από την στείρα μήτρα της, δηλαδή. Έτσι ανέστησε και τον Ιησού εκ νεκρών,

3. Αλλά και ο πατριάρχης Ιακώβ ομιλεί για τον θάνατο και για την Ανάσταση του Χριστού. Ευλογώντας ο γέροντας πατριάρχης τον υιό του Ιούδα, από τον οποίο επρόκειτο να προέλθει κατά σάρκα ο Μεσσίας, του είπε: «Εκ βλαστού υιέ μου, ανέβης» (Γεν, 49,9). Ως «βλαστό» εννοεί την Παρθένο και υποδηλώνει με αυτή την έκφραση την αγνότητα της Μαρίας, λέγει ο Χρυσόστομος. Έπειτα, υπαινισσόμενος ο πατριάρχης τον θάνατο του Χριστού, λέγει: «Αναπεσών εκοιμήθης ως λέων και ως σκύμνος λέοντος, τις εγερεί αυτόν;» Με το «εκοιμήθης» παριστάνει τον θάνατο του Χριστού ως ύπνο. «Τον γαρ θά¬νατον αυτού κοίμησιν εκάλεσε και ύπνον», λέγει ο Χρυσόστομος. Αλλά με τον θάνατο συνδυάζει ο πατριάρχης και την Ανάσταση του Χριστού, γι’ αυτό και λέγει: «Τίς εγερεί αυτόν;». Σαν να θέλει να πει ότι κανένας άλλος δεν μπορεί να εγείρει τον Ιησού Χριστό, παρά μόνον ο Ίδιος θα εγείρει τον Εαυτό Του. Γι’ αυτό και ο Χριστός έλεγε: «Εξουσίαν έχω θείναι την ψυχήν μου, και εξουσίαν έχω λαβείν αυτήν» (Ιω. 10,18). Και άλλοτε πάλι ο Χριστός είπε: «Λύσατε τον ναόν τούτον και εν τρισίν ημέραις εγερώ αυτόν» (Ιω. 2.19). Αλλά τί σημαίνει εκείνο που είπε ο πατριάρχης μιλώντας προφητικώς για τον θάνατο του Μεσσία «αναπεσών εκοιμήθη ως λέων»; Ωραία το ερμηνεύει ο Χρυσόστομος: Όπως ο λέοντας όχι μόνο όταν είναι ξύπνιος, αλλά και όταν κοιμάται είναι φοβερός, έτσι και ο Χριστός, όχι μόνο πριν από τον σταυρό, αλλά και σ’ αυτόν τον σταυρό και σ’ αυτόν τον θάνατό Του ήταν φοβερός και έκανε τόσο μεγάλα θαύματα. Έκανε, για παράδειγμα να στρέψει την τροχιά του ο ήλιος, να σχιστούν οι βράχοι, να κλονιστεί η γη, να σχισθεί το καταπέτασμα, να τρομάξει η γυναίκα του Πιλάτου και να προκληθεί κρίση συνειδήσεως στον Ιούδα. Τότε, κατά τον θάνατο του Χριστού, το σκότος ετύλιξε την οικουμένη και φάνηκε η νύχτα κατά την μεσημβρία. Τότε καταλύθηκε η τυραννίδα του θανάτου και αναστήθηκαν πολλά σώματα αγίων νεκρών (βλ. Ματθ. 27,51-53). Αυτά τα προείπε από παλαιά ο πατριάρχης και έδειξε ότι και κατά την σταύρωσή Του ο Χριστός θα είναι φοβερός. «Ανατεσών», λέγει, «εκοιμήθης ως λέ¬ων» (βλ. Ομιλία εις το «Πάτερ ει δυνατόν…», εις ΑΑΠ 29,160 εξ., σελ. 197 εξ.).

Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων – Οι εκπληρωμένες προφητείες και για την Ανάσταση του Κυρίου

ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ

ΚΑΤΗΧΗΣΗ ΙΔ΄:

ΟΙ ΕΚΠΛΗΡΩΜΕΝΕΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

[Μέρος πρώτο]

     Α´. Είναι καιρός να ευφρανθείς,Ιερουσαλήμ, και να πανηγυρίσετε όλοι όσοι αγαπάτε τον Ιησού [πρβ.Ησ.66,10: «εὐφράνθητι, Ἱερουσαλήμ, καὶ πανηγυρίσατε ἐν αὐτῇ, πάντες οἱ ἀγαπῶντες αὐτήν, χάρητε ἅμα αὐτῇ χαρᾷ, πάντες ὅσοι πενθεῖτε ἐπ᾿ αὐτῇ»], διότι ο Κύριος αναστήθηκε. 

Χαρείτε όλοι, όσοι προηγουμένως είχατε πένθος, όταν ακούσατε όσα παράνομα και εγκληματικά τόλμησαν να πράξουν οι Ιουδαίοι· διότι Αυτός που εκείνοι ατίμασαν αλαζονικά, ιδού, αναστήθηκε! Και όπως το να ακούει κανείς για τη Σταύρωση είναι κάπως λυπηρό, έτσι η καλή αγγελία της Αναστάσεως ας ευφραίνει τους παρόντες. Το πένθος ας γίνει ευφροσύνη και ο θρήνος ας μεταστραφεί σε χαρά. Και ας γεμίσει το στόμα μας χαρά και αγαλλίαση, γιατί Εκείνος, μετά την Ανάστασή Του, μας είπε: «Χαίρετε(:Νά χαίρεστε)» [Ματθ. 28, 9].

    Διότι διεπίστωσα τη λύπη που είχαν τις προηγούμενες ημέρες όσοι αγαπούν τον Ιησού. Επειδή όσα λέγονταν είχαν ως τέλος τον θάνατο και την Ταφή και δεν ακούστηκε η καλή αγγελία της Αναστάσεως, η καρδιά τους περίμενε με ιερή αγωνία να ακούσει εκείνο που ποθούσαν. Αναστήθηκε λοιπόν ο νεκρός, ο «ελεύθερος ανάμεσα στούς νεκρούς»[πρβλ. Ψαλμ.87,5: «προσελογίσθην μετὰ τῶν καταβαινόντων εἰς λάκκον, ἐγενήθην ὡσεὶ ἄνθρωπος ἀβοήθητος ἐν νεκροῖς ἐλεύθερος(:θεωρήθηκα όμοιος με εκείνους, οι οποίοι κατέρχονται στο βαθύ λάκκο του τάφου. Έγινα σαν άνθρωπος που στερείται οποιασδήποτε βοήθειας, εγκαταλελειμμένος ανάμεσα στους νεκρούς, μακριά από κάθε επικοινωνία με τους ζωντανούς)»] και ελευθερωτής των νεκρών. Εκείνος που με υπομονή δέχτηκε να φορέσει το ατιμωτικό ακάνθινο στεφάνι, Αυτός, αφού αναστήθηκε, φόρεσε το διάδημα της νίκης κατά του θανάτου.

Β´ . Αλλά όπως ακριβώς παραθέσαμε τις μαρτυρίες περί του Σταυρού, έτσι και τώρα, έλα να επιβεβαιώσουμε και να παρουσιάσουμε τις αποδείξεις περί της Αναστάσεως. Διότι ο Απόστολος που διαβάσαμε λέει: «καὶ ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ τρίτη ἡμέρᾳ κατὰ τὰς γραφάς(:και ότι ενταφιάστηκε και αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, σύμφωνα με όσα προφητεύτηκαν στις Γραφές)» [Α´ Κορ. 15, 4].Και εφόσον ο Απόστολος μάς παραπέμπει στις μαρτυρίες των Γραφών, είναι καλό για μας να γνωρίσουμε την ελπίδα της σωτηρίας μας και να μάθουμε πρώτα, αν οι θείες Γραφές μάς λένε ποιος είναι ο καιρός που έγινε η Ανάστασή Του. Άραγε έγινε το καλοκαίρι ή το φθινόπωρο ή μετά το χειμώνα και σε ποιο τόπο έγινε η Ανάστασή Του και ποιο είναι το όνομα του τόπου που διακηρύχτηκε από τους λαμπρούς Προφήτες ως τόπος της Αναστάσεώς Του; Και αν οι γυναίκες που Τον ζητούσαν και δεν Τον εύρισκαν, όταν Τον βρήκαν πάλι, χάρηκαν. Ώστε όταν διαβάζεται το άγιο Ευαγγέλιο, να μη θεωρούνται ότι είναι μύθοι ή επικά πολύλογα και φανταστικά αφηγήματα αυτά που μας εξιστορεί.

Γ΄ Ότι λοιπόν ενταφιάστηκε ο Σωτήρας το ακούσατε σαφώς στην προηγούμενη διάλεξη που ο προφήτης Ησαΐας έλεγε:«ἔσται ἐν εἰρήνῃ ἡ ταφὴ αὐτοῦ(:θα επικρατήσει ειρήνη στην ταφή Του)» [Ησ. 57, 2]· διότι με την ταφή Του έφερε ειρήνη ανάμεσα στον ουρανό και στη γη, οδηγώντας τους αμαρτωλούς στον Θεό· και ότι «ἀπὸ γὰρ προσώπου ἀδικίας ἦρται ὁ δίκαιος(:ο δίκαιος πάρθηκε από τα χέρια των αδίκων)» [Ησ. 57, 1]και «ἔσται ἐν εἰρήνῃ ἡ ταφὴ αὐτοῦ(:θα επικρατήσει ειρήνη στην ταφή Του)» [Ησ. 57, 2] καὶ «δώσω τοὺς πονηροὺς ἀντὶ τῆς ταφῆς αὐτοῦ(:και θα παραδοθούν οι πονηροί ως αντάλλαγμα για τον θάνατό Του)» [Ησ. 53, 9].

     Επίσης η προφητεία του Ιακώβ που μας λέει: «ἀναπεσὼν ἐκοιμήθη ὡς λέων καὶ ὡς σκύμνος· τίς ἐγερεῖ αὐτόν;(:έπεσε και κοιμήθηκε όπως κοιμάται το λιοντάρι και το λιονταρόπουλό του· ποιος θα Τον ξυπνήσει;)» [Γέν. 49,9]Είναι και το παραπλήσιο χωρίο που υπάρχει στο βιβλίο των «Αριθμών»: «Κατακλιθεὶς ἀνεπαύσατο ὡς λέων καὶ ὡς σκύμνος· τίς ἀναστήσει αὐτόν;(:κατακλίθηκε καί αναπαύθηκε, όπως το λιοντάρι και το λιονταρόπουλό του· ποιος θα αναστήσει Αυτόν;)» [Αριθ. 24, 9]. Αλλά και ο Ψαλμός το λέει και το έχετε ακούσει πολλές φορές:«καὶ εἰς χοῦν θανάτου κατήγαγές με(:και επέτρεψες να καταπέσω στο χώμα του τάφου και του θανάτου)» [Ψαλμ. 21, 16].Για τον τόπο ήδη το επισημάναμε με αυτό που λέει:«Ἀκούσατέ μου, οἱ διώκοντες τὸ δίκαιον καὶ ζητοῦντες τὸν Κύριον, ἐμβλέψατε εἰς τὴν στερεὰν πέτραν, ἣν ἐλατομήσατε(:ακούστε με εσείς που επιδιώκετε το δίκαιο και ζητείτε πάντοτε τον Κύριο και την βοήθειά Του. Παρατηρήστε τον στερεό βράχοτον οποίο λατομήσατε)» [Ησ. 51, 1].Τώρα στη συνέχεια, ας παρουσιάσουμε τις μαρτυρίες γι᾿ αυτή την Ανάστασή Του.

Δ´ . Λέει λοιπόν πρώτα-πρώτα στον ενδέκατο Ψαλμό:« ἀπὸ τῆς ταλαιπωρίας τῶν πτωχῶν καὶ ἀπὸ τοῦ στεναγμοῦ τῶν πενήτων, νῦν ἀναστήσομαι, λέγει Κύριος(:εξαιτίας της κακοπάθειας των φτωχών και των στεναγμών των στερημένων και καταπιεζομένων, θα αναστηθώ τώρα, λέει ο Κύριος)»[Ψαλμ. 11,6].Αλλά αυτό το χωρίο για μερικούς είναι αμφίβολο, επειδή πολλές φορές ο Κύριος ξεσηκώνεται, για να λάβει εκδίκηση από τους εχθρούς.

    Έλα όμως στο δέκατο πέμπτο Ψαλμό που λέει σαφώς: «Φύλαξόν με, Κύριε, ὅτι ἐπὶ σοὶ ἤλπισα(:φύλαξέ με, Κύριε, διότι σε Σένα στήριξα τις ελπίδες μου)» [Ψαλμ. 15, 1].Και μετά από αυτά: «οὐ μὴ συναγάγω τὰς συναγωγὰς αὐτῶν ἐξ αἱμάτων, οὐδ᾿ οὐ μὴ μνησθῶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν διὰ χειλέων μου(:δεν θα συναθροίσω ποτέ λατρευτικές συνάξεις από ανθρώπους μολυσμένους με αίμα αδικοχυμένο, ούτε θα θυμηθώ και ούτε θα αναφέρω με τα χείλη μου τα ονόματά τους)» [Ψαλμ. 15, 4]διότι Εμένα με αρνήθηκαν και θεώρησαν βασιλιά τους τον Καίσαρα. Και συνεχίζει: «προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μού ἐστιν, ἵνα μὴ σαλευθῶ(:έβλεπα τον Κύριο πάντοτε μπροστά μου, πραγματικά ήταν στα δεξιά μου, για να με προστατεύει για να μην κλονιστώ)» [Ψαλμ. 15, 8].Και λίγο παρακάτω: «ἔτι δὲ καὶ ἕως νυκτὸς ἐπαίδευσάν με οἱ νεφροί μου (:ακόμη και τη νύχτα με παιδαγωγούσαν οι νυγμοί της συνειδήσεώς μου)» [Ψαλμ. 15, 7].

    Μετά επίσης από αυτά σαφέστατα λέει: «ὅτι οὐκ ἐγκαταλείψεις τὴν ψυχήν μου εἰς ᾅδην, οὐδὲ δώσεις τὸν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν (:δεν θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον άδη, ούτε θα επιτρέψεις σε αυτόν που σου είναι αφοσιωμένος να δοκιμάσει τη φθορά και την αποσύνθεση)»[Ψαλμ. 15,10].Δεν είπε: «ούτε θα επιτρέψεις σε Αυτόν που σου είναι αφοσιωμένος να δοκιμάσει θάνατο», γιατί τότε δεν θα πέθαινε, αλλά τι είπε; «Τη φθορά και την αποσύνθεση δεν θα επιτρέψεις να τη γνωρίσω. Όσο για τον θάνατο, δεν θα παραμείνω κάτω από την εξουσία του για πολύ». «ἐγνώρισάς μοι ὁδοὺς ζωῆς(:με έκανες να γνωρίσω δρόμους ζωής μέσα στον τάφο)» [Ψαλμ. 15, 11]. Και να, που σαφώς κηρύττεται ότι μετά το θάνατο έρχεται η ζωή.

   Έλα και στον εικοστό ένατο Ψαλμό:«Ὑψώσω σε, Κύριε, ὅτι ὑπέλαβές με καὶ οὐκ εὔφρανας τοὺς ἐχθρούς μου ἐπ᾿ ἐμέ(:θα σε δοξάσω, Κύριε, διότι με προστάτευσες και δεν έπεσα, ώστε να ευφρανθούν οι εχθροί μου, βλέποντας την καταστροφή μου)»[ Ψαλμ. 29, 2]. Τι είναι αυτό που σου έκανε ο Κύριος; Από τους εχθρούς γλύτωσες ή απαλλάχτηκες από τις μέλλουσες τιμωρίες; Αυτός ο ίδιος ο Ψαλμός σαφέστατα αναφέρει πιο κάτω:«Κύριε, ἀνήγαγες ἐξ ᾅδου τὴν ψυχήν μου(:Κύριε, έβγαλες από τον άδη την ψυχή μου)» [Ψαλμ. 29,4].Προηγουμένως είπε «δεν θα εγκαταλείψεις στον άδη την ψυχή μου», με προφητική ενόραση, και εδώ αναφέρει αυτό που πρόκειται να γίνει, σαν να έχει ήδη γίνει: «Κύριε, ἀνήγαγες ἐξ ᾅδου τὴν ψυχήν μου, ἔσωσάς με ἀπὸ τῶν καταβαινόντων εἰς λάκκον(:Κύριε, έβγαλες την ψυχή μου από τον άδη και με έσωσες, για να μην είμαι ανάμεσα στους νεκρούς που κατεβαίνουν στο λάκκο του τάφου)» [Ψαλμ. 29,4].

    Πότε θα γίνει αυτό το γεγονός; «Τὸ ἑσπέρας αὐλισθήσεται κλαυθμὸς καὶ εἰς τὸ πρωΐ ἀγαλλίασις(:το εσπέρας θα διανυκτερεύσει μαζί μας ο κλαυθμός και το πρωί η χαρά και η αγαλλίαση)» [Ψαλμ. 29, 6].Και πραγματικά. Αργά το βράδυ οι μαθητές είχαν θλίψη και πένθος και το πρωί ήρθε η χαρά και η ευφροσύνη της Αναστάσεως.

Ε´ . Θέλεις να μάθεις και τον τόπο; Λέει λοιπόν στο Άσμα Ασμάτων: «Εἰς κῆπον καρύας κατέβην ἰδεῖν (:κατέβηκα στον κήπο που είναι οι καρυδιές)»[Άσμα 6, 11].Ήταν κήπος και εκεί όπου σταυρώθηκε. Τώρα βέβαια μπορεί να καλλωπίστηκε πάρα πολύ με τις βασιλικές επιχορηγήσεις και δωρεές, αλλά ήταν κήπος πριν και ακόμη και τώρα παραμένουν τόσα στοιχεία χαρακτηριστικά που το φανερώνουν. «Κῆπος κεκλεισμένος, πηγὴ ἐσφραγισμένη(:Κήπος περιφραγμένος, πηγή σφραγισμένη)» [ Άσμα 4, 12]από τους Ιουδαίους, οι οποίοι έλεγαν «ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι. κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ, ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης(:θυμηθήκαμε ότι εκείνος ο πλάνος είπε, ενώ ζούσε ακόμη, ότι μετά από τρεις ημέρες θα αναστηθώ, δώσε λοιπόν διαταγή να ασφαλίσουν τον τάφο μέχρι την τρίτη ημέρα, μήπως έλθουν οι μαθητές του μέσα στη νύχτα και τον κλέψουν, και πουν στο λαό ότι αναστήθηκε από τους νεκρούς. Και θα είναι η τελευταία αυτή πλάνη του λαού χειρότερη από την πρώτη, που τον πίστεψαν ως Μεσσία)» [Ματθ. 27, 63-64] και τα περαιτέρω· «οἱ δὲ πορευθέντες ἠσφαλίσαντο τὸν τάφον σφραγίσαντες τὸν λίθον μετὰ τῆς κουστωδίας(:και οι Ιουδαίοι πήγαν και ασφάλισαν τον τάφο. Έβαλαν δηλαδή σφραγίδες στον λίθο που σκέπαζε το μνημείο. Και τοποθέτησαν εκεί τη φρουρά)» [Ματθ. 27, 66].

    Καλά είπε γι᾿ αυτούς κάποιος, απευθυνόμενος προς τον Ιησού: «εἰς ἀνάπαυσιν αὐτὸν κρινεῖς; (:κι Εσύ Κύριε, θα τους αφήσεις να αναπαύονται στη σιγουριά τους;)» [Ιώβ 7, 18].Ποια είναι τώρα η πηγή η σφραγισμένη; Ή ποιος είναι εκείνος που ερμηνεύεται ως «πηγή φρέατος με ζωντανό νερό;»[πρβλ. Άσμα 4, 15: «Πηγὴ κήπου καὶ φρέαρ ὕδατος ζῶντος καὶ ῥοιζοῦντος ἀπὸ τοῦ Λιβάνου].Αυτός είναι ο Σωτήρας, για τον Οποίο έχει γραφεί:«ὅτι παρὰ σοὶ πηγὴ ζωῆς, ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς(:διότι σε Σένα υπάρχει ανεξάντλητη πηγή ζωής, στο δικό σου το φως θα δούμε το αληθινό φως)» [Ψαλμ. 35, 10].

     Αλλά τι λέει ο προφήτης Σοφονίας, σαν να μιλάει ο Ίδιος ο Κύριος σε καθέναν από τους Μαθητές Του; «ἑτοιμάζου, ὄρθρισον, ἔφθαρται πᾶσα ἡ ἐπιφυλλὶς αὐτῶν(:ετοιμάσου, λοιπόν, ξύπνα πρωί-πρωί, διότι έχουν πλέον καταστραφεί οι πονηροί άρχοντες και όλες οι παραφυάδες τους, ακόμα και τα τελευταία υπολείμματά τους)»[Σοφ.3,7]. Και είναι φανερό ότι εννοεί τους Ιουδαίους, οι οποίοι δεν έχουν να επιδείξουν κανένα καρπό —κανένα έργο— που να φανερώνει ότι επιθυμούν τη σωτηρία τους. Δεν έχουν να επιδείξουν ούτε καν κάποιους μικρούς και ασήμαντους καρπούς που θα μπορούσαν να θεωρηθούν απομεινάρια —καμπανάρια— από τον τρύγο του αμπελιού, εφόσον ξεριζώνεται ολοκληρωτικά το αμπέλι τους (η φυλή τους βγαίνει οριστικά έξω από το χώρο της σωτηρίας).

    Και συνεχίζει στο ίδιο κείμενο του Προφήτη και λέει:«Διὰ τοῦτο ὑπόμεινόν με, λέγει Κύριος, εἰς ἡμέραν ἀναστάσεώς μου εἰς μαρτύριον(:γι᾿ αυτό υπόμεινέ με, λέει ο Κύριος, μέχρι την ημέρα που θα αναστηθώ στο Μαρτύριο)» [Σοφον. 3, 8]. Βλέπεις ότι ο Προφήτης προγνώριζε ότι και ο τόπος της Αναστάσεως θα επονομαστεί Μαρτύριο;

     Για ποιο λόγο λοιπόν, κατά τις υπόλοιπες Εκκλησίες, να μην καλείται και ο τόπος αυτός του Γολγοθά και της Αναστάσεως «Εκκλησία», αλλά Μαρτύριο; Ίσως όμως να ονομάζεται έτσι γιατί και ο Προφήτης έτσι το ονόμασε όταν είπε: «εἰς ἡμέραν ἀναστάσεώς μου εἰς μαρτύριον(:μέχρι την ημέρα που θα αναστηθώ στο Μαρτύριο)» [Σοφον. 3, 8].

                                                                            [Συνεχίζεται]             

                 ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

             επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

·       «Κατηχήσεις Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων», εκδ. ‘’Ετοιμασία’’, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα 1999, κατήχηση φωτιζομένων ΙΔ΄,σελίδες 400-407.

·       http://www.imaik.gr/?p=221

·       Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

·       Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

·       Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

·       Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016

·       http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

…………………………………………………………..

ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ

ΚΑΤΗΧΗΣΗ ΙΔ΄:

ΟΙ ΕΚΠΛΗΡΩΜΕΝΕΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

[Μέρος δεύτερο]

Ζ´ . Και Ποιος είναι άραγε Αυτός που θα αναστηθεί και ποιο ξεχωριστό και θαυμαστό γνώρισμα θα μαρτυρεί την Ανάστασή Του; Σαφώς στη συνέχεια, λίγο παρακάτω, ο Προφήτης λέει τότε μεταστρέψω ἐπὶ λαοὺς γλῶσσαν εἰς γενεὰν αὐτῆς τοῦ ἐπικαλεῖσθαι πάντας τὸ ὄνομα Κυρίου(:τότε θα μεταβάλω τις γλώσσες των λαών και θα τις ενοποιήσω)» [Σοφον. 3, 9].Και το λέει αυτό, επειδή μετά την Ανάσταση, με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, δόθηκε στους Μαθητές το χάρισμα των γλωσσών[πρβλ.Πράξ. 2,4: «καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι (:όλοι τους τότε πλημμύρισαν εσωτερικά με Πνεύμα Άγιο, και άρχισαν να μιλούν ξένες γλώσσες, όπως το Πνεύμα τους ενέπνεε και τους έδινε την ικανότητα να μιλούν και να λένε θεϊκά και ουράνια λόγια και διδασκαλίες υψηλές και θεόπνευστες)»],«τοῦ ἐπικαλεῖσθαι πάντας τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ δουλεύειν αὐτῷ ὑπὸ ζυγὸν ἕνα (:ώστε να υπηρετούν όλοι το Όνομα  του Κυρίου κάτω από ένα ζυγό ενωμένοι με την ίδια πίστη και την ίδια λατρεία)» [Σοφον. 3, 9].

    Και ποιο άλλο ιστορικό γεγονός, κατά τον ίδιο Προφήτη, θα φανερώνει ότι όλοι οι λαοί θα υπηρετούν το Όνομα του Κυρίου κάτω από ένα ζυγό;«Ἐκ περάτων ποταμῶν Αἰθιοπίας οἴσουσι θυσίας μοι(:από τους πιο απόμακρους ποταμούς της Αιθιοπίας οι λαοί θα μου προσφέρουν θυσίες)» [Σοφον. 3, 10]Γνωρίζεις αυτό που αναφέρεται στις Πράξεις, τότε που ήλθε ο ευνούχος ο Αιθίοπας από τα πιο απόμακρα ποτάμια της Αιθιοπίας[πρβλ. Πραξ. 8, 27: «καὶ ἀναστὰς ἐπορεύθη. καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ Αἰθίοψ εὐνοῦχος δυνάστης Κανδάκης τῆς βασιλίσσης Αἰθιόπων, ὃς ἦν ἐπὶ πάσης τῆς γάζης αὐτῆς, ὃς ἐληλύθει προσκυνήσων εἰς Ἱερουσαλήμ(:ο Φίλιππος σηκώθηκε και πήγε στον ερημικό εκείνο δρόμο υπακούοντας στη διαταγή του αγγέλου. Και να, ένας άνθρωπος Αιθίοπας, ευνούχος, ανώτερος αξιωματικός και αυλικός της Κανδάκης, της βασίλισσας των Αιθιόπων. Αυτός ήταν διευθυντής και διαχειριστής σε όλο το θησαυρό και τα οικονομικά της, και είχε έλθει για να προσκυνήσει στην Ιερουσαλήμ, διότι φαίνεται ότι ήταν προσήλυτος)»]Τη στιγμή λοιπόν που και την ώρα της Ανάστασης και του τόπου το ιδίωμα και τα σημεία μετά την Ανάσταση, μάς τα αναφέρουν οι Γραφές, βεβαιώσου για την Ανάσταση και κανένας να μη σε κλονίσει από το να ομολογείς ότι ο Χριστός ήταν νεκρός και αναστήθηκε.

Η´ . Έχεις όμως και άλλη μαρτυρία στον ογδοηκοστό έβδομο Ψαλμό, όπου ο Χριστός λέει με τα λόγια των Προφητών. Διότι αυτός ο Ίδιος που τότε μιλούσε, μετά, όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, ήρθε στη γη.«Κύριε ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου, ἡμέρας ἐκέκραξα καὶ ἐν νυκτὶ ἐναντίον σου(:Κύριε, Εσύ που είσαι ο Θεός και Σωτήρας μου, φώναξα προς Εσένα ικετευτικά ολόκληρη την ημέρα και κατά τη διάρκεια της νύχτας)»[Ψαλμ. 87, 2].Και μετά από λίγο λέει: « προσελογίσθην μετὰ τῶν καταβαινόντων εἰς λάκκον, ἐγενήθην ὡσεὶ ἄνθρωπος ἀβοήθητος ἐν νεκροῖς ἐλεύθερος (:κατάντησα σαν ένας άνθρωπος αβοήθητος, ελεύθερος ανάμεσα στους νεκρούς)» [Ψαλμ. 87,5]. Δεν είπε «κατάντησα άνθρωπος αβοήθητος», αλλά «ὡσεὶ ἄνθρωπος ἀβοήθητος(:σαν άνθρωπος αβοήθητος)». Διότι σταυρώθηκε όχι από αδυναμία, αλλά με τη θέλησή Του. Και ο θάνατος δεν προήλθε από ακούσια ασθένειά Του:  «προσελογίσθην μετὰ τῶν καταβαινόντων εἰς λάκκον, ἐγενήθην ὡσεὶ ἄνθρωπος ἀβοήθητος ἐν νεκροῖς ἐλεύθερος (:συγκαταριθμήθηκα με τους νεκρούς που κατεβαίνουν στο λάκκο του τάφου)» [Ψαλμ. 87, 5].

    Και ποιο είναι εκείνο το σημείο, που θα μπορούσε αυθεντικά να μας βεβαιώσει ότι όλα αυτά αναφέρονται στον Κύριο; Είναι το «ἐμάκρυνας τοὺς γνωστούς μου ἀπ᾿ ἐμοῦ (:απομάκρυνες τους γνωστούς μου από κοντά μου)» [Ψαλμ. 87, 9], διότι φύγανε μακριά οι Μαθητές την ώρα του Πάθους«Μὴ τοῖς νεκροῖς ποιήσεις θαυμάσια;(:Μήπως θα επιτελέσεις τα θαύματά σου στους νεκρούς;)» [Ψαλμ. 87, 11].Έπειτα λίγο παρακάτω: «Κἀγὼ πρὸς σέ, Κύριε, ἐκέκραξα, καὶ τὸ πρωΐ ἡ προσευχή μου προφθάσει σε (:γι᾿ αυτό και εγώ, Κύριε, φώναξα ικετευτικά προς Εσένα και το πρωί η προσευχή μου θα Σε προφθάσει)» [Ψαλμ. 87, 14]. Βλέπεις πως μας φανερώνουν οι Προφήτες τον αρμόδιο καιρό, που ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και για το Πάθος και για την Ανάσταση του Κυρίου;

Θ´ . Και από πού αναστήθηκε ο Σωτήρας; Λέει στο Άσμα Ασμάτων«ἀνάστα, ἐλθὲ ἡ πλησίον μου, καλή μου(:σήκω, η αγαπητή μου, και έλα)» [Άσμα 2, 10].Και στα επόμενα «ἐν σκέπῃ τῆς πέτρας(:στη στέγη της πέτρας)» [Άσμα2, 14]. «Στέγη της πέτρας» εννοεί αυτό το βαθούλωμα, που έμοιαζε σαν προστέγασμα και υπήρχε τότε μπροστά στη θύρα του σωτηρίου μνήματος, λαξευμένο πάνω στην ίδια την πέτρα, καθώς συνηθίζουν εδώ να κάνουν μπροστά στα μνήματα. Τώρα δεν φαίνεται, επειδή αφαιρέθηκε αυτό το προστέγασμα, για να έχουμε την παρούσα καλαισθησία. Διότι, πριν να το εξωραΐσει η καλή διάθεση του αυτοκράτορα αυτό το μνήμα, υπήρχε προστέγασμα μπροστά στην πέτρα.

    Αλλά πού είναι η πέτρα που έχει το προστέγασμα; Άραγε στα μέσα της πόλεως βρίσκεται ή στα τείχη και στα εξωτερικά περιτειχίσματα της πόλεως; Και σε ποιο μέρος από τα δύο, στα αρχαία τείχη ή στο προτείχισμα που έγινε αργότερα; Λέει λοιπόν στο Άσμα Ασμάτων: «ἐν σκέπῃ τῆς πέτρας, ἐχόμενα τοῦ προτειχίσματος(:στο προστέγασμα της πέτρας που εφάπτεται στο προτείχισμα)» [Άσμα 2, 14].

Ι´ .  Ποια εποχή αναστήθηκε ο Σωτήρας; Άραγε ήταν καλοκαίρι ή άλλη εποχή; Στο ίδιο πάλι το βιβλίο, στο Άσμα Ασμάτων, λίγο πιο πριν απ᾿ αυτά που προηγουμένως αναφέραμε, λέει:  «ἰδοὺ ὁ χειμὼν παρῆλθεν, ὁ ὑετὸς ἀπῆλθεν, ἐπορεύθη ἑαυτῷ, τὰ ἄνθη ὤφθη ἐν τῇ γῇ, καιρὸς τῆς τομῆς ἔφθακε(:ο χειμώνας πέρασε. Πέρασε πια η εποχή των βροχών. Το νερό ξαναμαζεύεται στα σύννεφα. Τα λουλούδια έκαναν την εμφάνισή τους στη γη, ο καιρός του κορφολογήματος ήρθε)» [πρβλ. Άσμα 2, 11-12]. Αυτή λοιπόν δεν είναι η εποχή, που η γη είναι γεμάτη λουλούδια και οι αμπελουργοί κορφολογούν τα αμπέλια; Βλέπεις ότι μας λέει πως είχε περάσει ο χειμώνας; Ο μήνας λοιπόν, που αναφέρει ότι ήταν τότε, είναι ο Απρίλιος, επομένως ήταν άνοιξη. Η εποχή ήταν αυτή και ήταν ο πρώτος μήνας για τους Εβραίους, όπου γιορτάζεται η εορτή του Πάσχα, που την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης, συμβολικά, προτύπωνε το Πάσχα της Καινής Διαθήκης, το οποίο είναι το πραγματικό πέρασμα, από τη φθορά στην αφθαρσία, η πραγματική νίκη κατά της αμαρτίας και του θανάτου.

    Μια τέτοια εποχή δημιουργήθηκε ο κόσμος. Τότε ήταν που είπε ο Θεός:«βλαστησάτω ἡ γῆ βοτάνην χόρτου σπεῖρον σπέρμα κατὰ γένος καὶ καθ᾿ ὁμοιότητα, καὶ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν, οὗ τὸ σπέρμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ κατὰ γένος ἐπὶ τῆς γῆς. καὶ ἐγένετο οὕτως(:από την ξερή γη να βγουν όλα τα είδη της χλόης και της θαμνώδους βλάστησης και το κάθε είδος απ᾿ αυτά ας έχει τον δικό του σπόρο, ώστε το ίδιο να διαιωνίζεται, χωρίς να χάνει τα ιδιαίτερα γνωρίσματά του)» [Γέν. 1, 11].Και τώρα, όπως βλέπεις, κάθε φυτρωμένο φυτό σχηματίζει τους σπόρους του. Και όπως τότε ο Θεός δημιούργησε τον ήλιο και τη σελήνη και όρισε κατά τέτοιο τρόπο την τροχιά τους, ώστε σε μια ορισμένη χρονική περίοδο να έχουν ίση διάρκεια τη νύχτα και την ημέρα, έτσι και πριν λίγες ημέρες είχαμε ισημερία. Τότε είπε ο Θεός:«καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν, (:ας δημιουργήσουμε άνθρωπο κατ᾿ εικόνα και ομοίωσή μας)» [Γέν. 1, 26].

    Και έλαβε ο άνθρωπος το «κατ᾿ εικόνα», αλλά το «καθ᾿ ομοίωσιν» το αμαύρωσε με την παρακοήΤην εποχή λοιπόν που το έχασε τούτο, την ίδια εποχή έγινε και η διόρθωση. Την ίδια εποχή δηλαδή που ο άνθρωπος με την παρακοή διώχτηκε από τον Παράδεισο, την ίδια εποχή και αυτός που πίστεψε, με την υπακοή, εισήλθε πάλι στον Παράδεισο. Την ίδια λοιπόν εποχή που έπεσε ο άνθρωπος, την ίδια και σώθηκε, την άνοιξη, τότε που ανθίζουν ταφυτά και τότε που γινόταν το κορφολόγημα [πρβλ. Άσμα 2, 12: «Τὰ ἄνθη ὤφθη ἐν τῇ γῇ, καιρὸς τῆς τομῆς ἔφθακε, φωνὴ τῆς τρυγόνος ἠκούσθη ἐν τῇ γῇ ἡμῶν(:τα άνθη έκαναν την εμφάνισή τους στη γη. Ο καιρός του κλαδέματος έχει φθάσει. Η φωνή της τρυγόνας ξανακούστηκε πάλι στη χώρα μας)»].

ΙΑ´ . Ο τόπος της ταφής ήταν κήπος, και Άμπελος ήταν Αυτός που φυτεύθηκε. Μας το έχει πει:«Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή, καὶ ὁ πατήρ μου ὁ γεωργός ἐστι (:                Εγώ είμαι η Άμπελος, η κληματαριά η πραγματική και άφθαρτη και πνευματική. Εγώ θα αντικαταστήσω και θα ανακαινίσω την παλαιά άμπελο της συναγωγής ιδρύοντας την Εκκλησία μου, της οποίας θα είμαι η κεφαλή. Και ο Πατέρας μου είναι ο αμπελουργός)» [Ιω. 15, 1]. Φυτεύτηκε φυσικά στη γη, για να εκριζωθεί η κατάρα που δόθηκε εξαιτίας του Αδάμ, ότι η γη θα φυτρώνει αγκάθια και τριβόλια [πρβλ. Γέν. 3, 18: «ἀκάνθας καὶ τριβόλους ἀνατελεῖ σοι, καὶ φαγῇ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ(:αγκάθια και τριβόλια θα σου φυτρώνει η γη και θα τρέφεσαι με τα χόρτα του αγρού)»]. Βλάστησε από τη γη η αληθινή Άμπελος, για να βρει τόπο αυτό που έχει γραφεί: «ἀλήθεια ἐκ τῆς γῆς ἀνέτειλε, καὶ δικαιοσύνη ἐκ τοῦ οὐρανοῦ διέκυψε (:αλήθεια από τη γη ανέτειλε και από τον ουρανό κατέβηκε δικαιοσύνη)» [Ψαλμ. 84, 12].

     Και τι πρόκειται να πει Εκείνος που ενταφιάστηκε στον κήπο; «Ἐτρύγησα σμύρναν μου μετὰ ἀρωμάτων μου(:τρύγησα την ευωδιαστή σμύρνα μου με τα αρώματά μου)»[Άσμα 5, 1]. Και σε άλλο σημείο: «σμύρνα ἀλὼθ μετὰ πάντων πρώτων μύρων(:σμύρνα και αλόη με όλα τα άλλα εξαίρετα αρώματα)» [πρβλ. Άσμα 4, 14].Αυτά είναι βέβαια τα σύμβολα του ενταφιασμού. Και στο Ευαγγέλιο έχει γραφεί«Τῇ δὲ μιᾷ τῶν σαββάτων ὄρθρου βαθέος ἦλθον ἐπὶ τὸ μνῆμα φέρουσαι ἃ ἡτοίμασαν ἀρώματα, καί τινες σὺν αὐταῖς(:την πρώτη όμως ημέρα της εβδομάδας από τα βαθιά χαράματα ήλθαν οι γυναίκες στο μνήμα φέρνοντας τα αρώματα που είχαν ετοιμάσει. Μαζί τους ήλθαν και μερικές άλλες)» [πρβλ. Λουκ. 24, 1]. Και ο Νικόδημος ήλθε κρατώντας μίγμα σμύρνας και αλόης [πρβλ. Ιωάν. 19, 39: «ἦλθε δὲ καὶ Νικόδημος ὁ ἐλθὼν πρὸς τὸν Ἰησοῦν νυκτὸς τὸ πρῶτον, φέρων μῖγμα σμύρνης καὶ ἀλόης ὡς λίτρας ἑκατόν(:μαζί με τον Ιωσήφ ήλθε και ο Νικόδημος. Αυτός ήταν που είχε έλθει κάποτε μέσα στη νύχτα να συναντήσει τον Ιησού, όταν για πρώτη φορά συνομίλησε μαζί Του. Αυτός λοιπόν τώρα έφερε ένα μίγμα από το ρητινώδες και πολύτιμο άρωμα που λεγόταν σμύρνα, και από  το αρωματικό και απαλό ξύλο της αλόης, εκατό λίτρα περίπου, δηλαδή παραπάνω από τριάντα δύο κιλά)»].

    Και στη συνέχεια στο ίδιο βιβλίο έχει γραφεί: «ἔφαγον ἄρτον μου μετὰ μέλιτός μου (:έφαγα τον άρτο μου μαζί με το μέλι μου)» [Άσμα 5, 1]Το πικρό το έφαγε πριν το πάθος και το γλυκύ μετά την Ανάσταση. Έπειτα, Αναστημένος πια, εισήλθε ανάμεσα από τις κλειστές πόρτες» [πρβλ. Ιω. 20, 19: «ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων»],αλλά αμφέβαλλαν γι᾿ Αυτόν. «Πτοηθέντες δὲ καὶ ἔμφοβοι γενόμενοι ἐδόκουν πνεῦμα θεωρεῖν (:Η αιφνιδιαστική όμως εμφάνιση του Κυρίου τους κατατρόμαξε. Κι επειδή κυριεύθηκαν από φόβο, νόμιζαν ότι έβλεπαν φάντασμα, δηλαδή ψυχή πεθαμένου που ήλθε από τον Άδη χωρίς να έχει σώμα)» [Λουκ. 24, 37]. Εκείνος όμως τους είπε: «ἴδετε τὰς χεῖράς μου καὶ τοὺς πόδας μου, ὅτι αὐτὸς ἐγώ εἰμι· ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα(:δείτε τα χέρια μου και τα πόδια μου ότι έχουν τα σημάδια των καρφιών, και βεβαιωθείτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος ο Διδάσκαλός σας που σταυρώθηκε. Ψηλαφήστε με με τα χέρια σας και βεβαιωθείτε ότι δεν είμαι άσαρκο πνεύμα. Διότι η ψυχή και το φάντασμα ενός νεκρού δεν έχει σώμα και οστά, όπως βλέπετε και πείθεσθε ότι έχω εγώ)» [Λουκ. 24, 39].

    «Βάλτε τα δάχτυλά σας στο σημάδι που έχουν αφήσει τα καρφιά»,πράγμα που επιζητούσε αργότερα ο Θωμάς να κάνει[πρβλ. Ιωάν. 20, 25: «ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω(:όταν λοιπόν είδαν τον Θωμά, του έλεγαν οι άλλοι μαθητές: ‘’Είδαμε τον Κύριο’’. Αυτός όμως τους απάντησε: ‘’Εάν δεν δω με τα μάτια μου στα χέρια Του το σημάδι των καρφιών και δεν βάλω το δάχτυλό μου στο σημάδι των καρφιών και δεν βάλω το χέρι μου στην πλευρά Του, ώστε όχι μόνο με τα μάτια μου αλλά και με τα δάχτυλά μου να βεβαιωθώ, δεν θα πιστέψω’’)».

      Και ενώ ακόμα αυτοί απιστούσαν από τη χαρά τους και θαύμαζαν, ο Αναστημένος Κύριος τούς είπε: «ἔχετέ τι βρώσιμον ἐνθάδε; οἱ δὲ ἐπέδωκαν αὐτῷ ἰχθύος ὀπτοῦ μέρος καὶ ἀπὸ μελισσίου κηρίου(:Έχετε εδώ, τίποτε φαγώσιμο; Και αυτοί τότε Του έδωσαν ένα μέρος από ψητό ψάρι και κηρήθρα από μελίσσι)» [Λουκ. 24, 41-42].Βλέπεις πως εκπληρώθηκε αυτό που είπε: «ἔφαγον ἄρτον μου μετὰ μέλιτός μου(:έφαγα τον άρτο μου μαζί με το μέλι μου)»[Άσμα 5, 1].

                                                                                 [Συνεχίζεται]

           ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

         επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

·       «Κατηχήσεις Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων», εκδ. ‘’Ετοιμασία’’, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα 1999, κατήχηση φωτιζομένων ΙΔ΄,σελίδες 407-411.

·       http://www.imaik.gr/?p=221

·       Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

·       Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

·       Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

·       Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016

·       http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

…………………………………………………………..

ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ

ΚΑΤΗΧΗΣΗ ΙΔ΄:

ΟΙ ΕΚΠΛΗΡΩΜΕΝΕΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

[Μέρος τρίτο]

ΙΒ´ . Αλλά πριν να εισέλθει ο Κύριος «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων (: ανάμεσα από τις κλειστές πόρτες)» [Ιω. 20, 19.26],οι θαυμάσιες εκείνες και ανδρείες γυναίκες Τον ζητούσαν. Ζητούσαν το Νυμφίο και θεραπευτή των ψυχών τους. Ήλθαν οι ευλογημένες εκείνες στον τάφο[πρβλ. Ματθ. 28, 1: «Ὀψὲ δὲ σαββάτων, τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων, ἦλθε Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία θεωρῆσαι τὸν τάφον(:αργά λοιπόν τη νύχτα του Σαββάτου, την ώρα που ξημέρωνε η πρώτη ημέρα της εβδομάδος, ήλθε η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία για να δουν τον τάφο)»]και ζητούσαν με μύρα να αλείψουν το σώμα του Κυρίου τους που όμως είχε ήδη αναστηθεί. Και τα δάκρυα από τα μάτια τους ακόμα έσταζαν, χωρίς να γνωρίζουν ότι θα έπρεπε μάλλον ήδη να ευφραίνονται και να χορεύουν για τον Αναστημένο Κύριο Ιησού Χριστό.

   Ήρθε η Μαρία [πρβλ. παραπάνω, Ιω. 20, 1: «Τῇ δὲ μιᾷ τῶν σαββάτων Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἔρχεται πρωΐ σκοτίας ἔτι οὔσης εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ βλέπει τὸν λίθον ἠρμένον ἐκ τοῦ μνημείου(:αφού πέρασε το Σάββατο, την επόμενη ημέρα, που ήταν η πρώτη ημέρα της εβδομάδας, η Μαρία η Μαγδαληνή έρχεται στο μνημείο πρωί, όταν ήταν ακόμη σκοτάδι, και βλέπει ότι ο λίθος που έφραζε την είσοδο του τάφου ήταν σηκωμένος από το μνήμα)»]και Τον ζητούσε, κατά το Ευαγγέλιο, και δεν Τον εύρισκε, αλλά στη συνέχεια άκουσε από τους Αγγέλους ότι αναστήθηκε και κατόπιν είδε τον Χριστό.

     Μήπως όμως και αυτά τα βρίσκουμε κάπου γραμμένα; Λέει λοιπόν στο Άσμα των Ασμάτων:  «Ἐπὶ κοίτην μου ἐν νυξὶν ἐζήτησα ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου· ἐζήτησα αὐτὸν καὶ οὐχ εὗρον αὐτόν· ἐκάλεσα αὐτόν, καὶ οὐχ ὑπήκουσέ μου(:Στην κλίνη μου, τη νύχτα, ζήτησα Αυτόν που αγάπησε η ψυχή μου)» [Άσμα 3, 1].Ποια ώρα; «Ἐπὶ κοίτην μου ἐν νυξὶν ἐζήτησα ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου· ἐζήτησα αὐτὸν καὶ οὐχ εὗρον αὐτόν· ἐκάλεσα αὐτόν, καὶ οὐχ ὑπήκουσέ μου(:στην κλίνη μου, τη νύχτα, ζήτησα Αυτόν που αγάπησε η ψυχή μου· τον αναζήτησα και δεν τον βρήκα· τον κάλεσα και δεν με άκουσε)» [Άσμα 3, 1].Η Μαρία λέει, «ἔρχεται πρωΐ σκοτίας ἔτι οὔσης(:ήρθε ενώ ήταν ακόμη σκοτάδι)» [πρβλ. Ιω. 20, 1]«Ἐπὶ κοίτην μου ἐν νυξὶν ἐζήτησα ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου· ἐζήτησα αὐτὸν καὶ οὐχ εὗρον αὐτόν(:στην κλίνη μου ενώ ήμουν, τη νύχτα τον ζήτησα, αλλά δεν τον βρήκα πουθενά)» [Άσμα 3, 1]. Και στο Ευαγγέλιο λέει η Μαρία όταν τη ρωτούν οι άγγελοι γιατί κλαίει: «ἦραν τὸν Κύριόν μου, καὶ οὐκ οἶδα ποῦ ἔθηκαν αὐτόν (:πήραν τον Κύριό μου από τον τάφο και δεν ξέρω πού τον έβαλαν)» [Ιω. 20, 13].

     Οι άγγελοι όμως που τότε βρίσκονταν στο κενό μνημείο, τις βοήθησαν να γνωρίσουν όσα αγνοούσαν. Τους έλεγαν λοιπόν:«Τί ζητεῖτε τὸν ζῶντα μετὰ τῶν νεκρῶν;(:γιατί ζητάτε ανάμεσα στους νεκρούς αυτόν που τώρα πλέον είναι ζωντανός;)»[Λουκ.24,5]. Όχι μόνο αναστήθηκε,αλλά ανέστησε με τη δύναμή Του και άλλους νεκρούς. Η Μαρία όμως η Μαγδαληνή τα αγνοούσε αυτά και για το λόγο αυτό το Άσμα των Ασμάτων, θέλοντας να την αντιπροσωπεύσει, παρουσιάζεται να λέει στους Αγγέλους«μὴ ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου ἴδετε; ὡς μικρὸν ὅτε παρῆλθον ἀπ᾿ αὐτῶν(:μήπως είδατε Αυτόν που αγάπησε η ψυχή μου; Αλλά λίγο είχα, όταν απομακρύνθηκα απ᾿ αυτούς)» [Άσμα 3, 3-4]δηλαδή τους δύο Αγγέλουςὡς μικρὸν ὅτε παρῆλθον ἀπ᾿ αὐτῶν, ἕως οὗ εὗρον ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου· ἐκράτησα αὐτὸν καὶ οὐκ ἀφῆκα αὐτόν(:και βρήκα Αυτόν που αγάπησε η ψυχή μου. Τον κράτησα και δεν Τον άφησα)» [Άσμα 3, 4].

ΙΓ´ . Μετά όμως από την οπτασία των Αγγέλων ο Ιησούς ήρθε και παρουσιάστηκε μόνος Του και είπε στις μυροφόρες γυναίκες, όπως λέει το Ευαγγέλιο: «Χαίρετε. αἱ δὲ προσελθοῦσαι ἐκράτησαν αὐτοῦ τοὺς πόδας καὶ προσεκύνησαν αὐτῷ(:’’Χαίρετε’’. Αυτές τότε, αφού πλησίασαν, δεν τόλμησαν να Τον αγγίξουν στο σώμα, αλλά με ευλάβεια πολλή έπιασαν μόνο τα πόδια Του και Τον προσκύνησαν)» [Ματθ. 28, 9].Κράτησαν Αυτόν για να εκπληρωθεί αυτό που είπε στο Άσμα : «Ἐκράτησα αὐτὸν καὶ οὐκ ἀφῆκα αὐτόν (: Τον κράτησα και δεν  Τον άφησα πια)» [Άσμα 3, 4].Ασθενικό ήταν της γυναίκας το σώμα, ανδρείο όμως το φρόνημά της: «ὕδωρ πολὺ οὐ δυνήσεται σβέσαι τὴν ἀγάπην, καὶ ποταμοὶ οὐ συγκλύσουσιν αὐτήν (:το νερό πολύ, αλλά δεν έσβησε την αγάπη, ούτε οι ποταμοί την έπνιξαν)» [πρβλ. Άσμα 8, 7]. Νεκρός ήταν ο Ποθούμενος, αλλά δεν σβήστηκε η ελπίδα της Αναστάσεως.

    Και ο Άγγελος λέει προς αυτές πάλι: «Μὴ φοβεῖσθε ὑμεῖς· οἶδα γὰρ ὅτι Ἰησοῦν τὸν ἐσταυρωμένον ζητεῖτε (: ‘’Μη φοβάστε εσείς˙ διότι γνωρίζω ότι ζητάτε με πόθο και ευλάβεια τον Ιησού τον Εσταυρωμένο’’)» [Ματθ. 28, 5]. «Δεν λέω στους στρατιώτες ‘’μη φοβάστε’’, αλλά σε σας. Εκείνοι ας φοβηθούν, ώστε με την εμπειρία αυτή να μάθουν και να δώσουν μαρτυρία και να πουν, όπως ο εκατόνταρχος και εκείνοι που μαζί του φύλαγαν τον Εσταυρωμένο Ιησού, όταν είδαν τον σεισμό και όσα έγιναν όσο ο Κύριος βρισκόταν επάνω στον Σταυρό«ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος. (:Πράγματι αυτός ήταν υιός Θεού)» [Ματθ. 27, 54]. Εσείς δεν χρειάζεται να φοβάσθε, διότι «ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον(:η αγάπη,όταν είναι τέλεια, απομακρύνει και βγάζει έξω από την ψυχή τον φόβο)» [Α´ Ιω. 4, 18].

     «Καὶ ταχὺ πορευθεῖσαι εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν, καὶ ἰδοὺ προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε· ἰδοὺ εἶπον ὑμῖν. (:Πηγαίνετε όμως γρήγορα και πείτε στους μαθητές Του ότι αναστήθηκε από τους νεκρούς. Και ιδού, πηγαίνει πριν από σας στη Γαλιλαία˙ εκεί θα Τον δείτε. Να λοιπόν, σας είπα αυτά που είχα εντολή να σας πω)»[Ματθ. 28, 7] κ.τ.λ.  Και αναχωρούν αυτές, γεμάτες χαρά και φόβο[:ως έκσταση και έκπληξη στην αίσθηση του υπερβατικού [πρβλ. Ματθ. 28, 8: «Καὶ ἐξελθοῦσαι ταχὺ ἀπὸ τοῦ μνημείου μετὰ φόβου καὶ χαρᾶς μεγάλης ἔδραμον ἀπαγγεῖλαι τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ»(: Και οι γυναίκες, αφού βγήκαν γρήγορα από το μνημείο με φόβο εξαιτίας της αγγελικής οπτασίας, αλλά και με χαρά μεγάλη εξαιτίας του χαρμόσυνου αγγέλματος, έτρεξαν να τα πουν όλα αυτά στους μαθητές)»] και Μαρκ. 16, 8: «καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ(:εκείνες τότε βγήκαν κι έφυγαν από το μνημείο. Ήταν μάλιστα γεμάτες τρόμο και έκσταση. Δεν είπαν όμως τίποτε σε κανένα, διότι ήταν φοβισμένες)»].

    Μήπως και αυτό είναι κάπου γραμμένο; Λέει λοιπόν ο δεύτερος Ψαλμός που εξαγγέλλει το Πάθος του Χριστού: «Δουλεύσατε τῷ Κυρίῳ ἐν φόβῳ καὶ ἀγαλλιᾶσθε αὐτῷ ἐν τρόμῳ (:Δουλέψατε στον Κύριο με φόβο και ας αγαλλιάσει η ψυχή σας με τρόμο)»[Ψαλμ. 2, 11]. «Να αγαλλιάσει», δηλαδή, «η ψυχή σας, για τον Αναστημένο Κύριο, αλλά με τρόμο». Και το λέει αυτό για τον σεισμό που έγινε και τον Άγγελο που φανερώθηκε σαν αστραπή.

ΙΔ´ . Σφράγισαν βέβαια οι Αρχιερείς και οι Φαρισαίοι τον Τάφο με την άδεια και τη βοήθεια του Πιλάτου, οι γυναίκες όμως είδαν τον Αναστημένο Χριστό. Και γνωρίζοντας ο Ησαΐας την αβάσιμη και άκαρπη πίστη των Αρχιερέων από τη μια και τη σταθερότητα της πίστεως των γυναικών από την άλλη, λέει: «Γυναῖκες ἐρχόμεναι ἀπὸ θέας, δεῦτε· οὐ γὰρ λαός ἐστιν ἔχων σύνεσιν(:Ελάτε εδώ εσείς, γυναίκες που είχατε την εμπειρία της θέας του Ιησού, διότι ο λαός αυτός είναι λαός χωρίς σύνεση)» [Ησ. 27, 11]. Οι Αρχιερείς δεν συνετίζονται και οι γυναίκες βλέπουν με τα ίδια τους τα μάτια τον Κύριο.

     Και όταν γύρισαν στην πόλη οι στρατιώτες και ανέφεραν στους Αρχιερείς όσα είχαν γίνει [πρβλ. Ματθ. 28, 11: «Πορευομένων δὲ αὐτῶν ἰδού τινες τῆς κουστωδίας ἐλθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν τοῖς ἀρχιερεῦσιν ἅπαντα τὰ γενόμενα(:καθώς λοιπόν αυτές πήγαιναν να αναγγείλουν αυτά στους αποστόλους, ιδού, μερικοί στρατιώτες από τη φρουρά που είχε τοποθετηθεί στον τάφο πήγαν στην πόλη κι ανήγγειλαν στους αρχιερείς όλα όσα είχαν γίνει)»], αυτοί τους απάντησαν«εἴπατε ὅτι οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς ἐλθόντες ἔκλεψαν αὐτὸν ἡμῶν κοιμωμένων(: Πείτε ότι ‘’οι μαθητές του ήλθαν μέσα στη νύχτα και τον έκλεψαν, όταν εμείς κοιμόμασταν’’)»[Ματθ. 28, 13].

     Επομένως πολύ καλά ο προφήτης Ησαΐας προφήτεψε και αυτή την ενέργεια των Αρχιερέων και έβαλε στο στόμα των στρατιωτών να τους λένε αυτά τα λόγια: «ἡμῖν λαλεῖτε καὶ ἀναγγέλλετε ἡμῖν ἑτέραν πλάνησιν(:εσείς μας ζητάτε να πλανήσουμε τον λαό του Θεού μια ακόμα φορά)» [Ησ. 30, 10]. Αναστήθηκε ο Κύριος και με ένα ποσό χρημάτων εξαγόρασαν τους στρατιώτες. Δεν μπορούν όμως να πάρουν με το μέρος τους και τους τωρινούς αυτοκράτορες[:ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων έζησε κατά την εποχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, και πιο συγκεκριμένα κατά τα έτη 313-317 μ.Χ.]. Και τότε βέβαια οι στρατιώτες, χάρη των χρημάτωνπρόδωσαν την αλήθεια. Οι τωρινοί όμως βασιλείς, χάρη της ευσέβειας, κόσμησαν με αργυρές και χρυσές εγκόλλητες παραστάσεις την αγία αυτή Εκκλησία της Αναστάσεως του Θεού, όπου βρισκόμαστε και τη λάμπρυναν με κειμήλια από χρυσό και ασήμι και άλλους πολύτιμους λίθους.

     «Καὶ ἐὰν ἀκουσθῇ τοῦτο ἐπὶ τοῦ ἡγεμόνος, ἡμεῖς πείσομεν αὐτὸν καὶ ὑμᾶς ἀμερίμνους ποιήσομεν(:και αν αυτό καταγγελθεί στον ηγεμόνα, εμείς θα τον πείσουμε και θα σας απαλλάξουμε από κάθε ανησυχία και ευθύνη)» [Ματθ. 28, 14]. Μπορεί εκείνους να τους πείθετε, την οικουμένη όμως ολόκληρη δεν μπορείτε να την πείσετεΓιατί, τότε που ο Πέτρος βγήκε από τη φυλακή, καταδικάστηκαν οι φύλακες, και τώρα δεν καταδικάστηκαν παρόμοια αυτοί που φύλαγαν τον Χριστό; Διότι τότε σε εκείνους έπεσε πάνω τους η καταδίκη του Ηρώδη, επειδή δεν έβρισκαν τρόπο να απολογηθούν λόγω της άγνοιάς τους. Αυτοί όμως τώρα, αν και ήξεραν την αλήθεια —και την έκρυψαν, χάρη των χρημάτων— διασώθηκαν από τους Αρχιερείς. Αλλά λίγοι μόνο από τους Ιουδαίους τότε πίστεψαν σε αυτούς, ο κόσμος όμως, από τότε μέχρι σήμερα, έχει δεχτεί και δέχεται το γεγονός της Αναστάσεως.

    Αυτοί που έκρυψαν την αλήθεια, χάθηκαν και όποιοι τη δέχτηκαν έζησαν με τη δύναμη του Σωτήρα, που δεν αναστήθηκε μόνο ο Ίδιος από τους νεκρούς, αλλά συνανέστησε και άλλους νεκρούς. Γι᾿ αυτούς σαφώς ο προφήτης Ωσηέ λέει: «ὑγιάσει ἡμᾶς μετὰ δύο ἡμέρας, ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ ἐξαναστησόμεθα καὶ ζησόμεθα ἐνώπιον αὐτοῦ (:Θα μας θεραπεύσει σε δύο ημέρες και την τρίτη ημέρα θα εγερθούμε και θα ζήσουμε μέσα στην παρουσία και τη Χάρη Του)» [Ωσ. 6, 2].

                                                                    [Συνεχίζεται]                                                                                          

               ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

            επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

·       «Κατηχήσεις Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων», εκδ. ‘’Ετοιμασία’’, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα, Αθήνα 1999, κατήχηση φωτιζομένων ΙΔ΄,σελίδες 412-415.

·       http://www.imaik.gr/?p=221

·       Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

·       Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

·       Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

·       Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016

·       http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

…………………………………………………………..

ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ

ΚΑΤΗΧΗΣΗ ΙΔ΄:

ΟΙ ΕΚΠΛΗΡΩΜΕΝΕΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

[Μέρος τέταρτο]

ΙΘ´ . Τρομοκρατήθηκε ο θάνατος, βλέποντας ένα νεκρό, που δεν έμοιαζε καθόλου στους άλλους νεκρούς, να έχει κατεβεί στον άδη και να μην είναι δεμένος με τα δεσμά με τα οποία ήταν δεμένοι όσοι βρίσκονταν εκεί.Για ποιο λόγο, θυρωροί του άδη, μόλις τον είδατε ζαρώσατε από το φόβο σας; [πρβλ. Ιώβ 38, 17: «ἀνοίγονταί δέ σοι φόβῳ πύλαι θανάτου, πυλωροὶ δὲ ᾅδου ἰδόντες σε ἔπτηξαν;(:ανοίγονται ενώπιόν σου, Ιώβ, όπως συμβαίνει με Εμένα, με φόβο οι κατάκλειστες πύλες της περιοχής, όπου κυριαρχεί ο θάνατος, ενώ οι θυρωροί του άδη, όταν σε είδαν, όπως είδαν Εμένα, τρόμαξαν και ζάρωσαν από τον φόβο τους;)»].

    Τι φόβος ασυνήθιστος είναι αυτός που σας κυρίεψε; Έφυγε ο θάνατος και με τη φυγή του καταντροπιάστηκε για τη δειλία του. Έτρεχαν κοντά στον Κύριο οι άγιοι Προφήτες και ο Μωυσής ο νομοθέτης, ο Αβραάμ, ο Ισαάκ, ο Δαβίδ, ο Σαμουήλ και ο Ησαΐας, καθώς και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο οποίος έδωσε κατά την επίγεια ζωή του μαρτυρία σε όλους γι᾿ Αυτόν και είπε σὺ εἶ ὁ ἐρχόμενος ἢ ἕτερον προσδοκῶμεν;(:’’Εσύ είσαι ο Μεσσίας, που ασφαλώς από ώρα σε ώρα πρόκειται να έλθει στον κόσμο, ή πρέπει να περιμένουμε άλλον;’’. Και έκανε την ερώτηση αυτή ο Ιωάννης για να στηριχθούν με την απάντησή του οι κλονισμένοι μαθητές του στην πίστη προς τον Χριστό)» [Ματθ. 11, 3].

     Λυτρώθηκαν όλοι οι δίκαιοι που τους είχε καταπιεί ο θάνατος· διότι έπρεπε Αυτός που προφητεύθηκε και κηρύχτηκε Βασιλιάς του ουρανού και της γης από τους δικαίους αυτούς και τους Προφήτες, Αυτός να γίνει και ο Λυτρωτής όλων αυτών των καλών και πιστών κηρύκων Του. Έπειτα καθένας από τους δικαίους εκείνους έλεγε: «Ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον; ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νῖκος;(:Πού είναι, θάνατε, η νίκη σου; Πού είναι, άδη, το κεντρί σου;)» [Α´ Κορ. 15, 55]. Μας λύτρωσε λοιπόν Αυτός, που νικώντας εσένα χάρισε τη νίκη και σε όλους εμάς.

Κ´ . Ο προφήτης Ιωνάς όταν προσευχόταν και έλεγε μέσα από την κοιλιά του κήτους: «Ἐβόησα ἐν θλίψει μου πρὸς Κύριον τὸν Θεόν μου, καὶ εἰσήκουσέ μου· ἐκ κοιλίας ᾅδου κραυγῆς μου ἤκουσας φωνῆς μου (:ικέτεψα τον Κύριο τον Θεό μου στη θλίψη μου και με εισάκουσε· και μέσα από την κοιλιά του άδη άκουσες τη φωνή μου)» [Ιων. 2, 3], λειτουργούσε σαν προτύπωση προφητική του Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού. Και είναι βέβαιο ότι αυτά τα έλεγε βρισκόμενος μέσα στην κοιλιά του κήτους. Αλλά, ενώ βρισκόταν μέσα εκεί, λέει ότι βρίσκεται μέσα στον άδη. Ακριβώς γιατί προτύπωνε τον Χριστό που επρόκειτο να κατεβεί στον άδη.

     Ύστερα, μετά από κάποια άλλα λόγια λέει, εκπροσωπώντας τον Χριστό και προφητεύοντας καθαρότατα:« ἔδυ ἡ κεφαλή μου εἰς σχισμὰς ὀρέων(:βυθίστηκε η κεφαλή μου στο χάσμα δύο βουνών)» [Ιων. 2, 6].Και όμως ήταν στην κοιλιά του κήτους! Σε ποια βουνά λοιπόν είσαι χωμένος, Ιωνά; «Αλλά γνωρίζω», λέει, «ότι αυτό, που τώρα ζω, το ζω σαν προφητική προτύπωση εκείνου που θα ζήσει Αυτός, ο Οποίος πρόκειται να ταφεί στο μνήμα το λαξευτό, στην πέτρα». Και όντας στη θάλασσα ο Ιωνάς λέει κατέβην εἰς γῆν(:κατέβηκα στη γη)» [᾿Ιων. 2, 7]. Το λέει επειδή με το πάθημά του προτύπωνε προφητικά τον Χριστό που κατέβηκε στην καρδιά της γης [πρβλ. Ματθ. 12, 40: «ὥσπερ γὰρ ἐγένετο Ἰωνᾶς ὁ προφήτης ἐν τῇ κοιλίᾳ τοῦ κήτους τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας, οὕτως ἔσται καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ καρδίᾳ τῆς γῆς τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας(:όπως δηλαδή τότε ο Ιωνάς ήταν τρεις ημέρες και τρεις νύχτες μέσα στη κοιλιά του κήτους, έτσι θα είναι και ο υιός του ανθρώπου μέσα στον τάφο και τα βάθη της γης επί τρία μερόνυχτα)»].

     Και επειδή προείδε τα σχετικά με τους Ιουδαίους, που προσπάθησαν να μεταπείσουν τους στρατιώτες να πουν ψέματα, ότι δήθεν έκλεψαν το σώμα Του οι μαθητές [πρβλ. Ματθ. 28, 13: «Εἴπατε ὅτι οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς ἐλθόντες ἔκλεψαν αὐτὸν ἡμῶν κοιμωμένων(:Πείτε ότι ‘’οι μαθητές του ήλθαν μέσα στη νύχτα και τον έκλεψαν, όταν εμείς κοιμόμασταν’’)»]λέει:« φυλασσόμενοι μάταια καὶ ψευδῆ ἔλεον αὐτῶν ἐγκατέλιπον(:Αυτοί που προσκυνούν τα μάταια και τα ψευδή εμπράκτως παραιτήθηκαν από το να ζητούν το έλεος του Θεού)» [Ιων. 2, 9.] Διότι ήλθε Εκείνος που τους ελεούσε και σταυρώθηκε, δίνοντας το Αίμα Του το τίμιο για τους Ιουδαίους και τους Εθνικούς. Και μετά αναστήθηκε και εκείνοι είπαν:  «Οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς ἐλθόντες ἔκλεψαν αὐτὸν ἡμῶν κοιμωμένων(:Πείτε ότι οι μαθητές του ήλθαν μέσα στη νύχτα και τον έκλεψαν, όταν εμείς κοιμόμασταν)»[Ματθ.28,13], φανερώνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι πραγματικά λατρεύουν την ψευτιά και την ατιμία [ήταν δηλαδή «φυλασσόμενοι μάταια καὶ ψευδῆ» [βλ. παραπάνω,Ιων. 2, 9].

     Για την Ανάστασή Του όμως αναφέρει και ο Ησαΐας, λέγοντας «ὁ ἀναβιβάσας ἐκ τῆς γῆς τὸν ποιμένα τῶν προβάτων (:Εκείνος που ανεβάζει από τη γη και ανασταίνει τον Ποιμένα των προβάτων)»[Ησ. 63, 11]· παράβαλε και Εβρ. 13, 20-21: «Ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης, ὁ ἀναγαγὼν ἐκ νεκρῶν τὸν ποιμένα τῶν προβάτων τὸν μέγαν ἐν αἵματι διαθήκης αἰωνίου, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν καταρτίσαι ὑμᾶς ἐν παντὶ ἔργῳ ἀγαθῷ (: και ο Θεός, που είναι ο χορηγός και νομοθέτης της ειρήνης, ο οποίος ανέστησε εκ νεκρών τον μεγάλο ποιμένα των πνευματικών προβάτων προκειμένου να εισέλθει στον ουρανό και να προσφέρει εκεί ως εξιλαστήριο θυσία το αίμα Του, με το οποίο επικυρώθηκε διαθήκη αιώνια, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό δηλαδή, εύχομαι να σας τελειοποιήσει σε κάθε αγαθό έργο)»]. Πρόσθεσε ο Παύλος τη φράση «τὸν μέγαν» για να μη θεωρηθεί ο Κύριος, ισότιμος με τους προηγούμενους ποιμένες.

ΚΑ´ . Έχοντας λοιπόν εμείς τις προφητείες, ας είμαστε καλά στηριγμένοι στην πίστη. Ας πέφτουν όσοι πέφτουν εξαιτίας της απιστίας τους, αφού έτσι το θέλουν. Εσύ όμως στηρίχτηκες πάνω στην πέτρα της πίστεως σχετικά με την Ανάσταση. Πρόσεξε να μη σε πείσει ποτέ αιρετικός να δεχτείς βλάσφημους λογισμούς για την Ανάσταση. Διότι μέχρι και σήμερα οι Μανιχαίοι λένε ότι είναι φανταστική και ψεύτικη η Ανάσταση του Σωτήρα και δεν ακούνε τον Παύλο που γράφει: «Περὶ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, τοῦ γενομένου ἐκ σπέρματος Δαυΐδ κατὰ σάρκα (: και έδωσε ο Θεός από τότε την υπόσχεση για τον Υιό Του, ο οποίος γεννήθηκε ως άνθρωπος σε ορισμένο χρόνο από απόγονο του Δαβίδ)» [Ρωμ. 1, 3].Και παρακάτω:« Τοῦ ὁρισθέντος υἱοῦ Θεοῦ ἐν δυνάμει κατὰ πνεῦμα ἁγιωσύνης ἐξ ἀναστάσεως νεκρῶν, Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν (: και αποδείχτηκε ότι είναι Υιός του Θεού με δύναμη υπερφυσική που προερχόταν από το Πνεύμα που μεταδίδει αγιασμό· και προπάντων αποδείχθηκε με την ανάστασή Του από τους νεκρούς. Μιλώ για τον Ιησού Χριστό, τον Κύριό μας)» [Ρωμ. 1, 4].

     Και πάλι αλλού αποτείνεται προς τους ίδιους και τους λέει: «ἡ δὲ ἐκ πίστεως δικαιοσύνη οὕτω λέγει· μὴ εἴπῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου, τίς ἀναβήσεται εἰς τὸν οὐρανόν; τοῦτ᾿ ἔστι Χριστὸν καταγαγεῖν(:σχετικά με τη δικαίωση από την πίστη, λέει ο Μωυσής στο Δευτερονόμιο:’’ μην εισχωρήσει στην καρδιά σου ο λογισμός:’’ Ποιος θα ανεβεί στον ουρανό;’’ για να κατεβάσει δηλαδή από εκεί τον Χριστό, που θα με οδηγήσει στη σωτηρία)» [Ρωμ. 10, 6]· και [πρβλ. Παρμ. 30, 4: «τίς ἀνέβη εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ κατέβη;(:ποιος ανέβηκε στον ουρανό; Και ποιος κατέβηκε από εκεί στη γη; Μόνο ο Θεός ο πανταχού παρών)»] «ἢ τίς καταβήσεται εἰς τὴν ἄβυσσον; τοῦτ᾿ ἔστι Χριστὸν ἐκ νεκρῶν ἀναγαγεῖν(: ή ‘’Ποιος θα κατεβεί στα σκοτεινά και βαθιά μέρη του Άδη;’’. Για να αναστήσει δηλαδή τον Χριστό από τους νεκρούς, που θα μας δώσει τη σωτηρία και τη ζωή)» [Ρωμ. 10, 7].

     Αλλά και αλλού έχει γράψει παρόμοια, για να μας ασφαλίσει από την απιστία: «Μνημόνευε ᾿Ιησοῦν Χριστὸν ἐγηγερμένον ἐκ νεκρῶν, ἐκ σπέρματος Δαυΐδ, κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου(:να θυμάσαι τον Ιησού Χριστό που έχει αναστηθεί από τους νεκρούς και κατάγεται από τον Δαβίδ, σύμφωνα με το ευαγγέλιο που κηρύττω)» [Β´ Τιμ. 2, 8.] Και πάλι:« εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ὑμῶν. εὑρισκόμεθα δὲ καὶ ψευδομάρτυρες τοῦ Θεοῦ ὅτι ἐμαρτυρήσαμεν κατὰ τοῦ Θεοῦ ὅτι ἤγειρε τὸν Χριστόν, ὃν οὐκ ἤγειρεν, εἴπερ ἄρα νεκροὶ οὐκ ἐγείρονται (: αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε είναι χωρίς πραγματικό περιεχόμενο και χωρίς νόημα το κήρυγμά μας και η πίστη σας είναι κούφια και έχει χάσει το ουσιαστικότερο περιεχόμενό της· αφού και το κήρυγμά μας και η πίστη σας, έχει θεμέλιο και βάση την Ανάσταση του Χριστού. Επιπλέον, εμείς οι Απόστολοι αποδεικνυόμαστε και ψευδομάρτυρες που δίνουμε ψεύτικη μαρτυρία για τον Θεό ότι ανέστησε τον Χριστό, ενώ δεν Τον ανέστησε. Και ασφαλώς δεν Τον ανέστησε, εάν υποτεθεί ότι οι νεκροί δεν ανασταίνονται)» [Α´ Κορ. 15, 14-15]. Και παρακάτω λέει: «Νυνὶ δὲ Χριστὸς ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο. δεῖ γὰρ αὐτὸν βασιλεύειν ἄχρις οὗ ἂν θῇ πάντας τοὺς ἐχθροὺς ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ(: Αλλά όχι. Δεν είμαστε οι ελεεινότεροι από όλους τους ανθρώπους. Διότι πραγματικά ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς. Όπως οι πρώιμοι καρποί, που ωριμάζουν πρωτύτερα από τους άλλους και μας προαναγγέλλουν ότι θα ακολουθήσει και ολόκληρη η συγκομιδή, έτσι και ο Χριστός αναστήθηκε πρώτος από τους άλλους και βεβαιώνει με την Ανάστασή Του ότι θα ακολουθήσει έπειτα η ανάσταση και των άλλων νεκρών)» [Α´ Κορ. 15, 20].

     Και φανερώθηκε στον Κηφά και έπειτα στους δώδεκα Μαθητές [Α´ Κορ. 15, 5: «καὶ ὅτι ὤφθη Κηφᾷ, εἶτα τοῖς δώδεκα(: και ότι εμφανίστηκε μετά την Ανάστασή Του στον Κηφά-δηλαδή στον Πέτρο- και έπειτα στους δώδεκα Αποστόλους)»]. Αν λοιπόν δεν πιστεύεις τον ένα μάρτυρα, έχεις δώδεκα μάρτυρες! Αλλά εμφανίστηκε μια άλλη φορά και «ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς(: έπειτα εμφανίστηκε για μια φορά συγχρόνως σε  περισσότερους από πεντακόσιους αδελφούς)» [Α´ Κορ. 15, 6]. Αν δεν μπορούν να πιστέψουν τους δώδεκα, τότε ας παραδεχτούν τη μαρτυρία των πεντακοσίων. «Ἒπειτα ὤφθη Ἰακώβῳ(: έπειτα εμφανίστηκε στον Ιάκωβο)» [Α´ Κορ. 15, 7], που ήταν αδελφός Του και πρώτος επίσκοπος της παροικίας αυτής.

    Σε έναν τέτοιο επίσκοπο, που είδε άμεσα, προσωπικά και πραγματικά τον Ιησού Χριστό αναστημένο, εσύ ο μαθητής του, μην απιστήσεις. Μήπως όμως υποστηρίζεις ότι ο αδελφός Του ο Ιάκωβος Του χαρίστηκε και μας έδωσε αβάσιμη μαρτυρία για την Ανάστασή Του; Άκου λοιπόν: «ἔσχατον δὲ πάντων ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί (: και τελευταία από όλους εμφανίστηκε και σε μένα, σαν σε έκτρωμα, σαν έμβρυο δηλαδή που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του)» [Α´ Κορ. 15, 8], στον Παύλο, τον εχθρό Του. Ποια τώρα μαρτυρία, όταν δίνεται από εχθρό για τέτοιο θέμα, θεωρείται αμφίβολη; «Εγώ που ήμουν πριν διώκτης Του, τώρα σας φέρνω την καλή αγγελία της Αναστάσεως».

ΚΒ´ . Πολλοί είναι οι μάρτυρες της Αναστάσεως του Σωτήρα. Η νύχτα και το φως το πανσέληνο, διότι ήταν η δεκάτη έκτη νύχτα και το φεγγάρι ήταν ολόγιομο. Η ταφόπετρα που δέχτηκε τον Κύριο κάτω από τη σκέπη της και ο λαξευτός βράχος που θα εναντιωθεί και θα ξεμπροστιάσει τους Ιουδαίους, διότι αυτός είδε τον Κύριο. Ο λίθος που κύλισαν τότε μπροστά στο μνήμα, ο οποίος βρίσκεται εκεί και μέχρι σήμερα[:αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ.] μαρτυρεί την Ανάσταση. Οι Άγγελοι του Θεού που ήταν παρόντες, έδωσαν και αυτοί μαρτυρία για την Ανάσταση του Μονογενούς. Ο Πέτρος, ο Ιωάννης, ο Θωμάς και όλοι οι άλλοι Απόστολοι, από τους οποίους μερικοί έτρεξαν στο μνήμα και είδαν τα σάβανα της ταφής, με τα οποία τον είχαν τυλίξει προηγουμένως, να βρίσκονται μέσα στον τάφο μετά την Ανάσταση, ενώ άλλοι ψηλάφησαν τα χέρια Του και τα πόδια Του [πρβλ. Λουκ. 24, 39: «ἴδετε τὰς χεῖράς μου καὶ τοὺς πόδας μου, ὅτι αὐτὸς ἐγώ εἰμι· ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα(:δείτε τα χέρια μου και τα πόδια μου ότι έχουν τα σημάδια των καρφιών, και βεβαιωθείτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος ο Διδάσκαλός σας που σταυρώθηκε. Ψηλαφήστε με με τα χέρια σας και βεβαιωθείτε ότι δεν είμαι άσαρκο πνεύμα. Διότι η ψυχή και το φάντασμα ενός νεκρού δεν έχει σώμα και οστά, όπως βλέπετε και πείθεσθε ότι έχω εγώ)»] και είδαν τα σημάδια από τα καρφιά [πρβλ. Ιωάν. 20, 25: «ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω (:όταν λοιπόν είδαν τον Θωμά, του έλεγαν οι άλλοι μαθητές: ‘’Είδαμε τον Κύριο’’. Αυτός όμως τους απάντησε: ‘’Εάν δε δω με τα μάτια μου στα χέρια του το σημάδι των καρφιών και δεν βάλω το δάχτυλό μου στο σημάδι των καρφιών και δεν βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, ώστε όχι μόνο με τα μάτια μου αλλά και με τα δάχτυλά μου να βεβαιωθώ, δεν θα πιστέψω’’)»].

    Όλοι όμως απόλαυσαν το σωτήριο φύσημα και καταξιώθηκαν να συγχωρούν αμαρτίες με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Και οι γυναίκες που κράτησαν τα πόδια Του, όταν τους εμφανίστηκε, που έζησαν το μέγεθος του σεισμού και είδαν τη λάμψη του Αγγέλου, ο οποίος παρευρισκόταν εκεί, είναι και αυτές μάρτυρες της Αναστάσεως. Αλλά και τα σάβανα που φορούσε[πρβλ. Λουκ. 24, 12: «ὁ δὲ Πέτρος ἀναστὰς ἔδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα μόνα, καὶ ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτὸν θαυμάζων τὸ γεγονός(:όμως ο Πέτρος σηκώθηκε κι έτρεξε στο μνημείο. Κι αφού έσκυψε από τη θύρα, βλέπει μόνο τους νεκρούς επιδέσμους να είναι κάτω στο μνημείο, χωρίς το σώμα. Τότε επέστρεψε στο σπίτι που έμενε γεμάτος απορία κι έκπληξη γι’ αυτό που είχε γίνει)»], τα οποία τα άφησε εκεί ο Κύριος καθώς αναστήθηκε, είναι μάρτυρες της Αναστάσεως. Οι στρατιώτες και τα αργύρια που δόθηκαν. Ο τόπος αυτός, που ακόμα και τώρα μπορεί κανείς να τον δει, και ο άγιος αυτός Ναός που οικοδομήθηκε από τη φιλόχριστη προαίρεση εκείνου του αξιομακάριστου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου[:του Μεγάλου] και που, όπως και τώρα τον βλέπεις, έχει τόσο θαυμάσια διακοσμηθεί.

 ΚΓ´ . Μαρτυρεί την Ανάσταση του Ιησού και η Ταβιθά, που αναστήθηκε από τους νεκρούς στο Όνομά Του [πρβλ. Πράξ. 9, 40: «ἐκβαλὼν δὲ ἔξω πάντας ὁ Πέτρος θεὶς τὰ γόνατα προσηύξατο, καὶ ἐπιστρέψας πρὸς τὸ σῶμα εἶπε· Ταβιθά, ἀνάστηθι. ἡ δὲ ἤνοιξε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῆς, καὶ ἰδοῦσα τὸν Πέτρον ἀνεκάθισε(:αφού λοιπόν ο Πέτρος τους έβγαλε όλους  έξω από το ανώγειο που ήταν η νεκρή, γονάτισε και προσευχήθηκε. Κατόπιν στράφηκε στο νεκρό σώμα και είπε: ‘’Ταβιθά, σήκω επάνω’’. Κι αυτή άνοιξε τα μάτια της, κι όταν είδε τον Πέτρο, όπως ήταν ξαπλωμένη, ανασηκώθηκε καθιστή στο κρεβάτι της)»]. Πώς λοιπόν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει ότι ο Χριστός αναστήθηκε, αφού ακόμα και το Όνομά Του ανέστησε νεκρούς;

    Μαρτυρεί την Ανάσταση του Ιησού και η θάλασσα, όπως και προηγουμένως άκουσες. Το μαρτυρεί και η άγρα των ψαριών και η ανθρακιά, που ήταν αναμμένη στην ακρογιαλιά και το ψάρι που έβαλαν πάνω της να ψηθεί. Το μαρτυρεί και ο Πέτρος, αυτός που την ώρα του πάθους Τον είχε αρνηθεί, μετά όμως, τρεις φορές ομολόγησε την αφοσίωσή του και διατάχτηκε να ποιμαίνει τα νοητά πρόβατα [πρβλ. Ιωάν. 21, 16: «Λέγει αὐτῷ πάλιν δεύτερον· Σίμων Ἰωνᾶ, ἀγαπᾷς με; λέγει αὐτῷ· ναί, Κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ· ποίμαινε τὰ πρόβατά μου (:Του λέει ο Ιησούς πάλι, για δεύτερη φορά: ‘’Σίμων, γιε του Ιωνά, με αγαπάς;’’ Κι εκείνος Του απαντά: ‘’Ναι, Κύριε, εσύ γνωρίζεις ότι σε αγαπώ’’. Του λέει τότε ο Ιησούς: ‘’Ποίμανε τα λογικά πρόβατά μου, επιστατώντας και αγρυπνώντας για την ασφάλεια και τη σωτηρία τους’’)»].

     Υπάρχει μέχρι σήμερα ο Ελαιώνας που μέχρι τώρα δείχνει στους πιστούς, όχι μόνο Αυτόν που ανέβηκε πάνω στις νεφέλες, αλλά και την πύλη της ανόδου, την ουράνια. Διότι είναι γνωστό πως από τον ουρανό κατέβηκε στη Βηθλεέμ και από το όρος των Ελαιών ανέβηκε στους ουρανούς. Από τη Βηθλεέμ άρχισε τους αγώνες, για χάρη των ανθρώπων και εδώ στεφανώθηκε για τους αγώνες αυτούς. Έχεις λοιπόν πολλούς μάρτυρες. Έχεις τον τόπο αυτό της Αναστάσεως, έχεις και τον τόπο της Αναλήψεως, που βρίσκεται ανατολικά μας. Έχεις μάρτυρες τους Αγγέλους, που έδωσαν τη μαρτυρία τους εκεί και τη νεφέλη πάνω στην οποία αναλήφθηκε. Έχεις ακόμα και τους Μαθητές που γύρισαν από εκεί, μετά την Ανάληψη του Κυρίου Ιησού Χριστού στους ουρανούς.

                Σ᾿ Αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.

                 ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

               επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

·       «Κατηχήσεις Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων», εκδ. ‘’Ετοιμασία’’, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα, Αθήνα 1999, κατήχηση φωτιζομένων ΙΔ΄(κατ΄επιλογήν),σελίδες 421-427.

·       http://www.imaik.gr/?p=221

·       Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

·       Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

·       Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

·       Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016

·       http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

π. Δημητρίου Μπόκου

Η Κιβωτός της Διαθήκης, το ιερότερο κειμήλιο του Ισραήλ, μετακινούμενη από τόπο σε τόπο, στεγαζόταν για αιώνες στη Σκηνή του Μαρτυρίου. Ο Δαυΐδ υποσχέθηκε στον Θεό με όρκο να μη δώσει ανάπαυση στον εαυτό του και να μην κοιμηθεί ποτέ ήσυχος, αν δεν βρει «τόπον τω Κυρίω, σκήνωμα τω Θεώ Ιακώβ», κατάλληλο τόπο και μόνιμη κατοικία για τον Θεό του λαού του.

Μετά από πολλές μετακινήσεις, η Κιβωτός μεταφέρθηκε επιτέλους από τον Δαυΐδ στην Ιερουσαλήμ και ειδικότερα στην ακρόπολή της, στον λόφο της Σιών. Εκεί ο Δαυΐδ θέλησε να χτίσει και ναό του Θεού, αλλά ο Θεός δεν του το επέτρεψε, γιατί η ζωή του ήταν γεμάτη πολέμους και αίματα. Ο ονομαστός ναός του Θεού χτίστηκε αργότερα από τον Σολομώντα τον υιό του.

Έκτοτε η Ιερουσαλήμ είναι η αγία πόλη του Θεού και η Σιών το θείο κατοικητήριό του επί της γης, το πνευματικό κέντρο της Οικουμένης. «Εκ Σιών η ευπρέπεια της ωραιότητος αυτού». Από τη Σιών ανατέλλει η λαμπρότητα της θεϊκής ομορφιάς. «Οφθήσεται ο Θεός των θεών εν Σιών». Είναι παγκοίνως αποδεκτό από τον Ισραήλ, ότι το επί γης σκήνωμα, η κατοικία του Θεού είναι η Σιών. «Και έσται σημεία και τέρατα εν τω οίκω Ισραήλ παρά Κυρίου Σαβαώθ, ος κατοικεί εν τω όρει Σιών».

Αν ο λαός μένει πιστός στον θείο νόμο, ο Θεός με τη σειρά του θα έχει πάντα υπό την απόλυτη προστασία του την αγία του πόλη. «Καταβήσεται Κύριος Σαβαώθ επιστρατεύσαι επί το όρος το Σιών, …υπερασπιεί Κύριος Σαβαώθ υπέρ Ιερουσαλήμ», θα την υπερασπίσει, θα τη γλυτώσει από κινδύνους, θα την περιποιηθεί, θα τη σώσει. Γι’ αυτό και έλεγαν: «Μακάριος ος έχει εν Σιών σπέρμα (απογόνους) και οικείους εν Ιερουσαλήμ» (Ψαλμ. 49, 2. 83, 8. Ησ. 8, 18. 31, 4-9).

Ο Θεός φέρεται να επιλέγει ο ίδιος την Σιών, «ηρετίσατο αυτήν εις κατοικίαν εαυτώ». Αυτή θα είναι η μόνιμη και αιώνια κατοικία του, «ώδε κατοικήσω, (δι)ότι ηρετισάμην (εξέλεξα) αυτήν». Είναι απολύτως φυσικό λοιπόν και ο Μεσσίας, ο Υιός του Θεού, ο Χριστός Κυρίου, να έχει ως σημείο αναφοράς του την Ιερουσαλήμ και την Σιών. Εκεί θα λάβει χώρα η όλη δραματουργία του θείου δράματος. Εκεί θα πάθει και θα σταυρωθεί ο Χριστός. «Ου γέγραπται, ει μή εν Ιερουσαλήμ αποκτανθήναι». Εκεί θα ταφεί. Εκεί θα λύσει τα έργα του διαβόλου, θα συντρίψει τους εχθρούς του, θα πολεμήσει δηλαδή την αμαρτία και τον θάνατο.

Εκεί και θα αναστηθεί «ενδόξως ως Θεός», «τη τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς». Ο ψαλμός θέλει πάλι προφητικά τον Θεό να λέει: «Εκεί εξανατελώ κέρας τω Δαυΐδ, ητοίμασα λύχνον τω Χριστώ μου· τους εχθρούς αυτού ενδύσω αισχύνην, επί δε αυτόν εξανθήσει το αγίασμά μου». Με την Ανάσταση ανέτειλε στη Σιών κέρας, ισχυρή δύναμη από τη γενιά του Δαυΐδ, το λαμπερό αιώνιο φως του Χριστού. Ο εχθροί του καταισχύνθηκαν, ενώ πάνω σ’ αυτόν ανθεί η θεϊκή αγιότητα (Ψαλμ. 131,13-18).

Με τη δόξα του Αναστάντος Κυρίου να ανατέλλει πάνω τους, η Σιών και η Ιερουσαλήμ αναβαθμίζονται πλήρως. Παραπέμπουν τώρα στη Νέα και Άνω Ιερουσαλήμ, στη Βασιλεία του Θεού. Η αγία Σιών είναι πλέον «μήτηρ των Εκκλησιών», αφού δέχεται «πρώτη άφεσιν αμαρτιών διά της Αναστάσεως».

Δίκαια μέλπει ο υμνωδός: «Χόρευε νυν και αγάλλου, Σιών…».

Χριστός ανέστη! Χρόνια πολλά!

Θεοφάνης Μαλκίδης: Η Λειτουργία της Ανάστασης στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου το 1945

Γράφει ο Θεοφάνης Μαλκίδης

Κάθε Θεία Λειτουργία της Ανάστασης είναι ξεχωριστή, ωστόσο αυτή που έγινε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου είναι μοναδική. Το κολαστήριο που δημιούργησαν οι δολοφόνοι των λαών και των πολιτισμών Γερμανοί Ναζί στο Νταχάου, λίγο έξω από το Μόναχο, δέχθηκε τους πρώτους κρατούμενους- πολιτικούς αντιπάλους και έθνη που ήταν ενάντια στα σχέδια του αιμοσταγούς δολοφόνου Αδόλφου Χίτλερ το 1933 και μέχρι το 1945, πάνω από 200.000 κρατούμενοι μεταφέρθηκαν και βασανίστηκαν εκεί.

Αμέτρητοι άνθρωποι πέθαναν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, ενώ εκατοντάδες αναγκάστηκαν να συμμετάσχουν στα πειράματα των Ναζί που διεξάγονταν από τον επιστημονικά υπεύθυνο του οργανωμένου εγκλήματος Σίγκμουντ Ράσερ.

Όταν οι κρατούμενοι έφταναν στο στρατόπεδο με τη μακάβρια επιγραφή στην πύλη του «Η Εργασία Απελευθερώνει», ξυλοκοπούνταν βάναυσα, κουρεύονταν και όλα τους τα προσωπικά αντικείμενα λεηλατούνταν από τους φρουρούς, ενώ οι περιουσίες είχαν ήδη δημευτεί και είχαν καταλήξει στους αρχηγούς της εγκληματικής οργάνωσης.

Οι τιμωρίες των κρατουμένων για διάφορες παραβάσεις τους περίμεναν κάθε στιγμή της διαβίωσής τους εκεί και περιλάμβαναν κρέμασμα σε γάντζους για ώρες και σε αρκετό ύψος, ώστε τα πόδια τους να μην αγγίζουν το έδαφος, χτυπήματα, μαστίγωμα και απομόνωση για μέρες σε δωμάτια. Επιπλέον όποιος έχει επισκεφθεί το στρατόπεδο μπορεί να κατανοήσει λόγω της θέσης που βρίσκεται, πως πέθαναν τόσοι πολλοί κρατούμενοι από το κρύο, αφού υποχρεωνόταν σε συνεχή καταμέτρηση, η οποία πάντοτε έβγαινε λανθασμένη…..

Στις 28 Απριλίου 1945 στο στρατόπεδο εισήλθε ο στρατός των ΗΠΑ και λίγες μέρες μετά οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί γιόρτασαν μία άλλη, μία συγκλονιστική, απελευθερωτική, λυτρωτική Ανάσταση.

Ο κρατούμενος Gleb Rahr από τη Λετονία, δίνει τη δική του μαρτυρία :«… είχα διαρκώς επίγνωση του γεγονότος ότι αυτά τα γεγονότα εκτυλίσσονταν κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας. Αλλά πώς θα μπορούσαμε να το ζήσουμε, έξω από τις σιωπηλές, ατομικές προσευχές μας; Ένας συγκρατούμενος και επικεφαλής διερμηνέας της Διεθνούς Επιτροπής των Αιχμαλώτων, ο Μπόρις Φ., με επισκέφθηκε στη μολυσμένη από τύφο μονάδα μου,το «Μπλοκ 27» για να με ενημερώσει ότι ήταν σε εξέλιξη προσπάθειες, σε συνεννόηση με Εθνικές Επιτροπές Αιχμαλώτων από τη Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα, για να πραγματοποιηθεί Ορθόδοξη Λειτουργία για την ημέρα του Πάσχα στις 6 Μαΐου (23 Απριλίου με το παλαιό ημερολόγιο)

Υπήρχαν ορθόδοξοι ιερείς, διάκονοι και μια ομάδα μοναχών από το Άγιο Όρος μεταξύ των κρατουμένων. Αλλά δεν υπήρχαν άμφια, καθόλου βιβλία, ούτε εικόνες, κεριά, πρόσφορα ή κρασί… Οι προσπάθειες για να τα βρούμε αυτά από τη ρωσική εκκλησία στο Μόναχο απέτυχαν, καθώς οι Αμερικανοί απλά δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν κανέναν από αυτή την ενορία στην κατεστραμμένη πόλη. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένα από τα προβλήματα θα μπορούσαν να επιλυθούν. Οι περίπου τετρακόσιοι καθολικοί ιερείς που κρατούνταν στο Νταχάου είχαν την άδεια να παραμείνουν μαζί σε ένα στρατώνα και να τελούν τη Θεία Λειτουργία κάθε πρωί πριν ξεκινήσει η δουλειά. Έτσι, στους Ορθόδοξους προσέφεραν τη χρήση της αίθουσας προσευχής τους στο «Μπλοκ 26», η οποία ήταν ακριβώς απέναντι στο δρόμο από το δικό μου «Μπλοκ».

Το εκκλησάκι ήταν γυμνό, εκτός από ένα ξύλινο τραπέζι και μια εικόνα της Παναγίας Czenstochowa που κρεμόταν στον τοίχο πάνω από το τραπέζι, μια εικόνα που προερχόταν από την Κωνσταντινούπολη και αργότερα ήρθε στο Belz στη Γαλικία, όπου στη συνέχεια την πήρε από τους Ορθόδοξους ένας Πολωνός βασιλιάς. Όταν ο ρωσικός στρατός έδιωξε τα στρατεύματα του Ναπολέοντα από την Czenstochowa, ο ηγούμενος της Μονής Czenstochowa έδωσε ένα αντίγραφο της εικόνας στον Τσάρο Αλέξανδρο Α’, ο οποίος το τοποθέτησε στον καθεδρικό ναό Καζάν στην Αγία Πετρούπολη, όπου ετιμάτο μέχρι την κατάληψη της εξουσίας από τους Μπολσεβίκους.

Μια δημιουργική λύση στο πρόβλημα των αμφίων βρέθηκε επίσης. Από το νοσοκομείο της πρώην φρουράς των Ες Ες πήραμε καινούρια λινά υφάσματα. Όταν ράψαμε μεταξύ τους κατά μήκος δύο πετσέτες, σχηματίστηκε ένα πετραχήλι και όταν ράφτηκαν στα άκρα τους προέκυψε ένα Οράριο. Οι κόκκινοι σταυροί που προορίζονταν αρχικά για να φορεθούν από το ιατρικό προσωπικό των Ες Ες, τέθηκαν στις πετσέτες-άμφια».

Την Κυριακή του Πάσχα που ήταν την 6η Μαΐου (23 Απριλίου σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο) και συνέπεσε με την εορτή του Αγίου Γεωργίου, Σέρβοι, Έλληνες και Ρώσοι συγκεντρώθηκαν στο στρατώνα των καθολικών ιερέων.
Σε ολόκληρη την ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν υπήρξε πιθανώς ποτέ μια Λειτουργία του Πάσχα, όπως αυτή στο Νταχάου το 1945. Έλληνες και Σέρβοι ιερείς μαζί με ένα Σέρβο διάκονο, που φορούσαν τα αυτοσχέδια «άμφια» πάνω από τις ριγέ μπλε και γκρι στολές κρατουμένων. Στη συνέχεια, άρχισαν να ψάλλουν, εναλλάξ από τα ελληνικά στα σλαβικά,και στη συνέχεια πάλι πίσω στα ελληνικά. Ο κανόνας του Πάσχα, τα Πασχάλια στιχηρά, η Ομιλία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ψάλθηκαν όλα από μνήμης!

Δεκαοκτώ Ορθόδοξοι ιερείς και ένας διάκονος -περισσότεροι από τους οποίους ήταν Σέρβοι συμμετείχαν σε αυτή την

αξέχαστη Λειτουργία. Όπως ο άρρωστος άνθρωπος που τον είχαν κατεβάσει από τη στέγη ενός σπιτιού και τον τοποθέτησαν μπροστά στα πόδια του Χριστού, έτσι και ο Έλληνας Αρχιμανδρίτης Μελέτιος διακομίστηκε σε ένα φορείο μέσα στο παρεκκλήσι, όπου παρέμεινε προσευχόμενος κατά τη διάρκεια της Λειτουργίας.

Παρόντες ήταν ο Επίσκοπος Αχρίδας Νικόλαος Βελιμίροβιτς που αγιοκατατάχθηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία, ο οποίος μεταφέρθηκε από το Νταχάου το Δεκέμβριο του 1944 αφού είχε καταδικασθεί σε θάνατο από τους Γερμανούς.

Παρών στην μοναδική αυτή λειτουργία στο Νταχάου από ελληνικής πλευράς ήταν ο π. Δαμασκηνός Χατζόπουλος (1913-1977), μετέπειτα Μητροπολίτης Τριφυλίας και Ολυμπίας (1950-1957) και Δημητριάδος και Αλμυρού (1957-1968). Ο π. Δαμασκηνός είχε συλληφθεί από τους Γερμανούς για την κοινωνική του δράση στην Μητρόπολη Κορινθίας το 1942 και μεταφέρθηκε στην Ιταλία και από εκεί στο Νταχάου, όπου υπέστη φρικτά βασανιστήρια.

Παρών επίσης ήταν ο Αρχιμανδρίτης Διονύσιος, ο οποίος μετά τον πόλεμο έγινε Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών. Ο π. Διονύσιος με καταγωγή από το Ανδραμμύτιο της Μικράς Ασίας, όπου οι δικοί δολοφονήθηκαν από τους δασκάλους των Ναζί, τους Κεμαλικούς, είχε συλληφθεί το 1942 επειδή έκρυψε και φρόντισε Άγγλους αξιωματικούς και στρατιώτες που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τους Γερμανούς Ναζί κατακτητές της πατρίδας μας. Βασανίστηκε για να μην αποκαλύψει τα ονόματα όσων εμπλέκονταν στην αρωγή στρατιωτών των συμμαχικών δυνάμεων και στη συνέχεια φυλακίστηκε για δεκαοχτώ μήνες στη Θεσσαλονίκη, στο στρατόπεδο Παύλου Μελά, πριν μεταφερθεί στο Νταχάου.

Στη Θεσσαλονίκη του δόθηκε χάρη, αλλά την απέρριψε. Κατά τη διάρκεια των δύο χρόνων στο Νταχάου, βίωσε τη ναζιστική θηριωδία και υπέφερε πολύ. Τις εμπειρίες του τις κατέγραψε αργότερα στα βιβλία του, μεταξύ αυτών ήταν τακτικές πορείες στο εκτελεστικό απόσπασμα, όπου γλίτωνε την τελευταία στιγμή, οι εξευτελισμοί και στη συνέχεια η επιστροφή στην εξαθλίωση του μπλοκ των κρατουμένων- μελλοθανάτων. Μάλιστα, ο προσωπικός του γιατρός διηγείται ότι είχε στο σώμα του μια μακρά ουλή από πυρωμένο σίδερο.

Μετά την απελευθέρωση, ο π. Διονύσιος βοήθησε τους Συμμάχους να μετεγκαταστήσουν πρώην κρατουμένους του Νταχάου στις ιδιαίτερες πατρίδες τους, ενώ πριν από το θάνατό του, επισκέφθηκε το Νταχάου και τέλεσε την πρώτη Ορθόδοξη Λειτουργία εκεί σε περίοδο ειρήνης.

Γράφοντας το 1949, ο π. Διονύσιος θυμήθηκε το Πάσχα του 1945 με τα εξής λόγια:

«…Στην ύπαιθρο, πίσω από την παράγκα, οι Ορθόδοξοι Έλληνες και Σέρβοι είχαν συγκεντρωθεί. Στο κέντρο, οι δύο ιερείς, ο Σέρβος και ο Ἐλληνας. Δεν φορούν χρυσά άμφια. Δεν έχουν ακόμη ράσα. Δεν έχουν κεριά ούτε λειτουργικά βιβλία στα χέρια τους. Αλλά τώρα δεν χρειάζονται εξωτερικά, υλικά φώτα για να υμνήσουν τη χαρά. Οι ψυχές όλων είναι φλεγόμενες, κολυμπούν στο φως.

Ευλογημένος είναι ο Θεός μας. Η μικρή, χαρτόδετη Καινή Διαθήκη μου έχει έρθει στη δόξα της. Ψάλλουμε το «Χριστός Ανέστη» πολλές φορές, και η ηχώ του αντηχεί παντού και αγιάζει το μέρος.

Η Γερμανία του Χίτλερ, το τραγικό σύμβολο ενός κόσμου χωρίς Χριστό, δεν υπάρχει πια. Και ο ύμνος της ζωής της πίστης ανεβαίνει από όλες τις ψυχές, είναι η ζωή που προχωρά από τον καταπράσινο λόφο του Stein με πλεύση προς τον Εσταυρωμένο».

Οι ιερείς που συμμετείχαν στο 1945 στην Λειτουργία της Ανάστασης μνημονεύονται σε κάθε Θείο Λειτουργία που πραγματοποιείται στο παρεκκλήσι του πρώην στρατοπέδου συγκέντρωσης, μαζί με όλους τους Ορθόδοξους χριστιανούς που έχασαν τη ζωή τους σε αυτό το μέρος, ή σε άλλο τόπο βασανιστηρίων.

Στις 29 Απριλίου 1995, στην πεντηκοστή επέτειο από την απελευθέρωση του Νταχάου εγκαινιάστηκε το Ορθόδοξο παρεκκλήσι των κεκοιμημένων του Νταχάου, αφιερωμένο στην Ανάσταση του Χριστού. Στο παρεκκλήσι υπάρχει μια εικόνα με αγγέλους που ανοίγουν τις πύλες του στρατοπέδου συγκέντρωσης και ο ίδιος ο Χριστός οδηγεί τους κρατούμενους προς την ελευθερία!

Πηγή:http://malkidis.blogspot.com/

ΟΥΣΗΣ ΟΨΙΑΣ

ΟΥΣΗΣ ΟΨΙΑΣ

Πασχαλινές Ιστορίες, αρ. 21

  «Ούσης οψίας τη ημέρα εκείνη τη μιά των σαββάτων…»

π. Δημητρίου Μπόκου

(Ιω. 20, 19)

Με την αναστάσιμη διθυραμβική απόλυση «Χριστός ανέστη εκ νεκρών…» ο Εσπερινός της Αγάπης έφτασε στο τέλος του. Ο χαρμόσυνος απόηχός του έσμιξε με τα σποραδικά κελαδήματα, που διακόπτοντας την απαλή σιγαλιά της πρώτης εκείνης λαμπροφόρου ημέρας, αποχαιρετούσαν τις τελευταίες αχτίνες του ήλιου που έγερνε. Το γαλήνιο δειλινό της αθωνίτικης γης αγκάλιαζε με θεϊκή ομορφιά την αναστημένη ανοιξιάτικη φύση. Με ευφρόσυνη λάμψη στα πρόσωπα και υπερκόσμια γλυκύτητα στις καρδιές τους οι μοναχοί αποσύρονταν απ’ το καθολικό της μονής στα κελιά τους.

Δυο φιγούρες λοξοδρόμησαν από τη χαλαρή ομήγυρη, έσυραν αργά τα βήματά τους μέχρι τον φυσικό μεγαλειώδη εξώστη που σχημάτιζαν τα ψηλά βράχια πάνω από τη θάλασσα. Ακούμπησαν στα προστατευτικά κάγκελα ατενίζοντας το απέραντο γαλάζιο του ουρανού και του νερού, που πήρε να σκουραίνει ανεπαίσθητα στο σβήσιμο του πασχαλιάτικου δειλινού.

–  Γέροντα…, μίλησε ο νεότερος.

–  Τί είναι, Σωφρόνιε; είπε ο ασπρομάλλης γέροντας σκυμμένος πάνω απ’ την απότομη προεξοχή.

–  Να, σκέφτομαι, γέροντα, την πρώτη εκείνη βραδιά. Όταν για πρώτη φορά, «ούσης οψίας τη ημέρα εκείνη», ο Χριστός εμφανίστηκε αναστημένος στο υπερώο της Ιερουσαλήμ. Τί μέρα στ’ αλήθεια κι εκείνη! Τί μοναδική στιγμή! Πόση χαρά πήραν οι μαθητές του! Τί πρωτόγνωρα, ανεπανάληπτα αισθήματα ένιωσαν! Πόση ανακούφιση και ειρήνη χύθηκε στις μέχρι τότε σπαραγμένες καρδιές τους!

–  Έχεις δίκιο, παιδί μου, έτσι είναι. Δεν μπορούμε να φανταστούμε το μεγαλείο μιας τέτοιας στιγμής. Το πόσο ανέλπιστα οι μαθητές βρέθηκαν από τη μια κατάσταση στην άλλη! Ακριβώς, όπως τους το είχε υποσχεθεί λίγο νωρίτερα ο Χριστός: «Πάλιν όψομαι υμάς και χαρήσεται υμών η καρδία». Πιστός στην υπόσχεσή του, δεν τους άφησε για πολύ στην αφόρητη θλίψη. Η λύπη τους μεταστράφηκε σε χαρά. Και τέτοια χαρά, που κανένας στο εξής δεν θα μπορούσε να τους την αφαιρέσει.

–  Πόσο τυχεροί όσοι αξιώθηκαν να ζήσουν μια τέτοια εμπειρία! Να βρεθούν πρόσωπο με πρόσωπο, «ενώπιος ενωπίω», με τον αναστημένο Χριστό!

–  Είναι αξιοζήλευτοι πράγματι! Ποιος δεν θα λαχταρούσε κάτι τέτοιο! Να ’ναι παρών, όταν αυτοπροσώπως ο ίδιος ο Χριστός επισκεπτόταν τους μαθητές του! Τί συναντήσεις αξέχαστες θα ’ταν αυτές!

–  Μακάρι να ζούσαμε στα χρόνια εκείνα, γέροντα!

–  Μακάρι, παιδί μου, ναι! Μα και πάλι δεν είναι αυτό το σπουδαιότερο. Και ο Θεός δεν αδικεί κανέναν, ξέρεις. Ξεχνάς τί είπε στον Θωμά, που ήθελε, σώνει και καλά, να τον ιδεί για να πιστέψει;

–  «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Γίνεται να μην το θυμάμαι, γέροντα; Μα, πώς να το κάνουμε; Μπορείς να μη ζηλεύεις μια τέτοια ευκαιρία;

–  Μιλάς με το συναίσθημα, παιδί μου, τώρα. Μα η αλήθεια είναι όπως σου είπα. Ο Χριστός δεν κάνει αδικίες ποτέ. Φανερώθηκε με τέτοιο τρόπο πολλές φορές και σ’ όλες τις εποχές. Πολλοί τον συνάντησαν πραγματικά, χωρίς να τον δουν με τα σωματικά τους μάτια.

–  Δεν αμφιβάλλω, γέροντα…

–  Και όλοι αυτοί δεν ένιωσαν στις καρδιές τους τίποτε λιγότερο από την αναστάσιμη χαρά και την ειρήνη, που τότε έδωσε στους μαθητές του.

–  Εσύ, γέροντα, θα έχεις ζήσει κάτι τέτοιο σίγουρα, δεν είναι έτσι;

Ο γέροντας δεν βιάστηκε να απαντήσει. Σαν κάτι να σκεφτόταν.

–  Θα προτιμούσα να σου πω για κάποιον που γνώρισα στη νεαρή μου ηλικία, πριν ακόμα γίνω εδώ στο Άγιον Όρος μοναχός, είπε τελικά.

–  Με μεγάλη μου χαρά θα το ακούσω, γέροντα.

Ο γέροντας Σιλουανός, μεγαλόσωμος, επιβλητικός, λευκοπόλιος, έγειρε λίγο, ψαχούλεψε με το χέρι του την πέτρινη προεξοχή του βράχου και κάθισε. Βύθισε ξανά το βλέμμα του στην απεραντοσύνη της θάλασσας. Ανακάλεσε στη γερασμένη του μνήμη εικόνες απ’ το βαθύ παρελθόν. Βάλθηκε αργά-αργά να τις μεταφράζει με τη βαθειά φωνή του σε λόγο γλαφυρό.

–  Ήταν τότε που υπηρετούσα τη στρατιωτική μου θητεία στην Αγία Πετρούπολη, σε τάγμα σκαπανέων που ανήκε στην αυτοκρατορική φρουρά. Απ’ τη νεανική μου εκείνη ηλικία σκεφτόμουνα ήδη τον Άθωνα και τη μοναστική ζωή. Η σκέψη αυτή με έκανε προσεκτικό, συγκρατημένο στη συμπεριφορά μου. Ήμουν ήσυχος και καλός με τους συναδέλφους μου, με αποτέλεσμα να με αγαπούν όλοι και να με θεωρούν ευχάριστο και πιστό φίλο τους. Στην υπηρεσία μου ήμουν πάντα πρόθυμος και με εκτιμούσαν πολύ. Μέσα μου όμως δεν έπαυα να σκέφτομαι τον Θεό και να μετανοώ για τις αμαρτίες μου αδιάκοπα. Για τον λόγο αυτό οι φίλοι μου δεν παρέλειπαν, καλοπροαίρετα βέβαια, να με πειράζουν συχνά.

Έτσι κάποτε, παραμονή μιας γιορτής, έχοντας άδεια εξόδου από το στρατόπεδο, με τρεις φίλους μου από το ίδιο τάγμα πήγαμε για διασκέδαση στην πόλη. Η Αγία Πετρούπολη, πρωτεύουσα τότε της Ρωσίας, ήταν μια τεράστια, πανέμορφη μεγαλούπολη. Μπήκαμε σε μια μεγάλη ταβέρνα με πολλά φώτα και δυνατή μουσική. Παραγγείλαμε φαγητό και βότκα και η παρέα δεν άργησε να έρθει στο κέφι. Εγώ όμως δεν συμμετείχα και πολύ. Βλέποντάς με σχεδόν σιωπηλό, με ρωτάει ένας από τους συντρόφους μου:

–  Τί σκέφτεσαι, Συμεών; (Ήταν το παλιό μου όνομα, το κοσμικό). Τί συμβαίνει και είσαι διαρκώς αμίλητος;

–  Ε, να! απάντησα εγώ. Σκέφτομαι, ότι εμείς τρώμε καλά και πίνουμε βότκα σ’ αυτή την υπέροχη ταβέρνα, ακούμε μουσική και γλεντάμε με την καρδιά μας. Όμως αυτή την ώρα στο Άγιον Όρος γίνεται αγρυπνία και οι μοναχοί προσεύχονται όλη τη νύχτα. Ποιος λοιπόν από όλους μας θα έχει καλύτερη θέση στην κρίση της Δευτέρας Παρουσίας; Εμείς ή αυτοί;

Η παρέα μου, άλλο που δεν ήθελε, έσκασε στα γέλια.

–  Τί άνθρωπος είναι αυτός ο Συμεών! είπε ένας τους. Εμείς διασκεδάζουμε ακούοντας την ωραία μουσική μας, κι αυτουνού ο νους είναι στο Άγιον Όρος και στην κρίση.

Παρόλα αυτά με αγαπούσαν και αποζητούσαν πάντα την παρέα μου. Όσο για μένα, η διάθεση αυτή δεν με εγκατέλειπε σχεδόν ποτέ, σε όλη τη διάρκεια της στρατιωτικής μου υπηρεσίας. Η σκέψη του Άθωνα με παρακινούσε να στέλνω εκεί πολλές φορές και χρήματα για τις ανάγκες των μοναχών. Ένα καλοκαίρι λοιπόν, καθώς το τάγμα μου μετακινήθηκε και στρατοπέδευσε κάπου για θερινή διαβίωση και εκπαίδευση, πήρα την άδεια να πεταχτώ στο κοντινότερο χωριό για να στείλω λίγα χρήματα στο Άγιον Όρος.

Ενώ πλησίαζα στα πρώτα σπίτια, βλέπω να πετάγεται ξαφνικά ένα τεράστιο σκυλί και να τρέχει καταπάνω μου. Έπασχε από λύσσα. Όταν έφτασε κοντά μου και ήταν έτοιμο να με δαγκώσει, γεμάτος φόβο είπα μονάχα: «Κύριε, ελέησον»! Μόλις πρόφερα τη μικρή αυτή προσευχή, αμέσως μια δύναμη απώθησε μακριά τον σκύλο. Λες και χτύπησε πάνω σε κάποιο αόρατο εμπόδιο. Γύρισε αμέσως και έτρεξε προς το χωριό, όπου έκανε μεγάλη ζημιά σε ανθρώπους και ζώα. Το γεγονός αυτό μου έκανε βαθειά εντύπωση. Κατάλαβα πόσο κοντά μας είναι ο Θεός και πόσο πρόθυμος να μας βοηθήσει. Μέσα μου έγινε πιο έντονη η μνήμη του Θεού.

Ζώντας με τον τρόπο αυτό και χωρίς εγώ να το αντιλαμβάνομαι άμεσα, η όλη μου συμπεριφορά επιδρούσε πάνω στους άλλους στρατιώτες με τρόπο θετικό και καλό. Είναι το γεγονός για το οποίο κυρίως θέλω να σου μιλήσω.

Ήταν τον καιρό που κάποια σειρά απολυόταν. Χαρούμενοι οι στρατιώτες μάζευαν τα πράγματά τους κι ετοιμαζόντουσαν να γυρίσει ο καθένας στον τόπο του. Και ενώ συνέβαινε αυτό και έφευγαν όλοι για τα σπίτια τους γεμάτοι χαρά, ένας στρατιώτης φερόταν παράξενα. Δεν έδειχνε καμιά χαρά που τέλειωνε η θητεία του. Καθόταν μέσα στον θάλαμο του λόχου του πάνω στο κρεβάτι του με το κεφάλι σκυμμένο.

–  Γιατί κάθεσαι λυπημένος; τον ρώτησα. Δεν χαίρεσαι που τελείωσες τον στρατό και θα πας τώρα πάλι στο σπίτι σου;

–  Δυστυχώς δεν χαίρομαι! απάντησε ο στρατιώτης. Έλαβα γράμμα από τους δικούς μου με πολύ άσχημα νέα. Μου γράφουν ότι η γυναίκα μου στον καιρό της απουσίας μου γέννησε παιδί.

Η θλίψη του ήταν τόση, που δεν μπόρεσε να συνεχίσει. Κατάλαβα το δράμα του δυστυχισμένου στρατιώτη. Στον μακρό χρόνο της θητείας του η γυναίκα του είχε μπλέξει με άλλον, ξέφυγε. Κούνησε το κεφάλι του με μια έκφραση, όπου ήταν ανακατεμένα στενοχώρια, θυμός, θιγμένος εγωισμός.

–  Δεν ξέρω πλέον τί να κάνω μαζί της! Με τί τρόπο να την αντιμετωπίσω; Φοβάμαι πολύ. Δεν έχω καμιά διάθεση να πάω πια στο σπίτι μου.

Εγώ ξαφνιάστηκα πολύ. Προσπάθησα να συνέλθω λίγο και του μίλησα όσο πιο ήρεμα μπορούσα.

–  Όμως και συ, όλον αυτό τον καιρό που υπηρετείς, δεν πήγες κάποιες φορές στα συνήθη κέντρα;

Εννοούσα τους οίκους χαλαρών ηθών, καταλαβαίνεις… Η στρατιωτική θητεία ήταν μακρά (δυο χρόνια και περισσότερο κάποιες φορές) και οι στρατιώτες σύχναζαν δυστυχώς τακτικά σε τέτοιους οίκους.

–  Ε, ναι, έχεις δίκιο, μου απάντησε, σαν να το θυμόταν μόλις τότε. Κάποτε κι εγώ…

–  Να λοιπόν, που και συ δεν μπόρεσες να αντέξεις! του λέω. Γιατί λοιπόν νομίζεις ότι γι’ αυτήν θα ήταν εύκολο; Και συ βέβαια είσαι άντρας, δεν κινδυνεύεις από τις συνέπειες, είσαι στην ασφάλεια. Εκείνη όμως είναι γυναίκα, από την πρώτη στιγμή μπορεί να το πάθει. Σκέψου λοιπόν πού πήγαινες κι εσύ και τί έκανες. Και είσαι περισσότερο ένοχος εσύ απέναντί της, παρά εκείνη απέναντί σου… Συγχώρησέ την… Πήγαινε στο σπίτι σου, πάρε το παιδάκι σαν δικό σου και θα δεις ότι όλα θα πάνε καλά.

Να πάρει το ξένο παιδί σαν δικό του! Με κοίταξε, λες και τον χτύπησε κεραυνός. Πώς θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο; Του φάνηκε αδύνατο. Και όμως, πράγμα παράξενο, ο αρχικός του λογισμός δεν κράτησε πολύ. Υποχώρησε γρήγορα. Ήταν καλοπροαίρετος άνθρωπος, φαίνεται, και κατά κάποιο τρόπο θαυμαστό και μυστικό, η χάρη του Θεού με τα λόγια μου επέδρασε μέσα του. Η ψυχή του το αποδέχτηκε και άρχισε να ηρεμεί. Η βαρειά στενοχώρια που τον πλάκωνε σαν μαύρο σύννεφο, σηκώθηκε σιγά-σιγά και εξατμίστηκε. Σαν να φώτισε ένας ήλιος λαμπερός το σκοτάδι που ήταν απλωμένο μέσα του.

Με την καρδιά του αλαφρωμένη μάζεψε τα πράγματά του και έφυγε για το χωριό του. Στην οικογένειά του η κατάσταση ήταν ήδη πολύ δύσκολη. Καθόντουσαν όλοι σε αναμμένα κάρβουνα. Κανένας δεν ήξερε τί θα ακολουθούσε. Κανένας δεν μπορούσε να προδικάσει την αντίδρασή του. Όταν πλησίασε στο σπίτι του, οι γονείς του βγήκαν πρώτοι να τον υποδεχτούν με μισή καρδιά. Τα σκυθρωπά τους πρόσωπα μαρτυρούσαν την εσωτερική τους καταπόνηση, την καταθλιπτική στενοχώρια που τους βάραινε. Παραπίσω, στην πόρτα του σπιτιού, είχε σταθεί η γυναίκα του. Κρατούσε το μωρό στην αγκαλιά της. Έτρεμε ολόκληρη. Περιμένοντας την καταιγίδα να ξεσπάσει, η καρδιά της σπαρταρούσε από φόβο, θλίψη, αγωνία και δειλία. Προέβλεπε το μέλλον της ζοφερό.

Μα για μεγάλη τους κατάπληξη, ο στρατιώτης αγκάλιασε με χαρά τους γονείς του και τους φίλησε. Κατόπιν έτρεξε χαρούμενος στη γυναίκα του. Την αγκάλιασε τρυφερά και τη φίλησε κι αυτήν. Πήρε το βρέφος από την αγκαλιά της, το σήκωσε στα χέρια του ψηλά και το φίλησε κι αυτό. Έμειναν όλοι σύξυλοι. Τον κοίταζαν παραξενεμένοι βαθιά. Ποτέ και με τίποτε δεν θα μπορούσαν να φανταστούν τέτοια εξέλιξη. Ένα παρήγορο φως εισόρμησε στις σκοτεινιασμένες τους ψυχές. Μια πρωτόγνωρη συγκίνηση τους έπνιξε κι άφησαν τα μάτια τους να τρέξουν ελεύθερα. Μπήκαν στο σπίτι πλημμυρισμένοι όλοι από χαρά. Μια καινούργια μέρα, λαμπερή, ανέφελη, χαρούμενη, ανέτειλε στη θλιβερή τους ζωή. Το σπίτι τους έλαμψε σαν να ’ταν Λαμπρή.

Μα ο καλός σου στρατιώτης δεν σταμάτησε ως εκεί. Αφού ξεκουράστηκε στη γαληνεμένη πια ατμόσφαιρα του σπιτιού του, τις επόμενες μέρες άρχισε να γυρίζει στο χωριό, για να χαιρετήσει συγγενείς και γνωστούς, τους συγχωριανούς του όλους. Μαζί του είχε παντού τη γυναίκα του. Ο ίδιος κρατούσε στα χέρια του το βρέφος σαν δικό του παιδί. Όλοι οι χωριανοί γιόρτασαν τον ερχομό του. Όλων οι ψυχές αναπαύτηκαν. Όλο το χωριό χάρηκε πραγματικά. Δεν περίμεναν τέτοια θαυμαστή εξέλιξη.

Πέρασαν μήνες, εγώ είχα ξεχάσει πια την κουβέντα μου με τον στρατιώτη εκείνο. Δεν ήξερα καν τί απέγινε, ποια ήταν η συνέχεια στο πρόβλημά του. Μα δεν με ξέχασε εκείνος. Μετά από αρκετό καιρό έλαβα ένα γράμμα του, γεμάτο πολλές ευχαριστίες για τη καλή και σοφή συμβουλή μου, όπως έλεγε. Μου έγραφε ότι την ακολούθησε κατά γράμμα και βγήκε πολλαπλά κερδισμένος. Συγχώρησε το σφάλμα της γυναίκας του και όλα πήγαν κατ’ ευχήν. Δεν φανταζόταν από πριν τη χαρά και την ειρήνη που θα πλημμύριζαν τη ζωή του. Έγινε άλλος άνθρωπος. Έζησε στο εξής ειρηνικά και αγαπημένα με τη γυναίκα του. Το σπιτικό τους ήταν πάντα μια φωτεινή, ζεστή αγκαλιά.

Ο γέροντας Σιλουανός σταμάτησε να μιλάει. Έμεινε για λίγο βυθισμένος στις μακρινές αναμνήσεις. Γοητευμένος ο νεαρός υποτακτικός τον άκουγε ευλαβικά. Δεν τολμούσε να διακόψει τη σιωπή του. Μα τελικά δεν κρατήθηκε.

–  Αυτό και αν ήταν θαύμα πραγματικό, γέροντα!

–  Είναι το μεγαλύτερο θαύμα, παιδί μου! Πολλοί νομίζουν πως το σπουδαιότερο είναι να αναστήσεις νεκρούς, να βγάλεις δαιμόνια, να θεραπεύσεις αρρώστους. Μα είναι πολύ πιο σημαντικό θαύμα και ανώτερο από όλα αυτά, το να νικήσεις μέσα σου το κακό και να μεταμορφώσεις την καρδιά σου. Να αναστηθείς.

Ο άνθρωπος αυτός, παιδί μου Σωφρόνιε, δεν ζούσε στα χρόνια του Χριστού. Δεν είδε με τα σωματικά του μάτια ποτέ τον Χριστό επί της γης. Δεν αξιώθηκε το βράδυ της πρώτης εκείνης αναστάσιμης μέρας, «ούσης οψίας», να τον αντικρύσει αναστημένο όπως οι απόστολοι. Δεν τον άκουσε να του απευθύνει προσωπικά τον παρήγορο χαιρετισμό «ειρήνη υμίν». Δεν είχε την καλή τύχη του Θωμά να τον δει με τα μάτια του, να τον ακούσει με τα αυτιά του, να τον ψηλαφήσει με τα χέρια του, να τον πιστοποιήσει με όλες του τις αισθήσεις. Δεν έζησε την έκρηξη της χαράς της στιγμής εκείνης που ένιωσαν οι μαθητές, «ιδόντες τον Κύριον». Όμως, σε τί τον έβλαψε αυτό; Δεν πλημμύρισε και η δική του ζωή από την αναστάσιμη χαρά και ειρήνη που ο Κύριός μας χάρισε το βράδυ εκείνο σε όσους τον είδαν αναστημένο;

–  Φαντάζομαι πως ναι, γέροντά μου!

–  Ακριβώς, έτσι είναι, παιδί μου! Ποιος δεν θα ΄θελε, σαν άνθρωπος, να είναι παρών, όταν το βράδυ εκείνης της ημέρας ο Χριστός εμφανίστηκε φωτεινός, υπέρλαμπρος, ολοζώντανος στους μαθητές του; Όμως να, που ο Χριστός δίνει απλόχερα τη χαρά και την ειρήνη του και τώρα και πάντοτε σε όποιον την αξίζει. Το νομίζεις όμως εύκολο αυτό που έκαμε ο θαυμάσιος εκείνος άνθρωπος;

–  Όχι βέβαια!

–  Έκανε κάτι που είναι πράγματι αφάνταστα δύσκολο για τον καθένα μας. Ο Θεός τον φώτισε και είδε σωστά τον εαυτό του. Έπεσαν τα λέπια από τα μάτια της ψυχής του και έφτασαν να βλέπουν καθαρά και βαθιά. Στράφηκε λίγο προς τα μέσα, πρόσεξε τα δικά του λάθη περισσότερο. Έκανε την αυτοκριτική του. Τόλμησε την αυτομεμψία, θεώρησε πιο ένοχο τον εαυτό του, πράγμα που δεν είναι πρόθυμος κανένας μας να κάνει. Ταπεινώθηκε, είδε τη γυναίκα του καλύτερή του, έβαλε τον εαυτό του κάτω απ’ αυτήν. Έκρινε τα δικά του σφάλματα βαρύτερα, τα δικά της ελαφρότερα πολύ. «Κάρφος» τα δικά της, ένα σαριδάκι ασήμαντο. Δοκάρι ολόκληρο τα δικά του. Αυτή ήταν η σωτήρια μυστική διαδρομή της ψυχής του.

–  Για να φτάσω εγώ σε κάτι τέτοιο, γέροντα, δεν μου είναι απλώς δύσκολο, μα και αδιανόητο ακόμα!

–  Ακριβώς, παιδί μου! Φαντάζεσαι πόση ταπείνωση, καλοσύνη, απλότητα και διάκριση χρειάστηκε, για να νιώσει σε τέτοιο βαθμό τη δική του αθλιότητα και να συγχωρήσει ειλικρινά και βαθιά τη σύντροφό του; Γι’ αυτό η αγάπη του γι’ αυτήν έγινε ακλόνητη. Πώς να μην τον αγαπήσει κι εκείνη παράφορα με μια στέρεη, αταλάντευτη αγάπη, μ’ ένα βαθύ σεβασμό; Και πώς να μην επισκεφτεί ο Χριστός μια τέτοια ψυχή; Πώς να μην της χαρίσει την αναφαίρετη ειρήνη και χαρά, που έδωσε στους μαθητές του τη βραδιά της πρώτης εκείνης αναστάσιμης μέρας;

Ο άνθρωπος αυτός ήταν όντως μακάριος. Αξιώθηκε να δει πραγματικά τον Χριστό που αναστήθηκε και να τον κρατήσει μέσα του ζωντανό για μια ολόκληρη ζωή. Ήταν ένας αναστημένος άνθρωπος…

Αντιύλη Ι. Ν. Αγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα Τηλ. 26820 23075/25861/6980 898 504 e-mail: antiyli.gr@gmail.com

Γέροντας και υποτακτικός σώπασαν ξανά, βυθίζοντας το νοητό βλέμμα τους σε αδολεσχία φιλόθεη. Η ώρα όμως μάζεψε, καιρός να πάνε και στα κελιά τους. Στο λυκόφως του Άθωνα οι δυο φιγούρες κινήθηκαν αργά. Το σούρουπο άπλωνε κιόλας μουντό παραπέτασμα σε θάλασσα και ουρανό.

Μα αβασίλευτη φώτιζε μέσα τους «της ημέρας εκείνης, της μιάς των σαββάτων», η ανέσπερη ανταύγεια… Άσβηστη έφεγγε στις μακάριες ψυχές τους.

Πάσχα 2022

(Η ιστορία βασίζεται σε αληθινό περιστατικό. Βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου, Ο ΓΕΡΩΝ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ, εκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», α΄ έκδοση, Θεσσαλονίκη [1973;], σ. 18-21).

Διαδίδω την «Αντιύλη»

Εκτυπώνω/προωθώ σε φιλικά μου e-mails

Τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου

Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Αρχ. Ἀχρίδος

Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας γιορτάζει τὴ μνήμη μίας πολὺ μικρῆς ὁμάδας μαθητῶν καὶ ὀπαδῶν Του. Σήμερα παρουσιάζει μπροστά σου μόνο τριακόσιους δεκαοκτὼ γλυκεῖς, εὐώδεις καὶ ἀμάραντους καρπούς. Μιὰ μικρὴ ἀλλά ἐκλεκτὴ ὁμάδα. Αὐτοὶ εἶναι οἱ τριακόσιοι δεκαοκτὼ ἅγιοι πατέρες τῆς Πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ συνῆλθε στὴ Νίκαια τὸ 325 μ. Χ., τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου, γιὰ τὴν ὑπεράσπιση, ἀποσαφήνιση καὶ βεβαίωση τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης.

Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη στὴν Ἐκκλησία εἶχαν ἐμφανιστεῖ «λύκοι βαρεῖς» (Πράξ. κ’ 29), πού φοροῦσαν ροῦχα ὅμοια μὲ τῶν ποιμένων. Αὐτοὶ εἶχαν ἔκλυτη ζωὴ καὶ γι’ αὐτὸ δὲν μποροῦσαν νὰ βροῦν μέσα τους τόπο γιὰ τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι ἔπεσαν κι οἱ ἴδιοι, ἀλλά παρέσυραν καὶ τοὺς πιστοὺς σὲ πλάνες. Ἡ διδασκαλία τους ἦταν διαβρωτική, ὅπως κι ἡ ζωή τους. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα λοιπὸν σύναξε τοὺς ἁγίους αὐτοὺς τοῦ Θεοῦ σὲ μιὰ Σύνοδο, ὥστε νὰ φανοῦν οἱ ἀληθινοὶ διδάσκαλοι τοῦ Χριστοῦ, σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς πλανεμένους· νὰ φανεῖ ἡ δύναμη ἐκείνων πού ἀγωνίζονται γιὰ τὸν Χριστὸ ἐναντίον ἐκείνων πού τὸν πολεμοῦν καὶ νὰ διακριθεῖ ὁ γλυκὺς καρπὸς τοῦ καλοῦ Δέντρου, πού εἶναι ὁ Χριστός, σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς σάπιους καὶ πικροὺς καρποὺς τοῦ δέντρου τοῦ πονηροῦ.

Οἱ ἅγιοι πατέρες ἔλαμψαν στὴ Νίκαια ὅπως τὰ ἄστρα στὸν οὐρανό, πού παίρνουν τὸ φῶς τους ἀπὸ τὸν ἥλιο. Ἔτσι καὶ ἐκεῖνοι φωτίστηκαν ἀπὸ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ κι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἦταν Χριστοφόροι ἄνθρωποι, ὁ Χριστὸς ζοῦσε κι ἔλαμπε μέσα ἀπὸ τὸν καθένα τους. Ἦταν οὐρανοπολίτες μᾶλλον παρὰ πολίτες τῆς γῆς, ἀγγελόμορφοι, ἔμοιαζαν περισσότερο μὲ ἀγγέλους παρὰ μὲ ἀνθρώπους. Ἦταν πραγματικὰ «ναὸς Θεοῦ ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω» (Β’ Κόρ. στ’ 16).

Πιστεύω πώς εἶναι ἀρκετὸ ν’ ἀναφερθῶ σὲ τρεῖς μόνο ἀπ’αὐτούς· ἐκείνους πού σοῦ εἶναι οἱ πιὸ γνωστοί, γιὰ νὰ ‘χεις μιὰ ἰδέα πῶς ἦταν κι οἱ ὑπόλοιποι τριακόσιοι δεκαπέντε. Κι ἀναφέρομαι στὸν ἅγιο πατέρα Νικόλαο, στὸν ἅγιο Σπυρίδωνα καὶ στὸν ἅγιο Ἀθανάσιο τὸν Μέγα. Πολλοὶ ἀπό τούς ἅγιους πατέρες ἔφτασαν στὴ Σύνοδο φέροντας στὸ σῶμα τους τραύματα πού εἶχαν δεχτεῖ γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ ἅγιος Παφνούτιος, γιὰ παράδειγμα, εἶχε χάσει τὸ ἕνα του μάτι ὅταν τὸν βασάνιζαν. Ὅλοι τους ἔλαμπαν ἀπὸ ἕνα ἐσωτερικὸ φῶς πού προερχόταν ἀπὸ τὸν Θεό, ἕνα φῶς ὅπου διακρινόταν καθαρὰ ἡ ἀλήθεια. Ὡς ἀκόλουθοι τοῦ Ἐσταυρωμένου δὲν λογάριαζαν τὰ βασανιστήρια. Ἡ ἀφοβία τους στὴν ὑπεράσπιση τῆς ἀλήθειας ἦταν μέγιστη, ἀπεριόριστη. Μὲ τὴ θεόσδοτη γνώση τῆς ἀλήθειας πού κατεῖχαν καὶ τὴν τόλμη τους στὴν ὑπεράσπισή της, οἱ ἅγιοι αὐτοὶ πατέρες ἀναίρεσαν καὶ συνέτριψαν τὴν αἵρεση τοῦ Ἀρείου καὶ καθιέρωσαν τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, πού κρατοῦμε ὡς σήμερα καὶ ὁμολογοῦμε ὡς τὴ μόνη σωστικὴ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ.

Tό σημερινὸ εὐαγγέλιο δέν μᾶς μιλάει γιὰ τὴ Σύνοδο αὐτή, ἀλλά γιὰ τὴν τελευταία προσευχὴ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ στὸν Οὐράνιο Πατέρα Του. Γιατί διαβάζουμε τὸ εὐαγγέλιο αὐτὸ στὴ σημερινὴ γιορτή; Ἐπειδὴ δείχνει τὴν ἐπιρροή του στὴν Πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Μὲ τὴ δύναμη τῆς προσευχῆς αὐτῆς ὁ Θεὸς ἐνίσχυσε τοὺς ἁγίους πατέρες τῆς Συνόδου καὶ τοὺς ἔκανε ἀτρόμητους ὑπερασπιστὲς τῆς ἀλήθειας, νικητὲς στὶς ἀμφισβητήσεις καὶ τὴν κακία ἀνθρώπων καὶ δαιμόνων. Νά, πῶς ἀρχίζει ἡ προσευχὴ αὐτή:

«Ταῦτα ἐλάλησεν ὁ ᾿Ιησοῦς, καὶ ἐπῆρε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱός σου δοξάσῃ σε» (Ἰωάν. ιζ’ 1). Ὅλα ὅσα δίδαξε ὁ Κύριος στοὺς ἀνθρώπους, τὰ εἶχε ἐφαρμόσει ὁ ἴδιος. Εἶχε διδάξει τοὺς ἀνθρώπους πῶς νὰ προσεύχονται: «Πάτερ ἡμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς…» (Ματθ. στ’ 9). Ὁ ἴδιος σήκωσε τὸ βλὲμμα Του στοὺς οὐρανούς, ὅπου κατοικεῖ ὁ Πατέρας Του καὶ εἶπε: «Πάτερ!» Δὲν εἶπε «Πάτερ ἡμῶν», ὅπως κάνουμε ἐμεῖς, ἀλλά ἁπλά «Πάτερ!» Μόνο Αὐτὸς θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ «Πατέρα μου». Αὐτὸς καὶ κανένας ἄλλος, εἴτε στὸν οὐρανὸ εἴτε στὴ γῆ, ἀφοῦ Αὐτὸς μόνο εἶναι ὁ Μονογενὴς Υἱός τοῦ Οὐράνιου Πατέρα, ὁ μόνος ἴσος μὲ τὸν Πατέρα τόσο κατὰ τὴν ὕπαρξη ὅσο καὶ κατὰ τὴν οὐσία· ὁ μοναδικὸς Υἱός τοῦ μοναδικοῦ Πατέρα. Ἐμεῖς εἴμαστε μόνο υἱοί ἐξ υἱοθεσίας, μὲ τὴ χάρη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἐπῆρε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανόν. Δέν σήκωσε μόνο τὰ σωματικά Του μάτια ἀλλά καὶ τὰ πνευματικά, κυρίως αὐτά. Ὁ Ἄσωτος «οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανόν ἐπᾶραι» (Λουκ. ιη’ 13), γιατί αἰσθανόταν τὴν ἁμαρτωλοτητά του. Ὁ Κύριος ὅμως ἐπῆρε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανόν ἐλεύθερα, γιατί ἦταν ἀναμάρτητος.

Ἡ ὥρα Του -ἡ ὥρα τοῦ μεγάλου πάθους- πλησίαζε. Μόνο Αὐτὸς ἔβλεπε τὴν ὥρα αὐτή, τὴν πιὸ φοβερὴ ἀπὸ καταβολῆς καὶ ὡς τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου. Μόνο Αὐτὸς τὴν ἔβλεπε καθαρὰ ἀπὸ τὴν ἀρχή, τὴν προεῖπε ἀπὸ τὴν ἀρχή καὶ μίλησε γι’ αὐτὴν στοὺς μαθητές Του. Οἱ μαθητὲς Του ὅμως δὲν τὸ κατάλαβαν αὐτό, δὲν τὸ ἔβαλαν στὴν καρδιά τους, δὲν τὸ ἔκαναν δικό τους, ὡς τὴ στιγμὴ πού ἡ ὥρα δὲν ἀπεῖχε πιὰ μέρες, ἀλλά λεπτά.

«Δόξασόν σου τὸν υἱόν!» Δόξασέ Τον τὴ φοβερὴ αὐτὴ ὥρα, ὅπως τὸν δόξασες μέχρι τώρα. Δόξασέ Τον στὸ θάνατο, ὅπως τὸν δόξασες στὴ ζωή. Δόξασέ Τον στὴν ταπείνωση καὶ στὰ πάθη Του, ὅπως τὸν δόξασες μέ τούς δυνατοὺς λόγους καὶ τὰ ἔργα Του. Δόξασέ Τον στοὺς ἀνθρώπους, ὅπως τὸν εἶχες δοξάσει ἀπὸ τὴν ἀρχή στοὺς ἀγγέλους Σου. Δόξασε τὸν Υἱόν Σου «ἵνα καὶ ὁ υἱός σου δοξάσῃ σε». Ἂν ἀπὸ τὸ πρῶτο μέρος τῆς πρότασης φαίνεται πώς ὁ Υἱός εἶναι κατώτερος ἀπὸ τὸν Πατέρα, στὸ δεύτερο αὐτὸ μέρος βλέπουμε καθαρὰ τὴν ἰσότητά Τους καὶ τὴν ἀμοιβαία συμμετοχὴ στὴν ἴση δύναμή Τους. Ὁ Πατέρας δοξάζει τὸν Υἱό καὶ ὁ Υἱός δοξάζει τὸν Πατέρα, μὲ ἀδιαίρετη δύναμη καὶ ἀδιαίρετη ἀγάπη. «Πᾶς ὁ ἀρνούμενος τὸν υἱὸν οὐδὲ τὸν πατέρα ἔχει» (Α’ Ἰωάν. β’ 23). Ὁ Πατέρας ἔστειλε τὸν Υἱὸ στὸν κόσμο· ὁ Υἱός φανέρωσε τὸν Πατέρα στὸν κόσμο.

Τίποτα δέν θὰ ξέραμε γιὰ τὸν Υἱό χωρὶς τὸν Πατέρα, οὔτε γιὰ τὸν Πατέρα χωρὶς τὸν Υἱό, ὅπως δέν θὰ γνωρίζαμε γιὰ τὸ φῶς, ἂν δὲν ὑπῆρχε ὁ ἥλιος. Μὰ οὔτε καὶ γιὰ τὸν ἥλιο θὰ ξέραμε ἂν δὲν τὸν φανέρωνε τὸ φῶς. Ὁ ἀπόστολος χρησιμοποιεῖ τὴ σύγκριση αὐτὴ καὶ ὀνομάζει τὸν Χριστὸ «ἀπαύγασμα τῆς δόξης (τοῦ Πατρὸς)» (Ἑβρ. α’ 3). Ὁ Κύριος δέν ζητᾶ νὰ δοξαστεῖ ἀπὸ τὸν Πατέρα γιὰ χάρη τοῦ ἰδίου, μὰ γιὰ χάρη τῶν ἀνθρώπων, ὅπως βλέπουμε ἀπὸ τ’ ἀκόλουθα λόγια:

«Καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. ιζ’ 2). Προσέξτε μὲ ποιὸ τρόπο ὁ Κύριος ἀναφέρεται στὴ δόξα Του: μὲ τὴν ἀγάπη Του γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος! Τὸ κάνει, γιὰ νὰ γίνει τὸ μέσον πού θὰ χαρίσει στοὺς ἀνθρώπους τὴν αἰώνια ζωή. Αὐτὸ εἶναι πού ζητᾶ ἀπὸ τὸν Πατέρα Του. Αὐτὴ εἶναι ἡ δόξα πού ζητάει. Τὴ στιγμὴ πού οἱ ἄνθρωποι τοῦ ἑτοιμάζουν ἕνα πικρὸ ποτήρι θλίψεων, γεμάτο μὲ βάσανα, ἱδρῶτα καὶ αἷμα, Ἐκεῖνος προσεύχεται γιὰ νὰ δώσει στοὺς ἀνθρώπους αἰώνια ζωή. Ἡ ἀπάντησή Του στὴν πιὸ βαριὰ πέτρα, εἶναι τὸ γλυκύτερο ψωμί. Κι ἀνέφερε ἀρκετὲς φορὲς ὅτι ὁ Πατέρας τοῦ ἔδωσε δύναμιν ἐπὶ πάσης σαρκός. «Πάντα μοι παρεδόθη ὑπὸ τοῦ πατρός μου» (Ματθ. ια’ 27), εἶπε. Κι ἀλλοῦ πάλι: «Πάντα ὅσα ἔχει ὁ πατὴρ ἐμά ἐστι» (Ἰωάν. ιστ’ 15). Ἀλλά καὶ μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, ὅταν φανερώθηκε στοὺς μαθητὲς Του εἶπε: «ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς» (Ματθ. κη’ 18).

Ὅπως λοιπὸν εἶχε λάβει ἐξουσία πάνω σὲ κάθε ὕπαρξη, ὁ Κύριος ζητάει τώρα ἀπὸ τὸν Πατέρα Του ἐξουσία στὴν αἰώνια ζωὴ γιὰ τὶς ψυχὲς ἐκεῖνες πού τὸν εἶχαν ἐμπιστευτεῖ, νὰ τοὺς χαρίσει δηλαδὴ τὴν αἰωνιότητα. Ἄλλο πράγμα εἶναι νὰ ἔχεις ἐξουσία πάνω στὸν ὑλικὸ καὶ φθαρτὸ κόσμο κι ἄλλο νὰ ἔχεις στὴ δικαιοδοσία σου τὴν αἰώνια ζωή. Ὅταν στὴν ἀρχή θέλησε ὁ Θεὸς νὰ δημιουργήσει τὸν ἄνθρωπο, ζωντανὸ καὶ ἀθάνατο, στὴ δημιουργία ἔλαβε μέρος ἡ Ἁγία Τριάδα, ὅπως διαβάζουμε στὴ Γένεση (α’ 26): «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν». Τώρα, πού ὁ Λυτρωτὴς καὶ Σωτήρας τοῦ κόσμου θέλει νὰ δώσει αἰώνια ζωὴ στοὺς θνητοὺς ἀνθρώπους, προσφεύγει στὸν Πατέρα, ἐνῶ εἶναι αὐτονόητη καὶ ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στὴν περίπτωση αὐτή, ὅπως καὶ στὴ δημιουργία, ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι ἀποκλειστικὸ χάρισμα τῆς Ἁγίας Τριάδας.

Καὶ στὴ μιὰ περίπτωση καὶ στὴν ἄλλη, ἡ αἰώνια ζωὴ δηλώνεται πώς εἶναι τὸ μέγιστο ἀγαθὸ πού χαρίζει ὁ Θεός. Ἡ στιγμὴ πού ὁ ἄνθρωπος ἀποκαθίσταται στὴν αἰώνια ζωὴ εἶναι ἀνυπέρβλητη, μοναδική, ὅπως κι ἡ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν πηλό. Τὸ νὰ κάνεις ἕνα θνητὸ ἄνθρωπο ἀθάνατο εἶναι τόσο μεγαλειώδης καὶ θεϊκὴ πράξη, ὅσο κι ἡ δημιουργία ἀπὸ τὸν πηλό.

«Αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας ᾿Ιησοῦν Χριστόν» (Ἰωάν. ιζ’ 3). Ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ στὴν ἐπίγεια ζωὴ μας εἶναι ἀπαρχὴ καὶ πρόγευση τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ αἰώνια ζωὴ γιὰ μᾶς πού ζοῦμε ἀκόμα στὴ γῆ. Πῶς ὅμως θὰ εἶναι ἡ αἰώνια ζωὴ στὴ μέλλουσα κατάστασή μας; «ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη» (Α’ Κορ. β’ 9). Αὐτὸ τὸ ἀποκάλυψε πνευματικὰ ὁ Θεὸς σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο μόνο σὲ κείνους πού Τὸν εὐαρέστησαν. Ἡ μεγαλύτερη εὐφροσύνη ὅμως στὴν αἰώνια ζωή, στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, πρέπει νὰ συνίσταται στὴ μέγιστη γνώση τοῦ Θεοῦ, στὴ θέα τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ὅταν μιλοῦσε γιὰ τὰ παιδιὰ εἶχε πεῖ: «… οἱ ἄγγελοι αὐτῶν ἐν οὐρανοῖς διὰ παντὸς βλέπουσι τὸ πρόσωπον τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. ιη’ 10).

Ἡ ἀκόρεστη θέαση τοῦ Θεοῦ, ἡ διαρκής ζωὴ μὲ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, μέσα σὲ μιὰν ἀνέκφραστη ἀγαλλίαση καὶ χαρά, ἀέναη δοξολογία κι ἀγάπη, δὲν εἶναι ζωὴ ἀγγελική, πού ἁρμόζει καὶ στοὺς ἁγίους στὸν ἄλλο κόσμο; Δὲν εἶναι ζωὴ μὲ γνώση τοῦ Θεοῦ; Ὅσο ζοῦμε στὸν κόσμο αὐτόν, στὴ γῆ, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος, «βλὲπομεν δι’ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δέ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον» (Α’ Κορ. ιγ’ 12).

Ἡ γνώση πού ἔχουμε τώρα γιὰ τὸν Θεὸ εἶναι μερική, τότε ὅμως θὰ εἶναι πλήρης. Ἑπομένως, δὲν πρέπει νὰ νομίζουμε πώς ἕνας ἄνθρωπος γνωρίζει τὸν Θεὸ ὅταν φτάνει μὲ τὶς διεργασίες τοῦ νοῦ στὸ συμπέρασμα πώς ὁ Θεὸς ὑπάρχει κατὰ κάποιο τρόπο καὶ κατοικεῖ κάπου.

Τὸ Θεὸ γνωρίζει ἐκεῖνος πού νιώθει μέσα του ἀλλά καὶ γύρω του τὴ ζείδωρη πνοὴ τοῦ Θεοῦ· αὐτὸς πού μὲ τὴν καρδιά, τὸ νοῦ καὶ τὴν ψυχὴ του αἰσθάνεται τὴ μεγαλειώδη καὶ φοβερὴ παρουσία τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ στὴ φύση, μὰ καὶ στὴν προσωπικὴ ζωή του.

Γιατί ὁ Χριστὸς τονίζει τὰ λόγια τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεόν; Ἐπειδὴ θέλει νὰ προφυλάξει τοὺς μαθητές Του ἀπὸ τὸν πανθεϊσμὸ καὶ τὴν εἰδωλολατρεία, νὰ βεβαιώσει γιὰ μιὰ ἀκόμα φορά τὰ λόγια πού εἶπε μέσω τοῦ Μωυσῆ: «Ἐγώ εἰμὶ Κύριος ὁ Θεός σου… οὐκ ἔσονταί σοι θεοὶ ἕτεροι πλὴν ἐμοῦ» (Ἐξ. κ’ 2, 3). Καὶ γιατί ἐπισημαίνει πώς αἰώνια ζωὴ εἶναι ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ; Ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτεται μέσω τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅσο μπορεῖ ν’ ἀποκαλυφθεῖ στὸ θνητὸ ἄνθρωπο, κι ἐπειδὴ μόνο μέσα ἀπὸ τὸν Χριστὸ μποροῦν νὰ φτάσουν οἱ ἄνθρωποι στὴν πληρέστερη γνώση τοῦ Θεοῦ, ὅσο αὐτὸ εἶναι δυνατὸ σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο. Ὅπως εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς στοὺς Ἰουδαίους, «εἰ ἐμὲ ᾔδειτε, καὶ τὸν πατέρα μου ᾔδειτε ἄν» (Ἰωάν. η’ 19). Ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ βγαίνει ἀβίαστα τὸ συμπέρασμα πώς τὸν Πατέρα μποροῦμε νὰ τὸν γνωρίσουμε μόνο μέσω τοῦ Υἱοῦ, τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

«Ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω» (Ἰωάν. ιζ’ 4). Τί σημαίνουν τὰ λόγια ἐπὶ τῆς γῆς; Σημαίνουν πώς αὐτὸ τὸ ἔκανε ἐν σαρκί, ζώντας ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Τὸ ἔργο πού ἔκανε καὶ τελείωσε ὁ Κύριος ἐν σαρκί, ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, ἦταν ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Μέχρι τὴν ὥρα τοῦ θανάτου Του στὸ σταυρό, τὸ ἔργο αὐτὸ ἀποτελοῦνταν ἀπὸ λόγια ζωοποιά, τέτοια πού δὲν εἶχαν ξανακουστεῖ στὴ γῆ, καθὼς κι ἀπὸ ἀμέτρητα θαύματα, τέτοια πού δὲν εἶχαν ξαναγίνει. Ὁ Κύριος ὅμως πιστώνει τὰ λόγια καὶ τὰ ἒργα Του στὸν Οὐράνιο Πατέρα, γιὰ νὰ διδάξει σ’ ἐμᾶς τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ὑπακοή.

«Καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί» (Ἰωάν. ιζ’ 5). Τί μποροῦν νὰ ποῦν τώρα ἐκεῖνοι πού λένε πώς ὁ Χριστὸς ἦταν ἕνας συνηθισμένος ἄνθρωπος, ἕνα πλάσμα τοῦ Θεοῦ ὅπως καὶ τ’ ἄλλα πλάσματά Του; Ὁ Κύριος ἐδῶ μιλάει γιὰ τὴ δόξα πού εἶχε μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα Του πρὶν ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου! Εἶπε κάποτε ὁ Κύριος γιὰ τὸν ἑαυτό Του: «πρὶν ᾿Αβραὰμ γενέσθαι ἐγώ εἰμι» (Ἰωάν. η’ 58). Εἶπε πώς ὑπῆρχε πρὶν ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ. Αὐτὸ μόνο μποροῦσε νὰ πεῖ στοὺς ἄφρονες Ἰουδαίους, μὰ στὴν προσευχὴ Του εἶπε πώς ὑπῆρχε καὶ μάλιστα μὲ δόξα, πρὶν ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου. Δὲν ἤθελε νὰ τοὺς ἀποκαλύψει περισσότερα. Τώρα ὅμως μὲ τὴν προσευχή Του, τὸ ἀποκαλύπτει στὸν κόσμο ὁλόκληρο. Γιατί τώρα μόνο; Ἐπειδὴ γνωρίζει ὡς παντογνώστης πώς ἡ προσευχή Του θὰ φτάσει στ’ αὐτιὰ τῶν ἀνθρώπων μόνο μετὰ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του, τότε πού θὰ εἶναι εὔκολο νὰ πιστέψουν οἱ ἄνθρωποι στὴν προαιώνια δόξα Του.

Ἡ δόξα Του εἶναι ἴδια μὲ τὴ δόξα τοῦ Πατέρα, ἀφοῦ εἶναι «δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας» (Ἰωάν. α’ 14). Δὲν εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς πώς «πάντα ὅσα ἔχει ὁ πατὴρ ἐμά ἐστι» (Ἰωάν. ιστ’ 15); Ἑπομένως ἡ δόξα τοῦ Πατέρα εἶναι καὶ δική Του δόξα. Τόσο στὴ δόξα ὅσο καὶ στὴν ἐξουσία εἶναι ἴσος μὲ τὸν Πατέρα. Τότε γιατί προσεύχεται στὸν Πατέρα νὰ τὸν δοξάσει; Δέν ζητάει νὰ δοξαστεῖ ὡς πρὸς τὴ Θεία φύση Του, ἀλλὰ τὴν ἀνθρώπινη. Γιὰ τὸν πλασμένο κόσμο ἡ ἀνθρώπινη φύση Του εἶναι καινούργια, ὄχι ἡ Θεία. Ἡ ἀνθρώπινη φύση Του πρέπει νὰ θεωθεῖ, νὰ φτάσει στὴ Θεία δόξα, ὥστε κι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι νὰ προσεγγίσουμε τὴ δόξα Του. Αὐτὸ εἶναι τὸ τέλος, τὸ στεφάνωμα ὅλων ὅσα ἔκανε ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου. Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγάλο μυστήριο τῆς εἰρήνευσης τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό, ἡ εὐλογημένη υἱοθεσία τους ὡς κατὰ Χάρη υἱῶν, μέσω τῆς δόξας τοῦ Θεανθρώπου.

Πρόσεξε ἐπίσης ποιὰ σπουδαία στιγμὴ διάλεξε ὁ Κύριος γιὰ νὰ προσευχηθεῖ στὸν Πατέρα καὶ νὰ τὸν δοξάσει. Κι αὐτὸ ἔγινε τότε πού, ὅπως εἶπε ὁ ἴδιος, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὁ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω. Αὐτὴ εἶναι μιὰ πολὺ καθαρὴ καὶ σαφὴς διδασκαλία πρὸς ἐμᾶς. Μᾶς λέει πώς, γιὰ νὰ περιμένουμε ἀνταπόδοση ἀπὸ τὸν Θεό, πρέπει πρῶτα νὰ τηρήσουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Θυμήσου τὰ προφητικὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ πώς, στὸ τέλος τοῦ χρόνου, ὅταν «μέλλει γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεσθαι ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων αὐτοῦ, καὶ τότε ἀποδώσει ἑκάστῳ κατὰ τὴν πρᾶξιν αὐτοῦ» (Ματθ. ιστ’ 27). Εὐλογημένοι καὶ μακάριοι θὰ εἶναι τότε οἱ ἅγιοι κι οἱ δίκαιοι, γιατί θὰ λάβουν ὡς ἀνταπόδοση ἑκατὸ φορὲς περισσότερα ἀπ’ ὅσα καλὰ ἔργα ἔκαμαν, θὰ λάμψουν σὰν τὸν ἥλιο μὲ τὸ φῶς τῆς δόξας τοῦ Χριστοῦ, μπροστὰ στὸ θρόνο τοῦ Ὑψίστου.

«᾿Εφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι» (Ἰωάν. ιζ’ 6). Ποιὸ εἶναι τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ πού φανέρωσε ὁ Κύριος στὸν κόσμο; τὸ ὄνομα «Πατέρας». Τὸ ὄνομα αὐτὸ ἦταν ἄγνωστο τόσο στοὺς εἰδωλολάτρες ὅσο καὶ στοὺς Ἰουδαίους. Εἶναι μιὰ ὁλότελα καινούργια ἀποκάλυψη στὸν κόσμο. οἱ προφῆτες κι οἱ δίκαιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γνώριζαν τὸν Θεὸ μὲ τὰ ὀνόματα «Θεός», «Δημιουργός», «Κύριος», «Βασιλιᾶς», «Κριτής», ποτὲ ὅμως δὲν τὸν ἤξεραν ὡς «Πατέρα». Τὸ ὄνομα αὐτὸ ἦταν ἄγνωστο στοὺς ἀνθρώπους ἀνά τούς αἰῶνες.

Κανένας θνητὸς ἄνθρωπος δέν θὰ μποροῦσε ν’ ἀποκαλύψει τὸ οἰκεῖο αὐτὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, γιατί κανένας θνητὸς δέν θὰ μποροῦσε νὰ νιώσει τὴν πατρότητα τοῦ Δημιουργοῦ Του, ζώντας κάτω ἀπὸ τὸ ζυγὸ τοῦ σκότους καὶ τοῦ τρόμου, τῆς ἁμαρτίας. Κι αὐτὸ πού δὲν μπορεῖ νὰ νιώσει κανείς, ἀκόμα κι ἂν τὸ ἐκφράσει μὲ τὴ γλώσσα του, δὲν ἔχει οὐσιαστικὴ σημασία. Μόνο ὁ Μονογενὴς Υἱός μπορεῖ ν’ ἀποκαλέσει τὸν Θεὸ «Πατέρα». «ὁ μονογενὴς υἱὸς ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ πατρός, ἐκεῖνος ἐξηγήσατο» (Ἰωάν. α’ 18).

Σὲ ποιὸν ἀποκάλυψε ὁ Κύριος τὸ γλυκύτατο αὐτὸ ὄνομα τοῦ «Πατέρα»; Στοὺς ἀνθρώπους, οὕς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. Κάποιοι σχολιαστὲς νομίζουν πώς τόνισε ἰδιαίτερα ἐκ τοῦ κόσμου, ὥστε νὰ μὴ θεωρηθεῖ ὅτι ἀναφέρεται στοὺς ἀγγέλους, τοὺς «οὐράνιους ἀνθρώπους», ἀλλά στοὺς συνηθισμένους, τοὺς ἐπίγειους ἀνθρώπους. Ὁπωσδήποτε ὅμως φαίνεται πιὸ ὀρθὸ νὰ θεωρήσουμε πώς ὁ Κύριος ἐδῶ ἀναφέρεται στοὺς μαθητές Του, τόσο μὲ τὴ στενὴ ὅσο καὶ μὲ τὴν εὐρύτερη ἔννοια. Αὐτὸ προκύπτει μὲ σαφήνεια ἀπὸ ἐκεῖνα πού λέει στὴ συνέχεια στὴν προσευχή Του: «Οὐ περὶ τούτων δὲ ἐρωτῶ μόνον, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν πιστευσόντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ» (Ἰωάν. ιζ’ 20). Τὸ σκεπτικὸ ἐκείνων πού ἰσχυρίζονται πώς στὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Χριστοῦ ὑπάρχει ὁ «προορισμός», πού διακρίνουν στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ προειλημμένη ἀπόφαση σωτηρίας ἡ καταδίκης, εἶναι ἐντελῶς ἀβάσιμο.

«Σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας» (Ἰωάν. ιζ’ 6). Δηλαδή, δικοί Σου ἦταν ὡς πλάσματα καὶ δοῦλοι, Σὲ γνώριζαν μόνο ὡς Δημιουργὸ καὶ Κριτή. Τώρα ὅμως ἔμαθαν ἀπὸ Ἐμένα τὸ γλυκύτερο καὶ ἀγαπητὸ ὄνομά Σου, υἱοθετήθηκαν ἀπὸ Μένα κατὰ Χάρη. Μοῦ τοὺς ἔδωσες ὡς σκλάβους, γιὰ νὰ τοὺς παραδώσω σὲ Σένα ὡς υἱούς. Ἀπόδειξαν πώς εἶναι ἄξιοι τῆς τιμῆς αὐτῆς, γιατί τὸν λόγον σου τετηρήκασι. Μὲ τὴν ἀγάπη Του γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος ὁ Κύριος ἐδῶ ἐγκωμιάζει τοὺς μαθητές Του στὸν Οὐράνιο Πατέρα Του. Καὶ συνεχίζει τὰ ἐγκώμια Του:

«Νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν» (Ἰωάν. ιζ’ 7). οἱ πονηροὶ Ἰουδαῖοι δὲν ἤθελαν νὰ τὸ καταλάβουν αὐτό. Γι’ αὐτὸ καὶ συκοφαντοῦσαν τὸν Κύριο, ἔλεγαν πώς εἶχε δαιμόνιο καὶ πώς ἡ θαυματουργική Του δύναμη προερχόταν ἀπὸ τὸν Βεελζεβούλ, τὸν ἄρχοντα τῶν δαιμόνων. Πρέπει νὰ ‘χουμε κατὰ νοῦ πώς ἀνάμεσα στοὺς πρεσβυτέρους τῶν Ἰουδαίων ὑπῆρχε κάποια σύγχυση καὶ διαφωνία γιὰ τὸν Χριστό: Ἦταν ἀπὸ τὸν Θεὸ ἡ ὄχι; Ἔτσι μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε γιατί ὁ Κύριος ἐδῶ ἐγκωμιάζει τοὺς ἀποστόλους πού πίστευαν πώς ἦταν Θεός. Πάντα ὅσα δέδωκάς μοι, δηλαδή, ὅλα τὰ λόγια κι ὅλα τὰ ἔργα.

«Ὅτι τὰ ρήματα ἃ δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον, καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας» (Ἰωάν. ιζ’ 8). Μὲ τὰ ρήματα πρέπει νὰ κατανοήσουμε ὅλη τὴ σοφία καὶ τὴ δύναμη πού ἔδωσε ὁ Κύριος στοὺς μαθητές Του, ὄχι μόνο τὰ λόγια. Τὴν ἐνέργεια τῆς σοφίας καὶ τῆς δύναμης τὴν εἶχαν ἤδη δοκιμάσει οἱ μαθητὲς ὅλο τὸ διάστημα πού ἔζησαν κοντὰ στὸν Κύριο στὴ γῆ καὶ εἶχαν πειστεῖ πώς ὅλη ἡ σοφία κι ἡ δύναμή Του ἦταν ἀπὸ τὸν Θεό.

«᾿Εγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ, ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι» (Ἰωάν. ιζ’ 9). Μήπως αὐτὸ σημαίνει πώς ὁ Κύριος δὲν προσεύχεται γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, ἀλλά μόνο γιὰ τοὺς μαθητές Του; οἱ μαθητὲς ἦταν ἡ καλὴ γῆ, ὅπου ὁ οὐράνιος Σπορέας ἔσπειρε τὸ σωστικό Του σπόρο. Γιὰ τὸν ἀγρό αὐτόν, πού ὁ ἴδιος ὁ Σπορέας καλλιέργησε κι ἔσπειρε, προσευχήθηκε στὸ πρῶτο μέρος.

Ὁ Κύριος τὸ ἔκανε αὐτὸ γιὰ νὰ μᾶς διδάξει πώς πρέπει νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ ταπεινοφροσύνη μόνο αὐτὰ πού μᾶς εἶναι ἀπαραίτητα. Μέσα στὴν ἀκαλλιέργητη καὶ ἄγονη γῆ αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ὁ ἴδιος διάλεξε ἕνα μικρὸ ἀγρό, τὸν περιέφραξε κι ἔσπειρε ἐκεῖ τὸν πολύτιμο σπόρο. Καθὼς ὁ σπόρος αὐτὸς ἀναπτύσσεται καὶ καρποφορεῖ, ὁ ἀγρὸς μεγαλώνει κι ὁ σπόρος ποὺ θὰ σπαρεῖ θὰ εἶναι περισσότερος. Ἑπομένως δὲν εἶναι φυσικὸ γιὰ τὸ γεωργὸ νὰ προσεύχεται μόνο γιὰ τὸν περιφραγμένο, καλλιεργημένο καὶ σπαρμένο ἀγρό κι ὄχι γιὰ τὸν ἄγονο κι ἀκαλλιέργητο;

Πολλοὶ νεωτεριστὲς στὴ διαδρομὴ τῆς Ἱστορίας, φυσιωμένοι ἀπὸ τὶς γνώσεις καὶ τὴν ἔπαρσή τους, προσπάθησαν μὲ τὶς θεωρίες τους νὰ φέρουν τὴν εὐτυχία στὸ ἀνθρώπινο γένος μὲ μιὰ κίνηση, κάνοντας ἔκκληση σ’ ὁλόκληρο τὸν κόσμο. οἱ προσπάθειές τους ὅμως γρήγορα ἐκμηδενίστηκαν καὶ χάθηκαν σὰν φουσκάλες τοῦ νεροῦ, ἀφήνοντας τὸν ἀπατημένο κόσμο σὲ ἀκόμα μεγαλύτερη δυστυχία.

Τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου ἔχουν μιὰν ἀόρατη, μιὰ δυσθεώρητη ἀρχή, ὅπως ὁ σπόρος τοῦ σιναπιοῦ πού σπέρνεται κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τῆς γῆς κι ἀναπτύσσεται ἀργά. Ὅταν μεγαλώσει ὅμως καὶ γίνει δέντρο, δὲν μπορεῖ νὰ τὸ κουνήσει κανένας ἄνεμος. Ὅταν γίνεται σεισμὸς καταστρέφει πύργους ὑψηλούς, κατασκευάσματα ἀνθρώπων, μὰ δὲν μπορεῖ νὰ βλάψει οὔτε ἕνα δέντρο. Σὲ κάθε περίπτωση ὁ Κύριος δὲν μπορεῖ νὰ προσευχήθηκε στὸν Πατέρα Του μόνο γιὰ τοὺς μαθητές Του, ἀλλά ὅπως θὰ δοῦμε ἀργότερα, καὶ περὶ τῶν πιστευὸντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ. Καὶ πάλι ὅμως ὄχι γιὰ ὅλους τούς ἄγονους κι ἀκαλλιέργητους ἀγροὺς τοῦ κόσμου, ἀλλά μόνο γιὰ τὸν διευρυμένο ἀγρό, ὅπου οἱ μαθητὲς θὰ σπείρουν τὸν πολύτιμο σπόρο τοῦ εὐαγγελίου.

«Καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς» (Ἰωάν. ιζ’ 10). Ἐκτός ἀπὸ τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά Του, ὁ Υἱός εἶναι σὲ ὅλα ἴσος μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἴσος στὴν ἰσότητα καὶ τὴν ἀθανασία  ἴσος στὴ δύναμη καὶ τὴν ἐξουσία  ἴσος στὴ σοφία καὶ τὴ δικαιοσύνη. Στὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά τους ὅμως, ὁ Πατέρας εἶναι ἀγέννητος, ὁ Υἱὸς εἶναι γεννητὸς καὶ τὸ Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα. Ἡ σχέση τοῦ Πατέρα μὲ τὸν Υἱό εἶναι τοῦ Γεννήτορα καὶ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι τῆς Πηγῆς. Ἡ κυριότητα κι ἡ αὐθεντία σ’ ὅλα τὰ πλάσματα τοῦ ὁρατοῦ καὶ ἀόρατου κόσμου ἀνήκουν ἐξίσου καὶ ἀδιαίρετα στὸν Πατέρα, τὸν Υἱό καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ οὐσία κι ἡ ὕπαρξη τῶν τριῶν προσώπων εἶναι μιὰ ἀόρατη μονάδα, τῶν ὑποστάσεων εἶναι ἀσύγχυτη Τριάδα.

Ἔτσι ὅλα ὅσα ἔχει ὁ Πατέρας τὰ ἔχει καὶ ὁ Υἱός καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά. Αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τοὺς πιστοὺς τοῦ Χριστοῦ. Ἀνήκουν στὸν Πατέρα ὅπως ἀνήκουν καὶ στὸν Υἱό, καθὼς καὶ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Γιατί ὁ Κύριος εἶπε λίγο νωρίτερα, Σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας καὶ τώρα λέει, καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά; Ἐπειδὴ ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Πατέρα τοὺς εἶχε παραλάβει ἀπὸ Ἐκεῖνον ὡς ἀκατέργαστο ὑλικὸ κι ὁ ἴδιος τούς ἐπεξεργάστηκε καὶ τοὺς λύτρωσε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Καὶ τώρα τοὺς παραδίδει ξανὰ καλλιεργημένους καὶ λυτρωμένους στὸν Πατέρα Του. Ἑπομένως ὅσα εἶναι τοῦ Πατέρα εἶναι δικά Του  κι ὅσα εἶναι δικά Του, εἶναι καὶ τοῦ Πατέρα.

Ὅπως εἶναι δύσκολο νὰ μοιράσεις τὴν ἀγάπη δυὸ ἀνθρώπων πού ἀγαπιοῦνται, τὸ ἴδιο εἶναι καὶ νὰ μοιράσεις αὐτὸ πού ἀνήκει ξεχωριστὰ στὸν καθένα. Ὁ Κύριος εἶπε ἐπίσης: «καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς». Ὡς Θεὸς δοξάζεται ἀπό τούς ἀνθρώπους. Κι ὡς ἄνθρωπος δοξάζεται ἐνώπιόν τῆς Ἁγίας Τριάδας καὶ τῶν ἀγγέλων. Ἀπὸ τί ἐγκωμιάζεται ἕνα δέντρο ἂν ὄχι ἀπό τούς καρπούς του; Ὁ Κύριος δέν ζητεῖ μάταιη δόξα, κενή, ζητεῖ τὴ δόξα Του ἀπό τούς καρποὺς Του -τοὺς μαθητές Του- πού τὸν ἀκολούθησαν μὲ πίστη καὶ καλὰ ἔργα, μὲ ἀγάπη καὶ ζῆλο. Ὑπάρχουν γονεῖς πού ζητοῦν μεγαλύτερη δόξα ἀπ’ αὐτὴν πού τοὺς δίνουν τὰ παιδιά τους; Ἡ μεγαλύτερη χαρὰ τοῦ Κυρίου εἶναι νὰ δοξάζεται ἀπὸ τὰ παιδιά Του, τοὺς πιστοὺς ὀπαδούς Του.

«Καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς» (Ἰωάν. ιζ’ 11). Γιατί λέει ὁ Κύριος πώς δὲν εἶναι πιὰ στὸν κόσμο; Ἐπειδὴ τελείωσε τὸ ἔργο Του καὶ τώρα πιὰ περιμένει νὰ ὑποστεῖ τὸ ἔσχατο καὶ μέγιστο πάθος, νὰ σφραγίσει τὸ τελειωμένο ἒργο μὲ τὸ ἀθῶο αἷμα Του.

Προσέξτε μὲ πόση ἀγάπη προσεύχεται γιὰ τοὺς μαθητές Του! Καμιὰ μητέρα δέν θὰ προσευχόταν μὲ τόση στοργὴ γιὰ τὰ παιδιά της. Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτούς. Τοὺς ἀφήνει ὡς πρόβατα ἀνάμεσα σὲ λύκους. Ἂν δὲν τοὺς προστάτευε κάποιο μάτι ἀπὸ τὸν οὐρανό, θὰ τοὺς εἶχαν κατασπαράξει ὅλους οἱ λύκοι. Τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου, ὡς γονιός, ὡς Πατέρας. Γίνου δικός τους Πατέρας, ὅπως εἶσαι καὶ δικός Μου. Μὲ τὴν πατρική Σου ἀγάπη στήριξέ τους καὶ προστάτεψέ τους ἀπό τους κακοὺς λύκους, ὁδήγησέ τους, ἵνα ὦσιν ἕν καθὼς ἡμεῖς. Στὴν τέλεια αὐτὴ ἑνότητα δέν θὰ δεῖς μόνο τὴν πανίσχυρη δύναμη τῶν πιστῶν, μὰ καὶ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ὁ Πατέρας κι ὁ Υἱός ἔχουν τὴν ἴδια οὐσία καὶ διαφέρουν μόνο στὰ πρόσωπα, ἂς γίνει τὸ ἴδιο καὶ στοὺς πιστούς: πολλὰ καὶ διάφορα τὰ πρόσωπα, ἀλλά οὐσιαστικὰ ἕνας στὴν ἀγάπη, τὸ θέλημα καὶ τὸ νοῦ.

Καὶ συνεχίζει ὁ Κύριος: «Ὅτε ἤμην μετ’ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου· οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ» (Ἰωάν. ιζ’ 12). Κανένας ἀπ’ὅσους διάλεξε ὁ Κύριος δέν θὰ χαθεῖ, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Ἰούδα τὸν προδότη, ὅπως εἶναι γραμμένο καὶ στὴ Γραφή. Ὁ Ἰούδας βέβαια δέν χάθηκε ἐπειδὴ εἶναι γραμμένο, ἀλλ’ ἐπειδὴ ἔδειξε ὅτι ἀπίστησε στὸν Θεὸ καὶ λάτρεψε τὸ χρῆμα. Στὴν Ἁγία Γραφὴ ἔχουν γραφεῖ τὰ ἑξῆς προφητικὰ λόγια γιὰ τὸν Ἰούδα: «Ὁ ἐσθίων ἄρτους μου, ἐμεγάλυνεν ἐπ’ ἐμέ πτερνισμὸν» (Ψαλμ. μ’ 10), τὸ χωρίο αὐτό ἐξηγεῖ ὁ Ἰωάννης στὸ εὐαγγέλιό του (βλ. Ἰωάν. ιγ’ 18). «Καί τήν ἐπισκοπὴν αὐτοῦ λάβοι ἕτερος» (Ψαλμ. ρη’ 8), ἀναφέρει ξανὰ ἡ Ἁγία Γραφή. Καὶ οἱ δυὸ αὐτὲς προφητεῖες ἐκπληρώθηκαν στὸν Ἰούδα. Ἔφαγε τὸν ἄρτο μαζὶ μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ κι ἔπειτα σήκωσε τὴν φτέρνα ἐναντίον Του, ὅπως λέει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μὲ τὰ λόγια τοῦ προφήτη: «Ὁ τρώγων μετ’ ἐμοῦ τὸν ἄρτον ἐπῆρεν ἐπ’ ἐμέ τὴν πτέρναν» (Ἰωάν. ιγ’ 18). Καὶ μετὰ τὴν προδοσία του ὁ Ἰούδας κρεμάστηκε κι ὁ Ματθίας πῆρε τὴν ἀποστολικὴ θέση του. Καὶ τελειώνει ὁ Κύριος:

«Νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς» (Ἰωάν. ιζ’ 13). Ὁ Κύριος κάνει τὴν προσευχὴ αὐτὴ πρὸς τὸν Οὐράνιο Πατέρα Του λίγο προτοῦ ἀποχωριστεῖ ἀπό τούς μαθητές Του κι ἀπὸ τὸν κόσμο. Ὁ Κύριος γνωρίζει πώς τὸν περιμένει ὁ θάνατος κι ὁ τάφος. δέν μιλάει γι’ αὐτὸ ὅμως στὸν ἀθάνατο Πατέρα Του, ἀφοῦ ὁ θάνατος κι ὁ τάφος δὲν ἔχουν καμιὰ σημασία στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ. Μιλάει γιὰ ἐπιστροφὴ στὸν Πατέρα Του -νῦν δέν πρὸς σὲ ἔρχομαι- στὴν αἰώνια δόξα -τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον, πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί. Μετὰ προσεύχεται γιὰ τοὺς μαθητές Του, γιὰ νὰ ἔχουν τὴ δική Του χαρὰ καὶ μάλιστα πεπληρωμένην.

Τί εἴδους χαρὰ εἶναι αὐτή; Εἶναι ἡ χαρὰ πού ἔχει ὁ ὑπάκουος γιὸς ὅταν ἐκπληρώνει τὸ θέλημα τοῦ πατέρα του. Εἶναι ἡ χαρὰ τοῦ εἰρηνοποιοῦ, πού ἡ δική του ἐσωτερικὴ καὶ θεϊκὴ εἰρήνη δὲν μπορεῖ νὰ διαταραχθεῖ ἀπὸ τὰ παραληρήματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Εἶναι ἡ χαρὰ τοῦ νοικοκύρη, πού ἀφοῦ καθάρισε τὸν ἀγρό του, τὸν ὄργωσε καὶ τὸν ἔσπειρε, ὕστερα βλέπει τὸν καρπὸ ν’ ἀναπτύσσεται, νὰ ὡριμάζει καὶ ν’ ἀποδίδει. Εἶναι ἡ χαρὰ τοῦ νικητή, πού κατατρόπωσε ὅλους τούς ἐχθρούς του καὶ χάρισε τὴ δύναμη τῆς νίκης στοὺς φίλους του, γιὰ νὰ ‘ναι νικητὲς ὡς τὸ τέλος τοῦ χρόνου. Εἶναι τελικὰ ἡ χαρὰ τῆς ἁγνῆς καὶ θεοφίλητης καρδιᾶς, ἡ χαρὰ αὐτὴ πού εἶναι ζωή, ἀγάπη καὶ δύναμη. Τέτοια χαρὰ εἶναι στὴν πληρότητά της ἐκείνη πού ζητοῦσε ὁ Κύριος γιὰ τοὺς μαθητὲς Του προτοῦ ἀναχωρήσει ἀπὸ τὸν κόσμο.

Ἡ προσευχὴ αὐτὴ πού ἔκανε ὁ Κύριος Ἰησοῦς πρὶν ἀπὸ τὸ θάνατό Του εἶχε τὴν ἄμεση καὶ πλήρη προσοχὴ τοῦ Πατέρα Του. Τ’ ἀποτελέσματά της φάνηκαν σύντομα. Τὴ στιγμὴ τοῦ μαρτυρίου του ὁ πρωτομάρτυρας τῆς χριστιανικῆς πίστης ἀρχιδιάκονος Στέφανος, εἶδε «δόξαν Θεοῦ καὶ τὸν Ἰησοῦν ἑστῶτα ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. ζ’ 55). Κι ὁ ἅγιος ἀπόστολος Παῦλος γράφει πώς ὁ Θεὸς «ἐκάθισεν (τὸν Χριστὸ) ἐν δεξιᾷ αὐτοῦ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ὑπεράνω πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας καὶ δυνάμεως καὶ κυριότητος καὶ παντὸς ὀνόματος ὀνομαζόμενου οὐ μόνον ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ, ἀλλά καί ἐν τῷ μέλλοντι· καὶ πάντα ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ» (Ἐφ. α’ 20-22). Αὐτὰ ἀναφέρονται στὴ δόξα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Γιὰ τὴν πνευματικὴ ἑνότητα τῶν πιστῶν τώρα, ὅλα ἐξελίχτηκαν ἀκριβῶς ὅπως ὁ ἴδιος ζήτησε ἀπὸ τὸν Πατέρα Του. Στὶς Πράξεις τῶν ἀποστόλων ἀναφέρεται πώς «ἦσαν προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν» (Πράξ. α’ 14) καὶ «τοῦ δέ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία» (δ’ 32).

Ὅπως ἔχουμε ἤδη ἀναφέρει, ἡ προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ δὲν ἀναφέρεται μόνο στοὺς ἀποστόλους -ἂν καὶ κατὰ κύριο λόγο ἀναφέρεται σ’ αὐτοὺς- ἀλλά καὶ σ’ ὅλους ἐκείνους πού πίστεψαν ἤ θὰ πιστέψουν στὸν Χριστὸ ἀπὸ τὰ λόγια τους. Ἡ προσευχὴ αὐτὴ ἑπομένως ἦταν καὶ γιὰ τοὺς ἅγιους πατέρες τῆς Πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, πού γιορτάζουμε σήμερα. Τήρησον αὐτούς, προσευχήθηκε ὁ Χριστὸς στὸν Πατέρα Του. Κι ὁ Πατέρας τοὺς τήρησε καὶ τοὺς προφύλαξε ἀπὸ τὶς πλάνες τοῦ Ἀρείου. Τοὺς φώτισε, τοὺς ἐνέπνευσε καὶ τοὺς ἐνίσχυσε μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γιὰ νὰ ὑπερασπιστοῦν καὶ νὰ ὁμολογήσουν τὴν ὀρθόδοξη πίστη.

Ἡ προσευχὴ αὐτὴ ὅμως ἔγινε καὶ γιὰ ὅλους ἐμᾶς πού ἔχουμε βαφτιστεῖ στὴν ἀποστολικὴ Ἐκκλησία καὶ πού μάθαμε ἀπό τούς ἀποστόλους καὶ τοὺς διαδόχους τους τὸ σωτήριο ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Σωτήρα μας.

Ἀδελφοί μου! Σκεφθεῖτε πώς ὁ Κύριος Ἰησοῦς λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ θάνατό Του, ἐδῶ καὶ δυὸ χιλιάδες χρόνια, σκέφτηκε καί σᾶς, προσευχήθηκε στὸν Θεὸ γιὰ σᾶς! Εὔχομαι ἡ παντοδύναμη αὐτὴ προσευχὴ νὰ σᾶς προστατεύει καὶ νὰ σᾶς καθαρίζει ἀπὸ κάθε ἁμαρτία, νὰ σᾶς γεμίζει χαρὰ καὶ νὰ ἑνώσει τὶς καρδιὲς καὶ τὶς ψυχές σας! Εἴθε καὶ μεῖς νὰ δοξολογοῦμε ἑνωμένοι τὸν Πατέρα, τὸν Υἱό καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν!